You are on page 1of 11

27/2/2019 Αίτια της Αποτυχίας και της Ήττας του Ελληνικού Στρατού κατά τη Μικρασιατική Εκστρατεία | Βελισάριος

Δηµοσιεύεται εδώ το κείµενο της διαλέξεως που έδωσε ο Ταξίαρχος ε.α. κ. Βασίλειος Λουµιώτης στην 33η Μηχανοκίνητη
Ταξιαρχία, επ’ ευκαιρία της Εορτής των Ενόπλων Δυνάµεων.

Κύριε Ταξίαρχε,

Η πρόσκλησή σας να είµαι οµιλητής κατά τη σηµερινή ηµέρα της Εορτής των Ενόπλων µας Δυνάµεων περιποιεί σε µένα ιδιαίτερη τιµή. Σας
ευχαριστώ θερµά για την πρόσκληση. Επίσης, επιτρέψτε µου να εκφράσω την µεγάλη συγκίνησή µου που βρίσκοµαι ανάµεσα στα στελέχη
του Στρατού µας, που µε τιµή και αξιοσύνη εργάζονται νυχθηµερόν, κάτω από ανείπωτες δυσχέρειες, για να υπηρετήσουν την άµυνα της
Πατρίδας µας. Επίσης ευχαριστώ θερµά τις αρχές και τους αξιότιµους πολίτες, κυρίες και κυρίους του ακριτικού Πολυκάστρου, που µε την εδώ
παρουσία τους τιµούν τις Ένοπλες Δυνάµεις της Πατρίδας µας. Η οµιλία µου πέραν των άλλων αποτελεί ένα µνηµόσυνο για εκείνους τους
άνδρες, αξιωµατικούς και οπλίτες, που πρόσφεραν αφειδώς το αίµα τους και την ζωή τους για να υπηρετήσουν το όραµα της Μεγάλης Ιδέας.

Το Θέμα της Διάλεξης


Το θέµα που θα σας αναπτύξω αφορά τα γενικά αίτια της αποτυχίας των πολεµικών επιχειρήσεων που διεξήγαγε ο Ελληνικός Στρατός κατά
τη Μικρασιατική Εκστρατεία και της συντριπτικής ήττας που υπέστη τον Αύγουστο του 1922. Παράλληλα θα αναφερθώ και στη σηµαντική
δράση του 33ου Συντάγµατος Πεζικού κατά τη µάχη του Τσαούς Τσιφλίκ, τον Ιούλιο του 1921.

Ασφαλώς, τα αίτια της αποτυχίας και της ήττας δεν ήταν µόνον στρατιωτικής φύσεως αλλά και πολιτικής. Για τα πολιτικά ζητήµατα έχουν
γράψει πάρα πολλοί και ειδικότεροι εµού.

Οι περισσότεροι µη στρατιωτικοί συγγραφείς αναφέρονται στα στρατιωτικής φύσεως ζητήµατα γενικόλογα, επειδή ίσως δεν τα κατανοούν
και δεν είναι σε θέση να τα αναλύσουν. Η γενική αίσθηση από την µελέτη αυτών των εργασιών είναι πως η στρατιωτική ήττα ήταν
αναπόφευκτη, είτε επειδή άλλαξε η πολιτική των συµµάχων έναντι της Ελλάδας είτε, επειδή το πρόβλεψε ο Μεταξάς, είτε, για διάφορους
άλλους λόγους.

Προσωπικά διαφωνώ µε αυτή την οπτική. Στην Μικρά Ασία διεξήχθη ένας πόλεµος ανάµεσα σε εµάς και τους Τούρκους, στον οποίο και οι δύο
στρατοί πολέµησαν µε αυταπάρνηση, θάρρος και άφθαστο ηρωισµό, επιδεικνύοντας µοναδικές πολεµικές αρετές. Στο τέλος όµως νικητές
αναδείχθηκαν οι Τούρκοι, επειδή απεδείχθησαν ικανότεροι ηµών στην πολιτική και στρατιωτική διεύθυνση του πολέµου. Θέλω να πω ότι για
την ήττα µας δεν ευθύνονται οι «άλλοι», αλλά αποκλειστικά εµείς.

Σκοπός

Η παρουσίαση των βασικότερων αιτίων της αποτυχίας του Ελληνικού Στρατού να επιβληθεί επί του Τουρκικού Στρατού κατά τις µεγάλες
επιθετικές επιχειρήσεις που διεξήχθησαν το 1921, καθώς και της συντριπτικής ήττας που υπέστη τον Αύγουστο του 1922, προκειµένου να
καταδειχθεί ότι η καταστροφή του Στρατού και η επακόλουθη καταστροφή του Μικρασιατικού Ελληνισµού ήταν απότοκος των δικών µας
αδυναµιών και λαθών, και ότι η όποια ευθύνη για την µεγάλη καταστροφή βαρύνει αποκλειστικά και µόνο την Ελληνική Πολιτεία – και
κανέναν άλλον.

Το 4ο Σύνταγµα Πεζικού κινείται στην παραλία της Σµύρνης

Εισαγωγική Παρατήρηση: Οι Δύο Περίοδοι της Μικρασιατικής Εκστρατείας


Ο Ελληνικός Στρατός αποβιβάστηκε θριαµβευτικά στη Σµύρνη στις 2 Μαΐου 1919 και στις 3 Σεπτεµβρίου του 1922 αποχώρησε από την Μικρά
Ασία συντετριµµένος και κατισχυµένος, εγκαταλείποντας τον Μικρασιατικό Ελληνισµό στο έλεος του Νουρεντίν Πασσά και των τσετών.

Σηµειώνεται ότι η χρονολόγηση των γεγονότων που θα αναφερθούν γίνεται µε το Παλαιό Ηµερολόγιο, που ίσχυε την περίοδο εκείνη.

Η Εκστρατεία από άποψη πολιτικής διεύθυνσης διακρίνεται σε δύο περιόδους. Κατά την πρώτη περίοδο Πρωθυπουργός της Χώρας ήταν ο
Ελευθέριος Βενιζέλος, ενώ κατά τη δεύτερη κυρίως ο Δηµήτριος Γούναρης:

Η 1η Περίοδος διαρκεί από τις 2 Μαΐου 1919 έως τις 31 Οκτωβρίου 1920. Η σηµαντικότερη επιχείρηση αυτής της περιόδου ήταν η επέκταση της
κατεχόµενης ζώνης µέχρι την Προύσα και το Ουσάκ, µεταξύ 9 Ιουνίου και 16 Αυγούστου 1920. Στις 10 Σεπτεµβρίου 1920 προκηρύχθηκαν
εκλογές που διεξήχθησαν στις 1 Νοεµβρίου 1920 και τις κέρδισε η αντιβενιζελική παράταξη.

Η 2η Περίοδος διαρκεί από την 1 Νοεµβρίου 1920 µέχρι και τις 2 Σεπτεµβρίου του 1922. Κατά την περίοδο αυτή διεξάγονται οι µεγάλες
επιθετικές επιχειρήσεις προς το Εσκή Σεχήρ, το Αφιόν Καραχισάρ και την Άγκυρα, οι οποίες αποτυγχάνουν. Την 13η Αυγούστου 1922 αρχίζει
η Τουρκική επίθεση στο Αφιόν Καραχισάρ. Ύστερα από διήµερο αγώνα η Ελληνική Στρατιά συµπτύσσεται υπό δυσχερείς συνθήκες. Μετά και
την µάχη του Αλή Βεράν, στις 17 Αυγούστου 1922, τα υπολείµµατα της Στρατιάς υποχωρούν προς το Αιγαίο και την Προποντίδα.

https://belisarius21.wordpress.com/2018/01/04/%CE%B1%CE%AF%CF%84%CE%B9%CE%B1-%CF%84%CE%B7%CF%82-%CE%B1%CF%… 1/11
27/2/2019 Αίτια της Αποτυχίας και της Ήττας του Ελληνικού Στρατού κατά τη Μικρασιατική Εκστρατεία | Βελισάριος

Τα Γενικά Αίτια της Αποτυχίας και της Ήττας


Εγώ και οι φίλοι µου µε τα ψευδώνυµα Βελισάριος και Κλεάνθης, µε τους οποίους συνεργαζόµαστε στο ιστολόγιο «Βελισάριος» και στον
ιστόχωρο «Στρατιωτική Ιστορία της Μικρασιατικής Εκστρατείας», και οι οποίοι συνέβαλαν στη συγγραφή αυτής της διάλεξης, θεωρούµε ότι
τα γενικά αίτια που οδήγησαν αρχικά στην αποτυχία των επιθετικών επιχειρήσεων και στη συνέχεια στη συντριπτική ήττα του Αυγούστου
του 1922, είναι τα εξής:

1. Η υστέρηση του Ελληνικού Στρατού έναντι του αντίστοιχου Τουρκικού.

2. Οι επιπτώσεις του Εθνικού Διχασµού στο Στράτευµα.

3. Η πολιτική διαχείριση του Πολέµου.

1. Η Υστέρηση του Ελληνικού Στρατού έναντι του αντίστοιχου Τουρκικού


Η αναφερόµενη υστέρηση οφειλόταν σε δύο λόγους:

1ος Λόγος: Η ανωριµότητα του Ελληνικού Στρατού εξ αιτίας της καθυστερηµένης ανάπτυξης του σε σύγχρονες βάσεις, η οποία, παρά τις
επιτυχίες των Βαλκανικών Πολέµων, συνέχιζε να υφίσταται και κατά την περίοδο της Μικρασιατικής Εκστρατείας.

2ος Λόγος: Η υστέρηση του Ελληνικού Στρατού έναντι του αντίστοιχου Τουρκικού σε σηµαντικά επιχειρησιακά και οργανωτικά ζητήµατα.

