You are on page 1of 107

ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ


ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

΢ΤΝΣΟΜΟΓΡΑΥΙΕ΢ ...................................................5
ΠΡΟΛΟΓΟ΢ ...............................................................6
ΕΙ΢ΑΓΨΓΗ .............................................................. 10

ΜΕΡΟ΢ ΠΡΨΣΟ
Η ΠΡΟΕΣΟΙΜΑ΢ΙΑ ΚΑΙ Η ΕΚΥΟΡΑ
ΣΟΤ ΝΕΚΡΟΤ, Η ΝΕΚΡΨ΢ΙΜΗ ΑΚΟΛΟΤΘΙΑ
ΚΑΙ Ο ΕΝΣΑΥΙΑ΢ΜΟ΢ ΣΟΤ

Κεφάλαιο 1ο
Η προετοιμασῈα του νεκρού ....................................... 14
Κεφάλαιο 2ο
Η εκφορά του νεκρού ................................................ 23
Κεφάλαιο 3ο
Η Νεκρώσιμη ΑκολουθῈα ........................................... 27
3.1 Γενικά στοιχεῈα ................................................ 27
3.2 Νεκρώσιμη ΑκολουθῈα σε Μοναχούς ..................... 30
3.3 Νεκρώσιμη ΑκολουθῈα σε ΙερεῈς .......................... 32
3.4 Νεκρώσιμη ΑκολουθῈα σε κοσμικούς άνδρες .......... 34
3.5 Νεκρώσιμη ΑκολουθῈα σε νήπια ........................... 34
Κεφάλαιο 4ο
Ο Ενταφιασμός στο Κοιμητήριο .................................. 36
Κεφάλαιο 5ο
Σα Ιερά Μνημόσυνα και η ωφᾸλειά τους ....................... 41
5.1 Γενικά περῈ Μνημοσύνων ................................... 41
5.2 ΜαρτυρῈες από την Παλαιά Διαθήκη ..................... 42
5.3 ΜαρτυρῈες από την Καινή Διαθήκη ....................... 44
5.4 ΜαρτυρῈες από τους ΠατᾸρες της ΕκκλησῈας .......... 44
5.5 ΜαρτυρῈες από τις ΘεῈες ΛειτουργῈες ................... 46
5.6 Φρόνος τᾸλεσης των Ιερών Μνημοσύνων ................ 47
5.7 Πότε δεν τελούνται Ιερά Μνημόσυνα .................... 50
5.8 Η ωφᾸλεια από τα Ιερά Μνημόσυνα ..................... 51
5.9 Σο Σρισάγιο .................................................... 53

ΜΕΡΟ΢ ΔΕΤΣΕΡΟ
Η ΑΘΑΝΑ΢ΙΑ ΣΗ΢ ΧΤΦΗ΢, Η ΣΕΛΙΚΗ ΚΡΙ΢Η
ΚΑΙ Η ΑΝΑ΢ΣΑ΢Η ΣΨΝ ΝΕΚΡΨΝ
ΚΑΣΑ ΣΗΝ ΑΓΙΑ ΓΡΑΥΗ & ΣΟΤ΢ ΠΑΣΕΡΕ΢
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

Κεφάλαιο 1ο
Η αθανασῈα της ψυχής κατά την αρχαῈα Ελλ. ΥιλοσοφῈα .. 55
Κεφάλαιο 2ο
ΜᾸλλουσα ΚρῈση & ανάσταση των νεκρών από τα βιβλῈα της
Παλαιάς Διαθήκης .................................................... 58
Κεφάλαιο 3ο
Η ΑθανασῈα της ψυχής και η ανάσταση των νεκρών κατά την
Φριστιανική διδασκαλῈα ............................................ 60

Κεφάλαιο 4ο
Η μᾸλλουσα ΚρῈση, μᾸσα από το ΢ύμβολο της ΠῈστεως .... 68
Κεφάλαιο 5ο
Σόπος κατοικῈας των ψυχών πριν από την τελική ΚρῈση ... 71
5.1 Η κατοικῈα των ΑγῈων & των ΔικαῈων ................... 71
5.2 Η κατοικῈα των αμαρτωλών ................................ 72

ΜΕΡΟ΢ ΣΡΙΣΟ
Η ΚΟΙΝΨΝΙΚΗ ΔΙΑ΢ΣΑ΢Η
ΣΟΤ ΜΤ΢ΣΗΡΙΟΤ ΣΟΤ ΘΑΝΑΣΟΤ

Κεφάλαιο 1ο
Ο φόβος του θανάτου ................................................ 77
Κεφάλαιο 2ο
Ο θάνατος των αγαπημᾸνων μας προσώπων .................. 79
Κεφάλαιο 3ο
Σο πᾸνθος και οι κοινωνικᾸς διαστάσεις του .................. 84
3.1 Σο πᾸνθος των συζύγων ..................................... 84
3.2 Σο πᾸνθος από το θάνατο των νηπῈων, των παιδιών
και των νᾸων .................................................... 86
3.3 Ελεημοσύνες, αγαθοεργῈες & νεκρικά δεῈπνα ......... 90

ΑΝΣΙ ΕΠΙΛΟΓΟΤ ...................................................... 93


ΜΟΤ΢ΙΚΟ ΠΑΡΑΡΣΗΜΑ ........................................... 98
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΥΙΑ ..................................................... 101
ΕΤΡΕΣΗΡΙΟ ........................................................... 108
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

PG: Patrologia Graeca, Ᾰκδοση J. P. Migne,


Paris 1857-1912
ΕΠΕ: Έλληνες ΠατᾸρες της ΕκκλησῈας, Ᾰκδ.
Γρηγόριος Παλαμάς, ΘεσσαλονῈκη 2002
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

ΕῈναι αλήθεια ότι περῈ του θανάτου λῈγοι θᾸλουν να μι-


λούν. Οι περισσότεροι προσπαθούν να κάνουν οτιδήποτε για
να τον ξεχάσουν. Όμως ο θάνατος εῈναι μια πραγματικότητα,
που κανᾸνας δεν μπορεῈ να αποφύγει. Θα Ᾰρθει εκεῈνη η
στιγμή όπου ο καθᾸνας ανάλογα με τα πεπραγμᾸνα του πάνω
στη γη, θα παραδώσει την ψυχή του εῈτε στο Θεό, εῈτε στο
διάβολο.
Με τη Νεκρώσιμη ΑκολουθῈα, τα Μνημόσυνα και τις
ΕυχᾸς υπᾸρ των κεκοιμημᾸνων, μεριμνά η ΕκκλησῈα μας για
όλους εμάς μετά την Ᾰξοδό μας απ' αυτόν τον κόσμο. Ενώ ε-
μεῈς, πλημμυρισμᾸνοι από θλῈψη, προσφᾸρουμε στους νεκρούς
αδελφούς μας τις τελευταῈες φροντῈδες πριν από τον ενταφι-
ασμό τους.
ΥροντῈδες στενά συνδεδεμᾸνες με τις ψυχικᾸς μας ανά-
γκες οι οποῈες φανερώνουν μια μακρά εκκλησιαστική παρά-
δοση, αλλά και τον σεβασμό και την τιμή προς την ιερότητα
του σώματος, το οποῈο υπήρξε ναός του ΑγῈου Πνεύματος.
H άλειψη του νεκρού σώματος με αρώματα και η Ᾰνδυ-
σή του με καθαρά, περιποιημᾸνα ρούχα, φανερώνουν την α-
νάγκη των ανθρώπων να δεῈξουν στοργή προς τους νεκρούς,
ανακουφῈζοντας τον πόνο τους και κατευνάζοντας πιθανᾸς
τύψεις τους για μη σωστή φροντῈδα και εκδήλωση αγάπης
όταν εκεῈνοι βρῈσκονταν ακόμη στη ζωή.
Για όλες αυτᾸς τις φροντῈδες μιλούν συχνά οι ΠατᾸρες,
με τελευταῈο τον άγιο ΢υμεών ΑρχιεπῈσκοπο ΘεσσαλονῈκης,
πράγμα που δεῈχνει πως τις εγκρῈνουν και δεν τις αποδοκιμά-
ζουν.
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

Ο ιστορικός ΕυσᾸβιος, γράφει πως οι ΦριστιανοῈ Ᾰπαιρ-


ναν τα σώματα των νεκρών στα χᾸρια τους, τα αγκάλιαζαν,
τους Ᾰκλειναν τα μάτια και το στόμα και τα μετᾸφεραν στους
ώμους για να τα πλύνουν και να τα ντύσουν, ακόμη και αν εῈ-
χαν πεθάνει από λοιμό.
ΑντῈθετα οι ειδωλολάτρες, μόλις Ᾰβλεπαν κάποιον να
μολύνεται από μια τᾸτοια ασθᾸνεια, τον απᾸφευγαν, τον ε-
γκατᾸλειπαν, ακόμη και οι δικοῈ του άνθρωποι.
΢το σημεῈο αυτό πρᾸπει να τονῈσουμε πως η ΕκκλησῈα
μας υιοθᾸτησε τη φροντῈδα των νεκρών, όχι μόνο επειδή αγα-
πά τον άνθρωπο και τιμά το σώμα ως ναό του ΑγῈου Πνεύμα-
τος, αλλά και επειδή το Άγιο ΢ώμα του ΚυρῈου δᾸχτηκε φρο-
ντῈδα κατά την ταφή Σου από τον Ιωσήφ τον ΑριμαθαῈο και
το μαθητή του Νικόδημο.
ΔῈνοντας στην εργασῈα αυτή τον τῈτλο «Θάνατος και
Αιωνιότητα», προσπάθησα να καταγράψω όσο το δυνατόν
απλούστερα και με κατανοητό τρόπο, τα βασικότερα σημεῈα
για το Μυστήριο του Θανάτου, για την εξᾸλιξη και το Συπικό
της Νεκρώσιμης ΑκολουθῈας, η οποῈα εῈναι μια από τις μελω-
δικότερες και θεολογικότερες ΑκολουθῈες της ΕκκλησῈας μας,
καθώς επῈσης και ορισμᾸνες θᾸσεις από τους ΠατᾸρες, που
αφορούν την αθανασῈα της ψυχής και την ανάσταση των νε-
κρών κατά τη ΔευτᾸρα ΠαρουσῈα του ΚυρῈου.
ΘᾸλω να εκφράσω τις θερμᾸς μου ευχαριστῈες πρωτῈ-
στως, στον ΢εβασμιώτατο ΜητροπολῈτη ΠᾸτρας & Φερρονή-
σου κ.κ. ΝΕΚΣΑΡΙΟ για την πατρική του αγάπη αλλά και την
εμπιστοσύνη που δεῈχνει προς το πρόσωπό μου, αλλά και σε
όσους με βοήθησαν στην προσπάθειά μου αυτή.
ΙδιαιτᾸρως στον Πανοσιολογιώτατο ΑρχιμανδρῈτη ΢α-
ράντη ΢αράντο, εφημᾸριο του Ιερού Ναού Κοιμήσεως Θεοτό-
κου ΑμαρουσῈου και τ. καθηγητή της ΡιζαρεῈου Εκκλησιαστι-
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

