You are on page 1of 35

ΑΠΡΙΛΙΟΣ

ΜΑΪΟΣ
ΙΟΥΝΙΟΣ
ΜΕΛΕΤΗ 33η ΣΤΗΝ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗ
κατὰ τὴν ὁποία τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο ἐνήργησε στοὺς Ἀποστόλους:
Α΄. Μεταβολὴ τοῦ νοῦ. Β΄. Μεταβολὴ τῆς καρδιᾶς.
Γ΄. Μεταβολὴ τῆς γλώσσας.
ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
(ΕΚΔΟΣΗ ΣΥΝΟΔΕΙΑΣ ΣΠΥΡΙΔΩΝΟΣ ΙΕΡ/ΧΟΥ ΑΠΟΔΟΣΗ ΣΤΗΝ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ)

Διὰ ἀλληλογραφίαν - Ταχ. ἐπιταγάς


- Πληροφορίες - ἀπευθύνεσθε:
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
ΒΑΛΛΙΟΝ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΝ
Λόγος εἰς τὴν Πεντηκοστήν 3
ΛΑΪΟΥ 8, Τ.Κ.32200 Παῦλος ὁ Ἀπόστολος τῶν Ἐθνῶν 12
ΘΗΒΑΙ Ἀντιαιρετικὴ στήλη
Τηλ.: 2262029513 (Συζήτησις μὲ ὀρθολογιστήν) 20
Ἁγιοπατερικὰ Ἀποστάγματα
(Λόγος Γ´: Οἱ Χριστιανοὶ δὲν πρέπει νὰ
παίζουν παιχνίδια, νὰ χορεύουν καὶ νὰ
τραγουδοῦν εἰς τοὺς γάμους τους) 26
Πατρολογίας Θέματα
(Ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Μέγας) 30
ΕΡΩΤΑΠΟΚΡΙΣΕΙΣ (υἱοὶ τοῦ Θεοῦ) 33
Νοερὰ Ἄθλησις 36
Ἡ Σύνοδος τοῦ Κολυμπαρίου 40
Τὰ ἐπτὰ θανάσιμα ἁμαρτήματα 42
Μετὰ τὸν θάνατον 44
Διάλογος μὲ τὸ Θεόν 52
Στήλη ἐνημερώσεως 53
Ἑρμηνευτικά (ἐξήγησις τοῦ Ψαλτηρίου) 55
Ἐκκλησιαστηκὲς εἰδήσεις 60

2 3
Α΄. Μεταβολὴ τοῦ νοῦ τὸ μεγαλεῖο καὶ αἰώνιο τῶν μελλό- ποὺ ἔζησες δὲν ἔγινες δεκτικὸς τοῦ ναι δικός του» (Ρωμ. 8, 9). Καὶ παρα-
Σκέψου, ἀγαπητέ, ὅτι τὸ πανάγιο ντων· ὥστε ἐκεῖνοι ποὺ προηγουμέ- Ἁγίου Πνεύματος «Ἐμεῖς δὲν ἐλά- κάλεσε ταπεινὰ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα νὰ
Πνεῦμα, ποὺ κατέβηκε στὸ ὑπερῶο νως φιλονικοῦσαν μεταξύ τους γιὰ τὸ βαμε τὸ πνεῦμα τοῦ κόσμου, ἀλλὰ μεταβάλλη τέλεια τὸν νοῦ σου στὸ
σὲ μορφὴ πύρινων γλωσσῶν, σὰν ποιός ἀπὸ αὐτοὺς θὰ εἶναι ὁ πρῶτος τὸ Πνεῦμα, ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὸν θεϊκό του θέλημα, φωτίζοντάς τον μὲ
ἕνας πολὺ ἰσχυρὸς ἄνεμος καὶ βρο- καὶ μεγαλύτερος (Λουκ. 22, 24), κα- Θεό» (Α΄ Κορ. 2, 12). Πρέπει ὅμως τὴν χάρι του, ὄχι ἐπιφανειακά, ἀλλὰ
ντή, γέμισε ὅλη τὴν οἰκία, στὴν τόπιν, ὅταν δέχθηκαν τὸ Πνεῦμα τὸ ἀπὸ τώρα καὶ στὸ ἑξῆς νὰ εἶσαι ἀπο- κατὰ βάθος γιὰ νὰ μή στερηθῆς καὶ
ὁποία κάθονταν οἱ ἀπόστολοι καὶ Ἅγιο θεωροῦσαν γιὰ μεγάλη εὐτυχία φασισμένος νὰ κάνης ὅλα τὰ ἀντί- ἐσὺ τὸν φωτισμὸ καὶ τὴν χάρι του
προσεύχονταν (Πράξ. 2, 2), καὶ τὸν τὸ νὰ εἶναι οἱ μικρότεροι ἀπὸ ὅλους θετα, δηλαδὴ νὰ καθοδηγῆσαι μὲ τὶς καὶ νὰ λὲς μαζὶ μὲ τὸν Δαυΐδ· «Καὶ τὸ
ἔκανε σὰν μία κολυμβήθρα, ὅπως τὸ νὰ καταφρονοῦνται ἀπὸ ὅλους διδασκαλίες τοῦ Εὐαγγελίου καὶ τοῦ φῶς τῶν ὀφθαλμῶν μου καὶ αὐτὸ δὲν
ἀναφέρει ὁ Θεσσαλονίκης Γρηγόρι- γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ νὰ θεωροῦνται Ἁγίου Πνεύματος καὶ νὰ μὴ ὑπολο- εἶναι μαζί μου» (Ψαλμ. 37, 11)· ἀλλὰ
ος, γιὰ νὰ βαπτίση τοὺς Ἀποστόλους ἀδύνατοι, ἀνόητοι, ἄτιμοι, ὄνειδος, γίζης ἀνώτερη ἄλλη τιμὴ παρὰ μόνο μάλλον νὰ δέχεσαι πάνω στὸν ἀμυ-
μὲ τὴν θεία του χάρι, γιὰ τὸν ὁποῖο σκύβαλα καὶ σκουπίδια τοῦ κόσμου ἐκείνη, ποὺ σοῦ προξενεῖ τὴν ἀπό- δρότερο φωτισμὸ ἄλλον καθαρώτε-
τόπο τοῦ βαπτίσματος τοὺς εἶχε πεῖ καὶ τῶν ἀνθρώπων· «Ἐμεῖς παρουσι- λαυση τοῦ Παραδείσου. ρο καὶ λαμπρότερο φωτισμὸ καὶ νὰ
προηγουμένως ὁ Κύριος· «Ἐσεῖς θὰ αζόμαστε μωροὶ χάριν τοῦ Χριστοῦ... Εἶναι καλὸ σημεῖο, ὅτι ἡ χάρις τοῦ λές· «Στὸ φῶς θὰ δοῦμε φῶς» (Ψαλμ.
βαπτισθῆτε μὲ Πνεῦμα Ἅγιο ὕστερα ἐμεῖς ἀδύνατοι... ἄσημοι... γίναμε Ἁγίου Πνεύματος ἄρχισε νὰ φωτίζη 35, 10).
ἀπὸ λίγες ἡμέρες» (Πράξ 1, 5). «Γέμι- σὰν σκουπίδια τοῦ κόσμου, κάθαρμα τὸν νοῦ σου καὶ πρόκειται νὰ σὲ με- Πῶς, ὅμως, θὰ συγκρατήσης αὐτὸν
σε τὸν οἶκο στὸν ὁποῖον κάθονταν», ὅλων ἕως αὐτὴ τὴν στιγμή» (Α΄ Κορ. ταβάλλη ἀπὸ ὅ,τι ἤσουν προηγουμέ- τὸν φωτισμὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος
μετατρέποντας τὸν σὲ κολυμβήθρα 4, 10-13). νως σὲ ἄνδρα τέλειο, ὅπως ἀναφέρε- στὸν νοῦ σου καὶ πῶς θὰ τὸν κάνης
πνευματικὴ ποὺ ἐκπλήρωσε τὴν ὑπό- Τώρα σκέψου, ἀδελφέ, ἂν ἔγινε ται γιὰ τὸν Σαούλ «Τότε θὰ ἔλθη τὸ νὰ μὴ σβήση; Ἄκουσε τί σοῦ λέει ὁ
σχεσι τοῦ Κυρίου, τὴν ὁποία τοὺς καὶ σὲ σένα ἡ μεταβολὴ αὐτὴ τοῦ Πνεῦμα τοῦ Κυρίου πάνω σου, καὶ θὰ Ἱερὸς Χρυσόστομος· «Ὅπως τὸ φῶς
ἔλεγε τὴν ὥρα ποὺ ἀναλαμβανόταν, νοῦ μὲ αὐτὰ τὰ πνευματικὰ γυμνά- γίνης ἄλλος ἄνθρωπος» (Α΄ Βασιλ. τοῦ λυχναριοῦ συντηρεῖται ἀπὸ τὸ
ὅτι ὁ Ἰωάννης μὲν βάπτισε μὲ νερό, σματα, ποὺ μελέτησες καὶ μέχρι ποιό 10, 6) καὶ πρέπει καὶ γι’ αὐτὸ νὰ χαίρε- λάδι, καὶ ὅταν ξοδευθῆ τοῦτο σβήνει
ἐνῶ ἐσεῖς θὰ βαπτισθῆτε μὲ Πνεῦμα βαθμὸ ἔφθασες· γιατὶ ἂν μέχρι τώρα σαι καὶ νὰ εὐχαριστῆς τὸν Κύριο, ποὺ κι ἐκεῖνο, ἔτσι καὶ ἡ χάρις τοῦ Ἁγίου
ἅγιο... ἀλλὰ ἔδειξε ἀληθινὴ καὶ τὴν θεωροῦσες ἕνα μεγάλο καλὸ τὸ νὰ σὲ φώτισε μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα του, γιὰ Πνεύματος, ὅταν ὑπάρχουν μέσα μας
ὀνομασία ποὺ τοὺς ἔδωσε γιατὶ μὲ σὲ τιμοῦν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι καὶ νὰ νὰ μὴ βαδίζης πλέον ὡς νήπιος ἀλλὰ ἀγαθὰ ἔργα καὶ ἄφθονη ἐλεημοσύνη
τὴν βροντὴ αὐτή, πράγματι οἱ Ἀπό- σὲ ἐκτιμοῦν, τὸ νὰ βρίσκεσαι στὴν ὡς ἄνδρας τέλειος· «Ὅταν ἤμουν νή- πέφτει στὴν ψυχή, ἡ φλόγα παραμέ-
στολοι ἔγιναν υἱοὶ βροντῆς» (Λόγος καρδιὰ ὅλων, δηλαδὴ νὰ σὲ ἀγαποῦν πιος μιλοῦσα σὰν νήπιο. Ὅταν ἔγινα νει σὰν νὰ κρατιέται μὲ τὸ λάδι· ὅταν
στὴν Πεντηκοστή). Τότε, λοιπόν, ὅλοι, τὸ νὰ ψάχνης πάντοτε γιὰ και- ἄνδρας κατήργησα τοὺς νηπιακοὺς ὅμως δὲν ὑπάρχη αὐτή, φεύγει καὶ
αὐτὸ τὸ Πανάγιο Πνεῦμα προκάλεσε νούργιες ἡδονὲς καὶ νὰ χάνης τὸν τρόπους» (Α΄ Κορ. 13, 11)· καὶ γιὰ νὰ ἀναχωρεῖ» (Τόμ. θ´ λόγ. 55). Ὅπως
στοὺς Ἀποστόλους τρεῖς μεταβολὲς καιρό, ποὺ σοῦ δόθηκε, γιὰ νὰ κερ- μὴ ἀκολουθῆς πλέον τὸ φρόνημα τῆς καὶ τὸ πνεῦμα τοῦ Κυρίου, ποὺ δό-
δηλαδὴ α) μεταβολὴ τοῦ νοῦ, β) με- δίσης τὰ αἰώνια ἀγαθὰ σὲ αὐτὲς καὶ σάρκας ποὺ εἶναι θάνατος ἀλλὰ τὸ θηκε στὸν Σαοὺλ ἀναχώρησε ἀπὸ
ταβολὴ τῆς καρδιᾶς καὶ γ) μεταβολὴ τὸ νὰ ζῆς μὲ σκοποὺς καὶ φροντίδες φρόνημα τοῦ Πνεύματος ποὺ εἶναι αὐτὸν γιατὶ δὲν εἶχε ὀρθὴ γνώμη καὶ
τῆς γλώσσας· (καὶ αὐτὲς οἱ μεταβο- κοσμικὲς εἶναι φανερὸ ὅτι ὁ νοῦς σου ζωή· «Τὸ σαρκικὸ φρόνημα εἶναι θά- θεάρεστα ἔργα· «Τὸ Πνεῦμα τοῦ Κυ-
λὲς ἀποτελοῦν κυρίως τὸν καρπὸ τῶν μέχρι τώρα ὁδηγεῖτο ἀπὸ τὸ πνεῦμα νατος ἐνῶ τὸ φρόνημα τοῦ Πνεύμα- ρίου ἀναχώρησε ἀπὸ τὸν Σαούλ» (Α΄
πνευματικῶν αὐτῶν γυμνασμάτων). τοῦ κόσμου καὶ ὄχι ἀπὸ τὸ Πνεῦμα τος εἶναι ζωὴ καὶ εἰρήνη» (Ρωμ. 8, 6). Βασιλ. 16, 14)· γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Παῦλος
Ἡ α´ μεταβολὴ ἦταν τοῦ νοῦ τῶν τοῦ Θεοῦ˙ καὶ γιὰ αὐτὸ πρέπει νὰ Νὰ αἰσθανθῆς ντροπή, λοιπόν, γιὰ παραγγέλλει γράφοντας «Τὸ Πνεῦμα
Ἀποστόλων, ἡ ὁποία μετέβαλε τὶς λυπᾶσαι καὶ νὰ μετανοῆς γιατὶ ὁ τὴν περασμένη σου ζωή, ποὺ ἔζησες μὴ τὸ σβήνετε» (Α΄ Θέσσ. 5, 19).
ἰδέες ποὺ εἶχαν προηγουμένως γιὰ Χριστὸς πέθανε καὶ ἀναστήθηκε καὶ ὄχι σὰν οἰκεῖος του Χριστοῦ, ἀλλὰ Διότι λέει ὁ μέγας Βασίλειος:
τὰ πράγματα τοῦ παρόντος κόσμου ἀναλήφθηκε στοὺς οὐρανοὺς ὄχι γιὰ σὰν ξένος καὶ διαφορετικὸς μὴ ἔχο- «Ὅπως ὑπάρχει στὰ σώματα ὑγεία ἢ
καὶ τοὺς ἔκανε νὰ γνωρίσουν καθαρὰ νὰ σοῦ δώση τὸ πνεῦμα τοῦ κόσμου, ντας τὸ Πνεῦμα τοῦ Χριστοῦ, ἐπει- θερμότητα ἢ γενικὰ εὐμετάβολες δι-
τὸ ταπεινὸ καὶ μάταιο τῶν παρόντων ἀλλὰ γιὰ νὰ σοῦ δώση τὸ Πνεῦμα τὸ δὴ κατὰ τὸν Ἀπόστολο «Ὅποιος δὲν αθέσεις, ἔτσι καὶ στὴν ψυχὴ πολλὲς
ἀγαθῶν καὶ ἀντίθετα νὰ γνωρίσουν δικό του καὶ ἐσὺ μὲ τὴν κακή σου ζωὴ ἔχει τὸ Πνεῦμα τοῦ Χριστοῦ, δὲν εἶ- φορὲς ὑπάρχει τὸ Πνεῦμα τὸ ὁποῖο

4 5
ἀπὸ ὅσους ἔχουν εὐμετάβολη γνώμη, μὲ τόλμη καὶ παρρησία, χωρὶς νὰ δει- τοῦ Ἅγίου Πνεύματος τὸ ὁποῖο ὅταν καὶ θὰ βάλω μέσα σας νέο πνεῦμα. Θὰ
ἀπομακρύνει εὔκολα τὴν χάρι ποὺ λιάσουν οὔτε ἀπὸ φοβέρες οὔτε ἀπὸ ἀνάψη μιὰ φορὰ στὴν καρδιά, τοὺς ἀφαιρέσω ἀπὸ τὸ σῶμα σας τὴν πέτρι-
δέχθηκαν, ὅπως ἦταν ὁ Σαοὺλ καὶ οἱ δαρμούς, οὔτε ἀπὸ βάσανα καὶ μαρ- λαγοὺς τοὺς κάνει λιοντάρια, τοὺς νη καρδιὰ καὶ θὰ σᾶς δώσω καρδιὰ ζω-
ἑβδομήντα πρεσβύτεροι τῶν Ἰσραη- τύρια, οὔτε ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν θάνα- ἀδύνατους δυνατοὺς τοὺς ἄσοφους ντανή» (Ἰεζεκ. 36, 26).
λιτῶν, ἐκτὸς ἀπὸ τὸν Ἐλδὰδ καὶ Μω- το· ἀλλὰ ὅλα αὐτὰ τὰ ἐπιθυμοῦσαν σοφοὺς τοὺς χωματένιους τοὺς κάνει Ἄν, ὅμως τώρα ζητᾶς ὅλα τὰ ἀντί-
δάδ, διότι φαίνεται μόνο σὲ αὐτοὺς ὡς ἀπολαύσεις καὶ διασκεδάσεις καὶ πύρινους καὶ τὰ πρώην ἀγάλματα τὰ θετα καί, ἀντὶ νὰ ὑπερηφανεύεσαι
ἀπὸ ὅλους παρέμεινε τὸ Πνεῦμα καὶ χαίρονταν πάρα πολύ, ὅταν τὰ δέχο- μεταβάλλει σὲ τέλειους ἄνδρες.
γενικά, ἂν ὑπάρχη κάποιος ἄλλος νταν· «Οἱ Ἀπόστολοι ἔφυγαν ἀπὸ τὸ Καὶ αὐτὸ εἶναι ἐκεῖνο ποὺ ὑποσχέ-
παρόμοιος μὲ αὐτούς» (κεφ. 26 περὶ συνέδριο χαρούμενοι, διότι κρίθηκαν θηκε ὁ Θεὸς νὰ δώση μὲ τὸν προφήτη
τοῦ ἁγίου Πνεύματος). ἄξιοι νὰ κακοποιηθοῦν γιὰ τὸ ὄνομά Μιχαία λέγοντας· «Δὲν θὰ τοὺς ὑπα-
Β΄. Μεταβολὴ τῆς καρδιᾶς του» (Πράξ, 5, 41). Τότε θὰ μποροῦ- κούση κανένας ἂν ἐγὼ δὲν τοὺς γεμί-
Σκέψου, ἀγαπητέ, τὴν β΄ μεταβολή σες νὰ δῆς ἐκεῖνον τὸν φιλόζωο καὶ σω δύναμι, ποὺ θὰ προέρχεται ἀπὸ τὸ
ποὺ ἔκανε τὸ ἅγιο Πνεῦμα στὴν καρ- δειλότατο Πέτρο, ποὺ προηγουμέ- Πνεῦμα τοῦ Κυρίου» (Μιχ. 3, 8).
διὰ τῶν Ἀποστόλων, οἱ ὁποῖοι στὴν νως δὲν μποροῦσε νὰ ἀκούση χωρὶς Τώρα καὶ σύ, ἀδελφέ, ποὺ μελε-
ἀρχὴ ἦταν τόσο φιλόζωοι, τόσο δει- φόβο οὔτε ἕνα μικρὸ λόγο ἑνὸς δυ- τᾶς αὐτά, σκέψου ἂν δέχθηκες αὐτὴν
λοί, πού, γιὰ νὰ διαφυλάξουν τὴν ζωή στυχισμένου κοριτσιοῦ, πῶς στάλ- τὴν γενναιότητα καὶ τὴν θέρμη στὴν
τους ὁ ἕνας ἐγκατέλειψε τὸν Διδά- θηκε μὲ τόση ἀφοβία καὶ τόλμη καὶ καρδιά σου, γιὰ νὰ μὴ φοβᾶσαι σάρ-
σκαλο στὸ πάθος καὶ ἔφυγε γυμνός˙ μίλησε μπροστὰ στὸν λαὸ μὲ μεγάλη κα, κόσμο καὶ κοσμοκράτορα· αὐτὸ
«Κάποιος νέος τὸν ἀκολουθοῦσε γυ- φωνὴ μπροστὰ σὲ ἕνα πλῆθος δέκα εἶναι σημεῖο, ὅτι μεταβλήθηκες ἀπὸ
μνὸς τυλιγμένος κατάσαρκα μὲ ἕνα χιλιάδων ἀνθρώπων, χωρὶς κἂν νὰ τὸ Πνεῦμα τοῦ Κυρίου, ὅπως εἶναι
σινδόνι, καὶ τὸν συνέλαβαν. Ἄλλ’ σκέπτεται, ὅτι εἶναι ἄνθρωποι, ἀλλὰ γραμμένο· «Τότε, ὁ Θεὸς θὰ μετα-
αὐτὸς ἄφησε τὸ σινδόνι καὶ ἔφυγε ὅτι εἶναι ἄγρια ζῶα καὶ φυτὰ καὶ πέ- βάλλη τὴν ὀργή του καὶ θὰ προ-
γυμνός» (Μάρκ. 14, 51) (Αὐτὸς ἦταν τρες, καὶ μὲ τὴν ρητορεία του προσεί- σπεράση καὶ θὰ φανῆ σπλαγχνικός.
ὁ ἀδελφόθεος Ἰάκωβος, ὁ ὁποῖος σὲ λκυσε στὴν πίστι τοῦ Χριστοῦ τρεῖς Τόση εἶναι ἡ δύναμις στὸν Θεό μου»
ὅλη του τὴν ζωὴ φοροῦσε μόνο ἕνα χιλιάδες λαοῦ (Πράξ 2, 14). Τότε θὰ (Ἀββακ. 1, 11). Σκέψου καὶ ἂν ἐσὺ
ἱμάτιο, ὅπως λέει ὁ ἱερὸς Θεοφύλα- μποροῦσες νὰ δῆς ἐκείνους τοὺς ἁλι- προηγουμένως γύρευες μὲ ὅλη τὴν
κτος), ὁ ἄλλος τὸν ἀρνήθηκε καὶ ὅλοι εῖς καὶ ἀγράμματους πλουτισμένους ὁρμὴ τῶν ἐπιθυμιῶν σου τὰ ἀγαθὰ γιὰ τὰ πλούτη ἐσὺ περισσότερο τα-
οἱ ἄλλοι ἀνεχώρησαν (Μάρκ. 14, 51). ἀπὸ τόση σοφία καὶ σύνεσι, ὥστε τοῦ κόσμου, τὰ πλούτη, τὶς δόξες τὶς πεινώνεσαι καὶ χαίρεσαι στὴν φτώ-
Καὶ τόσο τρόμαξαν σὰν λαγοί, νὰ κάνουν τοὺς σοφοὺς καὶ γραμ- ἡδονὲς καὶ νόμιζες ὅτι εἶναι περισσό- χεια· ἀντὶ νὰ ἐπιθυμῆς τὴν ἀτιμία καὶ
ποὺ ἀπὸ τὸν φόβο τους παρέμεναν ματισμένους νὰ διερωτῶνται καὶ νὰ τερο εὐτυχὴς ὅποιος εἶχε ἀπὸ αὐτὰ τὴν καταφρόνησι καὶ ἀντὶ νὰ θέλης
κλεισμένοι στὸ ὑπερῶο καὶ δὲν τολ- ἀποροῦν· «Καὶ κατάλαβαν ὅτι εἶναι τὰ ἀγαθὰ περισσότερα· γνώριζε, ὅτι τὶς τιμὲς καὶ τὰ ξεφαντώματα, ἐσὺ
μοῦσαν νὰ βγοῦν ἔξω σχεδὸν ὅλο ἄνθρωποι ἀγράμματοι καὶ ἁπλοϊκοὶ μέχρι τώρα ἡ καρδιά σου ἦταν παλαι- ἀγαπᾶς τὴν ἐγκράτεια καὶ τὴν ὀλι-
τὸ διάστημα τῶν πενήντα ἡμερῶν καὶ ἔμειναν κατάπληκτοι» (Πράξ 4, ωμένη, ἀναίσθητη καὶ πωρωμένη σὰν γάρκεια, γνώριζε, ὅτι τὸ Πνεῦμα τὸ
ποὺ πέρασαν μετὰ τὴν ἀνάστασι, 13). Καὶ αὐτὸ γιατί; Διότι ἔδωσε στὴν πέτρα ἀπὸ τὸ πνεῦμα τοῦ κόσμου καὶ Ἅγιο ἄρχισε νὰ μεταβάλη τὴν καρ-
ἀλλ’ ἀφοῦ κατέβηκε σ’ αὐτοὺς τὸ καρδιά τους τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο τῆς σάρκας. διά σου σὲ ἄλλη καρδιά, ὅπως εἶναι
Ἅγιο Πνεῦμα, μετέβαλε τὴν ἀδυνα- πλοῦτο γνώσεως ὅπως εἶναι γραμμέ- Καὶ λυπήσου γι’ αὐτὸ καὶ μετανό- γραμμένο γιὰ τὸν Σαούλ· «Μόλις ὁ
μία τῆς καρδιᾶς τους σὲ ἀνδρεία καὶ νο γιὰ τὸν Σολομῶντα· «Καὶ ἔδωσε ησε, ποὺ στὰ τόσα χρόνια τῆς ζωῆς Σαοὺλ γύρισε νὰ φύγη ἀπὸ τὸν Σα-
γενναιότητα. Ἔτσι βγῆκαν ἔξω τόσο ὁ Κύριος ὁ Θεὸς στὸν Σολομῶντα σου δὲν ἔγινες ἄξιος νὰ δεχθῆς μία μουήλ, ὁ Θεὸς τὸν ἔκανε καινούργιο
ἄφοβα, σὰν λιοντάρια, ποὺ κήρυτταν φρόνησι καὶ μεγαλοκαρδία» (Γ΄ Βα- καινούργια καρδιά, ποὺ νὰ καταλα- ἄνθρωπο» (Α΄ Βασιλ. 10, 9).
τὸν ἐσταυρωμένο Ἰησοῦ μπροστὰ σὲ σιλ. 4, 35)· καὶ διότι «ὁ Θεὸς ἄγγι- βαίνη τὸ συμφέρον σου, τὴν ὁποία Γι’ αὐτὸ νὰ χαρῆς καὶ νὰ εὐχαρι-
ὅλο τὸ πλῆθος τοῦ λαοῦ μὲ μέτωπο ξε τὴν καρδιά τους» (Α΄ Βασιλ. 10, ὑποσχέθηκε νὰ σοῦ δώση ὁ Θεός˙ στήσης τὸν Κύριο, ποὺ μὲ τὴν χάρι
ἀνοικτό, μὲ στῆθος ἀντρειωμένο καὶ 26). Ὤ χάρις! Ὤ ἐνέργεια! Ὤ φωτιὰ «Καὶ θὰ σᾶς δώσω καινούργια καρδιὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ὄχι μόνο σοῦ

6 7
καθάρισε τὸν νοῦ, ἀλλὰ καὶ σοῦ ζέ- ζῶντας μέσα στὶς κακὲς κλίσεις καὶ τέρα» (Γαλ. 4, 6), ὥστε μὲ αὐτὴν τὴν μὲ αΐδια κίνησι μὲ τὴν βοήθεια τοῦ
στανε τὴν καρδιὰ καὶ θέλει νὰ σὲ ἐπιθυμίες τῆς καρδιᾶς σου καὶ μὴ νοερὰ καὶ πνευματικὴ προσευχὴ στὸ Ἁγίου Πνεύματος ἔγινε ζῶο ἅγιο καὶ
μεταβάλλη ἀπὸ σαρκικὸ σὲ πνευ- ἐπιτρέποντας νὰ κατοικήση μέσα Πνεῦμα νὰ βλέπης τὸν Υἱό, στὸν Υἱὸ ὁ ἄνθρωπος ποὺ κατοίκησε μέσα του
ματικό· ἀπὸ νήπιο ἀνόητο, σὲ σοφὸ της τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο· καί, γιὰ νὰ νὰ βλέπης τὸν Πατέρα, ὅπως λέει ὁ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο ἔλαβε τὴν ἀξία
ἄνδρα· καὶ ἀπὸ κοσμικὸ καὶ ἐθνικὸ μιλήσω σύντομα, διότι ἔζησες μόνο Μέγας Βασίλειος˙ καὶ γιὰ νὰ κατα- τοῦ προφήτου, τοῦ ἀποστόλου, τοῦ
σὲ ἀληθινὸ χριστιανό. Διότι τέτοιες σὰν ἕνας ψυχικὸς ἄνθρωπος ποὺ δὲν ξιωθῆς μὲ αὐτὴν τὴν νοερὰ ἐργασία ἀγγέλου τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ προηγουμέ-
θεϊκὲς καὶ παράξενες μεταβολὲς δέχεται τὰ τοῦ Πνεύματος «Διότι γι’ νὰ βρῆς καὶ νὰ δῆς νοερὰ τὴν χάρι νως ἦταν χῶμα καὶ στάχτη»· (Ὁμιλία
συνηθίζει νὰ ἐνεργὴ τὸ Πνεῦμα τὸ αὐτὸν εἶναι μωρία καὶ δὲν μπορεῖ νὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τὴν ὁποία περὶ τοῦ Πνεύματος τοῦ Ἁγίου, τῆς
Ἅγιο, ὅπως θεολογεῖ γι’ αὐτὸ ὁ θε- τὰ καταλάβη» (Α΄ Κορ. 2, 14). ἔλαβες βέβαια μὲ τὸ ἅγιο Βάπτισμα, ὁποίας ἡ ἀρχὴ εἶναι “ἐνθυμηθῶμεν
ολόγος Γρηγόριος «Αὐτὸ τὸ Πνεῦμα Ἀποφάσισε τὸν ὑπόλοιπο χρό- τὴν ἔκρυψες ὅμως βαθειὰ σὰν σπίθα πάσα ψυχή”).
(διότι εἶναι πολὺ σοφὸ καὶ πολὺ φι- νο τῆς ζωῆς σου νὰ μὴ λυπήσης τὸ μέσα στὰ πάθη καὶ τὶς ἁμαρτίες. Γ΄. Μεταβολὴ τῆς γλώσσας
λάνθρωπο) ἂν πάρη ποιμένα, τὸν Πνεῦμα τὸ Ἅγιο μὲ κάποια ἄτακτη Καί, τέλος πάντων, ἐπειδὴ καὶ τὸ Σκέψου, ἀγαπητέ, τὴν γ΄ μεταβο-
κάνει ψάλτη ποὺ ψάλλει ἐνάντια καὶ κακὴ ἐπιθυμία τῆς καρδιᾶς σου, πανάγιο Πνεῦμα, ὁ ἄλλος Παράκλη- λή, ποὺ ἐνήργησε τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο
στὰ πονηρὰ πνεύματα καὶ τὸν ἀνα- σύμφωνα μὲ τὴν παραγγελία ποὺ τος τὸ συμπληρωματικὸ πρόσωπο στὴ γλῶσσα τῶν Ἀποστόλων˙ διότι
δεικνύει βασιλιὰ τοῦ Ἰσραήλ· ἂν βρῆ σοῦ δίνει ὁ Ἀπόστολος˙ «Καὶ νὰ τῆς Ἁγίας Τριάδος ὁ χορηγὸς ὅλων ἐκεῖνοι, ποὺ προηγουμένως δὲν συ-
τσομπάνο, ποὺ νὰ βοσκᾶ πρόβατα, μὴ λυπῆτε τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο τοῦ τῶν χαρισμάτων, ἡ ζωὴ τῶν ζώντων, ζητοῦσαν παρὰ μόνο γιὰ γήϊνα καὶ
τὸν μεταβάλλει σὲ προφήτη· θυ- Θεοῦ» (Ἐφεσ. 4, 30) οὔτε σὰν σκλη- ἡ κίνησι τῶν κινουμένων καὶ ἡ τελει- τιποτένια καὶ γιὰ δόξες καὶ τιμὲς
μήσου τὸν Δαυΐδ καὶ τὸν Ἀμώς· ἂν ρόκαρδος νὰ ἐναντιωθῆς στὸ πανά- ότητα ὅλων τῶν ὑπάρξεων θέλησε προσωρινὲς καὶ μάταιες «Δός μας νὰ
παραλάβη ἀμέσως ἕναν νεαρό, καὶ γιο θέλημά του, ὅπως οἱ σκληρόκαρ- μόνον ἀπὸ τὴν φιλανθρωπία του νὰ καθίσουμε ὁ ἕνας στὰ δεξιά σου καὶ
παρὰ τὴν ἡλικία του τὸν καθιστὰ δοι ἐκεῖνοι Ἑβραῖοι, στοὺς ὁποίους γνωρίση στὴν καρδιά σου τὶς πρῶτες ὁ ἄλλος στὰ ἀριστερά σου» (Μάρκ.
κριτὴ πρεσβυτέρων· τὸ ἀποδεικνύει εἶπε ὁ Στέφανος «Σκληροτράχηλοι γραμμὲς καὶ τὸ πρῶτο σχέδιο τῆς χά- 10, 37)· ἐκεῖνοι ποὺ μιλοῦσαν μὲ τὸν
ὁ Δανιήλ, ποὺ νίκησε στὸν λάκκο τὰ καὶ ἀπερίτμητοι στὴν καρδιὰ καὶ στὰ ριτός του, παρακάλεσέ τον νὰ μὴ σὲ Χριστὸ γιὰ χαμηλὰ καὶ τιποτένια·
λιοντάρια· ἂν βρῆ ἁλιεῖς ὁλόκληρον αὐτιά, σεῖς πάντοτε ἐναντιώνεσθε ἀφήση ἀτελῆ, ἀλλὰ νὰ τελειοποιήση «Διδάσκαλε καλὸ εἶναι νὰ μείνουμε
τὸν κόσμο τὸν θέλγει στὸν Χριστὸ στὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο» (Πράξ. 7, 51)· αὐτὴν τὴν γνῶσι καὶ τὸ ἔργο, ποὺ ἐδῶ· ἂς κάνουμε τρεῖς σκηνὲς μία γιὰ
συλλαμβάνοντάς τον μὲ τὴν ἁρμο- ἀλλὰ νὰ δώσης ὅλη σου τὴν καρδιὰ ἄρχισε σὲ σένα, χαρίζοντάς σου τὸ σένα, μία γιὰ τὸν Μωυσῆ καὶ μία γιὰ
νία τοῦ λόγου. Ἐννόησε τὸν Πέτρο σ’ αὐτὸ μὲ ὅλες της τὶς ἐπιθυμίες γιὰ χάρισμα τῆς διαμονῆς καὶ τῆς μέχρι τὸν Ἠλία» (Λουκ. 9,33), ἐκεῖνοι ποὺ
καὶ τὸν Ἀνδρέα καὶ τοὺς υἱοὺς τῆς νὰ κατοικῆς μέσα της ὅπως αὐτὸ τὸ τέλους ὑπομονῆς στὴν χάρι του, τὸ προηγουμένως ἔφθασαν στὸ σημεῖο
βροντῆς, ποὺ φώναξαν σὰν βροντὴ ἴδιο τὸ Ἅγιο Πνεῦμα σὲ διατάζει λέ- ὁποῖο εἶναι τὸ μεγαλύτερο χάρισμα νὰ συμφωνήσουν καὶ μὲ τὸν Ἰούδα
τὰ πνευματικά· ἂν βρῆ τελῶνες τοὺς γοντας «Υἱέ μου, δός μου τὴν καρ- ἀπὸ ὅλα τὰ χαρίσματα· καὶ σύμφωνα καὶ νὰ κατηγορήσουν τὴν εὐλογημέ-
κερδίζει στὴν μαθητεία καὶ τοὺς με- διά σου» (Παροιμ. 23, 26). Καὶ θὰ μὲ τοὺς θεολόγους αὐτὸ μόνο συνι- νη ἐκείνη γυναῖκα καὶ νὰ θυμώσουν
ταβάλλει σὲ ἐμπόρους ψυχῶν· εἶναι δώσης τὴν καρδιά σου στὸ Πνεῦμα στᾶ καὶ ἐπικυρώνει τὸν προορισμὸ ἐναντίον της διότι μὲ τόσο πολυέξο-
ὁ Ματθαῖος ὁ χθεσινὸς τελώνης τὸ Ἅγιο, ἂν καθημερινὰ μελετᾶς τὸ τοῦ καθενὸς καὶ μὲ τὸ χάρισμα αὐτὸ δο μύρο ἄλειψε τὰ πόδια τοῦ Ἰησοῦ,
καὶ σήμερα Εὐαγγελιστής· ἂν λάβη ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ, τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ νὰ σὲ ἀξιώση ἀπὸ ἐδῶ ἀκόμη νὰ γί- λέγοντας μὲ ἀγανάκτησι· «Γιατί ἔγινε
σκληροὺς διῶκτες μεταβάλλει τὸν μὲ μία ἀδιάλειπτη προσευχή. Ἐπειδὴ νης ὅλος πνευματικὸς ὅλος σὰν ἄγ- ἡ σπάταλη αὐτὴ τοῦ μύρου; Διότι θὰ
ζῆλο καὶ ἀντὶ γιὰ Σαύλους τοὺς κά- τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο, μολονότι ἐκπο- γελος ὅλος Ἅγιος καὶ υἱὸς τοῦ Θεοῦ μποροῦσε τὸ μύρο αὐτὸ νὰ πουληθῆ
νει Παύλους καὶ τόσο τοὺς μετέβαλε ρεύεται μόνο ἀπὸ τὸν Πατέρα, εἶναι καὶ θεὸς κατὰ χάρι, ἀπὸ ἐκεῖ ποὺ περισσότερο ἀπὸ τριακόσια δηνάρια
στὴν εὐσέβεια, ὅσο τοὺς κατέλαβε ὅμως καὶ λέγεται καὶ Πνεῦμα Υἱοῦ τώρα εἶσαι χῶμα καὶ στάχτη, ὅπως καὶ νὰ δοθῆ στοὺς πτωχους. Καὶ τὴν
στὴν ἀσέβεια» (Λόγ. εἰς τὴν Πεντη- λόγω τῆς ὁμοουσιότητας καὶ ἀνα- λέει ὁ μέγας Βασίλειος «Τὸ Πνεῦμα ἐπέπλητταν» (Μάρκ. 14, 4-6). Αὐτοὶ
κοστήν). παύεται στὸν Υἱὸ καὶ χαίρεται, ὅταν τὸ Ἅγιο, ὅταν εἰσῆλθε στὴν ζωὴ τοῦ οἱ ἴδιοι, λέω, μετὰ τὴν ἔλευσι τοῦ
Πρέπει, λοιπόν, νὰ ντραπῆς ἀδελ- αὐτὸς ὀνομάζεται «Ὁ Θεὸς ἔστει- ἀνθρώπου, τοῦ ἔδωσε ζωή, τοῦ χά- Ἁγίου Πνεύματος δὲν συζητοῦσαν
φέ, ποὺ μέχρι τώρα βρισκόσουν μα- λε στὶς καρδιές σας τὸ Πνεῦμα τοῦ ρισε ἀθανασία˙ ἐνῶ ἦταν πεσμένος γιὰ τίποτε ἄλλο, παρὰ μόνο γιὰ τὰ
κριὰ ἀπὸ τέτοιους συλλογισμοὺς Υἱοῦ του, τὸ ὁποῖο κράζει Ἀββᾶ, Πα- τὸν σήκωσε καὶ αὐτὸ ποὺ κινήθηκε μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ, γιὰ ὑψηλὰ καὶ

