You are on page 1of 34

B-FEST: ο «αντι-εξουσιαστικός» (anti-

authoritarian) ρεφορμισμός αντεπιτίθεται


εκτύπωση

Περιεχόμενα

1. Ερωτήματα για τη σύ γχυση «αντιεξουσιαστική ς», αναρχική ς


ρητορική ς και μιας καθαρά φιλελεύ θερης προπαγά νδας
2. Μάικλ Άλμπερτ, Πάρεκον: Μια εναλλακτική κοινωνία ή ένα
«εναλλακτικό» οικονομίστικο όραμα;
A. Γιατί δεν ανή κει σε καμία από τις ιστορικές παραδό σεις
της Αριστερά ς
B. Γιατί δεν είναι ολοκληρωμένο πολιτικό πρό ταγμα
Γ. Γιατί δεν στηρίζεται σε μια γενικό τερη πολιτική , ιστορική
και φιλοσοφική ανά λυση -"Συμμετοχική Πολιτική"/ParPol
3. Νόαμ Τσόμσκι και Χάουαντ Ζινν: Αναρχικοί ή «ελευθεριακοί
φιλελεύ θεροι»;
4. Νόαμ Τσόμσκι: Ο «κορπορατιστικό ς καπιταλισμό ς» και το
πρό βλημα της έλλειψης ανταγωνισμού , ο Μπους και οι «ασυνείδητοι»
ιδιώ τες.
Α. O ανιστό ρητος καπιταλισμό ς του Τσό μσκι
Β. O Τσό μσκι και η φιλελεύ θερη «δημοκρατία»
Γ. H «αναρχική » λύ ση για τον Τσό μσκι: Αγώ νες για
δικαιώ ματα και πιέσεις της "κοινωνίας των πολιτώ ν" και
λίγο από ... Πά ρεκον
5. Χάουαρντ Ζιν: Ψηφίζουμε τον λιγό τερο κακό αντιπρό σωπο,
στηρίζουμε Ομπά μα και μετά αγωνιζό μαστε για «δικαιοσύ νη»!
A. Ο αναρχικό ς αγώ νας του Ζιν για «δικαιοσύ νη» και πιέσεις
στην ελίτ
Β. Στηρίζουμε Ομπά μα, τον στυλοβά τη του έθνους και του
Συντά γματος μας
Γ. Ψηφίζουμε στις εκλογές και μετά ... αυτοοργανωνό μαστε
6. Ελευθεριακός Σιωνισμός: Μια ακό μα συντηρητική συνιστώ σα του
«αναρχισμού » των Τσό μσκι και Ζιν
 
 

B-FEST: ο «αντι-εξουσιαστικός» (anti-


authoritarian) ρεφορμισμός αντεπιτίθεται
 1. Ερωτήματα για τη σύ γχυση αντιεξουσιαστική ς - αναρχική ς
ρητορική ς και μιας καθαρά φιλελεύ θερης προπαγά νδας

Επιστέγασμα της συνεργασίας μεταξύ της εφημερίδας Βαβυλωνία και


του αμερικανικού πολιτικού δικτύ ου ZNET που ξεκίνησε πριν ένα
χρό νο αποτελεί η διοργά νωση διεθνού ς «αντιεξουσιαστικού »
φεστιβά λ αυτές τις μέρες στη χώ ρα μας. Σε αυτό το φεστιβά λ το οποίο
περιλαμβά νει και “έκθεση αναρχικού βιβλίου” έχουν προσκαλεστεί
«πρώ τα ονό ματα» της «αντι-αυταρχική ς» αριστερά ς ό πως οι Νό αμ
Τσό μσκι, Χά ουαρντ Ζιν και Μά ικλ Άλμπερτ ,που ό μως ό πως θα δού με
ελά χιστη σχέση έχουν με τον αντιεξουσιαστικό χώ ρο ό πως έχει
επικρατή σει στην ουσία να καλείται σε μεγά λο βαθμό ο αναρχικό ς
χώ ρος στην Ελλά δα. Ελά χιστοι είναι ά λλωστε αυτοί στο διεθνές
αναρχικό κίνημα που αναγνωρίζουν ως αναρχικού ς τους κύ ριους
θεωρητικού ς του, Νό αμ Τσό μσκι, Μά ικλ Άλμπερτ, Χά ουαρντ Ζιν (Δεν
είναι τυχαίο π.χ. που διεθνές θεωρητικό αναρχικό περιοδικό
χαρακτή ρισε το Πά ρεκον «Συμμετοχική Γραφειοκρατία») ενώ βέβαια
δεν παραλείπουν να τους προβά λλουν παντοιοτρό πως τα διεθνή
(Monde Diplopatique, New Left Review) και τα αντίστοιχα ελληνικά
(Ελευθεροτυπία, Αυγή , Εποχή κτλ.) έντυπα της ρεφορμιστική ς
Αριστερά ς. Επειδή , η γραμμή του ZNET αποτελεί και το ιδεολογικό
αποκού μπι για το καθ’ ό λα ρεφορμιστικό Παγκό σμιο Κοινωνικό
Φό ρουμ (ΠΚΦ) καθώ ς και για πολλές οργανώ σεις στην Αριστερά των
«ατομικώ ν δικαιωμά των» έχουν ή δη τραβή ξει, μεταξύ ά λλων, το
ενδιαφέρον των ντό πιων «προοδευτικώ ν» ΜΜΕ.

Όμως αυτή η “παρεξή γηση” μεταξύ των ό ρων ίσως να μην είναι
τυχαία. Ο ό ρος «anti-authoritarian» που χρησιμοποιείται στα αγγλικά
κατά κό ρον από αριστερού ς μέχρι νεοφιλελεύ θερους και τον οποίο
υιοθετεί για την αγγλική προώ θηση του φεστιβά λ και η
«αντιεξουσιαστική » εφημερίδα Βαβυλωνία (βλ. αγγλικό banner για το
B-Fest), δεν έχει καμία σχέση με το «αναρχικό ς» (anarchist) με τον
οποίον αυτοπροσδιορίζονται τα βασικά στελέχη του ZNET και οι τρεις
στοχαστές. Το «anti-authoritarian» είναι καθαρά
φιλελεύ θερος/λιμπεραλιστικό ς ό ρος που σημαίνει «αντι-αυταρχικό ς»
και όχι «αντιεξουσιαστή ς», με την έννοια που σχεδό ν αποκλειστικά
έχει επικρατή σει στην Ελλά δα και ο οποίος στο «χώ ρο» ουσιαστικά
ταυτίζεται με την έννοια «αναρχικό ς». Με απλά λό για, «αντί-
αυταρχισμό ς» σημαινει εναντίωση στη κατάχρηση εξουσίας, ενώ
αναρχισμό ς σημαίνει εναντίωση στην ίδια την ύπαρξη εξουσίας
και εξουσιαστικών σχέσεων

Το εύ λογο ερώ τημα που προκύ πτει είναι: εά ν η ταύ τιση αυτή
προέρχεται απλά από τη διαπιστωμένη διαστρέβλωση και το
σφετερισμό του αναρχικού κινή ματος στην Αμερική το οποίο
παρουσιά ζεται από «αστέρες» της «ελευθεριακή ς» αριστερά ς ό πως
αυτοί που έχουν προσκαλεστεί στο φεστιβά λ σαν μια ά σκηση «αντι-
απολυταρχισμού » και «αντι-αυταρχισμού », για ποιο λό γο περιοδικά
ό πως η Βαβυλωνία που αυτοπροσδιορίζονται ως «αντιεξουσιαστικά »
(χρησιμοποιώ ντας τον ό ρο ό πως έχει επικρατή σει στον ελληνικό
χώ ρο) προβά λλουν μαζικά τό σο στα κείμενα τους (μετά τη
συνεργασία με το δίκτυο των «αντι-απολυταρχικώ ν» ZNET), ό σο και
στον «κρά χτη» του φεστιβά λ τους («Η Ελευθερία Αντεπιτίθεται»)
τους εν λό γω λαμπερού ς καλεσμένους δή θεν ως «ελευθεριακού ς» και
«αναρχικού ς», προκαλώ ντας απαρά δεκτη σύ γχυση και
αποπροσανατολίζοντας ένα δυνά μει αντισυστημικό αναρχικό κίνημα
στην Ελλά δα που αποτελείται κυρίως από νέους ανθρώ πους, μεταξύ
των οποίων παιδιά των δεκεμβριανώ ν, οι οποίοι αμφισβή τησαν
έμμεσα ή ά μεσα ό λο το σύ στημα και τα σύ μβολα του και όχι κά ποια
αρνητικά ... «συμπτώ ματα» του, ό πως κά νουν ως επί το πλείστον οι
«αναρχικοί» του ΖΝΕΤ.

Το ερώ τημα μά λιστα γίνεται ακό μα πιο επιτακτικό τη στιγμή που


διαβά ζουμε την εξή ς φρά ση στο ά ρθρο «Αιρετικές πολιτικές σκιές»
του τεύ χους 46 της Βαβυλωνίας:

«Ενδεχομένως να προκαλεί έκπληξη σε αρκετούς το γεγονός


ότι στις ΗΠΑ υπάρχουν δίκτυα με έντονη πολιτική και
ακτιβιστική δραστηριότητα, όπως το Ζ, τα οποία ανήκουν στο
χώρο του αυθεντικού αναρχισμού.»

Με τον από ηχο του εξεγερσιακού Δεκέμβρη να πλανιέται ακό μα στη


χώ ρα μας και τη φή μη των ονομά των που πρό κειται να πλαισιώ σουν
το φεστιβά λ, θεωρού με απαραίτητη την κατά θεση μιας διαφορετική ς
ά ποψης ό σον αφορά τη συνέπεια των θέσεων και των προτά σεων των
βασικώ ν μελώ ν του ZNET με το αναρχικό και ευρύ τερο αντισυστημικό
κίνημα.

Εφό σον δεχτού με ό τι η μό νη λύ ση για την έξοδο από τη χρό νια κρίση
που μαστίζει την ανθρωπό τητα δεν είναι ά λλη από την ανατροπή του
συστή ματος της οικονομίας της αγορά ς και του πολιτικού
συμπληρώ ματος της, της αντιπροσωπευτική ς «δημοκρατίας» και των
συνακό λουθων ιεραρχικώ ν θεσμώ ν και αξιώ ν (κυρίαρχο κοινωνικό
παρά δειγμα), με το σταδιακό χτίσιμο «εδώ και τώ ρα» εναλλακτικώ ν
θεσμώ ν εκτό ς του συστή ματος στο οικονομικό , αλλά και στο πολιτικό ,
κοινωνικό και οικολογικό επίπεδο, λύ σεις τύ που Πά ρεκον κατά τη
γνώ μη μας περισσό τερο αποπροσανατολίζουν και δημιουργού ν
ψευδαισθή σεις στον κό σμο παρά αποτελού ν ρεαλιστικές
εναλλακτικές προτά σεις. Αν και είναι γνωστή η κριτική μας τό σο για
το Πά ρεκον ό σο και για τις θέσεις του Τσό μσκι, [βλ. Τά κης
Φωτό πουλος, Ο καπιταλισμός του Τσόμσκι, ο μετακαπιταλισμός του Άλμπερτ και η
Περιεκτική Δημοκρατία, (Γό ρδιος, 2004)] έχει αξία να δού με συνοπτικά τι
αντιπροσωπεύ ουν οι εν λό γω στοχαστές και το έργο τους σε σχέση με
τον αναρχικό χώ ρο τον οποίο συχνά -πυκνά επικαλού νται. (Μολονό τι
οι ό ροι που επικαλού νται προσαρμό ζονται ανά λογα και με το
ακροατή ριο τους και έτσι ο Αλμπερτ στους σοσιαλιστές μιλά για
σοσιαλισμό , ο Τσομσκι στους φιλελεύ θερους μιλά για τις ιδιά ζουσες
ελευθερίες που παρέχει το καθεστώ ς των ΗΠΑ κ.λπ.)

 2. Μάικλ Άλμπερτ, Πάρεκον: Μια εναλλακτική κοινωνία


ή ένα «εναλλακτικό» οικονομίστικο όραμα;
Ο Μά ικλ Άλμπερτ (μαζί με τον Hahnel) είναι αυτό ς που κατέστρωσε
εδώ και 15 περίπου χρό νια ένα οικονομικό μοντέλο για τη
μετακαπιταλιστική οικονομία με τον τίτλο «Συμμετοχικά Οικονομικά »
(Participatory Economics, Parecon). Το μοντέλο αυτό έχει γίνει σή μα
κατατεθέν του ZNET και σημείο αναφορά ς ό λων των θεωρητικώ ν του
δικτύ ου. Ωστό σο ενώ με την πά ροδο του χρό νου η πολυδιά στατη
κρίση βαθαίνει ολοένα και περισσό τερο και πλέον είναι επιτακτικό ς
όχι μό νο ο προβληματισμό ς σχετικά με τη συγκεκριμένη μορφή που θα
πά ρει η μετακαπιταλιστική κοινωνία αλλά επιπλέον και οι πρά ξεις που
θα οδηγή σουν στη δημιουργία αυτή ς της κοινωνίας ―μέσω της
δημιουργίας ενό ς μαζικού αντισυστημικού κινή ματος, με ανά λυση της
σημερινή ς πραγματικό τητας, στρατηγική μετά βασης και μια
στοιχειώ δη «προεικό νιση» μιας πραγματικά εναλλακτική ς κοινωνίας
που θα περιλαμβά νει ό λες τις πτυχές της ανθρώ πινης δραστηριό τητας
(και όχι μό νο ή κυρίως την οικονομική ό πως κά νει το Parecon)― η
συνεισφορά των βασικώ ν θεωρητικώ ν του ZNET ό πως θα δού με στη
συνέχεια, ό χι απλά δεν φαίνεται να συνδρά μει προς αυτή την
κατεύ θυνση αλλά αποπροσανατολίζει από την ελευθεριακή
προβληματική , συνδέοντας την με καθαρά φιλελεύ θερες και
συντηρητικές ιδεολογίες.
Το «ό ραμα» του Άλμπερτ για μια «εναλλακτική κοινωνία» δεν κρύ βει
τις ουτοπιστικές του καταβολές. Και αυτό , διό τι το «ό ραμα» αυτό
ό πως ο ίδιος το αποκαλεί, δεν βασίζεται ού τε σε κά ποια ιστορική
ανά λυση και ανά λυση της σημερινή ς πραγματικό τητας, ού τε σε
κά ποια φιλοσοφική ανά λυση, πολύ περισσό τερο σε υπά ρχουσες
τά σεις στη σημερινή κοινωνία, αλλά απλά σε κά ποιες αξίες που
αυθαίρετα ο συγγραφέας θεωρεί ό τι πρέπει να ικανοποιού νται σε μια
ά λλη κοινωνία! Παρό λα αυτά και ενώ ο ίδιος ο Άλμπερτ, στο ά ρθρο
του στη Βαβυλωνία τεύ χος 48 με τίτλο «Διάλογος και Δογματισμός»,
μας πληροφορεί ό τι είναι εντελώ ς ανοιχτό ς στο διά λογο και την
απροκατά ληπτη κριτική , έχει παρακά μψει και αποφύ γει συνειδητά να
απαντή σει ή ακό μα και να αναφερθεί σε εύ λογες κριτικές του
οικονομικού του μοντέλου που προέρχονται από τον ελευθεριακό και
αναρχικό χώ ρο καθώ ς και απο την ιδια την ΠΔ, αντιθέτως, προτιμά ει να
καταφέρεται εναντίον των εύ κολων στόχων, ό πως είναι το
καταδικασμένο «κεντρικό πλά νο» και ο καπιταλισμό ς.
Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά :
«Αν κάποιος αποδείξει ότι υπάρχει πρόβλημα με τη
συμμετοχική οικονομία, και εγώ συνεχίζω να την υποστηρίζω
παρά το πρόβλημα, τότε είμαι ανόητος και αφελής, και τα
κίνητρά μου δεν είναι αυτά που επικαλούμαι. Αυτό που θα
πρέπει να υποστηρίζω είναι η αναγκαιότητα ενός καλύτερου
οράματος, και όχι το συγκεκριμένο, το οποίο έτυχε να συνδεθώ
μαζί του. Αυτή τη στιγμή πιστεύω ότι η συμμετοχική
οικονομία είναι το καλύτερο όραμα. Αλλά, αν κάποιος
υποστηρίζει το αντίθετο, θα ήθελα να τον ακούσω, και όχι να
χάνω το χρόνο μου ασχολούμενος με κάτι εσφαλμένο. Δεν
υπάρχει κανένας λόγος. Οφείλω να αναζητώ τα σφάλματα και
τις παραλείψεις μου, και αν μπορώ να τα διορθώνω ή, αν δεν
διορθώνονται, να αρχίζω από την αρχή.»
Μά λιστα σε πρό σφατο ά ρθρο του φτά νει στο σαφώ ς δογματικό
επίπεδο να γρά φει λίγο ή πολύ πως οτιδή ποτε δεν ανή κει στην
οραματική του φαντασία (ό πως τα συμβού λια καταναλωτώ ν και
παραγωγώ ν!) δεν είναι βιώ σιμο! [Michael Albert and Chris Spannos,
«Parecon Today» (27 April 2006)]:
«Η ιδέα των συμβουλίων εργαζομένων και καταναλωτών, θα
πρόσθετα, έχει μακρά και ανυψωμένη θέση στον αγώνα των
εργατών και στην επανάσταση στους χώρους εργασίας και,
ορισμένες φορές, ακόμα και στην οργάνωση της κοινότητας.
Αυτός είναι ο λόγος που δεν μπορώ να φανταστώ κάτι άλλο
πέρα από τους αυτοδιευθυνόμενους εργαζόμενους και
καταναλωτές ως τον κύριο τόπο της λήψης αποφάσεων. Οι
εργαζόμενοι και καταναλωτές τείνουν από μόνοι τους προς
αυτή την επιλογή κάθε φορά που εγείρονται σε γενικευμένη
αντίσταση. Η ρητή αποσαφήνιση της αυτοδιεύθυνσης ως τον
τρόπο λήψης των αποφάσεων από το Πάρεκον αποτελεί
καινοτομία που ενυπάρχει εδώ και καιρό στις λαϊκές τάσεις.»

