Professional Documents
Culture Documents
Ένα μικρό αραπάκι βρίσκει μια γυναίκα Απ’ το να μάτι είναι στραβή
την παντρεύεται και κάνει αραπάκια δέκα. κι απ’ τ’ άλλο δε με βλέπει,
ντε γαϊδούρα ντε. ΚΙΝΕΖΟΣ
Ντε (3), ντε γαϊδούρα ντε!
Στην Κίνα μια φορά κι έναν καιρό
ΔΥΟ ΜΑΘΗΤΑΚΙΑ ζούσε ο Τσιγκαράκατσίκιτσο.
Απ’ το να αυτί είναι κουφή
κι απ’ τ’ άλλο δεν ακούει, Είχε ένα σώμα δυο πήχες μακρουλό
Δυο μαθητάκια προχωρούν και κάθε πόδι του ήταν σαν αυγό.
ντε γαϊδούρα ντε.
μες το δάσος τραγουδούν.
Ντε (3), ντε γαϊδούρα ντε!
Τσίγκαρακατσίκι τσόγκολο
Παίζουν -παίζουν ρουμπάτσελόρουμ παράραραραρα
Απ’ το να πόδι είναι κουτσή
-βιολελέττο (δις) ότο ότο ούτι ούτι ούτιγκα
κι απ’ τ’ άλλο δεν πατάει,
βιο-βιο-βιο-βιολελέττο ούτιγκα ούτιγκα τίγκα τίγκα.
ντε γαϊδούρα ντε.
βιο-βιο-βιο-βιολελό
Ντε (3), ντε γαϊδούρα ντε!
(-πιανελέττο… Όταν στο δρόμο ήθελε να βγει
-κλαρινέρττο… τον κουβαλούσαν στη πλάτη δυο κοντοί
Στην ανηφόρα δεν μπορεί
-ταμπουρέττο κι ο Τσίγκαράκα δεν είχε πια δουλειά
στην κατηφόρα πέφτει,
-κιθαρέττο) και τότε γελούσε δυνατά χα,χα.
ντε γαϊδούρα ντε.
Ντε (3), ντε γαϊδούρα ντε!
που πάτε, που πάτε Τσίγκαρακατσίκι........
χαρούμενα τόσο πρωί
Όποιος τη βρει να τη χαρεί,
είμαστε μαθητές και πάμε εκδρομή.
τα ξύλα να μου φέρει.
ντε γαϊδούρα ντε.
ΙΣΠΑΝΙΑ
Ντε (3), ντε γαϊδούρα ντε!
ΣΤΗΝ ΕΞΟΧΗ Μακρυά στην Ισπανία –ολέ!
έχει ψηλά βουνά
Στην έξοχη δεν πρέπει να κοιμάσαι, και θάλασσα πλατειά
πρωί - πρωί στο πόδι πρέπει να’ σαι και ήλιο λαμπερό
με τη δροσιά τα μούτρα σου να πλένεις έχει κρασί καλό
πλάτσα πλουτσα στά νερά κιθάρες τραγουδούν
τρά λάλα λα λα (δίς). και ταυρομάχοι ορμούν.
Όταν πας να κάνεις σκι Στραβός βελόνα γύρευε όλα-ολα Χαρωπά τα δυο μου χέρια τα χτυπώ
μέσα σ'ένα αχυρώνα Μια και είμαι εγώ παιδί ξέρω πάντα να
πάνω στα ψηλά βουνά βατκτσιτσελο βατσικτσο γελώ,
ξάφνουνα σου ένας σκιέρ κι ένας κουφός του έλεγε όλα-ολα χαρωπά τα δυο μου χέρια τα χτυπώ.
σου χαλάει τη δουλειά. τήνάκουσα πού έβροντα
βατκτσιτσελο- βατσικτσο. …δάχτυλα
Γιο λαλά κυρία, …γόνατα
γιο λαλά κουκού, Κουτσός στον κάμπο έτρεχε όλα-ολα …πόδια
γιο λαλά κυρία, γιο. νά πιάση καβαλλάρη …θε να γελάσω δυνατά
βατκτσιτσελο βατσικτσο
. . . ξάφνου να σου μια αρκούδα . . . κι ένας μουγγός του έλεγε όλα-ολα
. . . ξάφνου μια χιονοστιβάδα . . . ποΰπας βρε παληκάρι ΤΟ ΓΑΤΙ ΤΗΣ ΑΓΝΗΣ
. . . ξάφνου να σου ένας σκύλος . . . βατκτσιτσελο- βατσικτσο
. . . ξάφνου να σου ένα τραίνο . . .
Το γατί βιντι,βιντι, βι
. . . ξάφνου ένα ασθενοφόρο . . . Όψύλλος εγονάτησε όλα-ολα της Αγνής -ΙΙ-
. . . ξάφνου να σου δυο φίλοι . . γκαμήλα νά φόρτωση έχει ουρά -ΙΙ-
βατκτσιτσελο βατσικτσο τόση δα -ΙΙ-
κι ο γκαμηλιέρης φώναζε όλα-ολα μια ουρά -ΙΙ-
θά τήν κοψομεσιάσης φουντωτή -ΙΙ-
βατκτσιτσελο- βατσικτσο στρογγυλή -ΙΙ-
Ο ΦΟΙΤΗΤΗΣ σαν κουμπί -ΙΙ-
Πολλά ψέματα είπαμε όλα-ολα …………………………….κόμμα
Ενας ντόρος (3) ένας φοιτητής ας πούμε και μια αλήθεια Το γατί….
λοιμοκοντόρος βατκτσιτσελο- βατσικτσο …………………………..τελεία και παύλα.
στά μάτια του γυαλιά, φορεί κι ακουστικά, ο κόκκορας εγέννησε όλα-ολα
γυρίζει μές τους δρόμους, σαράντα κολοκύθια
καί πείραζει τά παιδιά (2) βατκτσιτσελο- βατσικτσο ΜΕΞΙΚΑΝΙΚΟ ΚΟΥΤΣΟΜΠΟΛΙΟ
τα κιλοκύθια είχανε μέσα νερό
Η νοικοκυρά ζητάει το νοίκι και το νερό βατράχια (αργά και βαρειά) Όλο-όλο πάπα βιόλο
μά αύτός δέν έχει χαρτζιλίκι· βατκτσιτσελο- βατσικτσο πόμπο-πόμπο ω,ε!
Μά τί νά του ειπείς, που είναι φοιτητής
τίκο-τίκο,πόρτο ρίκο
νά πάρεις μιά σανίδα Απ’ όλα τα πετούμενα όλα-ολα όϊ, όϊ ο
καί νά τον περιποιηθείς (2). Ο γάιδαρος μ’ αρέσει
Βατκτσιτσελο- βατσικτσο (γρήγορα & ψιλά) Τάϋο κάϊ εμόϊ
0 γαλατας ζητάει το γάλα, Γιατί έχει αηδονιού φωνή όλα-ολα τάϋο σαβάϊ μπόϊ
μά αυτός δέν έχει πιά πεντάρα· Και δαχτυλίδι μέση ράμε-ρίσα να παμπόϊ
Μά τί νά τοϋ ειπείς… Βατκτσιτσελο- βατσικτσο ράϊ,ράϊ ρά.
Κι αν όσα αναφέραμε
δεν σας αρέσουν διόλου
σκασίλα μας και μας λοιπόν
εμείς θυσιαστήκαμε για χάρη του
συνόλου.