8 9
τε μὲ αὐτὴν καὶ νὰ νὰ τὸν βλάψης˙ «Τὰ λόγια τοὺς εἶναι νας κακὸς λόγος ἂς μὴ βγαίνη ἀπὸ
μελετᾶς τὰ θεϊκά πιὸ μαλακὰ καὶ ἀπὸ τὸ λάδι· εἶναι τὸ στόμα σας παρὰ μόνον ὠφέλιμος
του λόγια, ὅπως ὅμως γυμνὰ σπαθιά» (Ψαλμ. 54, 24). γιὰ νὰ οἰκοδομήση ἐκεῖ, ποὺ ὑπάρχει
ἔχει γραφῆ· «Κάθε Καὶ γιὰ νὰ μιλήσω μὲ ἕναν λόγο, ἀνάγκη, καὶ νὰ ὠφελήση ἐκείνους
γλῶσσα θὰ ὁμο- στὴν γλῶσσα σου πρέπει νὰ ἔχης ποὺ θὰ τὸν ἀκούσουν» (Ἐφεσ. 4, 29),
λογήση ὅτι ὁ Ἰη- τὰ μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ, τὰ λόγια τῆς διότι ὁ λόγος εἶναι σκιὰ τοῦ ἔργου,
σοῦς Χριστός εἶναι Παλαιᾶς καὶ τῆς Καινῆς Διαθήκης˙ ὅπως εἶπε ὁ σοφὸς Δημόκριτος· καὶ
Κύριος εἰς δόξαν τὰ λόγια ποὺ ἀφοροῦν τὴν θεία Πρό- οἱ κακοί λόγοι προξενοῦν καὶ τὰ
τοῦ Θεοῦ Πατρός» νοια, τὴν μέλλουσα κρίσι, τὴν ἀγα- κακὰ ἔργα, ὅπως καί, ἀντίθετα, οἱ
(Φιλιπ. 2, 11). θότητα τοῦ Θεοῦ˙ καὶ ὅλες σου οἱ καλοὶ λόγοι προξενοῦν καὶ τὰ καλὰ
Καὶ πάλι· «Καὶ συνομιλίες νὰ εἶναι γιὰ πνευματικὰ ἔργα. Γι’ αὐτὸ εἶπε καὶ ὁ Σολομῶντας
ἡ γλῶσσα μου θὰ καὶ θεϊκὰ πράγματα καὶ γιὰ ψυχικὴ «Θάνατος καὶ ζωὴ στὴν ἐξουσία τῆς
διηγῆται τὴν δι- ὠφέλεια. γλώσσας» (Παροιμ. 18, 21).
καιοσύνη σου, ὅλη Ἂν γι’ αὐτὰ χρησιμοποιῆς τὴν γλῶσ- Καὶ ὅπως ὅταν κάποιος βαστᾶ
τὴν ἡμέρα θὰ σὲ σα σου, γνώριζε ὅτι ὁ Κύριος νοερὰ ἀρώματα, εὐωδιάζει ὁ ἴδιος ἀλλὰ κά-
ἐξυμνῆ» (Ψαλμ. 34, ἄγγιξε τὴν δίκη σου γλῶσσα, ὅπως νει καὶ τοὺς ἄλλους νὰ εὐωδιάζουν,
28)· καὶ ὄχι στὸ νὰ ἄγγιξε τὴν γλῶσσα κάποτε τοῦ κωφοῦ ἔτσι καὶ ὅποιος λέει τὰ καλὰ λόγια ἢ
λὲς λόγια ἀσεβῆ καὶ μογγοῦ· «Καὶ ἀφοῦ ἔφτυσε, ἄγγιξε τὰ κακὰ καὶ τὸν ἑαυτό του ὠφελεῖ ἢ
κατὰ τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν γλῶσσα του ... καὶ λύθηκε τὸ δέ- ζημιώνει καὶ ἐκείνους ποὺ τὸν ἀκοῦν.
σπουδαία πράγματα, γιὰ τὴν βασι- νὰ χρησιμοποιῆς σιμο τῆς γλώσσας του» (Μάρκ. 7, 35). Καί, τέλος πάντων, παρακάλε-
λεία τῶν οὐρανῶν, γιὰ τὴν θεολογία τὸ θεϊκό του ὄνομα γιὰ μάταια πράγ- Καὶ εἶναι καλὸ σημεῖο τὸ ὅτι τὸ σε τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο νὰ δυναμώ-
τῆς Ἁγίας Τριάδας γιὰ τὸ ἀκατανόη- ματα· διότι λέει· «Δὲν θὰ προφέρης Ἅγιο Πνεῦμα ἄρχισε νὰ μεταβάλη ση αὐτὸ ποὺ ἄρχισε νὰ ἐνεργὴ μέσα
το μυστήριο τῆς ἔνσαρκης οἰκονομί- καταχρηστικὰ τὸ ὄνομα Κυρίου τοῦ καὶ τὴν δίκη σου γλῶσσα καὶ νὰ μιλᾶ σου· «Στέριωσε Κύριε, αὐτὸ ποὺ ἔκα-
ας˙ διότι ὁ Χριστός εἶναι Θεὸς ἀλη- Θεοῦ σου» (Ἔξοδ. 20, 7) κατηγορῶ- αὐτὸ μὲ αὐτήν, ὅπως κάποτε μιλοῦσε νες μέσα μας» (Ψαλμ. 67, 31)· καὶ μὲ
θινὸς μὲ ρητορικὴ πρωτάκουστη· μὲ ντας καὶ κατακρίνοντας τὸν ἑαυτό μέσα ἀπὸ τοὺς Ἀποστόλους καὶ μέσα τὴν χάρι του νὰ δείξης μιὰ τέτοια με-
ἐλευθεροστομία ἀσύγκριτη καὶ μὲ σου καὶ ὄχι ἐπαινῶντας τον μόνος ἀπὸ τὸν προφήτη Δαυΐδ· «Τὸ πνεῦμα ταβολὴ στὴν γλῶσσα σου, ὥστε νὰ
διάφορες γλῶσσες˙ «Ἀκοῦμε νὰ μι- σου· «Ἂς σὲ ἐγκωμιάζη ὁ ἄλλος καὶ τοῦ Κυρίου μιλᾶ σ’ ἐμένα καὶ ὁ λόγος μὴ σὲ ἀφήση νὰ σφάλλης μὲ αὐτὴν
λοῦν στὶς δικές μας γλῶσσες τὰ με- ὄχι τὸ δικό σου στόμα· τὰ ξένα καὶ ὄχι του εἶναι στὴν γλῶσσα μου» (Β´ Βα- ποτέ σου μὲ κάποιον ἄπρεπο λόγο·
γαλεῖα τοῦ Θεοῦ» (Πράξ. 2, 11). τὰ δικά σου χείλη» (Παροιμ. 27, 2). σιλ. 23, 2). «Ἐκεῖνος ποὺ δὲν φταίει στὰ λό-
Τώρα, σκέψου καὶ σύ, ἀγαπητέ, τὰ Στὸ νὰ συμβουλεύης τὸν ἀδελφό Πρέπει, λοιπόν, νὰ ντραπῆς ἀδελ- για, εἶναι τέλειος ἄνθρωπος» (Ἰακ.
λόγια ποὺ ἔλεγες πρὶν ἀπὸ τὰ παρό- σου ὅλα ἐκεῖνα ποὺ εἶναι ἀπαραίτητα φέ, ποὺ μέχρι τώρα μιλοῦσες ὡς ἕνας 3, 2)· ἀλλὰ νὰ χρησιμοποιήσης τὴν
ντα Πνευματικὰ Γυμνάσματα, καὶ τὰ γιὰ τὴν σωτηρία του καὶ νὰ τὸν βοη- σαρκικὸς καὶ νήπιος καὶ ὄχι ὡς πνευ- γλῶσσα σου σὰν ἕνα κονδύλι, γιὰ
λόγια, ποὺ πρέπει νὰ λὲς τώρα, γιὰ θῆς νὰ σταθεροποιηθῆ στὸ καλὸ καὶ ματικὸς καὶ τέλειος ἄνδρας (Α΄ Κορ. νὰ τὴν κινῆ μὲ τὸ δεξί του χέρι νὰ
νὰ δεχθῆς καὶ σὺ τὴν μεταβολὴ αὐτὴ στὴν ἀρετὴ καὶ ὄχι στὸ νὰ ἀκονίζης 13, 11) καὶ ἡ γλῶσσα σου μελετοῦσε λέη μόνον ἐκεῖνα ποὺ αὐτὸ θέλει
τῆς γλώσσας ἀπὸ τὴν χάρι τοῦ ἁγί- σὰν μαχαίρι τὴν γλῶσσα σου ἐναντί- τὴν ἀδικία, ὅπως λέει ὁ Ἠσαΐας (Ἡσ. καὶ σκέπτεται· ὥστε ἐσὺ νὰ λές· «Ἡ
ου Πνεύματος τὴν γλῶσσα σοῦ τὴν ον του κατηγορῶντας καὶ βρίζοντάς 59, 3). γλῶσσα μου θὰ μιλήση ὡραῖα σὰν
ἔδωσε ὁ Θεὸς ἀδελφέ, ὄργανο γιὰ τον περιφρονητικὰ μὲ θυμό· «Ἀκό- Ἀποφάσισε ἀπὸ δῶ καὶ πέρα νὰ μὴ πέννα ἔμπειρου γραμματέα» (Ψαλμ.
νὰ λὲς ὅλα τὰ καλά καὶ ὄχι τὰ κακά. νησαν τὴν γλῶσσα τους σὰν ξίφος» βγοῦν ἀπὸ τὸ στόμα σου λόγια σά- 44, 2) καὶ ἐκεῖνοι ποὺ σὲ βλέπουν καὶ
Γι’ αὐτὸ καὶ σὺ πρέπει νὰ τὴν χρησι- (Ψαλμ. 63, 3)· ἢ καὶ δίνοντάς τους πια, λόγια γελοία καὶ μάταια, ἀλλὰ ἀκοῦν νὰ λένε˙
μοποιῆς γιὰ τὸν σκοπό, ποὺ σοῦ τὴν κακὲς συμβουλὲς μὲ λόγια ἁπαλὰ ὠφέλιμα καὶ σωτήρια γιὰ νὰ οἰκοδο- «Αὐτὴ ἡ μεταβολὴ εἶναι ἔργο τῆς
ἔδωσε ὁ Θεὸς δηλαδὴ γιὰ νὰ τὸν μὲν καὶ φιλικά, ἐπίβουλα ὅμως καὶ μοῦνται ἐκεῖνοι ποὺ ἀκοῦν, ὅπως σοῦ δεξιᾶς τοῦ Ὑψίστου» (Ψαλμ. 76, 10).
δοξολογῆς καὶ νὰ τὸν ὑμνῆς πάντο- ἐχθρικά, γιὰ νὰ τὸν κακοποίησης καὶ παραγγέλλει ὁ Ἀπόστολος˙ «Κανέ-

10 11
Παῦλος κλησία μὲ ἀρκετοὺς πιστοὺς ὅπου
θὰ συνεχίσουν τὸ πνευματικό τους
ἔργο θὰ ἐπεκτείνετο καὶ εἰς τὰς μι-
κροτέρας ἀπὸ τοὺς ἀδελφούς. Τὴν
ὁ Ἀπόστολος τῶν Ἐθνῶν ἔργο. «Διοδεύσαντες δὲ τὴν Ἀμφί-
πολιν καὶ τὴν Ἀπολλωνίαν ἦλθον
ἑπομένην, τὸ πρωΐ, ξεκίνησαν διὰ
τὴν Θεσσαλονίκη ὅπου ἀπεῖχε 57
Ὑπὸ Παναγιώτου Βάλλιου, Ἁγιογράφου εἰς Θεσσαλονίκην» (Πράξ. ιζ´, 1), χιλιόμετρα βαδίζοντας συνεχῶς ἐπὶ
ἀναφέρει λακωνικὰ ὁ Λουκὰς εἰς 10 ὧρες. Ἡ πόλις τῆς Θεσσαλονί-
«Περάτωσε τὸν λόγον σου, Σώκρατες, τὰς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων. Ἐξε- κης ἐκείνη τὴν ἐποχή, ἔνεκα τῆς
καὶ σύ, Πλάτων, σιῶπα. τάζοντας προσεκτικότερα τὸ Ἱερὸν γεωγραφικῆς της θέσεως, ὑπῆρξε
Δημοσθένες μετρίασον, καὶ σύ, Κικέρων, κατασίγησε. κείμενον συμπεραίνομεν ὅτι τὸ ἔως τὸ μεγαλύτερο ἐμπορικὸ κέντρο
Τῶν στωϊκῶν οἱ ἀδολεσχίες εἰς λήθην ἔτι. τώρα πρῶτο πληθυντικὸ τῆς περι- τῆς Μακεδονίας, ὡς καὶ τὰς ἡμέρας
Παῦλος ρητορεύει, σιγησάτωσαν πάντες γραφῆς του, συμπεριλαμβάνοντας μας. Πολυάριθμη, πολυπολιτισμική,
Τὴν νεκρὰν φθογγὴν τῶν φιλοσόφων καταθάπτει καὶ τὸν ἑαυτόν του, ἀντικαθίσταται πολύβουος, μὲ ἱστορικὸ ὑπόβαθρο,
μὲ τὸ τρίτο πληθυντικό, (δηλαδὴ τὸ ὅπου ἡ ἀρχαιολογικὴ σκαπάνη φέ-
Τρανεῖ μυστήρια Θεοῦ, καὶ τὰς ψυχὰς σαγηνεύει ἡμεῖς ἤλθαμε εἰς Θεσσαλονίκη μὲ ρει συνεχῶς τὰ ἱστορικὰ μνημεία εἰς
Ρομφαία δίστομος ὁ λόγος του, τὰ σεσηπότα διχάζει τὸ οὗτοι ἦλθαν εἰς Θεσσαλονίκη), τὴν ἐπιφάνεια.
Γλυκύτατος παράκλητος πάντων τῶν θλιβομένων. τὸ ὁποῖο σημαίνει ὅτι ὁ Λουκᾶς πα- Ὑπῆρχαν τὴν προγενέστερη ἐπο-
Ρεῖθρα κατανύξεως εἰς τοὺς μετανοοῦντας εἰσάγει ρέμεινε εἰς τοὺς Φιλίππους προκει- χὴ τὰ περίφημα θερμὰ λουτρὰ εἰς
ὁ λόγος του ἐνεργούμενος μένου νὰ ἐπιστατήση εἰς τὴν οἰκο- τὴν πόλιν, διὰ τοῦτο ἔλαβε τὸ ὅνο-
ἀναχαιτίζει τὴν μοχθηρὰν κακίαν δομὴν τῆς νεοσύστατης ἐκκλησίας. μα «θέρμαι» κατόπιν τούτου εἰς τὴν
Στολίζει τὰς ψυχάς, εὐφραίνει τὰς καρδίας. Ἡ περαιτέρω περιγραφὴ συνίσταται ἐποχὴν τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου
Συνασθενεῖ, συμπάσχει, συμφλέγεται, συμπυροῦται. εἰς τὰς πληροφορίας ὅπου ἤντλησε ἔλαβε τὸ ὅνομα «Θεσσαλονίκη»
ἀπὸ τὸν Παῦλο εἰς τὴν μετέπειτα ὅπως ὀνομάζετο ἡ ἀδελφὴ τοῦ με-
Ἡγεῖται σκύβαλα, ἵνα Χριστὸν κερδίσῃ. συνάντησίν του. Εὑρισκόμεθα χρο- γάλου αὐτοῦ στρατηλάτη. Ἕνεκα,
Ἐφρίαξεν ὁ δύστηνος τὴν ἀρετὴν τοῦ ἄνδρός νικῶς εἰς τὴν ἄνοιξη τοῦ 50 μ.χ. Ὁ λοιπόν, τῆς γεωγραφικῆς της τοπο-
καὶ μὲ τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ τὸν σκώλοπα ὑπομένει. Παῦλος μὲ τὸν Σίλα καὶ τὸν Τιμόθεο θεσίας, εἰς τὸ ἐπίνειον τῆς πόλεως
Ὦ Παῦλε ἀπόστολε καὶ κορυφαῖε πάντων ἐγκαταλείπουν τὴν πόλιν τῶν Φι- κατέφθαναν πολυάριθμα, παντὸς εἴ-
ἡμᾶς τοὺς ἀλλοτριόφρονας δεήθητι τῷ Κυρίῳ λίππων μὲ προορισμὸ τὴν πολύβου- δους πλοῖα μεταφέροντας ἐμπορεύ-
ὡς ἄσωτοι ἐπιστρέφοντες ἀποδεχθῇ ὡς μισθίους ον πόλιν τῆς Θεσσαλονίκης. Καθ’ ματα καὶ ταξιδιῶτες. Εἰς τὴν πόλιν
καὶ μετὰ σοῦ ὁψόμεθα τὴν δόξαν τοῦ Κυρίου». ὁδόν, 48 χιλιόμετρα ἀπὸ τοὺς Φι- ταύτην, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ ἐμπόριο ἦταν
λίππους συνάντησαν τὴν Ἀμφίπο- ἀνεπτυγμένη ἡ ταπητουργία, ἡ σκη-
Φίλτατε ἀναγνῶστα, ἂς προ- γου εἰς τὰς λιν, συνεχίζοντας τὴν πορεία τους νοπηγία καὶ οἱ οἰκοδομὲς μεγάλων
μηθευθῶμεν καλὴν διάθεσιν καὶ ψυχὰς ἐκεί- ἄλλα 47 χιλιόμετρα δυτικὰ ἔφτασαν κτιρίων. Ἡ ἀφειδώλευτος ροὴ τοῦ
πνευματικὸν σθένος, προκειμέ- νων, ὅπου εἰς τὴν Ἀπολλωνίαν. Κρίνοντας ἀπὸ χρήματος καὶ τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν,
νου νὰ συμπορευθῶμεν νοητῶς μὲ τὸν ἐδέχθη- τὸ μικρὸ μέγεθος τῶν πόλεων ἐκεί- ἀλλὰ καὶ ἡ εὐμάρεια χαρακτήριζαν
τὸν ἔξαρχον τῶν ἀποστόλων τὸν σαν. Ἀφήνοντας νων - μάλλον ὡς κωμοπόλεις θὰ τὶς τοὺς κατοίκους τῆς πόλεως ὡς ἐπιρ-
Παῦλον καὶ τοὺς συνεργάτες του, εἰς πίσω τὴν πόλιν μὲ χαρακτήριζε κάποιος - τὶς ὁποῖες ρεπεῖς εἰς τὰς σαρκικὰς ἀπολαύσεις.
τὸ Ἱεραποστολικό τους ἔργο. Τοὺς τὰ στίγματα καὶ τὶς προσπέρασε ὁ Παῦλος· ἁπλῶς δι- Ὅμως, ὁ Παῦλος ἀπέβλεπε εἰς τὸ
συναντάμε, λοιπόν, εἰς τὴν πόλιν πληγὲς τῶν ραβδι- ανυκτέρευσε καὶ ἐφοδιάσθηκε γιὰ βάθος τῶν καρδιῶν, κάτω ἀπὸ τὰς
τῶν Φιλίππων, ὅπου μετὰ τὴν φυλά- σμῶν εἰς τὰ σώ- τὸ ταξίδι του πρὸς τὴν Θεσσαλονί- προσχώσεις τῶν παθῶν, εἰς τὸ γόνι-
κισίν των ἐγκαταλείπουν τὴν πόλιν, ματά των, ἀλλὰ κη. Πάντοτε ὁ Παῦλος προτιμοῦσε μο πνευματικὸ ἀγρὸ τῆς ψυχῆς των,
ἀφοῦ προηγουμένως ἐφύτεψαν τὸν καὶ τὴν χαρὰν νὰ ἱδρύσει τὶς ἐκκλησίες εἰς μεγά- ὅπου θὰ ἔσπερνε τὸν «ἀγαθὸν σπό-
πνευματικὸν σπόρον τοῦ θείου λό- ὅπου ἐγκαθίδρυσαν τὴν πρώτην ἐκ- λας πόλεις, ἐνῶ τὸ Ἱεραποστολικὸ ρον» τοῦ λόγου τοῦ Εὐαγγελίου.

12 13
Φτάνοντας εἰς τὴν πόλιν ὁ ὥρες εἰς τὸν ἀργαλειό, νὰ ὑφαίνει ἐνδιαφέροντα, ὅπου ἐπιθυμοῦσαν σταθερὰ βήματα διέσχισε τὸν διά-
Παῦλος εἶχε ἐφοδιαστεῖ ἀπὸ τοὺς τὸ καραβόπανο γιὰ τὶς σκηνές, ὥστε νὰ ἀσπαστοῦν τὴν Ἰουδαϊκὴν πί- δρομο τῆς αἰθούσης πορευόμενος
ἀδελφοὺς τῆς ἐκκλησίας τῶν Φι- νὰ κερδίση τὸ φαγητὸ τῆς ἡμέρας στην, καθὼς δὲ καὶ μεγάλος ἀριθμὸς πρὸς τὴν ἐξέδρα, ὅπου ὑπῆρχε τὸ
λίππων μὲ συστατικὰς ἐπιστολάς, δι’ ἐκείνον καὶ τοὺς συνεργάτας του. γυναικῶν. ἀναλόγιο μὲ τὴν περγαμηνὴ τοῦ
προκειμένου νὰ συναντήση ἕνα Ἀργότερα, θὰ τοὺς ὑπενθυμίζει εἰς Ἡ σύναξις ἄρχιζε μὲ τὶς καθιερω- νόμου. Τὸ σοβαρὸ καὶ χαριέστατο
ἀγαθὸν συμπατριώτην τους, τὸν Ἰά- τὴν δευτέραν του ἐπιστολή: «Εἰ τίς μένες προσευχὲς καὶ ὕμνους καὶ κα- πρόσωπο τοῦ Παύλου ἀτένισε τὸ
σωνα. Ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος διατη- οὐ θέλει ἐργάζεσθαι μηδὲ ἐσθιέτω» τόπιν ἐγένετο ἀνάγνωσις διαφόρων πλῆθος καὶ ἐνδομύχως ἔκανε μία
ροῦσε ἕνα ἐργαστήριο ὑφαντουρ- (Β΄ Θεσ. γ΄, 10). περικοπῶν ἀπὸ τὴν γραφή. Μετὰ σύντομο προσευχὴ ἐπικαλούμενος
γίας ὅπου προωθοῦσε τὰ προϊόντα Ὅμως, ἂς ἐπανέλθωμεν εἰς τὸ ἔφτανε ἡ ὥρα τῶν ὁμιλητῶν, κυρίως τὴν βοήθεια τοῦ Κυρίου.
του σὲ ἀρκετὰ καταστήματα τῆς ἱερὸν κείμενον. «Ἤλθαν εἰς Θεσσα- ἦταν διδάσκαλοι τοῦ νόμου, ἀλλὰ Μὲ τὰ πρῶτα λόγια, ὅπου σχεδὸν
πόλεως. Γνωστὸς πλέον εἰς τὴν πό- λονίκην ὅπου ἦν ἡ συναγωγὴ τῶν καὶ ὅποιος εἶχε τὴν δυνατότητα νὰ ἀπὸ στήθους ἀναφέρθη εἰς τὸ στ΄
λιν, ἕνεκα τοῦ ἐπαγγέλματός του, Ἰουδαίων, κατὰ δὲ τὸ εἰωθὸς (συ- ἑρμηνεύσει τὰς γραφᾶς, ἐγένετο κεφάλαιο τοῦ προφήτου Ἡσαΐα σχε-
δὲν δυσκολεύτηκαν νὰ τὸν βροῦν. νήθεια) τῷ Παύλῳ εἰσῆλθε πρὸς δεκτός. Εἰς τὸ βάθος τῆς αἰθούσης τικὰ μὲ τὰ πάθη τοῦ Χριστοῦ «Ἄν-
Εἰς τὸν οἶκον τοῦ καλοῦ μας Ἰάσω- αὐτούς, καὶ ἐπὶ Σάββατα τρία δι- ὑπῆρχε μία ὑπερυψωμένη ἐξέδρα θρωπος ἐν πληγῆ ὥν……..» καθή-
να, ὁ Παῦλος καὶ οἱ συνεργάτες του ελέγετο αὐτοῖς ἀπὸ τῶν γραφῶν» καὶ ἕνα ἀναλόγιο ὅπου εὑρίσκετο ἡ λωσε τὸ ἀκροατήριο ὁ Θεοδίδακτος
βρῆκαν ἐγκάρδια ὑποδοχὴ καὶ φι- (Πράξ. ιζ΄, 2). κυλινδικὴ περγαμηνὴ τῆς γραφῆς, διδάσκαλος.
λοξενία. ἡ ὁποῖα ἐφωτίζετο ἀπὸ δύο λυχνίες Μετὰ τὸ πέρας τοῦ κειμένου
Εἰς τὸν χῶρον τοῦτον παρέμει- ἀναμμένες στηριζόμενες στοὺς δύο ἄρχισε νὰ διασαφηνίζη τὸ ἐπίμαχο
ναν ἀρκετὸ καιρὸ ὅσον εὑρίσκοντο λυχνοστάτες, προκειμένου νὰ φωτί- κείμενο μὲ κατανοητὰ λόγια καὶ ὅτι
εἰς τὴν Θεσσαλονίκην. Ὁ Παῦλος, ζοναι οἱ περγαμηνὲς μὲ τὸ περιεχό- ἀναφέρετο εἰς τὸν Μεσσία, ὅπου
προκειμένου νὰ μὴν ἐπιβαρύνει τὸν μενο τῆς γραφῆς. Ὁ κάθε ὁμιλητὴς δὲν ἦταν ἄλλος ἀπὸ τὸν Ἰησοῦ Χρι-
καλὸν Ἰάσωνα γνωρίζοντας ἄριστα προσερχόμενος εἰς τὸ σημεῖο τοῦτο, στὸ καὶ ἀφοροῦσε τὸν σταυρικό του
τὴν τέχνη τῆς ὑφαντουργίας τὴν πρῶτον διάβαζε μία περικοπὴ τοῦ θάνατο. Ἔπρεπε, λοιπόν, ὁ Παῦλος
ὁποῖα ἐξασκοῦσε ἐπὶ ἀρκετὸν εἰς νόμου ἢ τῶν προφητῶν καὶ ὕστερα νὰ βγάλη ἀπὸ τὰ μάτια τους τὸ «Τυ-
τὴν πατρίδα του τὴν Ταρσόν, ἀνέ- ὁμιλοῦσε σχετικὰ μὲ τὸ περιεχόμε- φλοπάνι» τῆς ἄγνοιάς των καὶ ἐρε-
λαβε ἀμέσως ἐργασία εἰς τὴν βιοτε- νο τοῦ κειμένου, τὸ ὁποῖο ἐπέλεξε θίζοντας τὸ «ὁπτικό τους νεῦρο» νὰ
χνία τοῦ Ἰάσωνα. Ἀργότερα, εἰς τὴν νὰ ἀναγνώση. Εἰς τὰς πρῶτας θέ- ἀντικρίσουν τὴν πραγματικὴ ἀλή-
ἐπιστολήν του πρὸς τοὺς Θεσσαλο- Πάντοτε εἰς τὰς μεγαλουπόλεις σεις ὅπου ἐλέγοντο «Πρωτοκαθε- θεια καὶ ὄχι τὸ ψεῦδος τῶν Γραμμα-
νικεῖς ἐμνημόνευσε τὸ γεγονός. ἐκείνης τῆς ἐποχῆς ὑπῆρχε ἔντονο δρίες», ἐκάθηντο οἱ νομοδιδάσκα- τέων καὶ Φαρισαίων, οἱ ὁποῖοι κατε-
«Μνημονεύετε (ἐνθυμεῖσθε) γὰρ τὸ ἑβραϊκὸ στοιχεῖο, ὅπου σχεδὸν λοι, οἱ γραμματεῖς καὶ οἱ κατέχοντες δίκασαν τὸ Χριστό. Τοὺς ἀπέδειξε
ἀδελφοὶ τὸν κόπον ἡμῶν καὶ τὸν πάντοτε ἠσχολοῦντο μὲ τὸ ἐμπόριο. κάποιο ἀξίωμα καὶ εἰς τὸ βάθος τῆς μὲ ἀναντίρρητα ἐπιχειρήματα ὅτι ὁ
μόχθον νυκτὸς γὰρ καὶ ἡμέρας ἐρ- Ὡς φύσει θρησκόληπτοι ὅπου ἦταν, αἰθούσης ὁ λαός, ξεχωριστὰ ὅμως οἱ προσδοκόμενος ἀπ’ αὐτούς Μεσσί-
γαζόμενοι πρὸς τὸ μὴ ἐπιβαρῆσαί ὡς κέντρον τοῦ πνευματικοῦ τους γυναῖκες. Ὁ Παῦλος ἂν καὶ ὁλίγας ας ἦλθε, καὶ δὲν εἶχε τὸ βαρύτιμον
τινα ὑμῶν» ( Α΄ Θεσ. β΄, 9), Ὄχι ὅτι ὁ ἐνδιαφέροντος εἶχον οἰκοδομήσει ἡμέρας ὅπου διέτριβε εἰς τὴν πόλιν χρυσοῦν στέμμα ἀπὸ πολυτίμους
Ἰάσων δὲν ἐπροθυμοποιήθη νὰ τοὺς μίαν μεγάλην συναγωγὴ εἰς τὴν ἀπὸ τὰς διαφόρους συζητήσεις ὅπου λίθους ὡς ἐπίγειος βασιλεύς, ἀλλὰ
φιλοξενήση ἀφιλοκερδῶς, ἀλλὰ ὁ ὁποίαν κάθε Σάββατο συναθροίζο- ἔκανε, εἶχε διαδοθῆ ὅτι ἦταν διδά- εἶχε ἀκάνθινο στέμμα ἀνερχόμενος
ἴδιος ὁ Παῦλος ἐπίεσε τὸν Ἰάσωνα, ντο, προκειμένου νὰ ἐπιτελέσουν τὰ σκαλος τοῦ νόμου. Εὑρισκόμενος εἰς τὸν Γολγοθά, προκειμένου μὲ
προκειμένου νὰ τοῦ προσφέρει ἐρ- θρησκευτικά τους καθήκοντα. μέσα εἰς τὴν συναγωγὴ προσεκλήθη τὸν σταυρικόν του θάνατον νὰ συ-
γασία διὰ νὰ μὴν γίνεται βάρος σὲ Ἄξιον ἀναφορᾶς εἶναι ὅτι εἰς τὸν ἂν ἐπιθυμεῖ νὰ ὁμιλήση σχετικὰ μὲ ντρίψη τὴν δύναμιν τοῦ ἀνθρωπο-
κανένα. Παρὰ τὶς ἀνοιχτὲς πληγὲς χῶρον τοῦτον προσήρχοντο καὶ τὰ κείμενα τῆς Γραφῆς. Ὁ Παῦλος κτόνου διαβόλου.
ἀπὸ τὸν ραβδισμό, ὅπου ὑπέστη εἰς πολλοὶ προσύλητοι, δηλαδὴ ἄνθρω- ἐδέχθη μὲ χαρὰ τὴν πρόσκληση, ἡ Ἤκουον οἱ ἀκροατὲς μὲ συγκρα-
τοὺς Φιλίππους, ἐκάθητο πολλὲς ποι ἐκ τῶν ἐθνικῶν, μὲ πνευματικὰ ὁποία τοῦ ἐγένετο καὶ μὲ ἀργὰ καὶ τημένη ἀναπνοὴ τὰ θεόπνευστα

14 15
λόγια τοῦ Παῦλου, ὅτι ἐκείνος ὁ λε- νον ὁμιλητή· διαχρονικὰ ὅμως δὲν ὀχλοποιήσαντες, ἐθορύβουν τὴν εὕρον τοὺς ἀποστόλους καὶ ἀπογο-
γόμενος Ἰησοῦς, Τὸν ὁποῖον προτοῦ ἔχει τὰ ἴδια ἀποτελέσματα εἰς τοὺς πόλιν ἐπιστάντες τε τῇ οἰκίᾳ Ἰάσο- ητευμένοι συνέλαβον τὸν Ἰάσονα
17 χρόνια ἐσταύρωσαν οἱ Ἑβραῖοι, ἀκροατάς, πρὸς τί τοῦτο; Ὅταν ὁ νος ἐζήτουν αὐτοὺς ἀγαγεῖν εἰς τὸν καὶ μερικοὺς εὑρισκομένος ἀδελ-
ὑπῆρξε ὁ προσδοκόμενος ἀπὸ τοὺς Κύριος εὑρισκόμενος εἰς τὸ ὅρος, δῆμον» (Πράξ. ιζ´, 5). Ἡ διαφώτισις φοὺς καὶ τοὺς ὁδήγησαν εἰς τοὺς ἄρ-
προφήτας ἀναμενόμενος Μεσσίας· καὶ προτοῦ ἀπευθύνει εἰς τὸ πλῆθος μὲ τὸν θεῖον λόγον τῶν Θεσσαλο- χοντας τῆς πόλεως συκοφαντῶντας
καὶ ὅλα ἐκείνα ὅπου ὐπέστη «Ἔδει τὴν περίφημην ἐπὶ τοῦ ὅρους ὁμι- νικέων δὲν ἐγένετο μόνο εἰς τὰς τους διὰ «ἐσχάτην προδοσίαν» Καὶ
παθεῖν» ἔπρεπε νὰ τὰ πάθη καὶ ὅτι λία μᾶς περιγράφει ὁ Εὐαγγελιστῆς ἑβραϊκὰς συναγωγὰς ἄλλα σὲ κάθε ποία ἦταν ἡ κατηγορία ὅπου τοὺς
οὗτος ἐστὶν ὁ Χριστός, Ἰησοῦς ὅν Ματθαῖος τὸ γεγονὸς ὡς ἑξῆς. «Καὶ ἁρμόδιο τόπο δοθείσης εὐκαιρί- προσάπτουν; «Οὗτοι οἱ ἄνθρωποι
καταγγέλλω ὑμίν» (Πράξ. ιζ´,3). ἀνοίξας τὸ στόμα αὐτοῦ ἐδίδασκεν ας καὶ σύντομα οἱ πιστοὶ ἀδελφοὶ ὅπου φιλοξενεῖ ὁ Ἰάσων ἐνεργοῦν
Ὁ Πνευματικὸς καὶ διαφωτιστικὸς αὐτοὺς λόγων» (Ματθ. ε´, 2). πολλαπλασιάζοντο καὶ ἡ ἐκκλησία ἐνάντια τοῦ νόμου τοῦ Καίσαρος
λόγος τοῦ Παῦλου, ἐπυρπόλησε Τί σημαίνει, λοιπόν, τὸ «Ἀνοίξας ἐπληθύνετο ὁσημέραι. Τοῦτο εἶχεν διαδίδοντας ὅτι ὑπάρχει καὶ ἄλλος
τὶς ἁγνὲς ψυχὲς τῶν περισσοτέρων τὸ στόμα αὐτοῦ» μήπως εἶναι πε- ὡς ἀποτέλεσμα μία μερίδα ἀπὸ τὴν βασιλεὺς ὁνόματι Ἰησοῦς». Αὐτὰ,
ἀκροατῶν τῆς συναγωγῆς, ὅπου ριττὸ ἀπόστολε Ματθαῖε; ὄχι ἀδελ- ἑβραϊκὴ κοινότητα ὑψηλὰ ἱσταμέ- λοιπόν, μὲ μεγάλη ἔνταση κατήγγει-
ἐπὶ τρία Σάββατα τοὺς ἀνέλυε τὶς φέ, ἔχει μεγάλη σημασία τὸ σημεῖο νων νὰ φθονήση τὴν κίνησιν ταύ- λαν οἱ φθονεροὶ Ἑβραίοι καὶ οἱ ἐγκά-
γραφὲς καὶ λέγει τὸ Ἱερὸν κείμενον αὐτό. Ἡ μεγαλυτέρα διδασκαλία την βλέποντας τὴν ἐν λόγῳ μετα- θετοι περιθωριακοὶ τῆς πόλεως.
«Καὶ τινὲς ἐξ αὐτῶν ἐπείσθησαν καὶ ἑνὸς πνευματικοῦ ἀνθρώπου προ- στροφὴν καὶ ἐστράφησαν ἐναντίον Ἐδῶ, ὅμως, οἱ προύχοντες τῆς
προσεκληρώθησαν (ἠκολούθησαν) έρχεται ἀπὸ τὴν «Ἠχηρὰ σιωπή του» τοῦ Παύλου καὶ τοῦ Σίλα. πόλεως ὑπὸ τὴν ἐπίβλεψιν τοῦ ἀν-
τῷ Παύλῳ καὶ τῷ Σίλᾶ, τῶν τε σε- ὀξύμωρον τὸ σχῆμα, ὅμως, ἀληθινό. Ὅμως, ἐπειδὴ ἐφοβοῦντο τὶς συ- θυπάτου δὲν παρασύρθηκαν ἀπὸ τίς
βομένων Ἑλλήνων πλῆθος πολὺ γυ- Ὁ ἐνάρετος βίος ἑνὸς ἀνθρώπου εἶ- νέπειες τοῦ νόμου μὲ τὸ νὰ δολο- ἰαχὲς τῶν ἐγκαθέτων, ἀλλὰ ἔκριναν
ναικῶν τε τῶν πρώτων οὐκ ὀλίγαι» ναι ὁ μεγαλοφωνότατος πνευματι- φονήσουν αὐτοὺς κατέφυγον εἰς δικαιότερα ἀπὸ ἐκείνους τοὺς ἄρχο-
(Πράξ. ιζ´, 4 ). κὸς κήρυκας. τὴν συκοφαντία ἐξυφαίνοντας ἕνα ντας τῶν Φιλίππων.
Ὁ Χριστὸς ἡ Παναγία ἀλλὰ καὶ πονηρὸ σχέδιο. Μὲ σύμβουλον τὸν Γνωρίζοντας τὸ ἦθος καὶ τὴν ἐντι-
οἱ ἅγιοι ἐδίδασκον πρωτίστως μὲ τὸ διάβολον καὶ τὴν δύναμιν τοῦ χρή- μότητα τοῦ Ἰάσονος ὡς σημαίνων
παράδειγμά τους καὶ ἐσυμπλήρωνε ματος, ἐπέλεξαν μερικοὺς περιθω- πρόσωπον τῆς πόλεως, διότι ὑπῆρ-
ὁ λόγος τους. Τοιούτως ἐγένετο καὶ ριακοὺς ἀλήτες «ἀγοραίους», ὅπως ξε εὐυπόληπτος μεταξὺ τῶν συμπα-
ἐδῶ. τοὺς ἀποκαλεῖ ὁ Λουκᾶς, ἕτοιμους τριωτῶν του, δὲν τὸν ἐτιμώρησαν
Ἡ ἀρετὴ τοῦ Παῦλου ἦταν ἐκεί- νὰ διαπράξουν κάθε κακό. Τοὺς κα- ἀλλὰ τοῦ ἐπέβαλλον ὡς ἐγγύηση
νη ὅπου διερρήγνυε τὰς σκληρὰς θοδήγησαν, λοιπόν, τί νὰ κάνουν. ἕνα χρηματικὸ ποσόν, προκειμένου
καρδίας τῶν ἀκροατῶν του γονιμο- Περιφέροντο εἰς τὰς πλατείας καὶ οἱ ξένοι ὅπου φιλοξενοῦσε εἰς τὸ
ποιῶντας τὸν πνευματικὸν ἀγρὸν τὰς ρύμας τῆς πόλεως καὶ φώνα- σπίτι του νὰ ἐγκαταλείψουν ἀμέσως
προκειμένου νὰ πέση ὁ θεῖος σπό- ζαν «Παῦλος! συνωμοσία καὶ προ- τὴν πόλιν, καὶ ἀφέθησαν ἐλεύθεροι.
ρος τοῦ λόγου. Εἰς τὴν ἐποχή μας δοσία…….» Τοὺς ἀκολούθησεν Ὅταν ἐπληροφορήθησαν τὸ ἀπο-
ἠ διδασκαλία ἔχει μεταφερθεῖ ἀπὸ πλῆθος ἀργόσχολων καὶ περιέργων βησόμενον οἱ ἀπόστολοι,ἀμέσως ὁ
τὸ στόμα στὰ μάτια, δηλαδὴ δὲν ἀνθρώπων προκειμένου νὰ δοῦν τὸ Παῦλος συνεκάλεσε τοὺς προϊστα-
πείθουν αὐτὰ ὅπου λές, ἀλλὰ αὐτὰ ἀποτέλεσμα αὐτῆς τῆς ὀχλοβοῆς. μένους τῆς νεοσύστατης ἐκκλησίας
ὅπου βλέπουν τὰ μάτια μας διὰ τοῦ Ὅλος αὐτὸς ὁ συρφετὸς κατευθύν- καὶ τοὺς ἔδωσε περαιτέρω ὁδηγίες.
Ἐδῶ ὁ Λουκᾶς περιγράφει τοὺς παραδείγματος. θηκε εἰς τὸν οἶκον τοῦ Ἰάσονος. Μὴ θέλοντας νὰ δημιουργήση με-
πνευματικοὺς καρποὺς ὅπου ἔδρεψε Ἀλλὰ ἂς ἀφήσωμεν τοὺς ἁρμοδι- Ἀντιλαμβανόμενος τὸν ἐπικείμενον γαλύτερον πρόβλημα εἰς τὸν ἀγα-
ὁ λόγος τοῦ Παῦλου εἰς τὴν συνα- οτέρους καὶ ἂς ἐπανέλθωμεν εἰς τὸ κίνδυνον ὁ Ἰάσων, ἔκρυψε ἀμέσως πητὸν Ἰάσονα, «Εὐθέως διὰ τῆς νυ-
γωγή. Ἀδελφὲ ἀναγνώστα, ὁ λόγος ἱερὸν κείμενον. «Προσλαβόμενοι δὲ τοὺς ἀποστόλους σὲ ἀπρόσιτον μέ- κτὸς ἐξέπεμψαν τὸν Παῦλον καὶ τὸν
τοῦ Παῦλου δὲν εἶναι διαφορετικὸς οἱ ἀπειθοῦντες Ἰουδαῖοι τῶν ἀγο- ρος τοῦ οἴκου του. Γενομένης ἐρεύ- Σίλαν εἰς Βέροιαν» (Πράξ. ιζ´,10)
ὅταν ἀναφέρεται ἀπὸ κάθε σύγχρο- ραίων τινάς ἄνδρας πονηροὺς καὶ νης εἰς τὸν χῶρον τοῦ Ἰάσονος δὲν ἀναφέρει τὸ Ἱερὸν κείμενον.