Αυτό βέβαια είναι μια ιστορική παραχά ραξη γιατί ενώ είναι αλή θεια
ό τι τα εργατικά συμβού λια έχουν μακρά ιστορία στην επαναστατική
και εξεγερσιακή πρακτική , τα «συμβού λια των καταναλωτώ ν» δεν
έχουν καμιά σχέση με αυτή την πρακτική  και ό που εμφανίστηκαν
παρό μοιες ενώ σεις καταναλωτώ ν απλώ ς στόχευαν στην προστασία
των καταναλωτώ ν μέσα στο σημερινό σύ στημα! Αυτές οι ιστορικές
στρεβλώ σεις δεν είναι βέβαια καθό λου τυχαίες διό τι το
αυτοαποκαλού μενο «αναρχικό » και «αμεσοδημοκρατικό » μοντέλο-
ό ραμα του Άλμπερτ απέχει παρασά γγας από το να έχει σχέση με ένα
ελευθεριακό , σοσιαλιστικό ή αναρχικό πρό ταγμα που βασίζεται σε
υπαρκτές τά σεις στην κοινωνία, ό πως είναι το πρό ταγμα της ΠΔ. Και
αυτό διό τι:

Α. Δεν ανήκει σε καμία από τις ιστορικές παραδόσεις της


Αριστεράς αλλά , αντίθετα, προσπαθεί να συγκερά σει ασύ μβατες
μεταξύ τους προτά σεις σε μια φανερή προσπά θεια κατασκευή ς ενό ς
συναινετικού ιδεολογή ματος, ό πως αυτό που χαρακτηρίζει την
κυρίαρχη ιδεολογία του ΠΚΦ. Μολονό τι ο Άλμπερτ δεν διστά ζει να
υποστηρίζει ό τι το μοντέλο του ενσαρκώ νει τις σοσιαλιστικές ηθικές
αξίες και συγχρό νως να το χαρακτηρίζει «αναρχικό οικονομικό
ό ραμα», αμεσοδημοκρατικό κ.λπ., στη πραγματικό τητα, το Πά ρεκον
δεν ανή κει σε καμία ιστορική παρά δοση της Αριστερά ς και κατά τη
γνώ μη μας αποτελεί απλώ ς ένα, δή θεν πλουραλιστικό , υβρίδιο που
προσπαθεί, ό πως και το Φό ρουμ, να ικανοποιή σει κά θε γού στο.

Έτσι, δεν μπορεί να καταταχτεί στην σοσιαλιστική παράδοση,


παρά το ό τι μιλά για συμβού λια εργαζό μενων, διό τι αυτά δεν είναι η
αποκλειστική πηγή δύ ναμης, ό πως στα σοσιαλιστικά μοντέλα, αλλά
απλώ ς μοιρά ζονται την εξουσία με τα συμβού λια καταναλωτώ ν, χωρίς
να είναι καν σαφή τα ό ρια της εξουσίας τους. Παρό μοια, η
κομμουνιστική αρχή «από τον καθένα σύ μφωνα με τις ικανό τητες του
στον καθένα σύ μφωνα με τις ανά γκες του» προσπερνιέται (το
Πά ρεκον χαρακτηρίζει το πρό βλημα ως θέμα… συμπό νοιας) για χά ρη
της δή θεν «πιο προωθημένης» ηθική ς αρχή ς ό τι η αμοιβή γίνεται
σύ μφωνα με την προσπά θεια! Είναι παρά λληλα ενδεικτικό ό τι ο ίδιος
δεν φαίνεται να γνωρίζει την έννοια της ά μεσης δημοκρατίας ως
πολιτεύ ματος και εναλλακτική ς κοινωνική ς οργά νωσης αφού τό σο ο
διαχωρισμό ς των πολιτώ ν που κά νει το μοντέλο του σε καταναλωτές
και παραγωγού ς, ό σο και το γεγονό ς ό τι δεν γίνεται καμία διά κριση
μεταξύ βασικώ ν και μη βασικώ ν αναγκώ ν που θα καθορίζεται
δημοκρατικά , ό πως προτείνεται από την Περιεκτική Δημοκρατία (ΠΔ).
Σχετικά με αυτά γρά φει χαρακτηριστικά [Michael Albert and Chris
Spannos, «Parecon Today» (27/4/2006)]:
«Η ανταμοιβή με βάση τις ανάγκες των ανθρώπων δεν είναι
όμως ο κανόνας για το Πάρεκον αλλά η εξαίρεση, διότι αυτός ο
τρόπος ανταμοιβής είναι οικονομικά δυσλειτουργικός και δεν
έχει λογική. Δεν είναι δυνατό να λαμβάνουμε από το κοινωνικό
προϊόν όλα όσα επιθυμούμε ― μπορεί να επιθυμούσαμε
περισσότερα από αυτά που εμείς και οι άλλοι συνάνθρωποι
μας θα ήθελαν να ξοδεύουν το χρόνο τους για να τα παράγουν.
Οπότε, αυτά που έχουμε ανάγκη πρέπει να είναι λιγότερα από
αυτά που ελπίζουμε ή επιθυμούμε. Αλλά πώς ξέρουμε πόσα
λιγότερα αγαθά να επιδιώκουμε; Ποιο θα ήταν για μένα το
κατάλληλο μερίδιο, το οποίο θα έπρεπε να διεκδικώ από το
κοινωνικό προϊόν; Αυτό είναι το ποσό που αναλογεί στην
προσπάθεια και στη θυσία μου σε σχέση με τις αντίστοιχες
των υπόλοιπων ανθρώπων, εκτός αν πραγματικά έχω ειδικές
ιατρικές ανάγκες. Αν υποθέσουμε ότι καθένας μας μπορεί να
λαμβάνει από το συνολικό προϊόν οτιδήποτε θέλει, τότε δεν θα
έχουμε κανένα τρόπο να γνωρίζουμε την αξία που έχουν για
μας τα διαφορετικά προϊόντα, και επομένως να ξέρουμε ποιο
ποσοστό από την προσπάθειά μας πρέπει να αφιερώσουμε για
το καθένα απ’ αυτά, ποιο θα πρέπει να παραχθεί λιγότερο,
διότι εκτιμάται λίγο, ποιο θα πρέπει να παραχθεί σε
μεγαλύτερη αφθονία, διότι εκτιμάται ιδιαίτερα από την
κοινωνία. Καταστρέφει τη δυνατότητα της λογικής διανομής
των αγαθών.»

Έτσι, λοιπό ν, παρακά μπτονται πλή ρως οι διατυπωμένες και γνωστές


στον Άλμπερτ προτά σεις της ΠΔ για την Οικονομική Δημοκρατία, στην
οποία θα είναι εφικτή η αρχή «από τον καθένα σύ μφωνα με τις
δυνατό τητες του στον καθένα σύ μφωνα με τις ανά γκες του», μέσω
της σύ νθεσης του δημοκρατικού , συνομοσπονδιακού σχεδιασμού για
την κά λυψη των βασικώ ν αναγκώ ν και μιας τεχνητή ς αγορά ς,
βασισμένης σε ένα σύ στημα προσωπικώ ν πιστωτικώ ν καρτώ ν, για
την κά λυψη των μη βασικώ ν αναγκώ ν ανά λογα με την επιπρό σθετη
ατομική εργασία, που υπερβαίνει τις αποτυχημένες εφαρμογές του
κεντρικού σχεδιασμού και της οικονομίας της αγορά ς, σε μια κοινωνία
χωρίς κρά τος, χρή μα και αγορά . Ενώ δηλ. σε μια ΠΔ η αξία της
αλληλεγγύ ης υλοποιείται ά μεσα μέσα από  τους θεσμού ς κά λυψης των
βασικώ ν αναγκώ ν ό λων των πολιτώ ν, στο Πά ρεκον η υλοποίηση της
αξίας της αλληλεγγύ ης αφή νεται στη καλή προαίρεση των
συμβουλίων!
Για παρά δειγμα, στο δεύ τερο μέρος της συνέντευξης του στη
Βαβυλωνία για τη «Συμμετοχική Οικονομία», τεύ χος 49, ο Άλμπερτ
φαίνεται να αγνοεί εντελώ ς ό τι σε πλαίσια ατομική ς ιδιοκτησίας των
μέσων παραγωγή ς δεν είναι δυνατό να υπά ρξει «ισό τιμη» λή ψη
αποφά σεων οικονομικού χαρακτή ρα ό πως «οραματίζεται». Επιπλέον,
στην ίδια συνέντευξη, ο Άλμπερτ ρίχνει στον καιά δα κά θε έννοια
αλληλεγγύ ης στη διαχείριση των κοινοτικώ ν πό ρων, αφού εισά γει ως
καθοριστικό κριτή ριο για την κά λυψη βασικώ ν και μη βασικώ ν
αναγκώ ν μέσω της εργασίας με βά ση την «ατομική προσπά θεια».
Αποτελεί λοιπό ν τουλά χιστον παρά δοξο που κά ποιοι αναρχικοί
θεωρού ν ό τι το μοντέλο του Άλμπερτ ενσωματώ νει χαρακτηριστικά
αμοιβαιό τητας και αλληλεγγύ ης, τη στιγμή που βά ζει από την πίσω
πό ρτα τον ατομικισμό σε ένα μοντέλο οικονομική ς οργά νωσης.

Το ίδιο προσπερνιέται το κρίσιμο θέμα της στρατηγική ς μετά βασης,


ενώ υιοθετείται η ρεφορμιστική στρατηγική του Φό ρουμ ό σον αφορά
την αντι-παγκοσμιοποίηση. Και, φυσικά , το Πά ρεκον δεν ανήκει
στην μαρξιστική παράδοση αφού μιλά για ό ραμα και δεν διαθέτει
καμία ιστορική ανά λυση, ορίζει διαφορετικά τις τά ξεις κ.λπ.

Αντίστοιχα, το Πά ρεκον δεν μπορεί να καταταχτεί στην


ελευθεριακή ή την αυτόνομη-δημοκρατική παράδοση, εφό σον τα
κύ ρια συλλογικά ό ργανα αποφά σεων σε αυτό καθορίζονται καθαρά
στο οικονομικό πεδίο. Έτσι, η έννοια του πολίτη απουσιά ζει παντελώ ς
και αντικαθίσταται από τις έννοιες του εργαζό μενου και του
καταναλωτή —εισά γοντας έτσι και στην προτεινό μενη
μετακαπιταλιστική κοινωνία τον αντίστοιχο οικονομικό δυϊσμό του
σημερινού ανθρώ που που έχει καθιερώ σει η καπιταλιστική και
υιοθετώ ντας συγχρό νως τον σημερινό χωρισμό της κοινωνίας
ανά μεσα σε οικονομική και πολιτική σφαίρα! Δεν είναι επομένως
περίεργο ό τι το μοντέλο καταλή γει τελικά σε μία διαστρέβλωση της
έννοιας της ά μεσης δημοκρατίας, που ό μως επικαλείται. Είναι φανερό
ό τι ο Άλμπερτ (ό πως ά λλωστε και οι υποστηρικτές της κοινωνίας
πολιτώ ν, ο Χά μπερμας, ο Μπομπιο κ.λπ.), βλέπει την ά μεση
δημοκρατία ό χι ως καθεστώ ς αλλά απλά ως μία διαδικασία που
εύ κολα μά λιστα αντικαθίσταται με το αντίθετό της, δηλαδή την
αντιπροσώ πευση, ό ποτε η ά μεση δημοκρατία δεν είναι συμβατή με τις
προδιαγραφές του Πά ρεκον!

Άλλωστε, η ανυπαρξία του πολίτη στο μοντέλο αυτό οδηγεί τελικά


περισσό τερο σε συνελεύ σεις «ενδιαφερό μενων» παρά
αμεσοδημοκρατικές συνελεύ σεις —ιδιαίτερα ό ταν είναι φανερό πως
το Πά ρεκον υιοθετεί μία «εργαλειακή » αντίληψη για την πολιτική ,
σύ μφωνα με την οποία οι ά νθρωποι παίρνουν μέρος στη διαδικασία
των αποφά σεων μό νο στο βαθμό που τους επηρεά ζουν, δηλαδή όχι ως
αυτοσκοπό αλλά ως ένα μέσο για κά ποιον σκοπό . Η μετέπειτα
από πειρα με την «Συμμετοχική Πολιτική »/Participatory
Politics/ParPol να εισαχθεί και μια πολιτική διά σταση στο σαφώ ς
οικονομικίστικο μοντέλο Πά ρεκον είναι εντελώ ς μπαλωματική , ό πως
θα δού με στη συνέχεια. Ού τε είναι βέβαια εκπληκτικό ό τι το Πά ρεκον
συνεπά γεται μία ιδιαιτέρως γραφειοκρατική δομή , η οποία εύ στοχα
χαρακτηρίστηκε από τον ελευθεριακό ακαδημαϊκό John Crump ως
«συμμετοχική γραφειοκρατία» στο έγκυρο θεωρητικό περιοδικό
Anarchist Studies! [John Crump “Markets Money and Social Change”,
Anarchist Studies, 3(1) 1995)].