1.1. Η Ανωριμότητα του Ελληνικού Στρατιωτικού Οργανισμού


Το Ελληνικό Κράτος µέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα δεν διέθετε σοβαρό στρατιωτικό οργανισµό. Ο Χαρίλαος Τρικούπης ήταν ο πρώτος
Πρωθυπουργός που αποφάσισε να µεταµορφώσει την «αγέλη» σε Στρατό, µε στόχευση την συγκρότηση ενός επαγγελµατικού Σώµατος
Αξιωµατικών και Μόνιµων Υπαξιωµατικών. Από το µεταρρυθµιστικό έργο του µεγάλου πολιτικού, τα µόνα σηµαντικά που απέµειναν, ήταν
η διατήρηση σε λειτουργία της «Στρατιωτικής Σχολής Υπαξιωµατικών» και της «Σχολής Εφέδρων Αξιωµατικών».

Στη µνήµη των τελευταίων νεκρών του «ατυχούς» Ελληνοτουρκικού Πολέµου του 1897. Επί της Εθνικής Οδού Λαµίας-Δοµοκού και λίγα χιλιόµ
βορείως της Λαµίας.

Η επονείδιστη ήττα του 1897 ήρθε να υπενθυµίσει ότι το Ελληνικό Κράτος δεν διέθετε Στρατό ικανό να πολεµήσει και να νικήσει. Ο
Στρατηγός Θεόδωρος Πάγκαλος αναφερόµενος στον Ελληνικό Στρατό εκείνου του πολέµου, τον αποκαλεί «ένοπλο συρφετό» και γράφει
σχετικά: «Η κατάστασις του στρατού µας ήτο οικτρά… Τα στελέχη του πεζικού, εκτός ολίγων, ήσαν τελείως αµαθή και ανίκανα. Η µεγίστη
πλειοψηφία των ανωτέρων αξιωµατικών απετελείτο από αγαθούς τύπους, των οποίων η στρατιωτική µόρφωσις περιωρίζετο εις την τακτικήν της
καταδιώξεως, ληστών, φυγόδικων και ζωοκλεπτών…».

Αφετηρία συγκρότησής του Στρατού σε σύγχρονες βάσεις αποτέλεσαν οι προσπάθειες της κυβέρνησης Θεοτόκη από το 1904 και µετά για την
στοιχειώδη οργανωτική συγκρότηση του Στρατού και τον επανεξοπλισµό του µε σύγχρονα για την εποχή όπλα και µέσα.

Το Κίνηµα του Στρατιωτικού Συνδέσµου και η ανάληψη της Πρωθυπουργίας από τον Ελευθέριο Βενιζέλο, έδωσαν νέα ώθηση στην ανάπτυξη
του Στρατού µε αποτέλεσµα να αναδειχθεί νικητής κατά τους Βαλκανικούς Πολέµους.

Ο Ελληνικός Στρατός κατά τον Πρώτο Βαλκανικό Πόλεµο, αντιµετώπισε όµως ένα πολύ µικρό µέρος του Οθωµανικού Στρατού της
Βαλκανικής, µε αποτέλεσµα οι σχετικά εύκολες νίκες που πέτυχε να αποκρύψουν τις αδυναµίες και να δηµιουργήσουν την ψευδαίσθηση της
υπεροχής έναντι του Τουρκικού Στρατού. Υπόψη ότι ο Στρατός Θεσσαλίας των επτά Μεραρχιών, αντιµετώπισε αρχικά δύο Τουρκικές
Μεραρχίες, από τις 48 που διέθετε ο Οθωµανικός Στρατός, το µείζον µέρος του οποίου βρισκόταν στην Ανατολική Θράκη για να προστατεύσει
την Κωνσταντινούπολη από τον ισχυρότατο Βουλγαρικό Στρατό, ενώ το άλλο µεγάλο µέρος του αντιµετώπιζε τον Σερβικό Στρατό. Εν πάσι

https://belisarius21.wordpress.com/2018/01/04/%CE%B1%CE%AF%CF%84%CE%B9%CE%B1-%CF%84%CE%B7%CF%82-%CE%B1%CF%… 2/11
27/2/2019 Αίτια της Αποτυχίας και της Ήττας του Ελληνικού Στρατού κατά τη Μικρασιατική Εκστρατεία | Βελισάριος
περιπτώσει, ο Στρατός των Βαλκανικών Πολέµων επιτέλεσε ένα τεράστιας σηµασίας έργο και πέτυχε σηµαντικές νίκες, χάρη στις οποίες η
Ελλάδα διπλασιάστηκε σε έκταση και πληθυσµό. Επιπλέον ο Ελληνικός Στρατός απέκτησε αυτοπεποίθηση και έδωσε το µήνυµα ότι η Ελλάδα
και ο Στρατός της µπορούν και για µεγαλύτερα επιτεύγµατα.

Η αίσθηση της υπεροχής έναντι του Τουρκικού Στρατού, θα ενισχυθεί από τις εύκολες νίκες του Ελληνικού Στρατού Μικράς Ασίας στις
επιχειρήσεις του 1920 προς την Προύσα και το Ουσάκ και θα οδηγήσει σε µία διαρκή υποτίµηση των δυνατοτήτων του Τουρκικού Στρατού,
µέχρι και το τέλος της εκστρατείας. Ακόµη και τις παραµονές της ήττας, τον Αύγουστο του 1922, παρά τις µέχρι τότε αποτυχίες, ο
Αρχιστράτηγος και οι διοικητές των Σωµάτων Στρατού, θα διαβεβαιώνουν την Κυβέρνηση ότι το µέτωπο είναι ακλόνητο και σε περίπτωση
που ο Τουρκικός Στρατός επιτεθεί, θα συντριβεί.

Η µετά τους Βαλκανικούς Πολέµους ανάπτυξη του Στρατού διακόπηκε γρήγορα εξ αιτίας της έναρξης του 1ου Π.Π. και του Εθνικού
Διχασµού. Ο Στρατός που συγκροτήθηκε από την κυβέρνηση Βενιζέλου µετά την αποµάκρυνση του βασιλιά Κωνσταντίνου και έλαβε µέρος
στις επιχειρήσεις του Μακεδονικού Μετώπου το 1918, κατατµήθηκε σε όλο το Μέτωπο, διοικήθηκε από Συµµάχους διοικητές, και έλαβε µέρος
σε σηµαντικές µεν, αλλά δευτερεύουσες επιχειρήσεις, µε αποτέλεσµα η αποκτηθείσα επιτελική και επιχειρησιακή εµπειρία να είναι
περιορισµένη.

Μετά τον Πρώτο Παγκόσµιο Πόλεµο και µέχρι την λήξη της Μικρασιατικής Εκστρατείας, ο Ελληνικός Στρατός συνέχιζε να είναι ένας
ανώριµος οργανισµός, που υστερούσε έναντι του αντίστοιχου Τουρκικού. Κρίσιµα ζητήµατα αυτής της υστέρησης ήταν τα εξής:
1.1.α. Η επαγγελματική κατάρτιση των αξιωματικών
Ο Ελληνικός Στρατός από την απελευθέρωση από τον Τουρκικό ζυγό µέχρι και το τέλος της Μικρασιατικής Εκστρατείας δεν θα κατορθώσει
να αποκτήσει ένα ολοκληρωµένο και επαρκές σύστηµα για την εκπαίδευση των µελλοντικών αξιωµατικών και µόνιµων υπαξιωµατικών του.
Κατόπιν τούτου είναι επόµενο ότι το µεγαλύτερο µέρος των αξιωµατικών στερούταν επαρκούς στρατιωτικής µόρφωσης και κατάρτισης, η δε
καλλιέργεια της στρατιωτικής επιστήµης και η ανάπτυξη της στρατιωτικής σκέψης, παρέµειναν στην εποχή του απελευθερωτικού αγώνα.
Μέχρι το 1881 ο Στρατός διέθετε για την παραγωγή αξιωµατικών µόνο την Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων, που απέδιδε όµως ετησίως ένα
πάρα πολύ µικρό αριθµό αξιωµατικών, που προοριζόταν για τα Όπλα του Πυροβολικού και του Μηχανικού. Οι αξιωµατικοί του Πεζικού και
του Ιππικού µέχρι και το 1881 προέρχονταν κυρίως από το στράτευµα, και κάποιοι ελάχιστοι από τη Σχολή Ευελπίδων.

Το κτίριο Λυράκη στην Αθήνα, πίσω από το νοσοκοµείο ΝΙΜΙΤΣ, στο οποίο λειτούργησε η
Στρατιωτική Σχολή Υπαξιωµατικών.