κής ΢χολής, για τα βοηθήματα που μου προσᾸφερε, αλλά και


στον προϊστάμενό μου στον Ιερό Καθεδρικό Ναό ΑγῈας Σριά-
δος, ΑγῈου Νικολάου Κρήτης, Πρωτοπρεσβύτερο Ευάγγελο
Παχυγιαννάκη, που μου Ᾰδωσε τη δυνατότητα να βρω το α-
παραῈτητο υλικό μᾸσα από το πλούσιο αρχεῈο του.
Ευχαριστώ επῈσης, όλους ανεξαιρᾸτως τους ΚαθηγητᾸς
μου στην Ανώτατη Εκκλησιαστική ΑκαδημῈα ΗρακλεῈου Κρή-
της για τις γνώσεις που μου προσᾸφεραν κατά τη διάρκεια
των ακαδημαϊκών μου σπουδών, ιδιαιτᾸρως δε τον Καθηγητή
κ. Φριστόφορο Αρβανῇτη, Δρ. ΚοινωνιολογῈας της ΘρησκεῈας,
για τις συμβουλᾸς του κατά τη διάρκεια εκπόνησης της πτυ-
χιακής εργασῈας και την όλη επῈβλεψή του μᾸχρι την τελειο-
ποῈησή της.

30 Μαΐου 2010
Διάκ. Βασίλειος Περουλάκης
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

Η Καινή Διαθήκη μας πληροφορεῈ περῈ του θανάτου, ότι


εῈναι η αρχή της ζωής. «Μεταβέβηκεν ἐκ τοῦ θανάτου εἰς
τὴν ζωὴν»1, μας πληροφορεῈ ο Ευαγγελιστής Ιωάννης. ΢ε όλη
την Καινή Διαθήκη, θεωρεῈται αυτονόητος ο σεβασμός των νε-
κρών και κυριαρχούνται τα γεγονότα του ΢ταυρού και της Α-
ναστάσεως του ΚυρῈου, που εῈναι «ἡ ἀνάστασις καὶ ἡ ζωὴ»2.
Ο άνθρωπος ο οποῈος αναχωρεῈ απ’ αυτή τη ζωή, δεν
χάνεται, αλλά απλώς κόβεται το νήμα. Αυτό που πρᾸπει να
συνειδητοποιήσει κάθε άνθρωπος, και ιδιαῈτερα κάθε πιστός
Φριστιανός, εῈναι ότι θα φύγει κάποια στιγμή από τον κόσμο
αυτό. ΕῈναι το μόνο σῈγουρο.
Δεν πρᾸπει όμως να τον φοβῈζει το γεγονός αυτό, διότι
και οι Άγιοι, όπως διαφαῈνεται και από τους ΒῈους τους, επι-
ζητούσαν διακαώς να φύγουν απ’ αυτή τη ζωή, όχι επειδή
βαρᾸθηκαν, αλλά επειδή αγάπησαν με όλη τους την ψυχή τον
Ιησού Φριστό και ήθελαν το συντομότερο να Σον συναντή-
σουν. Να βρεθούν πρόσωπο με πρόσωπο μαζῈ Σου.
Εάν αγαπήσει κανεῈς το Φριστό, τότε χωρῈς φόβο θα
περιμᾸνει να τον καλᾸσει κοντά Σου, όταν φυσικά ο Ὲδιος το
θελήσει. Έτσι, δεν πρᾸπει να επιδιώκει κανεῈς να φύγει βῈαια
απ’ αυτόν τον κόσμο, γιατῈ αυτό εῈναι Ᾰγκλημα κατά του ε-
αυτού του, που δεν Ᾰχει συγχώρεση κατά την Ορθόδοξη ΠῈ-
στη, γιατῈ δεν υπάρχει περιθώριο μετανοῈας.

1 Ἰωάν. 11, 24
2
2 ibidem 11,
ibidem 11, 25
25
3 Φατζηνικολάου ΑστᾸριου Αρχιμ., Μέλλουσα Κρῇση και Αιωνιότητα, Έκδ. Α-
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

Μια άλλη προϋπόθεση την οποῈα πρᾸπει να Ᾰχει υπόψη


του κάθε άνθρωπος για να μπορᾸσει να κατανοήσει το μᾸγα
μυστήριο του θανάτου, εῈναι ότι απ’ αυτή τη ζωή, αρχῈζει να
ζει τον Παράδεισο ή την Κόλαση, ανάλογα με τη χρήση της
ελευθερῈας της βούλησής του, ανάλογα με τη χρήση των μᾸ-
σων σωτηρῈας κι ανάλογα με την πῈστη στην ύπαρξη του
Θεού, στην ύπαρξη της άλλης ζωής και στην ύπαρξη της ψυ-
χής.
Η παρούσα πτυχιακή εργασῈα, αποτελεῈται από τρῈα
μᾸρη.
Σο 1ο μέρος περιλαμβάνει πᾸντε κεφάλαια, στα οποῈα
περιᾸχονται πληροφορῈες που αφορούν:
 το όλο τυπικό και τελετουργικό για την όλη προε-
τοιμασῈα του νεκρού κατά το διάστημα που παραμᾸ-
νει στην οικῈα του.
 τα όσα συμβαῈνουν κατά την Ᾰξοδο και εκφορά του
νεκρού στο Ναό για την Νεκρώσιμη ΑκολουθῈα, και
 την τάξη της ταφής στα κοιμητήρια, τα Σρισάγια &
τα Ιερά Μνημόσυνα που τελούνται για την ανάπαυ-
ση της ψυχής και τις ωφᾸλειες που Ᾰχουν αυτά, σύμ-
φωνα με τους ΠατᾸρες της Ορθόδοξης ΕκκλησῈας.
Σο 2ο μέρος περιλαμβάνει και αυτό πᾸντε κεφάλαια,
στα οποῈα περιᾸχονται κυρῈως, οι θᾸσεις της Ορθόδοξης διδα-
σκαλῈας που αφορούν:
 την ύπαρξη και την αθανασῈα της ψυχής,
 την τελική ΚρῈση κατά τη ΔευτᾸρα ΠαρουσῈα του
ΚυρῈου, και
 την ανάσταση των νεκρών.
Σο 3ο μέρος, περιλαμβάνει τρῈα κεφάλαια, στα οποῈα
παρουσιάζεται η κοινωνική διάσταση του μυστηρῈου του θα-
νάτου, μᾸσα από το φόβο, τη θλῈψη και το πᾸνθος για την εκ-
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

δημῈα των αγαπημᾸνων και προσφιλών τους προσώπων (συ-


ζύγων, νηπῈων, παιδιών & νᾸων).
Σο θᾸμα του θανάτου εῈναι μεγάλο, κρῈσιμο και καθο-
ριστικό για την πορεῈα κάθε ανθρώπου στην αιωνιότητα 3. Γι’
αυτό και δεν πρᾸπει να αφήνει κανᾸνα αδιάφορο.
΢τα κεφάλαια που ακολουθούν, δῈνονται απαντήσεις σε
πολλά ερωτήματα που τυχόν Ᾰχει κάθε άνθρωπος, πιστός και
μη, με βάση πάντα το θεόπνευστο λόγο της ΑγῈας Γραφής και
τη διδασκαλῈα των ΠατᾸρων της ΕκκλησῈας.
ΒᾸβαια, δεν εῈναι δυνατόν να απαντηθούν όλα, διότι
μᾸσα στην ΕκκλησῈα δῈνονται απαντήσεις για όλα όσα πρᾸπει
να γνωρῈζει ο άνθρωπος, για να πορευθεῈ σωστά στο παρόν
και να εξασφαλῈσει Ᾰνα αιώνιο μᾸλλον στην ΒασιλεῈα του
Θεού4.

