You are on page 1of 15

1

ΕΘΝΙΚΟΣ ΥΜΝΟΣ
ΓΑΛΑΖΙΑ ΠΑΤΡΙΔΑ ΓΙΑ ΣΕ ΓΛΥΚΕΙΑ ΠΑΤΡΙΔΑ ΜΟΥ
Σε γνωρίζω από την κόψη Δαντελένια ακρογιάλια Γιά σέ γλυκεία πατρίδα μου
του σπαθιού την τρομερή, καί νησιά μαργαριτάρια τό αίμα μου τό χύνω
σε γνωρίζω από την όψη τά ουράνια σου καθάρια δόξα καί πλούτη καί τιμές
που με βια μετράει την γη. σου χαρίζουν ομορφιά. καί τή ζωή μου δίνω.
Απ’ τα κόκκαλα βγαλμένη Ω πατρίδα μου γαλάζια Γιά νά μπορέσω μιά στιγμή
των Ελλήνων τα ιερά, ζωντανή 'σαι ζωγραφιά τή δόξα σου νά σώσω
και σαν πρώτα ανδρειωμένη, κάθε σπιθαμή άπ'τή γή σου τή δόξα αυτή πού έλαμψε
χαίρε, ω, χαίρε ελευθεριά. (δις) μ’ αίμα αρίδων Αγιασμένη καί λάμπει τώρα τόσο.
καί δαφνοστεφανομέμη
στους αιώνες είσαι συ. Σ’ όλα τά Δωδεκάνησα
Ελλάδα τά παιδιά σου,
Ω πατρίδα περηφάνεια πλημμυρίζεις τήν Παναγιά ευχαριστούν
ΑΙΝΟΣ ΛΕΥΤΕΡΙΑΣ τήν ψυχή(δίς)· καί τό Θεό δοξάζουν.

Έλληνες (2) ξύπνησ’ η Οικουμένη Σύννεφο δέν σέ τρομάζει Όπου τά χάρισε ξανά
δήμιους φύλαρχους διώχνουν οι λαοί κι'άν εόέχθηκες κανένα στή μητρική σου αγκάλη,
και η Βόρειο Ήπειρο πάντα περιμένει πάντα κάποιου είκοσιένα λαμποκοπούν άπό χαρά
«δόξα εν υψίστοις» λεύτερα να πει. θά χαράζει ή αυγή. πού πιά όέν είναι σκλάβοι.
θάνατος- -ή- ελευθερία- - -
Τώρα που παιδιά απ’ τους ώμους, βροντοφώναζες στή γή (δίς). Δεν είναι ως εδώ η Πατρίδα μας
τώρα που η φοβέρα δε μετρά, μά φθάνει πέρα ως πέρα
τώρα που η μάχη άναψε στους δρόμους Λυτρωμένα τά παιδιά σου όπου ή σημασία κι' ό Σταυρός
στοργικά έχεις αγκαλιάσει θέ νά στηθούν μιά μέρα.
και που ανάσα δεν έχει η καρδιά. καί στά πέρατα θά φθάσει
η γαλάζια σου δμορφιά. Γιά νά μπορέσω...
Έλληνες (2) ξύπνησ’ ………
Στά γαλάζια νά ντυθούμε Στην Κύπρο καί στην Ήπειρο
Τώρα που τα δεσμά, όλοι τα σπάνε Ηπειρος κι ΄Αγια Σοφιά, είναι πολλά παιδιά σου
και οι φυλακές γεμίζουν με αγκοχούς Κύπρος καί ΄Αγια Σοφιά. μή τά ξεχνάς γιατί ποθούν
είναι αμάρτημα να το ξεχνάμε ναρθούν κι αυτά κοντά σου.
ακόμα στο Σταυρό είν’ ένας Αδελφός.
Ελεύθερα νά ζήσουνε
Έλληνες (2) ξύπνησ’ ……… στή μητρική σου αγκάλη
μέσα στή τόση δόξα σου
π' αστράφτει τώρα πάλι.

Η δόξα σου Πατρίδα μου


ΑΝΩΝΥΜΟΙ ΗΡΩΕΣ θα φθάσει στα ουράνια
ΓΙΑ ΜΙΑ ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΑ ΕΛΛΑΔΑ και μεις θα πλέκουμε για Σε
Μέσα σε βόλια κι όβιδων κρότους αμάραντα στεφάνια.
έπεσαν νειάτα μες τον ανθό τους. Τής νίκης σάλπιγγες ηχούν
Πάνε λεβέντηδες, πάνε κορμιά ήλθε τής λευτεριάς ή ώρα Φως θα σκορπάς σ’ όλη τη γη
κι άκλαφτα τα ΄θαψαν στην ερημιά. νέοι καί γέροι τραγουδούν αθάνατη λαμπάδα
τή δόξα σου γαλάζια Χώρα. κι αιώνια θα φεγγοβολάς
Κανείς Δε ξέρει που τα ‘χουν θάψει, πατρίδα μου Ελλάδα
κανείς Δε πήγε για να τα κλάψει, Θαυμάζουνε καί σ' επαινούν
κανείς δεν έκαψε γι’ αυτά λιβάνι, Πατρίδα, φίλοι κι οι εχθροί σου
κανείς δεν έπλεξε γι’ αυτά στεφάνη. καί τά παιδιά σου τραγουδούν
τιμή σου Ελλάδα μας, τιμή σου.
Ανώνυμοι ήρωες, άγνωστοι τάφοι
κανένα όνομα σ’ αυτούς Δε γράφει Τιμή στ’ αθάνατα παιδιά
ούτε το χώμα τους φιλούνε χείλη πού πέσανε γιά τήν Ελλάδα Η ΕΛΛΑΔΑ ΜΑΣ
σταυρό δεν έχουνε μήτε καντήλι. γιά νά κρατήσουνε ψηλά
της λευτεριάς την άγια δάδα. Η Ελλάδα μας ή Ελλάδα μας
Μόνο μιας κόρης μαργαριτάρια ή μεγάλη μας μητέρα
Κυλούνε σε τάφους, που κάποια μέρα Εμπρός ας πολεμήσουμε όλοι μας ας εύχηθουμε
θα γίνουν κόσμου προσκυνητάρια όλοι μαζί γιά τήν Ελλάδα νά προκόψη πέρα ως πέρα
και φάροι νίκης για μια μητέρα. καινούργια νά τήν κτίσουμε Η Ελλάδα μας, ή Ελλάδα μας
για νάχει ουράνια ομορφάδα. ή δαφνοστεφανομένη
που πάντοτε θά μένη
Γιά μιά καινούργια Ελλάδα εμπρός στό σκοτάδι μέγα φως.
Γιά μιά Χριστιανική Ελλάδα
π' οδηγητής θάν' ο Χριστός Ας παλαίψουμε όλοι μαζί
Η ΣΗΜΑΙΑ ΨΗΛΑ καί μεις η θεία Του λαμπάδα και ή Ελλάδα μας θα δοξασθη
και πρωτοπόρο θαυμαστό
Ψηλά πιό ψηλά τή σημαία ψηλά θάχουμε πάντα τόν ΧΡΙΣΤΟ
ψηλά τό κορμί κι οι καρδιές μας ψηλά.
Καί θάν' ή ζωή πάντα νέα ΄Εθνος τιμημένο,κάλλος,
Καί θάν' ή ζωή γεμάτη ομορφιά! λαμπρότης καί φως
΄Εθνος δοξασμένο καί γαλανός ουρανός
Ψηλά πιό ψηλά τή σημαία ψηλά ΄Ενας παρθενώνας
ψηλά τό κορμί κι οί καρδιές μας ψηλά. μέσα στον κόσμο λαμπρός
Στό φως στην τρανή αυτήν Ιδέα Να η Ελλάδα πού δοξάζει
ψηλά στή μεγάλη κι αίώνια χαρά! πάντα ο Χριστός·

Ψηλά πιό ψηλά τή σημαία ψηλά


ψηλά τό κορμί κι οί καρδιές μας ψηλά.
2
ΕΛΛΑΔΑ
Η ΕΛΛΑΔΑ ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΠΕΘΑΙΝΕΙ Η ΣΗΜΑΙΑ
Από τα βάθη των αιώνων ξεκινάει
με φύλλα δάφνης και με φως Των εχθρών τα φουσάτα περάσαν Κάτω από τον ίσκιο σου κλαδιά δάφνης
στεφανωμένη. σαν το λίβα που καίει τα σπαρτά πάντα βγαίνουνε κι ανθούνε
Η Ελλάδα αιώνια στους επτά ουρανούς με κανόνια τις πόλεις χάλασαν κι από τις πτυχές σου ξεπετιούνται δόξα
πετάει μας ανάψαν φωτιές στα χωριά. ηρωική και λευτεριά.
και πλημμυρίζει φως την οικουμένη.
Μα οι εχθροί μας πια τώρα σκορπίσαν Θέλω στη γαλάζια σου ομορφιά
Γαλάζια θάλασσα, πράσινα βουνά, και ξανάρθε για μας λευτεριά νά 'βρω της ψυχής μου κάθε πόθο,
καίγεται χρυσό το μεσημέρι, για να φτιάξουμε τα όσα γκρεμίσαν θέλω το χρυσόνειρο να κλώθω που’χω
πουθενά, πουθενά, πουθενά το ας κοιτάξουμε τώρα μπροστά. για την Άγια μας Σοφιά.
καλοκαίρι
δεν είν’ έτσι όμορφο και φωτεινό. Η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει Κι αν σε τόπους πάλι μακρυνούς
δεν τη σκιάζει φοβέρα καμία την αγνή σου ειδώ την ομορφάδα
Γαλάζια θάλασσα, άγια δειλινά μόνο λίγο καιρό ξαποσταίνει κι από την ψυχή μου την Ελλάδα
λούζονται στο φως θαλασσοπούλια και ξανά προς τη δόξα τραβά. (δις) θα μας φέρεις κύμα κι ουρανό.
και γυρνά και γυρνά, και γυρνά στα ύψη
η πούλια Νέα δύναμη το έθνος θα πάρει Θέλω στη γαλάζια σου ομορφιά...
φάρος που οδηγεί στον ουρανό. σαν και πριν να βαδίσουμ’ εμπρός
κι ο καινούργιος στρατός με καμάρι
Γαλάζια χώρα ο Θεός σου ’χει χαρίσει θα σταθεί των συνόρων φρουρός.
την ομορφιά, τη λεβεντιά, τη δύναμή
σου. Ολ' ορθή μες στον ήλιο προβάλλει
Το φως σου σκόρπισε στο κόσμο να Και ψηλά το κεφάλι κρατεί,
θυμίζει μια πατρίδα πολύ πιο μεγάλη,
τη λάμψη του δικού Του Παραδείσου. μια πατρίδα πολύ πιο τρανή.