Την 1η Ιουλίου του 1882 ιδρύθηκε από τον Πρωθυπουργό Χαρίλαο Τρικούπη η «Στρατιωτική Σχολή Υπαξιωµατικών», στην οποία εισέρχονταν
µε εξετάσεις µόνιµοι υπαξιωµατικοί και µετά τριετή φοίτηση, εξέρχονταν ανθυπολοχαγοί του Πεζικού, του Ιππικού και του Οικονοµικού
Σώµατος και έτσι στα επόµενα χρόνια το Πεζικό και το Ιππικό θα αποκτήσουν ένα ικανό αριθµό σχετικά καταρτισµένων αξιωµατικών. Επί
Τρικούπη θα αυξηθεί και ο αριθµός των εισερχοµένων κατ’ έτος στην Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων, στους 40 νέους Ευέλπιδες. Ο Στρατός
όµως µέχρι και το τέλος της Μικρασιατικής Εκστρατείας θα συνεχίσει να µην διαθέτει Σχολή Πολέµου και ως εκ τούτου θα στερείται και
επαρκώς καταρτισµένων επιτελικών αξιωµατικών στη σχεδίαση και την διεύθυνση των επιχειρήσεων, καθώς και στα γενικά επιτελικά
καθήκοντα. Οι ελάχιστοι επιτελείς που υπήρχαν, είτε είχαν εκπαιδευτεί στο εξωτερικό, είτε διέθεταν µία εµπειρική µάλλον επιτελική
κατάρτιση, από την υπηρεσία τους στα επιτελεία των Μεραρχιών κατά τον Πρώτο Παγκόσµιο Πόλεµο.

https://belisarius21.wordpress.com/2018/01/04/%CE%B1%CE%AF%CF%84%CE%B9%CE%B1-%CF%84%CE%B7%CF%82-%CE%B1%CF%… 3/11
27/2/2019 Αίτια της Αποτυχίας και της Ήττας του Ελληνικού Στρατού κατά τη Μικρασιατική Εκστρατεία | Βελισάριος

Στιγµιότυπο από εκπαιδευτιή δραστηριότητα της Αυτοκρατορικής Σχολής Μηχανικών

Αντίστοιχα ο Οθωµανικός Στρατός διέθετε από το 1773 την Σχολή Μηχανικών της Κωνσταντινούπολης που παρήγαγε αξιωµατικούς του
πυροβολικού και του Μηχανικού. Αυτή εκσυγχρονίστηκε στην συνέχεια από τους επόµενους Σουλτάνους. Το 1834 ο Σουλτάνος Μαχµούτ Β’,
ίδρυσε την Πολεµική Σχολή, το αντίστοιχο της δικής µας Σχολής Ευελπίδων, στην οποία φοιτούσαν οι µελλοντικοί αξιωµατικοί Πεζικού και
Ιππικού. Ως εκπαιδευτικό πρότυπο επελέγη αυτό της Γαλλικής Σχολής Σαίν Συρ. Την περίοδο 1845 – 1847 ιδρύθηκαν πέντε στρατιωτικά
λύκεια των οποίων ο αριθµός διαδοχικά αυξήθηκε, µε σκοπό την προπαρασκευή των νέων που ήθελαν να φοιτήσουν στην Πολεµική Σχολή.
Τέλος το 1845 ιδρύθηκε η Πολεµική Σχολή του Γενικού Επιτελείου, κατά το πρότυπο της Γαλλικής Σχολής Πολέµου, µε σκοπό την παραγωγή
επιτελικών αξιωµατικών. Το εκπαιδευτικό πρόγραµµα της υπ’ όψη σχολής αναβαθµίστηκε το 1882 από Γερµανική Στρατιωτική Αποστολή,
κατά το πρότυπο της Βερολινείου Ακαδηµίας Πολέµου. Κάθε χρόνο επιλέγονταν από την Πολεµική Σχολή οι 20-30 καλύτεροι και ευφυέστεροι
µαθητές για φοίτηση στην Πολεµική Σχολή του Γενικού Επιτελείου. Μετά από τρία χρόνια σπουδών, οι δόκιµοι γενικοί επιτελείς περνούσαν
τρία µε πέντε έτη υπό επιτήρηση και αξιολόγηση, υπηρετώντας σε µονάδες όλων των όπλων του στρατού. Αυτή η κοινή εµπειρία τους
καθιστούσε µέρος µιας ιδιαίτερης και προνοµιούχου τάξης που είχε συναίσθηση της αποστολής της και της θέσης της στο Οθωµανικό Στρατό.
Όλες οι σηµαντικές θέσεις διοίκησης καθώς και οι σηµαντικές επιτελικές θέσεις προορίζονταν για πλήρωση από γενικούς επιτελείς. Μέχρι τις
αρχές του 20ού αιώνα αποφοιτούσαν κάθε χρόνο πάνω από 30 επίλεκτοι αξιωµατικοί, ενώ η τάξη του Κεµάλ το 1905 είχε 37 αποφοίτους.
Μπορούµε να υποθέσουµε ότι το 1921 ο Τουρκικός στρατός πρέπει να διέθετε 300 τουλάχιστον αξιωµατικούς απόφοιτους της Πολεµικής
Σχολής. Και αυτό ήταν πολύ σηµαντικό.

Θα αναφέρω δύο παραδείγµατα για να δείξω το πόσο σηµαντικό ζήτηµα ήταν για τους Τούρκους η εκπαίδευση των µελλοντικών
αξιωµατικών τους σε Στρατιωτικές Σχολές: 1ο: Ο Κεµάλ το 1892 εισήλθε στο στρατιωτικό µάλλον λύκειο της Θεσσαλονίκης και στην συνέχεια
του Μοναστηρίου. Από το 1899 µέχρι το 2002 ήταν µαθητής της Πολεµικής Σχολής της Κωνσταντινούπολης και αµέσως στην συνέχεια της
Πολεµικής Σχολής του Γενικού Επιτελείου, από την οποία εξήλθε το 1905 µε τον βαθµό του Λοχαγού. 2ο: Ο Αρχηγός των Ενόπλων Δυνάµεων
της Τουρκίας Στρατηγός Τζεµάλ Γκιουρσέλ, αυτός που µε στρατιωτικό πραξικόπηµα ανέτρεψε το 1960 τον Πρωθυπουργό Μεντερές, το 1914
ήταν µαθητής της Πολεµικής Σχολής. Μαθητής ακόµη της Πολεµικής Σχολής, έλαβε µέρος στις επιχειρήσεις της Καλλίπολης, της
Παλαιστίνης, της Συρίας και ακολούθως στις επιχειρήσεις της Μικράς Ασίας, όπου και διακρίθηκε. Μετά το τέλος του πολέµου, σε ηλικία 28
ετών πλέον και διαθέτοντας σηµαντική πολεµική εµπειρία, επέστρεψε στην Πολεµική Σχολή για ένα έτος προκειµένου να ολοκληρώσει τις
σπουδές του και στην συνέχεια στην Πολεµική Σχολή του Γενικού Επιτελείου.

Στην ιστοσελίδα µας h p://mikrasiatikhekstrateia.gr/, είναι αναρτηµένη µία εξαιρετική ανάλυση του Κλεάνθη για τον Οθωµανικό Στρατό και
την εκπαίδευση των αξιωµατικών του εκείνη την περίοδο.
1.1.β. Η πολεμική εμπειρία
Η πολεµική εµπειρία του Ελληνικού Στρατού το 1921, περιοριζόταν στους Βαλκανικούς Πολέµους, στις επιχειρήσεις του Μακεδονικού
Μετώπου το 1918 και στις µέχρι τότε περιορισµένου εύρους επιχειρήσεις της Μικράς Ασίας.

Η πολεµική δράση του Οθωµανικού Στρατού στους Βαλκανικούς Πολέµους και κυρίως στον Α’ Παγκόσµιο Πόλεµο, ήταν ασύγκριτα
σηµαντικότερη σε έκταση και χρόνο από την Ελληνική, αλλά παρά τα επώδυνα αποτελέσµατα αυτών των πολέµων, προσέφερε στον
Οθωµανικό Στρατό και ειδικότερα στα στελέχη του, ανεκτίµητη γνώση και εµπειρία.
1.1.γ. Η σύνθεση του Σώματος των Αξιωματικών
Ο υπερδιπλασιασµός της δύναµης του Στρατού —σε Επιτελεία, Μονάδες και προσωπικό— στην δεκαετία 1912 – 1921, οδήγησε σε µία µαζική
αξιωµατικοποίηση. Ο αριθµός των 3.259 αξιωµατικών στην έναρξη των Βαλκανικών Πολέµων, θα ανέλθει τον Ιούνιο του 1921, στις 10.000
περίπου. Αν συνυπολογιστούν οι τεράστιες απώλειες στους πολέµους που προηγήθηκαν, µπορούµε να αντιληφθούµε ότι σίγουρα υπήρχε
σηµαντικό πρόβληµα επαγγελµατικής επάρκειας για ένα µεγάλο αριθµό αξιωµατικών. Οι ανθυπολοχαγοί των Βαλκανικών Πολέµων, το
1919 ήταν Αντισυνταγµατάρχες και Συνταγµατάρχες και µεγάλο µέρος τους δεν προερχόταν από στρατιωτικές σχολές, δεν είχε
παρακολουθήσει σχολεία επιµόρφωσης και ούτε είχε φοιτήσει σε σχολή πολέµου, πλην ελαχιστοτάτων εξαιρέσεων.

Σε αντιδιαστολή, οι Τούρκοι από το 1,5 εκατοµµύριο στρατό του Πρώτου Παγκοσµίου Πολέµου µε τις 7 στρατιές, επέλεξαν µε αυστηρά
κριτήρια τους ικανότερους αξιωµατικούς για ένα στρατό που στο απόγειο του δεν ξεπέρασε τους 200.000 άνδρες.

1.2. «Η Υστέρηση του Ελληνικού Στρατού έναντι του Τουρκικού σε Επιχειρησιακά και Οργανωτικά Ζητήματα»
Τα σηµαντικότερα ζητήµατα στα οποία ο Ελληνικός Στρατός, υστερούσε έναντι του Τουρκικού, είναι τα εξής:

1.2.α. Το επιχειρησιακό δόγµα.

1.2.β. Η κλιµάκωση των Μονάδων στις επιθετικές και αµυντικές επιχειρήσεις.

1.2.γ. Το Πυροβολικό.
https://belisarius21.wordpress.com/2018/01/04/%CE%B1%CE%AF%CF%84%CE%B9%CE%B1-%CF%84%CE%B7%CF%82-%CE%B1%CF%… 4/11
27/2/2019 Αίτια της Αποτυχίας και της Ήττας του Ελληνικού Στρατού κατά τη Μικρασιατική Εκστρατεία | Βελισάριος

1.2.δ. Το Ιππικό.

1.2.ε. Η εκλογή των αµυντικών τοποθεσιών και η οχύρωση αυτών.

1.2.στ. Οι ελλείψεις των Συνταγµάτων σε αξιωµατικούς και οπλίτες.