3 Φατζηνικολάου ΑστᾸριου Αρχιμ., Μέλλουσα Κρῇση και Αιωνιότητα, Έκδ. Α-


δελφότης Θεολόγων «΢ωτήρ», Αθήνα 2009, p. 6.
4 Imbidem p. 8.
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

ΜΕΡΟ΢ ΠΡΨΣΟ
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

ΚΕΥΑΛΑΙΟ 1ο

΢ύμφωνα με την ΑγῈα Γραφή, οι Ορθόδοξοι ΦριστιανοῈ


πιστεύουν, ότι το ανθρώπινο σώμα «ναός τοῦ Ἁγῇου Πνεύμα-
τος ἐστιν»5. Μετά θάνατον το ανθρώπινο σώμα εῈναι προορι-
σμᾸνο να αναστηθεῈ Ᾰνδοξο και να ενωθεῈ με την αθάνατη ψυ-
χή κατά τη ΔευτᾸρα ΠαρουσῈα του ΚυρῈου.
Αυτός ήταν και Ᾰνας από τους βασικότερους λόγους
που οι ΦριστιανοῈ, όχι μόνον δεν Ᾰκαιγαν τους νεκρούς, όπως
οι ειδωλολάτρες, αλλά απεναντῈας τους ενταφῈαζαν με κάθε
τιμή και μεγαλοπρᾸπεια. Θεωρούσαν μάλιστα τον ενταφια-
σμό σαν το μεγαλύτερό τους καθήκον προς τους κεκοιμημᾸ-
νους.
Σο γεγονός αυτό επιβεβαιώνουν οι τόσες κατακόμβες
που δημιούργησαν οι ΦριστιανοῈ στη Ρώμη ή και σε άλλα μᾸ-
ρη, όπου ενταφῈαζαν τους μάρτυρες της πῈστεως, αψηφώντας
κάθε κῈνδυνο, που ήταν μάλιστα και πολλοῈ. Δεν κινδύνευαν
μόνο από τους εθνικούς και τη μανῈα τους, αλλά και από τις
πολλᾸς και επικῈνδυνες αρρώστιες που υπήρχαν.
Αξιοθαύμαστη εῈναι η αυτοθυσῈα κληρικών και λαϊκών
προκειμᾸνου να συγκεντρωθούν και να ταφούν τα σώματα
των νεκρών αδελφών τους. ΕῈναι χαρακτηριστική η περιγραφή
του ΔιονυσῈου ΑλεξανδρεῈας: «Σὰ σώματα δὲ τῶν ἁγῇων ὑ-
πτῇαις χερσῈ καῈ κόλποις ὑπολαμβάνοντες καθαιροῦντές τε ὀ-

5 Α΄ Κορ. 6, 19.
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

φθαλμοὺς καῈ στόματα συγκλεῇοντες ὠμοφοροῦντές τε καῈ


διατιθέντες προσκολλώμενοι, συμπλεκόμενοι, λουτροῖς τε καῈ
περιστολαῖς κατακοσμοῦντες, μετὰ μικρὸν ἐτύγχανον τῶν ἴ-
σων, ἀεῈ τῶν ὑπολειπομένων ἐφεπομένων τοῖς πρὸς αὐτῶν»6.
Δηλαδή, «έπαιρναν τα σώματα των αγῇων με τα χέρια απλω-
μένα στα στήθη. Καθάριζαν τα μάτια, έκλειναν τα στόματα,
τους σήκωναν στους ώμους τους και τους μετέφεραν. Σους
έπιαναν, τους αγκάλιαζαν και αφού τους έπλεναν τους στόλι-
ζαν με λαμπρά ρούχα. Σα έκαναν όλα αυτά γιατῇ γνώριζαν
ότι μετά από λῇγο και αυτοῇ θα εῇχαν τις ῇδιες τιμές. Έτσι οι
επιζώντες πάντοτε ακολουθούν εκεῇνους που προηγήθηκαν
απ’ αυτούς».
Από το απόσπασμα αυτό βγαῈνουν αρκετᾸς πληροφορῈ-
ες για το πώς οι ΦριστιανοῈ προετοῈμαζαν τους νεκρούς. Σο
κλεῈσιμο των ματιών και του στόματος, το κατᾸβασμα των
χεριών, το δᾸσιμο των ποδιών, το ξάπλωμα στο νεκρικό κρε-
βάτι, το πλύσιμο του σώματος και πολλᾸς φορᾸς τα αρώματα,
τα καινούργια και καθαρά ρούχα, το άναμμα των λαμπάδων
και άλλα πολλά, αποτελούσαν την προετοιμασῈα του νεκρού
για την κηδεῈα του.
Σο παρακάτω απόσπασμα, το οποῈο αποδῈδεται στον
Επιφάνιο και εῈναι μια διαλογική συζήτηση με τον Ιωσήφ τον
ΑριμαθαῈο, μαρτυρεῈ πιο αναλυτικά τα της προετοιμασῈας
των νεκρών: «Ἆρα γάρ, ἆρα, εῊπέ μοι, ὢ Ἰωσήφ, καῈ πρὸς ἀ-
νατολὰς καταθάπτεις τὴν Ἀνατολὴν τῶν ἀνατολῶν; Ἆρα δὲ
καῈ τοῖς δακτύλοις νεκροπρεπὼς Ἰησοῦ κατακλεῇεις τὰ ὄμμα-
τα τοῦ τῷ ἀχράντῳ δακτύλῳ τοῦ τυφλοῦ ἀνοῇξαντος στόμα;
Ἆρα δὲ καῈ τὸ στόμα περικλεῇεις τοῦ τὸ μογιλάλου ἀνοῇξα-
ντος στόμα; Ἆρα δὲ καῈ τάς χεῖρας περιστέλλεις τοῦ ἐκτεῇνα-
ντος τάς ξηρανθεῇσας χεῖρας, ἢ καῈ τοὺς πόδας νεκροπρεπὼς

6ΕὐσεβῈου ΚαισαρεῈας, Ἐκκλησιαστική Ἱστορῇα, ΕΠΕ τόμος 3ος, ΠατερικᾸς Εκ-


δόσεις «Γρηγόριος Παλαμάς», ΘεσσαλονῈκη 1983, σελ. 58-59.
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

καταδεσμεῈς τοῦ βαδῇζειν δόντος τοῖς ἀκινήτοις πόσιν; Ἆρα


καῈ ἐπῈ κλῇνῃς αἴρεις τόν τῷ παραλύτῳ κελεύσαντα “Ἆρόν
σου τὸν κράββατον καῈ περιπάτει;” Ἆρα δὲ καῈ μῦρα κενοῖς
τῷ οὐρανῇῳ Μύρῳ τὰ ἑαυτοῦ κενώσαντι καῈ κόσμον ἁγιάσα-
ντι;… Ἆρα δὲ καῈ ὕδατι καταπλύνεις σῶμα Θεοῦ τοῦ πάντας
ἐκπλύναντος καῈ τὴν κάθαρσιν δόντος; Ποῇας δὲ ἆρα καῈ λα-
μπάδας ἐπανάψεις τῷ ΥωτῈ τῷ ἀληθινῷ;… Ποῇας δὲ καῈ ᾄδεις
ἐπιταφῇους Ὠδὰς τῷ ἀσιγήτω αῊνουμένῳ ὑπὸ πάσης οὐρανῇου
στρατιᾶς;»7. Δηλαδή, «πες μου, λοιπόν, Ιωσήφ, με το πρόσω-
πο στραμμένο προς την ανατολή ενταφιάζεις την Ανατολή
των Ανατολών και με τα δικά σου χέρια φροντῇζεις όπως πρέ-
πει τον Ιησού κλεῇνοντας με τα δάκτυλά σου τα μάτια Εκεῇ-
νου που με το άμεμπτο δάκτυλό Σου άνοιξε τα μάτια του Συ-
φλού; Κλεῇνεις μάλιστα το στόμα Εκεῇνου που άνοιξε το στό-
μα του κωφάλαλου; Και κατεβάζεις τα χέρια Εκεῇνου που ά-
πλωσε τα παράλυτα χέρια και του δένεις τα πόδια ενώ Εκεῇ-
νος έδωσε εντολή να κινηθούν τα παράλυτα πόδια; Και πάνω
στο κρεβάτι ξαπλώνεις το σώμα Εκεῇνου που διέταξε τον πα-
ράλυτο “Πάρε το κρεβάτι σου και περπάτησε”; Κι αδειάζεις
αρώματα σ’ αυτό το σώμα που άδειασε το Μύρο του ουρα-
νού από τον εαυτό του για να αγιάσει τον κόσμο; Ακόμα,
πλένεις με νερό το σώμα του Θεού που έπλυνε πνευματικά ό-
λους τους ανθρώπους και τους καθάρισε από την αμαρτῇα;
Ποιες λαμπάδες θα ανάψεις πάνω από το Υως το αληθινό;
Και ποια επιτάφια άσματα θα ψάλλεις σ’ Αυτόν που υμνούν
ασταμάτητα όλες οι στρατιές των Αγγέλων;».
Όλα τα Ᾰθιμα που προαναφᾸρθηκαν, συναντούνται όχι
μόνο στην πρωτοχριστιανική εποχή, αλλά τόσο στην αρχαιό-
τητα όσο και στην εποχή της Παλαιάς Διαθήκης.

7 Χευδοεπιφάνιος, Λόγος Β΄ τῷ ἁγῇῳ καῈ Μεγάλῳ ΢αββάτῳ, P.G. 43, 448-449.


ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

΢την Παλαιά Διαθήκη βλᾸπουμε το Θεό να ενθαρρύνει


τον υπᾸργηρο Ιακώβ να πάει στη ΑῈγυπτο, στον αγαπημᾸνο
του γιο τον Ιωσήφ, ώστε αυτός «ἐπιβαλεῖ τάς χεῖρας αὐτοῦ ἐ-
πῈ τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ»8.
Σο πλύσιμο του σώματος, οι ΦριστιανοῈ το πήραν από
τους ΕβραῈους, όπως φαῈνεται και από τις Πράξεις των Απο-
στόλων στην περῈπτωση της Σαβιθά, η οποῈα όταν πᾸθανε, οι
δικοῈ της «λούσαντες αὐτὴν ἔθηκαν ἐν ὑπερώῳ»9.
Η επάλειψη του νεκρού σώματος με αρώματα εῈναι και
αυτή εβραϊκή συνήθεια. Αυτή τη συνήθεια πραγματοποιώντας
και ο Νικόδημος Ᾰλουσε με αρώματα το νεκρό σώμα του Φρι-
στού, αλλά και οι μυροφόρες γυναῈκες «ἡτοῇμασαν ἀρώματα
καῈ μύρα, Ήνα ἐλθοῦσαι ἀλεῇψωσιν τὸν Ἰησοῦν»10.
Αυτή τη συνήθεια πήραν και οι πρώτοι ΦριστιανοῈ και
την εφάρμοσαν. Γι’ αυτό Ᾰχουμε μαρτυρῈες όπως του Κλήμη
ΑλεξανδρεῈας ότι «μυρῇζονται οΈ νεκροῇ»11.
Η Ᾰνδυση του νεκρού με λευκά και καινούργια ρούχα ή-
ταν καθήκον μετά το πλύσιμο. Ο Πλούταρχος αναφᾸρει ότι
τόσο οι ΡωμαῈοι όσο και οι ΑγγεῈοι, τους νεκρούς «λευκοῖς
ἀμφιεννύουσι», επειδή η ψυχή, δεν μπορεῈ να φύγει διαφορε-
τικά. Διότι το λευκό εῈναι το αμιγᾸς και αμῈαντο και δεν επι-
δᾸχεται βάψιμο, γιατῈ όπως χαρακτηριστικά λᾸγει: «… καῈ
γὰρ ὁ τεθνηκὼς ἁπλοῦν τι γέγονε καῈ ἀμιγές, τοῦ σώματος ἀ-
παλλαγεῈς» 12 . Η διαφορά όμως της χριστιανικής ιδεολογῈας
και της αρχαῈας φιλοσοφικής, Ᾰγκειται στο ότι οι μεν αρχαῈοι
μιλούν για την γυμνή ψυχή που φεύγει φοβισμᾸνη, οι δε Φρι-
στιανοῈ, με τα καινούργια ρούχα προμηνύουν το καινούργιο
Ᾰνδυμα της αφθαρσῈας που θα πάρει η ψυχή κατά την ημᾸρα