Β. Αντίθετα για παρά δειγμα με τις Μαρξιστικές προτά σεις για μια
σοσιαλιστική κοινωνία, το πρό ταγμα της αυτονομίας του Καστοριά δη
(το οποίο μά λιστα επικαλού νται συντελεστές του ΖΝΕΤ ό πως ο Chris
Spanos), ή  αυτό της Περιεκτική ς Δημοκρατίας, το Πά ρεκον δεν είναι
ολοκληρωμένο πολιτικό πρόταγμα με τη δική του ιστορική
ανά λυση της σημερινή ς πραγματικό τητας αλλά αποτελεί απλώς ένα
στενό οικονομικό μοντέλο για μια εναλλακτική οικονομία. Ένα
μοντέλο, μά λιστα, που (προφανώ ς για ν’ απολαύ ει και της εκτίμησης
των ορθό δοξων οικονομολό γων) δεν διστά ζει να χρησιμοποιεί τα
θεωρητικά και μεθοδολογικά εργαλεία των ορθό δοξων οικονομικώ ν.
Πρά γμα που εξηγεί γιατί το μοντέλο αυτό , παρά το γεγονό ς ό τι έχει
ή δη μια δεκαπενταετή ιστορία ανά πτυξης, αναφέρεται κυρίως στους
οικονομικού ς θεσμού ς και γενικολογεί μέσω των υπολοίπων «αντι-
αυταρχικώ ν» θεωρητικώ ν του για τους πολιτικού ς, πολιτισμικού ς και
ευρύ τερα κοινωνικού ς θεσμού ς, παίρνοντας έμμεσα θέση υπέρ της
αντιπροσώ πευσης, την οποία στηρίζουν τό σο ο Ζινν ό σο και ο Τσό μσκι
ως «αναγκαία κακά » αλλά και ο Άλμπερτ ο οποίος φτά νει στο σημείο
να ισχυριστεί, με τη μορφή “ευφυολογή ματος”, ό τι ο ίδιος θα ή ταν ένας
ιδανικό ς Αμερικανό ς Πρό εδρος αν ο Θεό ς το επέτρεπε [βίντεο-
συνέντευξη του εδώ (βλ. 1:15')].
Χαρακτηριστικό είναι το από σπασμα από το “Taking Up The Task”,
[“Claim 8: Seeking Reforms Without Succumbing to Reformism” (March
9, 2009)] από το οποίο μπορεί εύ κολα να συναχθεί το συμπέρασμα
πως ο Άλμπερτ υποστηρίζει ό τι θα πρέπει πρώ τα να κά νουμε
ρεφορμισμό του συστή ματος και μετά να χτίσουμε την κοινωνία που
θέλουμε:
«Οι αλλαγές στους υφιστάμενους θεσμούς που δεν
αντικαθιστούν πλήρως τους θεσμούς αυτούς, είναι
αναμφισβήτητα μεταρρυθμίσεις, αλλά η προσπάθεια να
κερδηθούν αυτές οι μεταρρυθμίσεις, δεν συνίσταται
απαραίτητα στην ίδια τη μεταρρύθμιση. Αντίθετα, οι
προσπάθειες να επιτευχθούν μεταρρυθμίσεις μπορεί να
εκκινήσει μια διαδικασία να επιτευχθεί μια ολόκληρη νέα
οικονομία.
Μπορούμε να εκμεταλλευτούμε τα αιτήματα, τη γλώσσα, την
οργάνωση και τις μεθόδους, όλα σε συμφωνία όχι μόνο με την
επίτευξη των επιθυμητών βραχυπρόθεσμων κερδών αλλά
επίσης σε συμφωνία με την αυξανόμενη τάση και δυνατότητα
των ανθρώπων να αναζητήσουν ακόμα περισσότερες νίκες
στο μέλλον. Αντί να θεωρούν δεδομένη τη διατήρηση του
συστήματος, οι μάχες γύρω από το εισόδημα, τις συνθήκες
στους χώρους εργασίας, τη λήψη αποφάσεων, τον
καταμερισμό, την εργασία, τη διάρκεια της εργάσιμης ημέρας
και τις άλλες πλευρές της οικονομικής ζωής, πρέπει να
μεγεθύνουν και να ενδυναμώνουν τις μελλοντικές επιθυμίες.
Πρέπει να πετύχουμε αυτές τις μεταρρυθμίσεις τώρα, όχι μόνο
για απολαύσουμε τα αντίστοιχα πλεονεκτήματα, αλλά για να
ανοίξουμε το δρόμο να πετύχουμε περισσότερα κέρδη
αργότερα. Αυτή είναι μια μη-ρεφορμιστική προσέγγιση για
την επίτευξη μεταρρυθμίσεων.»
Βέβαια ο αρθρογρά φος δεν αναφέρει ό τι την ίδια ακριβώ ς τακτική
υποστή ριζαν και οι παλιοί σοσιαλδημοκρά τες (Μπέρνσταϊν κ.α.)
επισύ ροντας σωστά τη μή νιν των κομμουνιστώ ν που ό πως
αποδείχθηκε είχαν από λυτο δίκιο γιατί οι εργά τες που πλαισίωσαν τη
σοσιαλδημοκρατία απλώ ς έγιναν τελικά ρεφορμιστές και οι
σοσιαλδημοκρά τες πολιτικοί σή μερα έχουν προσχωρή σει
σύ σσωμοι στον σοσιαλφιλευθερισμό . Επίσης, ά λλο σημείο που
αποκαλύ πτει τη ρεφορμιστική στρατηγική του Άλμπερτ είναι το
από σπασμα από ένα ά ρθρο στο οποίο γρά φει καθαρά ουσιαστικά για
αγώ να αλλαγή ς προς μια οικονομία Πά ρεκον, με αλλαγές μέσα στο
σύ στημα [Michael Albert and Chris Spannos, «Parecon Today» (27
April 2006)]:
«Το Πάρεκον συνεπάγεται επί του παρόντος ότι πρέπει να
θέτουμε αιτήματα για το εισόδημα που μας μετακινούν προς
την κατεύθυνση της ισότητας καθώς και αιτήματα για την
απόκτηση της εξουσίας που μας μετακινούν προς την
κατεύθυνση της αυτοδιεύθυνσης. Σημαίνει την ανάγκη να
επιτευχθούν αλλαγές που οδηγούν προς την κατεύθυνση των
ισορροπημένων συμπλεγμάτων εργασίας. Σημαίνει τον αγώνα
για προσαρμογές και περιορισμούς στις αγορές που να
μας  μετακινούν προς το συμμετοχικό σχεδιασμό. Φανερώνει
το πόσο επιθυμητή είναι η εγκαθίδρυση συμβουλίων
εργαζομένων και καταναλωτών, και επίσης εσωτερική άνθηση
των κινημάτων μας όσον αφορά τις διαδικασίες λήψης των
αποφάσεων, τους ρόλους και τους τρόπους αμοιβής. Συνιστά
την αναδόμηση των θεσμών μας σύμφωνα με τους
οικονομικούς μας στόχους, όσο μπορούμε εντός του
υφιστάμενου δεσμευτικού πλαισίου, ώστε να μάθουμε
περισσότερα γύρω από τη μελλοντικές εφαρμογές τους και,
επίσης, για να εμπνεύσουμε και να ωφελήσουμε τους
ανθρώπους σήμερα. Και παίζει μεγάλο ρόλο όχι μόνο σε σχέση
με το για ποιους στόχους αγωνιζόμαστε – αιτήματα, καμπάνιες
κλπ – αλλά ιδιαίτερα σε σχέση με τον τρόπο με τον οποίο
μιλάμε για τις προσπάθειές μας. Πρέπει να επιδιώκουμε να
συζητούμε τα προτάγματα και τα αιτήματά μας με τρόπο
τέτοιο ώστε να οδηγεί στην καλύτερη κατανόνηση και
επιθυμία για δομές και αποτελέσματα συμβατά με το
Πάρεκον.»
Στα παραπά νω μπορού ν να προστεθού ν και κά ποια αποσπά σματα
από το ά ρθρο του Μά ικλ Άλμπερτ «Κρίνοντας την Οικονομική
Πολιτική » στο τεύ χος #55 της Βαβυλωνίας τα οποία παρουσιά ζουν
αρκετά προβληματικά σημεία. Σε αυτό αναφέρει:
«Αν οι τράπεζες και κάποια πλούσια πρόσωπα λάβουν
γαργαντουικές κρατικές αποζημιώσεις ― οι οποίες
παρεπιπτόντως είναι η συνηθισμένη διαδικασία σε κάθε
περίπτωση σ’ όλες τις περιόδους - και αυτό αποτρέψει την
κατάρρευση αλλά επίσης ενισχύσει τη διαπραγματευτική
δύναμη εκείνων που είναι στον πάτο ενώ μειώνει τη
διαπραγματευτική δύναμη των κεφαλαιοκρατών και των
επαγγελματιών, πολύ καλά. Αν ήταν έτσι, το ότι αυτές οι
αποζημιώσεις θα φαίνονταν αισχρές προς το παρόν θα είχε
ελάχιστη σημασία σε σχέση με τις μακροχρόνιες συνέπειες
τους. Παρόμοια, αν η παραχώρηση κεφαλαίων ή άλλων
οφελών σ’ εκείνους που είναι οικονομικά φτωχοί και αδύναμοι
μείωνε μακροχρόνια τη διαπραγματευτική τους δύναμη τότε
όχι αυτό δε θα ήταν καλό παρότι θα φαινόταν καλό σε μια
πρώτη ματιά (…)
(…) Έτσι, ουσιαστικά, σκεπτόμενοι ποιες προτεινόμενες
οικονομικές λύσεις να υποστηρίξουμε ή να προωθήσουμε ή να
πολεμήσουμε αυτήν τη χρονική στιγμή ή οποιαδήποτε άλλη
στιγμή, ας δούμε πρώτα τις συνέπειες που έχουν στην
ισορροπία δυνάμεων μεταξύ των αντιμαχόμενων μερών (…) Η
οικονομία θα επανέλθει σ’ αυτό που οι βραχμάνοι – αυθεντίες
αποκαλούν «ισορροπία» ή «κανονικούς ρυθμούς της αγοράς».
Αυτό που έχει σημασία σ’ αυτό το ταξίδι είναι οι μετατοπίσεις
στη διαπραγματευτική δύναμη. Και ο λόγος που αυτές οι
μετατοπίσεις έχουν αξία είναι ότι ακόμη και όταν η οικονομία
είναι στα καλά της και λειτουργεί κανονικά, παραμένει μια
χυδαία αλλά αποτελεσματική μηχανή που χαρίζει κέρδη στους
ισχυρούς, ενώ καταστρέφει τις ελπίδες, τα όνειρα, την
αξιοπρέπεια και τις δυνατότητες των ασθενέστερων. Η
αύξηση της διαπραγματευτικής δύναμης των τελευταίων
μειώνει την αδικία και ίσως να αποτελέσει την αφετηρία για
ένα καινούργιο ξεκίνημα, για ένα νέο σύστημα που πράγματι
θα έχει ισορροπία.»
Στο παραπά νω χωρίο γίνεται επίσης ξεκά θαρο ό τι η στρατηγική προς
το νέο σύ στημα Πά ρεκον περνά ει μέσα από σταδιακή
κατά κτηση δικαιωμά των για τους αδύ ναμους και αύ ξησης της
διαπραγματευτική ς τους δύ ναμης. Ωστό σο ποτέ ιστορικά , ακό μα και
κατά την περίοδο της κρατικιστική ς νεωτερικό τητας, δεν ή ταν κά ποια
«αύ ξηση της διαπραγματευτική ς δύ ναμης» αυτή που ώ θησε σε αγώ νες
για την ανατροπή του συστή ματος. Οι αγώ νες αυτοί δεν έγιναν ποτέ
από ανθρώ πους ικανοποιημένους από το υπά ρχον σύ στημα που απλά
επιδίωκαν καλύ τερες διαπραγματευτικές συνθή κες, αλλά από
ανθρώ πους που ή ταν περιθωριοποιημένοι από αυτό και
οραματίζονταν ένα εντελώ ς διαφορετικό που θα αμφισβητού σε τις
μέχρι τό τε εξουσιαστικές δομές. Ταυτόχρονα, σε συνέχεια με τα
παραπά νω, είναι σαφές ό τι υιοθετείται ως βασική στρατηγική οι
«διεκδικητικές» πολιτικές που προωθού ν τα κό μματα της
ρεφορμιστική ς Αριστερά ς, που στην ουσία δεν θίγουν ποτέ το ίδιο το
σύ στημα αλλά τη «διαχείριση» του. Η υιοθέτηση ό μως τέτοιων
στρατηγικώ ν μό νο καταστροφικές θα μπορού σαν να είναι για ένα
αντισυστημικό κίνημα που χρειά ζεται ό σο ποτέ ά λλοτε για τη
μετά βαση σε μια εναλλακτική κοινωνία.
Επίσης στην ίδια συνέντευξη:
«(…) ποια είναι η συνέπεια των δύο αντίθετων προτάσεων για
κρατικές δαπάνες ―στρατιωτικές και κοινωνικές― όσον
αφορά το συσχετισμό δυνάμεων μεταξύ των αντίπαλων
τάξεων (…) Με τις στρατιωτικές δαπάνες σίγουρα συνεχίζουν
να βγαίνουν κέρδη και η οικονομία κινείται ενώ παρέχονται και
κάποια επιπρόσθετα μέσα για να προστατευθούν αυτά τα
κέρδη σε περίπτωση που κάποιος τα διεκδικήσει, αλλά
ξεκάθαρα δεν κάνει τίποτα για να αυξήσει τη δύναμη αυτών
που βρίσκονται στον πάτο. Αντίθετα με τις κοινωνικές δαπάνες
θα συνεχίσουν, βέβαια, να βγαίνουν κέρδη και η οικονομία να
κινείται, όμως όχι μόνο δε θα παραχθούν επιπρόσθετα μέσα
για να προστατευθούν τα κέρδη, αλλά και θα βελτιώσει τις
συνθήκες των εργαζόμενων ανθρώπων. Οι κοινωνικές δαπάνες
θα τους προασπίσουν από την απειλή της ανεργίας. Θα
εμπλουτίσουν την παιδεία τους και θα ενισχύσουν την
αυτοπεποίθηση τους. Θα βελτιώσουν την υγεία τους και θα
τους ισχυροποιήσουν. Με λίγα λόγια θα μπορούσε εύκολα να
μετατοπίσει κάπως την ισορροπία δυνάμεων προς όφελος των
ασθενέστερων και έτσι να προκαλέσει μια πιο μακροπρόθεσμη
μεταφορά πλούτου και δύναμης προς τα κάτω.»
Με ά λλα λό για δεν απορρίπτονται ού τε οι αγώ νες για κρατικές
κοινωνικές δαπά νες, δηλαδή δεν απορρίπτεται η χρησιμοποίηση των
παροχώ ν του κρά τους ως δού ρειο ίππο προς το νέο σύ στημα. Πώ ς
ό μως οι ωφελού μενοι από το κρά τος θα στραφού ν εναντίον του ως
δια μαγείας είναι κά τι που προκαλεί ερωτηματικά που έχουν σε
μεγά λο βαθμό ιστορικά απαντηθεί, ό πως είδαμε παραπά νω, από την
ολοκληρωτική ενσωμά τωση στο σύ στημα ό σων πρό ταξαν τις αλλαγές
εντό ς του συστή ματος ως κριτή ριο για τη «συστημική » αλλαγή .
Εύ λογα λοιπό ν θα μπορού σε να υποθέσει κανείς ό τι είναι εσκεμμένη η
ασά φεια του Άλμπερτ πά νω στα κρίσιμα θέματα που ιστορικά
διαίρεσαν την Αριστερά , ό πως το θέμα του Κράτους και το θέμα της
μορφής που θα πάρει η κοινωνική ιδιοκτησία πάνω στα μέσα
παραγωγής στην μελλοντική κοινωνία για την οποία υιοθετεί έναν
έκδηλο αγνωστικισμό .
Είναι φανερό ό τι η φιλοδοξία του Άλμπερτ είναι να δημιουργή σει μια
συναίνεση γύ ρω από το μοντέλο του που θα συνένωνε από τους
οπαδού ς του κρατικιστικού σοσιαλισμού μέχρι αναρχικού ς και
υποστηρικτές των νέων κοινωνικώ ν κινημά των (Πρά σινοι,
φεμινίστριες) κ.ο.κ. Και η προσπά θεια φαίνεται να έχει ανταπό κριση
τουλά χιστον στο μεταμοντέρνο τμή μα της αντισυστημική ς Αριστερά ς
ό που αναρχικοί (ό πως το Αμερικανικό Ινστιτού το Αναρχικώ ν
Σπουδώ ν), και μετα-μαρξιστές στρέφονται σε μεταμοντέρνες
ιδεολογικές σού πες, σαν αυτή που εκφρά ζει το Πά ρεκον! Στα καθ’
ημά ς η έλλειψη κριτική ς και η προώ θηση του Πά ρεκον από την
Αντιεξουσιαστική Κίνηση κατά την ά ποψη μας όχι μό νο δεν προσφέρει
στην ενδυνά μωση του αντισυστημικού αγώ να για μια ελευθεριακή
κοινωνία, αλλά αντίθετα αποδυναμώ νει και αποπροσανατολίζει κά θε
αντισυστημική τά ση στον ευρύ τερο αναρχικό χώ ρο, ωθώ ντας την στο
τέλμα των ρεφορμιστικώ ν πολιτικώ ν σή μερα και αύ ριο σε
συνεργασίες με κό μματα τυπου ΣΥΡΙΖΑ!
Γ. Tο Πά ρεκον δεν στηρίζεται σε μια γενικότερη πολιτική,
ιστορική και φιλοσοφική ανάλυση που θα το δικαίωνε αλλά απλώ ς
στην από ρριψη κά ποιων αρχώ ν του σημερινού συστή ματος και σε
ορισμένες ηθικές αξίες που συνή γαγε ο συγγραφέας από την
αγωνιστική πρακτική . Με ά λλα λό για, η ανά γκη για μια
μετακαπιταλιστική κοινωνία δεν δικαιώ νεται με βά ση κά ποια
ανά λυση της διαλεκτική ς της Ιστορίας (ό πως κά νει ο διαλεκτικό ς
υλισμό ς), ή της διαλεκτική ς της Φύ σης (ό πως κά νει ο διαλεκτικό ς
νατουραλισμό ς της Κοινωνική ς Οικολογίας), ού τε καν με βά ση την
αξιωματική επιλογή μεταξύ της παρά δοσης της αυτονομίας και της
ετερονομίας (ό πως κά νει το πρό ταγμα της αυτονομίας και, με κά ποιες
σημαντικές παρεκκλίσεις, το πρό ταγμα της Περιεκτική ς Δημοκρατίας).
Τέλος ένα ακό μα σημείο που δείχνει ό τι ο Άλμπερτ αγνοεί τα
συστημικά αίτια της κοινωνική ς ανισό τητας και την χρεώ νει μό νο στη
βού ληση της ελίτ, με αποτέλεσμα να υπονοείται έτσι ό τι μια συνολική
αλλαγή στην πολιτική των ελίτ ακό μα και εντό ς του υπά ρχοντος
θεσμικού πλαισίου είναι δυνατό να έχει αποτέλεσμα για τους
αδύ ναμους, είναι το παρακά τω:
«(…) οι θετικές συνέπειες των κοινωνικών δαπανών για τη
ζωή και τη δικαιοσύνη είναι μισητές και απορριπτέες από
κείνους που επιθυμούν να διατηρήσουν την ήδη τόσο
υπερδιογκωμένη εξουσία και θέση τους. Δεν είναι μ’ άλλα
λόγια ότι αγαπούν τα τανκς και τα βομβαρδιστικά. Είναι ότι
απεχθάνονται τις υπηρεσίες περίθαλψης και εκπαίδευσης για
τους πιο εξαθλιωμένους (…) Τα γενικότερα κριτήρια αυτών
που είναι στην κορυφή για το ποια πολιτική είναι καλή ή κακή
δεν αλλάζουν. Δεν πολεμούν ταξικά τους φτωχούς κάποιες
φορές ―το κάνουν όλο τον καιρό― και δεν το κάνουν επειδή
είναι προσωπικά σαδιστές αλλά επειδή θέλουν να
προστατεύσουν και να υπερασπιστούν τον εαυτό τους (…)»