1.2.α. Το επιχειρησιακό δόγμα
Ο Ελληνικός Στρατός ακολουθούσε το Γαλλικό πρότυπο διεύθυνσης των επιχειρήσεων, ή τουλάχιστον κάτι που έµοιαζε µε αυτό, το οποίο
περιόριζε την ανάπτυξη της πρωτοβουλίας από τους υφισταµένους, µε αποτέλεσµα να µην είναι εφικτή η εκµετάλλευση των
παρουσιαζοµένων ευκαιριών κατά την διεξαγωγή της µάχης. Οι επιχειρήσεις διεξάγονταν µε βάση καθηµερινές διαταγές επιχειρήσεων της
Στρατιάς που εκδίδονταν περί το µεσονύκτιο και ρύθµιζαν τις ενέργειες της εποµένης ηµέρας, δύο και µερικές φορές και τρία κλιµάκια κάτω.
Για την ακρίβεια, η Στρατιά και τα Σώµατα Στρατού, ανέµεναν —µέχρι αργά το βράδυ— να λάβουν τα ηµερήσια δελτία στρατιωτικής
κατάστασης των υφισταµένων τους, προκειµένου να ενηµερωθούν για την εξέλιξη της µάχης, ώστε να αποφασίσουν στην συνέχεια για την
επιούσια, εκδίδοντας προς τούτο τις αναγκαίες διαταγές επιχειρήσεων. Αν τώρα, η αναφερόµενη διαδικασία ενηµέρωσης και έκδοσης
διαταγών, που τηρούταν απαρέγκλιτα και µε θρησκευτική ευλάβεια, συνδυαστεί µε το παρωχηµένο ασύρµατο υλικό που διέθετε η Στρατιά,
την αποκοπή των τηλεφωνικών καλωδίων για διάφορες αιτίες —πολλάκις υπό των Τούρκων κατοίκων της ενδοχώρας— και την τεράστια
απόσταση που χώριζε τα στρατηγεία της Στρατιάς και των Σωµάτων Στρατού µεταξύ τους και κυρίως από την γραµµή της µάχης, γίνεται
αντιληπτό ότι στην πραγµατικότητα δεν υπήρχε συνεχής ενηµέρωση της Στρατιάς και των Σωµάτων Στρατού για την διεξαγόµενη µάχη και
ως εκ τούτου και ο αναγκαίος έλεγχος και συντονισµός. Πλέον τούτου, η έκδοση των διαταγών επιχειρήσεων για την εποµένη ηµέρα,
καθυστερούσε πέραν κάθε λογικού ορίου και έφθανε στις Μεραρχίες πολύ µετά από την καθοριζόµενη ώρα έναρξης των επιχειρήσεων.
Χαρακτηριστικό παράδειγµα αυτής της «αργόσυρτης διαδικασίας» είναι το ακόλουθο: Μετά την διάρρηξη της αριστερής πτέρυγας της περί
την Κιουτάχεια Τουρκικής αµυντικής τοποθεσίας στις 3 Ιουλίου 1921, το Α’ Σώµα Στρατού διατάχθηκε για την 4η Ιουλίου να ενεργήσει
καταδίωξη του υποχωρούντος εχθρού προς την βορειοανατολικά της Κιουτάχειας περιοχή µεταξύ των χωριών Ζεϋγκούντ και Τουλουτζά.
Όπως και έγινε. Η διαταγή της Στρατιάς για τις επιχειρήσεις της 5ης Ιουλίου εκδόθηκε την 0115 ώρα της ιδίας. Εκτιµάται ότι λήφθηκε στο εν
Ντουγκέρ στρατηγείο του Α’ Σώµατος Στρατού, περί την 0300. Η διαταγή επιχειρήσεων του Α’ Σώµατος Στρατού για την 5η Ιουλίου, έφυγε
από το στρατηγείο του Σώµατος µε έφιππους αγγελιοφόρους µετά την 0500 της ιδίας και έφθασε στις Ιη και ΙΙη Μεραρχίες την 1700 ώρα της
5ης Ιουλίου. Ενώ λοιπόν διεξαγόταν καταδίωξη των υποχωρούντων Τούρκων, οι Ιη και ΙΙη Μεραρχίες στις 5 Ιουλίου παρέµειναν αδρανούσες,
στην περιοχή µεταξύ Σεϋγκούντ και Τουλουτζά, εξ αιτίας της µη έγκαιρης λήψης της διαταγής του Α’ Σώµατος και τούτο επειδή η απόσταση
σε ευθεία γραµµή µεταξύ Ντουγκέρ και των θέσεων των Ιης και ΙΙης Μεραρχιών ανερχόταν σε 40 και πλέον χιλιόµετρα. Υπόψη ότι οι θέσεις
στις οποίες θα εγκαθίσταντο τα στρατηγεία των Σωµάτων Στρατού, καθορίζονταν από την Στρατιά.

Τα Σώµατα Στρατού είχαν προστεθεί στη διοικητική και επιχειρησιακή «αλυσίδα» του Ελληνικού Στρατού αµέσως µετά την λήξη των
Βαλκανικών Πολέµων και είναι εύλογο ότι δεν είχε δηµιουργηθεί ακόµη η απαιτούµενη γνώση και εµπειρία στην διεύθυνση επιχειρήσεων
από στρατηγεία Σωµάτων Στρατού, οι δε αξιωµατικοί που ανέλαβαν την διοίκηση αυτών ή επάνδρωσαν τα επιτελεία τους, µετά την πολιτική
µεταβολή της 1ης Νοεµβρίου 1920 δεν διέθεταν καµία απολύτως σχετική πολεµική εµπειρία, εν αντιθέσει µε αυτούς που αντικατέστησαν, οι
οποίοι είχαν συµµετάσχει στις επιχειρήσεις του Μακεδονικού Μετώπου, της Ουκρανίας και επί ενάµιση χρόνο σε αυτές της Μικράς Ασίας. Στη
Μικρά Ασία τα Σώµατα Στρατού λειτούργησαν µάλλον ως «αναµεταδότες» των διαταγών της Στρατιάς και όχι ως η κινητήριος δύναµη που
θα ωθούσε κάθε διαθέσιµη δύναµη προς τη νίκη και την εκµετάλλευση κάθε παρουσιαζόµενης ευκαιρίας, για την επίτευξη του γενικού
σκοπού των επιχειρήσεων.

Η καθοριζόµενη εκάστοτε κυρία προσπάθεια είχε ονοµαστικό χαρακτήρα και όχι ουσιαστικό. Η οµοιόµορφη κατανοµή των δυνάµεων
αποτελούσε, µάλλον, γενικό κανόνα. Η επιδίωξη απόκτησης υπεροχής ισχύος σε συγκεκριµένο χώρο και χρόνο, ή η ενίσχυση της κυρίας
προσπάθειας για την επίτευξη αποφασιστικού αποτελέσµατος, δεν συνηθιζόταν. Τα Σώµατα Στρατού και οι Μεραρχίες, σε όλες σχεδόν τις
επιχειρήσεις, διοικούσαν από την έναρξη της επιχείρησης µέχρι και το πέρας αυτής τις ίδιες δυνάµεις µε τις οποίες άρχισαν την επιχείρηση.

Η αναζήτηση του ασθενούς του αντιπάλου και η προσβολή του δια υπέρτερων δυνάµεων δεν είχαν εφαρµογή. Τέλος οι αρχές του πολέµου και
οι κανόνες των επιθετικών και αµυντικών επιχειρήσεων αγνοούνταν ή παραβιάζονταν. Η πολυδιάσπαση των δυνάµεων σε πολλούς σκοπούς
είχε ευρεία εφαρµογή, τόσο στην άµυνα όσο και στην επίθεση.

Το τελικό αποτέλεσµα των όσων αναφέρθηκαν ήταν ότι κατά την περίοδο των µεγάλων επιχειρήσεων του 1921 αλλά και κατά την τελική
µάχη του Αφιόν τον Αύγουστο του 1922, η Στρατιά Μικράς Ασίας ενεργούσε ασυντόνιστα. Η κάθε Μεραρχία έκανε την δική της µάχη, ή και
δεν συµµετείχε στην µάχη. Χαρακτηριστικό παράδειγµα αυτής της πρακτικής αποτελεί η µάχη του Τσαούς Τσιφλίκ – Υψώµατος 1799, δια της
οποίας διαρρήχθηκε η αριστερή πτέρυγα της οχυρωµένης τοποθεσίας της Κιουτάχειας. Στην πραγµατικότητα διεξήχθη µία κρίσιµης
σηµασίας µάχη διαρρήξεως µίας οχυρωµένης τοποθεσίας, χωρίς αυτό να έχει σχεδιαστεί σε επίπεδο Στρατιάς και Σωµάτων Στρατού, και ως
εκ τούτου δεν υπήρξε και η απαιτούµενη διεύθυνση της µάχης από τα δύο αυτά επίπεδα διοικήσεως. Τελικά η διάρρηξη της Τουρκικής
τοποθεσίας, υπήρξε αποτέλεσµα του ηρωικού αγώνα των Ιης και Vης Μεραρχιών, οι οποίες µολονότι ανήκαν στα Α’ και Β’ Σώµατα Στρατού
αντίστοιχα, µπόρεσαν να συντονιστούν µεταξύ τους, ενώ τα Σώµατα στα οποία ανήκαν δεν µπόρεσαν να συντονίσουν τις Μεραρχίες τους.