8 Γεν. 46, 4.
9 Πράξ. 9, 37.
10 Μάρκ. 16, 1.
11 Κλήμη ἈλεξανδρεῈας, Παιδαγωγός Β΄, P.G. 8, 468.
12 ΚαλλῈνικου ΚωνσταντῈνου, Ο Φριστιανικός Ναός και τα τελούμενα εν αυτώ,

Αθήνα 1961, σελ. 548.


ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

της ΚρῈσεως. ΠερῈ ψυχής, υπάρχει εκτενᾸστερη αναφορά στο


δεύτερο μᾸρος της παρούσας εργασῈας.
Οι ΦριστιανοῈ όμως δεν αρκούνταν μόνο στο να ντύνουν
με λευκά τους νεκρούς όπως Ᾰκαναν οι ΦριστιανοῈ της Αιγύ-
πτου, για τους οποῈους ο ΜᾸγας Αθανάσιος γράφει ότι: «τὰ
τῶν τελευτώντων σπουδαῇων σώματα, καῈ μάλιστα τῶν ἁγῇων
μαρτύρων φιλοῦσι θάπτειν καῈ περιελῇσσειν ὀθονῇοις»13. Πά-
νω από τα λευκά ρούχα, τοποθετούσαν και άλλα πολυτελή
πράγματα.
Ο ΕυσᾸβιος ΚαισαρεῈας, περιγράφοντας την ταφή του
αγῈου Μάρτυρος ΜαρῈνου, αναφᾸρει Ᾰνα συγκινητικό περι-
στατικό με τον συγκλητικό Αστύριο, που ήταν παρών την ώρα
του μαρτυρῈου. ΛᾸει λοιπόν: «Ἔνθα καῈ Ἀστύριος ἐπῈ τῆ θεο-
φιλεῖ παρρησῇᾳ μνημονεύται, ἀνὴρ τῶν ἐπῈ Ῥώμης συγκλητι-
κῶν γενόμενος βασιλεῦσῇ τε προσφιλὴς καῈ πᾶσι γνώριμος εὐ-
γενεῇας τε ἕνεκα καῈ περιουσῇας· ὃς παρὼν τελειουμένω τῷ
μάρτυρι, τὸν ὦμον ὑποθεῇς, ἐπῈ λαμπρᾶς καῈ πολυτελοῦς ἐ-
σθ῅τος ἄρας τὸ σκ῅νος ἐπιφέρεται, περιστεῇλας τε εὖ μάλα
πλουσῇως, τῆ προσηκούση ταφῆ παραδῇδωσι»14. Δηλαδή, «ε-
κεῇ μνημονεύεται για τη θεοφιλή παρουσῇα του ο Αστύριος,
άνδρας ο οποῇος ανήκε στους συγκλητικούς της Ρώμης και
ήταν προσφιλής στους βασιλεῇς και γνώριμος σ’ όλους για την
ευγενή καταγωγή και την περιουσῇα. Αυτός λοιπόν ήταν πα-
ρών κατά τη τελεῇωση του μάρτυρα, σήκωσε το σκήνωμα
στους ώμους μέσα σε ένα λαμπρό και πολυτελές ένδυμα και
το μετέφερε. ΢τη συνέχεια το περικάλυψε πολύ πλούσια και
το παρέδωσε στην κατάλληλο ταφή».
Παρόμοια εῈναι και η αφήγηση του αγῈου ΓρηγορῈου
Νύσσης, που αναφᾸρεται στην κηδεῈα της αδελφής του Μα-

13 Μεγάλου ΑθανασῈου, Βῇος τοῦ Ἁγῇου Ἀντωνῇου, P.G. 26, 298.


14 ΕυσεβῈου ΚαισαρεῈας, ibid p. 46-47.
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

κρῈνας. Αυτός και η διακόνισσα ΛαμπαδῈα ετοῈμασαν το νε-


κρό σώμα.
ΑναφᾸρει λοιπόν ο Γρηγόριος: «ἘπεῈ δὲ πέρας εἶχεν ἡ-
μῖν ἡ σπουδὴ καῈ ἐκ τῶν ἐνόντων περιεκοσμήθη τὸ σῶμα, πά-
λιν φησῈν ἡ διάκονος μὴ πρέπειν νυμφικὼς ἐσταλμένην αὐτὴν
ἐν ὀφθαλμοῖς τῶν παρθένων ὁρᾶσθαι. Ἀλλά ἐστῇ μοι, φησῇ, τ῅ς
μητρὸς τ῅ς ὑμετέρας τῶν φαιῶν πεφυλαγμένον Έμάτιον, ὃ ἄ-
νωθεν ἐπιβληθ῅ναι καλῶς ἔχειν φημῇ, ὡς ἂν μὴ τῷ ἐπεισάκτῳ
διὰ τ῅ς ἐσθ῅τος κόσμῳ τὸ Έερὸν τοῦτο κάλλος λαμπρύνοιτο.
Ἐκράτει τὰ δεδογμένα καῈ τὸ Έμάτιον ἐπεβλήθη· ἡ δὲ ἔλαμπε
καῈ ἐν τῷ φαιῷ, τ῅ς θεῇας, οἶμαι, δυνάμεως καῈ ταύτην προ-
σθεῇσης τὴν χάριν τῷ σώματι, ὥστε κατὰ τήν του ἐνυπνῇου ὄ-
ψιν ἀκριβῶς αὐγάς τινας ἐκ τοῦ κάλλους ἐκλάμπειν δοκεῖν»15.
Δηλαδή, «όταν τελειώσαμε τις φροντῇδες και στολῇσαμε όπως
μπορούσαμε το νεκρό σώμα, εῇπε πάλι η διακόνισσα ότι δεν
πρέπει να φαῇνεται στα μάτια των αδελφών νυφικά στολι-
σμένο. Έχω ωστόσο, εῇπε, φυλαγμένο ένα σκούρο φόρεμα της
μητέρας σας, που σκέπτομαι πως εῇναι καλό να τοποθετηθεῇ
από πάνω, για να μη φαῇνεται ότι λαμπρύνεται από τον κο-
σμικό στολισμό του φορέματος το ιερό αυτό κάλλος. Αυτή η
γνώμη επικράτησε κι έτσι τοποθετήσαμε το φόρεμα. Η νεκρή
όμως έλαμπε και μέσα σε σκούρο χρώμα· ήταν δώρο της θεῇ-
ας δυνάμεως, νομῇζω, να προστεθεῇ και αυτή η χάρη στο σώμα
ώστε να ακτινοβολεῇ από την ομορφιά, όπως ακριβώς εῇχα δει
στο όραμα».
Δυστυχώς όμως δεν μπορούσαν να σκεφτούν όπως ο
Γρηγόριος Νύσσης. Γι’ αυτό μετά από λῈγο καιρό, άρχισε η
επῈδειξη των ζωντανών να παῈρνει ανησυχητικᾸς διαστάσεις.
Ο Ᾰνας προσπαθούσε να ξεπεράσει τον άλλο σε λαμπρότητα
τάφων, πράγμα που δυστυχώς γῈνεται μᾸχρι και σήμερα.

15 ΓρηγορῈου Νύσσης, Βῇος ὁσῇας Μακρῇνης, P.G. 46, 989-992.


ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

ΑποτᾸλεσμα αυτής της κατάστασης, ήταν να αντιδρά-


σουν ΠατᾸρες της ΕκκλησῈας, όπως ο ιερός Φρυσόστομος, ο
οποῈος τονῈζει ότι οι περιττᾸς δαπάνες εῈναι ανώφελες.
ΛᾸγει χαρακτηριστικά: «ΣῈ γὰρ βούλεται ἡ περιττὴ
αὔτη δαπάνη καῈ ἀνόητος, πολλὴν μὲν φέρουσα τοῖς κηδεύου-
σι ζημῇαν, τῷ δὲ ἀπελθόντι κέρδος οὐδέν, ἀλλά, εῊ χρῆ τι
εῊπεῖν, καῈ βλάβη; Ἡ γὰρ πολυτέλεια τ῅ς ταφ῅ς τυμβωρυχῇας
αῊτῇα γέγονε πολλάκις, καῈ γυμνὸν καῈ ἄταφον ἐποῇησεν
ἐρρῖφθαι τὸν ἐπιμελῶς ταφέντα» 16 . Δηλαδή, «διότι τι θέλει
αυτή η περιττή και ανώφελη δαπάνη, που προξενεῇ πολλή ζη-
μιά σ’ εκεῇνους που κάνουν την κηδεῇα, και σ’ εκεῇνο που έ-
φυγε από τη ζωή δεν προσφέρει καμῇα ωφέλεια, αλλά εάν
πρέπει να πούμε κάτι, και βλάβη; Διότι η πολυτέλεια της τα-
φής απέβη πολλές φορές αφορμή τυμβωρυχῇας και έγινε αιτῇα
να ριφθεῇ γυμνός κι άταφος εκεῇνος που ετάφη με τόση επιμέ-
λεια».
Έτσι λοιπόν το σώμα, αφού το Ᾰπλεναν και το στόλι-
ζαν, το τοποθετούσαν σε κλῈνη ή φᾸρετρο ή νεκροκρᾸβατο και
Ᾰτσι το μετᾸφεραν από το σπῈτι στο ναό και στη συνᾸχεια στο
τάφο. Γύρω από το νεκρό, άναβαν κεριά και διάβαζαν διά-
φορες προσευχᾸς. Η παράδοση αυτή μπορούμε να πούμε ότι
ισχύει και σήμερα. Σα ήθη και Ᾰθιμα ως προς τους νεκρούς
δεν παρουσιάζουν διαφορᾸς17. ΔιαφορᾸς, όπως εῈναι φυσικό,
υπάρχουν ως προς τον τρόπο προετοιμασῈας του νεκρού σώ-
ματος, ενός λαϊκού από Ᾰνα μοναχό ή ιερᾸα, ή ΑρχιερᾸα.
Ο ΢υμεών ΘεσσαλονῈκης, περῈ της κηδεῈας ΑρχιερᾸων, ι-
ερᾸων, μοναχών και λαϊκών, αναφᾸρει: «Σὸν δὲ ἐν πῇστει τε-
τελευτηκότα ἀδελφὸν ἡμῶν οὕτω μας παραδῇδει ἡ Ἐκκλησῇα