Γαλάζια θάλασσα… Η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει…


ΘΗΣΑΥΡΟΦΥΛΑΚΕΣ
Ελλάδα παίρνουμε το δρόμο και κινάμε
για εκεί που χάραξε η μεγάλη σου Δαφνοστεφανωμένη όμορφη εκκλησιά
ιστορία, Η ΕΛΛΑΔΑ ΜΟΥ και συ λεβεντογέννα Ελλάδα
και σου ορκιζόμαστε για πάντα να ατίμητ’ είναι οι θησαυροί
φυλάμε Θέλω να το πω στον κόσμο όλο που κέντησαν στα πέπλα σας
την πίστη μας και την ελευθερία. έχω μια πατρίδα ξακουστή, καρδιές πλημμυρισμένες θεία λάβα.
που’χει την Αγια Σοφιά κορώνα
Γαλάζια θάλασσα… και τον Παρθενώνα της τιμή. Το φως σας που αιώνες
τόσοι τώρα κουβαλούν
Με τα διαλεχτά της παλληκάρια μ’ αγάπη σεβασμό και περηφάνια
και την Παναγιά μας στρατηγό, φωτίζουν τις ψυχές μας
τρόπαια στον πόλεμο ετοιμάζει κι έσπευσαν να ταχθούν
ΕΛΛΑΔΑ ΜΑΣ ΓΛΥΚΕΙΑ και της δόξας στήνει το Βωμό. Θησαυροφύλακες τ’ αγνά, άδολά μας
νιάτα.
Ελλάδα μας γλυκιά Λάμπουν οι τετράμηνες κορφές της
τρισδοξασμένη Συ μες στης λευτεριάς την αστραπή Βαριά στα χέρια μας είν’ η κληρονομιά
που ήσουν τίποτε στη γη είν' η Ελλάδα μάνα όλου του κόσμου και να ‘μαστε ζητά προτρέπει,
σαν ήλθε όμως η στιγμή με τη φωτοδότρα της ψυχή. στη λησμονιά, στην αδικία
πετάχτηκες ορθή. και στου χρόνου τη φθορά,
στις παραδόσεις μας προσηλωμένοι.
Με χρόνια με καιρούς
ζωσμένη το σπαθί Η ΑΘΑΝΑΤΗ ΠΑΤΡΙΔΑ ΜΑΣ Σ’ αυτό το μέγα πλούτο
εσκόρπιζες το άγιο φως θησαυρών και ομορφιάς
εκεί που ο σκλάβος αδελφός Η αθάνατη πατρίδα μας κι απ’ τις μαρμαρυγές των μαγεμένοι
επρόσμενε σκυφτός. με τη γαλανή σημαία της το ιερό μας μυστικό τα χείλη θε να πουν,
ειν'ή δόξα κι'έλπίδα μας Θησαυροφύλακες είμαστ’ εμείς ταγμένοι.
Μα πέρα στη σκλαβιά ζήτω, ζήτω η 'Ελλάς.
στον ξενικό ζυγό
στενάζουν κι άλλα σου παιδιά Πρώτη στου ουρανού τά κάλλη
και καρτερούνε λευτεριά πρώτη καί στην ιστορία ΜΕΣΑ ΜΑΣ ΒΑΘΙΑ ΓΙΑ ΣΕΝΑ
Ελλάδα μας γλυκιά. καί ακόμη πιο μεγάλη
στην τιμή και στην ανδρεία· Μέσα μας βαθιά για σένα
μια λαχτάρα πάντα ζει
Σαλαμίς και θερμοπύλαι την πατρίδα συμβολίζεις
Η ΑΓΑΠΗ ΣΤΗ ΠΑΤΡΙΔΑ ξαναζούν στό Τεπελένι και την λευτεριά μαζί.
γιά ν’ ακούνε οι εχθροί μας
Δεν είναι διαβατάρικο πούλι η Ελλάδα δέν πεθαίνει. Γαλανόλευκη η θωριά σου
που για μια μέρα και φαντάζεις μες το νου
σκίζει τα νέφη και περνά γοργά ΄Ολα στή δική μας χώρα σαν το κύμα σαν το γέλιο
σαν τον αγέρα. έχουν άρωμα και χάρη του πελάου και του ουρανού. (δις)
τά λουλούδια, οι κοπέλλες,
Ούτε κισσός π’ αναίσθητος τό ελληνικό θυμάρι· Της τιμής και της ανδρείας
την πέτρα περιπλέει, είσαι αστείρευτη πηγή
ούτε αστραπή που σβήνεται Τί κι'άν σπέρνουν τό χρυσάφι του λευκού σταυρού σου η χάρις
χωρίς αστροπελέκι. η σκλαβιά κι η προδοσία δυναμώνει κι ευλογεί.
στό δικό μας τό χωράφι
Δεν είναι νεκροθάλασσα, βασιλεύει ή ελευθερία. Κι όσοι χάνονται για σένα
Βοή χωρίς σεισμό, σπώντας σίδερα βαριά
νοιώθω για σε πατρίδα μου Κι όσο γύρω μας κυτάζουμε ξεψυχούν και τραγουδούνε
στα σπλάχνα χαλασμό. Κι όσο νοιώθουμε τή ζήλια τους χαίρ’ ω χαίρε λευτεριά.
πιό περήφανα φωνάζουμε
ζήτω, ζήτω ή 'Ελλάς.
3

ΣΑΝ ΤΟΝ ΗΛΙΟ ΜΙΑ ΕΛΛΑΔΑ ΦΩΣ


ΠΑΤΡΙΔΑ ΜΟΥ ΕΛΛΑΔΑ
Σάν τόν ήλιο σου ωραία Ελλάδα Γιά παντοτινά, θάλασσες βουνά
άλλη χώρα δέν έχει καμμιά κι ό,τι αγαπώ μέσα μου κρατώ. Πατρίδα μου Ελλάδα
είσαι συ επιστήμης λαμπάδα Τίς ακρογιαλιές σάν τις αγκαλιές γλυκειά μου πατρίδα
ζής αιώνια σέ λευτεριά. μιά Ελλάδα φώς, πέτρα κι ουρανός. σάν σένα δέν είδα
πατρίδα καμιά
Η Ελλάδα ποτέ δέν πεθαίνει ΄Ολοι οι καιροί σκύβουν
δεν τή σκιάζει φοβέρα καμμιά πάνω άπό τόν Παρθενονα Η θάλασσα απλώνει
μόνον λίγο καιρό ξαποσταίνει μες τους αιώνες τά μάρμαρα ακόμα δροσόλουστη αγκάλη
καί ξανά προς τή δόξα τραβά. σκοπούς τραγουδούν καί κάθε ακρογιάλι
Πάνω στην Κύπρο χαϊδεύει τή γη.
Στον καθάριο γαλάζιο ουρανό μέ δυόσμο μυρίζει τό χώμα
σου παιγνιδίζει η δόξα τρελά καί στίς Κυκλάδες μέ χρώματα άσπρα Βουνά καί λαγκάδια
πλέκοντας σου γλυκεία μας μητέρα καί ήλιο μεθοΰν. απλώνονται ως πέρα
δαφνοστέφανα ευωδιαστά. ήχουν τή φλογέρα
Βράχοι καί σπηλιές, σπίτια μέ αυλές τοϋ κάθε βοσκού.
Είναι άφθαστη η ομορφιά σου φύλλα καί νερά, λόγια καθαρά.
Και η δόξα σου Ελλάδα τρανή Κόσμος τρυφερός, μέγας καί μικρός Αιώνια η δόξα
γι αυτό λένε παντού τά παιδιά σου μιά Ελλάδα φώς, πέτρα κι ουρανός. μαζί σου βαδίζει
Η Ελλάδα αιώνια θά ζή. και δάφνης κλωνάρια
΄Ολοι οι καιροί σκύβουν… σκορπίζει παντού.
Υ.Ω
Η πατρίδα αυτή μήτρα ποιητή Χριστέ μου τό φως σου
λύρα τραγουδιού κι αλμυρού φιλιού ας μένη κοντά της
κέντημα χρυσό πάνω σέ κισσό πιστός παραστάτης
μιά Ελλάδα φώς, πέτρα κι ουρανός. σέ κάθε στιγμή.
ΜΙΣΕΥΩ ΚΑΙ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΜΟΥ
΄Ολοι οι καιροί σκύβουν… Αιώνια θ' απλώνης
Μισεύω και τα μάτια μου πατρίδα μου Ελλάδα
δακρύζουν λυπημένα. (δις) της δόξας τη δάδα
Αχ πατρίδα μου γλυκιά, σέ δλη τη γη.
δακρύζουν λυπημένα. ΟΛΗ ΔΟΞΑ
Αχ πατρίδα μου γλυκιά,
πόσο σ’ αγαπώ βαθιά. Ολη δόξα, όλη χάρη
άγια μέρα ξημερώνει
Στην ξενιτιά με στεναγμούς, και τη μνήμη σου το Εθνος
βραδιάζει, ξημερώνει. (δις) χαιρετά γονατιστό.
Κι’ ο πόνος της καρδούλας μου
τρανεύει δε μερώνει. (δις) Και τα στήθη όλο φλόγα
με τον ήλιο σου πυρώνει,
Θα σ’ αγαπώ, θα σ’ αγαπώ, που χρυσός με περηφάνια ΠΕΡΗΦΑΝΟΙ ΟΛΟΙ
ώσπου να ξεψυχήσω, (δις) περπατάει στον ουρανό.
Αχ πατρίδα μου γλυκιά, Ήταν μαζεμένοι όλοι μια βραδιά
ώσπου να ξεψυχήσω. Στην Αγία Λαύρα πρώτα και στο τζάκι έκαιγε η φωτιά
Αχ πατρίδα μου γλυκιά τις χρυσές ακτίνες χύνει, μες στα μάτια τους φαινόταν καθαρά
πόσο σ’ αγαπώ βαθιά. που λεβέντες πρωτανάψαν πως γι’ αυτούς τα χρόνια ήταν σκληρά.
του πολέμου τη φωτιά.
Έχετε γεια ψηλά βουνά Περήφανοι όλοι με γενναία καρδιά
και κάμποι με τα δάση. (δις) Τη γαλάζια μας σημαία πολεμούσαν για τη λευτεριά. (δις)
Αχ πατρίδα μου γλυκιά, με τη χάρη του λαμπρύνει
και κάμποι με τα δάση. και του Θείου Ιεράρχου Όλοι τους καπεταναίοι κι αρχηγοί
Αχ πατρίδα μου γλυκιά, χαιρετάει τη σκιά. ήτανε κλέφτες και αρματολοί
πόσο σ’ αγαπώ βαθιά. ποτέ τους δε σκεφτόταν φόβος τι θα πει
Ομορφιά και δόξα χύνει και το βόλι ας έπεφτε βροχή.
Βρυσούλες με κρύα νερά όπου γη αιματωμένη
και κάμποι ανθισμένοι. (δις) απ’ το τιμημένο αίμα Περήφανοι όλοι με γενναία καρδιά
των παιδιών της κλεφτουριάς. πολεμούσαν για τη λευτεριά.
Αχ πατρίδα μου γλυκιά Και τώρα μιλούσαν πάλι για τα παλιά
και κάμποι ανθισμένοι. Τ’ άγιο χώμα χαιρετάει και περήφανα καθισμένοι γύρω από τη φωτιά.
Αχ πατρίδα μου γλυκιά διαβαίνει
πόσο σ’ αγαπώ βαθιά. από τα Ψαρά στο Σούλι, Πάνω που μιλούσαν για παλικαριές
και στο Χάνι της Γραβιάς. κι είχαν δυναμώσει οι φωνές
θυμήθηκαν τ’ αδέλφια τους που χάθηκαν
Απ’ τη Ρούμελη κι εκείθε πολεμώντας και πικράθηκαν.
κι απ’ την Κλείσοβα περνάει
και στο Μεσολόγγι μέσα Περήφανοι όλοι με γενναία καρδιά
ΤΗ ΣΗΜΑΙΑ ΨΗΑΑ χύνει το χρυσό του φως. πολεμούσαν για τη λευτεριά.
Γι’ αυτό πολεμήσαν και φτιάξαν παιδιά
Ψηλά πιό ψηλά τή σημαία ψηλά Την αιματωμένη γη του για να ζήσουν μες στη λευτεριά.
ψηλά τό κορμί κι οι καρδιές μας ψηλά. χαιρετάει κι ευλογάει,
Καί θάν' ή ζωή πάντα νέα όπου τόσοι σε μια νύχτα Και γίναν λεβέντες με γενναία καρδιά
Καί θάν' ή ζωή γεμάτη ομορφιά! έπεσαν ηρωικώς. σαν τους πατεράδες τους κι αυτά.
Και πάνω σ’ αυτή τη σκέψη ήσυχοι πια,
Ψηλά πιό ψηλά τή σημαία ψηλά κοιμήθηκαν για παντοτινά.
ψηλά τό κορμί κι οί καρδιές μας ψηλά.
Στό φως στην τρανή αυτήν Ιδέα
ψηλά στή μεγάλη κι αίώνια χαρά!
Ψηλά πιό ψηλά τή σημαία ψηλά
ψηλά τό κορμί κι οί καρδιές μας ψηλά.
4