Μελετώντας επί σηµαντικό χρόνο τα συγγράµµατα της ΔΙΣ, τα αναφερόµενα στις µεγάλες επιθετικές επιχειρήσεις του 1921 αλλά και την
τελική µάχη του Αυγούστου του 1922 στο Αφιόν Καραχισάρ, έχω σχηµατίσει την πεποίθηση ότι η Στρατιά και τα Σώµατα Στρατού ασκούσαν
έναν αφ’ υψηλού και εκ του «µακρόθεν» έλεγχο των διεξαγόµενων επιχειρήσεων. Αυτό είχε ως αποτέλεσµα είτε να µη διαθέτουν πραγµατική
εικόνα για την διεξαγόµενη µάχη και ως εκ τούτου να µην είναι και σε θέση να την διευθύνουν, είτε να αγνοούν ακόµη και ότι διεξήχθη
κάποια σηµαντική µάχη. Χαρακτηριστικά παραδείγµατα αυτής της αναφοράς, που πιθανόν να ακούγεται υπερβολική, αλλά είχαν σηµαντική
έως κρίσιµη επιρροή στην διεξαγωγή των επιχειρήσεων, είναι τα εξής τρία:

1ο Παράδειγµα: Η Μάχη του Τσαούς Τσιφλίκ – Υψώµατος 1799.

https://belisarius21.wordpress.com/2018/01/04/%CE%B1%CE%AF%CF%84%CE%B9%CE%B1-%CF%84%CE%B7%CF%82-%CE%B1%CF%… 5/11
27/2/2019 Αίτια της Αποτυχίας και της Ήττας του Ελληνικού Στρατού κατά τη Μικρασιατική Εκστρατεία | Βελισάριος

Η Μάχη του Τσαούς Τσιφλίκ, 2 Ιουλίου 1921. Οι θέσεις των στρατηγείων του Β’ Σώµατος Στρατού και
της τουρκικής 4ης Οµάδας Μεραρχιών.

Το στρατηγείο του Β’ Σώµατος Στρατού στις 2 Ιουλίου 1921 ήταν εγκατεστηµένο στο χωριό Σάλκιοϊ, ήτοι σε απόσταση 35 χιλιοµέτρων σε
ευθεία γραµµή από το Τσαούς Τσιφλίκ. Αντίστοιχα το στρατηγείο της IVης Οµάδας Μεραρχιών του Τουρκικού Στρατού που είχε την ευθύνη
της άµυνας της τοποθεσίας Ακτσάλ Νταγ – ύψωµα 1799, βρισκόταν στο Τσερκουλέρ, ήτοι σε απόσταση 6 χιλιοµέτρων από το Τσαούς Τσιφλίκ.
Λόγω της µεγάλης απόστασης του στρατηγείου του Β’ Σώµατος Στρατού από τη γραµµή της µάχης, αλλά και της διακοπής της ενσύρµατης
επικοινωνίας µεταξύ αυτού και της Vης Μεραρχίας, το Σώµα µέχρι αργά το βράδυ της 2ας Ιουλίου δεν διέθετε εικόνα για τη διεξαγόµενη
στην περιοχή του Ακτσάλ Νταγ και του Τσαούς Τσιφλίκ µάχη, µε αποτέλεσµα να µην επέµβει δραστήρια για να κινητοποιήσει την
αδρανούσα ΧΙΙΙ Μεραρχία ώστε να µειωθεί η τεράστια πίεση που ασκούνταν στην Vη Μεραρχία από µία δύναµη τριών περίπου Τουρκικών
Μεραρχιών. Κατόπιν τούτων είναι εύλογο ότι ούτε και η Στρατιά διέθετε ακριβή ενηµέρωση για τον διεξαγόµενο αγώνα στο Τσαούς Τσιφλίκ,
µε αποτέλεσµα στο δελτίο στρατιωτικής κατάστασης που εξέδωσε το βράδυ της 2ας Ιουλίου, να αναφέρεται σε «σφοδρότατη Τουρκική
επίθεση κατά του Αφιόν Καραχισάρ», που αποκρούστηκε µε ορµητικές αντεπιθέσεις των εκεί Ελληνικών στρατευµάτων.

2ο Παράδειγµα: Η µάχη του Εσκή Σεχήρ της 8ης Ιουλίου 1921

https://belisarius21.wordpress.com/2018/01/04/%CE%B1%CE%AF%CF%84%CE%B9%CE%B1-%CF%84%CE%B7%CF%82-%CE%B1%CF%… 6/11
27/2/2019 Αίτια της Αποτυχίας και της Ήττας του Ελληνικού Στρατού κατά τη Μικρασιατική Εκστρατεία | Βελισάριος

Μάχη του Εσκή Σεχήρ, 8 Ιουλίου 1921

Μετά τη διάρρηξη της περί την Κιουτάχεια Τουρκικής αµυντικής τοποθεσίας στις 3 Ιουλίου 1921, ο Ελληνικός Στρατός «καταδίωξε» τον
Τουρκικό και στις 7 Ιουλίου κατέλαβε το Εσκή Σεχήρ, ενώ νότια είχε φθάσει προ του Σεϊντή Γαζή. Ο Τουρκικός Στρατός συµπτύχθηκε στην
γραµµή ανατολικά Εσκή Σεχήρ – Σεϊντή Γαζή. Η Τουρκική ηγεσία ανασχηµάτισε αµέσως ισχυρές εφεδρείες Μεραρχιών σε επίπεδο Οµάδων
Μεραρχιών και Στρατιάς και, διαπιστώνοντας ότι η Ελληνική καταδίωξη σκόπευσε στο κενό και ότι δεν κινδύνευε πλέον µε υπερκέραση η
αριστερή της πτέρυγα, αποφάσισε να δοκιµάσει και πάλι την τύχη των όπλων. Από το µεσηµέρι της 8ης Ιουλίου η Τουρκική Στρατιά επιτέθηκε
κατά της Ελληνικής Στρατιάς εφ’ ολοκλήρου του µετώπου της, προσαρµόζοντας την κυρία της προσπάθεια µεταξύ Ακ Μπουνάρ και Σουρπ
Εϋρέν, επιδιώκοντας να διαχωρίσει τις Ελληνικές δυνάµεις και σε περίπτωση επιτυχίας να υπερκεράσει την δεξιά τους πτέρυγα προς το
Τουµλού Μπουνάρ δια της Vης Οµάδας Μεραρχιών Ιππικού. Η Τουρκική επίθεση αντιµετωπίστηκε µε κατάλληλες ενέργειες των Ελληνικών
Μεραρχιών. Η υπόψη µάχη αποτελεί τη µεγαλύτερη µάχη που είχε διεξαχθεί µέχρι τότε στην Μικρά Ασία, Σε αυτή ενεπλάκησαν από την µεν
Ελληνική Στρατιά οι 8 από τις 11 Μεραρχίες της, από την δε Τουρκική Στρατιά όλες οι δυνάµεις της, δηλαδή 13 Μεραρχίες Πεζικού, 4
Μεραρχίες Ιππικού και 1 Ταξιαρχία Ιππικού. Η Στρατιά Μικράς Ασίας θα λάβει γνώση της µάχης και του νικηφόρου για τα Ελληνικά όπλα
αποτελέσµατος, αργά το βράδυ της 8ης Ιουλίου 1921. Στο σχεδιάγραµµα απεικονίζεται η διάταξη των αντιπάλων Στρατών λίγο πριν αρχίσει η
Τουρκική επίθεση της 8ης Ιουλίου1921 κατά των Ελληνικών δυνάµεων. Φαίνονται επίσης οι εγγύς του µετώπου θέσεις των Στρατηγείων των
Οµάδων Μεραρχιών και του Δυτικού Μετώπου.

3ο Παράδειγµα: Η Τουρκική επίθεση της 13ης Αυγούστου 1922 κατά της τοποθεσίας της εξέχουσας νότια του Αφιόν Καραχισάρ.

Κατά την διάρκεια της µάχης για την απόκρουση της µεγάλης Τουρκικής επίθεσης κατά της δεξιάς πτέρυγας της εξέχουσας του Αφιόν
Καραχισάρ, ο διοικητής του Α’ Σώµατος Στρατού Υποστράτηγος Νικόλαος Τρικούπης, ο οποίος είχε την ευθύνη της άµυνας της εξέχουσας,
ανέφερε στις 1610 της 13ης Αυγούστου προς τη Στρατιά Μικράς Ασίας (στη Σµύρνη) ότι ο εχθρός κατέβαλλε την κυρία του προσπάθεια στο
µέτωπο νότια του ποταµού Ακάρ και ειδικότερα από το δεξιό της IVης Μεραρχίας µέχρι τον υποτοµέα του Σινάν Πασά (που ανήκε στον τοµέα
της Ιης Μεραρχίας) ενώ στο υπόλοιπο µέτωπο επιζητούσε να καθηλώσει τις εκεί Ελληνικές δυνάµεις. Μετά την παρέλευση ελάχιστου χρόνου
και επειδή η Στρατιά απαγόρευσε την µετακίνηση της ΙΧης Μεραρχίας στην περιοχή του Αφιόν Καραρχισάρ, το Α’ Σώµα, µε νέο τηλεγράφηµά
του προς τη Στρατιά, της επεσήµαινε και πάλι ότι ο εχθρός καταβάλλει την κυρία του προσπάθεια στους τοµείς των Ιης και IVης Μεραρχιών
και ότι το Α’ Σώµα Στρατού στερούταν εφεδρικής δύναµης για να µπορέσει να αντιδράσει στην ισχυρή πίεση που ασκούσε ο εχθρός στις Ιη και
IVη Μεραρχίες. Μετά παρέλευση περισσοτέρων των τριών ωρών, για την ακρίβεια στις 1930, ο ευρισκόµενος στη Σµύρνη —400 χιλιόµετρα
µακριά από την γραµµή της µάχης— Αρχιστράτηγος Χατζανέστης, µε διαταγή που εξέδωσε, απέρριπτε την εκτίµηση του Α’ Σώµατος
Στρατού αναφορικά µε τον χώρο που ο εχθρός κατέβαλλε την κυρία του προσπάθεια, λέγοντας τα εξής αµίµητα: Α) Ο εχθρός δεν εξεδήλωσε
εισέτι τον τοµέα προς τον οποίο προτίθεται να στρέψει την κυρία του προσπάθεια. Β) Η Στρατιά, µη διατεθειµένη να υποστεί την
πρωτοβουλία του εχθρού, θα αναλάβει επίθεση, της οποίας µόνο η σφοδρότης δύναται επί τόσο ευρέως µετώπου να συντρίψει την θέληση του
εχθρού. Από τα παραπάνω είναι προφανές ότι ενώ η άµυνα της εξέχουσας κατέρρεε, ο Αρχιστράτηγος αρνιόταν να δεχθεί της εκτίµηση του
επί τόπου ευρισκόµενου υπεύθυνου επιχειρησιακού διοικητή και «οραµατιζόταν» µία αντεπίθεση εκτός της τοποθεσίας, που βασική
προϋπόθεση για την εκτέλεσή της ήταν η τοποθεσία να παραµείνει αρραγής – πράγµα που δεν συνέβαινε.