16 Ἰωάννου Φρυσοστόμου, Ὁμιλῇα ΠΕ΄ εΈς τὸ κατά Ιωάννην Εὐαγγέλιον, ΕΠΕ


τόμος 14, ΠατερικᾸς Εκδόσεις «Γρηγόριος Παλαμάς», ΘεσσαλονῈκη 1983, p.
686-687.
17 Φριστοδούλου ΘεμιστοκλᾸους Πρωτ., Περῇ της Κηδεῇας, Έκδ. ΟμολογῈα, Αθή-

να 2004, p. 36-55.
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

να τὸν κηδεύσωμεν. Ἐὰν εἶναι ἀρχιερεὺς ὁ τελευτήσας ἢ Έε-


ρεύς, ὑπὸ χειρῶν Έερέων Ὠκονόμησεν ἡ Ἐκκλησῇα να κηδεύη-
ται, ὡς Έερὸς ὅλος ὢν· ὅθεν ἐνδύουσιν τὸν νεκρὸν μὲ Έμάτια
καθαρὰ τοῦ Ὴδῇου αὐτοῦ σχήματος καῈ πρότερον μὲν ἀπονή-
πτουσι τὸ σῶμα μὲ ὕδωρ μόνον διὰ σπόγγου σταυροειδῶς εῊς
τύπον τοῦ Έεροῦ βαπτῇσματος κατὰ τὸ μέτωπον καῈ τοὺς ὀ-
φθαλμούς, τὰ χεῇλη καῈ τὸ στ῅θος καῈ ἔτι κατὰ τάς γόνατα καῈ
τάς χεῖρας? ἔπειτα δὲ περιζώσαντες ἀπὸ τοῦ ἄνῳ μέρους τὸν
ἐνδύουσι τὰ ἀρχιερατικὰ ἢ Έερατικὰ ἄμφια, τὸν ἐμβάλλουσιν
ὑποδήματα καινουργ῅ εῊς τοὺς πόδας καῈ τὸν δῇδουσιν εῊς τάς
χεῖρας τὸ Έερὸν Εὐαγγέλιον, τὸ ὁποῖον μάλιστα καῈ ἀναγινώ-
σκεται ἐπάνω αὐτοῦ, ἐν ᾧ παραδῇδει τὸ πνεῦμα, ἢ καῈ μετὰ
θάνατον, ἂν ὁ καιρὸς τὸ συγχωρῆ, εῊς δεῖγμα ὅτι ἔζησεν εὐαγ-
γελικῶς, ἅμα δὲ καῈ εῊς Έλασμὸν καῈ ἁγιασμὸν αὐτοῦ ἐκ τῶν
θειοτάτων λόγων, ἐπειδὴ ποῖα ἄλλα θέλει εἶναι ἀρμοδιώτερα
εῊς ἐξιλέωσιν Θεοῦ ὑπὲρ τοῦ κεκοιμημένου αὐτῶν τῶν θεῇων
καῈ εὐαγγελικῶν λόγων, ὅταν ἐπ’ αὐτὸν ἀναγινώσκονται; Εἶ-
ναι δὲ ταῦτα σάρκωσις Θεοῦ, διδασκαλῇα, μυστήρια, δόσις ἀ-
φέσεως ἐγκλημάτων, τὰ σωτηρῇα πάθη, ὁ ζωοποιὸς θάνατος
καῈ ἡ ἔγερσις. Λοιπὸν προθυμότερον πάσης ἄλλης ἀκολουθῇας
πρέπει αὐτὰ τὰ Εὐαγγέλια νά λέγωμεν ἐπῈ τοῖς Έερωμένοις.
ΕῊς δὲ τοὺς μονάζοντας λέγεται τὸ ψαλτήριον, τὸ ὁποῖον
μέχρι τ῅ς σήμερον φυλάττεται ὑπὸ πολλῶν. Εἶτα ἐπιλέγεται
ἐπάνω αὐτοῦ κατὰ τὴν τάξιν ἡ εὐχὴ μὲ τὸ τρισάγιον· προσφέ-
ρεται καῈ τὸ θυμῇαμα, ἐπειδὴ παρέδωκε τὴν ψυχὴν εῊς τὸν Θε-
ὸν καῈ τὸ σῶμα ἁγῇως τὸ παρέδωκεν εῊς τὴν γ῅ν· τὸ δὲ θυμῇα-
μα προσφέρεται ἔτι εῊς ἐξιλέωσιν Θεοῦ ὑπὲρ τοῦ κεκοιμημέ-
νου καῈ εῊς δεῖγμα τ῅ς εὐσεβοῦς αὐτοῦ ὀρθοδόξου ζω῅ς, ἡ ὁ-
ποῇα εἶναι εὐωδεστάτη ὡς καθαρὰ καῈ ἐνάρετος.
Ἔπειτα ἐγεῇρουσι τὸν νεκρὸν καῈ τὸν φέρουσιν εῊς τὸν
ναὸν μὲ λαμπάδας εῊς τύπον τοῦ θεῇου ἐκεῇνου καῈ ἀκατα-
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

παύστου φωτός. Ἂν δὲ εἶναι μοναχὸς ὁ τελευτήσας, ἀφ’ οὐ


τὸν ἀποσπογγῇσωσι σταυρωειδώς, τὸν ἐνδύουσι τά τοῦ Ὴδῇου
σχήματος ἐνδύματα καῈ τὸν μανδύαν ἐκ τοῦ ἄνωθι ἐπιῤῥά-
πτουσιν, ὁ ὁποῖος καῈ ὡς τάφος εἶναι εῊς αὐτόν. Κάμνουσι
πρὸς τούτοις ἐπάνω αὐτοῦ καῈ σταυροὺς διὰ τὸν Φριστόν, εῊς
τὸν ὁποῖον καῈ αὐτὸς ἐσταυρώθη»18.
Για την προετοιμασῈα του νεκρού μοναχού 19 αλλά και
του νεκρού ιερᾸως20, αναφᾸρει το Μεγάλο Ευχολόγιο της Εκ-
κλησῈας.

18 ΢υμεών Αρχιεπισκόπου ΘεσσαλονῈκης, Σά Ἄπαντα, Έκδ. Ρηγόπουλος, Θεσ-


σαλονῈκη 2001, pp. 303-304.
19 Εὐχολόγιο τὸ Μέγα, Έκδ. ΠαπαδημητρῈου, Αθήνα 1980, p. 421.
20 imbidem, p. 437
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

ΚΕΥΑΛΑΙΟ 2ο

Ο νεκρός, τοποθετημᾸνος στο φᾸρετρο ή στο νεκρικό


κρεβάτι, μεταφᾸρεται στο Ναό όπου θα ψαλλεῈ η Νεκρώσιμη
ΑκολουθῈα. ΢ήμερα, πριν από την εκφορά, διαβάζεται στο
σπῈτι του νεκρού το Νεκρώσιμο Σρισάγιο. Η σημερινή μορφή
της Νεκρώσιμης ΑκολουθῈας, εῈναι πολύ νεώτερη.
Οι πρώτοι ΦριστιανοῈ, σε αντῈθεση με τους ειδωλολά-
τρες, Ᾰδιναν στην εκφορά του νεκρού αδελφού πανηγυρικό
χαρακτήρα. Εξάλλου στους πρώτους Φριστιανούς ανήκουν οι
αγωνιστᾸς και μάρτυρες της πῈστεως.
ΜεταφᾸροντας το φᾸρετρο Ᾰψελναν ψαλμικούς στῈχους,
κατάλληλους για την περῈπτωση. Έτσι στις ΑποστολικᾸς Δια-
ταγᾸς αναφᾸρονται οι στῈχοι: «Σῇμιος γὰρ ἐναντῇον Κυρῇου ὁ
θάνατος τῶν ὁσῇων αὐτοῦ», «Ἐπῇστρεψον ἡ ψυχή μου εῊς τὴν
ἀνάπαυσῇν σου, ὅτι Κύριος εὐηργέτησε μὲ» και «Δικαῇων ψυ-
χαῈ ἐν χειρῈ Θεοῦ»21.
Ο ιερός Φρυσόστομος αναφᾸρει: «ΕῊπέ μοι, τῈ βούλο-
νται αΈ λαμπάδαι αΈ φαιδραῇ; Οὐχ ὡς ἀθλητὰς αὐτοὺς προπέ-
μπομεν; ΣῈ δὲ οΈ ὕμνοι; ΟὐχῈ τὸν Θεὸν δοξάζομεν καῈ εὐχαρι-
στοῦμεν ὅτι λοιπὸν ἐστεφάνωσε τὸν ἀπελθόντα; οὐ διὰ τοῦτο
ὕμνοι; Οὐ διὰ τοῦτο ψαλμωδῇαι; Ἐνόησόν τι ψάλλεις κατὰ τὸν
καιρὸν ἐκεῖνον… Ἐννόησον τι βούλονται οὗτοι οΈ ψαλμοῈ»22.
Δηλαδή, «πες μου τι σκοπό εξυπηρετούν οι χαρούμενες λα-

21Φριστοδούλου ΘεμιστοκλᾸους Πρωτ., ibid p. 72-73.