ΣΕ ΣΑΣ ΤΗΣ ΣΑΛΑΜΙΝΟΣ ΚΥΜΑΤΑ


ΠΙΝΔΟΣ
Σε σας, που για τη λευτεριά και την τιμή Τής Σαλαμίνος κύματα
Πάνω κει στης Πίνδου μας τις κορφές με του Χριστού την πίστη στην ψυχή δαφνοστεφανωμένα
που θαρρείς τ'αστέρια φιλούνε, για την πατρίδα αγωνιστήκατε (2). μέ τό σταυρό π' έγκάρδιωσε
κάθε νύχτα λίγες αχνές μορφές ναυτάκια ανδρειωμένα.
τα πηχτά σκοτάδια ερευνούν. Σε σας, που του θανάτου την ανηφοριά
και τη μεγαλοσύνη της καρδιάς Ένα κομμάτι τ’ ούρανού
Της πατρίδας πάντα πιστοί φρουροί κληρονομιά σε μας αφήσατε (2). καί τοϋ Όλύμπου χιόνι,
τον εχθρό ναρθεί καρτερούνε μέ τόν ανίκητο σταυρό
τον εχθρό που πίστευε πως μπορεί Σε σένα Σουλιώτισσα, μάνα γενναία πού χριστιανούς φτερώνει.
στην Ελλάδα νικητής να μπει. Ηπειρώτισσα καπετάνισσα,
σε, σε, Μακεδόνισσα, Θρακιώτισσα Η δόξα τά ζωγράφισε
Η νύχτα φεύγει σβήνουν τ'αστέρια κόρη στό πέπλο της ώραία,
τ'αγρίμια πάνε να κρυφτούν, κι αδελφή Ψαριανή λεβέντισσα….. κι ύψώθη ή γαλανόλευκη
μα του Δαβάκη μας τα ξεφτέρια Που χάρισες συ του αγώνα του έθνους μας σημαία.
δε θε να παν ν'αναπαυθούν. αδάμαστα τα κλεφτόπουλα
και ναυμάχους φοβερούς στα πέλαγα
Εχθροί μιλιούνια,ντροπή αιώνια, διαλεχτά Ελληνόπουλα.
τ'άγια μας σύνορα περνούν ΤΟ ΦΛΑΜΠΟΥΡΟ
και με τουφέκια και με κανόνια Και σε σένα, που είδες να σβύνουν
σίδερο και φωτιά σκορπούν. οι ελπίδες και τα χρυσόνειρα, Είσαι το φλάμπουρο πού ‘χει μεράκι του
Μικρασιάτισσα, Μεσολογγίτισα, την έννοια για τη λευτεριά,
Οι γενναίοι μας με τη λόγχη ορμούν της θυσίας αρχόντισσα. σ’ έχει ο Κολοκοτρώνης μπαϊράκι του
τον εχθρό με λύσσα χτυπούνε, Και σε σένα μικρή Κυπριοπούλα, και ο καπετάνιος Ζαχαριάς.
είνα ι λίγοι μα τους πολλούς νικούν που ακόμα προσμένεις και ζητάς
κι απ'τη γη μας πέρα τους πετούν, αναστάσιμα και γλυκοτόνιστα Άσπρη γαλάζια σωστή ξαστεριά
Ν’ ακουστούν νικητήρια. σαν τ’ ουρανού το χρώμα.
Εις την Π ίνδο τραγουδούνε Ξέρεις στ’ αλήθεια να κάνεις θεριά
Του Δαβάκη τ'άξια παληκάρια Σε σας, που για τη λευτεριά………….. και τους δειλούς ακόμη. (δις)
κι όλο δόξες αντηχούνε
τ'άλλα τα βουνά ΣΕ ΣΑΣ, γυναίκες Ελληνίδες, η καρδιά Τι πατριώτες και τι πατριώτισσες
μ’ ευγνωμοσύνη δάφνη και μυρτιά θύματα πέσανε σωρό,
Την Ελλάδα μας υμνούνε ξανά με σέβας υποκλίνεται,(2) για μια σημαία σήραν οι Σουλιώτισσες
και τ'ανδρειωμένα της βλαστάρια ΣΕ ΣΑΣ τον τελευταίο τους χορό.
που τον κάθε εχθρό νικούνε
σαν παντοτινά.
Άσπρη γαλάζια....

Δέσπω Σουλιώτισσα που αντιστάθηκες


ΣΕ ΚΑΤΑΠΑΤΗΣΑΝ στις μαύρες σκέψεις του Αλή,
Ω ΕΛΛΑΔΑ για μια σημαία τότε ανατινάχθηκες
Σε καταπάτησαν μικρή πατρίδα μου κι ούτε το σκέφτηκες πολύ.
σου στέρησαν το φως και τη χαρά Δε χορταίνω να βλέπω τον ήλιο
θα ‘ρθει όμως κάποια μέρα χρυσή που το φως του σκορπάει στην πλάση, Άσπρη γαλάζια....
που ο ήλιος θε να βγει ξανά δε χορταίνω να βλέπω τους κάμπους,
τότε θε να στήσουμ' όλοι χορό τα βουνά, τις πλαγιές και τα δάση.
χορό της λευτεριάς. ΥΜΝΟΣ ΣΤΗΝ ΣΗΜΑΙΑ

Θα σε λατρεύω εγώ μικρή πατρίδα μου Δε χορταίνω να βλέπω ακρογιάλια Κάτω από τον ίσκιο σου κλαδιά
θα σ’ έχω στην καρδιά μου φυλαχτό. δάφνης πάντα βγαίνουνε κι ανθούνε
Μην αργείς πια τα παιδιά σου ξανά και πανώρια νησιά στην αράδα,
δεν χορταίνω να βλέπω εσένα, κι από τις πτυχές σου ξεπετιούνται
στην αγκάλη σου να σφίξεις θερμά δόξα ηρωική και λευτεριά.
τότε οι χαμένες πατρίδες θα ‘βρουν ω Ελλάδα, Ελλάδα, Ελλάδα.
κοντά σου λευτεριά. Θέλω στη γαλάζια σου ομορφιά
Ω Ελλάδα που τόσο μαγεύεις
με τις νίκες ηρώων παιδιών σου, να ‘βρω της ψυχής μου κάθε πόθο
Παρηγοριά θα ‘βρουν μικρή πατρίδα μου θέλω το χρυσό όνειρο να κλώθω (δις)
τα τόσα σκλαβωμένα σου παιδιά με την τόσο γλυκιά σου πορεία
έχεις πλάσει τρανή ιστορία. που ‘χω για την άγια μας Σοφιά.
που κοντά σου θε να γυρίσουν ξανά
σήκω ολόρθη κι η σημαία ψηλά Κι αν σε τόπους πάλι μακρινούς
ας στηθεί για σε κοντάρι γερό την αγνή σου ιδώ την ομορφάδα
κοντάρι λευτεριάς. Της ωραίας μας Μακεδονίας
δε χορταίνω να βλέπω τα κάλλη κι από τη ψυχή μου την Ελλάδα
κι ό,τι άλλο ακόμα Ελλάδα θα μας φέρεις κύμα κι ουρανό.
έχεις μεσ'στη θερμή σου αγκάλη.
Θέλω στη γαλάζια σου ομορφιά...
ΣΕ ΦΥΛΑΚΙΣΑΝ
Πώς ποθώ μιαν ολόχρυση μέρα
Σε φυλάκισαν, γαλανούλα μου, που και τ' άλλα, Ελλάδα, παιδιά σου,
σε παγίδεψαν μέσα σε κλουβί. λευτεριάς θα χαρούνε αέρα,
Σε κλειδώσανε πήραν το κλειδί στη γλυκεία και θερμή αγκαλιά σου.
και λαβώθηκες μυριάκριβη.
Που κρατάς πιο ψηλότερα απ’ όλους
Ποιος με το τραγούδι, ποιος με το σπαθί του Χριστού μας την άγια δάδα,
όλοι να ‘βγούμε στους δρόμους που ’χεις πλάσει της δάφνης κλωνάρια,
πάλι γαλανούλα, πάλι γαλανόξανθη ω Ελλάδα, γλυκιά μας Ελλάδα.
θα σε πάρουμε στους ώμους.
5
Γυναίκες Ηπειρώτισσες ξαφνιάσματα… Πάει ο ήλιος, πάει κι . . .

28η ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΗΣ ΛΕΥΤΕΡΙΑΣ ΠΑΙΔΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ

Θα το πω για να το μάθει ο ντουνιάς Μες στους δρόμους τριγυρνάνε


το τραγούδι της λεβέντικης γενιάς οι μανάδες και κοιτάνε ν’ αντικρίσουνε
ΒΑΖΕΙ Ο ΝΤΟΥΤΣΕ ΤΗ ΣΤΟΛΗ ΤΟΥ που θα το φέρει ο αγέρας τα παιδιά τους π’ ορκιστήκαν
με το καημό της λευτεριάς. στο σταθμό σαν χωριστήκαν να
Ώωχ! Βάζει ο Ντούτσε τη στολή του νικήσουνε
και τη σκούφια τη ψηλή του (μ’ όλα τα Το τραγούδι της τρανής παλικαριάς μα για κείνους που ‘χουν φύγει
φτερά). (2) που το λέει στα κορφοβούνια ο βοριάς και η δόξα τους τυλίγει ας χαιρόμαστε
Και μια νύχτα με φεγγάρι και το αντιλαλούν οι λόγγοι πέρα κει στο και ποτέ καμιά ας μην κλάψει
την Ελλάδα πάει να πάρει, (βρε το Μεσολόγγι κάθε πόνο της ας κάψει κι ας ευχόμαστε:
φουκαρά). (2) και από το Σούλι ως το Χάνι της
Γραβιάς. Παιδιά της Ελλάδος παιδιά
Ώωχ! Τον τσολιά μας τον λεβέντη που σκληρά πολεμάτε πάνω στα βουνά
βρίσκει στα βουνά Ω! Ελλάδα είναι απ’ το Θεό σταλμένη. παιδιά στη γλυκιά Παναγιά
Και ταράζει τον αφέντη τον μακαρονά. Ω! Ελλάδα μας ποτέ δεν πεθαίνει. προσευχόμαστε όλες να ‘ρθετε ξανά.
Αχ! Τσιάνο, θα τρελαθώ Τσιάνο,
με τους τσολιάδες ποιος μου είπε να τα Το τραγούδι που οι στροφές του οι Λέω σ’ όσες αγαπούνε
βάνω; παλιές και για κάποιον ξενυχτούνε και
φτάνουν μέχρι τις ψηλές αητοφωλιές, στενάζουνε
Ώωχ! Ξεκινάει την άλλη μέρα κι έτσι οι αετοί μαθαίναν πολεμώντας πως η πίκρα κι η τρεμούλα
μα και πάλι ακούει αέρα (από τον πως πεθαίναν παλλλικάρια σε μια τίμια Ελληνοπούλα δεν
τσολιά). (2) σε βουνά κι ακρογιάλια. ταιριάζουνε.
Δρόμο παίρνει και δρομάκι Ελληνίδες του Ζαλόγγου και της πόλης
και πηδάει το ποταμάκι, (ξέρει τη Το τραγούδι που μ΄ αθάνατη πνοή και του λόγγου και Πλακιώτισσες
δουλειά). (2) που το λέγαν σαν γλεντούσαν κι οι θεοί όσο κι αν πικρά πονούμε υπερήφανα
που τη νίκη ενός αγώνα ας πούμε σαν Σουλιώτισσες:
Ώωχ! Στέλνει ο νέος Ναπολέων πέρα κει στο Μαραθώνα
μεραρχίες πειναλέων (στο βουνό ψηλά). διηγείται να ζηλεύουν οι λαοί. Παιδιά της Ελλάδος......
(2)
Για να βρουν το διάβολό τους Ω! Ελλάδα μας η χιλιοδοξασμένη. Με της νίκης τα κλαδιά,
κι ο στρατός μας αιχμαλώτους (τσούρμο Ω! Ελλάδα μας η τόσο αδιαπρέπη. σας προσμένουμε παιδιά!
κουβαλά). (2) Ω! Ελλάδα μας ………

Ώωχ! Και οι Κένταυροι οι καημένοι βρε τι


τρομερό ΣΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ ΒΓΑΙΝΕΙ Ο ΙΤΑΛΟΣ
νηστικοί ξελιγωμένοι πέφτουν στο νερό. ΠΗΡΑΜΕ ΤΟ ΑΡΓΥΡΟΚΑΣΤΡΟ
“Αχ ! Γκράτσι, να μη σε δω Γκράτσι , Στον πόλεμο βγαίνει ο ιταλός
γιατί σε κάρβουνα αναμμένα έχω και ο τσολιάς του λέει: Τραλαλα
κάτσει”. «Έβγα Μουσολίνι, Ποτάμι τρέχει ο λαός
βρε με φουστάνι του Κουρούπλη, στους στολισμένους δρόμους
Ώωχ! Τρέχουν σαν τρελοί στους γιατί δεν βγαίνεις κατά δω στα μάτια του οργή και φως,
βράχους κι έχω μια όρεξη - ωρέ-να σε δω». ανάπηροι στους ώμους. (2)
κι από μας κι απ’ τους συμμάχους
(τρώνε τη κλωτσά). (2) Και εκεί ‘σα παν’΄σα παν’ στη Κορυτσά Πήραμε το Αργυρόκαστρο (και πάμε) (3)
Και χωρίς πολλές κουβέντες λεν τα παιδιά μας ούλα: παραπέρα, τύραννοι δε γλιτώνετε
μπήκαν Έλληνες λεβέντες (μες την «Έλα παρά δω-ωρέ-για να σε δω κι εγώ «Αέρα». (3)
Κορυτσά). (2) γιατί δε βγαίνεις ωρέ να σε δω
ωρέ-γιατί μας κάνεις το λαγό;» Τραλαλα
Ώωχ! Μέσα στ’ Αργυρόκαστρο εμπήκε
το χακί Καίει ο ήλιος καίει, καίει μανάρα μ’ καεί Η μάνα κλαίει στη γωνιά
και σημαία κυματίζει τώρα ελληνική. και αυτοί μιλαν’ για χιόνια κι η κόρη στο μπαλκόνι
Αχ! Τσιάνο, θα τρελαθώ τσιάνο λάσπες και βροχές ωρέ το δίκιο για τη λευτεριά
γιατί σε λίγο και τα Τίρανα τα χάνω. λάσπες και βροχές. σαν πέλαγος φουσκώνει. (δις)
Και πάθαν οι καημένοι μεγάλη συμφορά.
Κι η Ρώμη περιμένει κι αυτή με τη σειρά. Τον πόλεμο τι, μουρ’ τι τον ήθελες Πήραμε το Αργυρόκαστρο
Ώωχ! και σε περιγελούν οι άντρες σε ιδούνε.
Παράτα την – μωρ’ την παλικαριά
τα τανκς και τα κανόνια δεν είναι ΠΟΛΕΜΟΥΝ ΣΤΗΝ ΑΛΒΑΝΙΑ
ΗΠΕΙΡΩΤΙΣΣΕΣ μακαρόνια.
Πολεμούν στην Αλβανία
Γυναίκες Ηπειρώτισσες Που είσαι -μωρέ- Μπενίτο κρυμμένος όλοι για τη λευτεριά,
μέσα στα χιόνα πάνε στη σπηλιά ωρέ κατέβα παρακάτω η Ελλάς η αιωνία
κι οβίδες κουβαλάνε.. «φοβάμαι τον τσολιά ωρέ φοβάται τον δεν θα ζήση στη σκλαβιά.
Θεέ μου τι τις πότισες και δεν τσολιά».
αγκομαχάνε. Όλους τώρα μας ενώνει
η σημαία μας παιδιά
Γυναίκες Ηπειρώτισσες Ο ΕΦΕΔΡΟΣ ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΣ την Ελλάδα στεφανώνει
ξαφνιάσματα της φύσης πάλι η δόξα η παλιά.
εχθρέ γιατί δεν ρώτησες Τι γυρεύεις στ’ αρβα-αρβανικά βουνά,
ποιον πας να κατακτήσεις. μονάκριβε νησιώτη και λαβωμένο Δόξα στην Ελλάδα ,
Γιαννιώτισσες Σουλιώτισσες κλαίει το δειλινό. (δις) δόξα στα αθάνατα παιδιά
ξαφνιάσματα της φύσης που δόσαν τη ζωή τους
εχθρέ γιατί δεν ρώτησες Πάει ο ήλιος, πάει κι η Αμοργός για την ελευθεριά.
ποιον πας να κατακτήσεις. στα μάτια του νυχτώνει
κι ο έφεδρος ανθυπολοχαγός Η πατρίδα στα όπλα μας κράζει
Γυναίκες απ’ τα σύνορα κοιμάται μες το χιόνι. όλοι εμπρός με γενναία καρδιά.
κόρες γριές κυράδες Καλλίτερα μιας ώρας ελεύθερη ζωή
φωτιά μες τους βοριάδες.. Τα χρόνια σου καπνός-καπνός παρά σαράντα χρόνια σκλαβιά και
Εσείς θα είστε σίγουρα τα παιδικά ανάσα η εφηβεία φυλακή.
της λευτεριάς μανάδες. στον τοίχο ματωμένα ιδανικά (δις)
μεταλλικά και βραβεία. (δις)
6