Συµπέρασµα: ως αποτέλεσµα των όσων µέχρι τώρα αναφέρθηκαν, η Στρατιά Μικράς Ασίας ήταν συστηµατικά πιο αργή από τον Τουρκικό
Στρατό. Αντιλαµβανόταν πιο αργά, αποφάσιζε αργά, διέτασσε πιο αργά και ως εκ τούτου κινούταν και ενεργούσε πιο αργά από τις Τουρκικές
δυνάµεις. Και βασική αιτία αυτής της κατάστασης θεωρώ ότι ήταν οι επικρατούσες αντιλήψεις αναφορικά µε την διεύθυνση των

https://belisarius21.wordpress.com/2018/01/04/%CE%B1%CE%AF%CF%84%CE%B9%CE%B1-%CF%84%CE%B7%CF%82-%CE%B1%CF%… 7/11
27/2/2019 Αίτια της Αποτυχίας και της Ήττας του Ελληνικού Στρατού κατά τη Μικρασιατική Εκστρατεία | Βελισάριος

επιχειρήσεων, αλλά και οι διανοητικές δυνατότητες των µετά την πολιτική µεταβολή της 1ης Νοεµβρίου 1920, ηγεσιών της Στρατιάς Μικράς
Ασίας και των λοιπών Μεγάλων Μονάδων.

Ο Τουρκικός Στρατός, σε αντιδιαστολή µε τον Ελληνικό, ακολουθούσε το γερµανικό πρότυπο διεξαγωγής των επιχειρήσεων. Σύµφωνα µε
αυτό, το πεδίο της µάχης είναι απρόβλεπτο και µόνο η ανάπτυξη πρωτοβουλίας από το ανώτατο µέχρι το κατώτερο κλιµάκιο της διοικήσεως
µπορεί να οδηγήσει στην νίκη. Βασικά στοιχεία αυτού του προτύπου είναι τα εξής: 1ο) Η ενθάρρυνση των υφισταµένων να αναπτύσσουν
πρωτοβουλία, αναλαµβάνοντας ένα λελογισµένο ρίσκο. 2ο) Ο υφιστάµενος αποφασίζει ο ίδιος το πώς θα εκτελέσει την αποστολή του και το
πώς θα αντιδράσει στις µεταβολές της τακτικής κατάστασης, πάντοτε όµως στο πλαίσιο των προθέσεων, της αποστολής και του σχεδίου του
προϊσταµένου του. 3ο) Η σχεδίαση και η δηµιουργία δυνατοτήτων αφ’ ενός για άµεση αντίδραση στις απειλές ή ευκαιρίες που παρουσιάζονται
στο «ρευστό» πεδίο της µάχης και αφ’ ετέρου για την απόκτηση υπεροχής ισχύος σε συγκεκριµένο χώρο και χρόνο, µε σκοπό την διεξαγωγή
αποφασιστικής µάχης προς επίτευξη οριστικού αποτελέσµατος. και 4ο) Η εκ του σύνεγγυς διεύθυνση των επιχειρήσεων από το στρατηγικό
επίπεδο µέχρι και το τελευταίο Τάγµα.

Με βάση τις παραπάνω αρχές ο Τουρκικός Στρατός σε όλες τις µεγάλες επιχειρήσεις της Μικρασιατικής εκστρατείας φαίνεται να επιχειρεί
κάτω από τις εξής συνθήκες:

Α. Στο στρατηγικό επίπεδο υπάρχει ο Κεµάλ ο οποίος αφ’ ενός τηρείται διαρκώς ενήµερος επί των διεξαγόµενων επιχειρήσεων και επεµβαίνει
στη διεξαγωγή τους µε την έκφραση γνώµης και αντιλήψεων —όχι διαταγής— προς τον επιχειρησιακό διοικητή και αφ’ ετέρου είναι αυτός που
παίρνει τις σηµαντικές αποφάσεις, όπως η υποχώρηση από την περιοχή της Κιουτάχειας και η σύµπτυξη πίσω από τον Σαγγάριο,
— «Εκκενώσατε το Εσκή Σεχήρ. Δώσατε διαταγάς να υποχωρήσωσι καθ’ όλην την γραµµήν. Υποχωρήσατε 300 χιλιόµετρα µέχρι του Σαγγάριου
και ετοιµάσατε νέας θέσεις προς κάλυψιν της Άγκυρας». Ενδιάµεσος αλλά αποφασιστικός κρίκος µεταξύ του στρατηγικού και του
επιχειρησιακού επιπέδου είναι ο Γενικός Επιτελάρχης Φεβζή Πασάς, που και αυτός τηρείται διαρκώς ενήµερος επί των διεξαγόµενων
επιχειρήσεων και επεµβαίνει προς τον επιχειρησιακό διοικητή, είτε µε διαταγές είτε µε την έκφραση γνώµης, όπως στις 5 Ιουλίου 1921, όταν
λέει στον επιχειρησιακό διοικητή ότι «θα ήταν λίαν ευνοϊκή µία επίθεση, που θα εκτελούταν την 6η Ιουλίου κατά εχθρικού όγκου πέντε έως έξι
Μεραρχιών των οποίων το κύριο σώµα δοκιµάστηκε σοβαρά προς νότο», εννοώντας τον αγώνα που διεξήχθη στο Τσαούς Τσιφλίκ και το ύψωµα
1799. Στο επιχειρησιακό επίπεδο βρίσκεται ο διοικητής του Δυτικού Μετώπου Ισµέτ πασάς, που έχει και την κύρια ευθύνη για τη διεξαγωγή
των επιχειρήσεων. Εκτελεί τις διαταγές του στρατηγικού διοικητή και του γενικού επιτελάρχη και λαµβάνει υπόψη του τις γνώµες και
αντιλήψεις του στρατηγικού επιπέδου. Θα αποδεχθεί την γνώµη του γενικού επιτελάρχη για την εκτέλεση επίθεσης στις 6 Ιουλίου, αλλά η
εξέλιξη της κατάστασης θα του επιτρέψει να επιτεθεί µετά από δύο ηµέρες. Ή, θα αναφέρει στον γενικό επιτελάρχη: «Είµαι διατεθειµένος να
δεχθώ επιθετικές και αµυντικές αποφασιστικές µάχες, που θα εκδηλωθούν στην περιοχή της Κιουτάχειας, εφόσον ο αριθµός των µονάδων θα
είναι ίσος».

Β. Η Τουρκική ανώτατη ηγεσία είναι συνεχώς παρούσα, νοητικά και πολλές φορές φυσικά, στη διεξαγόµενη µάχη. Τηρείται συνεχώς ενήµερη επί
της διεξαγωγής των επιχειρήσεων και επεµβαίνει, είτε µε διαταγές, είτε µε την έκφραση γνώµης και αντιλήψεων. Σε κάθε περίπτωση
επικοινωνεί κατά τη µάχη µε τον επιχειρησιακό διοικητή αλλά και τους διοικητές των Οµάδων Μεραρχιών (που µετά τον Σαγγάριο
µετεξελίχθηκαν σε Σώµατα Στρατού), που ενεργούν τόσο στο επιχειρησιακό επίπεδο όσο και το τακτικό επίπεδο. Η διεύθυνση των
επιχειρήσεων από τον επιχειρησιακό διοικητή, τους διοικητές των Οµάδων Μεραρχιών, µέχρι και το τελευταίο Τάγµα είναι συνεχής και
ασκείται από πολύ προωθηµένες θέσεις, ώστε να αντιµετωπίζονται άµεσα οι δυσχερείς καταστάσεις και να γίνεται ταχεία εκµετάλλευση των
παρουσιαζοµένων ευκαιριών. Όταν κρίνεται αναγκαίο, µεταβαίνουν µπροστά τόσο ο αρχιστράτηγος Κεµάλ, όσο και ο γενικός επιτελάρχης
Φεβζή. Στα δύο σχεδιαγράµµατα που ακολουθούν, παρουσιάζονται οι θέσεις των στρατηγείων των Τουρκικών Στρατιών κατά τις επιχειρήσεις
του Μαρτίου 1921 και του Αυγούστου 1922.

Επιχειρήσεις Μαρτίου 1921 προς Εσκή Σεχήρ. Οι θέσεις των στρατηγείων των αντιπάλων.