22Ἰωάννου Φρυσοστόμου, Ὁμιλῇα δ΄ εΈς τὴν πρός Ἐβραῇους Ἐπιστολήν, P.G. 63,
43.
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

μπάδες; Μήπως δεν τους αποχαιρετούμε ως αθλητές όλους


αυτούς; Και τι χρειάζονται οι ύμνοι; Δεν δοξάζουμε και δεν
ευχαριστούμε το Θεό για το ότι πραγματικά στεφάνωσε τον
κοιμηθέντα; Άραγε γι’ αυτά όλα δεν χρειάζονται ύμνοι και
ψαλμωδῇες; Εῇναι ανάγκη να κατανοήσεις τι ψέλνεις εκεῇνη
την ώρα… Εῇναι ανάγκη να κατανοήσεις τι θέλουν να πουν
αυτοῇ οι ψαλμοῇ».
Ο Διονύσιος ο Αρεοπαγῇτης, αναφᾸρει ότι ο κεκοιμημᾸ-
νος μεταφᾸρεται από τους συγγενεῈς του στο Ναό για να πά-
ρει την ευλογῈα των κόπων του και το στεφάνι της νῈκης από
τον ΕπῈσκοπο. «ΟΈ δὲ τοῦ κοιμηθέντος οῊκεῖοι… ἄγουσιν δὲ
τοῦτον ἐπῈ τὸν Έεράρχην ὡς ἐπῈ δόσιν στεφάνων…»23. Για την
ψαλμωδῈα αναφᾸρει ήταν Ᾰνας μακαρισμός των ζώντων για
τον κεκοιμημᾸνο για το αῈσιο τᾸλος των «Άν ζωῇ» κόπων
του24.
Οι πρώτοι ΦριστιανοῈ, εκτός από τους ύμνους που Ᾰ-
ψελναν την ώρα της εκφοράς, κρατούσαν στα χᾸρια τους κλα-
διά από φοῈνικες που ήταν το σύμβολο της νῈκης αλλά και
θυμιατά25.
΢ήμερα, κατά την εκφορά επεκράτησε αντῈ των παρα-
πάνω ψαλμικών στῈχων, να ψάλλεται ο τρισάγιος ύμνος «Ἅγι-
ος ὁ Θεὸς», που σύμφωνα με τον ΢υμεών ΘεσσαλονῈκης, ψάλ-
λεται διότι οι «ἀποθνῄσκοντες ἐχρημάτισαν δοῦλοι τ῅ς Ἁγῇας
Σριάδος»26 και βρῈσκονται ήδη πλησῈον των αγγᾸλων.
Ήταν μεγάλη τιμή αλλά και ιερό καθήκον προς τον με-
ταστάντα, η μεταφορά του από συγγενεῈς και φῈλους. ΑναφᾸ-
ρεται σε προηγούμενο κεφάλαιο η μεταφορά του Μάρτυρος
ΜαρῈνου από τον Αστύριο, αλλά χαρακτηριστικό παράδειγμα

23 Φριστοδούλου ΘεμιστοκλᾸους Πρωτ., ibid p. 73.


24 imbidem, p. 74.
25 imbidem, p. 75.
26 ΢υμεών Αρχιεπισκόπου ΘεσσαλονῈκης, ibid p. 304.
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

εῈναι και η περιγραφή που δῈνει ο Γρηγόριος Νύσσης για την


εκφορά της νεκρής αδελφής του ΜακρῈνας.
ΛᾸγει λοιπόν: «Ὡς δὲ προῄει κατ’ ὀλῇγον ἡ ἡμέρα καῈ
ἐστενοχωρεῖτο πᾶς ὁ περῈ τὴν ἐσχατῇαν τόπος τῷ πλήθει τῶν
συρρυέντων, παραστὰς ὁ τῶν τόπων ἐκεῇνων διὰ τ῅ς ἐπισκο-
π῅ς προεστώς, Ἀράξιος ὄνομαν αὐτῷ (παρ῅ν γὰρ σὺν παντῈ
τῷ τ῅ς Έερωσύνης πληρώματι), προάγειν ἠρέμα παρεκάλει τὸ
σκήνωμα ὡς πολλοῦ τε ὄντος τοῦ μεταξὺ διαστήματος καῈ τοῦ
πλήθους πρὸς τὴν ὀξυτέραν κῇνησιν ἐμποδὼν γενησομένου,
καῈ ἅμα ταῦτα λέγων προσεκαλεῖτο πάντας τοὺς τ῅ς Έερωσύ-
νης αὐτῷ συμμετέχοντας, ὡς ἂν δι’ ἐκεῇνων κομισθεῇη τὸ σκή-
νωμα. ἘπεῈ δὲ τοῦτο ἐδέδοκτο καῈ ἐν χερσῈν ἢν ἡ σπουδή, ὑ-
ποβὰς τὴν κλῇνην ἐγὼ κἀκεῖνον ἐπῈ τὸ ἕτερον μέρος προσκα-
λεσάμενος, ἄλλων τε δύο τῶν ἐν τῷ κλήρῳ τετιμημένων τὸ ὀ-
πῇσθιον τ῅ς κλῇνης μέρος ὑπολαβόντων, ᾔειν τοῦ πρόσω ἐχό-
μενος βάδην, ὡς εΈκός, καῈ κατ’ ὀλῇγον ἠμῖν γινομένης τ῅ς κι-
νήσεως. Σοῦ γὰρ λαοῦ περῈ τὴν κλῇνην πεπυκνωμένου καῈ πά-
ντων ἀπλήστως ἐχόντων τοῦ Έεροῦ ἐκεῇνου θεάματος οὐκ ἢν
εὔπορον ἐν εὐκολῇα τὴν πορεῇαν ἠμῖν διανύεσθαι· προηγεῖτο
δὲ καθ’ ἑκάτερον μέρος διακόνων τε καῈ ὑπηρετῶν πλ῅θος
οὐκ ὀλῇγον στοιχηδὸν τοῦ σκηνώματος προπομπεύοντες, ἐκ
κηροῦ λαμπάδας διὰ χειρὸς ἔχοντες πάντες»27. Δηλαδή «κα-
θώς προχωρούσε σιγά-σιγά η ημέρα και γέμιζε ασφυκτικά
όλος ο τόπος από το πλήθος που μαζεύτηκε σ’ αυτή την ερη-
μιά, έφθασε και ο επῇσκοπος της περιοχής εκεῇνης, ονομαζό-
μενος Αράξιος, με όλο το ιερατεῇο του. Αυτός μας παρακι-
νούσε να μεταφέρουμε σιγά-σιγά το σκήνωμα, γιατῇ και ο τό-
πος του ενταφιασμού ήταν μακριά και το πλήθος θα εμπόδιζε
το ρυθμό της πορεῇας. Ενώ έλεγε αυτά, συγχρόνως προσκα-
λούσε όσους εῇχαν ιερωσύνη να τον βοηθήσουν, ώστε να με-

27 ΓρηγορῈου Νύσσης, imbit, P.G. 46, 993.


ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

ταφερθεῇ το σκήνωμα από αυτούς. Όταν λοιπόν αποφασῇστη-


κε αυτό και ήρθε η στιγμή να ξεκινήσουμε, σήκωσα εγώ το νε-
κροκρέβατο από το ένα μέρος, κάλεσα κι’ εκεῇνον από την
άλλη πλευρά, ενώ άλλοι δύο διακεκριμένοι κληρικοῇ βαστού-
σαν το πῇσω μέρος. Άνοιγα δρόμο αργά και προχωρούσαμε
σιγά-σιγά, όπως ήταν φυσικό. Γιατῇ καθώς εῇχε πυκνώσει ο
κόσμος γύρω από το φέρετρο κι όλοι αχόρταγα παρατηρού-
σαν το ιερό εκεῇνο θέαμα, δεν ήταν δυνατό να διανύσουμε με
ευκολῇα το δρόμο. Προπορεύονταν δε από τη μια και την άλ-
λη πλευρά πολύ πλήθος διακόνων και υπηρετών, που κρατού-
σαν αναμμένες λαμπάδες και αποτελούσαν την τιμητική
προπομπή του σκηνώματος».
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

ΚΕΥΑΛΑΙΟ 3ο

Μετά την προετοιμασῈα του νεκρού και την εκφορά του


που εῈδαμε στα προηγούμενα δύο κεφάλαια, η σορός Ᾰρχεται
στο Ναό για να ψαλλεῈ η Νεκρώσιμη ΑκολουθῈα. ΢το Ναό το
λεῈψανο τοποθετεῈται βλᾸποντας προς την Ανατολή. Επάνω
του δε, βάζουν μια εικόνα, συνήθως της Αναστάσεως του Κυ-
ρῈου28.
Ιστορικά στοιχεῈα για τον τρόπο τᾸλεσης της ΑκολουθῈ-
ας δῈνει σ’ Ᾰνα από τα Ᾰργα του ο Διονύσιος ΑρεοπαγῈτης 29. Η
ακολουθῈα άρχιζε αφού Ᾰβγαιναν Ᾰξω όλοι οι κατηχούμενοι,
οι αμύητοι στην πῈστη και όλοι όσοι δεν εῈχαν σχᾸση με την
πῈστη του Φριστού.
Εάν ο νεκρός ήταν κληρικός τον τοποθετούσαν πολύ
κοντά στο θυσιαστήριο ενώ αν ήταν μοναχός ή λαϊκός τοπο-
θετούνταν στον νάρθηκα. ΢τα χρόνια του ΑγῈου ΢υμεών Θεσ-
σαλονῈκης, ατόνησε το γεγονός αυτό για Ᾰνα και μόνο λόγο,
επειδή ο χώρος αυτός δεν εξυπηρετούσε την προσᾸλευση των
πιστών30.
΢το Ᾰργο του ΔιονυσῈου του ΑρεοπαγῈτου, αναφᾸρεται
ότι κατά την Νεκρώσιμη ΑκολουθῈα διάβαζαν Αγιογραφικά
Αναγνώσματα που Ᾰχουν σχᾸση με την Ανάσταση. Ακόμη διά-

28 ΢υμεών Αρχιεπισκόπου ΘεσσαλονῈκης, ibid p. 304 & 307-308.