25η ΜΑΡΤΙΟΥ
ΑΚΡΑ ΤΟΥ ΤΑΦΟΥ ΣΙΩΠΗ ΕΧΕ ΓΕΙΑ ΚΑΗΜΕΝΕ ΚΟΣΜΕ
ΤΗ ΥΠΕΡΜΆΧΩ
Άκρα του τάφου σιωπή ΄Εχε γεια καημένε κόσμε
Τη Υπερμάχω Στρατηγώ τα νικητήρια, στον κάμπο βασιλεύει. έχε γεια γλυκειάζωή
Λαλεί πουλί παίρνει σπυρί και συ δύστυχη πατρίδα
ως λυτρωθείσα των δεινών
κι η μάνα το ζηλεύει. έχε γεια παντοτινή
ευχαριστήρια αναγράφω Σοι η πόλις Σου
Θεοτόκε Τα μάτια η πείνα εμαύρισε Έχετε γεια βρυσούλες,
στα μάτια η μάνα μνέει. λόγγοι,βουνά,ραχούλες
Αλλ' ως έχουσα το κράτος
Στέκει ο Σουλιώτης ο καλός έχετε γεια βρυσούλες
απροσμάχητον, εκ παντοίων με κινδύνων και σεις Σουλιωτοπούλες.
παράμερα και κλαίει.
ελευθέρωσον, ίνα κράζω Σοι, χαίρε
Νύμφη ανύμφευτε. Έρμο τουφέκι σκοτεινό Στη στεριά δεν ζει το ψάρι
τι σ’ έχω εγώ στο χέρι ούτ’ ανθός στην αμμουδιά
οπού συ μου ‘γινες βαρύ κι οι Σουλιώτισσες δεν ζούνε
κι ο Αγαρηνός το ξέρει. δίχως την ελευθεριά.

Οπού συ μου ‘γινες βαρύ Έχετε γεια βρυσούλες…


ΑΓΙΑ ΜΕΡΑ ΞΗΜΕΡΩΝΕΙ κι ο Αγαρηνός το ξέρει.
ΟΙ Σουλιώτισσες δε μάθαν
για να ζούνε μοναχά
Άγια μέρα ξημερώνει ξέρουν πως και να πεθαίνουν
κι η μικρή καρδιά μου, πως σκιρτά (2) ΒΛΑΧΑ
να μη στέργουν στη σκλαβιά.
πως καμαρώνει μέσα μου βαθιά.
Μια βλα-μωρέ μια βλάχα Δερβενιώτισσα
(2) Έχετε γεια βρυσούλες…
Λευτεριά φυσάει αγέρι και ψηλά
που κυματίζει η γαλάζια μας σημαία Μια βλάχα Δερβενιώτισσα μια
Δερβενιωτοπούλα Σαν να παν σε πανηγύρι
δόξα αθάνατη θυμίζει. σ’ανθισμένη πασχαλιά
Τρα, λα, λα, λα, λα . . . . .
μες στον Άδη κατεβαίνουν
Άγια μέρα ξημερώνει με τραγούδια, με χαρά.
και στο νου μου πάλι, ξαναζούν (2) Αγνά-μωρέ αγνάντευε τα Δέρβενα (2)
Αγώνες νίκες ναυμαχίες του Κανάρη. Αγνάντευε τα Δέρβενα του Μάνταλου
τον πύργο Έχετε γεια βρυσούλες…
Ξαναλέει το αρματολίκι Τρα, λα, λα, λα, λα
κι η λεβεντρα κλεφτουριά
Μεσολόγγι , Σούλι, Κιάφα, Οπό-μωρέ οπό 'χουν μαζευτεί πολλοί
Αλαμάνα και Γραβιά. (2) (2)
Οπό 'χουν μαζευτεί πολλοί όλο
Άγια μέρα ξημερώνει καπεταναίοι
κι ως μ’ ευλάβεια γονατίζω, Τρα, λα, λα, λα, λα......
του αγνώστου (2) ήρωα το μνήμα
με δαφνόλαδα στολίζω. (2) Φτιάχτε-μωρέ φτιάχτε ταμπούρια κει
ψηλά (2)
Γιατί πιο καλά το ξέρω Φτιάχτε ταμπούρια κει ψηλά
η γλυκειά μας λευτεριά και βάλτε καραούλια.
Τρα, λα, λα, λα, λα....... Ο ΡΑΓΙΑΣ
απ’ τα κοκάλα βγαλμένη
των Ελλήνων τα ιερά. (2)
Να πα-μωρέ να πάρτε την Τροπολιτσά Να ‘μουν πουλί να πέταγα
(2) αχ να ‘μουν χελιδόνι
να πάρτε την Τροπολιτσά να πάω του σκλάβου άνοιξη
ΔΙΠΛΗ ΓΙΟΡΤΗ να του διαβούν οι πόνοι.
και τ' άρματα των Τούρκων.
Χαρείτε αδέλφια τη μεγάλη μας γιορτή. Τρα, λα, λα, λα, λα.....
Ξύπνα καημένε μου ραγιά
Είν’ η γιορτή της πίστης και της ξύπνα να ιδείς ελευθεριά.
λευτεριάς,
που προμηνά τον ερχομό του Λυτρωτή Διψούν οι κάμποι για νερό
(δις) ΘΟΥΡΙΟΣ
και τα βουνά για χιόνια
και των προγόνων διαλαλεί την αρετή. διψούνε και για λευτεριά
Ως πότέ παλικάρια
θά ζούμε στα στενά οι σκλάβοι τόσα χρόνια.
Αυτή τη μέρα λάμπει ο ήλιος πιο γλυκά
το χαίρε ψάλλουν τα ουράνια προς τη γη μονάχοι σα λιοντάρια
στις ράχες, τα βουνά Ξύπνα καημένε......
κι αντιλαλούνε τα βουνά τα Ελληνικά
(δις) Ραγιά καημένε μου ραγιά
και στις ψυχές ξυπνούν την πίστη που Καλύτερα μιας ώρας
ελεύθερη ζωή για σήκω το κεφάλι
νικά. τη δόξα που 'χες μια φορά
παρά σαράντα χρόνια
σκλαβιά και φυλακή. απόχτησέ την πάλι.
Ανθούν οι κάμποι, κελαηδούνε τα
πουλιά. Ξύπνα καημένε......
Ψυχές ηρώων ξεκινούν από ψηλά Σπηλιές να κατοικούμε
κι ολόγυρα μας φτερουγάνε με χαρά να βλέπουμε κλαδιά,
να φεύγουμ' απ' τον κόσμο Κοιμούμαι μ’ ένα όνειρο
(δις) ξυπνώ με μιαν ελπίδα
και τραγουδούν μαζί μας χαίρε λευτεριά. για την πικρή σκλαβιά.
να δω και ‘γω μια μέρα φως
Καλύτερα μιας ώρας... κι ελεύθερη πατρίδα.
Χαρήτ’ αδέλφια την τρανή διπλή γιορτή.
Υμνολογήστε τον Ουράνιο Λυτρωτή Ξύπνα καημένε....
κι αγωνιστείτε μανιασμένοι, δυνατοί (δις) Να χάνουμε αδέλφια,
για μια Ελλάδα φωτεινή, Χριστιανική. πατρίδα και γονείς,
τους φίλους τα παιδιά μας Σαν ένα γλυκοχάραμα
κι όλους τους, συγγενείς" ροδίζει ολόγυρά μου
ξανοίγω την ελευθεριά
και κλαίω απ’ τη χαρά μου.
7
Ξύπνα καημένε
ΜΕΣΟΛΟΓΓΙ ΠΗΔΑΕΙ Η ΦΩΤΙΑ
Η ΤΟΥΡΚΑ
Πίσω απ’ τις ντάπιες και τα κάστρα του Πηδάει η φωτιά κι οι σούβλες έτοιμες,
Τρα λα λα λα.... κρατάει το Μεσολόγγι. κι αυτός ολόρθος στέκει.
Κάτω στον κα λέει κάτω στον κα Χιλιάδες ματωμένα φλάμπουρα Πεθαίνει αρνούμενος το θάνατο
κάτω στον κάμπο τον πλατύ. άνδρες, γυναίκες και παιδιά. κι λευτεριά φωνάζει.
Γύρισε μ’ κάτω στα μπεζεστένια
Ρούσα μ’ με μαλλιά πλεγμένα. Και τραγουδούν την λευτεριά, Ελευθεριά για σένα χάνομαι
στα πέρατα του κόσμου. (δις) μα θα ‘ρθουν πίσω μ’ άλλοι.
Τούρκα δέρνει λέει Τούρκα δέρνει, Κορίτσια του Μεσολογγίου, Στρατοί ‘ν’ οι γιοι μου
Τούρκα δέρνει τη σκλάβα της. τ’ ηρωικά κορμιά τους και τ’ αγγόνια μου
Γυιέ μ’ τη δέρνει τη μαλώνει ραντίστε τα με τριαντάφυλλο νερό. (δις)[ θα σ’ ελευθερώσουν. (2)
και βαριά τη βαλαντώνει.
Λίγοι είμαστε κι αλίμονο της γης
Δείρε με Τούρκα -λέει- δείρε με ΜΗΤΕΡΑ ΜΕΓΑΛΟΨΥΧΗ αν ξοφληθεί η γενιά μας.
δείρε με και μάλωσέ με Στρατοί ‘ν’ οι γιοι μου
και βαριά βαλάντωσέ με. Μητέρα μεγαλόψυχη, και τ’ αγγόνια μου
στον πόνο και στη δόξα. θα σ’ ελευθερώσουν. (2)
Το βράδυ να -λέει- ’ρθη ο αφέντης μου Κι αν στο κρυφό μυστήριο,
λέει κι αν δεν το μαρτυρήσω ζουν πάντα τα παιδιά σου μην κλαις κυρά
όρκο κάνω να μη ζήσω. με λογισμό και μ’ όνειρο κι εγώ θ’ αναστηθώ
τι χάρη έχουν τα μάτια. και θα σ’ αρπάξω πάλαι
Το τι είδες σκλάβα τι θα πεις θα σπω τις αλυσίδες της σκλαβιάς
-λέει- το τι θα μαρτυρήσεις Τα μάτια τούτα να σ’ ιδούν, αυτά τα δυο τα κάστρα.
π’ όρκο κάνεις να μη ζήσης. μες το πανέρμο δάσος.
Που ξάφνου σου τριγύρισε,
Το τι είδαν τα ματάκια μου τα αθάνατα ποδάρια. ΣΑΡΆΝΤΑ ΠΑΛΛΗΚΆΡΙΑ
το τι ακούσανε τ’ αυτιά μου Κύττα με φύλλα της Λαμπρής
όλα θα τα ειπώ κυρά μου. με φύλλα του Βαιώνε, Σαράντα παλληκάρια
το θεϊκό σου πάτημα από την Λεβαδειά
δεν άκουσα δεν είδα. πάνε για να πατήσουν
μωρ, την Τριπολιτσά.
ΚΛΕΦΤΙΚΗ ΖΩΗ Ατάραχη σαν ουρανός,
μ’ όλα τα κάλλη πώχει. Αέρας τα φυσάει
Μαύρη μωρέ,πικρή ’ν η ζωή Που μέρη τόσα φαίνονται τα πλατανόφυλλα
που κάνουμε (δις) και μέρη ΄ναι κρυμμένα. Θεός να τα φυλάει
εμείς οι μαύροι κλέφτες. (δις) Αλλά θεά δεν ημπορώ τα ελληνόπουλα.
ν’ ακούσω τη φωνή σου.
Με φο-μωρέ με φόβο τρώμε το ψωμί Αλλά θεά δεν ημπορώ Στο δρόμο που πηγαίνανε
(δις) ν’ ακούσω τη φωνή σου γέροντα μωρ’ γέροντα απαντούν
με φόβο τρώμε το ψωμί κι ευθύς εγώ τ’ Ελληνικού -“ώρα καλή σου γέρο”
με φόβο περπατούμε. (δις) κόσμου να τη χαρίσω, -“καλώς τα, καλώς τα παιδιά”
δόξα ‘χ η μαύρη πέτρα του
Ποτέ, μωρέ, ποτέ μας δεν αλλάζουμε και το ξερό χορτάρι. -“Που πάτε παλληκάρια που πάτε βρε
(δις) που πάτε ωρές παιδιά”
ποτέ μας δεν αλλάζουμε Μητέρα μεγαλόψυχη, -“πάμε για να πατήσουμε την Τροπό,
και δεν ασπροφορούμε. (δις) στον πόνο και στη δόξα. μωρ’ την Τροπολιτσά”