16 17
Βρισκόμαστε τώρα εἰς τὰς ἀρχὰς Παῦλου ἔπεσε σὲ γόνιμον ἔδαφος νεργάτες του τὸν Σίλα καὶ τὸν Τι-
τοῦ 51 μ.Χ.. Ὁ Παῦλος μὲ τὴν μι- καὶ ἔθρεψε τοὺς καρποὺς τοῦ κη- μόθεο εἰς τὴν Βέροια προκειμένου
κρὰν συνοδεία του κατευθύνεται ρύγματος εἰς τὴν συναγωγή, καὶ νὰ στηρίξουν τὴν νεοσύστατον
εἰς τὴν μικρὰν πόλιν τῆς Βεροίας, ἀρκετοὶ ἀπὸ τοὺς Ἑβραίους καὶ ἐκεῖ ἐκκλησία. Θὰ πρέπει νὰ ἀνα-
ὁ σκοπός του δὲν ἦταν νὰ ἀπο- Ἕλληνες ἐπίστευσαν καὶ συνεχῶς φέρομεν ὅτι ταύτην τὴν χρονικὴν
μακρυνθῆ ἀπὸ τὴν Θεσσαλονίκη ἐπληθύνετο ἡ νεοσύστατος ἐκκλη- περίοδον ἠσθένησε ὁ Παῦλος ἔνε-
ἀλλὰ ἀπὸ κοντὰ νὰ καθοδηγῆ τὴν σία τῆς Βεροίας. κα τῶν διαφόρων ψυχοσωματικῶν
ἐκκλησία τῆς πόλεως ταύτης, καὶ Ὅμως ἡ χαρὰ τοῦ Παῦλου δὲν κακουχιῶν ὅπου εἶχε ὑποστεῖ, διὰ
ὅταν κοπάσει ἡ ταραχὴ νὰ ἐπιστρέ- διήρκησε γιὰ πολύ, διότι τὸ φθο- τοῦτο ἐσυνοδεύετο εἰς τὸ ταξίδι
ψει καὶ πάλιν. νερὸ γένος τῶν Ἑβραίων ἢ μάλλον του πρὸς τὰς Ἀθήνας ἀπὸ ὁρισμέ-
Δηλαδὴ λαμβάνοντας ὅλας τὰς Πράγματι δύο φορὲς προσπά- ὁρισμένοι ὁμόφρονες τοῦ Ἄννα καὶ νους ἀδελφοὺς ἀπὸ τὴν Βέροια.
προφυλάξεις ὑπὸ τὴν προστασία θησε νὰ ξαναγυρίσει, ἀλλὰ οἱ δο- τοῦ Καϊάφα, ὅταν πληροφορήθη- Ὅταν ἔφτασαν εἰς τὴν πόλιν τῶν
τοῦ σκότους τῆς νυκτὸς συνόδευ- λοπλοκίες τῶν συμπατριωτῶν του καν ἀπὸ τὴν Θεσσαλονίκη ὅτι ὁ Ἀθηνῶν ἐπιστρέφοντας οἱ ἀδελφοὶ
σαν τοὺς ἀποστόλους μακρὰν τῆς Ἑβραίων δὲν τὸ ἐπέτρεψαν. Παῦλος εὑρίσκεται εἰς τὴν Βέροια εἰς τὴν Βέροιαν μετέφερον ἐπιστο-
πόλεως εἰς τὴν ὁδὸν ὅπου ὁδηγεῖ Μὲ φανερὰν θλίψιν περιγρά- καὶ διοργανώνει χριστιανικὴ κοι- λὴν πρὸς τὸν Σίλαν καὶ τὸν Τιμό-
εἰς μίαν μικρὰν πόλιν τὴν Βέροια. φει τὸ γεγονὸς εἰς τὴν πρώτη του νότητα, ἐξεμάνησαν ἀπὸ τὸ φθό- θεον «Καὶ λαβόντες ἐντολὴν πρὸς
Ἄξιον ἀναφορᾶς εἶναι ὅτι ἡ πα- πρὸς Θεσσαλονικεῖς ἐπιστολήν νο τους, καὶ ἄρχισαν μὲ τὶς δολο- τὸν Σίλαν καὶ τὸν Τιμόθεον ἵνα ὡς
ραμονὴ Παύλου εἰς τὴν Θεσσα- του: «Διὸ ἠθελήσαμεν ἐλθεῖν πρὸς πλοκίες των καὶ τὶς συκοφαντίες τάχιστα ἔλθωσι πρὸς αὐτόν, ἐξήε-
λονίκην τοῦ ἐχάρισε δύο στενοὺς ὑμᾶς, ἐγὼ μὲν Παῦλος καὶ ἅπαξ καὶ των νὰ συνταράσσουν τὴν ἥσυχον σαν» (Πράξ. ιζ΄, 15). Δηλαδὴ τοὺς
συνεργάτας τὸν Σεκούνδο καὶ τὸν δὶς καὶ ἀνέκοψεν ἡμᾶς ὁ σατανάς» αὐτὴν πόλιν τῆς Βεροίας. «Ὡς δὲ ἔδωσε ἐντολὴ νὰ ἔλθουν γρήγορα
Ἀρίσταρχο, οἱ ὁποῖοι συνόδευσαν (Α΄ Θεσσ. β΄, 10). ἔγνωσαν οἱ ἀπὸ τῆς Θεσσαλονίκης εἰς τὰς Ἀθήνας νὰ τὸν συναντή-
τὸν Παῦλο, εἰς τὰς μετέπειτα ἱε- Οἱ κάτοικοι, λοιπόν, τῆς Βεροίας Ἰουδαῖοι, ὅτι καὶ ἐν τῇ Βεροίᾳ κα- σουν. Θὰ πρέπει νὰ αἰσθανόταν
ραποστολικάς του περιοδείας. Τὸ ὅπου εὑρίσκετο ὁ Παῦλος μὲ τὴν τηγγέλη ὑπὸ τοῦ Παῦλου ὁ λόγος ἔντονον τὴν ἀσθένειά του καὶ εἶχε
μένος καὶ ἡ μοχθηρία τῶν συμπα- συνοδεία του ὑπῆρξαν ἁπλοϊκοὶ τοῦ Θεοῦ ἦλθον σαλεύοντες τοὺς ἀνάγκη τῆς βοηθείας των.
τριωτῶν του Ἑβραίων ἀνάγκασαν ἄνθρωποι, ἄπλαστοι ἐργάτες ἀγα- ὅχλους» (Πράξ. ιζ´, 13) καὶ πάλιν, Φίλε ἀναγνώστα καὶ συνοδοι-
τὸν Παῦλο νὰ ἐγκαταλείψη τὸ θῆς προαιρέσεως, τὸ μόνον τους λοιπόν, ξεσήκωσαν τὸν ἀνερμάτι- πόρε νοερῶς μὲ τὴν μικρὰν Ἱερα-
γόνιμο ἱεραποστολικό του ἔργο μέλημα ἦταν νὰ ἐξασφαλίσουν στον ὄχλον μὲ διαφόρους τρόπους ποστολικὴν ὁμάδα τοῦ Παῦλου,
εἰς τὴν Θεσσαλονίκη, πράγμα τὸ τὸ σιτηρέσιον τῆς ἡμέρας διὰ τὴν κατὰ τοῦ Παῦλου καὶ τῶν συνεργα- ἐδῶ τελειώνει τὸ Ἱεραποστολικὸν
ὁποῖον ἔφερε βαρέως ὁ Παῦλος. οἰκογένειά των. τῶν του. Βλέποντας οἱ ἀδελφοὶ τῆς ἔργο εἰς Μακεδονίαν καὶ ἄρχεται
Φεύγοντας ἀπὸ τὴν πόλιν ἔδωσε Εἰς τὴν πόλιν ταύτην ὑπῆρχε μία νεοσύστατης ἐκκλησίας τὸν ἐπι- μία νέα περίοδος εἰς τὰς Ἀθήνας
μία ὑπόσχεση εἰς τὸν ἑαυτόν του, μικρὰ ἑβραϊκὴ κοινότητα καὶ μία κείμενον κίνδυνον, ἔκριναν φρόνι- καὶ τὴν Κόρινθο. Ἂς ἀφήσωμεν τὸν
νὰ ἐπανέλθη καὶ πάλιν. Ὅμως, ἡ μικρὰ συναγωγή. μο νὰ ἀσφαλίσουν τὸν Παῦλο καὶ χρόνον νὰ παρέλθῃ στοχαζόμενοι
ἐπαναφορά του αὐτὴ δὲν ἦταν Ἐκεῖ, λοιπόν, προσεκολλήθη ὁ τοὺς συναυτῷ εἰς ἀσφαλέστερον τοὺς κόπους καὶ τοὺς διωγμοὺς
πολὺ σύντομη διότι ἐπραγματοποι- Παῦλος καὶ τοὺς ὁμίλησε σχετικὰ μέρος. τῶν Ἀποστόλων προκειμένου νὰ
ήθη περίπου σὲ ὀκτὼ χρόνια καὶ ἡ μὲ τὸν προσδοκόμενον Μεσσία, ὁ Ὅμως, ὁ Παῦλος βλέποντας τὸ σπείρουν τὸν σπόρον τῆς πίστεως
κατάσταση ὅπου ἐπικρατοῦσε εἰς ὁποῖος σύμφωνα μὲ τὰς προφητι- ἀστείρευτο μένος τῶν φθονερῶν εἰς τὴν πατρίδα μας.
τὴν ἐπάνοδό του ὑπῆρξε ἔκρυθμος κὰς ρήσεις ἦταν ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Ἑβραίων ἀποφάσισε νὰ ἐγκαταλή- Ἡμεῖς δὲ καὶ πάλιν νὰ συμπο-
διὰ τὴν χριστιανικὴ κοινότητα καὶ «Οὗτοι δὲ ἦσαν εὐγενέστεροι τῶν ψη τὴν Μακεδονίαν κατευθυνό- ρευθῶμεν νοερῶς εἰς τὴν ἐπικείμε-
ἦταν ἀναγκασμένος νὰ κρύβεται ἐν Θεσσαλονίκη, οἵτινες ἐδέξαντο μενος πρὸς τὸ κλεινὸν ἄστυ τῶν νην ἀποστολικήν του διαδρομήν.
ἀπὸ σπίτι σὲ σπίτι συνεχῶς. Ἀλλὰ τὸν λόγον μετὰ πάσης προθυμί- Ἀθηνῶν, ἀφήνοντας προσωρινὰ
συνεχίζεται εἰς τὸ ἑπόμενο τεύχος
ἂς ἐπανέλθωμεν. ας» (Πράξ. ιζ´, 11). Ὁ λόγος τοῦ τοὺς ἀγαπητοὺς ἀδελφοὺς καὶ συ-

18 19
ΑΝΤΙΑΙΡΕΤΙΚΗ ΣΤΗΛΗ ἀόρατος καὶ πνευματικὴ δύναμις; Ἠρνήθης ποτὲ ὅτι δὲν ὑπάρχει ἠλεκτρι-
ΕΚ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΠΟΛΥΤΙΜΟΣ ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΣΠΥΡΙΔΩΝΟΣ σμός, ὅτι δὲν ὑπάρχει μαγνητισμός, ὅτι ψευδὴς εἶναι ὁ νόμος τῆς βαρύτη-
Γ. ΜΕΓΑΛΟΟΙΚΟΝΟΜΟΥ (Μέσα 19ου ἕως ἀρχὲς 20οῦ αἰώνος) τος, διότι δὲν δύνασαι νὰ ἀποδείξης τὴν ἀρχικὴν αὐτῶν αἰτίαν;
ΣΥΖΗΤΗΣΙΣ ΥΛΙΣΤΟΥ ΜΕΤΑ ΤΟΥ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ Τὸ φῶς ὑπάρχει ἀλλ’ ἡ οὐσία τοῦ φωτὸς εἶναι ἄγνωστος. Οὐδεὶς γινώσκει
ΟΡΘΟΛ. (Ἀποτεινόμενος πρὸς τὸν Ὀρθόδοξον). Βλέπω, Ὀρθόδοξε, ὅτι τὸ μυστήριον τῆς βλαστήσεως τοῦ δένδρου, ἐξ οὗ παρήχθη ὁ καρπὸς ἢ τὸ
μὲ τὰ σοφίσματά σου ἐκλόνισες τὰς πεποιθήσεις τοῦ ὑλιστοῦ· ἀλλὰ ἐγὼ ὡραῖον ἄνθος ἢ τὸ θεραπεῦον τὴν νόσον φάρμακον, οὐδεὶς διεφώτισε τὸ
δύναμαι νὰ σοῦ ἀποδείξω μετὰ βεβαιότητος, ὅτι ἡ περὶ ὑπάρξεως Θεοῦ καὶ μυστήριον τῆς ἀποσυνθέσεως τοῦ σπόρου καὶ τῆς ἐκ τοῦ θανάτου ἀναφυ-
πνευματικῆς ζωῆς ἰδέα, εἶναι ὅλως διόλου ἐναντία εἰς τὴν ἐπιστήμη. ομένης φυτικῆς ζωῆς. Τίς ποτὲ ἐγνώρισε τὴν ἀφορμὴν τῆς μαγνητικῆς βε-
ΟΡΘ. Εἶμαι πολὺ περίεργος νὰ ἀκούσω, διατί ἡ Ἐπιστήμη εἶναι ἐναντία λόνης; Τί θὰ ἔλεγες Ὀρθολογιστά, δι’ ἄνθρωπον ὅστις θέλει νὰ ἀνακαλύψη
τῆς ὑπάρξεως τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς ψυχῆς· παρακαλῶ φωτίσατέ μας. τὸν ἦχον τῆς φωνῆς μὲ τὸ τηλεσκόπιον καὶ ὄχι διὰ τῶν ὤτων, ἢ νὰ ἴδη τὴν ἐν
ΟΡΘΟΛ. (Μετὰ μεγαλαυχίας). Οὐδὲν ἡ ἐπιστήμη παραδέχεται, τὸ ἡμῖν χαρὰν διὰ τοῦ μικροσκοπίου; Διὰ τὸν τοιοῦτον νομίζω ὅτι δὲν ὑπάρχει
ὁποῖον δὲν ἔχει ἐξακριβωθῆ παρ’ αὐτῆς καὶ δὲν στηρίζεται εἰς τὸν ὀρθὸν ἀνάγκη οὔτε τηλεσκοπίου οὔτε μικροσκοπίου, διὰ νὰ πιστοποιηθῇ ἡ παρα-
λόγον. Ἡμεῖς οἱ ἐπιστήμονες πᾶν ὅ,τι δὲν βλέπομεν, δὲν ἀντιλαμβανόμεθα φροσύνη του. Ὁ κόσμος ὅλος εἶναι αἴνιγμα· πρέπει λοιπὸν νὰ παραδεχθοῦ-
καὶ δὲν ψηλαφοῦμεν, δὲν δυνάμεθα νὰ πιστεύσωμεν. με ὅτι δὲν ὑπάρχει κόσμος, ἀφοῦ δὲν δυνάμεθα νὰ λύσωμεν τὸ αἴνιγμα;
Πῶς θέλεις νὰ πιστεύσω εἰς Θεὸν ἐνῶ δὲν βλέπω αὐτόν; ΟΡΘΟΛ. Ὁμολογῶ ὅτι τὰ ἐπιχειρήματά σου εἶναι πολὺ σοφὰ καὶ στη-
ΟΡΘ. Ὅταν ὁμιλῆς περὶ ἐπιστήμης σὲ παρακαλῶ νὰ κάμνης διάκρισιν ρίζονται ἐπὶ στερεῶν βάσεων· βλέπεις ὅμως ὅτι καὶ σὺ παραδέχεσαι ὅτι ὁ
περὶ τίνος ἐπιστήμης ὁμιλεῖς, περὶ τῆς ψευδοεπιστήμης, τὴν ὁποίαν σεῖς κόσμος εἶναι αἴνιγμα καὶ δὲν εἶναι εὔκολον νὰ τὸ λύση κανείς. Διατί λοιπὸν
καὶ οἱ ὅμοιοί σας ἐπαγγέλλεσθε, ἢ περὶ τῆς ἀληθοῦς ἐπιστήμης, ἥτις πραγ- ἐπιμένεις ὅτι τὰ ἠξεύρεις ὅλα;
ματικῶς ἔχει ἐμβαθύνει εἰς τὴν μελέτην τῆς φύσεως καὶ παραδέχεται μετὰ ΓΙΝΩΣΚΟΜΕΝΑ καὶ ΑΓΝΟΟΥΜΕΝΑ
πεποιθήσεως ὅτι κάθε ἀποτέλεσμα ἔχει τὸ αἴτιόν του; ΟΡΘ. Ἡ ὕπαρξις, φίλτατέ μοι, τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς πνευματικῆς ψυχῆς τοῦ
ΟΡΘΟΛ. Ἀπόδειξέ μου λοιπὸν ὅτι εἶμαι ψευδοεπιστήμων. ἀνθρώπου, λύει ὅλα τὰ μυστήρια τοῦ κόσμου· ἡ δὲ μή ὕπαρξις αὐτῶν τὰ
ΟΡΘ. Ἄνευ κόπου μάλιστα. Λέγεις, ὅτι πᾶν, τὸ ὁποῖον δὲν στηρίζεται ἐπὶ καθιστᾶ αἴνιγμα. Ὁ ἀθεϊσμός, ὁ ὑλισμός, ὁ ὀρθολογισμός καὶ ὅλα τὰ παρα-
τοῦ ὀρθοῦ λόγου, δὲν τὸ παραδέχεσαι, καθὼς καὶ πᾶν ὅτι δὲν βλέπεις, δὲν πλήσια τούτοις συστήματα προβάλλουσι περισσότερα δόγματα καὶ μυστή-
ἀντιλαμβάνεσαι ἢ δὲν δύνασαι νὰ ψηλαφήσης. ρια ἀπὸ τὴν ὕπαρξιν τοῦ Θεοῦ .
Εἰπέ μου, λοιπόν, τί εἶναι ὁ ἠλεκτρισμὸς καὶ ποῦ ἔχει τὴν πηγὴν αὐτοῦ. Ὁ φυσιοδίφης ἐπιστήμον δὲν ἠμπορεῖ ἐπὶ πειραματικῶν δοκιμῶν νὰ ἀπο-
Τὴν ἔλξιν τῶν οὐρανίων σωμάτων τὴν παραδέχεται ἡ ἐπιστήμη· ἀλλὰ πό- δείξη τὴν ὑπερκόσμιον αἰτιότητα· δύναται ὅμως διὰ πειραματικῶν δοκιμῶν
θεν πηγάζει ὁ νόμος τῆς βαρύτητας καὶ τῆς ἔλξεως; ἐπὶ τῆς ὕλης νὰ ἀποδείξη, τὸ ἀδύνατόν του νὰ παραγάγη αὕτη αὐτομάτως
Τίς (ποιά) εἶναι ἡ ἕδρα αὐτοῦ καὶ ἡ φύσις του; Δύναται ἡ ἐπιστήμη νὰ τὸν κόσμον ἄνευ αἰτίου ὑπερφυσικοῦ.
περιγράφη τὰ ὅρια τοῦ κόσμου, τὸ ὕψος, τὸ βάθος, τὸ μήκος, τὸ πλάτος Ἡ θετική ἐπιστήμη δὲν δύναται νὰ χορηγήση ἀπόδειξη ὅτι τὰ πvευματι-
αὐτοῦ; Ποσάκις ἡ ἰδία ἐπιστήμη δὲν ἐπλανήθη; Ἡ ἀληθὴς ἐπιστήμη πε- κά φαινόμενα, ἡ ἰδέα, ἡ κρίσις παράγονται ἀπὸ τῶν ἐγκεφαλικῶν μηχανι-
ριορίζει ἐν τῷ ἀνθρώπῳ πᾶσαν ὑπερηφάνειαν. Πόσες φορὲς οἱ ἀληθεῖς κῶν λειτουργιῶν.
ἐπιστήμονες, προκειμένου περὶ ἀποδείξεων ὑπερφυσικῶν ζητημάτων, δὲν Δὲν προτίθεμαι νὰ δικαιολογήσω διὰ πειραμάτων τὰ περὶ ψυχῆς δόγματα,
ἀνέκραξαν τὸ τοῦ Σωκράτους «ἕν οἶδα ὅτι οὐδὲν οἶδα;» Λαμβάνεις λίθον ἀλλὰ θέλω νὰ σοῦ δώσω νὰ καταλάβης, ὅτι οὐδεμία ἐγείρεται σύγκρουσις
ἀνὰ χεῖρας καὶ ἀφήνων αὐτὸν τὸν βλέπεις καταπίπτοντα εἰς τὴν γῆν· ἐὰν μεταξὺ θρησκείας καὶ ἐπιστήμης, ἐφ’ ὅσον αὕτη ἔχει ἁρμοδιότητα ἐρεύνης
συγχρόνως κάτοικος τοῦ ἀντιθέτου ἡμισφαιρίου πράξη τὸ αὐτό, ὁ λίθος θὰ καὶ ἐκζητήσεως καὶ ὅτι ἀπ’ ἐναντίας εἶναι σύμφωνον τοῦτο πρὸς τὴν φιλο-
λάβη τὴν αὐτὴν πρὸς τὸ κέντρον διεύθυνσιν. Καλεῖ τὸ φαινόμενο αὐτὸ ἡ σοφικήν καὶ ἐπιστημονικήν τῶν πραγμάτων ἀνάλυσιν καὶ ἐπισκόπησιν.
ἐπιστήμη ἀποτέλεσμα τοῦ νόμου τῆς βαρύτητος· ἀλλ’ ἡ δύναμις ἡ ὠθοῦσα Ἐκ τοῦ ὅτι δὲν ἠμποροῦμεν νὰ μάθωμεν περισσότερα, ἕπεται ὅτι δὲν
τὸν λίθον πρὸς τὸ κέντρον τῆς γῆς, αἱ δυνάμεις τῆς ἔλξεως καὶ τῆς ὤσεως, πρέπει νὰ βασιζώμεθα καὶ εἰς ὅτι ἡ λογική σκέψις ὑπαγορεύει; Ἐπειδή δὲν
αἱ συντηροῦσαι τὴν ἁρμονίαν τῶν οὐρανίων σωμάτων, εἶναι ἆρα γε συμ- δυνάμεθα νὰ πετάξωμεν πρέπει νὰ παύσωμεν καὶ νὰ περιπατῶμεν; Δὲν
φυεῖς εἰς τὰ σώματα, εἶναι ἄρα γε μηχανικόν τι στοιχεῖον τῆς ὕλης, ἢ εἶναι γνωρίζομεν τὴν πηγήν, βλέπομεν ὅμως τὸ ρέον ὕδωρ· δυνάμεθα τώρα νὰ

20 21
ἀρνηθῶμεν τὴν πηγήν, τὴν ὁποίαν δὲν δυνάμεθα νὰ ἀντιληφθῶμεν; Περί ποι ἔχουσιν ὀφθαλμούς· οὐχὶ ὅμως ἐξ ἴσου βλέπουσιν τὸν ἥλιον, ἀλλὰ συμ-
τῆς ὑπάρξεως τοῦ Θεοῦ, περὶ τῆς θείας αὐτοῦ Προνοίας ἐν τῷ κόσμῳ, φώνως μὲ τὴν ἔντασιν τῆς ὁράσεως ἑκάστου. Τοιουτοτρόπως συμβαίνει
ἔχομεν τόσας βεβαιώσεις, τόσας ἀποδείξεις ἀπὸ τῶν πρώτων αἰώνων τῆς μὲ τοὺς ἀνθρώπους πρὸς τὸν Θεόν. Ὅσον καθαρώτερος εἶναι ὁ ἄνθρωπος
ἀνθρωπότητος μέχρι σήμερον. Πάντες οἱ λαοί καὶ οἱ πλέον ἀπολίτιστοι , ἀπὸ ἁμαρτίας, τόσον περισσότερον ἀντιλαμβάνεται Αὐτόν. Ὅταν τίς λέγη,
ὁμολογοῦν ὅτι ὑπάρχει κάποια ἀνωτέρα δύναμις, τὴν ὁποίαν ὑπὸ διάφορα δὲν ὑπάρχει Θεός, σημαίνει μὲ αὐτὰς τὰ λέξεις, ὅτι εἶναι εἷς ἔνoχoς, εἷς δι-
ὀνόματα ἐπωνόμασαν θεόν· περὶ δὲ τῆς μή ὑπάρξεως αὐτοῦ, τίνα βεβαιότη- εφθαρμένος, εἷς ἐγκληματίας καὶ φοβεῖται πολὺ τὸν ἀλάνθαστον τοῦτον
τα ἔχομεν; Ἐκ τῶν πέριξ, ἐκ τῶν κάτω, ἐκ τῶν ἀνω, ἐκ τῶν ἐγγύς, ἐκ τῶν μα- κριτήν, τὸν ὁποῖον δὲν θέλει νὰ ἀντιλαμβάνεται ἐκ τοῦ ἀπείρου μεγαλεί-
κράν, ἐκ τῶν ἐντός ἡμῶν φωνή μυστηριώδης, ἀλλ’ εὐκρινής, ἰσχυρά, συνε- ου τῆς φύσεως, ἀλλὰ προσπαθεῖ διὰ παντὸς τρόπου, νὰ ἀπαλλαγῆ αὐτοῦ
χής, μᾶς καλεῖ εἰς τὸ πέραν τοῦ τάφου, εἰς τὰ ἐπέκεινα τῆς γῆς. Ἡ ψυχή τοῦ καὶ νὰ πείση τὸν ἑαυτόν του ὅτι δὲν ὑπάρχει, καθότι ἀντίκειται ἡ ὕπαρξις
ἀνθρώπου ζητεῖ τὸ τέλειον, εἶναι δεκτική τελειότητος, ποθεῖ τὴν τελείαν αὐτοῦ εἰς τὰς ὀρέξεις καὶ πάθη καὶ αἰσχρὰς ἐπιθυμίας αὐτοῦ, ὅπως ἄγριος
γνώσιν καὶ μακαριότητα τὴν ἀπηλλαγμένην πάσης ἀτελείας καὶ θλίψεως. τίς Ἀφρικανὸς δὲν ἤθελε νὰ πιστεύση εἰς ἄλλην ζωήν, διότι ἐφοβεῖτο μή-
Ἐφ’ ὅσον ὁ σοφός εἰσδύεται εἰς τὰ μυστήρια τῆς ἐπιστήμης, ἐπὶ τοσοῦτον ἡ πως ἐγερθῶσιν οἱ ὑπ’ αὐτοῦ φονευθέντες καὶ ἐκδικηθῶσιν αὐτόν.
καρδία του πληροῦται πίστεως, ὡς ἡ διάνοια φωτιζομένη καταπλήσσεται, Ἐπεθύμουν πολὺ νὰ ἴδω ἕναν ἄνθρωπον σώφρονα, μετριόφρονα, ἁγνόν,
πρό τοῦ ἐπιλάμποντος μεγαλείου τοῦ θείου φωτός. Ἡ κίνησις, ἡ τάξις, ἡ δίκαιον νὰ διακηρύττη ὅτι δὲν ὑπάρχει Θεός· θὰ ὡμίλει τουλάχιστον ἄνευ
ζωή, τὸ ἔνστικτον τῶν ζώων, ἡ ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου, ή συνείδησις, ἡ συμφέροντος ἀλλὰ τοιοῦτος ἄνθρωπος δὲν εὑρίσκεται ποσῶς. Ἡ πίστις
θέλησις, ἡ ἐπιθυμία τῆς εὐτυχίας, ἡ διάνοια, ἀποδεικνύουσι τὴν ὕπαρξιν εἶναι ψυχικὴ ἱκανότης, πρὸς διαμόρφωσιν ἰδεῶν καὶ πεποιθήσεων, διὰ τῆς
τοῦ Θεοῦ. παρεχομένης ἐμπιστοσύνης εἰς τὴν μαρτυρίαν καὶ αὐθεντίαν ἄλλων ἢ εἰς
ΟΡΘΟΛ. Περίεργον. Πρώτην φοράν ἀκούω τοσαύτας ἀληθείας περὶ τῆς τὰς μυχίας ἐνοράσεις τῆς ἡμετέρας συνειδήσεως. Φίλος ἐλθὼν ἐξ Ἀμερι-
ὑπάρξεως τοῦ Θεοῦ, καὶ ὁμολογῶ εἰλικρινῶς ὅτι οὐδέποτε ἐμελέτησα σο- κῆς μᾶς βεβαιώνει ὅτι εἶδεν οἰκίας ἐχούσας τριάκοντα ὀροφάς· τὸ πιστεύ-
βαρῶς τὰ ζητήματα ταῦτα· ἀλλὰ πώς εὑρέθη ὁ Θεὸς οὗτος καὶ διατί δὲν ομεν, χωρὶς νὰ τὸ ἴδωμεν, στηριζόμενοι εἰς τὴν ἀξιοπιστίαν τοῦ φίλου μας.
δυνάμεθα νὰ ἀντιληφθῶμεν αὐτόν διὰ τῶν ἰδίων μας ὀφθαλμῶν, ἵνα πι- Ὑπῆρξε μίαν φοράν, αὐτοκράτωρ τῆς Ρώμης καλούμενος Αὔγουστος· τὸ
στεύσωμεν εἰς τὴν ὕπαρξίν του; πιστεύομεν, διότι τὸ ἐμάθομεν ἀπὸ τοὺς ἱστορικούς· μόνοι μας οὐδέποτε
δυνάμεθα νὰ τὸ βεβαιώσωμεν. Γνωρίζομεν ὅτι ὑπάρχει ὁ ἥλιος· ἡ γνῶσις
Η ΠΕΡΙ ΘΕΟΥ ΓΝΩΣΙΣ
μας αὐτή, βασίζεται εἰς τὰ αἰσθητήριά μας, περὶ ὧν δεχόμεθα ὅτι δὲν μᾶς
ΟΡΘ. Θὰ ἧτο πολὺ μικρὸς ὁ Θεός, ἐὰν ἠδύνατο νὰ ψηλαφηθῆ καὶ ἐν-
ἀπατῶσι· τὴν πεποίθησιν ταύτην δὲν δυνάμεθα νὰ ἀποδείξωμεν διὰ τῶν
νοηθῆ ἀπὸ τόσον μικρὸν πνεῦμα ὅσον εἶναι τοῦ ἀνθρώπου. Δὲν δυνάμεθα
συνήθων μέσων, ἀλλὰ πιστεύομεν εἰς τὴν ὀρθότητα αὐτῆς, διότι πάντες οἱ
ἡμεῖς τὰ πεπερασμένα ὄντα νὰ μετρήσωμεν· καὶ θὰ ὑπαγάγωμεν τὴν αἰω-
λοιποὶ μᾶς βεβαιώνουσιν ὅτι καὶ ἐκεῖνοι βλέπουσι τὸν ἥλιον.
νιότητα τοῦ Θεοῦ εἰς τὸ μέτρον καὶ εἰς τὸν χρόνον; Ἀγνοοῦμεν καὶ πρέπει
Πάντες πιστεύομεν εἰς τὴν ἐλευθερίαν τῶν βουλήσεών μας καὶ ὅτι
νὰ ἀγνοοῦμεν, διότι δὲν εἶναι δυνατὸν διὰ τῆς ἡμετέρας κρίσεως νὰ γνω-
καλῶς πράττομεν, ἐπιτελοῦντες τὰ ἡμέτερα καθήκοντα, ὑπηρετοῦντες εἰς
ρίσωμεν τοὺς ὅρους τῆς ὑπάρξεως ὄντος προαιωνίου, ἱσταμένου ὑπεράνω
τὸ ἀγαθὸν τῆς πατρίδος, εἰς τὴν ἁγιότητα, εἰς τὴν ἱερότητα τῶν οἰκογε-
τῶν νόμων τοῦ χρόνου καὶ τῆς φύσεως, οὐδὲ νὰ συναρμολογήσωμεν τὴν
νειακῶν δεσμῶν καὶ εἰς τὴν κοινωνικὴν αὐτῶν σπουδαιότητα, χωρὶς νὰ
ὕπαρξιν τούτου πρὸς τὴν λογικὴν καὶ τοὺς ὑπολογισμοὺς πεπερασμένων
ἐκζητήσωμεν ἀποδείξεις περὶ τῶν ἡμετέρων πεποιθήσεων καὶ δοξασιῶν.
ὄντων. Ὁ Θεὸς δίδει τὴν γνῶσιν ἀναλόγως τῶν ἀναγκῶν μας καὶ ὄχι κατὰ
Τὴν ἱστορίαν τῶν ἀνθρωπίνων πράξεων, βασίζομεν ἐπὶ τῆς πίστεως τῶν
τὴν ὑπερηφάνειάν μας. Ὁ Θεὸς δὲν ἐχορήγησεν εἰς τὸν ἄνθρωπον τὴν λύ-
βεβαιουμένων γεγονότων ὑπὸ συγχρόνων χρονογράφων, τὸ πλείστον δὲ
σιν τῶν ἀποριῶν τούτων κατὰ τρόπον πρόδηλον καὶ διαυγῆ, ἵνα ἡ πίστις
τῶν γνώσεων καὶ ἰδεῶν μας, στηρίζεται ἐπὶ τῆς πίστεως, τῶν παραδόσεων,
εἰς τὴν ὕπαρξιν τοῦ Θεοῦ ἔχη ἀξίαν, ἡ δὲ ἀρετή, μὴ εἶναι τὸ ἀπαύγασμα ψυ-
τῶν μαρτυριῶν καὶ τῶν ἐναργῶν ἀληθειῶν, περὶ ὧν οὐδεμίαν ἔχoμεν ἀπό-
χροῦ συμφέροντος, ὑπολογισμοῦ. Καθαρὰ καὶ ὑπερτέρα πάσης ἀμφιβολίας
δειξιν· ἀρκούμεθα μόνον νὰ ἐξελέγχωμεν τοὺς χαρακτῆρας τῶν πηγῶν, ἐξ
λύσις, θὰ ἀφήρει πᾶσαν διάκρισιν μεταξὺ πονηρᾶς καὶ ἐναρέτου ψυχῆς. Τὸ
ὧν ἀρυόμεθα, ὅπως πεισθῶμεν περὶ τῆς ἀληθείας αὐτῶν. Ὁ ἄπιστος εἶναι
πρόδηλον καὶ ἀναμφίλεκτον ἐπὶ τοιούτου ἀντικειμένου θὰ προσέβαλλε τὸ
ἀξιολύπητος καὶ δυστυχέστατος καθιστῶν τὸν ἑαυτόν του εἰς τὴν ὁμοτα-
ἀπόλυτον τῆς ἡμετέρας (τῆς δικῆς μας) ἐλευθερίας. Ὁ Θεὸς ἐξήρτησε τὴν
ξίαν τῶν κτηνῶν καὶ ἀκόμη κατωτέρω, μὴ ἐλπίζων τίποτε καὶ μὴ γνωρίζων
πίστιν ἀπὸ τῶν ἐσωτερικῶν καὶ ἐνδομύχων διαθέσεων. Ἄπαντες οἱ ἄνθρω-