Είναι γενικό τερα εμφανές ό τι ο Άλμπερτ στην πραγματικό τητα


υιοθετεί σε πολιτικό και θεωρητικό επίπεδο μια «μανιχαϊστικού »
επιπέδου πολιτική και οικονομική ανά λυση, εστιά ζοντας στις
“εσφαλμένες” πρακτικές των ελίτ, ό πως κατ' αναλογία κά νουν οι
Τσό μσκι και Ζιν, που οδηγεί εύ κολα σε ρεφορμιστικές, μη συστημικές
ερμηνείες. Έτσι, ενώ ό πως είδαμε παραπά νω θεωρεί δογματικό τατα
οτιδή ποτε έξω από τους θεσμού ς του Πά ρεκον μη βιώ σιμο δεν
διστά ζει σε κείμενα ό πως το ά ρθρο του «Διά λογος και Δογματισμό ς»
να παραστή σει τον αντιδογματικό γρά φοντας χαρακτηριστικά :

«Ένα ανήσυχο πνεύμα προσπαθεί να προσεγγίσει την


πραγματικότητα, ασκώντας συνεχώς κριτική στις θέσεις που
πιστεύει. Και διαρκώς προσπαθείς να προωθήσεις τα
πράγματα μπροστά. Να βρεις τα σφάλματα και να τα
διορθώσεις. Αυτή πρέπει να είναι η προσέγγισή μας. Το
σφάλμα που κάνουν συχνά οι πολιτικοί είναι να μετατρέπουν
μια συγκεκριμένη ιδεολογική τοποθέτηση σε θρησκεία. Και
αυτού του είδους ο δογματισμός δεν είναι τόσο διαφορετικός
από τον εθνικο-θρησκευτικό δογματισμό.»
Τα τελευταία χρό νια έχει αναπτυχθεί το ParPol ως ένα μοντέλο
«Συμμετοχική ς Πολιτική ς» σαν μια καθυστερημένη προσπά θεια των
υποστηρικτώ ν του Πά ρεκον [βλ. Stephen R. Shalom, «ParPolity: Political
Vision for a Good Society», Z Magazine/Znet (Νοέμβριος 2005).] να
περιγρά ψουν τους πολιτικού ς θεσμού ς, που είναι συμβατοί με τους
οικονομικού ς θεσμού ς του ορά ματος, (δηλ. Τα Συμμετοχικά
Οικονομικά ). Στο ParPol εισή γαγαν μεν την έννοια του πολίτη, αλλά
μό νο ως έννοια συμπληρωματική προς αυτή ν των εργατώ ν και των
καταναλωτώ ν, οι οποίοι παίρνουν τις σημαντικές οικονομικές
αποφά σεις. Σε αυτό το ύ στερο σχή μα, τα συμβού λια καταναλωτώ ν,
τώ ρα με το ό νομα «λαϊκά συμβού λια» ή απλώ ς «συμβού λια», έχουν
την ευθύ νη για την λή ψη των πολιτικώ ν αποφά σεων. Έτσι, οι
καταναλωτές, ως πολίτες αυτή τη φορά , παίρνουν τις πολιτικές
αποφά σεις, σε αντιδιαστολή προς τις καθαρά οικονομικές αποφά σεις
για την κατανομή των οικονομικώ ν πό ρων, τις οποίες παίρνουν τα
μέλη των εργατικώ ν συμβουλίων. Με ά λλα λό για, ο οικονομικό ς
δυϊσμό ς του σημερινού ανθρώ που, τον οποίον έχει καθιερώ σει η
καπιταλιστική κοινωνία, ζει και βασιλεύ ει και στην
μετακαπιταλιστική κοινωνία των «αντιεξουσιαστώ ν» τύ που Αλμπερτ,
καθώ ς και της ηλεκτρονική ς αυτοκρατορίας του (Znet) παρά τις
ύ στερες προσπά θειες για εξαφά νισή του.

Επομένως το προτεινό μενο σύ στημα συμμετοχική ς πολιτική ς όχι μό νο


καταλή γει να καθιερώ νει ένα είδος «γραφειοκρατική ς δημοκρατίας»
αλλά , επίσης, και ένα ά κρως ιεραρχικό είδος «δημοκρατίας». Αυτό
είναι αναπό φευκτη συνέπεια της προβλεπό μενης ρύ θμισης στο
σύ στημα αυτό , ό τι οι «εκπρό σωποι» στα συμβού λια «θα είναι
επιφορτισμένοι με το να προσπαθού ν να απηχούν τις πραγματικές
από ψεις του συμβουλίου από το οποίο προή λθαν (δηλαδή δεν θα τους
ανατίθεται απλή «εντολή », ό πως στην ΠΔ) ― πρά γμα που σημαίνει ό τι
τα συμβού λια σε κά θε επίπεδο θα είναι διαβουλευτικά σώ ματα. Δεν
είναι λοιπό ν δύ σκολο να φανταστού με ό τι τα μέλη των συμβουλίων
στα ανώ τερα κλιμά κια θα συγκεντρώ νουν περισσό τερη δύ ναμη απ’
ό τι τα μέλη των συμβουλίων στα κατώ τερα κλιμά κια, με
αποκορύ φωση το συμβού λιο ανωτά του επιπέδου, το οποίο στην
ουσία θα παίζει το ρό λο ενό ς είδους Κεντρική ς Επιτροπή ς ως προς τη
νομοθεσία!
Η απώ τερη αιτία αυτού του υψηλού βαθμού συγκέντρωσης δύ ναμης
οφείλεται, φυσικά , στο γεγονό ς ό τι το Πά ρεκον βασίζεται σε μια
συγκεντρωτική οικονομία και κοινωνία, σε αντίθεση με την ριζικά
αποκεντρωμένη οικονομία και κοινωνία την οποία προβλέπει το
πρό ταγμα της ΠΔ. Από την ά λλη μεριά , σε μια πραγματική
δημοκρατία, ό πως αυτή που προτείνεται από το πρό ταγμα της ΠΔ,
ό λες οι σημαντικές πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές αποφά σεις
λαμβά νονται ά μεσα από τους πολίτες σε δημοτικές συνελεύ σεις, που
είναι τα ανώ τατα σώ ματα για τη χά ραξη πολιτική ς. Οποτεδή ποτε,
δηλαδή , πρέπει να λαμβά νονται αποφά σεις σε ανώ τερο επίπεδο
(περιφερειακό , συνομοσπονδιακό ), οι συνελεύ σεις των ανακλητώ ν
απεσταλμένων με συγκεκριμένη εντολή , απλώ ς, συντονίζουν τις
πρωτοβά θμιες αποφά σεις που λαμβά νονται τοπικά , τις οποίες
διαχειρίζονται και υλοποιού ν στο περιφερειακό ή στο
συνομοσπονδιακό επίπεδο. Αυτό σημαίνει ό τι οι περιφερειακές και
συνομοσπονδιακές συνελεύ σεις είναι μό νο διαχειριστικά συμβού λια
και όχι σώ ματα χά ραξης πολιτική ς, ό πως είναι ό λα τα
αντιπροσωπευτικά σώ ματα.

Είναι λοιπό ν φανερό ό τι μια σοβαρή πρό ταση για τη μορφή της
μελλοντική ς μετακαπιταλιστική ς κοινωνίας δεν μπορεί βέβαια να
είναι απλώ ς αντικείμενο σχεδιασμού επί Χά ρτου, με βά ση τα ορά ματα
κά ποιων διανοού μενων και τις ηθικές αξίες που συνά γουν από την
αγωνιστική πρακτική . Μια παρό μοια πρό ταση, για να είναι αξιό πιστη,
πρέπει να αποτελεί ένα ολοκληρωμένο πολιτικό πρό ταγμα που,
εντεταγμένο σε μια από τις ιστορικές παραδό σεις της Αριστερά ς και
ερμηνεύ οντας την σημερινή κοινωνία και τις τά σεις μέσα σε αυτή ν,
συνά γει τις απορρέουσες αρχές οργά νωσης της μελλοντική ς
κοινωνίας. Από τη σκοπιά αυτή , η αντισυστημική ελευθεριακή
Αριστερά δεν χρειά ζεται δή θεν πλουραλιστικά ορά ματα που
συμβά λλουν στην σημερινή  μεταμοντέρνα ιδεολογική σού πα, μολονό τι
παρό μοια ορά ματα θα ή ταν ίσως χρή σιμα στο ΠΚΦ ως ιδεολογικά
μοντέλα για τον «ά λλο κό σμο που είναι εφικτό ς»…