Όλη, μωρέ, όλη τη μέρα πόλεμο (δις) Αέρας τα φυσάει…


όλη τη μέρα πόλεμο Ο ΧΟΡΟΣ ΤΟΥ ΖΑΛΟΓΓΟΥ
το βράδυ καραούλι. (δις)
Έχε γεια καημένε κόσμε
Κοντά μωρέ, κοντά στα ξημερώματα έχε γεια γλυκιά ζωή ΣΤΑ ΤΡΙΚΟΡΦΑ
(δις) και συ δύστυχη πατρίδα
κοντά στα ξημερώματα έχε γεια παντοτινή. Στα τρίκορφα, μες στην κορφή
γυρίζω να πλαγιάσω (δις). Κολοκοτρώνης πολεμεί.
Έχετε γεια βρυσούλες
Το χέ-μωρέ, το χέρι μου προσκέφαλο λόγγοι βουνά ραχούλες Μες στα τρίκορφα στη ράχη
(δις) έχετε γεια βρυσούλες πάει το αίμα σαν αυλάκι.
το χέρι μου προσκέφαλο και ‘σεις Σουλιωτοπούλες
και το σπαθί μου στρώμα (δις). Κολοκοτρώνης φώναξε
Στη στεριά δεν ζει το ψάρι κι όλος ο κόσμος τρόμαξε.
Και το μωρέ,και το ντουφέκι μου ούτε ανθός στην αμμουδιά
αγκαλιά(δις) κι οι Σουλιώτισσες δεν ζούνε Του Νικηταρά φωνάζει
και το ντουφέκι μου αγκαλιά δίχως την ελευθερία. τους εχθρούς μας όλους σκιάζει.
σαν το παιδί η μάνα (δις).
Έχετε γεια βρυσούλες.... Που ’σαι μωρέ Νικηταρά
που ‘χουν τα πόδια σου φτερά.
Οι Σουλιώτισσες δεν ‘μαθαν
ΛΕΧΟΒΟ για να ζούνε μονάχα Μες στους κάμπους πως κοιμάσαι
ξέρουνε για να πεθαίνουν και τ’ αγρίμια δε φοβάσαι.
Πουλάκι πήγε κι έκατσε να μην στέργουν την σκλαβιά.
στο Λέχοβο στη ράχη Στα τρίκορφα, μες στην κορφή
κι ούτε λαλούσε σαν πουλί. Έχετε γεια βρυσούλες... Κολοκοτρώνης πολεμεί.

Μοιρολογούσε κι έλεγε Σαν να παν σε πανηγύρι


μ’ ανθρώπινη κουβέντα σ’ ανθισμένη πασχαλιά
“καλά ‘σουν Λούκαμ’ στα βουνά” μέσ’ τον Άδη κατεβαίνουν
με τραγούδια και χαρά.
Καλά ‘σουν Λούκαμ’
στα βουνά και στα καστανοχώρια Έχετε γεια βρυσούλες...
αμάν τι γύρευες, τι χάλευες.
8

ΤΑ ΚΛΕΦΤΟΠΟΥΛΑ TΣΑΜΙΚΟΣ

Μάνα μου τα κλεφτόπουλα Κάτω στου βάλτου τα χωριά,


τρώνε και τραγουδάνε, Ξηρόμερο και Άγραφα,
άιντε πίνουν και γλεντάνε. και στα πέντε Βιλαέτια,
φάτε, πιέτε μωρ’ αδέρφια.
Μα ένα μικρό κλεφτόπουλο,
δεν τρώει δεν τραγουδάει Εκεί ν’ οι κλέφτες οι πολλοί,
βάϊ δεν πίνει, δεν γλεντάει. όλοι ντυμένοι στο φλουρί,
κάθονται και τρων’ και πίνουν,
Μόν’ τ’ άρματα του κοίταζε, και την Άρτα φοβερίζουν.
του τουφεκιού του λέει,
γεια σου Κίτσο μου λεβέντη. Πιάνουν και γράφουν μια γραφή,
βρίζουν τα γένια του Κατή,
Πόσες φορές με γλίτωσες, γράφουν και στο Κομπότι,
απ’ των εχθρών τα χέρια, προσκυνούν και το Δεσπότη.
κι απ’ των Τούρκων τα μαχαίρια.
Συλλογιστείτε το καλά,
Κι αν με γλιτώσεις, κι άλλη μια γιατί καίμε τα χωριά,
εγώ θα σ' ασημώσω γρήγορα, τ’ αρματολίκι
στον εχθρό δεν θα σε δώσω. γιατί ερχόμαστε σα λύκοι.

Και τώρα με παράτησες,


σαν την καλαμιά στον κάμπο, ΤΣΑΜΙΚΟΣ
και δεν ξέρω τι να κάνω.
Στα κακοτράχαλα τα βουνά
Τουφέκι μου περήφανο, με το σουραύλι και το ζουρνά
σπαθί ξεγυμνωμένο, πάνω στην πέτρα την αγιασμένη
γεια χαρά σου το καημένο. χορεύουν τώρα τρεις αντρειωμένοι.
Ο Νικηταράς κι ο Διγενής
ο γιος της Άννας της Κομνηνής.
ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΟΥ ΜΩΡΙΑ
Δική τους είναι μια φλούδα γη
Ένα τραγούδι θα σας πω για το λεβέντη μα εσύ Χριστέ μου τους ευλογείς
τον ασπρομάλλη μας τον γέρο του για να γλιτώσουν αυτή τη φλούδα
Μοριά απ’ το τσακάλι και την αρκούδα.
και βάλτε αδέλφια μου για να στηθεί το Δες πως χορεύει ο Νικηταράς
γλέντι αηδόνι γίνεται ο ταμπουράς.
Τριπολιτσιώτικο κρασί και ψησταριά.
Από την Ήπειρο στο Μοριά
Στήσε χορό ξενιτεμένε Μοραΐτη κι απ’ το σκοτάδι στη λευτεριά.
απόψε ας παίξουνε λαγούτα και βιολιά Το πανηγύρι κρατάει χρόνια
και πες πως γύρισες στο πατρικό σου στα μαρμαρένια του χάρου αλώνια.
σπίτι Κριτής κι αφέντης είν’ ο Θεός
και πως σε πήρανε οι γέροι σου και δραγουμάνος του ο λαός.
αγκαλιά.

Γεια και χαρά σας Μοραΐτες αδερφοί


και ‘σείς κοπέλες γεια σας. ΤΟ ΦΛΑΜΠΟΥΡΟ
Τη λευτεριά η Ελλάδα μας
χρωστάει στη λεβεντιά σας. Είσαι το φλάμπουρο πού ‘χει μεράκι του
την έννοια για τη λευτεριά,
Τώρα που αίμα αδελφικό το χώμα σ’ έχει ο Κολοκοτρώνης μπαϊράκι του
ιδρώνει και ο καπετάνιος Ζαχαριάς.
κι η Ελλάδα πνίγει την Ελλάδα στα
βουνά Άσπρη γαλάζια σωστή ξαστεριά
έβγα απ’ τον τάφο Θοδωρή σαν τ’ ουρανού το χρώμα.
Κολοκοτρώνη Ξέρεις στ’ αλήθεια να κάνεις θεριά
κι αδέρφια κάνε όλους τους Έλληνες και τους δειλούς ακόμη. (δις)
ξανά.
Τι πατριώτες και τι πατριώτισσες
Τα όμορφα χρόνια τα παλιά να θύματα πέσανε σωρό,
ξαναζήσουν για μια σημαία σήραν οι Σουλιώτισσες
και απ’ του Ταΰγετου την πιο ψηλή τον τελευταίο τους χορό.
κορφή
των πρόγονών μας οι σκιές χορό να Άσπρη γαλάζια....
στήσουν
και να τους λέει τ’ αγέρι ετούτη τη Δέσπω Σουλιώτισσα που αντιστάθηκες
στροφή. στις μαύρες σκέψεις του Αλή,
για μια σημαία τότε ανατινάχθηκες
Γεια και χαρά σας Μοραΐτες αδερφοί κι ούτε το σκέφτηκες πολύ.
που η μάνα αν δε σας γέννα
ούτ’ Άγια Λαύρα θα’ χαμε
Άσπρη γαλάζια....
ούτε Εικοσιένα.
9
ΒΟΡΕΙΟ ΗΠΕΙΡΟ
ΒΟΡΕΙΟΣ ΗΠΕΙΡΟΣ
ΒΟΡΕΙΟΗΠΕΙΡΩΤΙΣΣΑ ΜΑΝΑ
Στη Βόρειο Ήπειρο τη σκλαβωμένη
της αθεΐας φυσάει ο βοριάς Είχα πέντε γιους,
εδώ βουβάθηκαν τ’ αηδόνια, τους δύο μου τους έφαγε ο πόλεμος
καμπάνες δεν ακούς πια εκκλησιάς. τον ένα μου τον πέθαναν στις φυλακές
γιατί ήταν χριστιανός
Έλα κι εσύ λοιπόν, κι οι άλλοι δύο χάθηκαν
δώσε το χέρι σε νέο λόχο ιερό αν ζουν ή αν πέθαναν δεν ξέρω.
μες από δάφνες χρυσανατέλλει Πέντε χαμένους κι ούτε ένα μνήμα
καινούργιο έπος ηρωικό. κι ούτε ένα καντήλι.
Ξένε κλαις: Γιατί κλαις:
Εκεί αδελφή στα χέρια των τυράννων
πανώρια κόρη στα νύχια της σκλαβιάς Κοίταξε απέναντι, ξεχωρίζει ένας
κρατάτ’ αδέλφια μας κρατάτε σταυρός,
και θ’ ανατείλει ήλιος λευτεριάς. τον έστησε η μάνα μας η Ελλάδα
να μην ξεχάσουμε, για να ελπίζουμε.
Έλα κι εσύ λοιπόν..... Εδώ περνώ τις ώρες μου, στέκομαι και
μονολογώ
Θα ‘ρθουν καιροί ευτυχισμένοι, περνούν οι άπιστοι και θαρρούνε
θα σμίξουν τότε δάκρυα χαράς, πως με πήρε το παράπονο
θα ζούμε τότε όλοι αδελφωμένοι πως κάτι μου ‘φταιξε και κλαίω.
στην αγκαλιά της μάνας Εκκλησιάς. Δέομαι για όλους, για τα παιδιά και για
λόγου τους.
Έλα κι εσύ λοιπόν.... Ξένε κλαις: Γιατί κλαις:

Η Ιστορία μας ξέμεινε στα χέρια του


ΠΑΝΑΡΧΑΙΑ ΧΩΡΑ κόσμου
ατελείωτη και θλιβερή.
Πανάρχαια χώρα, Ελληνική λεβεντογέννα, Μα όχι στα χέρια του Θεού
που ζεις μέσα στην μαύρη σκοτεινιά, εκεί τα βάσανά μας θα ‘βρουν τέλος.
ξύπνησε τώρα με πνοή του Εικοσιένα, Ξένε μην μας ξεχνάς.
να σε φωτίσει πάλι η Λευτεριά.