22 23
ποῦ κατευθύνεται, ἐνῶ τὰ ὑπὸ τῶν πιστευόντων θείαν ὕπαρξιν καὶ μέλλου- ὄντα, εἶναι μέσα ἢ ὄργανα, χάριν ἀνωτέρων ὄντων, τὰ ἀνόργανα, χάριν
σαν ζωὴν δόγματα, ἐξυψοῦσι τὸν ἄνθρωπον καὶ ἀναδεικνύουσιν εἰς αὐτὸν τῶν ἐνοργάνων, τούτων δὲ πάλιν τὰ μὲν κατώτερα πρὸς συντήρησιν τῶν
τὰς ἀρίστας τῶν ἀρετῶν καὶ ὁδηγοῦσιν ἀσφαλῶς εἰς τὸ τέρμα διὰ τῆς ὁδοῦ ἀνωτέρων ἐνοργάνων, ταῦτα δὲ πάλιν χάριν τῶν πνευματικῶν καὶ λογικῶν
τῆς πίστεως. ὄντων, ἦτοι τῶν ἀνθρώπων.
ΟΡΘΟΛ. Διὰ κάθε ζήτημα ἔχεις τὴν ἀπάντησιν ἕτoιμον. Ἀλλὰ ἀφοῦ ὁ Ἐνῶ δὲ βλέπομεν πόσον σοφῶς ἐπλάσθη ὁ κόσμος, παρατηροῦμεν ὅμως
Θεὸς εἶναι αἰώνιος, τί ἔκαμνε τόσους αἰῶνας καὶ διατὶ δὲν ἐξακολουθεῖ νὰ πολλὰς δυσαρμονίας ἐν αὐτῷ καὶ ὅ,τι φαίνεται ὅτι εἶναι σκοπὸς καταστρέ-
δημιουργῆ νέους κόσμους; φεται πολλάκις ὑπὸ φυσικῶν δυνάμεων, οἷον αἱ καταστροφαὶ τῶν καρπῶν
ΟΡΘ. Αὐτὸ μόνον διὰ τὴν ὕλην δύναται νὰ λεχθῆ ἥτις, ἐὰν ἦτο αἰωνία, καὶ φυτῶν καὶ ζώων ὑπὸ τοῦ καύσωνος, τοῦ ψύχους, τῆς ἀνομβρίας, τῶν
πῶς δὲν διάπλαττε τὸν κόσμον συμφώνως μὲ τοὺς νόμους τῆς φύσεως πρὸ πλημμυρῶν, τῆς χαλάζης, τῶν ἀσθενειῶν, τῶν σεισμῶν, τῶν θανάτων. Αἱ
τῶν μυριάδων τῶν αἰώνων; Ἐνῶ συμφώνως μὲ τὰ ἐξαγόμενα τῆς ἐπιστήμης, καταστροφαὶ δὲ αὗται δύνανται νὰ θαυμασθῶσιν, ὡς μέσον ὑψηλοτέρου
ἡ γῆ διεμορφώθη ἐντὸς ὁρισμένου χρονικοῦ διαστήματος. Ἐὰν ἡ ὕλη ἦτον καὶ γενικωτέρου σκοποῦ, ὁ σκοπὸς ὅμως οὗτος δὲν ὑπάρχει ἐν τῷ φυσικῷ
αἰωνία, ἔπρεπεν ὅλαι αὗται αἱ μεταλλαγαὶ αὐτῆς αἱ ἐν χρόνῳ συντελεσθεῖ- τούτῳ κόσμῳ.
σαι, νὰ εἶχον λήξη πρὸ μυριάδων χρόνων. Πῶς ὅμως συμβαίνει νὰ μὴν ἔχη Ὁ Θεὸς εἰς τὰ ὑλικὰ ὄντα ἐπιβάλλει νόμους φυσικοὺς εἰς δὲ τὰ λογικὰ
φθάσει ἀκόμη εἰς τὴν πλήρη συντέλειάν της; Προφανῶς διότι ἡ ὕλη εἶναι ὄντα προβάλλει νόμους ἠθικούς. Ὁ ἄνθρωπος φύσει εἶναι ἐλεύθερος νὰ
χρονικὸν δημιούργημα καὶ αἱ ἀλλοιώσεις αὐτῆς καὶ οἱ σχηματισμοὶ ἔχου- πράξη τὸ καλὸν ἢ τὸ κακόν· ἀλλ’ ἐνῶ καὶ ὁ τελευταῖος τῶν ἀνθρώπων
σιν ἀφορμηθῆ (τὴν αἰτία) ἐκ τοῦ χρόνου καὶ οὐχὶ ἐκ τῆς αἰωνιότητος. Δὲν ἐπαινεῖ μίαν καλὴν πράξιν καὶ κατακρίνει τὴν κακήν, ἐν τούτοις πάντες οἱ
δυνάμεθα ὅμως, τὸ αὐτὸ νὰ εἴπωμεν καὶ περὶ τοῦ Θεοῦ, ὅστις ἦτον ἐλεύθε- ἄνθρωποι εἶναι κατὰ τὸ ἦττον ἢ μᾶλλον ἁμαρτωλοὶ καὶ τρέμουσιν ἐπὶ τῇ
ρος εἰς οἱανδήποτε ἐποχὴν νὰ δημιουργήση τὸν κόσμον. Καὶ ἐξ ἄλλου, πῶς ἰδέα τοῦ θανάτου. Ἐν τῷ κόσμῷ παρατηροῦμεν τὴν ὕλην, δεύτερον τὴν τα-
ἠμπορεῖ νὰ γνωρίζη ὅτι ὁ Θεὸς πρὸ τῆς δημιουργίας καὶ μετ’ αὐτὴν ἔμεινεν κτοποίησιν τῆς ὕλης πρὸς ἕνα σκοπόν, τρίτον τὸν ἄνθρωπον ἔχοντα ἐντός
ἀδρανής; Μήπως ὁ κατασκευάσας ἐργοστάσιον καὶ συντηρῶν αὐτό, λο- του νόμον ἠθικόν, διακρίνοντα τὸ καλὸν ἀπὸ τὸ κακὸν καὶ τὴν ἐπιθυμίαν
γίζεται ἀδρανής; Μήπως ἡ ἀπόλαυσις τῆς ἀγαπητῆς σου συζύγου καὶ τῶν τῆς ἀμοιβῆς τοῦ ἀγαθοῦ καὶ τῆς τιμωρίας τοῦ κακοῦ, τὸ ὁποῖον συνήθως
τέκνων, θεωρεῖται ἀδράνεια; δὲν συμβαίνει ἐπὶ τῆς γῆς. Ἄρα ὁ Θεός, ὁ θέσας ἐν τῇ ψυχῇ τοῦ ἀνθρώπου
ΟΡΘΟΛ. Ἔξοχα· εἶναι μεγάλαι ἀλήθειαι αὗται. Ἀλλὰ πῶς ἠμποροῦμεν νὰ τὴν ἐπιθυμίαν τῆς ἀνταμοιβῆς τοῦ ἀγαθοῦ καὶ τῆς τιμωρίας τοῦ κακοῦ, θὰ
συμπεράνωμεν ὅτι καὶ πέραν τοῦ τάφου, εἶναι συνέχεια τῆς ζωῆς ταύτης; ἐπροσδιώρισε καὶ καιρὸν εἰς τὸν ὁποῖον θέλει ἀνταποδώσει τοῦτο. Ὅλαι
ΤΑ ΠΕΡΑΝ ΤΟΥ ΤΑΦΟΥ αἱ θρησκείαι συμφωνοῦσιν ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἐγεννήθη εὐτυχὴς καὶ κατόπιν
ΟΡΘ. Εἶναι ἐπιστημονικῶς βεβαιωμένον, ὅτι οὐδὲν ὑλικὸν πράγμα ἀπώλεσε τὸν παράδεισον καὶ ὅτι ἐν τῇ μελλούσῃ ζωῇ πάλιν θὰ ἀποκτήση
ἀπόλλυται ἐν τῷ κόσμῳ· ἀλλὰ διὰ διαφόρων φυσικῶν καὶ χημικῶν συνθέ- αὐτόν. Εἶναι ψευδέστατον ἐκείνο, τὸ ὁποῖον διατείνονταί τινες, ὅτι ἐν τῷ
σεων, μεταβάλλεται εἰς ἄλλας ἰδιότητας καὶ εἴδη· ἐὰν δὲ τὰ ὑλικὰ σώματα κόσμῳ τούτῳ τιμωρεῖται ἀπολύτως τὸ κακὸν καὶ ἀνταμείβεται ἀπολύτως
δὲν ἀπόλλυνται, πόσω μᾶλλον θέλουσιν ἀπολεσθῆ τὰ πνευματικὰ ὄντα τὰ τὸ ἀγαθόν. Καὶ οἱ ἄδικοι πάσχουσιν, ἀλλὰ καὶ οἱ δίκαιοι ὑποφέρουσιν· πολ-
ὁποῖα εἶναι ἀνώτερα τῶν ὑλικῶν οἷα (ὅπως) εἶναι αἱ ψυχαί τῶν ἀνθρώπων; λάκις μάλιστα οἱ ἄδικοι θριαμβεύουσι καὶ οἱ δίκαιοι καταθλίβονται, τὸ δὲ
Ὑπάρχει ἢ δὲν ὑπάρχει ἑτέρα ζωὴ πέραν τοῦ τάφου; Ἐπ’ αὐτοῦ ἀπαντῶσιν ἡ τέλος καὶ τῶν δύο ὁ αὐτὸς θάνατος.
ἐπιστήμη ἡ ἐπὶ τῆς πείρας στηριζομένη, ἡ ἐπὶ τοῦ ὀρθοῦ λόγου στηριζομέ- ΟΡΘΟΛ. (Μετ` συγκινήσεως). Ἀρκεῖ, Ὀρθόδοξε· δὲν θέλω πλέον ἄλλας
νη φιλοσοφία καὶ ἡ θεία ἀποκάλυψις. ἀποδείξεις περὶ τῆς ὑπάρξεως τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς πέραν τοῦ τάφου ἄλλης
Ἡ πρώτη ἐξετάζει καὶ ταξιθετεῖ τὰ γεγονότα· ἡ δευτέρα ὑψοῦται εἰς τὰς ζωῆς αὐτὴ ἡ ψυχή μου ἤδη ἤρχισε νὰ σκιρτᾶ, εἰσδεχομένη μετ’ εὐχαριστή-
αἰτίας, ἐξετάζει τὰς ἀναγκαίας ἀρχὰς καὶ ἐξάγει τὰ συμπεράσματα· ἡ τρίτη σεως τὰς ἀληθείας ταύτας· νομίζω ὅτι ἀναγεννῶμαι. Ὦ! πόσον δυστυχής
τείνει τὸ οὖς (τὸ αὐτί) εἰς τὰς φωνὰς τοῦ Θεοῦ καὶ ζητεῖ μεταξὺ τῶν ἀπο- εἶναι, ὅστις ἀρνεῖται τὸν Θεόν!
καλύψεων τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῶν ἀνθρωπίνων διδασκαλιῶν, τὴν ἀρμονίαν,
ἥτις εἶναι ἡ σφραγὶς τῆς ἀληθείας καὶ τὸ μυστήριον τῆς ἐπιρροῆς αὐτῶν. ΣΥΖΗΤΗΣΙΣ ΔΑΡΒΙΝΙΣΤΟΥ ΜΕΤΑ ΤΟΥ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ
Ὁ κόσμος ὅλος, ἀποτελεῖ ἓν σύνολον καὶ ὅλα τείνουσι πρὸς ἕνα σκοπὸν συνεχίζεται εἰς τὸ ἑπόμενο τεύχος
καὶ εἶναι ἀλληλένδετα· αἱ κατώτεραι φυσικαὶ δυνάμεις καὶ τὰ κατώτερα

24 25
Γαλιλαίας παρόντα, καὶ γάμον εὐλογήσαντα καὶ θαυ-
ΑΓΙΟΠΑΤΕΡΙΚΑ ΑΠΟΣΤΑΓΜΑΤΑ μάτων ποιήσαντα, τὸ προοίμιον καὶ παραδόξως τὸ ὕδωρ,
οἶνον δείξαντα καὶ κεκλημένους τοῦ γάμου, ἐν τούτῳ εὐφρά-
ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ναντα.
ΛΟΓΟΣ Γ΄. Καὶ νῦν, Θεοτοκίον ὅμοιον.
Παρθένε Μαριάμ, ἡ ἀνύμφευτος Νύμφη, τὴν νύμφη τὴν καλήν,
Οἱ Χριστιανοὶ δὲν πρέπει νὰ παίζουν ταύτην φύλαττε, Κόρη, ἐκ πάσης περιστάσεως, καὶ τὸν ταύτης ὁμό-
παιχνίδια καὶ νὰ χορεύουν καὶ νὰ τραγουδοῦν ζυγον· εὐτεκνίαν τε χαριζομένη καὶ πάσαν τὴν αὐτάρκειαν, τῶν ἀγαθῶν
στοὺς γάμους τους. τοῦ Υἱοῦ σου, καὶ τέλος σωτήριον.
Ἔνστασις - Λύσις Ἢ ἂς ψάλλουν καὶ ἄλλα ὅμοια μὲ αὐτά, σεμνὰ ὅμως καὶ θεϊκὰ καὶ πνευ-
Πὼς πρέπει οἱ Χριστιανοὶ νὰ χαίρωνται στοὺς γάμους τους. ματικὰ καὶ ὄχι ἄσεμνα καὶ ἐρωτικά, ὅπως ἁρμόζει στοὺς Χριστιανοὺς καὶ
Τί λένε ὅμως μερικοί; ὁ γάμος εἶναι χαρά, καὶ πῶς λοιπὸν ἐμεῖς θὰ δείξουμε ὅπως παραγγέλλει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέγοντας·
τὴν χαρά μας, παρὰ μὲ τὸ νὰ ὀργανώσουμε παιχνίδια, νὰ στήσουμε χοροὺς «Τέλος ἀδελφοί μου, ὅ,τι εἶναι ἀληθινό, σεμνό, δίκαιο, καθαρό, ἀξια-
καὶ νὰ τραγουδήσουμε; Ἀκοῦστε ὅλοι ἐσεῖς ποὺ τὰ λέτε αὐτά· ἐγὼ νὰ σᾶς δι- γάπητο, καλόφημο, ὅ,τι ἔχει σχέση μὲ τὴν ἀρετὴ καὶ εἶναι ἄξιο ἐπαίνου,
δάξω μὲ ποιὸ τρόπο νὰ χαρῆτε καὶ νὰ εὐφρανθῆτε ἀληθινά. Ἀδελφοί μου Χρι- αὐτὰ νὰ ἔχετε στὸ μυαλό σας» «Τὸ λοιπόν, ἀδελφοί, ὅσα ἐστὶν ἀληθῆ,
στιανοί, νεόγαμπροι καὶ νεόνυμφες, ὅταν κάνετε τὸν γάμο σας, φωνάξτε ἕναν ὅσα σεμνά, ὅσα δίκαια, ὅσα ἁγνά, ὅσα προσφιλῆ, ὅσα εὔφημα, εἴ τις ἀρε-
καλλίφωνο ψάλτη καὶ πέστε του νὰ σᾶς ψάλλη κανέναν εἱρμὸ καὶ ὕμνο τοῦ τὴ καὶ εἴ τις ἔπαινος, ταῦτα λογίζεσθε·» (Φιλιππ. 4,8).
Χριστοῦ ἢ τῆς Θεοτόκου ἢ τῶν Ἁγίων· παρακαλέστε καὶ τοὺς ἁγίους ἱερεῖς Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο νὰ χαίρεστε ἐν Κυρίῳ καὶ νὰ εὐφραίνεσθε· μὲ
καὶ κληρικοὺς νὰ ψάλλουν καὶ αὐτοὶ ὁ καθ’ ἕνας ἀπὸ ἕναν εἱρμὸ ἢ τροπάριο· αὐτὸν τὸν τρόπο καὶ ὁ γάμος σας καὶ τὰ τραγούδια σας καὶ τὸ τραπέ-
καὶ μάλιστα νὰ ψάλλουν κανένα πνευματικὸ ἄσμα σχετικὸ μὲ τὸ Μυστήριο ζι σας καὶ ὅλα νὰ γίνωνται πρὸς δόξαν τοῦ Θεοῦ καὶ Πατέρα, καὶ πρός
τοῦ γάμου σας, ὅπως εἶναι παραδείγματος χάριν τὰ πιὸ κάτω μεγαλυνάρια καὶ εὐχαριστία τοῦ ἀγαπητοῦ του Υἱοῦ, τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, καὶ
καθίσματα, ποὺ γράφουμε ἐδῶ. πρὸς ἔπαινο καὶ τιμὴ τοῦ Παναγίου καὶ ζωοποιοῦ αὐτοῦ Πνεύματος, τῆς
ὁμοουσίου καὶ ἀδιαιρέτου Τριάδος.
Πρὸς τὴν Τιμιωτέραν.
Εὐλόγησον Κύριε ὁ Θεός, νεονύμφους τούτους, ὡς εὐλόγησας Ἀβραὰμ Γιὰ λόγους ζηλοτυπίας δὲν πρέπει οἱ νεόνυμφοι
καὶ τὴν Σάρραν πάλαι· Ἰσαὰκ καὶ Ρεβέκκαν· καὶ ἐκ παντοίας βλάβης αὐτοὺς νὰ φέρνουν παιχνίδια στοὺς γάμους τους.
περίσωζε. Φύλαττε τοὺς δούλους σου, Ἰησοῦ, συζύγους τούτους, ἐν ἀγάπη Σᾶς λέω ἀκόμη καὶ ἕνα ἄλλο, ποὺ θυμήθηκα, καὶ τελειώνω. Ἡ ζηλοτυ-
εἰλικρινεῖ, ψυχῆς ὁμονοίᾳ καὶ πνεύματος εἰρήνη, καὶ βασιλείας θείας τούτους πία γνωρίζω ὅτι εἶναι ἕνα ἀχώριστο γνώρισμα στοὺς ἄνδρες, ποὺ ἔχουν
ἀξίωσον. Τίμιον τὸν γάμον τοῦτον, Χριστέ, ἐν πᾶσι συντήρει, καὶ ἀμίαντον γυναῖκες, καὶ μάλιστα στοὺς νεόνυμφους. Αὐτοί περισσότερο ἀπὸ ὅλα τὰ
καὶ ἁγνήν, φύλαττε τὴν κοίτην τῶν νῦν στεφανωθέντων, καὶ τέλους θεαρέ- ἄλλα θέλουν τὴν τιμή καὶ τὴν σωφροσύνη τῶν γυναικῶν τους καὶ προ-
στου αὐτοὺς ἀξίωσον. Χάρισαι φιλάνθρωπε, Ἰησοῦ, τοῖς νεονύμφοις τούτοις, τιμοῦν περισσότερο νὰ ὑποφέρουν νὰ χάσουν τὸν πλοῦτο, τὸ σπίτι τους
εὐτυχίαν τῶν ἀγαθῶν καὶ πολυτεκνίαν ὁμοῦ καὶ εὐτεκνίαν· ἵνα σε μετὰ πόθου ἢ ἀκόμη καὶ αὐτὴ τὴν ἴδια τὴν ζωή, παρά νὰ ὑπονομευθῆ ἡ κοίτη καὶ ὁ
ἀεὶ δοξάζωσιν. γάμος τους· γι’ αὐτὸ ὁ μὲν Σολομῶντας σχετικά μὲ τὸν ζῆλο αὐτῶν τῶν
ἀνδρῶν ἔλεγε·
Κάθισμα. «Γιατί ἡ ζηλοτυπία ἀνάβει τὴν μανία στὸν σύζυγο καὶ θὰ εἶναι ἀνελέ-
Ἦχος α΄. Τὸν τάφον σου Σωτήρ. ητος τὴν ἡμέρα τῆς ἐκδίκησης. Μὲ κανένα λύτρο δὲν θὰ ἀνταλλάξη
Εὐλόγησον, Χριστέ, τὸ ἀνδρόγυνον τοῦτο, ἐξ ὕψους οὐρανοῦ, ὡς ηὐλό- τὴν ἔχθρα, οὔτε θὰ τὴν διαλύση μὲ ἀντάλλαγμα πολλῶν δώρων»
γησας πάλαι, δικαίους οὓς ἠγάπησας, καὶ προπάτορας ἅπαντας, Ἀβραὰμ «Μεστὸς γὰρ ζήλου θυμὸς ἀνδρὸς αὐτῆς· οὐ φείσεται ἐν ἡμέρα
ὁμοῦ καὶ Ἰσαὰκ Ἰακώβ τε, Σάρραν ἅμα τε, καὶ τὴν Ρεβέκκαν καὶ Λείαν, ὡς κρίσεως· οὐκ ἀνταλλάξεται οὐδενὸς λύτρου τὴν ἔχθραν οὐδ´
μόνος φιλάνθρωπος. οὐ μὴ διαλυθῇ πολλῶν δώρων» (Παροιμ. 6,24), ὁ δέ ποιητής
Δόξα, ὅμοιον Ὀβίδιος εἶπε, ὅτι δύο πράγματα δὲν θέλουν συντρόφους·
Δοξάσωμεν Χριστόν, ἀδελφοί, ὁμοφώνως, τὸν πάλαι ἐν Κανᾷ
26 27
«Ἡ Ἀφροδίτη καὶ ὁ θρόνος δὲν ἀγαποῦν συντρό- Καὶ τοὺς ἄνδρες μαζί μὲ τὶς γυναῖκες καὶ τὰ παιδιὰ
φους»· δηλαδὴ δὲν θέλει κοινωνό ὁ θρόνος, οὔτε ὁ γάμος.
μακάρι νὰ σᾶς διαφυλάξῃ ὁ Κύριος στὴν μὲν παροῦσα ζωή
Προσέχετε λοιπόν ἐσεῖς οἱ νεόγαμπροι· καί, ἂν ὅλα ὅσα
εἴπαμε δὲν σᾶς πείθουν νὰ μή καλῆτε παιχνίδια στοὺς γάμους συμμαζεμένους στὸ σπίτι σας, ὅλους εἰρηνικούς, ἀγαπημέ-
σας, τουλάχιστον νὰ σᾶς καταπείση ἡ ζηλοτυπία, ποὺ φυσικά ἔχετε νους,1 ὁμόφρονες μὲ μιὰ ψυχὴ καὶ μιὰ καρδία·
στὴν καρδιά σας γιὰ τὴν τιμή καὶ τὴν σωφροσύνη τῶν γυναικῶν σας. «Στοὺς ἔρημους δίνει οἰκογένεια ὁ Θεός» «ὁ Θεὸς κατοικίζει
Ἐπειδή ἐσεῖς φέρνοντας παιχνίδια στοὺς γάμους σας καὶ στήνοντας χο- μονοτρόπους ἐν οἴκῳ» (Ψαλμ. 67, 7) καὶ ἔτσι ἑνωμένοι, ὅπως θὰ εἶ-
ρούς καὶ τραγουδιστές, δὲν κάνετε τίποτε ἄλλο παρά νὰ μαζεύετε ἀπὸ κάθε μέ- σθε, αὐτὸς νὰ βρίσκεται ἀνάμεσά σας, ὅπως ὑποσχέθηκε ὁ ἀψευδέστατος
ρος στὸ σπίτι σας ἐπιβούλους τῶν γυναικῶν σας· κλέφτες τῆς ἀμίαντης κοίτης λέγοντας· «Διότι, ὅπου εἶναι συναγμένοι δύο ἡ τρεῖς στὸ ὄνομά μου, ἐκεῖ
σας· φθορεῖς τῆς τιμῆς σας· τυμβωρύχους τοῦ γάμου σας· ὁ νοῶν νοείτω «καὶ ὁ εἶμαι καὶ ἐγὼ ἀνάμεσά τους» «οὗ γάρ εἰσιν δύο ἢ τρεῖς συνηγμένοι εἰς τὸ
ἔχων ὧτα ἀκούειν, ἀκουέτω» (Ματθ. 13, 43) ἐμὸν ὄνομα, ἐκεῖ εἰμι ἐν μέσῳ αὐτῶν.» (Ματθ. 18, 20)· δύο καὶ τρεῖς ἐννο-
οῦνται ὁ ἄνδρας, ἡ γυναῖκα καὶ τὸ παιδί, ὅπως ἑρμηνεύει ὁ ἱερὸς Κλήμης ὁ
Ἐπίλογος. Στρωματέας· στὴν δὲ μέλλουσα ζωὴ νὰ σᾶς ἀξιώσῃ ὁ Κύριος νὰ ἀπολαύσετε
Ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χρι- τὰ ἀγαθὰ τῆς ἄνω Ἱερουσαλήμ· «Θὰ σὲ εὐλογήση ὁ Κύριος ἀπὸ τὴν Σιών·
στός, ποὺ ἔπλασε τὸν ἄνθρω- τὴν προκοπὴ τῆς Ἱερουσαλὴμ θὰ χαίρεσαι (δηλαδὴ θὰ ἀπολαύσης κατὰ
πο ἀπὸ τὴν ἀρχή ἄνδρα καὶ τὴν ἑρμηνεία τοῦ Νύσσης) ὅλες τὶς ἡμέρες τῆς ζωῆς σου» «ἴδοις τὰ ἀγαθὰ
γυναῖκα καὶ ἀπὸ τὸν ὁποῖο Ἱερουσαλὴμ πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς σου·» (Ψαλμ. 127, 5) στὸν ὁποῖον
ἁρμόζεται καὶ συνάπτεται ἡ ἀνήκει ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος, μαζί μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα στοὺς
γυναῖκα μὲ τὸν ἄνδρα, ὅπως αἰῶνες. Ἀμήν.
λέει ὁ Σολομῶντας· «ἀλλὰ ἡ
γυναῖκα ποὺ ἔχει νοῦ χαρί- Ὑποσημείωσις
ζεται ἀπὸ τὸν Κύριο» «Παρὰ 1 Μέ ποιόν τρόπο μποροῦν νὰ γίνουν τὰ ἀνδρόγυνα ἀγαπημένα μεταξύ τους, τὸ δίδαξε ἕνας ἠθικὸς
φιλόσοφος μὲ αὐτὰ τὰ λόγια· «Ὁ ἄνδρας λέει, ἂς ἀγαπᾶ τὴν γυναῖκα του, ἂν θέλη νὰ ἀνταγαπᾶται
Κυρίου ἁρμόζεται γυνὴ ἀν- ἀπὸ αὐτήν· ἂς εἶναι διακριτικός, ἂν θέλη νὰ τὴν ἔχη ὑπήκοο. Καὶ ἂν τὴν θέλη τίμια, ἂς εἶναι τίμιος.
δρί» (Παρ. 19,14) μακάρι Ἡ Γαΐα Καικιλία στάθηκε ἡ ἰδέα τῶν ἀγαπημένων γυναικῶν καὶ ὁ Γάιος Σέρβιος στάθηκε ἡ ἰδέα τῶν
Αὐτὸς νὰ φωτίση τὸν νοῦ ἀγαπημένων ἀνδρῶν, γι’ αὐτὸ ἐπικράτησε ἡ συνήθεια καὶ ὅταν γίνονταν οἱ γάμοι, ὁ γαμπρὸς ἔλεγε
πρὸς τὴν νύφη, «Τάχα θὰ εἶσαι σὲ μένα καλὴ γυναῖκα;» Καὶ ἡ νύφη ἀπαντοῦσε· «Ἐὰν ἐσὺ εἶσαι
σας, ἀδελφοί μου Χριστιανοί, Γάιος εἶμαι καὶ ἐγὼ Γαΐα καὶ ἐὰν ἐσὺ γίνης γιὰ μένα Σέρβιος, γίνομαι καὶ ἐγὼ γιὰ ἐσένα Καικιλία».
μὲ τὸ φῶς τῆς θείας γνώσεως καὶ τῆς ἀλήθειας καὶ νὰ καταπείση τὴν καρδία καὶ Ἡ ἀγάπη τῶν ἀνδρογύνων προέρχεται ἀκόμη καὶ ὅταν ὁ μὲν ἄνδρας ὡς κεφαλὴ καὶ ὡς προνοητικὸς
τὴν θέλησή σας μὲ τὴν γλυκύτητα τῆς δραστικῆς του χάριτος, ὥστε νὰ κατα- καὶ τολμηρός, ἐργάζεται ἔξω ἀπὸ τὸ σπίτι γιὰ νὰ φέρη σ’ αὐτὸ ὅλα τὰ χρειώδη καὶ ἀναγκαῖα
πράγματα, ἡ δὲ γυναῖκα ὡς ὑποτασσόμενη καὶ σύντροφος τοῦ ἄνδρα καὶ δειλή, κάθεται μέσα στὸ
λάβετε αὐτὰ ποὺ σᾶς εἶπα πὼς εἶναι ἀληθινά καὶ δίκαια καὶ συμφέροντα καὶ νὰ σπίτι, γιὰ νὰ φυλάη αὐτὰ ποὺ φέρνει ὁ ἄνδρας. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ γλύπτης Φειδίας ἔκανε τὴν εἰκόνα τῆς
θελήσετε νὰ τὰ κάνετε καὶ ἔργο, ἀποστρεφόμενοι κάθε παιχνίδι καὶ κάθε χορὸ γυναίκας ἔχοντας τὸ πόδι της πάνω σὲ μιὰ χελώνα γιὰ δύο λόγους· πρῶτον διότι ἡ γυναῖκα εἶναι
καὶ κάθε τραγούδι, κάθε μέθη καὶ κάθε ἄλλη ἀταξία ἀπὸ τοὺς γάμους σας· καὶ δειλὴ σὰν τὴν χελώνα καὶ δεύτερον γιὰ νὰ κάθεται στὸ σπίτι της νὰ τὸ φυλάη καὶ νὰ μὴν βγαίνη
ἔξω ἀπὸ αὐτό, ὅπως κάνει καὶ ἡ χελώνα. Διότι ὅταν ἡ γυναῖκα βρίσκεται ἔξω ἀπὸ τὸ σπίτι της, τὸ
γιὰ τὴν ὑπακοή σας αὐτὴ μακάρι νὰ σᾶς ἀξιώση ὁ Κύριος νὰ βρίσκεστε μέσα σπίτι της φθείρεται καὶ καίγεται, ὅπως κάηκε καὶ ὁ ναὸς τῆς Ἀρτέμιδας ἀπὸ τὸν Ἠρόστρατο, ὅταν
στὸ σπίτι σας, οἱ μὲν ἄνδρες σὰν ὑψηλοὶ φοίνικες ἀνθισμένοι καὶ καρποφόροι αὐτὴ ἔλειπε ἔξω, γιὰ νὰ παραστῇ στὴν γέννηση τοῦ Ἀλεξάνδρου, ὅπως μυθολογοῦν οἱ Ἕλληνες.
Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Σολομῶντας μιλῶντας σχετικὰ γιὰ τὴν σοφὴ καὶ προνοητικὴ γυναῖκα ἔλεγε· «Δὲν
καὶ σὰν κέδροι τοῦ Λιβάνου στερεοὶ καὶ εὐώδεις «δίκαιος ὡς φοῖνιξ ἀνθήσει, φροντίζει γιὰ τὸ σπίτι ὁ σύζυγός της, ὅταν ἀπουσιάζη» «οὐ φροντίζει τῶν ἐν οἴκῳ ὁ ἀνὴρ αὐτῆς,
ὡσεὶ κέδρος ἡ ἐν τῷ Λιβάνῳ πληθυνθήσεται.» (Ψάλμ. 91,13)· καὶ οἱ γυναῖκες ὅταν που χρονίζῃ» (Παρ. 31, 21) «στεγναὶ διατριβαὶ οἴκων αὐτῆς» (Αὐτόθι 27). Ἡ γυναίκα, γιὰ
νὰ βρίσκονται σ’ αὐτὸν σὰν καρποφόρα ἀμπέλια, τὰ παιδιά σας νὰ παραστέ- νὰ εἶναι ἀγαπητὴ ἀπὸ τὸν ἄνδρα, πρέπει, ἐκτὸς ἀπὸ τὰ ἄλλα, νὰ εἶναι περισσότερο ἁπλὴ παρὰ
περίεργη. Νὰ ἀνατρέφη τὰ παιδιὰ μὲ γλυκιὰ καὶ χριστιανικὴ ἀνατροφή· νὰ θέλη ἐκεῖνο ποὺ
κονται τριγύρω στὸ τραπέζι σας σὰν τὰ νέα φυτὰ τῶν ἐλαιῶν· διότι ἔτσι θέλει ὁ ἄνδρας της καὶ δικό της θέλημα νὰ μὴν ἔχη· νὰ ἔχη ὑποταγὴ στὸν ἄνδρα της, στὰ
εὐλογεῖται ὁ ἄνθρωπος ποὺ φοβᾶται τὸν Θεό» «ἡ γυνή σου ὡς ἄμπελος νόμιμα ὅμως καὶ στὰ εὔλογα καὶ στὰ καλὰ ἔργα καὶ ὄχι στὰ κακὰ ἔργα, τὰ ἄνομα καὶ
εὐθηνοῦσα ἐν τοῖς κλίτεσι τῆς οἰκίας σου· οἱ υἱοί σου ὡς νεόφυτα τὰ ἀνεύλογα. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ φύσις μὲ τὰ μαλλιά (διότι ποτὲ δὲν βρέθηκε γυναῖκα
φαλακρή, ὅπως οἱ ἄνδρες) καὶ ὁ νόμος μὲ τὸ σπίτι καλύπτουν τὴν κεφαλὴ τῆς
ἐλαιῶν κύκλῳ τῆς τραπέζης σου. ἰδοὺ οὕτως εὐλογηθήσεται ἄν- γυναίκας, γιὰ νὰ τὴν διδάξουν πὼς αὐτὴ ἔχει ὡς κεφαλή της τὸν ἄνδρα.
θρωπος ὁ φοβούμενος τὸν κύριον.» (Ψαλμ. 127, 3-4).
28 29
Πατρολογίας Θέματα Συγγραφικὸ ἔργο
Πολλὰ εἶναι τὰ συγγραφικὰ ἔργα τοῦ Μεγάλου Ἀθανασίου.
Ὑπὸ Σπυρίδωνος Βλάντη, θεολόγου Ἐμεῖς θὰ κάνουμε παρουσίαση, τῶν κυριοτέρων ἔργων του ἐν συντομία.
Τὸ ἔργο του διακρίνεται γιὰ τὸν ἀπολογητικό του χαρακτήρα καὶ ἀπευ-
Σκοπὸς τῆς παρούσης στήλης εἶναι ἡ γνωριμία τῶν Ἁγίων Πατέρων θύνεται καὶ ἐναντίον τῶν εἰδωλολατρῶν οἱ ὁποῖοι τότε ἀκόμα δὲν εἶ-
καὶ τῆς Διδασκαλίας τους μὲ ἐκλαϊκευμένο τρόπο. Ἂς μὴν ξεχνάμε ὅτι χαν ἐξαλειφθῆ, καὶ ἐναντίον τῶν Ἀρειανῶν. Παράλληλα σώζονται καὶ
οἱ Ἅγιοι Πατέρες εἶναι σύμφωνα μὲ τὸν Ὑμνωδὸ τὰ πάγχρυσα στόματα πολλὲς ἐπιστολές του μὲ ποιμαντικὸ καὶ συμβουλευτικὸ χαρακτήρα, καὶ
τοῦ Λόγου, ποὺ μὲ τὸ ἔργο τους καὶ τὴν διδασκαλία τους ἑρμήνευσαν ἀναφέρονται σὲ καθημερινὰ θέματα, τῆς ζωῆς τοῦ Χριστιανοῦ, μονα-
Ὀρθοδόξως τὴν Ἁγία Γραφή, διετράνωσαν καὶ διεσάφησαν τὰ Δόγματα χῶν καὶ λαϊκῶν.
τῆς Ἐκκλησίας καὶ καταπολέμησαν τὶς αἱρέσεις καὶ τὶς κακοδοξίες.
Παράλληλα μὲ τὸ ἔργο τους καὶ τὴν ζωή τους μᾶς ἔδειξαν πῶς πρέπει Α΄ ὁμάδα ἔργων του:
νὰ ζεῖ καὶ νὰ πορεύεται ὁ κάθε Χριστιανός, κληρικὸς καὶ λαϊκός, ὥστε 1) Ἀπολογητικὸς ὑπὲρ χριστιανισμοῦ
νὰ πετύχει τὴν σωτηρία τῆς ἀθανάτου ψυχῆς του, ποὺ θὰ πρέπει νὰ εἶ- 2) Λόγος κατὰ Ἑλλήνων
ναι τὸ κύριο μέλημά μας. Ξεκινᾶμε τὴν προσπάθειά μας σὺν Θεῷ ἀπὸ 3) Λόγος περὶ ἐνανθρωπήσεως τοῦ Λόγου.
τὸν Μέγα Ἀθανάσιο Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας. Στὰ δύο πρῶτα του ἔργα ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος καταφέρεται ἐναντίον
τῶν ἐθνικῶν, τῶν εἰδωλολατρῶν.
Ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Μέγας Συγκρίνοντας τὴν θεολογία καὶ θρησκεία τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων μὲ
Γεννήθηκε στὴν Ἀλεξάνδρεια τῆς Αἰγύπτου τὸ 295 ἀπὸ Χριστιανούς τῶν Χριστιανῶν παρουσιάζει ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος τὴν ὑπεροχὴ τοῦ χρι-
καὶ εὐσεβεῖς γονεῖς. Πῆρε μέρος στὴν Α´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο (325) ὡς στιανισμοῦ καὶ δείχνει ἀκόμη ὅτι οἱ Ἕλληνες μὲ τὴν θεολογία τους ἐγκα-
Διάκονος καὶ ἐκπροσωπῶντας τὸν τότε Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας Ἀλέ- τέλειψαν τὸν Κτίσαντα, καὶ λάτρεψαν τὴν κτίση. Στὸ τρίτο του ἔργο ὁ
ξανδρον, ὅπου κατήσχυνε τὸν Ἄρειο, ὁ ὁποῖος ἠρνεῖτο τὴν Θεότητα τοῦ Ἅγιος Ἀθανάσιος ἀναπτύσσει τὸ μεγάλο θεολογικὸ θέμα τῆς ἀναγκαι-
Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ. Διακρινόταν ότητας τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν θέωση
γιὰ τὴν γνώση καὶ τῆς Παλαιᾶς καὶ τῆς τοῦ ἀνθρώπου.
Καινῆς Διαθήκης, καὶ εἶχε σχέσεις καὶ Στὸ ἔργο του αὐτὸ ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος ἐπεσήμανε θεολογικὰ τὴν ἀνά-
μὲ τὸν Ὅσιο Ἀντώνιο τοῦ ὁποίου συνέ- γκη ἐνανθρωπήσεως τοῦ Θεοῦ Λόγου, τοῦ Δευτέρου Προσώπου τῆς Ἁγί-
γραψε καὶ τὸν βίο. Στήν συνέχεια ἔγινε ας Τριάδος, ποὺ ἦταν ἀπαραίτητη γιὰ τὴν σωτηρία μας.
διάδοχος τοῦ Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας Ἔργα ἐναντίον τῶν Ἀρειανῶν.
Ἀλεξάνδρου καὶ ἀσχολήθηκε ὡς Πα-
τριάρχης καὶ μὲ τὴν ἱεραποστολὴ στὴν 1) Τρεῖς λόγοι κατὰ Ἀρειανῶν. Οἱ Ἀρειανοὶ ἀρνοῦνταν τὴν θεότητα
Αἰθιοπεία. Στὰ 46 χρόνια ποὺ ἦταν καὶ αἰωνιότητα τοῦ Λόγου (τοῦ Δευτέρου προσώπου τῆς Ἁγίας Τριά-
Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας ἐξορίστη- δος). Ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος ὑποστήριξε ὅτι ὁ Θεὸς Λόγος εἶναι αἰώνιος καὶ
κε πέντε φορὲς καὶ ὑπέφερε ἀπὸ τοὺς ὑπῆρχε, ὑπάρχει καὶ θὰ ὑπάρχει πάντα μετὰ τοῦ Θεοῦ Πατρός.
Ἁρειανοὺς οἱ ὁποῖοι εἶχαν ἐπηρεάσει Ὁ Θεὸς Λόγος δὲν εἶναι κτίσμα, ὅπως ὑποστήριζαν οἱ Ἀρειανοί, ἀλλὰ
τοὺς τότε Αὐτοκράτορες μὲ πάρα πολ- ὁμοούσιος μὲ τὸν Θεὸ Πατέρα.
λὲς συκοφαντίες καὶ κατηγορίες. Ἀνα- 2) Ἀπολογητικὸς κατὰ Ἀρειανῶν.
γκάστηκε μάλιστα στὴν τελευταία του 3) Ἀπολογία πρὸς τὸν Βασιλέα Κωνστάντιο.
ἐξορία νὰ μείνει κρυμμένος στὸ πατρι- 4) Ἀπολογία περὶ τῆς φυγῆς.
κό του μνημεῖο γιὰ τέσσερεις μῆνες γιὰ
νὰ γλυτώσει ἀπὸ τὸ μένος καὶ τὸν διωγ- Ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος ἀσχολήθηκε καὶ μὲ τὴν ἑρμηνεία τῆς Ἁγίας Γραφῆς,
μῶν τῶν Ἀρειανῶν. Ἀνεπαύθη ἐν Κυ- σώθηκαν ἀποσπάσματα ἀπὸ τὴν ἑρμηνεία τῶν Ψαλμῶν.
ρίῳ τὸ 373 στὶς 2 Μαΐου σὲ ἡλικία ἑβδο- Ἄλλα ἔργα του
μήκοντα ἐτῶν, ἔχοντας διαπεράσει ὅλο Α) Βίος καὶ πολιτεία τοῦ Ὁσίου πατρὸς Ἀντωνίου. Ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος
αὐτὸ τὸ χρονικὸ διάστημα πλῆθος τα- εἶχε γνωρίσει προσωπικὰ τὸν Ἅγιο Ἀντώνιο καὶ συνέγραψε τὴν ζωή του.
λαιπωριῶν, συκοφαντιῶν καὶ διωγμῶ. Β) Περὶ παρθενίας. Στὸ ἔργο του αὐτὸ ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος παρέχει
Ἑορτάζει δύο φορὲς τὸν χρόνο στὶς 18 συμβουλὲς πρὸς Μοναχοὺς καὶ Μοναχές.
Ἰανουαρίου καὶ 2 Μαΐου.