3. Νόαμ Τσόμσκι και Χάουαντ Ζινν: Αναρχικοί ή


«ελευθεριακοί φιλελεύθεροι»;
Η ιδεολογική πλατφό ρμα του φετινού BFEST φαίνεται να αποσκοπεί
στην αναπαραγωγή και μεταφύ τευση σε ελληνικό έδαφος των
ρεφορμιστικώ ν αυτώ ν ρευμά των που σχετίζονται με το Πά ρεκον (που
δυστυχώ ς είναι ηγεμονικά στο εξωτερικό ) και στην συνακό λουθη
αναγό ρευση της ΑΚ σε «εκπρό σωπο» στην Ελλά δα αυτή ς της διεθνού ς
«ελίτ» των κινημά των. Η ”ελίτ” αυτή ελά χιστη σχέση έχει με γνή σια
αντί-συστημικά και αντιεξουσιαστικά προτά γματα που έλκουν την
καταγωγή τους από την ιστορική παρά δοση της αυτονομίας, αφού
υιοθετεί την μέθοδο των τμηματικώ ν μεταρρυθμίσεων ως μέσον
προώ θησης της κοινωνική ς αλλαγή ς και υποδεικνύ ει την παγκό σμια
«κοινωνία των πολιτώ ν» ως το προνομιακό πεδίο δρά σης της. Η
πολιτική στρατηγική της δεν είναι μεν ενιαία, αλλά στο σύ νολο της δεν
αμφισβητεί τους υφιστά μενους συστημικού ς και ιεραρχικού ς θεσμού ς
μέσω των οποίων αναπαρά γεται η συγκέντρωση δύ ναμης σε ό λα τα
επίπεδα. Ξεχνώ ντας ό τι η πεμπτουσία της αναρχική ς πολιτική ς
θεωρίας είναι η από ρριψη κά θε έννοιας αντιπροσώ πευσης, η
κατά ργηση του Κρά τους και η επανενσωμά τωση της πολιτείας στην
κοινωνία υπό την μορφή της δημιουργίας συλλογικώ ν θεσμώ ν ά μεσης
δημοκρατίας, τα «επίλεκτα» θεωρητικά στελέχη του ΖΝΕΤ
αποφεύ γουν να θίξουν στα γραπτά τους το ζή τημα της κατά λυσης
των εξουσιαστικώ ν πολιτικώ ν θεσμώ ν και της αντικατά στασης τους
από ένα απελευθερωτικό θεσμικό πλαίσιο που βασίζεται σε
υπά ρχουσες τά σεις της κοινωνίας και θα εγγυά ται την ισοκατανομή
της πολιτική ς δύ ναμης ανά μεσα στους πολίτες, επιτρέποντας τους να
κά νουν πρά ξη το ιδανικό της αυτοκυβέρνησης.
Έτσι, ο Τσό μσκι εφιστά την προσοχή στις κοινωνικές ανισό τητες που
«διαστρεβλώ νουν» το, κατά τα ά λλα, «φιλελεύ θερο» περιεχό μενο της
αντιπροσωπευτική ς δημοκρατίας περιορίζοντας τη δυνατό τητα
πρό σβασης των οικονομικά ασθενέστερων τά ξεων στην εκλογική
διαδικασία. Η Ινδή ακτιβίστρια Βαντά να Σίβα, έτερο μέλος του
δικτύ ου ΖΝΕΤ, συνιστά την προσφυγή στις ανορθολογικές αρχές της
βεδική ς πνευματική ς “φιλοσοφίας” ως μέσον για την δημιουργία μιας
εναλλακτική ς οικολογική ς συνείδησης (R. Prime & V. Shiva, Vedic
Ecology (Mandala Publishing) ενώ ο «αναρχικό ς» Ζιν, ό πως θα δού με
παρακά τω, δεν έχει πρό βλημα να προσφέρει «για ένα λεπτό » τη
στή ριξη του στο σύ στημα προσερχό μενος κανονικά στις κά λπες για να
ψηφίσει τον έναν ή τον ά λλο επαγγελματία πολιτικό , για να
επιστρέψει ύ στερα με ή συχη συνείδηση στο πεζοδρό μιο στο πλευρό
των αγώ νων που διεξά γουν τα κοινωνικά κινή ματα! Τέλος, ο Βρετανό ς
συγγραφέας Τζορτζ Μονμπιό , εξέχον μέλος του ΠΚΦ του οποίου τα
ά ρθρα αναδημοσιεύ ει τακτικά η Βαβυλωνία, όχι μό νο δεν
συγκαταλέγεται ανά μεσα στους υπέρμαχους ενό ς επαναστατικού
μετασχηματισμού της κοινωνίας στη βά ση αμεσοδημοκρατικώ ν
μορφώ ν διακυβέρνησης, αλλά είναι ο ά νθρωπος που εδώ και χρό νια
εκστρατεύ ει στο εξωτερικό προπαγανδίζοντας την αναγκαιό τητα
ίδρυσης ενό ς παγκό σμιου κοινοβουλίου, υποστηρίζοντας ό τι η
αναπαραγωγή των κοινοβουλευτικώ ν ολιγαρχικώ ν δομώ ν σε
παγκό σμιο επίπεδο είναι ο μοναδικό ς τρό πος για να αποκατασταθεί
ένα είδος «λαϊκή ς κυριαρχίας» μέσα σε έναν «παγκοσμιοποιημένο»
κό σμο [George Monbiot, «The best way to give the poor a real voice is
through a world parliament: Global governance as it stands is tyranny
speaking the language of democracy. We need a directly elected
assembly», The Guardian (24 April 2007)].
Όλες οι παραπά νω ετερό κλητες προτά σεις έχουν ως κοινή
συνισταμένη: α) μια μεταμαρξιστική θεώ ρηση της παγκοσμιοποίησης
ως ένα κατά βά ση προοδευτικό φαινό μενο του οποίου τις θετικές
πλευρές οφείλουμε να αξιοποιή σουμε και β) μια πολιτική προσέγγιση
που στοχεύ ει στη βελτίωση και «εμβά θυνση» του υφιστά μενου
θεσμικού πλαισίου και συνακό λουθα στην έμμεση αποδοχή της
κυριαρχίας του.
Ας καταπιαστού με ό μως πιο διεξοδικά με τις από ψεις των πιο
γνωστώ ν στη χώ ρα μας «επισή μως» αυτοαποκαλού μενων
«αναρχικώ ν», Νό αμ Τσό μσκι και Χά ουαρντ Ζιν που αποτελού ν τα
ισχυρά χαρτιά της εκδή λωσης Β-Fest και του «αναρχισμού » στην
Αμερική , σε μια «ασυνή θιστα ελεύ θερη χώ ρα», ό πως έχει δηλώ σει εδώ
και πολύ καιρό ο Τσό μσκι. Κανείς δεν αμφισβητεί, παρά το
αμφιλεγό μενο συμπέρασμα του Τσό μσκι, ό τι τό σο ο ίδιος ό σο και ο
θεατρικό ς συγγραφέας και ακτιβιστή ς Χά ουαντ Ζινν, έχουν παίξει
σημαντικό ρό λο στο να αποκαλύ πτουν το ρό λο της αμερικά νικης ελίτ,
των πρακτικώ ν του κατεστημένου και της ανά λογης ιδεολογίας που
είναι πανταχού κυρίαρχη στις ΗΠΑ  βλ. π.χ. τη γενικευμένη πνευματική
καταπίεση που έχει ενταθεί μετά την 11η Σεπτέμβρη και ειδικό τερα το
βιβλίο «Academic Repression» ) μολονό τι η ανά λυση τους δεν μπαίνει
ποτέ σε βά θος ν’ αναλύ σει τα συστημικά αίτια των πρά ξεων των
εκπροσώ πων του κατεστημένου, αλλά παραμένει στην επιφά νεια της
καταγγελίας των «κακώ ν» νεοσυντηρητικώ ν κ.λπ.
Και βέβαια, ό πως θα δού με, απέχει πολύ από το να θεωρού νται ως
αναρχικές ιδέες και θεωρίες που πολύ περισσό τερο ταιριά ζουν με τα
φιλελεύ θερα δό γματα περί ανά γκης «δικαιοσύ νης» και
«δικαιωμά των», τα οποία προϋ ποθέτουν την ύ παρξη συστή ματος και
συναφώ ν εξουσιαστικώ ν θεσμώ ν ό πως του κρά τους, και που ελά χιστη
σχέση έχουν με το αντιεξουσιαστικό /αναρχικό κίνημα το οποίο
ιστορικά πά ντα είχε ως πρό ταγμα την κατά λυση κυριαρχίας
ανθρώ που από ά νθρωπο και της συγκέντρωσης εξουσίας σε ό λο το
κοινωνικό εύ ρος. Συγκεκριμένα, το ελευθεριακό πρό ταγμα δεν μιλά με
βά ση τους φιλελεύ θερους ό ρους για δικαιοσύ νη και δικαιώ ματα αλλά
με βά ση τον ελευθεριακό ό ρο για αυτονομία, συλλογική και ατομική ,
ό πως είναι η πραγματική της έννοια. Επίσης, είναι τουλά χιστον
προκλητικό να αποκαλού νται αναρχικές καθαρά ρεφορμιστικές και
συχνά σχεδό ν συνωμοσιολογικές και «προσωποκεντρικές» αναλύ σεις
για τη σημερινή Τά ξη Πραγμά των που έχει επιβά λει το σύ στημα της
διεθνοποιημένης οικονομίας της αγορά ς και της αντιπροσωπευτική ς
«δημοκρατίας» και το οποίο βέβαια αναπαρά γουν οι ελίτ προς ό φελος
τους. Προσεγγίσεις που δεν θέτουν ζή τημα συνολική ς αμφισβή τησης
του συστή ματος και του κρά τους και των συνακό λουθων ιεραρχικώ ν
θεσμώ ν, αλλά εστιά ζουν σε συμπτώ ματα τους και μά λιστα
νομιμοποιού ν έμμεσα τη λειτουργία τους με τις... προτροπές τους, δεν
μπορού ν να θεωρού νται αναρχικές από τη σκοπιά της αυτονομίας.
4. Νόαμ Τσόμσκι: Ο «κορπορατιστικός καπιταλισμός» και
η έλλειψη ανταγωνισμού το πρόβλημα, ο Μπους και οι
«ασυνείδητοι» ιδιώτες.
A. O ανιστόρητος καπιταλισμός του Τσόμσκι
Στο ά ρθρο του «Το Σύστημα Αντι-Αγοράς» που δημοσιεύ τηκε στο τεύ χος
#49 της Βαβυλωνίας, ο Τσό μσκι φαίνεται να αγνοεί πλή ρως τη
λειτουργία του συστή ματος της οικονομίας της αγορά ς και της
σωρευτική ς δυναμική ς του από τό τε που εγκαταστά θηκε μέχρι σή μερα
και η οποία ανακό πηκε κατά τη μικρή περίοδο της
σοσιαλδημοκρατική ς συναίνεσης λό γω της κοινωνική ς πά λης που
αναπτύ χθηκε στις αρχές και τα μέσα του 20ού αιώ να καθώ ς και της
οικονομική ς κρίσης του Μεσοπολέμου που οδή γησαν αναγκαστικά
τους καπιταλιστές στην υιοθέτηση των κεϊνσιανώ ν πολιτικώ ν. Είναι
ενδεικτικό μά λιστα πως, πιστό ς στην «προσωποποίηση» των
συμπτωμά των του συστή ματος, στην ανά λυση του παίρνει ως
δεδομένο έναν εσκεμμένο «σχεδιασμό » των ελίτ στη διεθνή οικονομία
που απαιτεί από τους φτωχού ς «να πειθαρχή σουν», αγνοώ ντας
τελείως ό τι σε ένα σύ στημα της οικονομίας της αγορά ς, οι βασικές
αποφά σεις για τι, για ποιον και πώ ς θα παραχθεί παίρνονται μέσω των
τιμώ ν και του αυτορυθμιζό μενου χαρακτή ρα τους και ό τι οι ίδιες οι
οικονομικές ελίτ έμμεσα κυρίως συμμετέχουν στη λή ψη αποφά σεων
και συνεπώ ς η περιθωριοποίηση μεγά λων ομά δων πληθυσμού και η
ανισοκατανομή οικονομική ς δύ ναμης γίνεται κατά κύ ριο λό γο «ντε
φά κτο».
Στο παρακά τω χωρίο γίνεται φανερό ό τι ο Τσό μσκι υιοθετεί πλή ρως τη
σχεδό ν συνωμοσιολογική μυθολογία για τον
«κορπορατιστικό /βιομηχανικό καπιταλισμό » που κατ' αυτό ν επιδρά
αρνητικά στον ανταγωνισμό , θεωρώ ντας πως αυτό ς ο «τύ πος»
καπιταλισμού ή ταν δή θεν ο λό γος της διαίρεσης του κό σμου σε φτωχές
και πλού σιες κοινωνίες και όχι ο ίδιος ο καπιταλισμό ς και η δυναμική
της οικονομίας της αγορά ς για την οποία ο ανταγωνισμό ς ή ταν βέβαια
ανέκαθεν η κινητή ριος δύ ναμη, επιβεβαιώ νοντας την ξεκά θαρα
ρεφορμιστική οπτική του:
«Οι σχεδιαστές της διεθνούς οικονομίας απαιτούν από τους
φτωχούς να πειθαρχήσουν στους νόμους της αγοράς, αλλά οι
ίδιοι φροντίζουν να προστατεύονται από τις τυχόν ολέθριες
συνέπειές της. Μια χρήσιμη συμφωνία που μας πάει πίσω στις
απαρχές του σύγχρονου βιομηχανικού καπιταλισμού και η
οποία διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στη διαίρεση του
κόσμου σε φτωχές και πλούσιες κοινωνίες, σε Πρώτο και Τρίτο
κόσμο.
Αυτό το θαυμάσιο σύστημα αντι-αγοράς, το οποίο σχεδιάστηκε
από τους αυτοαποκαλούμενους «οπαδούς της ελεύθερης
αγοράς», εφαρμόζεται τώρα στις ΗΠΑ, προκειμένου να
αντιμετωπιστεί η μεγάλη κρίση στις οικονομικές αγορές.
Γενικά, οι αγορές έχουν κάποια γνωστά ελαττώματα. Ένα απ’
αυτά είναι ότι οι συναλλαγές δεν λαμβάνουν υπόψη τις
συνέπειες που έχουν σε αυτούς που δεν συμμετέχουν στη
συναλλαγή.»
Ως επιβεβαίωση των ενδείξεων για τη ρεφορμιστική προσέγγιση του,
στο φύ λλο #46 της Βαβυλωνίας στο ά ρθρο με τίτλο «ΗΠΑ: Ηνωμένες
Πολιτείες Ανασφάλειας» διαβά ζουμε:
«Υπάρχει ένα παθολογικό ρεύμα που ονομάζεται
φιλελευθερισμός, το οποίο θέλει να οδηγήσει στην εξάλειψη
του δημόσιου σχολικού συστήματος και να σας μετατρέψει σε
παθολογικά τέρατα, να νοιάζεστε μόνο για τους εαυτούς τους.
Και αυτό είναι ένα δείγμα υποβάθμισης της δημοκρατίας και
υποβάθμισης της δημοκρατικής συμπεριφοράς»
Ωστό σο το θεμελιακό πρό βλημα της πολυδιά στατης κρίσης σή μερα δεν
εστιά ζεται στην επικρά τηση του φιλελευθερισμού ως μια «κακή
πολιτική », μια σοφιστεία που υποστηρίζει η ρεφορμιστική Αριστερά
παγκοσμίως και που υπονοεί ό τι η αλλαγή αυτή ς της πολιτική ς είναι
δυνατή μέσα στο σύ στημα και μπορεί να δώ σει τη λύ ση. Αυτή η βαθιά
προβληματική ά ποψη υιοθετείται με παραλλαγές και από ά λλα μέλη
του δικτύ ου ZNET και υποστηρίζεται ό τι για τη χειροτέρευση των
συνθηκώ ν ζωή ς τα τελευταία 30 χρό νια ευθύ νεται απλά η υιοθέτηση
των από ψεων του Μίλτον Φρίντμαν και των νεοφιλελεύ θερων
πολιτικώ ν που οδή γησαν στην ά νθιση του κορπορατιστικού
καπιταλισμού .
Μια τέτοια προσέγγιση ό μως αγνοεί τα θεμελιώ δη αίτια της ανό δου
της νεοφιλελεύ θερης παγκοσμιοποίησης, που έγκεινται σε δομικές
αλλαγές μέσα στη δυναμική του συστή ματος της οικονομίας της
αγορά ς, οι οποίες κατέστησαν ασύ μβατο τον μέχρι τα τέλη του '70
σοσιαλδημοκρατικό κρατισμό με την ά νοδο και την επέκταση των
πολυεθνικώ ν, της αγορά ς ευρωδολαρίου και ά λλων αντικειμενικώ ν
τά σεων και έτσι «αθωώ νει» το ίδιο το σύ στημα της οικονομίας της
αγορά ς του οποίου το θεσμικό πλαίσιο οδηγεί τις ελίτ σε δεσμευτικές
επιλογές και υιοθέτηση συγκεκριμένων πολιτικώ ν.
B. O Τσόμσκι και η φιλελεύθερη «δημοκρατία»
Από την ά λλη, σε πολιτικό επίπεδο, προξενεί αλγεινή εντύ πωση πως
στο ίδιο χωρίο ο Τσό μσκι υπονοεί ό τι το πολιτικό σύ στημα που
ψευδεπίγραφα ονομά ζεται «δημοκρατία» από τις ελίτ είναι ό ντως
δημοκρατία και ό τι ο (νεο)φιλελευθερισμό ς ευθύ νεται για την
υποβά θμισης της.
Το γεγονό ς μά λιστα ό τι ο Τσό μσκι, εκτό ς της αστοιχείωτης ανά λυσης
του για το Bretton Woods, το οποίο δεν θεσπίστηκε βέβαια δή θεν για
«να δημιουργή σει χώ ρο για κυβερνητική δρά ση» ό πως γρά φει, αλλά
για να σώ σει τους καπιταλιστές από σχεδό ν βέβαιη κατά ρρευση του
συστή ματος της οικονομίας της αγορά ς αν μεταπολεμικά συνεχιζό ταν
η βαθιά κρίση του Μεσοπολέμου , παίρνει ως δεδομένο το σημερινό
φιλελεύ θερο ολιγαρχικό σύ στημα ως μορφή «δημοκρατίας»
διαφαίνεται και από τα επό μενα χωρία του στο ά ρθρο «Το Σύστημα Αντι-
Αγοράς» :
«Ο οικονομικός φιλελευθερισμός έχει συνέπειες πολύ πέρα από
την οικονομία. Από καιρό έχει γίνει κατανοητό ότι είναι ένα
ισχυρό όπλο ενάντια στη δημοκρατία.»
«Η μεγάλη οικονομική κρίση και ο πόλεμος είχαν ξυπνήσει
ισχυρά ριζοσπαστικά, δημοκρατικά ρεύματα πολλών μορφών,
από την αντιφασιστική αντίσταση μέχρι την οργάνωση της
εργατικής τάξης. Αυτές οι πιέσεις κατέστησαν απαραίτητη την
υιοθέτηση κοινωνικών δημοκρατικών πολιτικών. Το σύστημα
του Bretton Woods σχεδιάστηκε εν μέρει για να δημιουργήσει
χώρο για την κυβερνητική δράση που ανταποκρινόταν στη
λαϊκή θέληση. Για λίγη δημοκρατία, δηλαδή.»
«Αρκεί να προσθέσω το εξής προφανές συμπέρασμα: με την
αποδιάρθρωση του συστήματος τη δεκαετία του '70, οι
λειτουργίες της δημοκρατίας περιορίστηκαν. Έγινε, επομένως,
απαραίτητο να ελεγχθεί και να περιθωριοποιηθεί η λαϊκή
θέληση με κάποιο τρόπο, γεγονός που είναι ιδιαίτερα εμφανές
στις περισσότερο επιχειρηματικές κοινωνίες, όπως οι ΗΠΑ.»
 Η έννοια ό μως της δημοκρατίας δεν μπορεί να περιέχει την έννοια της
αντιπροσώ πευσης και της εκπροσώ πησης της «λαϊκή ς θέλησης» που
χωρίζει την κοινωνία από την πολιτεία και μετατρέπει τους πολίτες σε
υπηκό ους. Η επινό ηση της αντιπροσωπευτική ς «δημοκρατίας» από
τους πατέρες του αμερικά νικου έθνους «από την πρώ τη μέρα» δεν είχε
καμία σχέση με πραγματική δημοκρατία, που είναι η απευθείας
ά σκηση της εξουσίας από το λαό , τον δή μο, και κανένας ύ στερος
«κακό ς» φιλελευθερισμό ς δεν ευθύ νεται για την «υποβά θμισή » της.
Είναι μά λιστα σημαντικό να τονιστεί ό τι ο θεσμό ς αυτό ς αποτελεί το
πολιτικό συμπλή ρωμα της οικονομίας της αγορά ς και πως έχει και
αυτό ς δυναμική συγκέντρωσης εξουσίας από την εγκαθίδρυσή του
πριν περίπου 200 χρό νια μέχρι σή μερα.
Όμως το γεγονό ς ό τι ο Τσό μσκι δεν εστιά ζει στα συστημικά αίτια της
χρό νιας κρίσης αλλά μό νο στις πολιτικές των εκά στοτε ελίτ φαίνεται
και στο παρακά τω χωρίο από το «ΗΠΑ: Ηνωμένες Πολιτείες Ανασφάλειας»
ό που χρεώ νει την χειροτέρευση των συνθηκώ ν ζωή ς στις ΗΠΑ στις
πολιτικές του Μπους και σε κά ποιες νομοθετικές ρυθμίσεις και όχι στο
ίδιο το σύ στημα της οικονομίας της αγορά ς που επιβά λλει τέτοιες
επιλογές ως συνέπεια της δυναμική ς «Ανά πτυξη ή Θά νατος» που το
συνοδεύ ει.. Ως αποτέλεσμα η λύ ση των «καλώ ν» πολιτικώ ν επιλογώ ν
να προβά λλεται ως εφικτή και επιθυμητή έστω και εντό ς συστή ματος.
«Υπάρχουν σημαντικές δυνάμεις που οδηγούν τη χώρα προς
αυτή την κατεύθυνση, εκτός από τις αντιδραστικές πολιτικές
του Μπους, και οι οποίες επιδιώκουν να ενισχύσουν τους
πλουσίους και να αφήσουν τους υπόλοιπους ανθρώπους να
προστατεύονται μόνοι τους, όπως μπορούν.
Πάρτε για παράδειγμα την εξάρτηση της χρηματοδότησης του
δημόσιου σχολικού συστήματος από το φόρο ακίνητης
περιουσίας. Στα προηγούμενα χρόνια, όταν οι τοπικές
κοινωνίες δεν ήταν τόσο αισθητά διαχωρισμένες σε πλούσιους
και φτωχούς, αυτό ήταν λίγο-πολύ αποδεκτό. Σήμερα, η
πολιτική αυτή σημαίνει ότι τα πλούσια προάστια θα έχουν τα
καλύτερα σχολεία σε σχέση με τις φτωχές, αστικές ή αγροτικές
περιοχές. Και αυτή είναι μόνο η αρχή. Η ελίτ των προαστίων,
που απλώς εργάζεται στο κέντρο της πόλης, δεν είναι
υποχρεωμένη να πληρώνει φόρους, για να κρατήσει την πόλη
βιώσιμη. Αυτό το φορτίο πέφτει δυσανάλογα επάνω στους
φτωχούς. Μελέτες, που αφορούν τα δημόσια μέσα μεταφοράς,
έχουν δείξει ότι οι φτωχότεροι επιχορηγούν τους
πλουσιότερους και πιο προνομιούχους. Και τα νομοθετικά
μέτρα αυτού του είδους αυξάνονται διαρκώς.»
Είναι φανερό ό τι η μανιχαϊστική /προσωποκεντρική προσέγγιση του
Τσό μσκυ για τα αίτια της κρίσης στην Αμερική (τα αποτελέσματα της
οποίας βέβαια οφείλουμε να πού με ό τι παρουσιά ζει συνή θως με
χρή σιμα στοιχεία και οξυδέρκεια), με την οποία ουσιαστικά θέτει ως
κύ ριους υπεύ θυνους από τις «ιδιωτικές εταιρίες» μέχρι τον Μπους,
υπολείπεται μιας ανά λυσης που λαμβά νει υπό ψη τη λειτουργία των
αντικειμενικώ ν τά σεων μέσα στο σύ στημα σε σχέση με τις
υποκειμενικές, η οποία είναι αναγκαία ως πρώ το βή μα για το χτίσιμο
ενό ς αντισυστημικού κινή ματος.
Γ. Η "αναρχική" λύση για τον Τσόμσκι: Αγώνες για δικαιώματα και
πιέσεις της "κοινωνίας των πολιτών" και λίγο από... Πάρεκον
Τέλος, στο ίδιο ά ρθρο, σε ερώ τηση σχετικά με τις εναλλακτικές λύ σεις
που υπά ρχουν σή μερα, αναλώ νεται πρωτίστως στην υιοθέτηση των
αγώ νων για φιλελεύ θερα κοινωνικά δικαιώ ματα και διεκδική σεις
έναντι ενό ς συστή ματος ό πως αυτοί που υιοθετεί η αφηρημένη
«κοινωνία των πολιτώ ν» της ρεφορμιστική ς Αριστερά ς ή οι ΜΚΟ,
φτά νοντας μά λιστα στο αστοιχείωτο συμπέρασμα ό τι ζού με σε ένα
καλύ τερο κό σμο σε σύ γκριση με παλιό τερες εποχές:
«Αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι ότι ακριβώς κάναμε και
στο παρελθόν και μας οδήγησε στην πρόοδο και στην επιτυχία.
Ζούμε σε έναν πιο πολιτισμένο κόσμο από αυτόν στον οποίο
ζούσε ακόμα και ο Φόρεστερ, όταν έγραφε τις απόψεις αυτές.
Δείτε για παράδειγμα το ζήτημα των δικαιωμάτων της
γυναίκας ή τον αγώνα ενάντια στα βασανιστήρια, ή ακόμη και
ενάντια στη βία, τις περιβαλλοντικές ανησυχίες ή την
αναγνώριση μερικών από τα εγκλήματα της ιστορίας μας,
όπως αυτό που επιτελέστηκε στο γηγενή πληθυσμό της
Αμερικής. Και θα μπορούσαμε να αναφέρουμε ακόμη
περισσότερα τέτοια θέματα. Σ’ αυτούς τους τομείς έχει
συντελεστεί σημαντική πρόοδος, επειδή άνθρωποι, όπως αυτοί
που εργάζονται στα εναλλακτικά μέσα ενημέρωσης ή εκείνοι
που αθόρυβα οργανώνονται κοινωνικά, συγκροτούν
κοινότητες και δρουν πολιτικά, προσπαθούν να κάνουν κάτι.
Και αυτό παρά το γεγονό ς ό τι εδώ και 30 χρό νια η επέλαση της
νεοφιλελεύ θερης παγκοσμιοποίησης έχει εντείνει την πολυδιά στατη
κρίση (οικονομική , πολιτική , κοινωνική , οικολογική αλλά και
πολιτιστική ) σε ό λο το εύ ρος της κοινωνίας, ενώ υπά ρχουν δεκά δες
αδιά σειστα στοιχεία που δείχνουν ό τι η συγκέντρωση και
ανισοκατανομή δύ ναμης παγκοσμίως είναι πρωτοφανή ς στην ιστορία
και έχει οδηγή σει πά νω από 4 δις κό σμου στη σταδιακή εξαθλίωση ή
στη διαρκή ανασφά λεια. [για περισσό τερα στοιχεία βλ. Τά κης
Φωτό πουλος, Περιεκτική Δημοκρατία, 10 Χρόνια Μετά (Ελεύ θερος
Τύ πος, 2008)].
Ωστό σο, ο Τσό μσκι, συνεχίζει με την εξή ς προτροπή :
«Και οι τρόποι με τους οποίους μπορεί κάποιος να προσφέρει
στον αγώνα δεν είναι μυστηριώδεις. Πρέπει απλώς να
προσπαθήσετε να αναπτύξετε έναν κριτικό και ανοικτό τρόπο
σκέψης και πρέπει να είστε πρόθυμοι να αξιολογήσετε και να
αμφισβητήσετε τις συμβατικές πεποιθήσεις, να τις δεχτείτε αν
τελικά αποδειχτούν έγκυρες, αλλά να τις απορρίψετε αν, όπως
συμβαίνει άλλωστε τόσο συχνά, εξυπηρετούν απλώς τις
εξουσιαστικές δομές. Και να συνεχίσετε έπειτα με
εκπαιδευτικές και άλλες οργανωτικές δραστηριότητες,
ανάλογα με τις περιστάσεις. Δεν υπάρχει μία και μοναδική
φόρμουλα αλλά πολλοί εναλλακτικοί τρόποι. Και σταδιακά, με
την πάροδο του χρόνου, τα πράγματα βελτιώνονται. Αυτό που
θέλω να τονίσω είναι ότι ακόμη και ο σκληρότερος βράχος θα
διαβρωθεί από τη συνεχή και σταθερή ροή σταγόνων νερού.
Τέτοιοι είναι οι τρόποι με τους οποίους πραγματοποιείται η
κοινωνική αλλαγή και δεν υπάρχουν μαγικές λύσεις. Οι τρόποι
αυτοί είναι σκληροί, απαιτητικοί, γεμάτοι προκλήσεις και
συχνά απαιτούν θυσίες. Αλλά αυτό ακριβώς πρέπει να κάνουμε
για έναν καλύτερο κόσμο.»
Ενταγμένος, λοιπό ν, στη λογική μιας γενικό λογης προτροπή ς για
σκό ρπιους αγώ νες και έχοντας υιοθετή σει μια αντικειμενική «ηθική »
για την «Πρό οδο» που «αναπό φευκτα» έρχεται («Σταδιακά, με την
πάροδο του χρόνου, τα πράγματα βελτιώνονται»), κά τι που ακό μα
περισσό τερο ενισχύ ει την υποψία μας ό τι παραβλέπει «εργαλειακά »
τις καθοριστικές για τη συγκέντρωση εξουσίας τά σεις και τα
συστημικά δεδομένα που έχουν προκύ ψει στη νεοφιλελεύ θερη
νεωτερικό τητα, ο Τσό μσκι αδυνατεί να ξεφύ γει από μια επιδερμική και
καθαρά «πολιτειακή »/τεχνοκρατική προσέγγιση των αιτιώ ν που
έχουν οδηγή σει στην τερατώ δη συγκέντρωση εξουσίας που
παρατηρείται σή μερα, 30 χρό νια μετά την είσοδο μας στη
νεοφιλελεύ θερη φά ση της νεωτερικό τητας.
Και αυτό , παρά το γεγονό ς ό τι ως έμπειρος ερευνητή ς των κοινωνικώ ν
τά σεων, θα έπρεπε από καιρό να έχει αντιληφθεί πως στην
πραγματικό τητα ό χι μό νο δεν ζού με σε «πιο πολιτισμένο κό σμο», ό πως
διαπιστώ νει, αλλά ό τι το σημερινό χαρακτηριστικό της
«παγκοσμιοποιημένης» βαρβαρό τητας που βιώ νει πλέον η μεγά λη
πλειονό τητα της ανθρωπό τητας δεν συνίσταται μό νο από ά μεσες
μορφές βίας (αν και η μορφή αυτή βαρβαρό τητας έχει πά ρει επίσης
συγκριτικά τερά στιες διαστά σεις, κυρίως λό γω των απροκά λυπτων
πολέμων της υπερεθνική ς ελίτ καθώ ς και του διαρκού ς σιωνιστικού
εγκλή ματος), αλλά πρωτίστως από  έμμεσες μορφές βίας (που φυσικά
συμβά λλουν και αυτές σημαντικά  στην ένταση της εσωτερική ς βίας σε
χώ ρες του τρίτου και αυξανό μενα του «πρώ του» κό σμου ό πως είναι η
κρατική τρομοκρατία κτλ.) που έχουν να κά νουν με την εγγενή
λειτουργία του διεθνοποιημένου συστή ματος της οικονομίας της
αγορά ς και της ημι-ολοκληρωτική ς πλέον μορφή ς της
αντιπροσωπευτική ς «δημοκρατίας».
Αντ’ αυτού προτιμά ει να κρατά «σιγή ιχθύ ος» ή να αγνοεί συνειδητά
τις συστηματικές ελευθεριακές προσπά θειες που έχουν γίνει τα
τελευταία 30 χρό νια ώ στε να ξεφύ γει η ανθρωπό τητα από την
εντεινό μενη πολυδιά στατη κρίση.
Ενδεικτικά αναφέρουμε ό τι ό ταν ο Τσό μσκι ρωτή θηκε σχετικά
πρό σφατα για το κατά πό σο είναι εφικτή και επιθυμητή στην εποχή
μας η ανά δειξη και επικρά τηση ενό ς ελευθεριακού , αντί-συστημικού
πολιτικού ορά ματος που θα ανατρέψει τις υφιστά μενες εξουσιαστικές
δομές, αυτό ς κατέστησε σαφή την απομά κρυνση του από την ανά γκη
ενό ς αντισυστημικού πολιτικού προτά γματος , προσπερνώ ντας με
κυνικό τρό πο τις προσπά θειες που είχαν ή δη ξεκινή σει να γίνονται
προς αυτή την κατεύ θυνση (Κοινωνική Οικολογία, πρό ταγμα της
Αυτονομίας, Περιεκτική Δημοκρατία). Άντ’ αυτού , υιοθέτησε την
ακίνδυνη και «πολιτικώ ς ορθή » ά ποψη ό τι:
«Θα μπορού σε φυσικά κά ποιος να φανταστεί πιο ελευθεριακές και
δημοκρατικές εναλλακτικές λύ σεις που διαβρώ νουν τό σο τη κρατική
και τη κορπορατιστική δύ ναμη, ό σο και τα καταπιεστικά συστή ματα
που επιβά λλουν –συμπεριλαμβανό μενων των αγορώ ν του κρατικού
καπιταλισμού και τα αναδυό μενα υπερεθνικά ομό λογα τους. Αυτά
είναι σημαντικά ορά ματα για το μέλλον, που θα έπρεπε να
εμψυχώ νουν αυτού ς που επιδιώ κουν την ελευθερία και την
δικαιοσύ νη, καθώ ς και τα κοινωνικά κινή ματα που δημιουργού ν η
συμμετέχουν. Αλλά αυτές είναι ακόμη απόμακρες προοπτικές (remote
prospects) , για τις οποίες δεν έχει γίνει η προκαταρκτική εργασία».
[Τά κης Φωτό πουλος, Ο Καπιταλισμός του Τσόμσκι, Ο
Μετακαπιταλισμός του Άλμπερτ και η Περιεκτική  Δημοκρατία, κεφ. 2
(Γό ρδιος, 2004)].
 