Στα χώματά σου και παντού σε κάθε βήμα, ΔΕΝ ΤΗΝ ΞΕΧΝΟΥΜΕ
θωρείς κι ένα σημάδι Ελληνικό,
πατείς εκεί και κάποιου ήρωα το μνήμα, Δεν την ξεχνούμε (δις)
κι ακούς ένα τραγούδι μυστικό. την Βόρειο Ήπειρο την Ελληνική
και όσο θα ζούμε θα προσπαθούμε
Έλληνες ενωμένοι αγωνιστείτε, να γίνει ελεύθερη κι αυτή. (δις)
τη Βόρειο Ήπειρο μη λησμονείτε,
οι αιώνες της σκλαβιάς τη βασανίζουν, Βουβές καμπάνες, σβησμένες δάδες
μα την ψυχή της δεν λυγίζουν. (δις) ερειπωμένες, αδειανές εκκλησιές,
λίγο ακόμα κι έφτασ’ η ώρα
Τη Βόρειο Ήπειρο αλυσόδετη στην φρίκη, δύστυχη σκλαβιά πια μην κλαις. (δις)
μακριά μας τυραννούν οι Αλβανοί,
μα θα συντρίψει τα δεσμά της πάλι η Νίκη Δέξου Χριστέ μας τις προσευχές μας,
δαφνοστεφανωμένη φωτεινή. το αίμα έγινε πια ποταμός
βοήθησε μας, οδήγησέ μας
Κι η δοξασμένη Γαλανόλευκη Σημαία, της νίκης χάρισε μας φως. (δις)
της Λευτεριάς χαμόγελο γλυκό,
θα κυματίζει στη Χιμάρα την γενναία Ποθεί η καρδιά μας τα λάβαρα μας
και στ’ Αργυρόκαστρο το Θρυλικό. στο Τεπελένι, Πρεμετή. Κορυτσά,
Άγιους Σαράντα και στη Χειμάρα
Έλληνες ενωμένοι... κει να στηθούν παντοτινά. (δις)

ΜΙΚΡΟ ΠΑΙΔΙ

Μικρό παιδί απ’ την Αυλώνα


ποιον καρτερούν το δειλινό
στη φυλακή ειν’ ο πατέρας
γιατί είχε πάνω του Σταυρό. (2)

Μικρό παιδί του Αργυροκάστρου


τα βράδια γιατί να σιγοκλαίς
ειν’ ο πατέρας μου εξορία
γιατί ‘πε ότι έιμαστε Έλληνες.

Της Κορυτσάς μικρό αγόρι


τ’ απόβραδο ποιον καρτεράς
είναι ο πατέρας μου εξορία
ειν’ ο πατέρας μου φυγάς.
10
Ε.Ο.Κ.Α.
ΚΥΠΡΟΣ
Βάρκα θέλω ν’ αρματώσω (δις)
ΒΙΡΒΙΝ ΚΥΠΡΟΣ με σαρά- ρια, ρια, ρο με σαράντα δυο κουπιά.
Και στην Κύπρο ν’ ανταμώσω (δις)
Εσ έ- βερεβέν ενά βαραβά-στρόμ Χρόνια και χρόνια λαχταράς της ΕΟ-, ρια, ρια, ρο της ΕΟΚΑ τα
τσέ βερεβέ μιτσίν Κύπρο την ώρα της χαράς παιδιά. (δις)
μέ στούς βουρουβούς πού κοντά μας θά σέ φέρη Για να φέρουμε στην Κύπρο (δις)
επτά βαραβά πλανή-βιριβί-τες της ελευθέριας αγέρι· ένωση ρια, ρια, ρο ένωση και λευτεριά.
για-βαραβουλουβουρούα μου.
Τριά αλα-λα-λα. Κύπρο μου όμορφο νησί
έχεις ψυχή Ελληνική ΤΕΣΣΕΡΑ ΤΖΑΙ ΤΕΣΣΕΡΑ
Τσε μά-βαραβα-γεψε-βερεβε- την καί μοσχοβολούν Ελλάδα
θάλασσα τά βουνά σου τά λαγκάδια (6ίς) Τέσσερα τζαι τέσσερα γίνουνται οκτώ
και σή-βιριβι-κωσε-βερεβεν αέρα τεσσέρα παλικάρια πασί στον πόλεμο.
Κύπρο μου έρχεται στιγμή
πού ό καθένας καρτερεί Στο δρόμο που πηαίνασι μα επηνάσασι
45 ΛΕΜΟΝΙΕΣ νά γιορτάση πέρα ως πέρα τζαι κάτσασιιν να φάσιν, μα εδιψάσασι.
την μεγάλη την ήμερα. (δις)
45 λεμονιές μάνα μου μανούλα μου,
στην άμμο φυτεμένες τριαλαλαλα..... Μέ την 'Ελλάδα την γλυκειά Γυρεύουν να βρουν βρύση, απάνω στο
θάσαι μαζί πάντοτεινά βουνόν
Σκαλίζοντες, ποτίζοντες, θάσαι μέσ' τήν αγκαλιά της τζαι βρίσκουν έναν λάκον των εκατό
μάνα μου μανούλα μου, σαν καί τ'άλλα τά παιδιά της. ( δ ί ς ) ορκών.
μα πάντα μαραμένες τριαλαλαλα.....
Ερίξαν το λαχνίν τους πκοιος εν’ να
Και ψες τη νύχτα χιόνισε ΧΡΟΝΙΑ ΚΑΙ ΧΡΟΝΙΑ κατεβεί
μάνα μου μανούλα μου, τζαι έπεσεν η μοίρα στο πκιο μικρόν
και τα πουλιά μαρκώσαν τριαλαλαλα... Χρόνια και χρόνια λαχταράς παιδίν. (δις)
Κύπρο την ώρα της χαράς
που κοντά μας θα σε φέρει Και τότες τα αδέρκια του τον
ΤΑ ΚΥΠΡΙΩΤΟΠΟΥΛΑ της Ελευθεριάς τ’ αγέρι. σφιχτοδέσασι
μες στο ερημολάκιν τον κατεβάσασι.
Της Λαύρας ξάναψ’ η φωτιά Κύπρο μου, όμορφο νησί
- γεια σας Κυπριωτόπουλα - έχεις ψυχή Ελληνική Εβκαλτε με αδέρκια μου, γιατί είδα το
Με το ίδιο γιαταγάνι και μοσχοβολούν Ελλάδα νερόν
στην Τουρκιά χουμίξτε πάλι. τα βουνά σου, τα λαγκάδια. τζι είναι πικρόν τζαι μαύρον, μα τζαι
Γιαταγάνι, γιαταγάνι (δις) φαρματσερόν. (δις)
στην Τουρκιά χουμίξτε πάλι.
Οσό να τονε βκάλουσι, να τον
Γιαταγάνι βρε παιδιά τραβήσουσι
- γεια σας Κυπριωτόπουλα- Κ’ ΕΦΕΤΟΣ οι όφεις τζαι τα φίδκια τομ μισιφάσασι.
γιαταγάνι βρε παιδιά
απ’ τα χρόνια τα παλιά. Κ’ εφέτος δεν ανθίσανε Να πείτε της μανούλας μου, τα μαύρα
της πασχαλιάς τα φύλλα. να ντυθεί
Του ‘21 η κλεφτουριά Κ’ εφέτος δεν ακούστηκαν γιατί το γιο της τομ μιτσίν, δεν θα τον
- γεια σας Κυπριωτόπουλα - τραγούδια στις ραχούλες. ξαναδεί. (δις)
Πως περνούν μωρέ τα χρόνια Κ’ εφέτος δε γελάσανε
του Κολοκοτρώνη εγγόνια. στις βρύσες οι μανούλες,
Ιδια χρόνια, δόξας χρόνια (δις) μονάχα ακούς τους στεναγμούς ΕΙΝΑΙ ΕΝΑΣ ΚΑΜΠΟΣ
του Νικηταρά εγγόνια. αυτών που περιμένουν. ΠΟΡΤΟΚΑΛΙΑ

Ίδια χρόνια βρε παιδιά Κ’ εφέτος δεν ανθίσανε τα φύλλα, Είν’ ένας κάμπος πορτοκάλια, όι-όι μάνα μ’
- γεια σας Κυπριωτόπουλα- κ’ εφέτος δεν ακούστηκε η εκκλησιά που πέρα ως πέρα απλώνετ’ η ελιά.
Ίδια χρόνια βρε παιδιά μόνο πολυβόλου ανατριχίλα Γύρω χρυσίζουν τα’ ακρογιάλια όι-όι
απ’ τα χρόνια τα παλιά. μες στην αξημέρωτη νυχτιά. (δις) μάνα μ’
Ίδια χρόνια βρε παιδιά και σε θαμπώνει η αντηλιά.
και στην Κύπρο λευτεριά. Μας πλήγωσαν, μας πρόδωσαν,
μας πήραν τη φωνή μας Παναγιά μου, Παναγιά μου,
κι απόμεινε η θλίψη μας και τ’ όνειρο παρηγόρα την καρδιά μου. (2)
ΚΥΠΡΟΣ μαβί
και σα ρωτάει ανέμελο το μαύρο το παιδί Στον τόπο αυτό όταν θα πάτε όι-όι μάνα μ’
Κύπρος, πάντα αντιστάθηκες μας, σκηνές αν δείτε, θα δείτε στη σειρά.
σε κάθε κατακτητή, σκουπίζουμε το δάκρυ μας Δε θα ‘ναι κάμπινγκ για τουρίστες όι-όι
με αυτοθυσία κράτησες και μένουμε βουβοί. μάνα μ’
την ελληνική ψυχή. θα ‘ναι μονάχα προσφυγιά.
Κ’ εφέτος...
Πόσοι βάρβαροι σε πάτησαν, Παναγιά μου . . . . . .
σε βασάνισαν σκληρά Ενότητα, αδέλφια μας, και πίστη στο
και τα χώματά σου πότισαν Θεό μας. Κι αν δείτε σπίτια γκρεμισμένα όι-όι μάνα μ’
αίματα μαρτυρικά. Μ’ αυτές τις ρίζες κράτησαν δε θα ‘ναι απ’ άλλες εποχές.
αιώνια οι πρόγονοί μας. Από ‘να πόλεμο θα ‘ν’ καμένα όι-όι μάνα μ’
Σε χωρίσανε στα δυο, Και θ’ ανατείλει λευτεριά
διώξαν ό,τι ελληνικό, στο ελληνικό νησί μας, θα ‘ναι τα μύρια χαλάσματα του χτες.
Μόρφου, Αμμόχωστος, Κερύνεια στη Μόρφου, στην Κερύνεια μας,
λιώνουν κάτω απ’ το ζυγό. στον Πενταδάκτυλό μας. Παναγιά μου . . . . . .

Πανέμορφη γαλάζια θάλασσα, Κ’ εφέτος... Κι αν δείτε γη φρεσκοσκαμμένη όι-όι μάνα μ’


καταπράσινα περήφανα βουνά, δε θα ‘ναι κάμπος καρπερός.
μνημεία αρχαία, εκκλησίες, χωριά Σταυροί θα είναι φυτεμένοι όι-όι μάνα μ’
ζουν προσμένοντας να ’ρθει η λευτεριά. που τους σαπίζει ο καιρός.

Πανέμορφη γαλάζια θάλασσα… Παναγιά μου . . . . . .


11
ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ
ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΞΑΚΟΥΣΤΗ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ.