Κατά τις επιχειρήσεις του Μαρτίου του 1921 το Στρατηγείο του Δυτικού Μετώπου υπό τον Ισµέτ πασά βρίσκεται στο χωριό Ιν Εϋνού, 5
χιλιόµετρα από την γραµµή του πυρός. Του Παπούλα στην Προύσα και του Γ’ Σώµατος Στρατού στο Παζαρτζίκ. Τον διοικητή της Χης
Μεραρχίας τον έψαχναν 5 αγγελιοφόροι του 28ου Συντάγµατος.

https://belisarius21.wordpress.com/2018/01/04/%CE%B1%CE%AF%CF%84%CE%B9%CE%B1-%CF%84%CE%B7%CF%82-%CE%B1%CF%… 8/11
27/2/2019 Αίτια της Αποτυχίας και της Ήττας του Ελληνικού Στρατού κατά τη Μικρασιατική Εκστρατεία | Βελισάριος

Οι θέσεις των στρατηγείων των αντιπάλων κατά την περίοδο Σεπτεµβρίου 1921 – Αυγούστου 1

Μετά το πέρας των θερινών επιχειρήσεων του 1921 και την επιστροφή από τον Σαγγάριο, το Στρατηγείο της Στρατιάς µετακινήθηκε αµέσως
στην ζεστή αγκαλιά της Σµύρνης, πριν καν προλάβουν οι Μεραρχίες να εγκατασταθούν στις τελικές τους θέσεις. Από την άλλη πλευρά το
Στρατηγείο του Ισµέτ εγκαταστάθηκε στο Ακ Σεχήρ και των 1ης και 2ης Στρατιών στο Τσάι και το Μπουλαβαντί.

Από την Ελληνική Στρατιά, εντός της πόλης του Αφιόν, σε απόσταση έξι µόλις χιλιοµέτρων από την αµυντική γραµµή, εγκαταστάθηκαν τα
Στρατηγεία του Α’ Σώµατος Στρατού και της IVης Μεραρχίας, οι µονάδες που τα εξυπηρετούσαν, καθώς επίσης και ένα τεράστιο πλήθος
βοηθητικών σχηµατισµών του Α’ Σώµατος Στρατού και της IVης Μεραρχίας. Αυτό όµως δεν έγινε για λόγους επιχειρησιακούς, δηλαδή
αποτελεσµατικότερης διεύθυνσης των µελλοντικών επιχειρήσεων, αλλά αποκλειστικά και µόνο για λόγους ευκολίας. Το γεγονός τούτο, θα
προκαλέσει κατά την απαγκίστρωση από την τοποθεσία της εξέχουσας στις 14 Αυγούστου 1922, τροµακτικά προβλήµατα στην µετακίνηση
των µονάδων στις νέες τους θέσεις και θα αποτελέσει την αιτία ανάµιξης των Μονάδων µε τους βοηθητικούς σχηµατισµούς. [Σηµείωση: Και
αν αυτό προκαλεί εύλογες απορίες για το τότε, µην πιστεύετε ότι κάτι άλλαξε σήµερα!]

Γ. Η Τουρκική ηγεσία σε όλες τις µεγάλες επιχειρήσεις επιδίωκε συνεχώς να διαθέτει δυνατότητες για να αντιµετωπίζει δυσχερείς καταστάσεις
ή για να εκµεταλλεύεται παρουσιαζόµενες ευκαιρίες. Τούτο το επιτυγχάνει πρώτο µε την συνεχή ανακατανοµή των δυνάµεων των
υφισταµένων διοικήσεων, δεύτερο µε την προώθηση νωπών δυνάµεων προς τους τοµείς ενδιαφέροντος και τρίτο µε την κλιµάκωση των
δυνάµεων της σε βάθος. Για την τρίτη περίπτωση θα αναφερθούµε στην συνέχεια.

Δ. Η διοίκηση του Τουρκικού Στρατού θα επιδιώκει µεθοδικά —κατά τις επιχειρήσεις του 1921 και 1922— την εκτέλεση µίας αποφασιστικής
µάχης, που θα αποβλέπει στην προσβολή µε υπέρτερη ισχύ του ασθενούς της Ελληνικής Στρατιάς, προκειµένου να την αποκόψει —είτε
συνολικά, είτε ένα µέρος της— από τις συγκοινωνίες της και να την συντρίψει. Δυστυχώς και η Ελληνική Στρατιά, επανειληµµένα επέδειξε
απερισκεψία, ή και ανευθυνότητα, ενεργώντας ή τοποθετούµενη έκκεντρα ως προς τις συγκοινωνίες της. Χαρακτηριστικότερο παράδειγµα
αυτής της πρακτικής απετέλεσε η αµυντική τοποθεσία που επελέγη για την κάλυψη του κόµβου συγκοινωνιών του Αφιόν Καραχισάρ. Η
τοποθεσία αφ’ ενός δεν διέθετε φυσική ισχύ και στερούταν βάθους και αφ’ ετέρου οι συγκοινωνίες της έβαιναν παράλληλα και εγγύς της
γραµµής άµυνας, πράγµα που ενείχε τον κίνδυνο διακοπής τους µε ένα απλό πλήγµα, όπως και συνέβη κατά την Τουρκική επίθεση της
13ης Αυγούστου 1922. Μετά την διάρρηξη της τοποθεσίας στις 14 Αυγούστου, η κύρια δύναµη των Α’ και Β’ Σωµάτων Στρατού συµπτύχθηκε
προς τα δυτικά, κινούµενη όµως βόρεια της σιδηροδροµικής γραµµής Αφιόν Καραχισάρ-Σµύρνης —που αποτελούσε και την βασική γραµµή
συγκοινωνιών προς την Σµύρνη— και µη επισπεύδοντας την κίνησή της ώστε να τοποθετηθεί κάθετα επί της σιδηροδροµικής γραµµής.
Τελικά η δύναµη αυτή θα απορριφθεί στις 17 Αυγούστου 1922 στην κοιλάδα Σάλκιοϊ – Αλή Βεράν και θα καταστραφεί. Στα τρία
σχεδιαγράµµατα που ακολουθούν, παρουσιάζεται η εξέλιξη της τραγικής εκείνης κατάστασης:

Η στρατηγική κατάσταση κατά τη νύκτα της 14ης προς 15η Αυγούστου 1922.

Στο σχεδιάγραµµα απεικονίζεται η διάταξη των αντιπάλων δυνάµεων τη νύκτα της 14ης Αυγούστου 1922. Η αµυντική τοποθεσία της
εξέχουσας νότια του Αφιόν είχε διαρρηχθεί, ο διοικητής του Α’ Σώµατος Στρατού Υποστράτηγος Τρικούπης είχε διατάξει απαγκίστρωση εν
ηµέρα και µε τις δυνάµεις του σε επαφή µε τον εχθρό. Κατά την απαγκίστρωση επικράτησε σύγχυση, χάθηκε ο έλεγχος, διακόπηκε η
επικοινωνία του Α’ Σώµατος µε τις Ιη και VIIη Μεραρχίες, οι οποίες υπό την πίεση των ραγδαίων γεγονότων δεν µπόρεσαν να καταλάβουν
την γραµµή που τους καθορίστηκε. Διακόπτεται επίσης η επικοινωνία του Τρικούπη και µε τη Στρατιά στη Σµύρνη. Η τελευταία διαταγή που
έλαβε ήταν να διεκδικήσει το έδαφος µέχρι την Σµύρνη βήµα – βήµα. Το µεγαλύτερο µέρος της 1ης Τουρκικής Στρατιάς έχει κατέλθει στην
πεδιάδα του Μπαλ Μαχµούτ και βρίσκεται στο δεξιό πλευρό των Μεραρχιών των Α’ και Β’ Σωµάτων Στρατού. Οι Vη, ΙΧη, ΧΙΙη και ΧΙΙΙη
Ελληνικές Μεραρχίες είναι ανέπαφες, βρίσκονται βόρεια της σιδηροδροµικής γραµµής, και αν την εποµένη ηµέρα δεν «τρέξουν», κινδυνεύουν
να βρεθούν εκτός γραµµών συγκοινωνιών, πράγµα που σηµαίνει καταστροφή.
https://belisarius21.wordpress.com/2018/01/04/%CE%B1%CE%AF%CF%84%CE%B9%CE%B1-%CF%84%CE%B7%CF%82-%CE%B1%CF%… 9/11
27/2/2019 Αίτια της Αποτυχίας και της Ήττας του Ελληνικού Στρατού κατά τη Μικρασιατική Εκστρατεία | Βελισάριος

Η στρατηγική κατάσταση κατά τη νύκτ

Στο σχεδιάγραµµα παρουσιάζεται η κατάσταση κατά τη νύκτα της 15ης Αυγούστου, η οποία πλέον διαγραφόταν ζοφερά και πλήρης
κινδύνων. Η Τουρκική ηγεσία αντιλαµβανόµενη πλήρως τη δυσχερή κατάσταση στην οποία βρισκόταν ο Ελληνικός Στρατός, πίεσε ισχυρά τις
ήδη καταπονηµένες Iη και VIIη προς το Τουµλού Μπουνάρ και παράλληλα ώθησε άλλες δυνάµεις προς τα βόρεια ώστε να εµποδίσει την
συνένωση των Ελληνικών δυνάµεων. Η IVη Μεραρχία είχε διαλυθεί πριν καν ξεκινήσει η ηµέρα. Ο στρατηγός Τρικούπης υπακούοντας κατά
γράµµα στη διαταγή του διοικητή της Στρατιάς Χατζανέστη που βρισκόταν στη Σµύρνη και µε τον οποίο δεν διέθετε πλέον καµία επικοινωνία
και επαφή, µετακίνησε προς τα δυτικά τις 4 ανέπαφες ακόµη Μεραρχίες του, µόνο κατά 10 µόνο χιλιόµετρα, µολονότι υπήρχε χρόνος, αν όχι
να εισέλθουν, τουλάχιστον να πλησιάσουν την τοποθεσία του Τουµλού Μπουνάρ. Οι Ελληνικές Μεραρχίες συνέχιζαν να βρίσκονται βόρεια
της σιδηροδροµικής γραµµής και εποµένως δεν διέθεταν συγκοινωνίες. Ο σύνδεσµος µε τις Ιη και VIIη Μεραρχίες δεν είχε αποκατασταθεί,
όπως µπορούσε και έπρεπε να γίνει. Η ενηµέρωση του Τρικούπη από τον διοικητή της ΙΧης Μεραρχίας περί συµπτύξεως των Ιης και VIIης
Μεραρχιών στην τοποθεσία του Τουµλού Μπουνάρ την νύκτα και οι επίµονες προτάσεις του για συνέχιση της κίνησης προς τα δυτικά
αγνοήθηκαν. Το απόγευµα της 15ης Αυγούστου, οι Ιη και VIIη Μεραρχίες, αντιµετωπίζοντας τον κίνδυνο να υπερκεραστούν από νότο,
υποχώρησαν στο Τουµλού Μπουνάρ, µε αποτέλεσµα να παρεµβληθούν ισχυρές Τουρκικές δυνάµεις ανάµεσα σε αυτές και την οµάδα
Τρικούπη. Οι Ελληνικές δυνάµεις είχαν πλέον διασπαστεί σε δύο οµάδες που δεν διέθεταν σύνδεσµο και επικοινωνία και ήταν ως εκ τούτου
αδύνατο να συντονίσουν τις ενέργειές τους.