30 31
Ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος ἔγραψε καὶ πολλὲς ἐπιστολές, μεταξὺ τῶν ὁποί- ΣΤΗΛΗ ΕΡΩΤΟΑΠΟΚΡΙΣΕΙΣ
ων διακρίνονται οἱ κάτωθι ἀναφερόμενες:
1) Οἱ ἑορταστικὲς ἐπιστολές: Στὶς ἐπιστολὲς αὐτὲς ὁ ἑκάστοτε Πατρ. ΕΡΩΤΗΣΗ : Ποῖοι ἦταν «οἱ υἱοὶ τοῦ Θεοῦ» οἱ ὁποῖοι «ἰδόντες δὲ οἱ υἱοὶ τοῦ
Ἀλεξανδρείας συνήθιζε νὰ ἀποστέλλει ἐπιστολὲς πρὸς τοὺς ἄλλους Πα- Θεοῦ τὰς θυγατέρας τῶν ἀνθρώπων ὅτι καλαὶ εἰσίν, ἔλαβον ἑαυτοῖς γυναῖκας
τριάρχες γιὰ τὴν ἡμερομηνία ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα, καθότι ἡ πόλη τῆς ἀπὸ πασών, ὧν ἐξελέξαντο»; (Γένεσις ΣΤ´, 2)
Ἀλεξάνδρειας ἐκείνη τὴν ἐποχὴ ἦταν μεγάλο ἀστρονομικὸ κέντρο. ΑΠΟΚΡΙΣΙΣ: Ἐδῶ καὶ μία 12ετία περίπου ἔχει κυκλοφορήσει ἡ θεωρία
2) Τέσσερεις ἐπιστολὲς πρὸς Σεραπίωνα Θμουέως. Οἱ ἐπιστολὲς αὐτὲς ὅτι οἱ υἱοὶ τοῦ Θεοῦ ἦταν ἄγγελοι – Ἐλοχὶμ οἱ ὁποῖοι συνευρέθησαν μὲ τὶς
ἀσχολοῦνται μὲ τὴν Θεότητα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. γυναῖκες τῶν ἀνθρώπων˙ «ὡς ἂν εἰσεπορεύοντο οἱ υἱοὶ τοῦ Θεοῦ πρὸς τὰς
Θεολογία θυγατέρας τῶν ἀνθρώπων, καὶ ἐγεννῶσαν ἑαυτοῖς» (Γέν. ΣΤ´, 4). Ἐξ’ αὐτῆς
Ἡ θεολογία τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου στηρίζεται στὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ τῆς συνευρέσεως ἐγεννήθησαν οἱ λεγόμενοι Νεφελὶμ οἱ ὁποῖοι ἀποτέλεσαν
στὴν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας. τὰ «βδελυρὰ γένη» τὰ ὁποία στὴ συνέχεια ἀπέκλεισε ὁ Ἀλέξανδρος ὁ Μακε-
Ὁ Θεὸς δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ γίνει γνωστὸς καὶ καταληπτὸς ὡς πρὸς δὼν φράσσοντας τὰς θύρας τῶν Ἰνδιών. Ἐπίσης καὶ οἱ μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ
τὴν Θεία του Οὐσία. Ὁ Θεὸς ὅμως, διδάσκει ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος, ἔχει ἰσχυρίζονται ὅτι οἱ ἄγγελοι εἶχαν σεξουαλικὲς σχέσεις μὲ τὶς γυναῖκες εἰς τὴν
δώσει τρόπους καὶ μέσα στὸν ἄνθρωπο νὰ μπορεῖ νὰ τὸν γνωρίσει ὄχι
κατὰ τὴν Οὐσία του, ἠ ὁποία εἶναι ἀμέθεκτος καὶ ἀπρόσιτος, ἀλλὰ κατὰ
ἐποχὴ τοῦ Νῶε.
τὴν ἐνέργειά Του ὅσο μπορεῖ καὶ εἶναι δυνατόν.
Ὁ ἄνθρωπος, κατὰ τὸν Μέγα Ἀθανάσιο, ἔχει ψυχὴ λογικὴ καὶ νοῦ, ἡ Ἡ θεωρία αὐτὴ εἶναι ΛΑΝΘΑΣΜΕΝΗ καὶ ΒΛΑΣΦΗΜΟΣ διότι:
ψυχὴ εἶναι ἕνα κάτοπτρο (καθρέπτης) ποὺ ἀντικατοπτρίζει τὸν Θεό.
Ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ γνωρίσει τὸν Θεὸ μὲ τὴν παρατήρηση τοῦ 1. Ὁ ἴδιος ὁ Κύριος ἐμμέσως ἀπαντᾶ: «ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς
κόσμου. πλανᾶσθε μὴ εἰδότες τὰς γραφὰς μηδὲ τὴν δύναμιν τοῦ Θεοῦ. Ἐν γὰρ τῇ ἀνα-
Ὁ Θεὸς εἶναι ὁ δημιουργὸς τοῦ κόσμου καὶ τῆς ὕλης. στάσει οὔτε γαμοῦσιν οὔτε ἐκγαμίζονται, ἀλλ᾽ ὡς ἄγγελοι Θεοῦ ἐν οὐρανῷ
Ὁ Θεὸς εἶναι Τριαδικός· Πατήρ, Υἱὸς καὶ Ἅγιον Πνεῦμα. εἰσι» (Ματθ. ΚΒ´, 29-30). Οἱ ἄγγελοι εἶναι πνεύματα καὶ τὸ πολίτευμά των εἰς
Ὁ Θεὸς Λόγος εἶναι αἰώνιος καὶ ἄτρεπτος. Ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ τὸν οὐρανὸν εἶναι ἅγιον δὲν ἔχει καμμία ἀπολύτως σχέση μὲ σαρκικὲς ἐπαφὲς
προϋπάρχει μὲ τὸν Πατέρα αἰωνίως καὶ δὲν εἶναι κτίσμα. Ὁ Υἱὸς γεν- καὶ ἐπιθυμίες. Ἀλλὰ καὶ ἐκτὸς τούτου δὲν ἔχουν τὸ δικαίωμα νὰ σαρκώνωνται.
νᾶται ἐκ τοῦ Πατρὸς προαιωνίως καὶ εἶναι ὁμοούσιος μὲ τὸν Πατέρα καὶ «Ἄγγελος τοίνυν ἐστὶν οὐσία νοερά, ἀεικίνητος, αὐτεξούσιος, ἀσώματος, ...
τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Ἀσώματος δὲ λέγεται καὶ ἄυλος, ὅσον πρὸς ἡμᾶς» (ΕΚΔΟΣΙΣ ΑΚΡΙΒΗΣ ΤΗΣ
Ἡ περὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος διδασκαλία του. ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΙΣΤΕΩΣ- Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, σελ. 100).
Ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος διδάσκει ὅτι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα συντάσσεται μετὰ 2. Οἱ ὑποτιθέμενοι Νεφελὶμ θὰ εἶχαν καταποντιστεῖ καὶ πνιγεὶ ὅλοι εἰς τὰ
τοῦ Πατρὸς καὶ Υἱοῦ. Τὸ Ἅγιον Πνεῦμα εἶναι ἄκτιστο καὶ Θεὸς ὁμοούσι- νερὰ τοῦ κατακλυσμοῦ. Ἡ Ἁγία Γραφὴ εἶναι κατηγορηματική: «καὶ ἀπέθανε
ος μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸν Υἱόν. Ὁ Πατὴρ δι’ Υἱοῦ ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι δη- πᾶσα σὰρξ κινουμένη ἐπὶ τῆς γῆς τῶν πετεινῶν καὶ τῶν κτηνῶν καὶ ἀπὸ θηρί-
μιουργεῖ ἐκ τοῦ μηδενὸς τὸν κόσμο καὶ τὸν συντηρεῖ. Τὸ Ἅγιον Πνεῦμα ων καὶ πᾶν ἑρπετὸν κινούμενον ἐπὶ τῆς γῆς καὶ πᾶς ἄνθρωπος. Καὶ πάντα, ὅσα
δὲν εἶναι κτίσμα, γιατὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι ὁ Παράκλητος ποὺ σώζει ἔχει πνοὴν ζωῆς, καὶ πᾶν, ὃ ἣν ἐπὶ τῆς ξηρᾶς, ἀπέθανε .... καὶ κατελείφθη μόνος
καὶ ἁγιάζει, καὶ ἂν ἦταν κτίσμα δὲν θὰ μποροῦσε νὰ σώσει.
Νῶε καὶ οἱ μετ αὐτοῦ ἐν τῇ κιβωτῷ» (Γέν. Ζ´, 21-23). Κατὰ συνέπειαν δὲν ἔχουν
Περὶ ἀνθρωπολογίας καμμία σχέση μὲ τὰ «βδελυρὰ ἔθνη» τὰ ὁποία - σύμφωνα μὲ τὴ προφητεία τοῦ
Ὁ ἄνθρωπος σύμφωνα μὲ τὴν διδασκαλία τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου ἀπο- Ἁγίου Ἀνδρέα τοῦ δία Χριστὸν Σαλοῦ θὰ ἐξέλθουν μὲ τοὺς ἑβδομήκοντα δύο
τελεῖται ἀπὸ σῶμα καὶ λογικὴ ψυχή. βασιλεῖς των καὶ θὰ διασκορπιστοῦν εἰς ὅλην τὴν γῆν (τὸ ἴδιο ἔτος θὰ ἔχει
Ἡ ψυχὴ εἶναι ἡ κινοῦσα τὸ σῶμα, εἶναι πνευματικῆς φύσεως. Ὁ ἄν- καταποντιστεῖ ἡ Κων/πολις). (ΟΣΙΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ Ο ΔΙΑ ΧΡΙΣΤΟΝ ΣΑΛΟΣ
θρωπος δημιουργήθηκε κατ’ εἰκόνα Θεοῦ. Ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἐλευθέρα
βούληση καὶ τὸ αὐτεξούσιο. Ὁ ἄνθρωπος ἔκανε κακὴ χρήση τῆς ἐλευθε-
Ἔκδοσις Ι. Μ. Παρακλήτου 1997 σελ. 212).
ρίας καὶ ἀπεκόμισε τὸν θάνατο. Ὁ Πατὴρ ἀπέστειλε τὸν Υἱό Του νὰ σώ-
σει τὸν κόσμο. Ὁ Θεὸς ἔγινε ἄνθρωπος γιὰ νὰ γίνει ὁ ἄνθρωπος Θεός. 3. Ἃς δοῦμε διεξοδικότερα τί γράφει τὸ ἱερὸν κείμενον εἰς τὸ ἀντίστοιχο κε-
Δικαίως λοιπὸν ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος σὲ ἕνα λόγο του ἀνα- φάλαιο τῆς Γενέσεως: «ἰδόντες δὲ οἱ υἱοὶ τοῦ Θεοῦ τὰς θυγατέρας τῶν ἀνθρώ-
φερόμενος στὴν μνήνη τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου ξεκινάει τὸν λόγο του μὲ πων ὅτι καλαί εἰσιν, ἔλαβον ἑαυτοῖς γυναῖκας ἀπὸ πασῶν, ὧν ἐξελέξαντο.
τὴν φράση «Ἀθανάσιον ἐπαινῶν, ἀρετὴν ἐπαινέσομαι»

32 33
Καὶ εἶπε Κύριος ὁ Θεός· οὐ μὴ καταμείνῃ τὸ πνεῦμά μου ἐν τοῖς ἀνθρώ- Παραθέτουμε τὰ σχετικὰ πατερικὰ χωρία:
ποις τούτοις εἰς τὸν αἰῶνα διὰ τὸ εἶναι αὐτοὺς σάρκας, ἔσονται δὲ αἱ ἡμέραι Eἰς τὴν Εὐαγγελικὴ Σάλπιγξ Μακαρίου Ἱεροδιακόνου τοῦ Πατμίου - σελ.
αὐτῶν ἑκατὸν εἴκοσιν ἔτη… Ἰδὼν δὲ Κύριος ὁ Θεός, ὅτι ἐπληθύνθησαν αἱ 250 (Λόγος εἰς τὴν Κυριακὴ τοῦ Τυφλοῦ), - γράφει:
κακίαι τῶν ἀνθρώπων ἐπὶ τῆς γῆς καὶ πᾶς τις διανοεῖται ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ ● «Ἀνάγνωσον τὸ ἕκτον κεφάλαιον τῆς Γενέσεως, κράτησον τὸν νοῦν
ἐπιμελῶς ἐπὶ τὰ πονηρὰ πάσας τὰς ἡμέρας… καὶ εἶπεν ὁ Θεός· ἀπαλείψω τὸν σου εἰς ἐκεῖνο τὸ ρητὸν τῆς θείας Γραφῆς «Ἰδόντες δὲ οἱ υἱοὶ τοῦ Θεοῦ τὰς θυ-
ἄνθρωπον, ὃν ἐποίησα ἀπὸ προσώπου τῆς γῆς, ἀπὸ ἀνθρώπου ἕως κτήνους γατέρας τῶν ἀνθρώπων, ὅτι καλαὶ εἰσίν, ἔλαβον ἑαυτοῖς γυναῖκας ἀπὸ πασών»
καὶ ἀπὸ ἑρπετῶν ἕως πετεινῶν τοῦ οὐρανοῦ, ὅτι μετεμελήθην ὅτι ἐποίησα (Γέν. ΣΤ´, 2). Υἱοὺς τοῦ Θεοῦ ἐννοεῖ ὁ Χρυσόστομος, Θεοδώρητος, Κύριλλος
αὐτούς… καὶ εἶδε Κύριος ὁ Θεὸς τὴν γῆν, καὶ ἦν κατεφθαρμένη, ὅτι κατέ- καὶ ἄλλοι τοὺς υἱοὺς τοῦ Σὴθ διὰ τὴν ἁγιότητα, τὴν δικαιοσύνην καὶ τὴν σω-
φθειρε πᾶσα σὰρξ τὴν ὁδὸν αὐτοῦ ἐπὶ τῆς γῆς. Καὶ εἶπε Κύριος ὁ Θεὸς τῷ φροσύνην. Τοιούτου πατρὸς τέκνα ἀνατεθραμμένα, πεπαιδευμένα, ἐνικήθη-
Νῶε· καιρὸς παντὸς ἀνθρώπου ἥκει ἐναντίον μου, ὅτι ἐπλήσθη ἡ γῆ ἀδικίας σαν, δηλαδὴ ἐκρημνίσθησαν ἀπὸ τὴν ἀχαλίνωτον ὅρασιν τῶν ὀφθαλμῶν. Τίς
ἀπ᾿ αὐτῶν, καὶ ἰδοὺ ἐγὼ καταφθείρω αὐτοὺς καὶ τὴν γῆν… ἐγὼ δὲ ἰδοὺ ἐπά- λοιπὸν νὰ μὴ φοβηθῇ τὴν ἐπικίνδυνον ὅρασιν;» (Τὸ συγκεκριμένο ἀπόσπασμα
γω τὸν κατακλυσμόν, ὕδωρ ἐπὶ τὴν γῆν καταφθεῖραι πᾶσαν σάρκα, ἐν ᾗ ἐστι βρίσκεται καὶ εἰς τὴν σελ. 251 τοῦ ΙΔ´ Τόμου τοῦ Συναξαριστὴ Πεντηκοστα-
πνεῦμα ζωῆς, ὑποκάτω τοῦ οὐρανοῦ· καὶ ὅσα ἐὰν ᾖ ἐπὶ τῆς γῆς, τελευτήσει». ρίου - Μ. Λαγγή).
(Γένεσις ΣΤ, 2, 3, 5, 7, 12, 13, 17). Ἐπίσης εἰς τὴν ἴδια ἐρώτηση μᾶς ἀπαντᾶ ὁ Ἅγιος Ἀναστάσιος ὁ Σιναΐτης
Παρατηροῦμε, λοιπόν, πὼς ἡ Γραφὴ ἀναφέρει ὅτι διὰ τὸ ὀλίσθημα εἰς τὸ εἰς τὴν βίβλο του Ἐρωταποκρίσεις, σελ 197-198 (Ἐκδ. Βασ. Ρηγοπούλου). Τὸ
ὁποῖο ὑπέπεσαν «οἱ υἱοὶ τοῦ Θεοῦ», τιμωρήθηκε τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων ἀντίστοιχο πρωτότυπο κείμενο βρίσκεται εἰς τὴν Πατρολογία PG 89, 552.
καθὼς καὶ «πᾶσαν σάρκα, ἐν ᾗ ἐστι πνεῦμα ζωῆς», διὰ τοῦ κατακλυσμοῦ. Γράφει λοιπόν:
Πουθενὰ δὲν γράφει περὶ τιμωρίας ἀγγέλων ὡς κοινωνούντων τοῦ συγκε- ● «ΕΡΩΤΗΣΗ: Πῶς πρέπει νὰ ἐννοοῦμε τὸ «Ὅταν οἱ υἱοὶ τοῦ Θεοῦ εἶδαν
κριμένου ἁμαρτήματος. Ἀπεναντίας κάνει λόγο διὰ τὴν τιμωρία τοῦ ἐκπε- τὶς θυγατέρες τῶν ἀνθρώπων;»
σόντος Ἐωσφόρου, μετὰ τοῦ τάγματός του: ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Ὁ θεόπνευστος Ἑνὼς ποῦ γεννήθηκε ἀπὸ τὸν Σὴθ εἷχε ἐλπί-
«Εἶπε δὲ αὐτοῖς (ὁ Ἰησοῦς)· ἐθεώρουν τὸν σατανᾶν ὡς ἀστραπὴν ἐκ τοῦ σει, λέει, ὅτι θὰ ὀνομάζεται μὲ τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ, δηλαδὴ ὅτι ἀπὸ
οὐρανοῦ πεσόντα.» (Λουκ. Ι, 18). «Εἰ γὰρ ὁ Θεὸς ἀγγέλων ἁμαρτησάντων τοὺς ἄλλους θὰ ὀνομάζεται Θεός. Διότι, ἐπειδὴ ἦταν προικισμένος μὲ κάθε
οὐκ ἐφείσατο, ἀλλὰ σειραῖς ζόφου ταρταρώσας παρέδωκεν εἰς κρίσιν τηρου- ἀρετή, τὸν ὀνόμαζαν ἐνδεχομένως κάπου θεὸν μερικοὶ ἀπὸ τοὺς πιὸ ἀγαθούς,
μένους» (Β´ Πετ. Β, 4). «Καὶ ἐγένετο πόλεμος ἐν τῷ οὐρανῷ· ὁ Μιχαὴλ καὶ προτιμῶντας νὰ τὸν τιμοῦν μὲ τὴν ὑπέρτατη τιμὴ. Γιατί, θαυμάζοντας, ὅπως
οἱ ἄγγελοι αὐτοῦ - τοῦ πολεμῆσαι μετὰ τοῦ δράκοντος· καὶ ὁ δράκων ἐπολέ- εἶπα, τὴ μεγάλη δικαιοσύνη ποὺ τὸν διέκρινε, τὸν ὀνόμαζαν εὐθέως Θεόν,
μησε καὶ οἱ ἄγγελοι αὐτοῦ, καὶ οὐκ ἴσχυσεν, οὐδὲ τόπος εὑρέθη αὐτῷ ἔτι ἐν νομίζοντας ὅτι ταίριαζε πάρα πολὺ ἡ ἐπωνυμία αὐτὴ στὴν ἀρετὴ τοῦ ἄντρα.
τῷ οὐρανῷ. Καὶ ἐβλήθη ὁ δράκων, - ὁ ὄφις ὁ μέγας ὁ ἀρχαῖος, ὁ καλούμενος Οἱ γιοὶ λοιπὸν αὐτοῦ ποὺ ἐπονομαζόταν Θεὸς πῆραν γιὰ γυναῖκες τους τὶς
Διάβολος καὶ ὁ Σατανᾶς, ὁ πλανῶν τὴν οἰκουμένην ὅλην, ἐβλήθη εἰς τὴν γῆν, θυγατέρες τῶν ἀνθρώπων, δηλαδὴ ἀπὸ ἐκεῖνες τοῦ Κάϊν, πρᾶγμα ποὺ προη-
καὶ οἱ ἄγγελοι αὐτοῦ μετ᾿ αὐτοῦ ἐβλήθησαν. (Αποκ. ΙΒ, 7-9). γουμένως ἦταν ἀπαγορευμένο (Γέν. ΣΤ´, 2). Ὁ Σύμμαχος ὅμως, ἀντὶ τοῦ υἱοὶ
Κατόπιν τῶν παραπάνω γίνεται σαφὲς ὅτι οἱ Ἄγγελοι ἦταν ἀμέτοχοι τῆς τοῦ Θεοῦ, ἀναφέρει˙ υἱοὶ τῶν Θεῶν καὶ τῶν ἡγεμόνων. (σ. «Θ.Φ».: Ὁ Σύμμα-
προαναφερομένης μίξεως μὲ «τὰς θυγατέρας τῶν ἀνθρώπων», διότι δὲν ἦταν χος ἦταν μεταφραστὴς τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης). Γνωρίζουμε ὅμως, ὅτι μερικὰ
αὐτοὶ οἱ καλούμενοι « υἱοὶ τοῦ Θεοῦ». ἀπὸ τὰ χειρόγραφα ἀναφέρουν καθαρὰ «Ὅταν οἱ ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ εἶδαν τὶς
Ὅμως ποῖοι ἦταν «οἱ υἱοὶ τοῦ Θεοῦ»; θυγατέρες τῶν ἀνθρώπων». Ἔπειτα μερικοὶ μετέστρεψαν τὰ ἐγκλήματα τῆς
Φίλε ἀναγνῶστα φιλοσαρκίας πρὸς τοὺς ἀγγέλους ποὺ κατολίσθησαν. Δὲν εἶναι ὅμως σχεδὸν
Τὴν ἀπάντηση μᾶς τὴν δίδουν τὰ συγγράμματα τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλη- μωρία τὰ πνεύματα ποὺ εἷναι ἀνώτερα ἀπὸ τὴ σάρκα, νὰ λέμε ὅτι ἐρωτεύτη-
σίας «ἥτις ἐστὶν (Ἐκκλησία Θεοῦ ζῶντος,) στῦλος καὶ ἑδραίωμα τῆς ἀληθεί- καν τὰ σαρκικά; Ποιά φυσικὴ ὁρμὴ εἶχαν γι’ αὐτό, ἢ ποῖος σαρκικὸς νόμος
ας. (Α´ Τιμ. Γ´, 15) «Οἱ υἱοὶ τοῦ Θεοῦ» ἦσαν οἱ ἀπόγονοι τοῦ Σὴθ καὶ τοῦ τοὺς ἐρέθιζε τόσο πολύ; Ἑπομένως ἂς διαβάζουμε μάλλον˙ «Βλέποντας οἱ υἱοὶ
υἱοῦ αὐτοῦ Ἐνὼς «καὶ τῷ Σὴθ ἐγένετο υἱός, ἐπωνόμασε δὲ τὸ ὄνομα αὐτοῦ τοῦ Θεοῦ, τὶς θυγατέρες τῶν ἀνθρώπων», καὶ νὰ μὴ ἀτιμάζουμε τὴ φύση τῶν
Ἐνὼς οὗτος ἤλπισεν ἐπικαλεῖσθαι τὸ ὄνομα Κυρίου τοῦ Θεοῦ». (Γέν. Δ´, 26) ἀγγέλων». Διαπιστώνουμε, λοιπόν, ὅτι ἡ βλάσφημος θεωρία ὅτι οἱ υἱοὶ τοῦ
Ἐνῶ οἱ θυγατέρες τῶν ἀνθρώπων εἶναι ἀπόγονοι τοῦ Κάϊν (Γέν. Δ´,16-17). Θεοῦ ἦταν Ἄγγελοι δὲν εἶναι πρόσφατη, ἀλλὰ ΑΡΧΑΙΑ ΑΙΡΕΣΙΣ.
συνεχίζεται εἰς τὴν σελ. 66

34 35
Ἐὰν ὅμως κατέλθετε εἰς τὴν καρδίαν σας, δὲν θὰ ὑπάρχῃ τοῦτο, ὅταν
ἐργάζεσθε ἐκεῖ, διότι ἡ κεφαλὴ ἀπαλλάσσεται τοῦ κόπου καὶ οἱ διαλογισμοὶ
παύουν.
Διότι οἱ διαλογισμοὶ ἐντὸς τοῦ ἐγκεφάλου διαδέχονται ἐπιτροχάδην, ὁ
εἷς τὸν ἄλλον, καὶ δὲν ὑπάρχει τρόπος κατευνασμοῦ αὐτῶν, εἰ μὴ ὡς
ἀνωτέρω ἀνεφέραμεν.
Ἂν ὅμως ἀνακαλύψετε τὴν καρδίαν σας καὶ κατορθώσητε νὰ ἑδραιωθῆτε
ἐντὸς αὐτῆς, τότε, μόλις ἐνοχληθῆτε ἀπὸ τοὺς τοιούτους λογισμούς, οἱ
διαλογισμοὶ αὐτοὶ θὰ τραποῦν εἰς φυγήν. Εἰς τὴν καρδίαν σας θὰ εὕρητε
μίαν στοργικὴν θέσιν, ἓν ἀσφαλὲς καταφύγιον. Μὴν ὀκνήσητε νὰ κατέλθετε
εἰς αὐτήν.
Ἐν τῇ καρδίᾳ εἶναι ἡ ζωή, διὰ τοῦτο ἐκεῖ πρέπει νὰ ζῇ κανείς. Μὴ
Δ΄. ΤΙ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΝΑ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΝΗΣ ΤΟΝ ΝΟΥΝ ΕΝ ΤΗ ΚΑΡΔΙΑ νομίσητε ὅτι ἡ ἐργασία αὕτη ἁρμόζει μόνον εἰς τοὺς τελείους.
Ὄχι! Ἡ ἐργασία αὕτη ἀνήκει εἰς ὅλους πρὸς κάθαρσιν καὶ κατόρθωσιν
152. Πρέπει κατὰ τὴν προσπάθειάν μας, ἐπιμελῶς ἀγρυπνοῦντες, τῆς κατὰ Χριστὸν ζωῆς.
νὰ ἐλέγχωμεν τὴν δύναμιν τῆς σκέψεώς μας, κατευθύνοντες αὐτὴν 156. Πῶς νὰ ἐννοήσῃ κανεὶς τὴν ἔκφρασιν «συγκέντρωσις τοῦ νοὸς
σωστὰ καὶ ἐπανορθώνοντες τὴν πορείαν της. Τοῦτο δὲν δυνάμεθα νὰ ἐντὸς τῆς καρδίας»;
πράξωμεν, εἰ μὴ διὰ τῆς περισυλλογῆς τοῦ ἔξω διασκορπισθέντος νοὸς Ὁ νοῦς «εὑρίσκεται ἐκεῖ, ὅπου καὶ ἡ προσοχή. Συγκέντρωσις τοῦ νοὸς
καὶ τὴν εἰσαγωγὴν αὐτοῦ ἐντὸς τῆς καρδίας, ὅπου καὶ ὁ θησαυρὸς τῶν ἐν τῇ καρδίᾳ σημαίνει ἑδραίωσιν τῆς προσοχῆς σας ἐν τῇ καρδίᾳ, καὶ
διαλογισμῶν ἡμῶν. νοερῶς νὰ ὁρᾶτε ἐνώπιόν σας τὸν ἀοράτως παρόντα Θεόν, ἀποτεινόμενοι
153. Ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντὸς ἡμῶν ἐστι. Ἐφ᾿ ὅσον ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ «πρὸς Αὐτὸν διὰ δοξολογίας, εὐχαριστίας καὶ δεήσεώς σας, προσέχοντες
εἷναι ἐντός σου, καὶ ἡ Βασιλεία Του εἶναι ἐντός σου. Ἰδού, ὁ πλοῦτος τοῦ ἰδιαιτέρως ὅπως μὴ εἰσέλθῃ ξένον τι, διὰ τῶν λογισμῶν ἢ τῆς φαντασίας
Οὐρανοῦ εὑρίσκεται ἐντός σου, ἂν τὸ θέλῃς. Ἰδού, ἠ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἰς τὴν καρδίαν σας.
εἶναι ἐντός σου, ἁμαρτωλέ. Ἀκριβῶς, ἐδῶ ἔγκειται τὸ μυστικὸν τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Ὁ μεγαλύτερος
Νὰ εἰσέλθῃς ἐντὸς τοῦ ἑαυτοῦ σου, νὰ ἀναζητήσῃς ἐπιμελῶς καὶ θὰ ἆθλος συνίσταται εἰς τὴν διαφύλαξιν τῆς καρδίας ἀπὸ τὰ ὀλέθρια φλογερὰ
ἀνεύρῃς τὸν θησαυρὸν χωρὶς κόπον πολύν. Ἐκτός σου ὑπάρχει ὁ θάνατος πάθη, καθὼς καὶ τοῦ νοὸς ἀπὸ τοὺς δαιμονιώδεις διαλογισμοὺς καὶ
καὶ ἡ θύρα πρὸς αὐτὸν εἶναι ἡ ἁμαρτία. φαντασίας. Πρέπει νὰ φυλάξετε τὴν καρδίαν σας ἀπὸ κάθε ἀπρεπές, καὶ
Νὰ εἰσέλθῃς ἐντὸς τοῦ ἑαυτοῦ σου, νὰ παραμένῃς ἐντὸς τῆς καρδίας νὰ τὸ ἐκδιώκετε ἐκεῖθεν.
σου, καθότι ἐντὸς αὐτῆς εἶναι ὁ Θεός. Ἐὰν ἐκτελῆτε πάντα ταῦτα, ἡ πεῖρα θὰ σᾶς ὁδηγήσῃ ἀσφαλῶς εἰς τὸ
154. Εἶναι ἀνάγκη νὰ στρέψητε τὴν ἐνέργειαν τοῦ νοός σας ἀπὸ τῆς σωτήριον τοῦτο ἔργον.
κεφαλῆς εἰς τὴν καρδίαν σας. Ὅταν ἔχετε τὸν λογισμὸν περὶ τοῦ Θεοῦ 157. Ἐπιβάλλεται τοῦτο διότι ἀπ᾽ ἀρχῆς ὁ Θεὸς ἐπιζητεῖ ἀποκλειστικῶς
ἐντὸς τῆς κεφαλῆς, εἶναι ὡσὰν ὁ Θεὸς νὰ εὑρίσκεται ἐκτός, ἰσοδυναμεῖ δὲ τὴν καρδίαν σας, ἀλλὰ καὶ ἡ καρδία πρέπει νὰ θέλῃ τὸν Θεόν, διότι χωρὶς
τοῦτο μὲ ἐξωτερικὴν ἐργασίαν. Ἐφ᾿ ὅσον ὅμως ἐσεῖς εὑρίσκεσθε μὲ τὸν Θεὸν ἡ καρδία πεινᾶ καὶ διαρκῶς πλήττεται ὑπὸ τοῦ ἐχθροῦ καὶ ἔχει
νοῦν, εἰς τὸν ἐγκέφαλον, οἱ κακοὶ διαλογισμοί σας δὲν θὰ καταπαύσουν ἀνάγκην τῆς τοῦ Θεοῦ κηδεμονίας.
καὶ διαρκῶς θὰ συνωστίζωνται ἐντός σας, ὡς οἱ κώνωπες τὴν ἐποχὴν τοῦ Ἐξετάσατε καλῶς τὸ θέμα ἐξ αὐτῆς τῆς σκοπιᾶς. Τὴν λύσιν αὐτὴν θὰ
θέρους. Εἰς τὴν περίπτωσιν αὐτήν, ἡ ἐντὸς τῆς καρδίας συγκέντρωσις καὶ εὕρητε ἀκριβῶς εἰς τὸ ἐνδιαίτημα τοῦ Θεοῦ (τὴν καρδίαν).
ἡ καρδιακὴ μελέτη θὰ ἀποτελέσουν τὰ δύο πτερὰ πρὸς θείαν ἕνωσιν. 158. Ὅλοι ἡμεῖς, ἐβαπτίσθημεν καὶ ἐχρίσθημεν καὶ φέρομεν τὴν
155. Ἐνθυμοῦμαι ποὺ μοῦ ἐγράφετε ἄλλοτε ὅτι ἀπὸ τὴν ἐντατικὴν σφραγῖδα τῆς δωρεᾶς τοῦ Ἀγ. Πνεύματος.
προσοχὴν ἔχετε πονοκέφαλον. Ναί, ἀφοῦ ἐργάζεσθε μόνον διὰ τοῦ Ὁ καθείς, λοιπόν, κατέχει τὴν δωρεάν, ἀλλὰ δὲν εἶναι εἰς τὸν καθένα ἐξ
ἐγκεφάλου, θὰ συμβαίνῃ τοῦτο. ἴσου ἐνεργὸς. Πῶς νὰ καταστῇ ἡ δωρεὰ αὕτη ἐνεργός;

36 37
Ἔχω ἀναπτύξει τοῦτο ἐπανειλημμένως εἰς τὰς πρώτας μου ἐπιστολάς. προσευχή, ὁ δὲ νοῦς νὰ προσέχῃ: εἰς τὴν δύναμιν καὶ ἔννοιαν τῶν λέξεων
Κάνετε τὸν κόπον νὰ ἐξετάσητε αὐτάς. τῆς προσευχῆς καὶ νὰ μένῃ ἀχωρίστως.
Ἐδῶ δύναμαι νὰ προσθέσω ὅτι ἄλλη ὁδὸς πρὸς τὸν σκοπόν σας αὐτὸν Ἐὰν ὅμως ὁ νοῦς ἀποχωρισθῇ καὶ ἀσχολῆται ἀλλοῦ, παύει ἡ προσευχή.
δὲν ὑπάρχει, εἰμὴ ὅτι τοῦτο τὸ δῶρον θὰ τὸ εὕρητε ἐν τῇ καρδίᾳ σας. Μοῦ ἐγράψατε ὅτι κατὰ τὴν ἀνάγνωσιν τοῦ ὕμνου πρὸς τὸν γλυκύτατον
159. Βασικώτατος ὅρος εἶναι ἡ προσοχὴ τοῦ νοός σας νὰ μὴν Ἰησοῦν, αἰσθάνεσθε συχνὰ πῦρ ἐν τῇ καρδίᾳ. Ἰδού, λοιπόν, ὅτι αἰσθάνεσθε
ἀντιπαρέρχεται τὸν Κύριον, τοῦτο δὲ συντελεῖ πρὸς ἑδραίωσιν, ἐν τῇ ποῦ εἶναι ἡ καρδία, ὡς καὶ τὸ πῦρ ποὺ ἀνάπτει ἐξ αὐτῆς. Ἐκεῖ, λοιπόν,
καρδίᾳ σας, τῆς μνήμης τοῦ Θεοῦ. νὰ παραμένετε πόντοτε, ὄχι μόνον κατὰ τὴν ὥραν τῆς προσευχῆς, ἀλλὰ
160. Ἀναζητεῖτε τὸν Θεόν; Ἀναζητήσατε Αὐτόν, ἀλλὰ μόνον ἐν τῇ καρδίᾳ διαπαντός.
σας. Δὲν εὑρίσκεται μακρὰν κανενὸς ἀνθρώπου. Νὰ παραμένετε, ὄχι ἁπλῶς, ἀλλὰ μὲ τὴν ἐπίγνωσιν τῆς παρουσίας τοῦ
Εὑρίσκεται πλησίον εἰς πάντας τοὺς εἰλικρινῶς ἐκζητοῦντας αὐτόν. παντογνώστου Θεοῦ, καὶ μετὰ θερμοῦ αἰσθήματος πρὸς Αὐτόν. Δηλαδὴ
Τοῦτον τὸν τόπον νὰ εὕρητε (τὴν καρδίαν ὑμῶν) καὶ ἐκεῖ νὰ συνομιλῆτε μὲ φόβον, ἀγάπην, ἐλπίδα, ἀφοσίωσιν, συντριβὴν κτλ.
μετ᾽ Αὐτοῦ. ᾽Εκεῖ εἶναι ἡ αἴθουσα δεξιώσεως τοῦ Κυρίου! Αὐτὸ ἀποτελεῖ τὸν κανόνα τῆς ἐσωτερικῆς ζωῆς. Τηρῆτε αὐτὸν καὶ μόλις
Ὅσοι Τὸν ἔχουν συναντήσει ποτέ, Τὸν συνήντησαν ἐκεῖ. Ἄλλην θέσιν ἀντιληφθῆτε διαταραχήν, μεταξὺ Θεοῦ καὶ καρδίας, ἀποκαταστήσατε τὴν
δὲν ὥρισεν ὁ Θεὸς διὰ τὰς ἐντεύξεις Αὐτοῦ μετὰ τῶν ψυχῶν μας. καρδιακὴν εἰρήνην διὰ θερμοτέρας δεήσεως πρὸς τὸν Ἰησοῦν καὶ ὡς
161. Κατέχετε ἤδη τὴν διαμονὴν ἐντὸς τοῦ ἑαυτοῦ σας καὶ τὴν φύσει εἰρηνάρχης θὰ δώσῃ τὴν εἰρήνην.
παραμονὴν ἐν τῇ καρδίᾳ σας. 163 Ἔχετε κατὰ σκοπὸν ἓν πρᾶγμα· νὰ τηρῆτε ἑαυτοὺς ἐν τῇ καρδίᾳ
Ὁ Κύριος νὰ δώσῃ πάντοτε νὰ διατηρῆτε αὐτὴν οὕτως. Τοῦτο εἶναι πρὸς τὸν Κύριον καὶ καθὼς πρέπει, χωρὶς καθόλου νὰ προσέχητε τὰ
οὐσιώδης τρόπος προφυλάξεως καὶ συντελεῖ εἰς τὴν κατὰ Θεὸν τελείωσιν. πέριξ ὑμῶν μὲ ἰδιαιτέραν προσοχήν.
Ὅταν κανεὶς συνειδητῶς εὑρίσκεται εἰς τὸ ἐσωτερικὸν τῆς καρδίας, ἐκεῖ Ὅταν ὑπάρχῃ ἡ μνήμη τοῦ Θεοῦ, τότε ἡ συνείδησις ἵσταται ἐνώπιον
εὑρίσκεται καὶ ὁ Κύριος, συντασσόμενος μεθ᾽ ἡμῶν, καὶ τὸ ἔργον τῆς τοῦ Θεοῦ μετὰ φόβου καὶ εὐλαβείας, προσπίπτουσα μετὰ ἀφοσιώσεως
σωτηρίας μας προοδεύει. πρὸς τὸ ἅγιον Αὐτοῦ θέλημα. Αὐτὸς εἶναι ὁ κανὼν διὰ τὴν στάσιν μας
Ἐκεῖ μέσα δὲν ἔχουν καμμίαν θέσιν οἱ ἄδικοι διαλογισμοί, πολὺ δὲ πρὸς Κύριον.
περισσότερον τὰ ἀπαράδεκτα αἰσθήματα. Τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου καὶ 164 Λοιπόν, ἐγνωρίσατε τὴν πραγματικὴν ἀνάπαυσιν! Δόξα τῷ Θεῷ!
μόνον εἶναι ἀρκετὸν νὰ ἀποδιώκῃ κάθε ξένον στοιχεῖον, καὶ ἀντιθέτως νὰ Τότε μὴ σταματᾶτε νὰ κατευθύνεσθε ἐκεῖ ὅπου πρέπει νὰ προσφέρεσθε.
προσελκύῃ κάθε συγγενές. Ἀναζητήσατε τώρα τὸν ἀπολεσθέντα Παράδεισον, διὰ νὰ ὑμνήσητε
Πρέπει δὲ νὰ προσέχετε, ὡς ἐπικίνδυνον, τὴν αὐταρέσκειαν, τὴν κατόπιν τὸν κτίσαντα. Αὐτὴ εἷναι ἡ οὐσία. Ὅλα τὰ ἄλλα ἐκτὸς τῆς οὐσίας
αὐτοεκτίμησιν, τὴν αὐτοϋπόληψιν, τὴν ὑπερήφανον ἰδέαν περὶ τοῦ ἑαυτοῦ αὐτῆς εἶναι μάταια καὶ ψευδῆ. Αὐτὰ ὅμως εἶναι δι᾽ ἡμᾶς δοσμένα καὶ
σας, τὴν δῆθεν ὑπεροψίαν πρὸς τοὺς ἄλλους, καὶ κάθε τοιοῦτον φρόνημα. προσιτά, ἀρκεὶ νὰ τὰ θελήσωμεν. Ἡ Κυρία Θεοτόκος καὶ ὁ φύλαξ ἡμῶν
Ματὰ φόβου καὶ τρόμου ἐργασθῆτε τὴν σωτηρίαν σας, μὲ πνεῦμα Ἄγγελος νὰ σᾶς βοηθήσουν.
συντετριμμένον καὶ καρδίαν τεταπεινωμένην, ἵνα μὴ ὁ Κύριος ἐξουθενώσῃ 165 Καλῶς ἐπανήλθατε! Οὕτω μᾶς ὑποδέχεται ἡ Θ. Χάρις εἰς τὴν
ὑμᾶς. καρδίαν ἡμῶν, ἔπειτα ἀπὸ μίαν ἀπουσίαν διὰ τοῦ νοὸς καὶ τῆς καρδίας ἐκ
162 Τί ἐννοοῦμεν «εἶμαι μὲ τὸν νοῦν ἐν τῇ καρδίᾳ». Ἰδοὺ τί ἐννοοῦμεν: τῆς Θ. Χάριτος, καὶ μετὰ προσφιλοῦς ἀγωνίας καὶ στοργῇς μᾶς ἀναμένει.
Κατὰ τοὺς Πατέρας γνωρίζομεν ὅτι ἡ καρδία εἶναι κέντρον φυσικόν, Ἔτσι αἰσθάνονται ὅσοι ἐπιστρέφουν εἰς τὸ ἐσωτερικόν των, ὕστερα ἀπὸ
κέντρον ὑπερφυσικὸν καὶ ἐπίσης κέντρον παραφυσικόν. ᾿Εν τῇ σαρκίνῃ, τὴν ἀφηρημένην περιπλάνησιν τοῦ νοός, ἡ δὲ ἐπιστροφὴ γίνεται διὰ τῆς
λοιπόν, καρδίᾳ, ὑπάρχει ἡ πνευματικὴ καρδία, ἡ ψυχή, καὶ ἐν τῇ ψυχῇ προσοχῆς εἰς τὴν ἐσωτερικὴν ὕπαρξίν μας καὶ ζωήν. Ὅταν εἶσθε ἐντὸς
ὑπάρχει, ὡς ψυχὴ τῆς ψυχῇς μας, ἡ Θ. Χάρις, διὰ τὴν συνοδοιπαρίαν εἰς τῆς καρδίας σας, εὑρίσκεσθε εἰς τὴν οἰκίαν σας. Ὅταν δὲν εἶσθε ἐντὸς
τὸν δρόμον τῆς ἀρετῆς καὶ τὴν αἰώνιον ζωήν. αὐτῆς, εὑρίσκεσθε ἐκτὸς τῆς οἰκίας καὶ ἀπόδημοι, εἰς «χώραν μακρυνήν»!
Λοιπόν, σπουδάσατε νὰ συγκεντρωθῆτε ἐκεῖ διὰ τῆς προεσοχῇς Ἰδού, λοιπόν, περὶ τίνος πρέπει ἰδιαιτέρως νὰ μεριμνῶμεν, δηλαδὴ
τοῦ νοὸς ἐν τῇ καρδίᾳ, καὶ ἐκ τοῦ βάθους τῆς καρδίας νὰ ἐξέρχεται ἡ περὶ τῆς ἐπιστροφῆς εἰς τὴν πατρικὴν ἑστίαν.