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Ο ΒΑΣΙΛΗΑΣ Μακεδονία ξακουστή Η Ινδία κι αυτή


του Αλεξάνδρου η χώρα. (δις) τ’ όνομά σου τραγούδάει
Αλέξανδρους βρε αμάν αμάν Που έδιωξες τους βάρβαρους κι η Αλεξάνδρεια σου στέλνει
Αλέξανδρους ο βασιλιάς. κι ελεύθερη είσαι τώρα. (δις) της Αιγύπτου ωδή
Αλέξης αντρειωμένους κι ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ.
μικροΚωνσταντίνος. (δις) Ήσουν και θα ‘σαι ελληνική
Ελλήνων το καμάρι. (δις) Σάριζα ορθή κι ασπίδα
Μαζί έτρουγαν κι αμάν αμάν μαζί Κι εμείς τα ελληνόπουλα πάντα γερή στέκει
έτρουγαν μαζί έπιναν. σου πλέκουμε στεφάνι. (δις) είν'ο λαός σου αυτός που
Αλέξης αντρειωμένους μαζί μόνος πιστός μένει.
χαροκοπιούνταν. (δις) Το διαμαντένιο στέμμα σου,
για βάλε στο κεφάλι, Ευλόγησε Θεέ μου των Ελλήνων τούτη
Ακούν λαλιά βρε αμάν αμάν ακούν λαλιά για να φανεί η δόξα σου, τη γη!
απ’ το Θιό Μακεδονία πάλι. Χαίρε του Παύλου δάδα συ της
Αλέξης αντρειωμένους λαλιά από τα Οι Mακεδόνες δεν μπορούν Ευρώπης αύρα
ουράνια. (δις) να ζούνε σκλαβωμένοι. (δις) συ το αλάτι των λαών!
Όλα και αν τα χάσανε Χαίρε μαρτύρων χώμα συ των Ελλήνων
Θα πάρει ο Του- βρε αμάν αμάν θα η λευτεριά τους μένει. (δις) χώρα
πάρει ο Τούρκος το ψωμί Χαίρε τη γη σου προσκυνώ!
Αλέξης αντρειωμένους θα πάρει και την Μακεδονόπουλα μικρά
πόλη. (δις χορέψτε και χαρείτε. (δις) Του Κυρίλλου η μορφή
Προτού κι εσείς στα βάσανα του Μεθόδιου η λύρα
του κόσμου τούτου μπείτε. (δις) και δίνεις φώτα στους Σλάβους
δίνεις πνεύμα, ζωή.
Μ Α Κ Ε Δ Ο Ν Ι Α.
ΜΑΚΕΔΌΝΕΣ
Ορθοδόξων πηγή
των μαρτύρων η πατρίδα
Μακεδόνες της πατρίδας μας ΜΑΝΑ ΤΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ποτίζεις μ’ αίμα το αίμα
ακοίμητοι φρουροί στη μικρή σου τη γη.
τού μυριάχτηδού της άστρου οι ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ
δημιουργοί φωτισμένοι εσείς δάσκαλοι Στή Μακεδονία του παλιού καιρού
και γενναίοι στρατηγοί Δρόμος μακρύς και στον
γνώρισα τή μάνα τού Αλέξανδρου,
ηλιοκαμμένοι αγρότες καί θαλασσινοί. ώμο ο Σταυρός μένει
μου 'στησε κουβέντα στίς έξοχες
είν’ ο λαός σου αυτός που
κι έκανε νυχτέρια μέ μάγισσες.
Σέ πολέμους κάι σέ ειρήνη μόνος πιστός μένει.
ανδρειωμένοι μαχητές Αχ Μακεδονία χιλιόμορφη,
στους σκληρούς κι αγνούς αγώνες Ευλόγησε Θεέ μου.......
γιατί κλαις καί λκόνεις σάν τό κερί
πάντα νικητές "Εχω γιο μονάκριβο ή καψερή
στην καρδιά κρατήστε άσβηστο Δόλια σιγη και του βαρβάρου η οργη
κι έχει φύγει γιά την Ανατολή
σάν φάρο κι οδηγό να σε αρπάξει και πάλι καρτερει.
της λατρευτής Μακεδονίας μας τό φώς. Μα όσο θα ζω το Θεό προσκυνώ
Τόν προσμένουν κίνδυνοι καί φωτιές,
να ’σαι ορθή στων βαρβάρων την ορμή
λόγια ανθρώπων μαύρα καί συμφορές,
μοναχός τ' αντέχει καί τά περνά
τελειωμό δέν έχουν τά βάσανα.
ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ Δες ακρίτες βουνά
αγναντεύουνε του Αιγαίου
Στή Μακεδονία τού παλιού καιρού
Ηρωισμός κι αγιοσύνη την αντρειωμένη του
γνώρισα τή μάνα του Αλέξανδρου
φώτισε κάθε σου γωνιά τη φοβερή του θωριά.
στό φεγγάρι ψάχνει γιά μάγισσες
και τα παιδιά σου τ’ αναθρέψαν ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ
στ' όνειρό της φέρνει τους "Ελληνες.
η πίστη και η λευτεριά.
Τα ποτάμια μ’ ορμή
Του έλληνα η πρώτη μάνα. κατεβαίνοντας τα κάστρα
σου φέρνουν πίσω στη μνήμη
Του Μέγα Αλέξανδρου η κυρά των πολέμων ιαχή.
του Παύλου συ γλυκιά καμπάνα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ
του Αιτωλού η λαλιά. Σάριζα ορθή......
ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ
Κι αν έρθουνε βοριάδες χίλιοι Ευλόγησε Θεέ......
Τούτη την ώρα σε βροχή και σε μπόρα
κι ορμήσουνε πάνω σου θεριά τ’ Αλεξάνδρου τη χώρα τραγουδώ
Μακεδονία μου Ελλάδα (δις) τούτη την ώρα στ’ Αλεξάνδρου τη χώρα
θα ’σαι για πάντα αληθινά. με παιάνες αρχίζουνε χορό.
Κι όσοι πολλοί σε αγαπούνε Τ’ Αλεξάνδρου η φωνή
κι όση δική σου ειν’ η γενιά στην Ευρώπη αντιλαλάει
θα υψώσουμε καρδιά και σώμα και φτάνει πέρα ως πέρα
στης Ασίας τη γη
στου επιβολέα τα πυρά.

Ποτέ ποτέ να μην πατήσει


εχθρός το χώμα το ιερό.
Ποτέ ποτέ να μην συλλήψει
εχθρός τον Άγιο Θησαυρό.
12
ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ

Δεν θα τη πάρουνε ποτέ


τη γη των Μακεδόνων
τη χώρα την Ελληνική
το χάρμα των αιώνων
τη γη που η Ελλάδα μας
την είχε για καμάρι
δε θα πατήσει τύραννος
εχθρός δε θα τη πάρει!

Για την Μακεδονία μας,


Ελλάδα μας γενναία
σκληρά θα πολεμήσουμε
τον κάθε επιδρομέα.
Στρατός, φτερά και ναυτικό
κρατάν γερά τη λόγχη,
για ν’ απαντήσουν στον εχθρό το τρίτο
μέγα “O X I” !

Τη χώρα των προγόνων μας


κανείς δε θα τη πάρει
γιατί είναι πάντα ελληνική
της μάνας της καμάρι.
Δεν θα πατήσουνε ποτέ
το χώμα που αιώνες
πότισαν για την Λευτεριά
με αίμα οι Μακεδόνες!

Για την Μακεδονία μας.....

ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ

Μακεδονία ξακουστή, ελληνική,


λεβεντογέννα, φωτεινή, ηρωική,
αντιλαλούν βουνά και κάμποι στα χωριά,
μιλούν για αγώνες, περηφάνια, λευτεριά.

Μέσα στους τάφους των παιδιών σου


απ’ τα χρόνια τα παλιά
και στις εικόνες των ναών
Βυζαντινά ψηφιδωτά.

Χτυπάει πάντα κι αναδεύει


της Ελλάς η καρδιά
κι οι μνήμες γίνονται ζωή
και στη δική μας τη γενιά.

Βουλγαροκτόνος, Μεγαλέξανδρος,
Φωκάς,
Άγιος Δημήτρης, Κύριλλος, Παύλος
Μελάς,
στέκουν ψηλά, σαν ήρωες βυζαντινοί
και μαρτυρούν μια γη αιώνια Ελληνική.

Χτυπάει πάντα κι αναδεύει…….

Μακεδονία ξακουστή, ελληνική……..


13
ΑΛΗΣΜΟΝΗΤΕΣ ΠΑΤΡΙΔΕΣ
ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ ΕΓΙΑ ΜΟΛΑ ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΣΣΑ

Λε σημαίνει λε σημαίνει ο Θος Έγια μόλα, έγια-λέσα, φύσηξε Βοριά Σέρνει το βήμα ο λογισμός και ταξιδεύει
σημαίνει ο Θος σημαίν’ η γη. σπρώξε κύμα το καράβι, βοήθα πίσω στης Ιωνίας τη μητέρα γη.
Σημαίνει ο Θος σημαίν’ η γη Παναγιά, Του πελάγου οι φωνές πλημμυρίζουν τις θύμησες
σημαίνουν τα επουράνια (δις). στο ‘μορφο νησί να πάμε, γυρνά και ανασαίνει της μνήμης την πνοή.
Έγια-μόλα, γεια. (δις)
Λε σημαι λε σημαίνει κι η Μαύρο φορά μαντήλι, το πένθος της κρατεί,
σημαίνει κι η Αγιά – Σοφιά. Για να πάρουμε του δράκου τα χρυσά της Μικρασίας μάνα, τα\ Ομήρου εγγονή.
Σημαίνει κι η Αγιά – Σοφιά κλειδιά (δις) Και ο βουβός λυγμός της, τροπάρι στο Θεό,
το μέγα μοναστήρι (δις) Έγια-μόλα, γεια. (δις) σύμβολο της θυσίας, του πόνου θυμιατό
Του Αιγαίου ο αγέρας χαϊδεύει τις παρειές,
Λε με τε λε με τετρακό Να καθήσουμε τη σκλάβα πάλι στο λιγοθυμιά σκορπάει στις νηφούσες καρδιές.
με τετρακόσια σήμαντρα. θρονί Κι εκείνη όλο ελπίζει κι όλο μονολογεί,
Με τετρακόσια σήμαντρα να την προσκυνήσ’ ο κόσμος Ρήγισσα της Μικρασίας κόρη, στη γη της να ταφεί.
κι εξήντα δυό καμπάνες (δις). τρανή. (δις)
Έγια-μόλα, γεια (δις) Στο βλέμμα της συγνώμη, στο ύφος αρχοντιά.
Λε φωνή λε φωνή ακού Της προσφυγιάς ο δρόμος ορφάνια, σκοτεινά….
φωνή ακούστει εξ ουρανού. Εξόριστη απ’ τη γη της, στον κήπο γιασεμιά
Φωνή ακούστει εξ ουρανού κι η δάφνη να προσμένει την ίδια την κυρά.
ΕΧΕ ΓΕΙΑ ΠΑΝΑΓΙΑ
κι απ’ αρχαγγέλου στόμα (δις).
Η πόρτα η σκαλισμένη, που παίζαν τα παιδιά,
Στο Γαλατά ψιλή βροχή
Λε παψι λε πάψιτι το των σοκακιών η στράτα την είδε στα λευκά.
και στα Ταταύλα μπόρα
πάψιτι το Χερουβικό. Της εκκλησίας σημάδι καμπάνα η βουβή
βασίλισσα των κοριτσιών
Πάψιτι το Χερουβικό μα πιο πικρή η λήθη, του Ελληνισμού η σιωπή.
είναι η μαυροφόρα. (2)
κι ας χαμηλώσουν τ’ άγια (δις).
Έχε γεια, Παναγιά,
Λε γιατί λε γιατί ’νι θε
τα μιλήσαμε,
γιατί ’νι θέλημα Θεού. ΤΑ ΕΥΖΩΝΑΚΙΑ
όνειρο ήτανε
Γιατί ’νι θέλημα Θεού
τα λησμονήσαμε.
η Πόλη να τουρκέψει (δις). Στην Αγιά Σοφιά αγνάντια
βλέπω τα ευζωνάκια (δις)
Γεντί-Κουλέ και Θαραπιά,
τα ευζωνάκια τα καημένα
Ταταύλα και Νιχώρι,
ΒΑΡΚΟΥΛΑ ΑΠΟΨΕ στους πολέμους μαυρισμένα.
αυτά τα τέσσερα χωριά
Κλέφτικο χορό χορεύουν
’μορφαίνουνε την Πόλη. (2)
Βαρκούλα απόψε στ’ όνειρο και στ’ αντίπερα αγναντεύουν.
θα ‘ρθει για να με πάρει Έχε γεια, Παναγιά…….
βαρκούλα ζωγραφιά Κι αγναντεύοντας την Πόλη
κι ίσια στην Πόλη θα με πάει τραγουδούν και λένε: (δις)
Στο Γαλατά θα πιώ κρασί
του Αγίου Νικόλα η χάρη τούτοι είν’ οι χρυσοί της θόλοι
στο Πέρα θα μεθύσω
για την Αγιά Σοφιά. (δις) αχ! κατακαημένη Πόλη.
και μέσα στην Αγια Σοφιά
Να η μεγάλη εκκλησιά μας
θα πάω να προσκυνήσω. (2)
Σημαίνει ο Θεός, σημαίνει η γη πάλι θα γενή δικιά μας.
παρηγοριά στον σκλάβο Έχε γεια, Παναγιά,...
γιαλέσα με κουπιά Στην κυρά την Δέσποινά μας
να φτάσουμε στην Ανάσταση πες να μη λυπάται (δις)
Η ΚΟΚΚΙΝΗ ΜΗΛΙΑ στις εικόνες να μην κλαίνε
να μπω να μεταλάβω
κι ας ξεψυχήσω πια. (δις) τα ευζωνάκια μας το λένε. (δις)
"Εστειλα δυό πουλιά, στην κόκκινη μηλιά
πού λένε τά γραμμένα. Κι ο παπάς που είναι κρυμμένος
Να φτάσω στο Χερουβικό
Τό 'να λαβώθηκε, τ' άλλο σκοτώθηκε μέσα στ’ άγιο βήμα (δις)
που ατέλειωτο έχει μείνει
δέν γύρισε κανένα. τα ευζωνάκια δεν θ’ αργήσει
και να λειτουργηθώ.
Απόψε ο ύπνος μου βαθύς, να βγει να τα κοινωνήσει.
Γιά τόν μαρμαρωμένο Βασιληά Και σε λίγο βγαίνουν τ’ άγια
πολύ βαθύς ας γίνει
ούτε φωνή, ούτε λαλιά μέσα σε μυρτιές και βάγια. (4)
γλυκά να κοιμηθώ. (δις)’
τόν τραγουδάει όμως στά παιδιά
σάν παραμύθι ή γιαγιά.
ΔΩΔΕΚΑ ΕΥΖΩΝΑΚΙΑ "Εστειλα δυό πουλιά, στην κόκκινη
μηλιά,
Δώδεκα ευζωνάκια δυό πετροχελιδόνια.
τ’ απεφασίσανε, Μά έκεΐ έμείνανε, κι όνειρα γίνανε
στην Πόλη για να πάνε Παναγιά μου καί δακρυσμένα χρόνια.
να πολεμήσουνε. (δις)