Μάχη Χαµούρκιοϊ – Ιλµπουλάκ, 16 Αυγούστου 1922 – η απέλπιδα

Στο σχεδιάγραµµα απεικονίζεται η απεγνωσµένη µάχη που έδωσαν στις 16 Αυγούστου οι υπό τον Τρικούπη Ελληνικές Μεραρχίες για να
φθάσουν στην οχυρωµένη τοποθεσία του Τουµλού Μπουνάρ. Η Οµάδα Τρικούπη θα πλησιάσει την σωτηρία, αλλά ο Τουρκικός στρατός δεν
θα της επιτρέψει να τη γευτεί. Σε αυτό, πέρα από τις αδυναµίες του Τρικούπη, βοήθησε και η εγκατάλειψη της οχυρωµένης τοποθεσίας του
Τουµλού Μπουνάρ από την οµάδα Φράγκου, εξ αιτίας της εγκατάλειψης των οχυρών θέσεων του Τουκλού Τεπέ και του Άϊρ Ολούκ από το 1/38
Σύνταγµα Ευζώνων και το 4ο Σύνταγµα Πεζικού, επί τη θέα και µόνο των Τούρκων. Το τελικό και οδυνηρό αποτέλεσµα θα γραφεί την
εποµένη στην κοιλάδα Σάλκιοϊ – Αλή Βεράν.
1.2.β. Η κλιμάκωση των Μονάδων σε βάθος στις επιθετικές και στις αμυντικές επιχειρήσεις
Η κλιµάκωση των δυνάµεων σε βάθος αποτελεί βασικό κανόνα των επιθετικών και αµυντικών επιχειρήσεων. Όµως, κατά ένα παράδοξο
τρόπο, η Στρατιά Μικράς Ασίας, τα Σώµατα Στρατού και οι Μεραρχίες κάποιες φορές, στη διάρκεια των µεγάλων επιθετικών επιχειρήσεων
του 1921 ενεργούσαν χωρίς να διαθέτουν εφεδρεία. Ακολουθούσαν δηλαδή την ίδια ακριβώς τακτική µε αυτή των Βαλκανικών Πολέµων. Εκεί
είχαν µείνει. Αυτό είχε ως αποτέλεσµα να µείνουν ανεκµετάλλευτες όλες οι διαρρήξεις της εχθρικής άµυνας που πέτυχαν οι Μεραρχίες στις
επιθετικές επιχειρήσεις της εκστρατείας.

Η ίδια πρακτική ακολουθήθηκε και στη σχεδίαση της άµυνας της εξέχουσας του Αφιόν Καραχισάρ. Μολονότι για πρώτη φορά είχε
προβλεφθεί γενική εφεδρεία της Στρατιάς υπό το Β’ Σώµα Στρατού, αποτελούµενη από τις Μεραρχίες VIIη, ΙΧη και ΧΙΙΙη, αυτή είχε ως
αποστολή την εκτέλεση αντεπιθέσεως εκτός της τοποθεσίας, προς τα πλευρά και τα νώτα του εχθρού και όχι την αποκατάσταση της
τοποθεσίας σε περίπτωση διάρρηξης. Το Α’ Σώµα Στρατού, που µε τέσσερις Μεραρχίες είχε την ευθύνη της άµυνας της εξέχουσας επί
µετώπου 180 χιλιοµέτρων, διέθετε ως εφεδρεία µόνο το 5/42 Σύνταγµα Ευζώνων, µε αποτέλεσµα να µη µπορεί να αντιδράσει αποτελεσµατικά
σε περίπτωση διάρρηξης της τοποθεσίας του. Φαίνεται ότι οι ανώτατες διοικήσεις της Στρατιάς και των Σωµάτων Στρατού αισθάνονταν
ασφαλείς µε την αλόγιστη εγκατάσταση των δυνάµεων και στα 180 χιλιόµετρα της αµυντικής τοποθεσίας της εξέχουσας και όχι µε την
ύπαρξη ισχυρών εφεδρειών επιπέδου Μεραρχίας. Στις αρχές Ιουνίου του 1922, ο νέος Υπαρχηγός του επιτελείου της Στρατιάς,
Συνταγµατάρχης Πάσσαρης Μιχαήλ, πρότεινε τη µείωση των επί της τοποθεσίας του Εσκή Σεχήρ αναπτυγµένων δυνάµεων καθώς και την

https://belisarius21.wordpress.com/2018/01/04/%CE%B1%CE%AF%CF%84%CE%B9%CE%B1-%CF%84%CE%B7%CF%82-%CE%B1%CF… 10/11
27/2/2019 Αίτια της Αποτυχίας και της Ήττας του Ελληνικού Στρατού κατά τη Μικρασιατική Εκστρατεία | Βελισάριος
απόσυρση της ΙΙας Μεραρχίας από τον τοµέα του Ουσάκ, προκειµένου οι Μεραρχίες της γενικής εφεδρείας να αυξηθούν σε έξι. Και λίγα
πρότεινε. Οι προτάσεις του πετάχτηκαν στα άχρηστα από τον Αρχιστράτηγο Χατζανέστη και τον επιτελάρχη της Στρατιάς Υποστράτηγο
Βαλέτα, µε το αιτιολογικό ότι ο προτείνων «δεν γνώριζε τις νέες µεθόδους διεξαγωγής των επιχειρήσεων».

Προτάσεις Συνταγµατάρχη Πάσσαρη Μ. για την ενίσχυση της Γενικής Εφεδρείας

Στο σχεδιάγραµµα φαίνονται οι θέσεις συγκέντρωσης των Μεραρχιών ΙΙας, Χης και ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ (-), οι οποίες σύµφωνα µε τις προτάσεις
του Συνταγµατάρχη Πάσσαρη µπορούσαν να αποσυρθούν από την τοποθεσία και να µεταφερθούν στην εφεδρεία. Υπόψη ότι η Χη Μεραρχία
είχε την ευθύνη του τοµέα ανατολικά του Εσκή Σεχήρ και η ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ Μεραρχία του τοµέα µεταξύ Σεϊντή Γαζή και Ακ Ιν. Το βασικό
επιχείρηµα των προτάσεων του Συνταγµατάρχη Πάσσαρη για την απόσυρση των τριών Μεραρχιών από την αµυντική τοποθεσία ήταν ότι στο
µέτωπο του Εσκή Σεχήρ και σε αυτό από το Αιγαίο µέχρι το Τουµλού Μπουνάρ —για αντικειµενικούς λόγους— δεν µπορούσε να εκδηλωθεί
µεγάλης κλίµακας Τουρκική επιθετική ενέργεια. Ουσιαστικά ο Υπαρχηγός του επιτελείου πρότεινε να ανακτήσει η Στρατιά µέρος των
στρατηγικών δυνατοτήτων της ώστε να µπορεί να αντιδράσει αποτελεσµατικά σε µείζονα απειλή.

Πλέον των παραπάνω, στο σχεδιάγραµµα φαίνεται και η διάταξη των δυνάµεων του Δυτικού Μετώπου στις 31 Ιουλίου 1922, λίγες ηµέρες πριν
την Τουρκική επίθεση κατά της δεξιάς πτέρυγας της εξέχουσας του Αφιόν Καραχισάρ. Μπορούµε να δούµε ότι το µεγαλύτερο µέρος της
δύναµης του Τουρκικού Στρατού ήταν διατεταγµένο έναντι της αριστερής πτέρυγας της εξέχουσας.

Ο Τουρκικός Στρατός

Ο Τουρκικός Στρατός σε όλες τις επιχειρήσεις που διεξήχθησαν κατά την Μικρασιατική Εκστρατεία είχε τις δυνάµεις του κλιµακωµένες σε
βάθος. Αυτό του επέτρεπε να µεταφέρει ταχέως τις δυνάµεις του προς τις περιοχές ενδιαφέροντος, ώστε αποκτώντας υπεροχή ισχύος να
µπορεί είτε να αντιµετωπίσει δυσχερείς καταστάσεις, είτε να αναλάβει την εκτέλεση επιθετικών ενεργειών. Στα παρακάτω τρία
παραδείγµατα που παρουσιάζονται και σε αντίστοιχα σχεδιαγράµµατα, καθίστανται προφανή τα ως άνω αναφερόµενα.

1ο Παράδειγµα: Επιθετικές επιχειρήσεις Μαρτίου 1921 προς το Εσκή Σεχήρ – Ενίσχυση Τουρκικού Δυτικού Μετώπου µε δυνάµεις από άλλες
περιοχές.

Επιχειρήσεις Μαρτίου 1921 προς Εσκή Σεχήρ – Ενίσχυση Δυτικού Μετώπου.


https://belisarius21.wordpress.com/2018/01/04/%CE%B1%CE%AF%CF%84%CE%B9%CE%B1-%CF%84%CE%B7%CF%82-%CE%B1%CF… 11/11

You might also like