38 39
νὰ καταδικάσει τοὺς αἱρετικοὺς τοὺς ἐπιβράβευσε ἀναγνωρί-
Η «ΣΥΝΟΔΟΣ» ΤΟΥ ΚΟΛΥΜΠΑΡΙΟΥ ΕΙΣ ΚΡΗΤΗΝ ζοντάς τους τὸ δικαίωμα ν᾽ ἀποκαλοῦνται ἐκκλησίες.
Ὑπὸ Σπυρίδωνος Βλάντη, θεολόγου Οἱ ἑτερόδοξοι δὲν μποροῦν νὰ ὀνομάζονται Ἐκκλησίες, για-
τὶ ἀποδέχονται ἕτερα, αἱρετικὰ δόγματα καὶ ὡς αἱρετικοὶ δὲν
Σχετικὰ μὲ τὴν σύνοδο τῶν Οἰκουμενιστῶν στὸ Κολυμπά- μποροῦν ν᾽ ἀποτελοῦν «Ἐκκλησίες».
ρι τῆς Κρήτης ποὺ διεξήχθη τὴν ἑβδομάδα τῆς Πεντηκοστῆς Στὴ σύνοδο αὐτὴ δὲν συμμετεῖχαν ἄνθρωποι ποὺ νὰ διακρί-
2016 δὲν θὰ ὑπεισέλθουμε σὲ λεπτομέρειες γιὰ τὴν συγκρό- νονται γιὰ τοὺς ἀγῶνες τους γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία, τὴν θεοσέ-
τηση καὶ τὴν ὀργάνωσή της καθὼς καὶ γιὰ τὸν τρόπο ποὺ βεια καὶ τὴν ἁγιότητά τους, ὅπως οἱ Ἅγιοι Πατέρες, ἀντιθέτως
ἐπικυρώθησαν οἱ ἀποφάσεις της, μόνο δηλαδὴ μὲ τὴν ψήφο ὅλοι τους ἔχουν ἀπεμπολήσει τὴν Ὀρθόδοξη πίστη καὶ δὲν
τοῦ Πρώτου, καθότι αὐτὰ ἀναφέρονται στὰ διαδικαστικά, διακρίνονται γιὰ τὴν εὐσέβειά τους καὶ τὴν καθαρότητά τους.
ἀλλὰ θ᾽ ἀναφερθοῦμε στὴν οὐσία, δηλαδὴ στὶς ἀποφάσεις Σκοπὸς τῆς συνόδου αὐτῆς ἦταν ἡ ἀμνήστευση τοῦ Οἰκ.
ποὺ πῆραν καὶ ἂν εἶχαν δικαίωμα νὰ συγκαλέσουν Σύνοδο Πατριάρχου Βαρθολομαίου καὶ τῶν λοιπῶν Οἰκουμενιστῶν
οἱ συγκεκριμένοι «προκαθήμενοι». γιὰ τὶς συμπροσευχὲς καὶ συλλείτουργα ποὺ τελοῦν μὲ αἱρε-
Ἀρχικὰ στὴν ἀρχαία καὶ ἀδιαίρετη Ἐκκλησία ὅταν συνε- τικούς.
καλεῖτο Σύνοδος, οἱ Πατέρες ποὺ τὴν συγκροτοῦσαν καὶ τὴν Οὐσιαστικὰ ὁ Πατριάρχης μὲ τὶς ὑπογραφὲς τῶν Πρώτων
ἀποτελοῦσαν ἔκαναν διακήρυξη, μὲ τὴν ὁποία ἀνεγνώριζαν ποὺ ἀπέσπασε καὶ διὰ μέσου τῶν Πρώτων καὶ τῶν ὑπολείπων
καὶ ἐπικύρωναν ὅλες τὶς προηγούμενες Συνόδους καὶ ὅτι μὲ μελῶν τῶν Συνόδων, πέτυχε τὴν «ἀθώωσή» του ἀλλὰ καὶ τὴν
βάση αὐτὲς θὰ προχωρήσουν καὶ θὰ δογματίσουν. Ἀντιθέ- συνενοχή τους μὲ τὶς ὑπογραφές τους.
τως στὴν σύνοδο τῆς Κρήτης δὲν ἔγινε κάτι τέτοιο. Ἐπισημοποιήθηκε ἐμπράκτως ὁ Οἰκουμενισμὸς καὶ δὲν χω-
Οὔτε τὴν Η´ Οἰκουμ. Σύνοδο ἀνεκήρυξαν ποὺ ἔγινε ἐπὶ ροῦν πιὰ δικαιολογίες ἀπὸ τοὺς καλοπροαίρετους νεοημερο-
Ἁγίου Φωτίου, καὶ καταδίκασε τὸ Φιλιόκβε, οὔτε τὴν Θ´ Οἰκ. λογῖτες ὅτι ἐμεῖς δὲν ἐγκρίνουμε τὶς ἐνέργειες τοῦ Πατριάρ-
Σύνοδο ποὺ ἔγινε ἀπὸ τὸν Ἅγιο Γρηγόριο τὸν Παλαμᾶ ποὺ χη μας γιατὶ διὰ τῶν ὑπογραφῶν τῶν ἐκπροσώπων του, ὅλοι
καταδίκασε τὶς παπικὲς θέσεις γιὰ τὴν ἄκτιστη θεία ἐνέρ- τους συμμετέχουν στὴν ἁμαρτία καὶ στὴν αἵρεση.
γεια, οὔτε καὶ ἐν συνεχεία τὶς Πανορθόδοξες Συνόδους ποὺ Στὴν σύνοδο αὐτὴ ἔχουμε κάτι τὸ πρωτάκουστο καὶ πρωτό-
κατεδίκασαν τὸ νέο ἡμερολόγιο καὶ κάθε καινοτομία. Ἑπο- γνωρο. Στὸ παρελθὸν οἱ Θεοφόροι Πατέρες ἀναθεμάτιζαν τὶς
μένως δὲν μπορεῖ ἡ σύνοδος αὐτὴ νὰ εἶναι Ὀρθόδοξη γιατὶ ἡ πλάνες ὡς ἔργα τοῦ διαβόλου καὶ ἀφόριζαν τοὺς αἱρετικοὺς
διδασκαλία της καὶ οἱ ἀποφάσεις της δὲν στηρίζονται στοὺς καὶ τοὺς ἀπέκοπταν ὡς σάπια μέλη, γιὰ νὰ μὴν νοσήσουν καὶ
Ἁγίους Πατέρας. τὰ ὑγιὴ μέλη καὶ ἐδὼ στὴ σύνοδο τῆς Κρήτης τοὺς ἀναγνώρι-
Ἀντιθέτως στὶς ἐργασίες της συμμετεῖχαν αἱρετικοί (παπι- σε. Γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ ὅλοι οἱ αἱρετικοί (παπικοί, μονοφυσῖτες,
κοί, προτεστάντες κ.λ.π.) ὡς ἱσότιμοι. Ἡ σύνοδος αὐτὴ δὲν προτεστάντες) ἔχουν ξεσπάσει σὲ πανηγυρισμοὺς γιὰ τὴν
ἀποτελεῖ ὀργανικὴ συνέχεια τῶν προηγουμένων. ἀναγνώρισή τους ἀντὶ τῆς καταδίκης τους.
Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ὅταν συγκροτοῦσαν μία Σύνο- Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ εἶναι ΜΙΑ, γιατὶ τὸ Σῶμα τοῦ Χρι-
δο, τὴν συγκροτοῦσαν γιὰ νὰ καταδικάσουν τοὺς αἱρετικοὺς στοῦ εἶναι ΕΝΑ.
καὶ νὰ διαφωτίσουν καὶ νὰ προφυλάξουν τὸ Ὀρθόδοξο ποί- Ἡ σύνοδος τῆς Κρήτης ἐστράφη ἐναντίον τῆς Δογματικῆς
μνιο. Ἀντιθέτως στὴν σύνοδο αὐτὴ τῆς Κρήτης στὴν θεμα- Διδασκαλίας τῆς Β´ Οἰκ. Συνόδου περὶ τῆς Μίας Ἐκκλησίας.
τολογία της δὲν ὑπῆρχε θέμα αἵρεσης καὶ αἱρετικῶν ἀλλὰ Καὶ μόνο γιὰ τὸ δογματικὸ αὐτὸ ὀλίσθημά της ἡ ἐν λόγῳ σύ-
κατάργησης τῶν ὑφισταμένων παραδόσεων καὶ ἀλλοίωσής νοδος καθίσταται ληστρική.
τους ὅπως γιὰ τὴν νηστεία, τὸ γάμο καὶ ἄλλα.
Ἄρα δὲν μπορεῖ νὰ θεωρηθεῖ Ὀρθόδοξη Σύνοδος, γιατὶ ἀντὶ

40 41
ΤΑ ΕΠΤΑ ΘΑΝΑΣΙΜΑ ΑΜΑΡΤΗΜΑΤΑ ΑΝΤΙΘΕΤΟ - ΑΝΤΙΔΟΤΟ: ἀγάπη, φιλοκαλία, φιλαδελφία,
Ὑπὸ Γεωργίου Βάββα, ἀναγνώστου καὶ ἡ ΜΝΗΜΗ τοῦ «πᾶν δώρημα ἄνωθεν ἐστὶ καταβαῖνον
ἐκ τοῦ Πατρὸς τῶν φώτων» (Ἰακ. α´, 17).
1ον ΥΠΕΡΗΦΑΝΕΙΑ
Ἰδία δόξα καὶ ὑπεροχὴ ἔναντι τῶν ἄλλων εἴτε δικαίως 5ον ΓΑΣΤΡΙΜΑΡΓΙΑ
εἴτε ἀδίκως. Ὑπερβολικὴ χρήση φαγητοῦ καὶ ποτοῦ, φίδι συρόμενο
Τί ἁμαρτίες γεννᾶ - παράγωγα αὐτῆς: μὲ τὴν κοιλία ἐπὶ τῆς γῆς.
ὑπεροψία, κατάκριση, ὑπόκριση, φιλονικία, πείσμα, οἴηση, Τί ἁμαρτίες γεννᾶ - παράγωγα αὐτῆς:
ὀλιγωρία εἰς τὶς θείες ἐντολὲς καὶ γενικὰ διατρίβει εἰς τὸ κακόν. τεμπελιὰ πρὸς τὴν εὐσέβεια, σαρκικὲς ἐπιθυμίες, ἀσχημίες,
ΑΝΤΙΘΕΤΟ - ΑΝΤΙΔΟΤΟ: ταπείνωση γέλια, αἰσχρολογίες, ἄσχημες χειρονομίες, εἰρωνεῖες,
καὶ ἡ ΜΝΗΜΗ τοῦ «γὴ εἶ καὶ εἰς γὴν ἀπελεύσει» (Γεν. γ´,19), καυγάδες ἤθη βάρβαρα, ἀσωτεία καὶ πολλάκις ἀσθένειες.
καθὼς καὶ τῆς ὅλης ζωῆς τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ ΑΝΤΙΘΕΤΟ - ΑΝΤΙΔΟΤΟ: ἐγκράτεια, νηστεία, συμμετρία,
καὶ ἡ ΜΝΗΜΗ τοῦ «πολλοὶ γὰρ περιπατοῦσιν οὓς πολλάκις
2ον ΦΙΛΑΡΓΥΡΙΑ ἔλεγον ὑμῖν, νῦν δὲ καὶ κλαίων λέγω, τοὺς ἐχθροὺς τοῦ σταυροῦ
Πλεονεξία, ἐπιθυμία πλούτου καὶ πραγμάτων.
τοῦ Χριστοῦ, ὧν τὸ τέλος ἀπώλεια, ὧν ὁ Θεὸς ἡ κοιλία καὶ ἡ
Μὴ εὐχαριστία σ᾽ αὐτὸ ποὺ ἔχει.
δόξα ἐν τῇ αἰσχύνῃ αὐτῶν, οἱ τὰ ἐπίγεια φρονοῦντες»
Τί ἁμαρτίες γεννᾶ - παράγωγα αὐτῆς:
(Φιλ. γ´ 18-19).
ἁρπαγή, κλοπή, ἀδικία, τσιγκουνιά, ἀπιστία, ἀσπλαχνία,
ἀδικία πτωχῶν, σκληροκαρδία, φόνο, δόλο, ψεῦδος. 6ον ΜΝΗΣΙΚΑΚΙΑ
ΑΝΤΙΘΕΤΟ - ΑΝΤΙΔΟΤΟ: Μνήμη κακῶν ἢ ζημία ποὺ ἔλαβε κάποιος ἀπὸ ἄλλον.
ἐλεημοσύνη, ἐλευθεριότης ἀπ᾽ τὴν ὕλη Ἀναμμένη ἐπιθυμία καὶ καρδιὰ ἐναντίον τοῦ βλάψαντος
καὶ ἡ ΜΝΗΜΗ τῆς Δευτέρας Παρουσίας τοῦ Χριστοῦ, καὶ ἀναμονὴ ἐκδίκησης.
ὄστις ἐπὶ γῆς Τί ἁμαρτίες γεννᾶ - παράγωγα αὐτῆς:
«οὐκ εἶχε ποὺ τὴν κεφαλὴν κλίνῃ» (Λουκ. θ´,58). φόνο, παραφροσύνη.
ΑΝΤΙΘΕΤΟ - ΑΝΤΙΔΟΤΟ: ἀγάπη, μακροθυμία,
3ον ΦΙΛΗΔΟΝΙΑ - ΠΟΡΝΕΙΑ - ΜΟΙΧΕΙΑ καὶ ἡ ΜΝΗΜΗ τοῦ «ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἡμῶν,
Ὀρέξεις σαρκικῶν ἠδονῶν, ἁμαρτία εἰς τὸν ἴδιον τὸν ἑαυτόν.
ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν» (Ματθ. στ´,12).
Τί ἁμαρτίες γεννᾶ - παράγωγα αὐτῆς:
Τύφλωση νοός, μίσος εἰς τὰ θεία, ἀσέβεια, ἀπόγνωση, 7ον ΑΚΗΔΙΑ
ἀσωτεία, τεμπελιά, ἔχθρα εἰς τὸν πλησίον. Τεμπελιὰ στὸ καλὸ ἔργο, στὴν εὐσέβεια, στὴν ἀρετή,
ΑΝΤΙΘΕΤΟ - ΑΝΤΙΔΟΤΟ: σωφροσύνη, ἐγκράτεια, καθαρότης, στὴν προσευχή.
καὶ ἡ ΜΝΗΜΗ τοῦ «οὐκ οἴδατε ὅτι ναὸς Θεοῦ ἐστε καὶ τὸ πνεῦμα Τί ἁμαρτίες γεννᾶ - παράγωγα αὐτῆς:
τοῦ Θεοῦ οἰκεῖ ἐν ὑμῖν; εἴ τις τὸν ναὸν τοῦ Θεοῦ φθείρει, φθερεῖ προφάσεις στὶς ἁμαρτίες, σκάνδαλα, ὑπεροψία.
τοῦτον ὁ Θεός» (Α´ Κορ. γ´,16-17). ΑΝΤΙΘΕΤΟ - ΑΝΤΙΔΟΤΟ: ἐγρήγορσις εἰς πᾶν ἔργον ἀγαθόν,
προσοχή, ἐπιμέλεια,
4ον ΦΘΟΝΟΣ καὶ ἡ ΜΝΗΜΗ τοῦ « πονηρὲ δοῦλε καὶ ὀκνηρέ,
Λύπη γιὰ τὸ καλὸ τοῦ ἄλλου καὶ χαρὰ γιὰ τὸ κακό του.
… ἐκβάλετε αὐτὸν εἰς τὸ σκότος τὸ ἐξώτερον»
Τί ἁμαρτίες γεννᾶ - παράγωγα αὐτῆς:
μίσος, φόνο, δόλο, ἀπάτη, τεμπελιά. (Ματθ. κε´, 26,30).

42 43
Μετά Θάνατον ἑκατοντάδες χιλιάδες τοιαύτες λεγόμενες «μεταθανάτιες ἐμπειρίες».
Ἀπειροελάχιστες εἶναι ὅπου οἱ πραγματικὲς ἐπιστροφὲς ἀπὸ τὸν θάνα-
Ὑπὸ Παναγιώτου Βάλλιου, Ἁγιογράφου τον εἰς τὴν ζωήν. Ἀπέραντος βιβλιογραφία ὑπάρχει εἰς τὸν προτεστα-
ντικὸν κόσμον καταγράφοντας τοιαύτες ἐμπειρίες, οἱ ὁποῖες εἶναι ἀνά-
Ἀγαπητὲ ἀναγνώστα, ὁ Θεὸς ἔπλασε τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ ὑπερβολικὴν ξιες σχολιασμοῦ. Ὅμως, δὲν μποροῦμε νὰ ἀπορρίψωμεν καὶ τὶς γνήσιες
ἀγαθότητα καὶ τὸν κατέστησε οἰκήτορα παραδείσου κάνοντάς τον ἐπικυ- χάριν τῶν πολλῶν. Σημεῖον γνησιότητος αὐτῶν θὰ πρέπει νὰ εἶναι, ἐὰν
ρίαρχον τῆς κτίσεως. Τοῦ χάρισε καὶ τὴν δυνατότητα νὰ γίνει κατὰ χάριν ταυτίζονται στὰ βασικὰ σημεῖα μὲ τὶς ἤδη ὑπάρχουσες εἰς τὰ βιβλία
Θεός! Τοῦ χάρισε τὸ ἀπείρως καλὸν καὶ τοῦ ζήτησε τὸ ἐλάχιστον. Δυστυ- τῆς ἐκκλησίας μας· καίριον στοιχεῖον γνησιότητος εἶναι ἡ μεταστροφὴ
χῶς, ὅμως, ὁ ἄνθρωπος κάνοντας κακὴν χρῆσιν τῆς ἐλευθερίας του παρή- τῆς ζωῆς πρὸς τὴν ἀρετὴν ἐκείνου ὅπου ἐβίωσε τοιαύτην ἐμπειρίαν. Θὰ
κουσε τὴν ἐντολὴν τοῦ Θεοῦ καὶ ἔνεκα τούτου ἐπῆλθε ὁ πνευματικὸς καὶ πρέπει νὰ ἀναφέρομεν ὅτι ὅλες αὐτὲς οἱ γνήσιες ἀποκαλύψεις δὲν εἶναι
ὁ σωματικὸς θάνατος. Τὸ στοιχεῖον, ὅμως, τῆς πρωτέρας μεταπτωτικῆς ταυτόσημες, ἀλλὰ ἀλληλοσυμπληρώνονται στρεφόμενες ὅλες εἰς τὸν
καταστάσεως, τὸ νὰ ὑπάρχει εἰς τὴν αἰωνιότητα, δὲν ἐξέλιπε ἀπὸ κανέ- ἴδιον δογματικὸν ἄξονα τῆς διδασκαλίας τῶν πατέρων τῆς ἐκκλησίας
ναν ἄνθρωπον. Ὁ ἄνθρωπος, λοιπόν, μνημονεύει πάντοτε τὴν ζωὴν ὡς μας. Ὁ ἔξαρχος τῶν ἀποστόλων, ὁ Παῦλος, εἰς μίαν ἀπὸ τὶς ἐλάχιστες
ἀγαθόν, εἰς κάθε περίστασιν εὔχεται «χρόνια πολλά», καταναλώνει κάθε ἐκ τῶν πολλῶν ἀποκαλύψεων, ὅπου ἠξιώθη ἀπὸ τὸν Θεόν, μᾶς περι-
περιουσιακόν του στοιχεῖο εἰς τοὺς ἰατρούς, προκειμένου νὰ παρατείνει γράφει ἀκροθιγῶς ἢ μάλλον μᾶς προδιαθέτει πνευματικὸν ἔναυσμα καὶ
ἔστω καὶ γιὰ λίγο τὴν ζωήν του. Τὸ τίμημα τῆς ἁμαρτίας τῶν πρωτοπλά- μόνον περὶ τῆς πνευματικῆς του ἀποκαλύψεως. «Ἡρπάγην ἔως τρίτου
στων, ὅπου εἶναι ὁ βιολογικὸς θάνατος, μεταλαμπαδεύτηκε καὶ εἰς ὅλον οὐρανοῦ εἰς τὸν παράδεισον καὶ ἤκουσεν ἄρρητα ρήματα, ἃ (τὰ ὁποῖα)
τὸ ἀνθρώπινον γένος. «Τίς ἐστιν ἄνθρωπος ὃς ζήσεται, καὶ θάνατον» οὐκ ἐξὸν ἀνθρώπῳ λαλῆσαι» (Β΄ Κορ. ιβ´, 4) ἐπιβάλλεται ἡ μετάφρα-
(ψαλ. 88). Ὅμως, εἰς τὴν βούλησίν μας εἶναι νὰ μεταβάλουμε τὸ πικρὸν σις. «Μετεφέρθην ξαφνικὰ εἰς τὸν παράδεισον καὶ ἤκουσα λόγους, ὅπου
ποτήριον τοῦ θανάτου ἂν ὄχι εἰς ἐπιθυμητὸν τουλάχιστον εἰς λιγότερον ἡ ἀνθρωπίνη γλῶσσα δὲν μπορεῖ νὰ διατυπώση, καὶ τοὺς ὁποίους δὲν
ἐπώδυνον, διότι ὁ θάνατος καθίσταται ἕνα ἀπλὸ ἐπεισόδιον διὰ τοὺς εἶναι ἐπιτετραμμένον εἰς τὸν ἄνθρωπον νὰ τοὺς ἀποκαλύψη». Διατί
καλῶς βιώσαντες καὶ ἀντιθέτως ὡς φοβερὸς καὶ ἐπονείδιστος διὰ τοὺς τὰ τοῦτον; διότι ἀναγνώστα μου εἰς τὸν Ἀπόστολον τοῦ ἀπεκαλύφθη κατὰ
φαῦλα πράξαντες. Περὶ αὐτοῦ μᾶς δίδει τὴν ἀδιάψευστον μαρτυρία του ὁ τὴν πνευματικότητά του ἀπογυμνωμένος καθὼς εἶναι ὁ χῶρος τοῦ πα-
Ἀπόστολος Παῦλος. «Τὴν ἐπιθυμίαν ἔχω εἰς τὸ ἀναλῦσαι (νὰ ἀποθάνω) ραδείσου καὶ διὰ τοῦτο «ἐδέθη» τὸ στόμα του ὄχι ἀπὸ ἔνδεια λόγου δὲν
καὶ σῦν Χριστῶ εἶναι» (Φιλ. α΄ 23) καὶ ἀντιθέτως «θάνατος ἁμαρτωλῶν ὁμίλησε ὁ πάνσοφος Παῦλος ἀλλὰ ποῖος θὰ ἠδύνατο νὰ κατανοήση «ἃ
πονηρός (φοβερός)» (Ψαλ. 33). Ἑπομένως, τὸ ποτήριον τοῦ θανάτου καθί- ὀφθαλμὸς οὐκ εἶδε καὶ οὖς οὐκ ἤκουσε καὶ ἐπὶ καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ
σταται γλυκὺ ἢ πικρὸν σύμφωνα μὲ τὴν βιωτὴν ἑκάστου. Ὅμως, ὁ πανά- ἀνέβη (δὲν ἐφαντάσθη) ἃ ἡτοίμασεν ὁ Θεὸς τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτόν»; (
γαθος Θεὸς ἀντιλαμβανόμενος τὴν διάσπασιν αὐτῆς τῆς συμφωνίας τοῦ Α΄ Κορ. β΄, 9) Διὰ τοῦτο ἐσιώπησεν ὁ Παῦλος. Γεννᾶται, ὅμως, τὸ ἐρώ-
σώματος καὶ τῆς ψυχῆς πόσον ἐπονείδιστος εἶναι, ἀπὸ ἄκρον ἀγαθότητα τημα. Πῶς ὅμως ὅλες ἐκείνες οἱ ἀποκαλύψεις, τὶς ὁποῖες ἀποδέχεται ἡ
δὲν μᾶς ἄφησε ἀπληροφόρητους διὰ τὴν διαδικασίαν ταύτην καὶ τὴν με- ἐκκλησία μας, περιγράφονται μὲ ἐνάργεια ἀκόμα καὶ ἀπὸ μικρὰ παιδιά;
τέπειτα πορεία τῆς ἀθανάτου ψυχῆς ἑκάστου ἀνθρώπου. Πράγματι, ἀδελφέ μου, εἰς τοὺς ἀνθρώπους αὐτοὺς παρουσιάζεται ὀ
Ἀρκετοὶ πατέρες τῆς ἐκκλησίας μας περιέγραψαν ἐναργῶς τὸ μυστή- πνευματικὸς κόσμος μὲ περιγραπτὰ στοιχεῖα καὶ παραστάσεις ἀπὸ τὸν
ριον τοῦτο, καὶ ὄχι μόνον. Ὁ Θεὸς ἐπέτρεψε ἀρκετοὶ ἄνθρωποι νὰ ἐπι- κόσμο, ὅπου ζοῦμε. Τὸ ἴδιο ἔκανε καὶ ὁ Χριστός, προσάρμοσε τὴν διδα-
στρέψουν ἀπὸ τὴν ἄλλη ζωὴ καὶ νὰ μᾶς περιγράψουν τὸ ὅ,τι ἐβίωσαν. σκαλία του προκειμένου νὰ γίνει κατανοητὴ καὶ εἰς τὸν πιὸ ἀγράμματον
Τοιαῦτες ἀναφορὲς εἶναι καταγεγραμμένες εἰς τὰ βιβλία τῆς ἐκκλησίας ἄνθρωπο. Ὅταν ὅμως ὁμίλησε πνευματικότερα λέγοντας, ὅτι «ὁ τρώ-
μας, πλείστες ὅσες εὑρίσκονται εἰς διαφόρους κώδικες εἰς βιβλιοθῆκες γων μου τὴν σάρκα καὶ πίνων μου τὸ αἷμα ἐν ἐμοὶ μένοι, καγὼ ἐν αὐτῷ»
μονῶν, ὅπου δὲν ἔχουν δεῖ τὸ φῶς τῆς δημοσιότητος. Θεωρεῖς ἀναγνώ- (Ἰωάν. 6, 56) τότε, «Πολλοὶ οὖν ἀκούσαντες ἐκ τῶν μαθητῶν αὐτοῦ εἶ-
στα μου ὅτι ὁ Θεός, ὁ πάντας θέλων σωθῆναι, σταμάτησε πλέον νὰ ἀπο- πον˙ Σκληρὸς ἐστὶν οὗτος ὁ λόγος τίς δύναται αὐτοῦ ἀκούειν;» (Ἰωάν. 6,
καλύπτη τὰ μετὰ θάνατον, ὅπως καὶ εἰς τὸ παρελθόν; ὄχι διότι ὁ Θεὸς 60). Διὰ τοῦτο οἱ διάφορες ἀποκαλύψεις παρουσιάζονται εἰς τὸ μέτρον
χθὲς καὶ σήμερον ὁ αὐτὸς καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας ἀποκαλύπτει καὶ σήμερον τῆς πνευματικότητος τοῦ ἀνθρώπου, προκειμένου νὰ γίνουν κατανοη-
τὰ ὅσα ἡ ἀνεξιχνίαστος βουλή του ἐπιτρέπει πρὸς ὠφέλεια τῶν ἀνθρώ- τές, ἐνῶ εἰς τὸν Παῦλον τοῦ ἀπεκαλύφθη σύμφωνα μὲ τὴν πνευματική
πων. Πράγματι, καὶ εἰς τὰς ἡμέρας μας ἔχουν καταγραφεῖ νεκραναστά- του ὑπόστασιν, καθότι ὑπῆρχε τὸ ἀνάλογόν του ὑπόβαθρον, προκειμέ-
σεις, ὄχι μόνον εἰς τὴν Ἑλλάδα ἀλλὰ καὶ εἰς ὅλον τὸν κόσμον. Προσοχὴ νου νὰ δεχθῆ τοιαῦτες πνευματικὲς ἀποκαλύψεις. Ὅμως, ἐκράτησε τὴν
ὅμως, διότι ἡ πλάνη τοῦ διαβόλου καιροφυλαχτεῖ, προκειμένου νὰ πα- σιωπή, διότι θεώρησε φρόνιμον νὰ μὴν περιγράψει ἐκεῖνα ὅπου θὰ ἦταν
ραπλανήσει τοὺς ἀνθρώπους πίσω ἀπὸ κάθε τέτοια ἐμπειρία ἐπὶ τοῖς ἀδύνατον νὰ κατανοήσουν οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι.

44 45
Ὅμως, ἀναγνώστα μου, εὐλόγως θὰ ἀναρωτηθεῖς πρὸς τί; αὕτη ἡ πα- μαρτυρία ἑνὸς ἄνδρα ἀπὸ τὴν Ρωσία ὀνόματι Ἀνδρέα, ὅπου ἡ μαρτυ-
ρέκκλισις ἀπὸ τοῦ θέματος περὶ τοῦ ὁποῖου γίνεται λόγος καὶ εἶναι τὸ ρία του ταυτίζεται ἀπολύτως μὲ τὶς ἐνυπάρχουσες ὀρθόδοξες μαρτυρίες
μυστήριον τοῦ θανάτου καὶ τὰ ἐπέκεινα; Ὁ λόγος εἶναι ὅτι θὰ ἀναφερ- καὶ μὲ τὴν προαναφερθεῖσα μαρτυρία τοῦ μοναχοῦ Γρηγορίου. Θὰ τὶς
θῶμεν εἰς δύο πνευματικὲς ἀποκαλύψεις, μία παλαιὰ καὶ μία σύγχρο- παρουσιάσομεν ἐκ παραλλήλου ὅπου ἡ μία συμπληρώνει τὴν ἄλλη. Εἰς
νον, ὅπου ἐπιτακτικὴ ἀνάγκη εἶναι νὰ συνυπάρχει ὁ προκείμενος πρό- τὴν πρώτη μαρτυρία ὅπου συνέβει τὸν 9ον αἰῶνα.
λογος. Ἂς ἔλθωμεν, λοιπόν, εἰς τὴν ὑπόθεσιν τοῦ θέματος, προκειμένου Μετὰ τὸν θάνατον μιᾶς ἐναρέτου γυναικὸς ὀνόματι Θεοδώρας ἕνας
νὰ περιγράψωμεν μὲ ἀρωγὸν τὰ ὑπάρχοντα βιβλία τῆς ἐκκλησίας μας. γνωστός της μοναχὸς ὁ Γρηγόριος ζητοῦσε ἐπιμόνως ἀπὸ τὸν Ἅγιον Βα-
Ὅταν ὁ ἄνθρωπος εὑρίσκεται ἐπὶ τῆς ἐπιθανατίου κλίνης, ἰδίως ὁ σίλειον τὸν νέον νὰ μάθη, ἐὰν ἐσώθη ἡ Θεοδώρα. Ἔπειτα ἀπὸ ἔντονες
ἁμαρτωλός, διακατέχεται ἀπὸ μίαν ὀξυτάτην θλίψιν, διότι ὁ κόσμος παρενοχλήσεις τοῦ μοναχοῦ Γρηγορίου, ὁ ἅγιος ἐνέδωσε εἰς τὴν ἐπιθυ-
ὅπου ἐναπόθεσε ὅλην τὴν ἐλπίδα του καὶ σώρευσε τὰ ἀγαθά του, μετ’ μία του καὶ τοῦ εἶπε: «παιδί μου Γρηγόριε: αὐτὴν τὴν νύχτα θὰ πάω νὰ
ὁλίγον θὰ ἐκλείψει. Λυπεῖται ὁ ἄρχων, διότι ὡς ἰδιώτης πλέον ἀπογυ- ἐπισκεφθῶ τὴν Θεοδώρα, ἔλα καὶ σὺ μαζί μου νὰ τὴν δεῖς» Παράδοξον
μνοῦται ἀπὸ τὴν ἐξουσίαν του. Λυπεῖται ὁ πλούσιος διότι ἡ συσσωρευ- δι’ ἡμᾶς τὸ γεγονὸς αὐτό, ὅμως ἡ ἀρετὴ τῶν ἁγίων κάμπτει τοὺς φυσι-
μένη περιουσία του χάνεται. Λυπεῖται ὁ σοφὸς διδάσκαλος διότι ἐκλεί- κοὺς νόμους καὶ ὁ Θεὸς πραγματοποιεῖ τὶς ἐπιθυμίες των.
πει πλέον ἡ ἀποκτηθεῖσα σοφία του. Λυπεῖται ἡ φιλόστοργος μητέρα διὰ Παραδόξως, λοιπόν, εὑρέθη χωρὶς νὰ βιώση τὸν σωματικὸν θάνατον
τὸν ἀποχωρισμὸν τῶν φιλτάτων τέκνων της. Τότε ὁ ἄνθρωπος ἀντιλαμ- εἰς τὸν πνευματικὸν χῶρον τοῦ παραδείσου ὅπου εὑρίσκετο ἡ Θεοδώρα.
βάνεται τελειότερα τῆς ἁμαρτίας τὸ βάρος καὶ ἡ τύψις τῆς συνειδήσεως Ἐκεῖ, λοιπόν, ὁ Γρηγόριος ἐζήτη νὰ μάθη ἀπὸ τὴν Θεοδώρα τὴν διαδικα-
καθίσταται ἀφόρητος τιμωρία. Τότε μόνον κατανοεῖ τὴν ἀποτυχημένη σία τὴν ὁποία ὑπέστη κατὰ τὴν ἔξοδον τῆς ψυχῆς της ἐκ τοῦ σώματος. Ἂς
πορεῖα τῆς ζωῆς του λέγοντας καθ’ ἑαυτόν. ἔλθωμεν τώρα καὶ εἰς τὴν σύγχρονον ματρυρία τοῦ Ἀνδρέα φτάνοντας
Ὁ Θεὸς μου χάρισε τὸν πλοῦτον διὰ νὰ ἐλεῶ τοὺς πτωχούς, ἐγὼ ὅμως εἰς τὸ ἴδιον σημεῖον. Αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἕνας τυπικὸς χριστιανὸς
τὸν ἐσπατάλησα πρὸς ἴδιον ὄφελος. Μοῦ ἐμπιστεύθη τὴν ἐξουσία προ- τῆς ἐποχῆς μας ἐπιφορτισμένος μὲ τὶς ἁμαρτίες τῆς νεότητος. Ἡ σαρκι-
κειμένου νὰ κυβερνῶ καὶ νὰ ὑπερασπίζομαι τοὺς ἀδυνάτους, ἐγὼ ὅμως κή του ὑγεία ἦταν πολὺ κλονισμένη, ὅπως καὶ ἡ πνευματική του. Ὅμως,
καραδυνάστευα τοὺς ὑφισταμένους μου. Μοῦ χάρισε τὴν ὑγεία, διὰ νὰ ἦταν ἕνας καλοπροαίρετος νέος.
ἐργάζομαι τὴν ἀρετή, ἐγὼ ὅμως τὴν κατανάλωσα εἰς ἀσωτίας καὶ πρό- Ἐντελῶς ξαφνικά, ἐδέχθη μία φοβερὴ σατανικὴ ἐπίθεση ἡ ὁποῖα τὸν
σκαιρους ἠδονάς. Μοῦ προσέφερε τὴν σοφίαν προκειμένου νὰ διδάσκω καθήλωσε ἐπὶ τρεῖς ἡμέρας εἰς τὸ κρεββάτι. Ἕνεκα ταύτης τῆς ψυχο-
τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, ἐγῶ ὅμως ἐξήμεσα ἀθέσμους ἰδεολογίας καὶ αἱρετικὰ σωματικῆς ταλαιπωρίας ὅπου ὑπέστη, προσεύχετο ἐντατικὰ οὗτος καὶ
δόγματα. Μοῦ ἔδωσε παιδαγωγικὴν ἀσθένεια, προκειμένου νὰ μετανο- ἡ οἰκογένειά του, προκειμένου νὰ ἀπαλλαχθῆ ἀπὸ ταύτης τῆς σκλη-
ήσω, καὶ αὕτη ἐγένετο ἀφορμὴ γογγυσμοῦ καὶ ἀπελπισίας. Μοῦ χάρισε ροτάτης δοκιμασίας. Κατὰ τὴν ἐπικείμενην ἑορτὴν τῆς Κοιμήσεως τῆς
τέκνα καὶ ἐγὼ δὲν τὰ διαπαιδαγώγησα κατὰ Θεὸν καὶ ἐγένοντο πονηρὰ Θεοτόκου ἀνέμενε νὰ εὕρη μίαν ἀνακούφιση ἀπὸ τὸν πειρασμό, ὅπου
καὶ διεστραμμένα. Μοῦ ἔδωσε πλήστες ἀφορμὲς μετανοίας, ὅμως ἐγὼ τὸν κατατυραννοῦσε. Ξαφνικὰ τὸ δωμάτιο ὅπου εὑρίσκετο γέμισε μὲ
τὶς ἐχλεύαζα καὶ παρέμεινα εἰς τὸ σκότος τῆς ἀμετανοησίας. Κραυγάζει μίαν ἄρρητον εὐωδία καὶ παρουσιάσθηκε ἐμπρός του ἡ ἰδία ἡ Παναγία,
ἡ συνείδησις συναισθανομένη τὸ βάρος τῆς ἁμαρτίας. ἠ ὁποῖα εἰσήκουσε τὶς προσευχές του καὶ τὸν ἐθεράπευσε ἀπὸ τὸ ἄχθος
Τὸ σῶμα πλέον καθίσταται ἀνήμπορον νὰ ἐνεργήσει τὰ ἔργα μετα- (βαρὺ φορτίο) τῆς ἀσθενείας του.
νοίας. Ὦ ποία ὥρα τότε! Πάσχει τὸ σῶμα, πάσχει ἡ ψυχή, πάσχει ἡ συ- Ἀποχωρῶντας ἡ Παναγία παρέμειναν δύο ἄγγελοι κοντά του καὶ τοῦ
νείδησις. Ἡ καρδία ἀποστρέφεται τὸ ὅσα ἠγάπησε, ὁ νοῦς παλινδρομεῖ, εἶπαν: «Βλέπεις πῶς ἡ Παναγία σὲ ἐθεράπευσε, ἀλλὰ σοῦ προσφέρει καὶ
ἀνήμπορος νὰ συνθέση λογικὴ σκέψη καὶ ὁ ἐπικείμενος φόβος ὡς βα- κάτι πάρα πάνω. Σοῦ δίνει τὴν δυνατότητα, ἐὰν ὑπάρχει ἡ συγκατάθεσή
σανιστικὸν συναίσθημα αὐξάνεται ὑπέρμετρα ἀπὸ τὴν ἐπίθεσιν τῶν σου, νὰ ὑποστῆς τὸν σωματικὸν θάνατον, νὰ περάσεις ἀπὸ τὰ ἐναέρια
πονηρῶν πνευμάτων. τελώνια νὰ ἐπισκεφθῆς τὸν χῶρο τοῦ παραδείσου καὶ τῆς κολάσεως, νὰ
Ὅμως ἂς μὴν παραμείνωμεν πλέον εἰς τὴν προθανάτιαν ἐκείνην φο- συναντήσης τοὺς συγγενεῖς σου καὶ νὰ δεῖς τὶς ἁμαρτίες σου.
βερὰν ὥραν, ὅπου θὰ βιώση κάθε ἄνθρωπος, ἂς ἔλθωμεν εἰς τὴν διαδι- Ὅμως ὁ θάνατος σου αὐτὸς δὲν θὰ εἶναι ὁ πραγματικός, διότι σὲ λίγες
κασίαν τοῦ χωρισμοῦ τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὸ σῶμα. Πῶς λοιπὸν ἐξελίσσονται ὥρες θὰ ἐπιστρέψει ἡ ψυχή σου καὶ πάλιν εἰς τὸ σῶμα σου. Δύνασαι,
τὰ γεγονότα ἐκείνη τὴν ὥραν; λοιπόν, νὰ ἀποδεχθῆς αὐτὴν τὴν πρόκλησιν; διότι χρειάζεται ἡ συγκα-
Μία σπουδαία μαρτυρία ἀντλοῦμε ἀπὸ ἕνα Σιναΐτικο (Μονὴ Σινά) τάθεσή σου». Ἀπὸ μακριὰ ἠκούοντο οἱ φωνὲς τῶν δαιμόνων ὅπου ἔλε-
χειρόγραφον τοῦ ΙΕ΄ αἰῶνος ὅπου ἐβίωσε κάποιος μοναχὸς Γρηγόριος γαν: «Μὴν συμφωνήσεις διότι δὲν θὰ ἀντέξεις αὐτὴν τὴν δοκιμασία, δὲν
μαθητὴς τοῦ ἁγίου Βασιλείου τοῦ νέου ἐπὶ βασιλείας Λέοντος τοῦ Σο- εἶναι γιὰ σένα αὐτὸ καὶ θὰ πεθάνεις. Οἱ φωνές τους μὲ ἀποσποῦσαν,
φοῦ, κατὰ τὸν 9ον αἰῶνα. Ἐπίσης, θὰ συνάψομεν καὶ μίαν σύγχρονον ὥστε νὰ μὴν δώσω τὴν συγκατάθεσή μου, ὅμως, ἐγὼ δὲν τοὺς ἄκουσα