Στο δρόμο που πηγαίναν,


στη μαύρη θάλασσα, Η ΣΜΥΡΝΗ ΚΑΙΓΕΤΑΙ
μαύρη φουρτούνα πιάνει Παναγιά μου,
σχίζονται τα πανιά. (δις) Η Σμύρνη μάνα καίγεται,
καίγεται καί τό βιός μας'
Δεν κλαίω το καράβι, ό πόνος μας δέν λέγεται,
δεν κλαίω τα πανιά, δέν γράφεται ό καημός μας.
κλαίω τον καπετάνιο Παναγιά μου,
τα δώδεκα παιδιά. (δις) Ρωμιοσύνη,Ρωμιοσύνη δέν θά
ησυχάσεις πιά
Βοήθα Παναγιά μου, ένα χρόνο ζεΐς εΙρήνη καί τριάντα στή
για να γλιτώσουνε, φωτιά.
κι’ όσα καντήλια έχεις Παναγιά μου,
θα στ’ ασημώσουμε. (δις) Ή Σμύρνη μάνα χάνεται, τά όνειρα μας
πάνε στά πλοία όποιος πιάνεται
και οι φίλοι τόν χτυπάνε.

Ρωμιοσύνη,Ρωμιοσύνη…
14
ΣΤΟ ΠΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΞΑΝΑΛΕΩ ΨΑΡΟΠΟΥΛΑ ΓΙΑΡΕΜ - ΠΑΡΕΜ

Στο πα και στό ξαναλέω Ξεκινάει μια ψαροπούλα Με βασιλικό γιαρέμ - γιαρέμ και δυόσμο
στο γυαλό μην κατεβείς (2) απ’ το γιαλό, (δις) στόλισε ο Θεός γιαρέμ - γιαρέμ
Κι ο γυαλός κάνει φουρτούνα ξεκινάει μια ψαροπούλα τον κόσμο
και σε πάρει και χαθεις(2) απ’ την Ύδρα τη μικρούλα μου 'ρθε συννεφιά γιαρέμ – γιαρέμ
και πηγαίνει για σφουγγάρια, και μπόρα
Κι αν με πάρει πού με πάει απ’ το γιαλό, όλο γιαλό. κι έπεσε κακό γιαρέμ γιαρέμ στη χώρα.
κάτω ατά βαθειά νερά (2)
Κάνω το κορμί μου βάρκα Έχει μέσα παλικάρια απ’ το γιαλό, (δις) Τώρα το παιδί γιαρέμ γιαρέμ μονάχο
τα χεράκια μου κουπιά, έχει μέσα παλικάρια μοιάζει με πουλί γιαρέμ γιαρέμ
το μαντήλι μου πανάκι, που βουτάνε για σφουγγάρια, σε βράχο
μπαινοβγαίνω ατά νησιά. γιούσες κι όμορφα κοράλλια, τέτοιο ξαφνικό Χριστέ, Χριστέ,
απ’ το γιαλό, όλο γιαλό. Χριστέ μου
Στό πα και στο ξαναλέω να μην ξαναδώ ποτέ-ποτέ-ποτέ μου.
μή μου γράφεις γράμματα (2) Έχει Συμειακούς, Καλύμνιους, απ’ το
Γιατί γράμματα δεν ξέρω γιαλό Με της ομορφιάς γιαρέμ γιαρέμ τον ήλιο
και μέ πιάνουν κλάματα. έχει Υδραίους και Σπετσιώτες, σου 'χτισα κι εγώ γιαρέμ γιαρέμ βασίλειο
Αιγινήτες και Ποριώτες, μά 'ρθανε καιροί γιαρέμ γιαρέμ
που ’ναι όλοι παλικάρια, και χρόνοι
απ’ το γιαλό, όλο γιαλό. κι έγινε καπνός γιαρέμ γιαρέμ
και σκόνη.
ΤΖΙΒΑΕΡΙ Γεια χαρά σας παλικάρια και στο καλό
(δις) Κι έμεινε η καρδιά γιαρέμ γιαρέμ μονάχη
Η ξενιτιά το χαίρεται, τζιβαέρι μου, γεια χαρά σας παλικάρια σαν της ερημιάς γιαρέμ γιαρέμ το στάχυ
το μοσχολούλουδό μου, να μας φέρετε σφουγγάρια, τέτοια συμφορά Χριστέ, Χριστέ,
σιγανά, σιγανά, σιγανά και ταπεινά. γιούσες και μαργαριτάρια, Χριστέ μου
απ’ το γιαλό, όλο γιαλό. να μην ξαναδώ ποτέ ποτέ ποτέ μου.
Αχ αναθεμα σε ξενιτιά, τζιβαέρι μου,
εσύ και το καλό σου, Με του φεγγαριού γιαρέμ γιαρέμ
σιγανά, σιγανά, σιγανά και ταπεινά. τ1 αγιάζι
ΑΝΑΜΕΣΑ ΤΣΙΡΙΓΟ τ' όνειρο χαρές γιαρέμ γιαρέμ μοιράζει
Μου πήρες το παιδάκι μου, τζιβαέρι μου, μα στην ξαστεριά γιαρέμ γιαρέμ
και το ‘κανες δικό σου, Ανάμεσα Τσιρίγο και σε καβό Μαληά της μέρας
σιγανά, σιγανά, σιγανά και ταπεινά. καράβι κινδυνεύει Παναγιά μου γίνεται φτερό γιαρέμ γιαρέμ κι αγέρας.
σιγανά, σιγανά, σιγανά παντοτεινά μ’ όλη τη συντροφιά. (δις)
Τώρα στου ματιού γιαρέμ γιαρέμ γιαρέμ
Γυρίζει τριγυρίζει λιμάνι για να βρει (δις) την άκρη
τα κύματα το σπρώχνουν Παναγιά μου θάλασσα κυλάει γιαρέμ γιαρέμ το δάκρυ
ΤΣΑΡΚΑ ΜΕ ΤΟ ΤΡΕΧΑΝΤΗΡΙ ν’ αράξει δεν μπορεί. (δις) τι να πω κι εγώ Χριστέ, Χριστέ,
Χριστέ μου
Τσάρκα με το τρεχαντήρι να σε παω σου Βοήθα Παναγιά μου για να γλιτώσουνε που με ένα μικρό πουλί ,πουλί,
‘ταξα, (δις) πουλί τ’ ανέμου.
απ’ την Μύκονο στην Τήνο κι απ’ τη κι όσα καντήλια έχεις Παναγιά μου
Πάρο στην Αξιά. θα στ’ ασημώσουμε. (δις) Με βασιλικό γιαρέμ - γιαρέμ και δυόσμο
στόλισε ο Θεός γιαρέμ - γιαρέμ
Απ΄ τη Σέριφο στη Σίφνο κι απ’ την Δε κλαίω το καράβι ούτε και σιρμαγιά τον κόσμο
Άνδρο ως (δις)
τη Τζια, απ’ την Κίμωλο στη Μήλο μόν’ κλαίω τα καημένα
κι απ’ τη Σύροστα Θερμιά. που τα ’χω διαλεχτά. (δις)
Απ’ την Αμοργό στη Θύρα κι απ΄ τη ΜΗΛΟ ΜΟΥ ΚΟΚΚΙΝΟ
Σίκινο
στη Νιο θα σε κάνω καπετάνιο και πουλί ΜΕΣ ΤΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ Μήλο μου κόκκινο ρόϊδο βαμμένο (δις)
θαλασσινό. γιατί μι μάρανες τον πικραμένο. (δις)
Μες του Αιγαίου πρόλαβε να δεις
Απ’ την Αίγινα στην Ύδρα, Πόρο και στα μες του Αιγαίου Αιγαίου τα νησιά, Πααίνω κι έρχομαι και δε σε βρίσκω, (δις)
Μέθανα και στις όμορφες στις Σπέτσες Α, μες του Αιγαίου τα νησιά βρίσκω την πόρτα σου μανταλωμένη.
μια βραδιά κι ας πέθαινα. αγγέλοι φτερουγίζουν. (δις)

Τσάρκα με το τρεχαντήρι να σε πάω σου Και μέσα στιο φτε- βοήθα Παναγιά μου, Τα παραθύρια σου φεγγοβολάνε (δις)
’ταξα, και μέσα στο φτε στο φτερούγισμα, ρωτάω το μάνταλο που είναι η κυρά σου.
απ’ τη Σέριφο στον Πόρο πίσω και στον Α και μέσα στο φτερούγισμα, (δις)
Πειραιά. τριαντάφυλλα σκορπίζουν.
Κυρά μ’ δεν είν’ εδώ πάει στη βρύση,(δις)
Αιγαίο μου γαλήνε βόηθα Παναγιά μου πάει να πιει νερό και να γιομίσει. (δις
Αιγαίο μου γαλήνε αχ γαλήνεψε.
Α, Αιγαίο μου γαλήνεψε
τα γαλανά νερά σου.
Ο ΑMΑΡΑΝΤΟΣ
Να ‘ρθουνε τα παι – πρόβαλε να δεις,
Για ιδέστε τον Αμάραντο, να ‘ρθουνε τα παι τα παιδάκια σου,
σε τι βουνά φυτρώνει. Α, να ‘ρθουνε τα παιδάκια σου,
Φυτρώνει μες στα δύσβατα, στα ποθητά νησιά σου.
στις πέτρες, στα λιθάρια.
Ποτέ του δεν ποτίζεται Ροδόσταμο να- πρόβαλ’ άστρι μου,
και δεν κορφολογιέται. ροδόσταμο να αχ να γίνουνε
Τον τρων τα ελάφια, δεν ψοφούν, Α, ροδόσταμο να γίνουνε
τ’ αγρίμια κι ημερεύουν. Αιγαίο τα νερά σου.
Να τον ‘τρωγε κι η μάνα,
ποτέ να μην πεθάνει.
15
ΠΕΝΤΟΖΑΛΗΣ

Μες του Μαγιού τις μυρωδιές,


στα κόκκινα κεράσια,
για ιδέστε πως χορεύουνε
της Κρήτης τα κοράσια.
Με περηφάνια αληθινή,
σεμνά και τιμημένα
χορεύουνε της Κρήτης μας
τα τέκνα τ’ ανδρειωμένα.

Κοίταξε, Κρήτη, το χορό


που ‘μαθαν τα παιδιά σου
που ξέραν οι προγόνοι σου,
για να χαρεί η καρδιά σου.
Κοίταξε χάρη κι ομορφιά,
τιμή, λεβεντοσύνη
οπού ‘χει τούτος ο χορός
και τις χαρές που δίνει.

Άλλο χορό δεν ρέγομαι


από τον Πεντοζάλη
που πάει δύο ζάλα μπρος
και δύο γέρνει πάλι.
Οι εθνικοί μας οι χοροί
έχουν τιμή και χάρη
και χάρη είναι στην κοπελιά,
η τιμή στο παλικάρι.

Μες του Μαγιού.....

ΓΕΙΑ ΣΟΥ ΧΑΡΑ ΣΟΥ ΒΕΝΕΤΙΑ

Γεια σου χαρά σου Βενετία


πήρα τους δρόμους του νοτιά
κι από το κατάρτι το ψιλό τα
ον άνεμο παρακαλώ.

Φύσα αεράκι φύσα με


μη χαμηλώνεις ίσαμε
να δω γαλάζια εκκλησιά
Τσιρίγο και Μονεμβασιά.

Γεια σου χαρά σου Βενετία


βγήκα σε θάλασσα πλατιά
και τραγουδώ στην κουπαστή
σ’ ολο τον κόσμο ν' ακουστεί

Φύσα αεράκι φύσα με


μη χαμηλώνεις ίσαμε
να δω στην Κρήτη μια κορφή
πού'χω μανούλα κι αδελφή.

You might also like