29 ΔιονυσῈου ΑρεοπαγῈτου, Περῇ Ἐκκλησιαστικ῅ς Ἱεραρχῇας κεφάλαια, ΕΠΕ τό-
μος 3ος, 336-472.
30 Φριστοδούλου ΘεμιστοκλᾸους Πρωτ., ibid p. 80.
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

βαζαν ψαλμούς και διάφορες κατάλληλες ωδᾸς. ΣᾸλος γῈνεται


λόγος και για τον τελευταῈο ασπασμό που Ᾰδιναν όλοι οι πα-
ριστάμενοι στον νεκρό. Ο ΢υμεών ΘεσσαλονῈκης, αναφᾸρει
για τον ασπασμό: «Ο τελευταῇος δε ασπασμός γῇνεται δια
την μετάβασιν και τον χωρισμόν της ζωής και εῇναι ως μια
κοινωνῇα και ένωσις, επειδή και αποθνήσκοντες δεν χωριζό-
μεθα απ’ αλλήλων, αλλά όλοι θέλομεν οδεύσει την αυτήν οδόν
και εις το αυτό μέρος θέλομεν ταχθή και δεν θέλομεν χωρισθή
ποτέ, διότι μέλλομεν να ζήσωμεν εν Φριστώ και ενούμεθα με
αυτόν, όταν απέλθωμεν του βῇου, και εντός ολῇγου θέλομεν εῇ-
σθαι μετ’ εκεῇνων και ημεῇς οι ζώντες και θέλομεν αναπαυθή,
καθώς και εκεῇνοι. Όταν δε γῇνη η κοινή ανάστασις, τότε με
την κοινωνῇαν της ορθής πῇστεως θα ήμεθα ομού πάντες οι πι-
στοῇ με τον Φριστόν και με τους Αγγέλους και τους Αγῇους
του. Αφ’ ου λοιπόν τελεσθή ο σπασμός και γεῇνη πάλιν επῇ τω
τέλει η προειρημένη ευχή, ως σφραγῇς ούσα των ύμνων, τότε
πλέον γῇνεται παρά του ιερέως και η απόλυσις κατά το σύνη-
θες»31.
Από τις μαρτυρῈες λοιπόν αυτᾸς συμπεραῈνει κανεῈς ότι
η σημερινή ακολουθῈα υπήρχε, σαν σκελετός, από το τᾸλος
του 5ου αι. Με τον καιρό όμως εμπλουτῈσθηκε με νεώτερους
ύμνους, τροπάρια και κανόνες του ιερού Δαμασκηνού, που
Ᾰχουν ως θᾸμα τον θάνατο.
Για τη σύνθεσή τους, ο Δαμασκηνός Ᾰλαβε υπόψη του
την Παλαιά Διαθήκη32, καθώς επῈσης και λόγους ΠατᾸρων πε-
ρῈ θανάτου. Κάθε σκηνή των Ιδιόμελων του Δαμασκηνού, δια-
κρῈνεται για την ιεροπρᾸπειά της. Σο πάθος συμβιβάζεται με
μια υμνητική διάθεση. Η ποῈησή του αποδῈδει το γραφικό και
το παρήγορο μαζῈ33.

31 ΢υμεών Αρχιεπισκόπου ΘεσσαλονῈκης, ibid p. 308-309.


32 Ξύδη Θεοδώρου, Ιδιόμελα του Εξοδιαστικού, Αθήνα 1950, p. 7.
33 Imbidem, p. 8.
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

Η σημερινή Νεκρώσιμη ΑκολουθῈα, όπως αναφᾸρεται


και στο Συπικό της Μεγάλης του Φριστού ΕκκλησῈας 34 ,
«…ψάλλεται εΈς ἅπαντας τοὺς κοιμηθέντας, καῈ εΈς Βασιλεῖς,
Πατριάρχας, Ἀρχιερεῖς, Ἱερεῖς, καῈ εῊς ἄνδρας καῈ γυναῖ-
κας…»35.
΢την παραπάνω ΑκολουθῈα, δεν υπάρχει ο 90ός Χαλ-
μός «Ὁ κατοικῶν ἐν βοηθεῇᾳ τοῦ Ὑψῇστου…», ο κανόνας σε
ήχο πλάγιο του δευτᾸρου «Ἐν οὐρανῇοις θαλάμοις διηνε-
κῶς…», ο οποῈος εῈναι ποῈημα του Θεοφάνη του Γραπτού, και
πολλά άλλα τροπάρια, τα οποῈα υπάρχουν στην παλαιά Ακο-
λουθῈα. Η ψαλμωδῈα δε του «Αμώμου» Ᾰχει περιορισθεῈ σε 18
μόνο στῈχους (3 ΢τάσεις από 6 στῈχους κάθε στάση).
Η ΑκολουθῈα λοιπόν σήμερα γῈνεται κατά τον παρακά-
τω τύπο: Μετά το «Εὐλογητὸς ὁ Θεὸς» του ΙερᾸως ψάλλεται
ο Άμωμος σε τρεις στάσεις. Μετά το τᾸλος της α΄ στάσης του
Αμώμου, λᾸγεται η δᾸηση και η εκφώνηση «Ὅτι σὺ εἶ ἡ ἀνά-
στασις…». Εάν εῈναι περισσότεροι από Ᾰναν ΙερεῈς, ο καθᾸ-
νας, στο τᾸλος των άλλων στάσεων, την επαναλαμβάνει. Ακο-
λούθως ψάλλονται (συνήθως από τους ΙερεῈς) τα Ευλογητάρι-
α. Σο Ὲδιο επαναλαμβάνεται και εδώ. ΢το τᾸλος του καθενός
γῈνεται αῈτηση, μᾸχρι να μνημονεύσουν όλοι οι ΙερεῈς. Μετά
τα Ευλογητάρια ψάλλεται το Κοντάκιο «Μετὰ τῶν Ἁγῇων, ἀ-
νάπαυσον, Φριστὲ» και τα οκτώ ιδιόμελα του ΑγῈου Ιωάννου
του Δαμασκηνού, κατά την διάρκεια των οποῈων, ο Διάκονος
ή ο ΙερᾸας θυμιάζουν. Μετά τα ιδιόμελα ψάλλονται (προαιρε-
τικά) οι ΜακαρισμοῈ. ΢τη συνᾸχεια διαβάζεται το Αποστολι-
κό36 και Ευαγγελικό Ανάγνωσμα37. Ο Διάκονος τη δᾸηση και
ο πρώτος στην τάξη ΙερᾸας την ευχή «Ὁ Θεὸς τῶν πνευμάτων

34 Βιολάκη ΓεωργῈου, Συπικό της του Φριστού Μεγάλης Εκκλησῇας, Έκδ. ΢αλι-
βᾸρος, Αθήνα, p. 435.
35 ibidem, p. 439.
36 Α΄ Θεσ. 4, 13-17.
37 Ἰωάν. 5, 24-30.
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

καῈ πάσης σαρκὸς…», το τᾸλος της οποῈας υπάρχει η εκφώνη-


ση «Ὅτι σὺ εἶ ἡ ἀνάστασις…», την οποῈα και επαναλαμβά-
νουν διαδοχικά όλοι οι ΙερεῈς. Κατόπιν γῈνεται η απόλυση,
ψάλλεται το «ΑῊωνῇα ἡ μνήμη»38 και προ του «Δι’ εὐχῶν» ο
ασπασμός του λειψάνου, κατά τον οποῈο ψάλλουμε το τροπά-
ριο «Δεῦτε τελευταῖον ἀσπασμὸν»39.
Εδώ θα πρᾸπει να αναφερθεῈ ότι κακώς επικράτησε να
διαβάζονται από τον ΑρχιερᾸα, όταν αυτός προΐσταται της
Νεκρώσιμης ΑκολουθῈας, οι συγχωρητικᾸς ευχᾸς «εῊς πᾶσαν
ἀράν καῈ ἀφορισμὸν». ΑυτᾸς όπως μαρτυρεῈ το περιεχόμενό
τους, πρᾸπει να διαβάζονται μόνο σε άτομα που πᾸθαναν «ὑ-
πὸ ἀρόν ἤ ἀφορισμὸν»40.