46 47
καὶ ἀποφάσισα νὰ ἀποδεχθῶ τὴν συμβουλὴ τῶν ἀγγέλων, προκειμένου Μία ἄλλη μαρτυρία ἀναφέρει ὅτι οἱ δύο αὐτοὶ ἄγγελοι εἶναι ὁ ἄγγελος φύ-
νὰ ὑποστῶ τὸν σωματικόν θάνατον καὶ τὰ ἐπακόλουθα». λακας τῆς ψυχῆς καὶ ὁ ἄλλος ὁ ἄγγελος τῆς ὑποδοχῆς. Ἂν κρίνομεν ἀπὸ τὴν
Ὅμως, ἂς ἐπανέλθωμεν εἰς τὴν πρώτην μαρτυρίαν τῆς Θεοδώρας πρὸς εἰκόνα, τὴν ὁποῖα προαναφέραμε καὶ ἀπὸ ἄλλες ἁγιογραφίες ὀ ἄγγελος ὁ ἐκ
τὸν μοναχὸν Γρηγόριον: «Σὲ παρακαλῶ Θεοδώρα νὰ μοῦ πῆς γιὰ τὸν χωρι- δεξιῶν ἔχει τὴν μορφὴν τοῦ Μιχαήλ, σύμφωνα μὲ τὸν ἁγιογραφικὸν τύπον
σμὸ τῆς ψυχῆς σου ἀπὸ τὸ σῶμα». ὅπου ἁγιογραφεῖται καὶ συνεχίζει τὴν μαρτυρία του:
Ἡ Θεοδώρα τοῦ ἀπήντησε: «Ὦ παιδί μου, Γρηγόριε, πῶς νὰ σοῦ διηγηθῶ «Ἐγὼ δὲν τοὺς ἔβλεπα τοὺς ἀγγέλους, ἀλλὰ ἠσθανόμην τὴν παρου-
τὸν φόβο καὶ τὸν τρόμο ἐκείνης τῆς ὥρας τοῦ χωρισμοῦ τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὸ σία τους καὶ ἤκουον τὴν φωνή τους. Πῶς ἦταν ἡ φωνὴ τῶν ἀγγέλων; Ἡ
σῶμα; Πῶς νὰ σοῦ ἐξηγήσω τοὺς πόνους καὶ τὶς ὀδύνες; Σοῦ παριστάνω τοὺς φωνή τους εἶναι ὅπως ἡ δική μας, ἀλλὰ τόσο ἀπαλή, τόσο τρυφερὴ καὶ
πόνους σὰν νὰ τοποθετηθῆ ἕνας ἄνθρωπος γυμνὸς ἐπάνω σὲ κάρβουνα καὶ ἐκπέμπει τόση ἀγάπη, ποὺ χάνεις κάθε διάθεση νὰ προφέρεις ἄσχημες
νὰ διαλύεται, μέχρι νὰ βγῆ ἡ ψυχή του ἀπὸ τὸ σῶμα. Τόσο δριμεῖς καὶ ἀνυ- λέξεις, διότι ἀλλοιώνεσαι πνευματικὰ καὶ ὅλα γύρω σου μεταβάλλονται
πόφοροι εἶναι οἱ πόνοι τοῦ χωρισμοῦ τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὸ σῶμα.» πρὸς τὸ καλό. Ἀπὸ μακριὰ οἱ δαίμονες προσπαθοῦσαν νὰ διακόπτουν
Ἂς ἐπανέλθουμε καὶ πάλιν εἰς τὴν μαρτυρία τοῦ Ἀνδρέα, ὅπως περιγρά- τὴν συζήτηση μὲ τοὺς ἀγγέλους φωνάζοντας καὶ λέγοντας: Ἀπαιτοῦμε
φει ὁ ἴδιος τὸ γεγονός: «Διὰ τὸ γεγονὸς τῆς ἐξόδου τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὸ σῶμα ὁ θάνατος γι’ αὐτὴν τὴν ψυχὴν νὰ εἶναι ἐπώδυνος, διότι ἔχει θανάσιμες
μου, ἡ ὁποία ἐπρόκειτο νὰ ἀκολουθήση, ὁ ἕνας ἀπὸ τοὺς δύο ἀγγέλους μὲ ἁμαρτίες. Τότε κοίταξα μὲ ἀγωνία πρὸς τὸ μέρος τῶν ἀγγέλων καὶ μοῦ
προετοίμαζε πνευματικὰ καὶ ἄρχισα νὰ κατανοῶ διάφορα πράγματα, τὰ ἀπήντησαν: Ναὶ θὰ πρέπει νὰ κάνεις ὑπομονή, διότι θὰ περάσεις δύσκο-
ὁποία δὲν ἐγνώριζα». Ἐδῶ, ἀναγνώστα μου, δίδεται ἡ μαρτυρία δύο ἀγγέ- λες καταστάσεις γιὰ λίγο, ὥσπου νὰ βγῆ ἀπὸ μέσα σου ἡ ψυχή, ὅμως οἱ
λων ὅπου πρέπει νὰ ἀναφέρωμεν ὀλίγα τινά. Κατ’ ἀρχήν, ἡ ὅλη περιγραφὴ δαίμονες δὲν θὰ σὲ πλησιάσουν, διότι θὰ πάρουμε ἡμεῖς τὴν ψυχή σου».
ἀπεικονίζεται εἰς μίαν εἰκόνα, πού ὑπάρχει εἰς τὴν ἐκκλησία μας ἐπὶ πολλὲς Ὅμως, ἂς ἐπανέλθωμεν καὶ πάλιν εἰς τὴν Θεοδώρα κατὰ τὴν διήγη-
δεκαετίες. σιν πρὸς τὸν μοναχὸν Γρηγόριον: Ὅταν εὑρισκόμην, εἰς τὸ κρεβάτι καὶ
Δίπλα ἀπὸ τὴν ἐπιθανάτια κλίνη τοῦ ἀνθρώπου εἰκονίζονται δύο ἄγγε- ψυχορραγοῦσα, ἔβλεπα γύρω μου τὰ πονηρὰ πνευματα, ἄλλους σὰν
λοι, ποίοι ἄραγε νὰ εἶναι αὐτοί; Ὑπάρχει μία ματρυρια ἀπὸ τὸν 6ον αἰῶνα μαύρους σκύλους γαυγίζοντας, ἄλλους σὰν ταύρους μουγκρίζοντας καὶ
τοῦ Ἁγίου Σάρβιου ἐπισκόπου Γαλατίας, ὅπου ἀναφέρει τὸ ἐξῆς. Μαρτυρεῖ στρέφοντες τὰ ἄγρια καὶ ἄσχημα πρόσωπά τους κατ’ ἐπάνω μου καὶ
ὁ ἅγιος: «Ὅταν σειόταν τὸ κελί μου πρὶν ἀπὸ τέσσερις ἡμέρας καὶ ἐκειτόμην μὲ φοβέριζαν. Ἐγὼ ἔστρεφα τὰ μάτια μου σὲ ἄλλο μέρος, ὥστε νὰ μὴν
νεκρός, δύο ἄγγελοι μὲ ἀνύψωσαν καὶ μὲ μετέφεραν εἰς τὸ πιὸ ὑψηλὸ ση- βλέπω τὴν ἄσχημη μορφή τους καὶ τὸν θόρυβο ὅπου ἔκαναν, ἀλλὰ ἦταν
μεῖον τοῦ οὐρανοῦ…….κ.λ.π.». ἀδύνατον νὰ ἀποφύγω καὶ ἐνῶ ἤμουν σὲ τόση στενοχώρια βλέπω ξαφ-
νικά δύο νέους ἀστραπόμορφους μὲ χρυσὰ μαλλιά, νὰ στέκονται δεξιὰ
στὸ κρεβάτι μου.
Ὁ ἕνας ἀπὸ αὐτοὺς ἄρχισε νὰ φοβερίζει τοὺς δαίμονες: Φύγετε παμμί-
αροι καὶ ἀγριοπρόσωποι, διότι δὲν ἔχετε νὰ κερδίσετε τίποτα ἀπ’ αὐτὴν
τὴν ψυχή». Εἰς τὴν παρουσίαν τῶν πονηρῶν πνευμάτων ἀναφερθήκαμε
καὶ οὐδὲν σχόλιον θὰ προσθέσομεν. Ὅμως ἂς ἀναφερθῶμεν εἰς τὴν δι-
αδικασία τῆς ἐξόδου τῆς ψυχῆς ἐκ τοῦ σώματος, ὅπως ἀκριβῶς τὴν πε-
ριγράφει ἡ Θεοδώρα εἰς τὸν Γρηγόριον: «Μὲ φόβον καὶ τρόμον περίμενα
τὸν θάνατον. Ξαφνικὰ ἦλθε ὁ θάνατος μὲ τὴν μορφὴ ἑνὸς νέου χονδροῦ
καὶ ὀργίλου ἄνδρα βρυχώμενος ὡς λέοντας, φορτωμένος μὲ διάφορα ἐρ-
γαλεῖα. (Ἐὰν ἡ περιγραφὴ ἐκείνη τῆς Θεοδώρας, σχετικὰ μὲ τὸ πρόσωπο
τοῦ θανάτου, δὲν ἦταν ἐπικυρωμένη καὶ ἀποδεκτὴ ἀπὸ τὴν ἐκκλησία
μας, ἀλλὰ ἦταν μία σύγχρονος ἐμπειρία, ἴσως ἐτίθετο ὑπὸ ἀμφισβήτη-
ση. Τὸ πρόσωπο ὅμως αὐτό, ὅπου περιγράφει μὲ τὴν προαναφερθεῖσα
μορφή, εἰς ἄλλες περιγραφὲς ταυτίζεται καὶ εἰκονίζεται μὲ τὸ πρόσωπο
τοῦ χάροντα μὲ τὴν γνωστὴ μορφή του).
Ἀλλὰ ἂς ἐπανέλθωμεν: «Καὶ εἶπαν σὲ αὐτὸν οἱ ἄγγελοι: Λῦσε τὶς ἀρ-
θρώσεις τοῦ σώματός της καὶ μὴν τῆς δώσεις πολλοὺς πόνους διότι τὰ
ἁμαρτήματά της εἶναι λίγα. Τότε ἄρχισε ἀπὸ τὰ πόδια καὶ ἔλυσε τὶς ἀρ-
θρώσεις τοῦ σώματός μου (τίνι τρόπῳ δὲν μᾶς τὸ περιγράφει) καὶ τότε

48 49
αἰσθανόμουν ὅτι νεκρωνόταν τὸ σῶμα μου. Γεμίζοντας ἕνα ποτήρι μὲ
ἕνα περιεχόμενο ἐκεῖνος ὁ τύραννος μου τὸ ἔδωσε νὰ τὸ πιῶ καὶ ἐγὼ μὴ
θέλοντας τὸ ἤπια καὶ ἀμέσως βγῆκε ἡ ψυχή μου ἀπὸ τὸ σῶμα, μὲ τρο-
μερὴ βία. Ἦταν τόσο πικρὸ καὶ ἄνοστο τὸ ποτὸ καὶ μὴν ὑποφέροντας
τὴν πικράδα ἐξῆλθε ἡ ψυχή μου». Ἐδῶ, ἀναγνώστα μου, θὰ ἐπισημάνο-
μεν δύο χαρακτηριστικὰ σημεῖα:
Πρῶτον ποῖο εἶναι ἐκείνο τὸ πρόσωπο, ὅπου ἀναλαμβάνει τὴν διαδι-
κασία τοῦ σωματικοῦ θανάτου; καὶ δεύτερον τὸν τρόπον ὅπου ἐνεργεῖ
προκειμένου νὰ ἐπιτευχθῆ ὁ σωματικὸς θάνατος.
Μέρος τῆς εὐλόγου ἀπορίας θὰ μᾶς τὴν ἐπιλύσει ἡ σύγχρονος ἐμπει-
ρία τοῦ Ἀνδρέα. Μᾶς ἀναφέρει λοιπόν: «Εὑρισκόμενος εἰς τὴν κλίνη
μου καὶ ἀποδεχόμενος πλέον τὴν διαδικασία τοῦ θανάτου μου, χω-
ρὶς νὰ εἶναι ὅμως ὁ πραγματικός μου θάνατος, διότι σὲ λίγες ὥρες θὰ
ἐπέστρεφα καὶ πάλι εἰς τὴν ζωή, ὅμως ἡ διαδικασία τοῦ θανάτου ἦταν
ὅπως ὁ πραγματικός θάνατος, ἑνὸς ἀνθρώπου, διότι πράγματι πέθανα
σωματικὰ καὶ μετὰ ἐπέστεψε ἡ ψυχή μου καὶ πάλι εἰς τὸ σῶμα. Ξαφνι-
κά, μπῆκε ὁ θάνατος, ὁ ὁποῖος εἶχε τὴν μορφὴ αὐτοῦ, ποὺ ὀνομάζουμε
«Χάροντα».
Ὁ Χάρος εἶναι ἔνας ἐκπεσὼν ἄγγελος καὶ ἔχει τὴν ὅψιν ἑνὸς σκελε-
τοῦ, τὸ ὕψος του εἶναι περίπου δύο μέτρα καὶ ἦταν σκεπασμένος μὲ ἕνα
μαῦρο μανδύα (ὅπως ἀκριβῶς εἰκονίζεται στὶς κλασικὲς ἁγιογραφίες). ἐπέρχεται λίγο ἀργότερα καὶ σύμφωνα μὲ τὴν ἰατρικὴ ἐπιστήμη).
Ἐνῶ ἦμουν ξαπλωμένος στό κρεβάτι μου, ἐκείνος ἄρχισε νὰ μὲ κτυπάει Ὅταν βγῆκε ἡ ψυχή μου, εἶχα πλήρη αὐτοσυνειδησία καὶ ἔβλεπα τὸ
ἀλύπητα μὲ ἔνα σφυρί. (Ἡ ἀπαίσια μορφή του καὶ ὁ τρόπος ποὺ ἐνερ- σῶμα μου, ὅπως κάποιος βλέπει ἕνα ξένο πτῶμα. Ἡ ψυχὴ εἶναι πιὸ
γοῦσε πράγματι χαρακτηρίζουν ἕναν ἐκπεσόντα ἄγγελον). Ξεκίνητε φωτεινὴ ἀπὸ τὸ σῶμα καὶ ἔχει μικρὸ μέγεθος, ὅπως ἂν ἔχετε δεῖ τὴν
ἀπὸ τὰ δάκτυλα τῶν ποδιῶν μου καὶ προχωρῶντας πρὸς τὰ πάνω, μὲ εἰκόνα τῆς κοιμήσεως τῆς Παναγίας, βλέπετε τὴν ψυχὴ τῆς Παναγίας,
κτυποῦσε μὲ μεγάλη λύσσα. ὅπου κρατᾶ ὁ Κύριος στὰ χέρια του· τόση ἀκριβῶς εἶναι καὶ ἡ ψυχὴ κάθε
Ὅλη αὐτὴ ἡ βασανιστικὴ διαδικασία κράτησε περίπου γιὰ εἴκοσι λε- ἀνθρώπου καὶ ἡ ἡλικία της εἶναι νεαρὰ ὅπως ἡ ἡλικία τοῦ Χριστοῦ, γε-
πτά, ὅπου μὲ τυραννοῦσε κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο, ἕνεκα τῶν ἁμαρτιῶν ρασμένες ψυχὲς δὲν ὑπάρχουν. (προσπερνῶ διάφορες λεπτομέριες καὶ
μου. Μετὰ ἄρχισε νὰ μὲ συνθλίβει καὶ νὰ μὲ σφίγγει. φτάνουμε σὲ μία σύσταση τῶν ἀγγέλων).
Ὁ ἱδρῶτας ἀπὸ τὴν ἀγωνία μου ἔτρεχε ποτάμι ἀπὸ πάνω μου, αὐτὸ Οἱ Ἄγγελοι μοῦ πρότειναν πρὶν τὸν θάνατον νὰ ντυθῶ μὲ σεμνὴ ἐν-
τὸ διαπίστωσε καὶ ἡ μητέρα μου, ὅταν ἦλθε τὸ πρωΐ νὰ στρώση τὸ κρε- δυμασία, διότι ἤμουν στὸ δωμάτιο μὲ ἕνα κοντὸ μανίκι, ὅμως ἐγὼ δὲν
βάτι καὶ εἶδε τὶς κουβέρτες καὶ τὸ στρῶμα τόσο πολὺ βρεγμένες, ὅπου πῆγα, διότι τὰ ροῦχα εὑρίσκοντο στὸ δωμάτιο ὅπου κοιμῶνταν οἱ γο-
χρειαζόταν στύψιμο (τὸ γεγονὸς αὐτὸ συνέβη καὶ σὲ ἔνα γνωστό μου νεῖς μου καὶ φοβήθηκα, μήπως ξυπνήσουν καὶ ἀνακόψουν τὴν ἀπόφα-
πρόσωπο). σή μου αὐτή.
Ὅμως, ἡ ψυχή μου δὲν μποροῦσε νὰ βγῆ, λειτουργοῦσε μόνο ὁ ἐγκέ- Ὅταν, ὅμως, βγῆκε ἡ ψυχή μου, ἦταν ντυμένη μὲ αὐτὰ ἀκριβῶς τὰ
φαλος καὶ ἡ καρδιά. Τότε ἀνέλαβαν οἱ ἄγγελοι νὰ διευκολύνουν τὴν δι- ροῦχα, ποὺ φοροῦσε τὸ σῶμα μου καὶ ἐνῶ στό δωμάτιό μου αἰσθανό-
αδικασία τοῦ θανάτου μου. Ἀμέσως, ὁ Χάροντας μου ἔδωσε μία ξύλινη μουν ἄνετα χωρὶς καμία συστολή, ὅταν εὑρέθηκα εἰς τὸν πνευματικὸ
κούπα, τῆς ὁποίας τὸ περιεχόμενον ἦταν πολὺ πικρό. κόσμο μὲ κατέλαβε ἕνα συναίσθημα μεγάλης ἐντροπῆς, διότι ἐκεῖ ὅλες
Ἡ ψυχή μου συναισθάνθηκε ἀμέσως τὸ πικρὸ περιεχόμενο καὶ δὲν οἱ ψυχὲς εἶναι ἐνδεδυμένες μὲ μακριὰ λευκὰ ἐνδύματα.
ἤθελε νὰ τὸ δοκιμάσει. Τελικὰ ἀναγκάστηκα νὰ δοκιμάσω καταβάλλο- Φίλε ἀναγνώστα, ἂς περατώσωμεν ἔως ἐδὼ τὶς συναρπαστικὲς αὐτὲς
ντας ὅλες μου τὶς ψυχικὲς δυνάμεις καὶ ἤπια μόνον μία γουλιά. Αὐτὸ ἐμπειρίες καὶ μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ ἂς ἐπανέλθωμεν καὶ πάλι νὰ
ἦταν ὅλο, ἡ ψυχή μου βγῆκε ἀμέσως. περιγράψωμεν κατὰ δύναμιν τὸν ἀγώνα ὅπου ἔχει νὰ κάνει ἡ ψυχὴ
Ἡ ψυχὴ βγαίνει ἀπὸ τὸ στόμα καὶ ἀμέσως τὸ στῆθος γκρεμίζεται, καὶ ἀνερχομένη εἰς τοὺς οὐρανοὺς συναντῶντας τὰ ἐναέρια τελώνια.
ὅλα τὰ ζωτικά μου ὄργανα ἔπαψαν νὰ λειτουργοῦν, μόνο ὁ ἐγκέφαλος
συνέχισε νὰ λειτουργεῖ γιὰ λίγα λεπτὰ ἀκόμα (ὁ ἐγκεφαλικὸς θάνατος συνεχίζεται στο επόμενο

50 51
Διάλογος μὲ τὸν Θεὸ ΣΤΗΛΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΕΩΣ
στὸ ὄνειρο κάποιου πιστοῦ. & ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ
-
Θές, λοιπόν, νὰ μιλήσουμε; μὲ ρώτησε ὁ Θεός. Ἀγαπητοὶ ἀναγνώστες
Θὰ τὸ ἤθελα πολύ, ἀπάντησα.
Ὁ Θεός: Τί ἐρωτήσεις σκέφτεσαι νὰ μοῦ κάνεις; Προλογίζοντας σᾶς ἐνημερώνουμε διὰ τὴν εἰσαγωγὴ εἰς τὴν «Θ.Φ.»
- Τί εἶναι αὐτὸ ποὺ σᾶς ἐκπλήσσει περισσότερο στοὺς ἀνθρώπους;
τῆς Στήλης Ἐρωτοαποκρίσεων. Ἡ εἰσαγωγὴ τῆς συγκεκριμένης στήλης
Θεός: Ὅτι μὲ τὸ νὰ ἀγχώνονται γιὰ τὸ μέλλον τους, λησμονοῦν
τὸ παρόν τους, κι ἔτσι δὲν ζοῦν οὔτε στὸ μέλλον οὔτε στὸ παρόν. ἀποσκοπεῖ διὰ τὴν ἐπίλυση διαφόρων ἀποριῶν ποὺ ἀφοροῦν τὰ θέματα
Ὅτι ζοῦν σὰν νὰ μὴν πρόκειται νὰ πεθάνουν ποτέ, καὶ πεθαίνουν τοῦ περιοδικού μας.(Θεολογικά-Πνευματικά-Ἠθικά-Κοινωνικά κ.λ.π.).
σὰν νὰ μὴν ἔχουν ζήσει καθόλου… Μέσω αὐτῆς εὐελπιστοῦμε νὰ προσελκύσουμε καὶ τὴν δική σας συμμε-
Ὅτι βιάζονται νὰ ἀποβάλουν τὴν παιδικότητά τους!
τοχὴ διότι εἴμαστε σίγουροι ὅτι οἱ περισσότεροι θὰ ἔχετε κάποια σχετι-
Θέλουν νὰ μεγαλώσουν γρήγορα και ὕστερα παρακαλοῦν
νὰ ξαναγίνουν παιδιά. κὰ ἀναπάντητα ἐρωτήματα. Συνεπῶς μπορεῖτε νὰ ἀποστέλλετε εἰς τὸ
Ὅτι χάνουν τὴν ὑγεία τους προσπαθῶντας νὰ βγάλουν λεφτά, e-mail τοῦ περιοδικοῦ ἐρωτήματα ποὺ σᾶς ἀπασχολοῦν, ὥστε κι ἐμεῖς
κι ὕστερα χάνουν τὰ λεφτὰ γιὰ νὰ ξαναβροῦν τὴν ὑγεία τους. ἀνταποκρινόμενοι (κατὰ δύναμην) νὰ ἐμπλουτίσουμε τὸ θεματολόγιο
- Ποιά εἶναι τὰ μαθήματα ζωῆς ποὺ θὰ θέλατε νὰ μάθουν
τὰ παιδιά σας; τοῦ περιοδικοῦ μας. Αὐτὸ ἐκτιμοῦμε ὅτι θὰ συμβάλλει εἰς τὴν βελτίωση
Ὁ Θεός: Νὰ μάθουν ὅτι δὲν μποροῦν νὰ ἀναγκάσουν τῆς «Θ.Φ.», καὶ θὰ βοηθήσει πνευματικὰ ὅλους μας.
τοὺς ἄλλους νὰ τοὺς ἀγαπήσουν. Αὐτὸ ποὺ μποροῦν νὰ κάνουν
εἶναι νὰ γίνουν ἄξιοι νὰ ἀγαπηθοῦν. Νὰ μάθουν ὅτι δὲν μετράνε Ἐπιπλέον σᾶς ἐνημερώνουμε ὅτι εἰς τὸ ὑπ. ἀρ. 71 τεῦχος ἕνας ἀπὸ
περισσότερο τὰ πράγματα ποὺ ἔχουμε στὴ ζωή μας, ἀλλὰ
οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἔχουμε στὴ ζωή μας. τοὺς λόγους ποὺ δὲν περιεῖχε φωτογραφίες ἀπὸ δραστηριότητες τῶν
Νὰ μάθουν ὅτι δὲν ὠφελεῖ νὰ συγκρίνουμε τοὺς ἑαυτούς Μητροπόλεων, εἶναι α) ὅτι δὲν ὑπῆρξε ἡ ἀνάλογη ἀνταπόκριση σὲ ὅτι
μας μὲ τοὺς ἄλλους. ἀφορὰ τὴν ἀποστολὴ φωτογραφιῶν πρὸς δημοσίευσιν εἰς τὸ e-mail τοῦ
Νὰ μάθουν ὅτι πλούσιος δὲν εἶναι αὐτὸς ποὺ ἔχει τὰ περισσότερα,
περιοδικοῦ καὶ β) κάποιοι ἐκ τῶν πιστῶν ἔστειλαν φωτογραφίες στὸ πα-
ἀλλὰ αὐτὸς ποὺ χρειάζεται τὰ λιγότερα.
Νὰ μάθουν ὅτι μέσα σὲ ἐλάχιστες στιγμὲς μπορεῖς ν᾽ ἀνοίξεις λαιὸ email thivaikifoni@gmail.com. Παρακαλοῦμε νὰ τὶς στέλνετε στὸ
στὸν ἄλλο πληγὲς ποὺ μετὰ παίρνει χρόνια πολλὰ νὰ τὶς γιατρέψεις. νέο email p.thivaikifoni@gmail.com. Διευκρινίζουμε πὼς ἡ ἀνακοί-
Νὰ μάθουν τὴ συγχώρηση συγχωρῶντας. νωσις εἰς τὸ ὑπ. ἀρ. 70 τεῦχος ὅτι οἱ φωτογραφίες θὰ περιοριστοῦν, δὲν
Νὰ μάθουν ὅτι τὰ χρήματα μποροῦν νὰ ἀγοράσουν τὰ πάντα…
ἐκτὸς ἀπὸ τὴν εὐτυχία!
σημαίνει ὅτι θὰ καταργηθοῦν. Δι’ αὐτὸ ἀναμένομεν ἐκ νέου τὴν συνερ-
Νὰ μάθουν ὅτι δύο ἄνθρωποι μπορεὶ νὰ κοιτοῦν τὴν ἴδια εἰκόνα γασίαν σας ὥστε ἡ «Θηβαϊκὴ Φωνὴ» νὰ ἐξακολουθεῖ νὰ δίνει μαρτυρία
καὶ νὰ βλέπουν δύο διαφορετικὰ πράγματα. τῶν κυρίων δραστηριοτήτων –πανηγύρεων Ι. Ναῶν τῆς Ἐκκλησίας μας.
Νὰ μάθουν ὅτι δὲν φτάνει πάντα νὰ σὲ συγχωροῦν οἱ ἄλλοι,
πρέπει νὰ μπορεῖς νὰ συγχωρήσεις κι ὁ ἴδιος τὸν ἑαυτό σου
καὶ τοὺς ἄλλους! Ἐπίσης παρακαλοῦμε τοὺς ἀγαπητοὺς συνδρομητὰς ὅπως ἀναγρά-
Καὶ νὰ μάθουν ὅτι γιὰ τὰ παιδιά μου ἐγὼ θὰ εἶμαι πάντα ἐδώ, φουν εὐκρινῶς καὶ πλήρως ὅλα τὰ στοιχεία των εἰς τὸ ἀπόκομμα τῆς τα-
καὶ θὰ τοὺς περιμένω νὰ γυρίσουν... χυδρομικῆς ἐπιταγῆς, ὥστε νὰ εἴμαστε γνῶστες αὐτῶν καὶ νὰ στέλνου-
με τὸ περιοδικὸ εἰς τὴν σωστὴ διεύθυνση τοῦ δικαιούχου παραλήπτη.

52 53
Ψαλμὸς τῷ Δαβίδ ΞΒ΄
ἐν τῷ εἶναι αὐτόν ἐν τῇ ἐρήμῳ τῆς Ἰουδαίας.
Φεύγων τὸν Σαοὺλ ὁ Θεῖος Δαβίδ, ἐπέρασε μεγάλους
κινδύνους, εἰς διαφόρους τόπους, καὶ βάραθρα. Ἔπει-
τα ἦλθεν εἰς τὴν ἔρημον, καὶ ἐκεῖ ἔγραψε τοῦτον τὸν
Ψαλμόν, φανερώνοντας τὴν πρὸς Θεὸν ἀγάπην αὐτοῦ,
καὶ σωτήριον ἔρωτα. Προφητεύει δὲ καὶ τοῦ Σαοὺλ τὸν
ὄλεθρον, νουθετεῖ καθ’ ἕνα, νὰ ἐλπίζῃ εἰς τὸν Θεὸν εἰς
τὰς θλίψεις, δεόμενος, καὶ ἐκδεχόμενος παρ’ αὐτοῦ τὴν
βοήθειαν.

1. Ὁ Θεός, ὁ Θεός μου, 1. Ὁ πολὺς πόθος ὁποῦ ἔχω πρὸς σὲ Θεέ μου
καὶ Δέσποτα, διώκει τὸν ὕπνον, καὶ μὲ ἐγείρει
πρὸς σὲ ὀρθρίζω. Ἐδίψησέ πρὸς ὑμνῳδίαν σου, καὶ προσκύνησιν· τὸ δὲ
σε ἡ ψυχή μου, ποσαπλῶς “ποσαπλῶς”, λέγει ὁ Θεοδοτίων1 “ποσαχῶς”.
σοι ἡ σάρξ μου. Ὁ δὲ Σύμμαχος “ἱμείρεται” (ἱμείρω= ποθῶ τι,
ἐπιθυμῶ σφοδρῶς). Τὸ ὁποῖον σημαίνει, ὅτι ἡ
σάρκα συμφωνεῖ μὲ τὸν ἔρωτα τῆς ψυχῆς μου,
καὶ σὲ ποθοῦσιν ἀμφότεραι.
2. Ἐν γῇ ἐρήμῳ καὶ 2. Καὶ εὑρισκόμενος σωματικῶς εἰς ταύτην
τὴν ἀπεριπάτητον, καὶ ἄνυδρον ἔρημον, δὲν
ἀβάτῳ καὶ ἀνύδρῳ. ἀπέχω ψυχικῶς ἀπὸ λόγου σου, εἴτε ἀπὸ τὴν
Οὕτος ἐν τῷ Ἁγίῳ ὤφθην δοξολογίαν σου ἐμποδίζομαι· ἀλλ’ ὥσπερ νὰ
σοι, τοῦ ἰδεῖν τὴν δύναμίν ἥμουν εἰς τὴν Ἁγίαν σκηνήν σου, σέ ἀνυμνῶ
φανταζόμενος τὴν δύναμιν, καὶ δόξαν σου.
σου καὶ τὴν δόξαν σου.

3. Ὅτι κρεῖσσον τὸ ἔλε- 3. Ὅτι τὸ ἔλεός σου προαιροῦμαι, καὶ προ-


τιμῶ ὑπὲρ πᾶσαν ζωὴν πλουτούντων, καὶ δυ-
ός σου ὑπὲρ ζωάς˙ τὰ χεί- ναστευόντων, ἐὰν ἦτον ἡ πλέον εὐτυχής, καὶ
λη μου ἐπαινέσουσί σε. καλότυχος˙ καὶ μόνον εἰς τὴν σὴν ὑμνωδίαν
κινῶ τὰ χείλη μου.
4. Καὶ οὕτως σὲ θέλω δοξάζει ὅλην μου τὴν
4. Οὕτως εὐλογήσω
ζωήν, νὰ σοῦ εὐχαριστῶ πάντοτε εἰς τὰς εὐερ-
σε ἐν τῇ ζωῇ μου, καὶ ἐν γεσίας ὁποῦ μοῦ ἔκαμες. Εἰς δὲ τὰς θλίψεις νὰ
τῷ ὀνόματί σου ἀρῶ τὰς ἐκτείνω πρὸς σὲ τὰς χεῖρας μου, τὴν σὴν βοή-
χεῖράς μου. θειαν καὶ φιλανθρωπίαν αἰτούμενος.

1 Ὑποσημείωσις: Ὁ Θεοδοτίων, ὁ Σύμμαχος καὶ ὁ Ἀκίλας ἦταν μεταφραστὲς τῆς Π.


Διαθήκης, ἕτεροι τῶν ἑβδομήκοντα.

54 55
5. Ὡς ἐκ στέατος καὶ ποι- 5. Ὅτι τὴν δοξολογίαν σου νομίζω τροφὴν καὶ Ὠδὴ Ψαλμοῦ τοῖς Υἱοῖς Κορέ, εἰς τὸ τέλος, ὑπὲρ Μαελέθ,
ότητος ἐμπλησθείη ἡ ψυχή τρυφὴν τῆς ψυχῆς μου, καὶ τὴν μελέτην τῶν Θείων τοῦ ἀποκριθῆναι λόγον συνέσεως Αἰθὰμ τῷ Ἰσραηλίτη.
μου˙ καὶ χείλη ἀγαλλιάσεως λογίων σου προκρίνω πάσης, ἀγαλλιάσεως. Λοιπόν,
αἰνέσει τὸ στόμα μου. ποτὲ δὲν θέλουν παύσει νὰ σὲ ὑμνοῦσι τὰ χείλη μου. Ψαλμός. ΠΖ΄.
Ὁ Σύμμαχος ἀντὶ τοῦ, “ὑπὲρ Μαελέθ”, διὰ χοροῦ ἔγραψεν.
6. Εἰ ἐμνημόνευόν σου ἐπὶ 6. Ὁ δὲ Σύμμαχος «Ἀναμιμνήσκομαί σου ἐπὶ τῆς Ὁ δὲ Ἀκύλας1 «ἐπὶ χορείας», καὶ ὁ Αἰθὰμ ἦτον τοῦ χοροῦ ἕνας
τῆς στρωμνῆς μου. Ἐν τοῖς στρωμνῆς μου». Ἤγουν ἐνθυμοῦμαι σου πᾶσαν ἔξαρχος. Ἡ παροῦσα Προφητεία, λοιπόν, λέγει τὰς συμφορὰς
ὄρθροις ἐμελέτων εἰς σέ, ὅτι ὥραν, καὶ μελετῶ σε τὴν νύκτα εἰς τὴν στρῶσιν, τὴν τῶν Ἰουδαίων, καὶ τὴν εἰς Βαβυλῶνα δεινὴν δουλείαν. Διδάσκει
ἐγενήθης βοηθός μου. ὥραν τοῦ ὄρθρου, καὶ πάντοτε, ἐπειδὴ βοηθεῖς καὶ δὲ καὶ πάσης τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως τὰς ὀδύνας, καὶ θλίψεις,
ὁποῦ μετὰ τὴν ἁμαρτίαν τῆς ἤλθασι. Τινὲς δὲ Διδάσκαλοι ἀπέ-
διαφυλάττεις με.
δωκαν τοῦτον τὸν Ψαλμὸν εἰς τὸ πάθος τοῦ Χριστοῦ, οἵτινες τὴν
ἐπιγραφὴν τούτου οὕτως ἡρμήνευσαν. Οἱ Υἱοὶ Κορὲ λογίζονται
7. Καὶ ἐν τῇ σκέπῃ τῶν 7. Καὶ ἔχωντας εἰς τὴν πρόνοιάν σου τὸ θάρρος τὰ τέκνα Χριστοῦ, ἐπειδὴ γράφει “εἰς τὸ τέλος”, ὅπερ δηλοῖ τὸν
πτερύγων σου ἀγαλλιάσομαι. μου, ἀναπαύομαι ἀγαλλόμενος. Χριστόν. Ὅς τις μᾶς νουθετεῖ, νὰ συσταυρωθῶμεν αὐτῷ, καθὼς
καὶ ἐκεῖνος διὰ τὴν σωτηρίαν μας ἔπαθε˙ καὶ ἐξόχως νὰ ἔχωμεν
8. Ἐκολλήθη ἡ ψυχή 8. Τὸ δὲ ἐκολλήθη, θέλει νὰ εἰπῇ, τόσον εἶναι ἡ ψυχή τὴν ἀγάπην ἀλλήλως μας, χωρὶς τῆς ὁποίας δὲν μᾶς ὠφελεῖ τοῦ
μου ὀπίσω σου. Ἐμοῦ δὲ μου ἐνωμένη μετὰ σοῦ, ὁποῦ δὲν ἠμπορῶ νὰ σοῦ ἀλη- Κυρίου τὸ πάθος, κἂν τὸ σῶμα παραδώσωμεν εἰς μαρτύριον, κα-
σμονήσω μίαν στιγμήν, ἀλλὰ σὲ μελετῷ εἰς τὴν διάνοι- θὼς λέγει εἰς τὴν πρὸς Κορινθ. Κεφ. ιγ΄ ὁ Θεῖος Ἀπόστολος.
ἀντελάβετο ἡ δεξιά σου.
αν πάντοτε εἰς πᾶσαν ἀνάγκην καὶ χρείαν μου.
1. Κύριε ὁ Θεὸς τῆς σω- 1. Ἐσένα Θεέ μου γινώσκω Κύριον, καὶ αἴτιον τῆς
9. Αὐτοὶ δὲ εἰς μάτην 9. Οἱ δὲ ἐχθροί μου σπουδάζουσι νὰ μὲ φονεύσουν τηρίας μου, ἡμέρας ἐκέ- ἐμῆς σωτηρίας, καὶ πάσης ἀγαλλιάσεως. Ὅθεν ἡμέ-
ἐζήτησαν τὴν ψυχήν μου, χωρὶς νὰ τοὺς ἀδικήσω πώποτε· ἀλλ’ αὐτοὶ μὲν (ἠξεύ- κραξα καὶ ἐν νυκτὶ ἐναντί- ραν, καὶ νύκτα βοῶ σοι ἐξ ὅλης καρδίας, νὰ μοῦ δε-
εἰσελεύσονται εἰς τὰ κα- ρωτο βέβαια) θέλουν λάβῃ ἀπὸ πολεμικὴν δεξιὰν κα- ον σου. Εἰσελθέτω ἐνώπιόν χθῇς τὴν ἱκέσιον δέησιν.
τώτατα τῆς γῆς. Παραδο- κὸν καὶ ὀλέθριον θάνατον, μερίδες ἀλωπέκων γενόμε- σου ἡ προσευχή μου.
θήσονται εἰς χεῖρας ρομ- νοι, κατὰ τὸ πρόχειρον νόημα. Τοῦτο λέγει, διατὶ ὅσοι
φαίας, μερίδες ἀλωπέκων ἀποθάνουν εἰς τὸν πόλεμον, μένουν ἄταφοι, καὶ τρώ- 2. Κλῖνον τὸ οὖς σου εἰς 2. Ὅθεν ἰδών μου φιλάνθρωπε τὸ πλῆθος τῶν συμ-
ἔσονται. γουν τους τὰ θηρία. τὴν δέησίν μου. Ὅτι ἐπλή- φορῶν καὶ θλίψεων, σπλαγχνίσου με, καὶ κλῖνον τὰ
σθη κακῶν ἡ ψυχή μου, καὶ ἄχραντα ὦτα σου, νὰ ἀκούσῃς τὴν προσευχήν μου˙
10. Ὁ δὲ βασιλεὺς εὐ- 10. Ἐγὼ δὲ ὁ δοῦλός σου, ὁποῦ μὲ ἔχρισες Βασιλέα, ἡ ζωή μου τῷ ἅδῃ ἤγγισε. ὅτι πολλὰ κακὰ μὲ ἐπερικύκλωσαν, καὶ κινδυνεύει ἡ
φρανθήσεται ἐπὶ τῷ Θεῷ. δὲν θέλω εὐφρανθῇ εἰς τὸν θάνατον αὐτῶν, ἀλλὰ εἰς ζωή μου πρὸς θάνατον. Τοῦτον τὸν Ψαλμὸν ἐσχη-
τὴν προμήθειάν σου, μὲ τὴν ὁποίαν ἀπὸ τὰς ἐπιβουλάς μάτισαν εἰς εὐχήν, πῶς τὸν ἔλεγαν οἱ εὐσεβέστεροι
των ἐγλύτωσα. τῶν Ἑβραίων, καὶ πᾶς ἄλλος ἠμπορεῖ νὰ τὸν λέγῃ εἰς
θλίψιν διωγμῶν, ἢ μετανοῶντας τὰς ἁμαρτίας του.
11. Ἐπαινεθήσεται πᾶς 11. Καὶ τότε μὲ παρρησίαν ὅλοι νὰ μὲ ὀνομάζουσι
ὁ ὀμνύων ἐν αὐτῷ. Ὅτι Βασιλέα, νὰ ὀμνύουσιν εἰς τὴν σωτηρίαν μου, νὰ μὴ 3. Προσελογίσθην μετὰ 3. Ὅτι τόσον μὲ ἐβασάνισαν οἱ ἐχθροί μου, ὁποῦ
ἐνεφράγη στόμα λαλού- φοβοῦνται τοὺς συκοφάντας˙ τῶν ὁποίων ἐφράχθησαν τῶν καταβαινόντων εἰς δὲν εὑρίσκω ἀπαλλαγὴν τῶν συμφορῶν, καὶ λύτρω-
ντων ἄδικα. τὰ στόματα μὲ τὸν θάνατον, καὶ δὲν δύνανται πλέον νὰ λάκκον· ἐγενήθην ὡσεὶ ἄν- σιν. Ἀλλὰ ὁμοιάζω ἐκείνων, ὁποῦ πέσουν εἰς λάκκον
μὲ συκοφαντοῦν ἄδικα. θρωπος ἀβοήθητος, ἐν νε- βαθύν, καὶ δὲν ἠμποροῦν νὰ εὔγωσιν. Ὅτι πάσης
κροῖς ἐλεύθερος. προνοίας, καὶ κηδεμονίας ἐγυμνώθηκα, τοσοῦτον,
ὥστε συναριθμοῦμαι μὲ τοὺς νεκρούς, χωρὶς νὰ εἶμαι
ἀκόμι τοῦ θανάτου ὑπεξούσιος.

