You are on page 1of 5

Παρηχηση του Σ

Σεσηµασµένο σίγµα, ασύλληπτος


ήχος συριστικός, απαίσιος και
συνάµα θεσπέσιος, σα σίγαστρο
και σα σειρήνα σείεις
σαλπίζοντας και σχίζοντας
σωρίτες και σιωπήρους τόπους!

Σκιές στο σοκάκι, σµιλεύουν


σκότος σκιερό. Ο Σολίστ κι ο
Σολωµός σέρνουν τα σανδάλια
τους στο στενό. Στη στέγη πίσω
τους σκαλωµένος σκαραβαίος
στερλινοφάγος. Ο Σολίστ είναι
µέγας σοφός, σακάτης στο σώµα,
σεβατιανός. Ο Σολωµός,
θαλασσινός γνωστός,
σαλταρισµένος∙ τα σάλια του σα
σαπουνόφουσκες στέκουν στο
στόµα του το ισχνό, σαν το
σεκόντο κάνει στο Σολίστ.
Σεργιάνι στρίβουν στα σοκάκια τα
στενά. Στις τσέπες τους
στερλίνες σωστές, χρυσές
σουρίζουν συνωµοτικά σε κάθε
σανδαλόβηµα∙ αυτοί συνοµιλούν
σιγά.
 
Σιάζει ο Σολίστ τη σάρπα του και
σκούζει:
 
«Σοβαρός σεφτές ο
Σαββατιανός»
 
«Σαγήνευσες τον συρφετό,»
σκερτσάρει ο Σολωµός, σα
σύντροφος σωστός.
 
«Σαχλαµάρες,» σφυρίζει σιµά του
ο Σολίστ, «σύντροφε Σολωµέ,
στέργω και συναινώ στα
συχαρίκια σου, σύµφωνο µε
βρίσκουν κι εινʼ σωστά. Μα ο
σεφτές είναι συµφορά. Σκέψου
και συµψήφισε τι συναθροίσαµε
για να συναρπάσουµε κι αυτά που
η σύναξη µας άφησε: θα δεις πως
ο αριθµός είναι συναφής.»
 
«Σύµπτωση θα είναι της σοδειάς
µας η στενότητα. Άσε που η
συνέλευση που σύραµε ήτο
τελικώς συµφερτική,» δήλωσε ο
Σολωµός, µε λίγο σάλιο να στέκει
στην άκρη στο στόµα του,
«µάλιστα, σύνεση θα έδειχνε να
συλλογιέσαι τις στερλίνες στις
τσέπες µας µε σκίρτηµα και να
σκιάζεσαι µη τις χάσεις»
 
«Σαρδανάπαλος ήταν ο
συναξάρης µας, σαρδόνιος
σαλτιµπάγκος που µε τέχνη
σωστή δε συναναστρέφεται
συχνά. Μας έριξε στους
λογαριασµούς και σύµπραξε µε το
συφερτό για το συµφέρον του...»
 
«σσσς.....» σύρριξε ο Σολωµός
πριν αποσώσει ο Σολίστ τη
φράση του.
 
Σβέλτος και σβουριχτός ο
σκαραβαίος σείει τη γης σιµά
τους. Σολίστ και Σολωµός
στρεσάρονται, στρίβουν να
σωθούν. Το σκαθάρι όµως
στρατηγική έχει σοβαρή∙ στην
άλλη στροφή τους συναντά. Στη
στιγµή, σάλτο δίνει σα
στοιχειωµένο και στραµπουλά το
Σολωµό κάτω από το σώµα του.
Ψάχνει στην τσέπη και τον
στραγγαλά. Μα ευθύς αµέσως
σνιφάρει τις άλλες στερλίνες, του
Σολίστ, το στρίβει από το Σολωµό
και στοιχειώνει το Σολίστα
στοργικά. Αυτός, σιµά του ευθύς
πετά τις στερλίνες, ο σκαραβαίος
τις µασά, στουµπώνει και το
στοµάχι του φουσκώνει.
 
Σιάζεται ο Σολωµός, σηκώνεται
σιγά.
 
«Σαν που είναι ο στόµφος σου κι
η στοχασιά σου τώρα Σολίστ; Με
σιχαµάρα θωρείς το στραβάδι και
δεν το σιµώνεις, κι ας σου έχαψε
τις στερλίνες. Σου πρέπει φτωχός
να είσαι για να συλλογιέσαι µε
σπουδή τη σταδιοδροµία σου, στο
εξής.»
 
Ο Σολίστ έσυρε τα σανδάλια του
σπυριάζοντας και σφίγγοντας τη
σάρπα του στους ώµους. Ο
Σολωµός τον σίµωσε σιγώντας.
 

You might also like