Αυτό , ό μως δεν τον εμπό δισε , σύ ντομα μετά από αυτή ν τη ρή ση του,
να υιοθετή σει το Πά ρεκον (φαίνεται το «μέλλον» αφορά οποιοδή ποτε
ά λλο ό ραμα εκτό ς από αυτό του φίλου και συνεργά τη του Μά ικλ
Άλμπερτ που προφανώ ς είναι «πιο ίσο» από τα ά λλα)!
5. Χάουαρντ Ζιν: Ψηφίζουμε τον λιγότερο κακό
αντιπρόσωπο, στηρίζουμε Ομπάμα και μετά
αγωνιζόμαστε για «δικαιοσύνη»!
A. Ο αναρχικός αγώνας του Ζιν για «δικαιοσύνη» και πιέσεις
στην ελίτ
Συνεχίζοντας με τον ακτιβιστή Χά ουαρντ Ζιν ο οποίος αφού είχε γίνει
γνωστό ς στο χώ ρο κυρίως από τον αντιπολεμικό του αγώ να τη
δεκαετία του '60 και από τό τε κατά κά ποιον τρό πο έχει πά ρει ένα
ακλό νητο «χρίσμα» επαναστατικό τητας που περιέργως τον συνοδεύ ει
σε οτιδή ποτε και αν πρεσβεύ ει, δεν παύ ει να μας υπενθυμίζει ο ίδιος
ό τι είναι «αναρχικό ς», ό πως στη συνέντευξη του που αναδημοσιεύ εται
στο τ. #46 της Βαβυλωνίας:
«Είμαι αναρχικός, και σύμφωνα με τις αναρχικές αξίες
τα έθνη-κράτη αποτελούν εμπόδια σε μία αληθινή,
ανθρωπιστική παγκοσμιοποίηση. Κατά μία έννοια, το
ρεύμα της παγκοσμιοποίησης, με τους καπιταλιστές να
υπερπηδούν τα εθνικά σύνορα, μας δίνει την ευκαιρία
να καταργήσουμε τα σύνορα και να
πραγματοποιήσουμε την παγκοσμιοποίηση των
ανθρώπων, σ’ αντίθεση με την παραδοσιακή
παγκοσμιοποίηση. Με άλλα λόγια, μπορούμε να την
εκμεταλλευτούμε —δεν υπάρχει τίποτα κακό στην ιδέα
της παγκοσμιοποίησης— με έναν τρόπο που να
πετυχαίνεται η κατάργηση των εθνικών συνόρων και,
ταυτόχρονα, να διασφαλίζεται ότι οι οικονομικές αποφάσεις
που αφορούν τους ανθρώπους του κόσμου να μην
λαμβάνονται από τις εταιρείες.»
Όμως, πέρα από το απαρά δεκτο για ένα ελευθεριακό συμπέρασμα του
για την οικονομική παγκοσμιοποίηση μέσω του διεθνοποιημένου
συστή ματος της οικονομίας της αγορά ς την οποία «μπορού με να
εκμεταλλευτού με» με τροποποιή σεις (δηλαδή έμμεσα μη θέτοντας
ζή τημα συστημική ς αλλαγή ς αλλά ρεφορμισμού ) για να
«πραγματοποιή σουμε την παγκοσμιοποίηση των ανθρώ πων», είναι
αποκαλυπτικό του συντηρητισμού των θέσεων του Ζιν το ά ρθρο του
«Νόμος, Τάξη και Βία» που δημοσιεύ εται στο τ. 51 της Βαβυλωνίας στο
οποίο γρά φει μεταξύ ά λλων:
«Σίγουρα δεν είναι λάθος όλοι οι κανόνες και οι κανονισμοί.
Ίσως πρέπει να έχουμε ανάμικτα συναισθήματα σχετικά με
την υπακοή στους νόμους. Η υπακοή στο νόμο που σε στέλνει
στον πόλεμο φαίνεται λάθος. Η υπακοή στο νόμο ενάντια στο
φόνο φαίνεται απόλυτα σωστή. Για να υπακούσεις
πραγματικά σ’ αυτόν το νόμο, πρέπει να αρνηθείς να
υπακούσεις στο νόμο που σε στέλνει στον πόλεμο.
Η κυρίαρχη ιδεολογία δεν δίνει το δικαίωμα να γίνονται
λογικές διακρίσεις από τους ανθρώπους σχετικά με τους
νόμους που πρέπει να υπακούουν. Είναι αυστηρή και απόλυτη.
Είναι ο άκαμπτος κανόνας κάθε κυβέρνησης είτε είναι
φασιστική, είτε κομμουνιστική, είτε φιλελεύθερη
καπιταλιστική. Η Γκέρτρουντ Σολτζ, επικεφαλής του Τμήματος
Γυναικών επί Χίτλερ, εξήγησε σ’ ένα δημοσιογράφο την
πολιτική των ναζί για τους Εβραίους, ως εξής: «Σ’ όλες τις
περιπτώσεις υπακούαμε στο νόμο. Αυτό δεν κάνετε και στην
Αμερική; Ακόμη κι αν διαφωνείτε προσωπικά με ένα νόμο, τον
ακολουθείτε. Αλλιώς η ζωή θα ήταν χάος».
«Σίγουρα, η ειρήνη, η σταθερότητα και η τάξη είναι
επιθυμητές, το χάος και η βία, όχι. Αλλά η σταθερότητα και η
τάξη δεν είναι οι μοναδικές επιθυμητές καταστάσεις της
κοινωνικής ζωής. Είναι, επίσης, και η δικαιοσύνη, δηλαδή η
δίκαιη μεταχείριση όλων των ανθρώπων, το ισότιμο δικαίωμα
όλων στην ελευθερία και την ευημερία. Η απόλυτη υπακοή
στο νόμο μπορεί να φέρνει την τάξη προσωρινά, αλλά δεν
φέρνει τη δικαιοσύνη. Και όταν δεν τη φέρνει, αυτοί που
υφίστανται άδικη μεταχείριση μπορούν να διαδηλώνουν, να
επαναστατούν, να προκαλούν αναταραχές, όπως έκαναν οι
αμερικανοί επαναστάτες τον 18ο αιώνα, οι αγωνιστές ενάντια
στη δουλεία τον 19ο αιώνα, οι κινέζοι φοιτητές τον 20ο και
όπως έχουν κάνει οι εργάτες, κάθε φορά που απεργούν, σε
κάθε χώρα ανά τους αιώνες.»
«Δεν έχουμε μεγαλύτερη υποχρέωση να επιδιώκουμε τη
δικαιοσύνη, παρά να υπακούμε στο νόμο; Ο νόμος μπορεί να
υπηρετεί τη δικαιοσύνη, όπως όταν απαγορεύει το βιασμό και
το φόνο ή όταν επιβάλει στα σχολεία να δέχονται όλους τους
μαθητές ανεξάρτητα από φυλή και εθνικότητα. Αλλά όταν
στέλνει νέους ανθρώπους στον πόλεμο, όταν προστατεύει τους
πλούσιους και τιμωρεί τους φτωχούς, τότε ο νόμος και η
δικαιοσύνη έρχονται σε σύγκρουση μεταξύ τους. Σ’ αυτή την
περίπτωση, ποια είναι η μεγαλύτερη υποχρέωσή μας: ο νόμος
ή η δικαιοσύνη;
Η απάντηση δίνεται από τη θεωρία της δημοκρατίας με τα
λόγια του Τζέφερσον και των συναδέλφων του στη Διακήρυξη
της Ανεξαρτησίας. Ο νόμος είναι απλώς ένα μέσο. Η
κυβέρνηση είναι απλώς ένα μέσο. «Η ζωή, η ελευθερία και η
επιδίωξη της Ευτυχίας» – αυτά είναι οι σκοποί. Και «όποια
μορφή διακυβέρνησης αποτυγχάνει σε σχέση μ’ αυτούς τους
σκοπούς, είναι Δικαίωμα των Ανθρώπων να την αλλάξουν ή να
την καταργήσουν, και να θεσμοθετήσουν μία νέα».
Είναι παραπά νω από φανερό από τα παραπά νω χωρία ό τι ο Ζιν
συγχέει την έννοια της δικαιοσύ νης με την ελευθερία και την
αυτονομία, την οποία το πιο πιθανό είναι να αγνοεί τελείως.
Είναι χαρακτηριστικό μά λιστα πως υιοθετεί μια δογματική οπτική της
ελευθερίας την οποία ταυτίζει σε σημαντικό βαθμό με τη
«δικαιοσύ νη» και βλέπει τους νό μους, δηλαδή τη θέσμιση της
κοινωνίας και από ποιους γίνεται, απλά ως «μέσο» για τη δικαιοσύ νη
και την ελευθερία! Έτσι, οδηγείται καθαρά σε μια ετερό νομη θεώ ρηση
της κοινωνίας, σύ μφωνα με την οποία το ζητού μενο και ο αυτοσκοπό ς
δεν είναι το να δημιουργού ν και να αμφισβητού ν οι ίδιοι οι ά νθρωποι
τους νό μους τους και τους νό μους της κοινό τητας τους, ό πως είναι η
έννοια της ατομική ς και συλλογική ς αυτονομίας στην οποία βασίζεται
φιλοσοφικά το πρό ταγμα της Περιεκτική ς Δημοκρατίας, αλλά απλά το
να γνωρίζουν αν πρέπει να υπακού ν ή όχι στους νό μους που
δημιουργού ν οι ελίτ για αυτού ς!
Σε αυτό το πλαίσιο, μό νο αρνητική εντύ πωση προκαλεί η σύ νδεση της
έννοιας της ελευθερίας ό χι με την ίδια την αυτονομία ως αυτοσκοπού ,
αλλά με τη «δικαιοσύ νη», «δηλαδή τη δίκαιη μεταχείριση ό λων των
ανθρώ πων, το ισό τιμο δικαίωμα στην ελευθερία και την ευημερία»,
μια προσέγγιση που ανή κει καθαρά στο φιλελεύ θερο ιδεολογικό
φά σμα και μά λιστα ο ίδιος δηλώ νει με σαφή νεια ό τι το μείζον ζή τημα
είναι το αν μας μεταχειρίζονται δίκαια ή όχι οι κυρίαρχες τά ξεις και οι
ελίτ! Έτσι λοιπό ν, το ζητού μενο της «ελευθερίας» του Ζιν είναι να μας
δίνεται το δικαίωμα να κά νουμε «λογικές διακρίσεις» «σχετικά με τους
νό μους που πρέπει να υπακού με», μια ά ποψη που μό νο αντιδραστική
μπορεί να χαρακτηριστεί.
 