56 57
4. Ὡσεὶ τραυματίαι κα- 4. Καὶ ταῦτα ὅμοια μὲ τὰ ἀνωτέρω˙ ἔγινα ὡς τε-
11. Μὴ διηγήσεταί τις ἐν 11. Ὅτι ὅσοι παραδοθοῦσιν εἰς τὸν σκο-
θεύδοντες ἐν τάφῳ, ὧν τραυματισμένος, καὶ πληγωμένος εἰς τὸν πόλεμον,
τῷ τάφῳ τὸ ἔλεός σου καὶ τὴν τεινὸν τάφον, νὰ γένουν χῶμα ἀψήφιστον,
οὐκ ἐμνήσθης ἔτι, καὶ εἰς λάκκον τεθαμμένος, καὶ ἐστερημένος ἐνθυμήσε-
ἀλήθειάν σου ἐν τῇ ἀπωλεία; δὲν γνωρίζουν εἰς τὸν ἀστοχισμένον τόπον
αὐτοὶ ἐκ τῆς χειρός σου ως. Οὕτως εἶπεν ὁ Σύμμαχος˙ “ὡς οἱ τετρωμένοι, οἱ
Μὴ γνωσθήσεται ἐν τῷ σκότει ἐκεῖνον, τὸ ἔλεός σου, καὶ τὰ θαυμάσια τῆς
ἀπώσθησαν. κείμενοι ἐν τάφῳ ὧν οὐ μνημονεύεις οὐκέτι, οἵ τινες
τὰ θαυμάσιά σου και ἡ δικαιο- δικαιοσύνης σου.
ἐκ τῆς χειρός σου ἐξεκόπησαν”˙ ἀλλὰ ἂς μὲ προφθά-
σύνη σου ἐν γῇ ἐπιλελησμένη;
σῃ ἡ θεία σου βοήθεια, νὰ μὴ πέσω καὶ ἐγὼ εἰς αὐτὸν
τὸν βόθρον ὁ τάλας, καὶ ἄπορος.
12. Κἀγὼ πρὸς σέ, Κύριε, 12. Οὕτως ὁ Σύμμαχος˙ “ἐμοῦ δὲ πρὸς σὲ
ἐκέκραξα, καὶ τὸ πρωΐ ἡ προ- Κύριε ἡ οἰμωγή”˙ (οἰμωγή= κραυγή, θρήνος,
5. Ἔθεντό με ἐν λάκκῳ 5. Ταῦτα καὶ τοῖς εἰς τὴν Βαβυλῶνα αἰχμαλώτοις
σευχή μου προφθάσει σε. ὀδυρμός) ἤγουν, πολλὰ στενάζω, καὶ ὀδύρο-
κατωτάτῳ ἐν σκοτεινοῖς ἁρμόζει, καὶ ὅλῃ τῇ φύσει τῆς ἀνθρωπότητος˙ ἡ
μαι Κύριε, προσευχόμενος, τὸ ταχὺ ἀπὸ τὴν
καὶ ἐν σκιᾷ θανάτου. ὁποία μετὰ τὴν ἀδαμιαίαν παράβασιν, κατεκρίθη εἰς
στρωμνήν μου ἐξεγειρόμενος.
ἅδην σκοτεινότατον.
13. Ἱνατί, Κύριε ἀπωθῇ τὴν 13. Διατί γοῦν μὲ ἀποπέμπεις, καὶ μὲ
6. Ἐπ’ ἐμὲ ἐπεστηρίχθη ὁ 6. Οὕτως ὁ Σύμμαχος. “Ἐμοὶ ἐπέβρισεν ὁ θυμός
ψυχήν μου, ἀποστρέφεις τὸ ἀποστέφεσαι Δέσποτα, καὶ δὲν μοῦ δεί-
θυμός σου, καὶ πάντας τοὺς σου, καὶ ταῖς καταιγίσι σου ἐκάκωσάς με, καὶ συμφο-
πρόσωπόν σου ἀπ’ ἐμοῦ; χνεις τὴν εὐμένειάν σου καὶ ἱλαρότητα;
μετεωρισμούς σου ἐπήγα- ραῖς παντοίαις περιέβαλές με”· ἤγουν, μὲ τὸν δίκαιον
γες ἐπ’ ἐμέ. θυμόν σου ἐσυγχώρησες , καὶ μοῦ ἤλθασι τόσαι κα-
14. Πτωχός εἰμι ἐγὼ καὶ ἐν 14. Νεότης, τοῦ μὲν Ἰσραὴλ ἡ ἀπὸ τὴν
κώσεις, καὶ βάσανοι.
κόποις ἐκ νεότητός μου. Ὑψω- Αἴγυπτον ἔξοδος˙ πάντων δὲ τῶν ἀνθρώ-
θεῖς δὲ ἐταπεινώθην καὶ ἐξηπο- πων, ἡ ἔξω τοῦ Παραδείσου ζωή, μετὰ τὴν
7. Ἐμάκρυνας τοὺς γνω- 7. Πάντων μὲν τῶν φίλων, καὶ συγγενῶν μου ἔρη-
ρήθην. παράβασιν˙ διὰ τὴν ὁποίαν αἰτίαν, ὅλα τὰ
στούς μου ἀπ’ ἐμοῦ, ἔθεντό μος ἔγινα, καὶ ἄπορος· οἱ δὲ πολέμιοι βδεληξάμενοί
ἔτη τῆς ζωῆς μας, εἰς κόπους, καὶ μόχθους
με βδέλυγμα ἑαυτοῖς. με ἐμίσησαν.
τελοῦμεν ταλαιπωρούμενοι, ὅτι ἐπιθυμή-
σαντες νὰ ἀνέβωμεν εἰς ὕψος Θεώσεως,
8. Παρεδόθην, καὶ οὐκ 8. Καὶ δὲν εὑρίσκω εἰς τόσα κακὰ καὶ θλίψεις, καμ-
ἐστερήθημεν καὶ τῆς μεγίστης ἀξίας ὁποῦ
ἐξεπορευόμην˙ οἱ ὀφθαλ- μίαν λύτρωσιν˙ τοὺς δὲ ὀφθαλμούς μου κατεδαπά-
εἴχαμεν, καταντήσαντες εἰς πολλὴν κατα-
μοί μου ἠσθένησαν ἀπό νησα εἰς δάκρυα, καὶ ἠσθένησαν· οὕτως ὁ Σύμμαχος,
φρόνησιν καὶ ταπείνωσιν.
πτωχείας. “ὁ ὀφθαλμός μου ἐξέρρευσεν ἀπὸ τῆς κακώσεως”.
15. Ἐπ’ ἐμὲ διῆλθον αἱ ὀργαί 15. Καὶ μᾶς ἤλθασιν ἀμέτρηται συμφο-
9. Ἐκέκραξα πρὸς σὲ 9. Ἄλλην ἐλπίδα λοιπὸν δὲν ἔχω ὁ ἅπορος, μόνον
σου, οἱ φοβερισμοί σου ἐξετά- ραὶ ἀπὸ δικαίαν ἐγκατάλειψιν καὶ ὀργὴν
Κύριε, ὅλην τὴν ἡμέραν, τὴν εὐσπλαγχνία σου˙ καὶ πρὸς σὲ καθ’ ἑκάστην
ραξάν με. Ἐκύκλωσάν με ὡσεὶ τοῦ Θεοῦ, καὶ ὡς ὕδατα μᾶς ἐπερικύκλω-
διεπέτασα πρὸς σὲ τὰς δεόμενος, ἐκτείνω τὰς χεῖρας μου, διὰ νὰ δείξω μὲ
ὕδωρ, ὅλην τὴν ἡμέραν περιέ- σαν τόσον, ὁποῦ δὲν εἴχαμεν εἰς τοιαύ-
χεῖράς μου. τοῦτο τὸ σχῆμα τὴν πικρὰν ὀδύνην τῆς ψυχῆς μου,
σχον με ἅμα. Ἐμάκρυνας ἀπ’ την ταλαιπωρίαν τινὰ βοήθειαν ἀπὸ τοὺς
καὶ ἄμετρον κάκωσιν.
ἐμοῦ φίλον καὶ πλησίον καὶ γνωστούς, καὶ γείτονας˙ τουτέστιν ἀπὸ Ἱε-
τοὺς γνωστούς μου ἀπὸ ταλαι- ρεῖς, καὶ Προφήτας, οὔτε ἀπὸ τοὺς φίλους
10. Μή τοῖς νεκροῖς ποιή- 10. Τώρα ὁποῦ ἔχω ἀκόμι ὀλίγην ζωήν, δεῖξαι εἰς
πωρίας. Ἀγγέλους ὁλότελα˙ ἕως οὔ ἤλθες πάλιν ὁ
σεις θαυμάσια; ἢ ἰατροὶ ἀνα- ἐμὲ τὴν θαυματουργίαν σου˙ ὅτι ἀφ’ οὗ ἀποθάνω,
Πλάστης, καὶ μᾶς ἐλύτρωσες μὲ τὸ σωτή-
στήσουσι, καὶ ἐξομολογήσο- δὲν ἐπιστρέφω πλέον εἰς τὰ ὀπίσω, οὔτε εἶναι τινὰς ριον πάθος σου.
νταί σοι; ἰατρὸς νὰ μὲ ἀναστήσῃ ἀπὸ τὸν θάνατον.

58 59
ΙΕΡΑ ΑΝΔΡΩΑ ΚΟΙΝΟΒΙΑΚΗ ΜΟΝΗ Προεξῆρχεν ὁ Γέρων καὶ Καθηγούμενος τῆς Μονῆς Μητροπολίτης Θηβῶν καὶ Λεβαδείας
κ. Χρυσόστομος, συμπαραστατούμενος ὑπὸ τῶν Σεβασμιωτάτων Ἀρχιερέων Φθιώτιδος κ.
ΟΣΙΩΝ ΑΓΙΟΡΕΙΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΠΑΝΑΚΤΟΥ ΒΟΙΩΤΙΑΣ Ἰγνατίου, Ἀττικῆς καὶ Μεγαρίδος κ. Κοσμᾶ, βοηθουμένων ὑπό τῶν Ἱερομονάχων π. Εὐθυμί-
ου, π. Βησσαρίων π. Χρυσοστόμου καὶ τοῦ Διακόνου π. Ἀθανασίου. Ἐτέθησαν εἰς προσκύνη-
σιν ἀποτμήματα ἱερῶν λειψάνων Ὁσίων Ἁγιορειτῶν Πατέρων κατὰ τὴν Λιτήν. Τὴν ὥρα ὅπου
ἐψάλη τὸ «Πᾶσα πνοή», ὁ Σεβασμιώτατος π. ’Ιγνάτιος ἔχρισε δι᾽ ἐλαίου ἐκ τῆς κανδήλας
τῶν Ἁγίων τοὺς πιστούς.
Προσῆλθεν πλῆθος ἀνδρῶν, λόγῳ τοῦ ἀβάτου διὰ τὰς γυναῖκας, οἱ ὁποῖοι ἐφιλοξενήθη-
σαν ἀβραμιαίως ὑπὸ τῆς δεκαεξαμελοῦς Ἀδελφότητος τῆς Μονῆς καὶ παρεκάθησαν εἰς τὴν
παρατεθεῖσαν ἑορταστικὴν τράπεζαν. Κατὰ τὸ τέλος ἐψάλη, συμφώνως τῆς ἐν Ἀγίῳ Ὅρει
παραδόσεως, τὸ «Ἄξιον ἐστί» πρὸς τιμὴν τῆς Ἐφόρου καὶ προστάτιδος τῆς Ἀθωνικῆς μονα-
στικῆς πολιτείας, καὶ τὸ Ἀπολυτίκιον τῶν ἑορταζομένων Ἀγίων.
Τὸν θεῖον λόγον ἐκήρυξεν ὁ Σεβ/τος κ. Κοσμᾶς κατὰ τὴν ὥραν τοῦ Κοινωνικοῦ, ὁμιλήσας
περὶ τοῦ Ἁγιορειτικοῦ Μοναχισμοῦ καὶ περὶ προσευχῆς. Παραθέτωμεν τὸν λόγον του δια-
σκευασμένον καὶ ἐμπλουτισμένον ὑπὸ τοῦ ἰδίου.
«Σεβασμιώτατοι Ἅγιοι
Αρχιερείς, Τίμιον Πρεσβυ-
τέριον, Ὁσιώτατοι Μονα-
χοί, αγαπητοὶ ἀδελφοί.
Βρεθήκαμε ἐδῶ ξανὰ καὶ
ἐφέτος γιὰ νὰ ἑορτάσουμε
τὴ μνήμη τῶν ὁσίων Ἁγιο-
ρειτῶν Πατέρων. Οἱ ὅσιοι
Ἁγιορεῖτες Πατέρες ἦταν
ὅλοι ὅσοι ἐνασκήσαντες
διέλαμψαν εἰς ἕναν χῶρον
ποὺ σήμερα ὀνομάζεται
Ἅγιον Ὄρος. Ἕνας χῶρος, μία χερσόνησος δηλαδή, ποὺ ἡ Παράδοση μᾶς λέει ὅτι τὴν ἐπέλεξε
ἡ Παναγία νὰ γίνει κατοικητήριο μοναχῶν. Βρέθηκε ἡ ἴδια στὸν χῶρο αὐτὸ ὅταν πήγαινε νὰ
ἐπισκεφτεῖ τὸν τεταρταῖο Λάζαρο, ὁ ὁποῖος γιὰ νὰ γλιτώσει ἀπὸ τοὺς Γραμματεῖς καὶ Φαρι-
σαίους, εἶχε φύγει στὴν Κύπρο. Εὐδοκία, λοιπόν, Θεοῦ ἡ Παναγία βρέθηκε στὸν χῶρο αὐτό,
ποὺ καλεῖται σήμερα Χερσόνησος τοῦ Ἄθω. Ὁ χῶρος αὐτὸς ἦταν δαιμονοκρατούμενος, διότι
ἐκεῖ γίνονταν μεγάλου εἴδους σατανοτελετὲς ἐπὶ ειδωλολατρείας. Γι’ αὐτὸ καὶ οἱ ὅσιοι αὐτοὶ
Πατέρες δυσκολεύτηκαν νὰ τὸν μετατρέψουν σὲ κατοικητήριο μοναχῶν.
Ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Ἀθωνίτης, ἕνας ἀπὸ τοὺς ἱδρυτὲς τοῦ ὀργανωμένου μοναχισμοῦ
στὸν χῶρο αὐτό, γύρω στὸ 960-970, ξεκίνησε καὶ ἔκανε τὴ Μονὴ τῆς Λαύρας. Σὲ ὅλη τὴν
χερσόνησο ὑπῆρχαν διάσπαρτα μονύδρια. Κατόπιν ἐπὶ ἁγίου Ἀθανασίου ἄρχισαν νὰ ἱδρύο-
νται οἱ μεγάλες μονὲς Λαύρας, Δοχειαρίου, Ξενοφῶντος, καὶ οἱ λοιπὲς μονὲς ποὺ γνωρίζου-
Μὲ κάθε ἐπισημότητα ἐπανηγύρισεν καὶ ἐφέτος ἡ Ἰερὰ Ἄνδρώα Κοινοβιακὴ Μονὴ Ὁσί- με σήμερα. Στὸ μέρος αὐτό, ποὺ πῆγε νὰ ἀσκητέψει ὁ ἅγιος, ἦταν ἐρείπια εἰδωλολατρικοῦ
ων Ἁγιορειτῶν Πατέρων Πανάκτου Θηβῶν, Βοιωτίας, τὴν Β΄ Κυριακὴ τοῦ Ματθαίου (28η ναοῦ ποὺ γίνονταν παλαιότερα δαιμονικὲς τελετές. Ἐκεῖ ὁ διάβολος λατρευόταν ἀπὸ τὰ
Μαΐου) διὰ τῆς καθιερωμένης ὁλονυκτίου 13ώρου κατανυκτικῆς ἀγρυπνίας, ἡ ὁποία τε- πανάρχαια χρόνια, γι’ αὐτὸ εἶχε μεγάλη ἐνέργεια καὶ ἐπήρεια. Στὸ ἀπέναντι ἀπὸ τὴ Λαύρα
λεῖται συμφώνως τῇ ἁγιορειτικῇ τάξει καὶ παραδόσει. ἀκρωτήριο τοῦ Ἄθωνα, ἐκτρέφανε κοράσια (μικρὰ κοριτσάκια) καὶ στὶς μεγάλες ἑορτὲς τὰ

60 61
θυσίαζαν στὸ ναὸ αὐτὸ πρὸς τιμὴ τοῦ συγκεκριμένου δαίμονος. Ὁ διάβολος ποὺ κατοικοῦ- τὰς ἀριστείας τῆς ἐνταῦθα γενομένης ὑμῶν ἀσκήσεως; τοῦ νοὸς τὸ νηφάλιον;» Ἐδῶ
σε στὸ χῶρο μαζὶ μὲ τοὺς ὀπαδούς του, (δηλαδὴ δὲν ἦταν ἕνας ἦταν πολλοί) ἔκανε τόση ἀρχίζει νὰ ἀπαριθμεῖ τὰ ἀποτελέσματα τῆς ἀσκήσεως, δηλαδὴ τοῦ νοῦ τὸ ἥσυχον, τὸ ἀπε-
πολλὴ φασαρία, ὥστε ὁ ἅγιος ἀποφάσισε νὰ φύγει, δὲν μποροῦσε νὰ ἀντέξει τὴν πίεση ἂν ρίσπαστον, τὸ ὄχι τεταραγμένο, «τὸ τῆς προσευχῆς ἀδιάλειπτον;». Αὐτὴ τὴν ἀρετὴ τὴν
καὶ ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς πολὺ αὐστηροὺς ἀσκητές. Τοῦ ἀποκαλύφθηκε ἡ Παναγία καὶ τοῦ εἶχαν ὄχι μόνο οἱ ὅσιοι Ἁγιορεῖτες Πατέρες ἀλλὰ καὶ ὅλοι οἱ ἅγιοι· «τὸ ὑπὲρ ἀρετῆς ἐπίπο-
ἔδωσε ἐντολὴ νὰ μείνει. Βλέπετε ὁ Θεὸς ἤθελε νὰ διώξει αὐτοὺς τοὺς παρείσακτους, τοὺς νον, τῆς συνειδήσεως μαρτύριον;» Τί εἶναι τὸ τῆς συνειδήσεως μαρτύριον;
δαίμονες, ποὺ ἔρχονται νὰ κατοικήσουν καὶ νὰ κληρονομήσουν στὴν οὐσία, τοὺς χώρους Ὁ Θεὸς ἔφτιαξε τὸ κόσμο, τοὺς ἀγγέλους ποὺ εἶναι ἄϋλοι, εἶναι πνευματικὰ ὄντα. Ἐπει-
ποὺ ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς ἔκτισε στὸν κόσμο γιὰ τοὺς ἀνθρώπους. δὴ ἐξέπεσε μέρος αὐτῶν μὲ ἀρχηγὸ τὸν Ἑωσφόρο, ἀντικατέστησε αὐτοὺς τοὺς ἐκπεσόντας
Οἱ ἅγιοι μετατρέπα- μὲ τὸν ἄνθρωπον, τὸν ὁποῖον δημιούργησε μεταξὺ ἀϋλίας καὶ ὕλης. Δηλαδὴ ὁ ἄνθρωπος
νε τοὺς ναοὺς λατρεί- ἔχει μία πνευματικὴ ὀντότητα, τὴν ψυχή, σὲ ἕνα ὑλικὸ σῶμα. Ὁ Θεὸς ἔφτιαξε τὸ ὑλικὸ
ας τῶν δαιμόνων σὲ σῶμα ἀπὸ τὸν ἤδη ὑπάρχοντα ὑλικὸ κόσμο ποὺ δημιούργησε. Τὸ σῶμα μας ἔχει τὴν ἀνα-
χριστιανικοὺς ναούς. λογία τῶν μορίων καὶ τῶν ἀτόμων, τῶν στοιχείων τῆς γῆς. Ἔβαλε στὸ σῶμα μας τὴν ψυχὴ
Ὑπάρχει προπαγάνδα ποὺ εἶναι μία δύναμις, μία νοερὴ ὀντότητα, περίπου ὅπως εἶναι ὁ ἄγγελος.
ὅτι οἱ Χριστιανοὶ κατα- Αὐτὴ λοιπὸν ἡ ψυχοσω-
στρέφανε τὶς ἀρχαιότη- ματικὴ ὀντότητα φτιάχτηκε
τες, γκρεμίζανε τοὺς εἰ- τέλεια ἀπὸ τὸ Θεό. Τὸ σῶμα
δωλολατρικοὺς ναούς. μας εἶναι τέλειο σ’ ὅλες τὶς
Δὲν τοὺς γκρεμίζανε, λειτουργίες του, ἀκριβῶς ἔτσι
ἁπλῶς τοὺς μετατρέ- εἶναι τέλειο καὶ τὸ πνεῦμα
πανε σὲ χριστιανικοὺς μας. Δὲν χρειαζόμαστε ψυχι-
ἐφόσον οἱ εἰδωλολάτρες γινόντουσαν χριστιανοί. Ἔδιωχναν τοὺς ὑπάρχοντες κατοίκους κὴ μόρφωση. Ἡ ψυχικὴ μόρ-
δηλαδὴ τοὺς δαίμονες, ὄχι τοὺς ἀνθρώπους, καὶ ἔφερναν τοὺς ἀγγέλους. Ἦταν λοιπὸν φωση εἶναι φυτευμένη στὸν
τόση ἡ φασαρία ποὺ ἔκαναν οἱ δαίμονες στὸ χῶρο τῆς Λαύρας ὥστε πηγαίνανε καὶ γκρε- ἄνθρωπο μὲ τὴν γέννηση
μίζανε τὴ νύχτα, ὅτι ἔκτιζε ὁ ὅσιος Ἀθανάσιος τὴν ἡμέρα. Ἀπηύδησε ὁ ἅγιος καὶ ἀποφά- του. Βλέπετε, ὑπάρχουν ἄν-
σισε πάλι νὰ φύγει. Τοῦ παρουσιάστηκε καὶ πάλι ἡ Παναγία καὶ τοῦ εἶπε: «θὰ κτίσεις θρωποι ἐντελῶς ἀγράμματοι
ἕναν ναὸ αὐθημερὸν καὶ θὰ τὸν λειτουργήσεις». Ἔκτισαν ἕνα μικρὸ ναὸ αὐθημερὸν στὸν ἀκαδημαϊκά, καὶ ἔχουν τὴ
ὁποῖον λειτούργησε ὁ ὅσιος. Ἀπὸ τότε σταμάτησε νὰ ἔχει δαιμονικὴ ἐνέργεια ὁ χῶρος. μόρφωση αὐτὴ. Μποροῦν νὰ ἐκπαιδεύουν τὰ παιδιά τους χωρὶς νὰ ἔχουν σπουδάσει σὲ
Τόση ἀξία ἔχει μία Θ. Λειτουργία. Ἔφυγαν οἱ δαίμονες. Φεύγοντας φώναζαν: πανεπιστήμια. Ἀντιθέτως ὑπάρχουν ἄλλοι ποὺ ἔχουν σπουδάσει σὲ πανεπιστήμια, καὶ δυ-
- «Ἀθανάσιε μᾶς διώχνεις, καὶ ποὺ νὰ πᾶμε;» στυχῶς δὲν μποροῦν νὰ τὰ ἐκπαιδεύουν, ἀλλὰ τὰ κάνουν, μᾶλλον πολὺ χειρότερα ἀπὸ
- «Νὰ πάτε στὸ μικρὸ ξερονήσι ἀπέναντι, πρὸς τὴ Σκιάθο», τοὺς ἀπάντησε ὁ ὅσιος. τοὺς ἑαυτούς τους, διότι ἔχασαν τὴν ψυχικὴ αὐτὴ μόρφωση τοῦ Θεοῦ ἀσχολούμενοι μὲ τὴν
- «Καὶ τί θὰ τρῶμε ἐκεῖ»; καλλιέργεια τῶν παθῶν τους. Αὐτὸ ἀποδεικνύει τελικὰ ὅτι ἡ ψυχικὴ μόρφωση ὑπάρχει καὶ
- «Θὰ σᾶς στέλνω ἐγὼ κουκιά». Mέχρι καὶ σήμερα, δὲν περνᾶνε ψαρᾶδες τὴ νύχτα κινεῖται ἀπὸ μία δύναμη τῆς ψυχῆς, τὴν συνείδηση.
ἀπὸ τὸ ξερονήσι αὐτό, ποὺ τὸ ὀνομάζουν καὶ διαβολονήσι, διότι κάποιοι πετᾶνε ἀπὸ τὸ Ἡ συνείδηση εἶναι ἡ φωνὴ τοῦ Θεοῦ ποὺ ἐξηγεῖ στὸν ἄνθρωπο τί πρέπει νὰ κάνει.
νησὶ πέτρες καὶ φωνάζουν «Ἀθανάσιε, τὰ κουκιά». Τοὺς κόστισε πολὺ καὶ ἡ ἐκδίωξή τους Αὐτὸς ποὺ προτιμάει καὶ ἀγαπᾶ τὸν Θεὸ ἔχει καταλάβει τὸ νόημα τῆς ζωῆς, ἔχει ἐλεύθερη
ἀλλὰ καὶ ἡ καταφρόνηση, ποὺ δὲν τοὺς ἔστελνε κουκιά. τὴ συνείδησή του καὶ δι’ αὐτῆς τὸν ὁδηγεῖ ὁ Θεός. Τί εἶναι λοιπὸν τὸ τῆς «συνειδήσεως
Βλέπουμε λοιπὸν τοὺς ὁσίους Πατέρες, ὅτι ἀντιμετωπίσανε ὅλα αὐτὰ τὰ ἀόρατα πνεύ- μαρτύριο»; Εἶναι ὁ ἀγῶνας νὰ ἀποδεχθεῖ καὶ ὑπακούση ἡ ψυχὴ στὴν διὰ τῆς συνειδήσεως
ματα. Γιὰ ποῖο λόγο; Γιὰ νὰ ἑνωθοῦν μὲ τὸν Θεό. Τὸ τροπάριο ποὺ ψάλαμε στὰ ἀπόστιχα ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ πρὸς αὐτήν. Σὰν νὰ τοῦ λέει δηλαδὴ ὁ Θεὸς: «Δὲν τὸ ἔκανες αὐτὸ καλό,
τοῦ ἑσπερινοῦ, τὸ ὁποῖο στὴν οὐσία εἶναι μνήμη καὶ ὕμνος τῆς ζωῆς τους, δηλαδὴ τὸ πῶς κάνε τὸ καλύτερα. Ἔκανες τόση προσευχὴ ἀλλὰ ἦταν λίγη. Ποῖον ἀγαπᾶς τελικά, ἐμέ-
ἔζησαν, καὶ τί ἐπέτυχαν, λέει: «Τίς λαλήσει τοὺς ἀγῶνας ὑμῶν, Πατέρες μακάριοι»; Δὲν να ἢ τὴν ὕλη; τὸν κόσμο ἢ τὴν δόξα; Κάνε κάτι περισσότερο. Θέλεις νὰ ἔρθεις μαζί μου,
ἦταν μόνον ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Αθωνίτης, ἀλλὰ ἦταν πολλοὶ σὰν κι αὐτόν. Τὸ Ἅγιον Ὄρος ἐκεῖ ποὺ εἶμαι Ἐγώ»; Αὐτὴ ἡ φωνὴ τῆς συνειδήσεως ὁδηγοῦσε τοὺς ὁσίους Πατέρες στὸ
ἦταν ἕνας νέος μοναστικὸς χῶρος ὅπως ὑπῆρξαν παλαιότερα στὴ Θηβαΐδα τῆς Αἰγύπτου «ὑπὲρ ἀρετῆς ἐπίπονον» καὶ «τὴν τῆξιν τοῦ σώματος». Προσπαθοῦσαν νὰ ἐπικρατήσουν
καὶ τὴν Παλαιστίνη. Ὅταν αὐτοὶ οἱ μοναστικοὶ χῶροι κατέρρευσαν λόγω τῶν Ἀράβων, ψυχικὰ τοῦ ἰδίου τους σώματος, διότι τὸ σῶμα εἶναι φίλαυτο καὶ θέλει νὰ εὐχαριστιέται
καὶ δὲν εἶχαν πλέον τοὺς ἀπαραίτητους μοναχοὺς τοὺς ἀκμάζοντες, ὁ Θεὸς ἐνεργοποίησε σὲ ὅλου τοῦ εἴδους τὶς σωματικὲς ἡδονές, νὰ τρώει καλὰ νὰ πίνει καλά, νὰ κοιμᾶται καλὰ
αὐτὸ τὸ μοναστικὸ χῶρο τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Τὸ τροπάριο συνεχίζει: «ἢ τίς ἀξίως ὑμνήσει
62 63
κ.λπ.. Ὅμως ἡ φιληδονία ἀποκόπτει τὴ ζωὴ τῆς ψυχῆς. Ἡ ψυχὴ εἶναι πνευματικὴ ὀντότητα Τὴν 23ην Ἀπριλίου, μνήμη τοῦ Ἁγί-
καὶ δὲν εὐχαριστιέται μὲ ὅλα αὐτὰ τὰ ὑλικά, ἀλλὰ μὲ τὰ ἀντίθετά τους, δηλαδὴ μὲ τὶς πνευ- ου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου τοῦ
ματικὲς ἡδονές. Οἱ ὅσιοι Πατέρες λοιπὸν ὑπακούοντας στὴν φωνὴ τῆς συνειδήσεως πιέζανε Τροπαιοφόρου, ἑώρτασεν ὁ ὁμώνυμος
τὸ σῶμα γιὰ νὰ μπορέσουν νὰ ἐπικρατήσουν πάνω σὲ αὐτό, δηλαδή, νὰ μὴν τοὺς κυβερνάει ἱστορικὸς ναὸς τοῦ Ἁγίου εἰς Λεῦκτρα
ὁ ἑαυτός τους, τὸ σῶμα τους καὶ τὰ κακὰ θελήματά τους, ἀλλὰ νὰ κυβερνοῦν οἱ ἴδιοι τὸν Θηβῶν ὅπου λειτούργησε ὁ Ἱερ/χος
ἑαυτό τους. Δὲν κατέστρεφαν τὸ σῶμα, ἀλλὰ τὸ ὑπέτασαν κατὰ τὸ «ὑποπιάζω μου τὸ σῶμα Χρυσόστομος.
καὶ δουλαγωγῶ» (Α´ Κορ. 9, 27) τοῦ Ὰποστόλου Παύλου.
Συνεχίζει τὸ τροπάριο: «τὰς παννύχους στάσεις» δηλαδὴ στάσεις προσευχῆς ὅλη τὴ νύ-
χτα, «τὸ ἀείρρυτον δάκρυον» δηλαδὴ τὸ δάκρυ ποὺ ρέει συνεχῶς, «τοὺς ἐν κρυφῇ κρεμα-
στῆρας». Γιὰ νὰ ἀντέχουν στὴν ὁλονύκτια προσευχὴ καὶ νὰ μὴ κοιμοῦνται, κρεμιόντουσαν
ἀπὸ ἕνα σκοινὶ τοποθετημένο στὸ στῆθος τους, τὸ ὁποῖο ἔδεναν ἀπὸ τὸ ταβάνι. Αὐτὸ τὸ
ἔπραταν διότι οἱ ἀντίπαλες δυνάμεις, οἱ δαίμονες, τοὺς ἀπέτρεπαν ἀπὸ τὴ προσευχὴ πιέζο-
ντάς τους νὰ κοιμοῦνται. Αὐτὸς ὁ τρόπος χρησιμοποιήθηκε κυρίως στὸ Ἅγιον Ὄρος.
Τελειώνοντας τὸ τροπάριο λέει: «τὸ ταπεινὸν τοῦ φρονήματος; τὰ κατὰ τῶν δαιμόνων
τρόπαια; καὶ τῶν χαρισμάτων τὸν ὁρμαθόν; καὶ ἐπὶ πᾶσι, τὴν ὑπὲρ τῆς εὐσεβείας ὁμοῦ
καὶ ὀρθοδοξίας, πρὸς τοὺς ἀσεβεῖς καὶ κακοδόξους, μέχρις αἵματος καὶ θανάτου ἀντικα-
τάστασιν; δι ὧν παρὰ Χριστοῦ, ὡς νικηταὶ στεφανωθέντες ἀοίδιμοι, πρεσβεύσατε ἀπαύ-
στως ὑπὲρ ἡμῶν, τῶν ἐν πίστει τελούντων τὴν λαμπρὰν ὑμῶν πανήγυριν».
Ὁ ὁρμαθός, δηλαδὴ τὸ σύνολο τῶν χαρισμάτων καὶ ἡ νίκη κατὰ τῶν δαιμόνων, προέρχο-
νται ἀπὸ τὴν ἀδιάλειπτη προσευχή. Διότι οἱ δαίμονες εἶναι πνευματικὲς ὀντότητες καὶ μὲ
τὸν πνευματικὸ πόλεμο μπορεῖ νὰ νικηθοῦν, ὄχι μὲ σωματικό. Γι’ αὐτὸ καὶ λέει ὁ Χριστός: Ἀπὸ τὴν ἑορτὴν τοῦ Ἱεροῦ
«τοῦτο δὲ τὸ γένος οὐκ ἐκπορεύεται εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστεία». (Ματθ. 17, 21) . Ἡ Ναοῦ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων
προσευχὴ εἶναι τὸ κατ’ εξοχήν ἔργον, ἡ νηστεία εἶναι κάτι ποὺ βοηθάει ἁπλῶς τὴν προσευ- Πέτρου καὶ Παύλου (29ην Ἰου-
χή, δὲν εἶναι τὸ οὐσιῶδες. Πλήν, οἱ ὅσιοι Πατέρες ἐπιδοθήκανε καὶ σὲ αὐτὸ τὸ ἔργο γιὰ νὰ νίου) εἰς τὸν Βόλον. Διακρίνε-
μπορέσουν ἐντονώτερα νὰ βοηθήσουν τὴν προσευχή. Ἕνας χορτασμένος δὲν μπορεῖ νὰ προ- ται ὁ ἱερουργήσας Ἐπίσκοπος
σεύχεται. Τί λοιπὸν σημαίνει ἀδιάλειπτος προσευχή; πῶς ξεκινάει; Καὶ πῶς ἐπιτυγχάνεται; Φθιώτιδος κ. Ἰγνάτιος
Ὁ Λόγος τοῦ Σεβ/του Ἀττικῆς καὶ Μεγαρίδος κ. Κοσμᾶ θὰ συνεχιστεῖ εἰς τὸ ἑπόμενο τεύχος.

Ὁ Σεβ/τος Φθιώτι-
δος κ. Ἰγνάτιος ὁμιλῶν
κατὰ τῶν νέων ταυτο- Διὰ τὴν ἀνέγερση τοῦ Ναοῦ, μᾶς εἶναι ἀπαραίτητη καὶ καλοδεχούμενη ἡ κάθε σας προσφορά.
τήτων μετὰ τὸ πέρας Πληροφορίες εἰς τὰ τηλέφωνα 2351037345 & 2351038846
τῆς τραπέζης Ἀριθμὸς λογαριασμοῦ Τραπέζης Πειραιῶς: 5255-054006-671
Ἰωάννης Ἀλεξιάδης (ἐκπρόσωπος τοῦ παραρτήματος Γ.Ο.Χ. Κατερίνης)

64 65
συνεχίζεται από τὴν σελ. 35 Ἡ Ἀνάληψις τοῦ Κυρίου
Ἀκόμη, ὁ Ἱερὸς Νικηφόρος Θεοτόκης δίνει σαφὴ ἀπάντηση ἐπὶ τοῦ θέ-
ματος εἰς τὸν Α´ Τόμο τοῦ Κυριακοδρομίου σελ. 412 (Ἐκδ. Συναξαριστής).
Διαβάζουμε:
● «Ὅτε τὸ πρῶτον ἐπληθύνθησαν οἱ ἄνθρωποι ἐπὶ τῆς γῆς, τότε ἐπλή-
θυνεν ἡ ἁμαρτία καὶ ἐπλήρωσε πᾶσαν τὴν γῆν. «Ἐπλήσθη ἡ γῆ ἀδικίας ἀπ᾽
αὐτῶν» (Γέν. ΣΤ´, 13). Πόθεν δὲ τόση αὔξησις κακίας, πόθεν τόση ἀνομία καὶ
ἁμαρτία, ὥστε, πλὴν τοῦ Νῶε καὶ τῶν ἐν τῇ οἰκίᾳ αὐτοῦ, οὐδεὶς τότε εὑρέθη
δίκαιος; Ἀκούσατε· δύο γένη ἀνθρώπων ἦσαν τότε εἰς τὸν κόσμον, τὸ μὲν
ἐκ τοῦ Κάϊν καταγόμενον, καὶ αὐτοὶ ἦσαν φιλόσαρκοι, τὸ δὲ ἐκ τοῦ Σήθ, καὶ
αὐτοὶ ἦσαν φιλόθεοι. Ὅθεν ἡ Θεία Γραφὴ τοὺς μὲν ἐκ τοῦ Κάϊν καταγομένους
ὠνόμασεν υἱοὺς ἀνθρώπων, τοὺς δὲ ἐκ τοῦ Σὴθ υἱοὺς Θεοῦ. Τότε οἱ φιλόθεοι,
ἰδόντες τὰς θυγατέρας τῶν φιλοσάρκων ὅτι ἦσαν ὡραῖαι, ἠγάπησαν αὐτὰς
μᾶλλον ἢ τὸν Θεόν, ἔλαβε δὲ ἐξ αὐτῶν καθεὶς γυναῖκας κατὰ τὴν ἐπιθυμίαν
καὶ ἀρέσκειαν αὐτοῦ. «Ἰδόντες δὲ οἱ υἱοὶ τοῦ Θεοῦ τὰς θυγατέρας τῶν ἀν-
θρώπων ὅτι καλαὶ εἰσίν, ἔλαβον ἑαυτοῖς γυναῖκας ἀπὸ πασῶν ὧν ἐξελέξαντο»
(Αὐτόθι, 2). Αὐτὴ δὲ ἡ μίξις ἔφθειρε παντελῶς τὴν πρὸς τὸν Θεὸν καὶ τὴν πρὸς
τὸν πλησίον ἀγάπην· διὸ καθεὶς ἐξ αὐτῶν οὐδὲν ἄλλο ἠγάπα εἰμὴ ἑαυτόν, δη-
λαδὴ κατακυριευθέ-
ντες πάντες ὑπὸ τῆς
φιλαυτίας καὶ τέλει-
οι φίλαυτοι γενόμε- Ἡ Σύναξις τῶν Ἁγίων δώδεκα Ἀποστόλων
νοι, ἐπολιτεύοντο
ὥσπερ μὴ ἔχοντες
ψυχήν, ἀλλὰ μόνον
σῶμα· τοῦτο δὲ ση-
μαίνουν ταῦτα τοῦ
Θεοῦ τὰ λόγια, «διὰ
τὸ εἶναι αὐτοὺς σάρ-
κας» (Αὐτόθι, 3).
Ἡ τοιαύτη δὲ
ὑπερβολικὴ φιλαυ-
τία προεξένησεν το-
σαῦτα καὶ τοιαῦτα
ἁμαρτήματα, ὥστε
ἔκρινεν ὁ Θεὸς ἄξι-
ον καταποντισμοῦ
καὶ τῷ ὄντι κατε-
πόντισεν ὅλον τὸ
ἀνθρώπινον γένος,
πλὴν τοῦ Νῶε καὶ
τῶν τέκνων αὐτοῦ».

66 67
Ὁ Ναὸς τοῦ Πρωτάτου
εἰς Καρυὲς Ἁγίου Ὄρους
ὅπου φυλάσσεται ἡ Εἰκόνα
τῆς Παναγίας
Ἄξιον Ἐστί

You might also like