Professional Documents
Culture Documents
Χ.Δ.Π. έγραφον
ΤΑ ΚΛΕΦΤΙΚΑ
Περιεχόμενα
Πρόλογος
Ή μήπως απολογία;
Όπως και νά’ χει, αυτά που ακολουθούν
έρχονται από πολύ μακριά, τόσο μακριά
που δεν ήμουνα γι’ αυτά παρά μόνον
ένα γραμμόφωνο. -
ΤΑ ΚΛΈΦΤΙΚΑ 4
Tού Αϊ-Μηνά
Τόν Αϊ-Μηνά τόν ζώσανε τούρκοι καβαλλαρέοι,
μωρέ στούς κλέφτες δίνανε χαρτί γιά φυσεκλίκια.
Καί λέει ο άϊ-γούμενος, ο γέρο-Θεοδόσης:
“Παιδιά, δέν είναι τού Θεού αντάρες καί φοβέρες
κι άν πληρωθεί η πίστη μας, βλέπει ο Θεός καί σώζει”.
Τού Βάγια
Απά στής μάχης τόν αχό κι απάνω στό μεθύσι,
αντίκρυ αντιματιάζονται δυό άγριοι αρβανίτες,
ο Χασεκή Τόσκας Βελής κι ο Βάγιας ο Καμπόλης.
Ακούει το ο Θοδωρής,
ο νεραϊδοπαρμένος
κι αμάν, λυγάει κι ανακρατεί
τό μαύρο τό φαρί του.
“Πουλάκι, έλα καί μίλα μου,
έλα κελάϊδησε μου,
είμαι, πουλάκι μου, κι εγώ
μέσα σ’ αυτούς τούς δύο;”
Τά αδέρφια αγγελοσκιάχτηκαν,
πισωτραβούν τά γκέμια,
τόν Θοδωρή αναρωτούν,
τόν νεραϊδοπαρμένο.
“Τριακόσιες κι εικοστέσσερες
θά κλάψουνε μανούλες,
τριακόσιες κι εικοστέσσερες
ψυχές στόν κάτω κόσμο,
τριακόσιες κι εικοστέσσερες
χήρες καί μικροχήρες,
τού κάστρου η καμπάνα, ώχ,
ρωμέϊκα αντηχάει”.
Ανώνυμο
Τού Βελήμπεη
Τού Μπραῒμη
Τής Μήτσαινας
Τού Θανασάκη
Τό πανηγύρι άναψε καί τά νταούλια κόρωσαν
καί δαχτυλίδι στήσανε γιά τό καλό σημάδι.
“Εγώ στά άδεια δέν βαρώ”, παινεύτηκε ο Σουσάνης
καί βάζει το ‘πά στό σταυρό, στήν άγια τήν καμπάνα.
Τού Θανασάκη
Τού γέρο-Λάμπη
Ξημέρων’ άγια Πασχαλιά, τά Πάθη γίναν άνθια
καί πιάσαν τά κλεφτόπουλα χορούς, χαρές,
τραγούδια.
Τά κράζει ο καπετάνιος τους καί τάζει τους πεσκέσια,
γιά νά ξεβγούν στό πάλεμα, σημάδι καί στό δρόμο.
Τού γέρο-Λάμπη
Τής Ρηνιώς