Β. Στηρίζουμε Ομπάμα, τον στυλοβάτη του έθνους και του


Συντάγματος μας
Όμως η καθαρά φιλελεύ θερη οπτική του Ζιν δεν τελειώ νει εδώ . Ο ίδιος
παρό τι δηλώ νει σταθερά αναρχικό ς, λέει σε συνέντευξη του «Howard
Zinn: Obama "Is Going to Need Demonstrations and Protest and Letters
and Petitions" to Do the Right Things» (12 March 2009) στη Liliana
Segura, AlterNet, ό τι στηρίζει και ψηφίζει τον «προοδευτικό » Ομπά μα:

«LS: Πολλές από τις παραστάσεις σχετίζονται με τον πόλεμο –


και η κατεύθυνση κατά την οποία οδεύουμε στο Αφγανιστάν
έρχεται αμέσως στο μυαλό. Τι πιστεύεις για τον Ομπάμα και το
γεγονός ότι ακολουθεί την πορεία της κυβέρνησης Μπους
όσον αφορά τον «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας»; Τον
υποστήριξες, έτσι δεν είναι;
Howard Zinn: Αν υποστήριξα τον Ομπάμα; (Γέλια) Ναι – τον
υποστήριξα και ήθελα να κερδίσει. Ήθελα να φύγουν οι Μπους
και Τσένυ. Ήθελα την αλλαγή – και η αλήθεια είναι ότι δεν είχα
και άλλη επιλογή. Ήταν είτε ο Μπους ή ο Ομπάμα. Και επέλεξα
τον Ομπάμα. Και, στην πραγματικότητα, ήμουν αισιόδοξος. Όχι
υπερβολικά αισιόδοξος καθώς γνωρίζω λίγα πράγματα για την
αμερικανική Ιστορία. Γνωρίζω πόσο μεγάλη ελπίδα έχει
εναποτεθεί σε προέδρους, και γνωρίζω ότι οι πρόεδροι είναι
πολιτικά ζώα. Γνωρίζω πολύ καλά ότι ο Λίνκολν ήταν
πολιτικός και ότι ο Ρούσβελτ ήταν πολιτικός και, στην
πραγματικότητα, μπορεί κανείς να πει ότι το θέμα του έργου
μου είναι ότι δεν μπορούμε να εμπιστευόμαστε όσους είναι
στο Λευκό Οίκο. Μπορούμε να εμπιστευόμαστε μόνο όσους
διαδηλώνουν στο Λευκό Οίκο. Οπότε η στάση μου απέναντι
στον Ομπάμα ήταν εξαρχής επιφυλακτική, με την έννοια ότι,
ΟΚ, είναι καλό να μπει ο Ομπάμα εκεί μέσα, είναι χαρούμενος
που αφύπνισε πολλούς ανθρώπους κάνοντάς τους να
ασχοληθούν με την πολιτική – τώρα ελπίζω αυτός ο κόσμος
που αφυπνίστηκε και ενεργοποιήθηκε θα χρησιμοποιήσει
αυτή την ενέργεια προκειμένου να ωθήσει τον Ομπάμα προς
μια κατεύθυνση διαφορετική από αυτή που φαίνεται να
ακολουθεί προς το παρόν.»
Σε ά ρθρο του μά λιστα «Standing up for justice in the age of Obama»
(13 March 2009) στον Socialist Worker γρά φει σχετικά με τον
Ομπά μα:
«Ο Ομπάμα μίλησε για το όραμα που έχει. Πρέπει να έχει
κανείς όραμα και τώρα θέλω να πω στον Ομπάμα ποιό πρέπει
να είναι το όραμά του. Το όραμα του πρέπει να είναι το έθνος
να γίνει αρεστό σε όλο τον κόσμο. Ένα έθνος που θεωρείται ως
ειρηνικό, διότι θα έχει αποσύρει τις στρατιωτικές του βάσεις
από όλες αυτές τις χώρες. Αυτό που απαιτείται είναι ένα
συνολικό αναποδογύρισμα. Θέλουμε μια χώρα που
χρησιμοποιεί τους πόρους της, τον πλούτο της και τη δύναμή
της για να βοηθά τους ανθρώπους, όχι για να τους πληγώνει.
Αυτό χρειαζόμαστε».
Σε μό λις χθεσινή (27/5/09) συνέντευξη του στην Ελευθεροτυπία ο
Χά ουαρντ Ζινν αποκαλύ πτει ξεκά θαρα και χωρίς ίχνος ενδοιασμού την
ασυνέπεια μεταξύ αναρχισμού – κοσμοαντίληψη την οποία δηλώ νει
(ανά λογα με την περίσταση) ό τι ενστερνίζεται – και των από ψεων που
εκφρά ζει για το ποιες είναι οι προσδοκίες του από τον Ομπά μα:

«Τι μπορεί να ελπίζει η Αμερική και τι ο γεωπολιτικός


χάρτης από την εκλογή του Ομπάμα;»

«Δεν θα σας πω αυτό που ελπίζω, αλλά αυτό που θα ήθελα


να γίνει. Θα ήθελα να γίνουν θεμελιώδεις αλλαγές στο
οικονομικό σύστημα, να επιστρέψουμε στην εποχή του
Ρούζβελτ, ο οποίος, μετά το κραχ του '29, έφερε
μεταρρυθμίσεις, αναμορφώνοντας την κοινωνική πρόνοια.
Δηλαδή, το κράτος να εγγυηθεί εκ νέου για τις ανάγκες των
ανθρώπων, βοηθώντας τις οικονομικά ασθενέστερες τάξεις:
να νοιάζεται, παραδείγματος χάριν, για την ιατρική τους
περίθαλψη ή για την επιδότηση του δανείου τους. Και πάντα
να λαμβάνονται υπόψη τα δικαιώματά τους, όπως
κατοχυρώνονται από το Σύνταγμα της Αμερικής».

Σε ερώτηση μάλιστα «Θα συνεχιστούν οι πόλεμοι στο όνομα της τρομοκρατίας σε χώρες
όπου είναι κυρίαρχο το μουσουλμανικό στοιχείο;» ιδού τι απαντά ο "αναρχικός" Ζιν:
«Δεν νομίζω ότι η νέα κυβέρνηση θα κάνει πόλεμο εναντίον του Ιράν και οποιασδήποτε
άλλης χώρας»
Έτσι, το γεγονός ότι ο νέος "άνθρωπος των ΗΠΑ" στο Πακιστάν, γνωστός με το
παρατσούκλι «Ο κύριος 10%» για τις μίζες που απαιτεί σήμερα, μακελεύει για
λογαριασμό του Ομπάμα το λαό του Πακιστάν, ενώ η σφαγή αμάχων στο Αφγανιστάν
εντείνεται, φαίνεται διέφυγαν της προσοχής του μεγάλου αναρχικού ιστορικού Ζιν ότι
είναι πόλεμοι του Ομπάμα!
 
Γ. Ψηφίζουμε στις εκλογές και μετά αυτοοργανωνόμαστε
Αυτή η στά ση βέβαια δεν αφορά απλά την επιλογή του εκλεκτού
πολιτικού αντιπροσώ που της υπερεθνική ς ελίτ στις ΗΠΑ, Ομπά μα,
αλλά και γενικό τερα τη στά ση του στο θέμα της συμμετοχή ς στις
εθνικές εκλογές ό πως και στην ανά γκη ενό ς ισχυρού και «δίκαιου»
έθνους-κρά τους (κά τι που προφανώ ς δεν είναι κατά φωρα αντιφατικά
για τον "αναρχικό " Ζιν με αυτά που διακηρύ σσει παραπά νω ό τι «τα
έθνη-κρά τη αποτελού ν εμπό διο σε μια πραγματική ανθρώ πινη
παγκοσμιοποίηση»!). Σε συνέντευξη του λοιπό ν που αναδημοσιεύ εται
στο τεύ χος #46 της Βαβυλωνίας «Περί Αναρχισμού» λέει σχετικά με τις
εκλογές:
«Μία προσωπική ερώτηση. Πηγαίνεις στην κάλπη; Ψηφίζεις;
Ζ: Ναι, μερικές φορές, όχι πάντα. Εξαρτάται. Θεωρώ ότι είναι
προτιμότερο, μερικές φορές, να έχεις πρόεδρο τον έναν
υποψήφιο παρά τον άλλο, παρόλο που ξέρεις ότι η λύση δεν
είναι αυτή. Μερικές φορές ο λιγότερο κακός, δεν είναι και τόσο
λιγότερο, κι έτσι τον απορρίπτεις και είτε δεν ψηφίζεις είτε
ψηφίζεις έναν τρίτο υποψήφιο, ως διαμαρτυρία στο
κομματικό σύστημα. Μερικές φορές η διαφορά μεταξύ δύο
υποψηφίων είναι άμεσα σημαντική, και τότε νομίζω ότι η
προσπάθεια να εκλεγεί κάποιος, που είναι λίγο καλύτερος ή
λιγότερο επικίνδυνος, είναι κατανοητή. Δεν πρέπει, όμως, ποτέ
να ξεχνάμε ότι, ανεξάρτητα ποιος θα εκλεγεί, το σημαντικό
είναι τι είδους κοινωνικό κίνημα υφίσταται. Επειδή έχουμε δει
στην ιστορία ότι, εφόσον υπάρχει ισχυρό κοινωνικό κίνημα,
δεν έχει σημασία ποιος καταλαμβάνει το αξίωμα. Όποιος και
να είναι, είτε Ρεπουμπλικανός είτε Δημοκρατικός, αν υπάρχει
ισχυρό κίνημα, αυτός που έχει την εξουσία θα αναγκαστεί να
υποχωρήσει, θα αναγκαστεί, κατά κάποιο τρόπο, να σεβαστεί
τη δύναμή του.
Ο Ρίτσαρντ Νίξον δεν ήταν ο λιγότερο κακός αλλά ο
χειρότερος υποψήφιος· κατά τη διακυβέρνησή του, όμως,
τερματίστηκε, επιτέλους, ο πόλεμος, επειδή είχε να
αντιμετωπίσει την ορμή τού αντιπολεμικού κινήματος και των
Βιετναμέζων. Θα ψηφίσω, αλλά πάντοτε έχοντας κατά νου ότι
σημαντική δεν είναι η ψήφος αλλά η οργάνωση.
Όταν κάποιοι άνθρωποι μιλάνε για τις εκλογές, με ρωτούν: Θα
υποστηρίξεις αυτόν τον υποψήφιο ή τον άλλο; Εγώ τους λέω:
«Θα υποστηρίξω αυτόν τον υποψήφιο για ένα λεπτό, όσο
βρίσκομαι στην κάλπη. Εκείνη υποστηρίξω τον Α και όχι τον Β,
αλλά πριν να πάω στην κάλπη, και αφού φύγω από κει,
διοχετεύω όλες μου τις δυνάμεις στην οργάνωση των
ανθρώπων και όχι στη διοργάνωση προεκλογικών
εκστρατειών».
Έτσι, λοιπό ν, ο αναρχισμό ς του Ζιν μεταφρά ζεται στο να στηρίζουμε
τον Α και ό χι τον Β στις εκλογές και έτσι να νομιμοποιού με την απά τη
της αντιπροσωπευτική ς ολιγαρχίας και στη συνέχεια να «ξεχνά με» ό τι
ψηφίσαμε τον «καλό » εξουσιαστή μας και να διοχετεύ ουμε ό λες μας
τις δυνά μεις στην οργά νωση των ανθρώ πων (δηλαδή στους αγώ νες
για δικαιώ ματα και «δικαιοσύ νη»).
Άλλωστε, συνεχίζει στη συνέντευξη του «Howard Zinn: Obama "Is
Going to Need Demonstrations and Protest and Letters and Petitions"
to Do the Right Things» (12 March 2009) στη Liliana Segura, AlterNet, η
οργά νωση και οι αγώ νες θα πρέπει να κινού νται πρωτίστως στην
κατεύ θυνση της «δρά σης» που απαιτείται για να προξενή σουν την
προσοχή των κυβερνώ ντων (!) και όχι της αντικατά στασης του
συστή ματος με ένα ά λλο «μη-σύ στημα» στο οποίο η ανά γκη για
«δικαιώ ματα» και πιέσεις σε ελίτ δεν θα είναι νοητές, αφού ... απλά δεν
θα υφίστανται εξουσιαστικοί θεσμοί και κρά τος σε καμία κοινωνική
σφαίρα:
«Και το κίνημα κατά της σκλαβιάς μεγάλωσε αρκετά σε
μέγεθος και σε δύναμη ώστε ο Λίνκολν αναγκάστηκε να το
ακούσει. Έτσι προέκυψε η Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας και η
13η, 14η και 15η Τροπολογία.
Αυτή είναι η ιστορία αυτής της χώρας. Όπου υπήρξε πρόοδος,
οπουδήποτε ανατράπηκε κάποιο είδος αδικίας, αυτό έγινε
διότι οι άνθρωποι ενήργησαν ως πολίτες και όχι ως πολιτικοί.
Δεν παραπονιόντουσαν μόνο. Εργάστηκαν, ενήργησαν και
οργανώθηκαν, εξεγέρθηκαν όταν αυτό ήταν απαραίτητο.
Έκαναν ότι μπορούσαν ώστε να τραβήξουν την προσοχή των
ανθρώπων με εξουσία στην κατάστασή τους. Και αυτό είναι
που πρέπει να κάνουμε σήμερα.»
 Τέλος, διαβά ζοντας μια συνέντευξη του «Anarchism Interview» στον
Ziga Vodovnik, ZSpace (13 May 2008), παρά το ό τι δεν μπορεί κά ποιος
να διαφωνή σει ό τι για τη μετά βαση σε μια πραγματικά δημοκρατική
κοινωνία που θα διασφαλίζει την ισοκατανομή δύ ναμης ό λων των
πολιτώ ν είναι αναγκαία η συνέπεια μεταξύ δημοκρατικώ ν μέσων και
στόχων, ο Ζιν υιοθετεί μια «μεσσιανική » πασιφιστική θεώ ρηση του
αναρχισμού , που καμία σχέση βέβαια δεν έχει με τον κλασικό
αναρχισμό και την ανά γκη αυτοά μυνας και ενίοτε καταφυγή ς στη
λαϊκή αντιβία απέναντι στην εντεινό μενη συστημική βία. Σε σχετικό
ερώ τημα απαντά ει:
«HZ: Ο όρος αναρχισμός έχει συνδεθεί με δύο φαινόμενα με τα
οποία οι πραγματικοί αναρχικοί δεν θέλουν να έχουν σχέση. Το
ένα είναι η βία, και το άλλο είναι η αταξία και το χάος. Η λαϊκή
αντίληψη του αναρχισμού είναι, από τη μία, η ρήψη βομβών
και η τρομοκρατία και, από την άλλη, η μη ύπαρξη κανόνων,
νόμων, πειθαρχίας, ο καθένας να κάνει ότι θέλει, να προκαλεί
σύγχυση κλπ.
Όσον αφορά τα μέσα θα έλεγα ότι η ιδέα της άμεσης δράσης
έναντι του κακού που θέλεις να ξεπεράσεις είναι κάποιο είδος
ελάχιστου κοινού παρονομαστή των αναρχικών ιδεών,
αναρχικών κινημάτων. Εξακολουθώ να πιστεύω ότι μια από
τις πιο σημαντικές αρχές του αναρχισμού είναι ότι δεν μπορείς
να ξεχωρίσεις τα μέσα από τους στόχους. Και αυτό σημαίνει
ότι, αν ο στόχος σου είναι μια κοινωνία ισότητας, τότε θα
πρέπει να χρησιμοποιείς και αντίστοιχα μέσα, αν ο στόχος
είναι μια μη βίαιη κοινωνία χωρίς πόλεμο, δεν μπορείς να
χρησιμοποιείς τον πόλεμο ώστε να πετύχεις το στόχο σου.
Πιστεύω ότι ο αναρχισμός προϋποθέτει τα μέσα και οι στόχοι
να είναι ευθυγραμμισμένοι. Μάλιστα πιστεύω ότι αυτό είναι
ένα από τα προεξέχοντα χαρακτηριστικά του αναρχισμού.

6. Ελευθεριακός Σιωνισμός:
Μια ακόμα συντηρητική
συνιστώσα του «αναρχισμού» των Τσόμσκι και Ζιν
Τέλος, και εξίσου κρίσιμα με τα παραπά νω είναι τα ερωτή ματα που
προκύ πτουν από τη στά ση των Τσό μσκι και Ζιν μεταξύ ά λλων
«αναρχικώ ν», στο φλέγον ζή τημα του σιωνισμού . Είναι παραπά νω
από αποκαλυπτική της καθαρά φιλελεύ θερης και σχεδό ν
αντιδραστική ς οπτική ς των Τσό μσκι και Ζιν απέναντι στην πιο
δολοφονική ιδεολογία που έχει επικρατή σει μεταπολεμικά , η
προκή ρυξη που συνυπογρά φουν μαζί με ά λλους «αριστερού ς»
διανοητές για την πρωτοφανή σιωνιστική σφαγή στη Γά ζα στα τέλη
του Δεκέμβρη/αρχές Γενά ρη 2009 με τον τίτλο «Είμαστε εξοργισμένοι από
τη συλλογική τιμωρία των Παλαιστινίων από το Ισραήλ », η οποία δημοσιεύ τηκε
στην «Ελευθεροτυπία» .
Στο κείμενο αυτό γρά φονται τα εξή ς εκπληκτικά μεταξύ ά λλων:
«Είμαστε ηθικώς εξοργισμένοι από την πολιτική συλλογικής
τιμωρίας που επιβάλλεται στους Παλαιστινίους και
καταδικάζουμε και οικτίρουμε την αποτυχία του ΟΗΕ και της
διεθνούς κοινότητας ως συνόλου να σταματήσει τις τελευταίες
αυτές ισραηλινές φρικαλεότητες στη Γάζα.
Το δράμα του παλαιστινιακού λαού είναι μια μελανή κηλίδα
στην ανθρωπότητα. Αν και απορρίπτουμε τις ρίψεις ρουκετών
και όλμων από τη Χαμάς ως ηθικά λανθασμένες και πολιτικά
αντιπαραγωγικές, καταδικάζουμε επίσης την ιδέα των
μαζικών αντιποίνων εναντίον μιας ανυπεράσπιστης
κοινωνίας, καθώς τέτοιες πρακτικές οδηγούν σε μορφές
βαρβαρότητας και απανθρωπιάς, τις οποίες πιστεύαμε ότι ο
πολιτισμένος κόσμος είχε εγκαταλείψει εδώ και πολύ καιρό.»
Έτσι, λοιπό ν, η νό μιμη αντιβία και ά μυνα ενό ς ολό κληρου λαού 1,5
εκατομμυρίων που στοιβά ζεται σε μια περιοχή σαν τη Θρά κη και ο
οποίος στηρίζει αποφασιστικά τη Χαμά ς στον εθνοαπελευθερωτικό
του αγώ να, που εκφρά ζεται και με τη ρή ψη ουσιαστικά
τροποποιημένων... βαρελό των, χαρακτηρίζεται από τους Τσό μσκι, Ζινν
και λοιπού ς ως «ηθικά λανθασμένη» και «αντιπαραγωγική » ενώ
μπαίνει εμμέσως πλην σαφώ ς στο ίδιο τσουβά λι με τη συστηματική
σιωνιστική κτηνωδία!! Στη συνέχεια, το ά λλο εξωφρενικό που
προσιδιά ζει περισσό τερο σε λαϊκίστικη ρητορεία απολογητώ ν του
συστή ματος παρά σε αριστερού ς και αναρχικού ς, είναι ό τι οι
διαπιστωμένες και καταγεγραμμένες πρακτικές του Ισραή λ από δοσης
συλλογικώ ν αντιποίνων έναντι του λαού της Γά ζας αποκαλού νται
απλά μια «ιδέα» (!!) πρακτικώ ν στην οποία εναντιώ νονται, ενώ μό νο
τραγελαφική μπορεί να χαρακτηριστεί η τελευταία πρό ταση στην
οποία οι φημισμένοι «αντιεξουσιαστές» βγά ζουν το λαμπρό
συμπέρασμα ό τι με εξαίρεση αυτές τις προβληματικές ιδέες και
πρακτικές, στην πραγματικό τητα ζού με (ή νομίζουν ό τι ζουν) σε έναν
πολιτισμένο κό σμο που έχει αποβά λει οριστικά τέτοιες μορφές
βαρβαρό τητας και απανθρωπιά ς!!
Το συνοπτικό κείμενο κλείνει με την εξή ς προτροπή :
«Εμείς, οι υπογράφοντες, ζητούμε άμεση εκεχειρία στη
Λωρίδα της Γάζας, πλήρη απόσυρση των ισραηλινών
δυνάμεων, τερματισμό του οικονομικού αποκλεισμού της
Γάζας και έναρξη διπλωματικών συνομιλιών για την ίδρυση
ενός παλαιστινιακού κράτους.»
Σε αυτό το σημείο, οι συνυπογρά φοντες εντά σσουν έμμεσα ή ά μεσα τη
σιωνιστική ιδεολογία και προπαγά νδα της δημιουργίας ενό ς
ξεχωριστού Παλαιστινιακού κρά τους-Μπαντουστά ν δίπλα σε ένα
«καθαρό » Ισραηλινό κρά τος, ό πως διαφημίζεται και προωθείται από
την υπερεθνική ελίτ ως «λύ ση» στο μεσανατολικό , από την πίσω
πό ρτα στην αριστερή ρητορική και μά λιστα δεν κά νουν λό γο ού τε καν
για την ουτοπική επιστροφή στα εδά φη του 1967. Έτσι, απορρίπτουν
πανηγυρικά την πρό ταση γ,ια μια βιώ σιμη λύ ση που θα μπορού σε να
είναι, ό πως έχουν προτείνει εδώ και δεκαετίες πραγματικά
ριζοσπά στες στοχαστές της αντι-σιωνιστική ς ελευθεριακή ς αριστερά ς,
μεταξύ ά λλων επιφανείς Εβραίοι ό πως η Χά να Άρεντ, αρχικά ένα
πολυπολιτισμικό έθνος των λαώ ν της περιοχή ς, με στόχο σταδιακά τη
μετά βαση σε μια συνομοσπονδιακή Περιεκτική Δημοκρατία, στην
οποία δεν θα νοού νταν ο φαύ λος κύ κλος βίας που καταδικά ζει έμμεσα
και ά μεσα στην εξαθλίωση εκατομμύ ρια κό σμο.
Βέβαια, ειδικά ο Τσό μσκι στην πραγματικό τητα δεν έκρυψε ποτέ ό τι
ανή κει στο φά σμα του ελευθεριακού σιωνισμού , αφού , ό ντας πιστό ς
ή δη από τα τέλη της δεκαετίας του ‘60 σε μια «μετα-αναρχική » και μη
συστημική ανά λυση του ρατσιστικού σιωνιστικού φαινομένου,
στρέφεται απλά κατά του «κρά τους του Ισραή λ» και των «ΗΠΑ» και
όχι της ίδιας της σιωνιστική ς ιδεολογίας (για την οποία δεν κά νει
σχεδό ν πουθενά λό γο σε κά ποιο κείμενο ή ομιλία του) και του
συστή ματος που εξέθρεψαν από την πρώ τη κιό λας μέρα τη φοβερή
βία και οδή γησαν μέσα στα 60 χρό νια από τη βίαιη δημιουργία του
κρά τους του Ισραή λ στη μεγαλύ τερη μεταπολεμική τραγωδία ενό ς
λαού  (σχετικά μπορείτε να δείτε μια ιστορική αναδρομή για το
σιωνιστικό κίνημα εδώ). Ο Τσό μσκι φαίνεται να θεωρεί ουσιαστικά ό τι
το «κρά τος του Ισραή λ» πή ρε την «κά τω βό λτα» μετά τον πό λεμο των
6 ημερώ ν το 1967 και ό τι μέχρι τό τε νομιμοποιού νταν ηθικά να έχει το
δικό του «καθαρό » κρά τος δίπλα στους Άραβες που, πριν τη βίαιη
ίδρυση του εκ του μηδενό ς , κατοικού σαν για χιλιετίες στην περιοχή .
Παρό λα αυτά επιμένει ακό μα και τώ ρα να νομιμοποιεί ιδεολογικά
έμμεσα την τρομακτική επέκταση και εδραίωση ενό ς πανίσχυρου
στρατιωτικού κρά τους δίπλα σε ένα εθνικό «στρατό πεδο
συγκέντρωσης», το οποίο απλά θα νομιμοποιηθεί στο διηνεκές από τη
«διεθνή κοινό τητα», δημιουργώ ντας τετελεσμένα τα οποία
επιστρέφουν την ανθρωπό τητα σε νέο σκοταδισμό . 
 Μάιος 2009
 
[ ΔΙΚΤΥΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΕΚΤΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ]
 

You might also like