Ο μοναχός, ο οποῈος αφιᾸρωσε όλη του τη ζωή στον


Κύριο, φεύγοντας από αυτόν τον κόσμο προπᾸμπεται από

38 ΢υμεών Αρχιεπισκόπου ΘεσσαλονῈκης, ibid p. 309. «Τί δηλοῖ τὸ Αἰωνία ἡ


μνήμη ψαλλόμενον ὕστερον». Μετὰ τὴν ἀπόλυσιν γῈνεται ἡ ἀνακήρυξις τοῦ κε-
κοιμημᾸνου. ΠερΈ τούτων δῆλα δὴ τοῦ ἀσπασμοῦ καΈ τῆς ἀνακηρύξεως, Ὰρμη-
νεύει ὁ Ὴερὸς Διονύσιος λᾸγων περΈ τοῦ ἀσπασμοῦ μᾹν ὅτι δηλοΈ τὴν ᾼνωσιν Άν
Φριστῷ ἡμῶν τῶν ζώντων μετὰ τῶν κεκοιμημᾸνων. ΠερΈ δᾹ τῆς ἀνακηρύξεως ὅτι
Άτάχθησαν μᾹ τοὺς ἁγῈους οῊ τελευτήσαντες καΈ ὅτι ἄξιοι εἶναι τῆς ΆκεῈνων κλη-
ρονομῈας, καθὼς ἦσαν καΈ ζῶντες διὰ τῆς πῈστεως τῶν, τὸ ὁποῖον πιστεύεται ὑφ’
ἡμῶν καΈ ψάλλεται. Εἶναι αὔτη καΈ μιᾷ προσφορᾷ τοῦ κεκοιμημᾸνου καΈ μιᾷ δᾸ-
ησις ἀπὸ μᾸρους ἠμῶν πρὸς τὸν Θεὸν ὑπᾹρ αὐτοῦ. Ἡ δᾹ τελευταῈα εὐχὴ εἶναι ὡς
᾽ν δῶρο καΈ τελεῈωσις καΈ παραπᾸμπει τὸν νεκρὸν εΉς τήν του Θεοῦ ἀπόλαυσιν
παραδιδοῦσα τὸ σῶμα καΈ τὴν ψυχὴν τοῦ ἀπελθόντος εΉς αὐτόν. Διὰ τοῦτο καΈ
μᾸχρι τοῦ τάφου μᾹ τὸ λεῈψανον Άρχόμεθα καΈ τὸν Σρισαγηιον ψάλλομεν ὕμνον
εΉς δοξολογῈαν τῆς ἉγῈας Σριάδος τοῦ μόνου Θεοῦ ἠμῶν καΈ κατατιθᾸμενοι εΉς
τὸν τάφον τὸ λεῈψανον τὸ παραδῈδομεν διὰ τῶν εὐχῶν εΉς τὴν γῆν Άκτελοῦντες
τὸ θεῖον πρόσταγμα τὸ «Γ῅ εἶ καῈ εΈς γὴν ἀπελεύσει». Κηρύττομεν δᾹ καΈ τὴν
ἀνάστατιν σφραγῈζοντες τὸ λεῈψανον διὰ τοῦ σταυροῦ ἢ χύνοντες ιλαιον εΉς αὐ-
τὸ σταυροειδῶς Άκ τῆς κανδύλας ἢ ῥῈπτοντες Άπάνω τοῦ μᾹ κανᾹν σκεῦος τὴν
γῆν, διότι, ἂν καΈ θνητοΈ Άγεννήθημεν, ὅμως θᾸλομεν ἀναστηθὴ διὰ τοῦ σαρκωθᾸ-
ντος ὑπᾹρ ἡμῶν καΈ ἀαθᾳνόντος σαρκΈ καΈ ἀναστάντος καΈ προξενήσαντος εΉς ἡ-
μᾶς τὴν ἀνάστασιν καΈ διότι θᾸλει ἀναστηθὴ ὁ θαπτόμενος, καθὼς καΈ ὁ ΢ωτήρ
ἡμῶν ἀνᾸστη.
39 Νεκρώσιμοι καῈ Ἐπιμνημόσυνοι Ἀκολουθῇαι, Έκδ. Αποστολικής ΔιακονῈας

ΕκκλησῈας της Ελλάδος, Αθήνα 2004.


40 Παπαγιάννη ΚωνσταντῈνου, Πρωτ., Λειτουργική – Σελετουργική, Αθήνα 1973,

p. 381
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

τους συμμοναστᾸς του με ιδιαῈτερες τιμᾸς και ειδική Ακολου-


θῈα, όπως αυτή σώζεται στο Μεγάλο Ευχολόγιο41.
Η ΑκολουθῈα αυτή εῈναι κατά πολύ μεγαλύτερη και
μοιάζει σε ελάχιστα σημεῈα μ’ εκεῈνη του Μικρού ΕυχολογῈου.
Εδώ, εκτός από τον 90ό Χαλμό, ψάλλεται ολόκληρος ο Άμω-
μος, προτασσόμενου του στῈχου «Εὐλογητός εἶ, Κύριε». Κα-
τόπιν ψάλλονται από μια στάση από τους Αναβαθμούς, τμη-
ματικά στους οκτώ ήχους. Παρεμβάλλονται των Αναβαθμών,
στιχηράς προσόμοια, ποιήματα του Θεοφάνους, που Ᾰχουν α-
κροστιχῈδα «΢οὺς, Φριστέ, δούλους γρᾶψον ἐν ζώντων βῇ-
βλῳ».
Με το τᾸλος των στιχηρών του πλ. δ΄ ήχου, γῈνεται αῈτη-
ση και κατόπιν διαβάζεται ο Απόστολος και το ΕυαγγᾸλιο
που λᾸγεται και στους κοσμικούς και τα γνωστά μᾸχρι την Α-
πόλυση. Κατά τον ασπασμό ψάλλονται τα προσόμοια «Δεῦτε
τελευταῖον ἀσπασμόν», που εῈναι Ᾰξι στη σειρά τροποποιημᾸ-
να σε μερικά σημεῈα για την περῈπτωση.
΢τον τάφο μετά τα συνήθη και το «Σοῦ Κυρῇου ἡ γ῅»
ρῈχνοντας το λάδι και το κρασῈ42, λᾸγεται το τροπάριο «Σῷ
τύπῳ τοῦ ΢ταυροῦ σου φιλάνθρωπε». Καλύπτοντας δε τον
τάφο ψάλλουν τρῈα τροπάρια του πλ. δ΄ ήχου «Γ῅ χάνουσα ὑ-
πόδεξαι» κ.λπ. και γῈνεται αῈτηση και Απόλυση.

41Εὐχολόγιο τὸ Μέγα, Έκδ. ΠαπαδημητρῈου, Αθήνα 1980, p. 421.


42΢υμεών Αρχιεπισκόπου ΘεσσαλονῈκης, ibid p. 309. «Ἀφ’ οὗ τεθῇ τὸ λεῈψανον
εΉς τὸν τάφον, χύνεται Άπάνω του τὸ ιλαιον σταυροειδῶς, καθὼς τὸ παρᾸδωκαν
οῊ Ἀπόστολοι καΈ ὁ Διονύσιος γράφει, μᾶλλον δᾹ καΈ εΉς τὸν Άνταφιασμὸν πρᾸπει
να ἀλεῈφεται ὁ νεκρός. Καθὼς εΉς τὸ βάπτισμα ὕδωρ καΈ ιλαιον εἶναι οὕτω καΈ
εΉς τὴν τελευτὴν εΉς τοὺς πιστῶς καΈ εὐσεβῶς ζήσαντας πρᾸπει ὁμοῈως αὐτὰ να
ΆπιφᾸρωνται εΉς τύπον ΆκεῈνων. Διὰ τοῦτο λοιπὸν καΈ μᾹ ὕδωρ διὰ τοῦ σπόγγου
ἀπονῈπτουσι σταυροειδῶς κατὰ τὸ μᾸτωπον τὰ ὄμματα, τὸ στόμα, καΈ τὸ στῆ-
θος, ιτι κατὰ τὰ γόνατα καΈ τάς χεῖρας καΈ μᾹ ιλαιον τὸν νεκρὸν ἀλεῈφουσι, μᾹ
τὸ να εἶναι τὸ ιλαιον τῶν ἀγώνων σημαντικὸν καΈ ὅτι ὁ κοιμηθεΈς καλῶς καΈ εὐ-
σεβῶς ἠγωνῈσατο καΈ θᾸλει ἀξιωθῇ καΈ τῆς εὐσπλαχνῈας τοῦ Θεοῦ καΈ τῆς λα-
μπρὰς Ὴλαρότητος τοῦ θεῈου φωτὸς».
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

΢το Μεγάλο Ευχολόγιο υπάρχει ξεχωριστή ΑκολουθῈα


σε ιερεῈς. Και εδώ υπάρχουν αρκετᾸς διαφορᾸς, και όπως
μπορεῈ να παρατηρήσει κανεῈς, εῈναι από τις πλᾸον μακρο-
σκελεῈς Νεκρώσιμες ΑκολουθῈες.
Χάλλονται από μια στάση των αναβαθμών, του β΄ και
του πλ. β΄ ήχου και αμᾸσως μετά ο Απόστολος και το Ευαγ-
γᾸλιο που διαβάζονται και στους λαϊκούς. ΑκολουθεῈ η ευχή
«Δέσποτα Κύριε, ο Θεός ἡμῶν…», που διαβάζεται μόνο σε ιε-
ρεῈς. ΑκολουθεῈ κάθισμα σε β΄ ήχο «΢ήμερον χωρῇζομαι από
τ῅ς συγγενῇας μου». ΑκολουθεῈ ο 22ος Χαλμός αντιφωνικά
και το τροπάριο σε β΄ ήχο «Ἐπειδή πάντες πρὸς τὴν αὐτὴν
κατεπειγόμεθα μονήν».
Ευθύς αμᾸσως διαβάζεται το Αποστολικό43 και το Ευ-
αγγελικό Ανάγνωσμα 44 . ΑκολουθεῈ η ευχή «Εὐχαριστοῦμεν
σοι, Κύριε ὁ Θεός ἡμῶν…», η οποῈα και αυτή η ευχή εῈναι ειδι-
κή για ιερεῈς. ΑμᾸσως ψάλλονται αντιφωνικά ο 23ος Χαλμός
«Σοῦ Κυρῇου ἡ γ῅ καῈ τὸ πλήρωμα αὐτ῅ς», Ᾰνα τροπάριο σε
β΄ ήχο και Ᾰνα κάθισμα σε πλ. α΄ ήχο.
ΑκολουθεῈ το τρῈτο Αποστολικό45 και Ευαγγελικό46 Α-
νάγνωσμα. Ευθύς διαβάζεται η ευχή «Κύριε τῶν Δυνάμε-
ων…» και ψάλλεται αντιφωνικά ο 83ος Χαλμός «Ὡς ἀγαπητά
τὰ σκηνώματά σου Κύριε», και ακολουθούν δύο τροπάρια σε
πλ. β΄ ήχο.
Έπειτα διαβάζονται το τᾸταρτο Αποστολικό47 και Ευ-
αγγελικό 48 Ανάγνωσμα. Ακολουθούν οι ΜακαρισμοῈ, σε ήχο
β΄, με επτά διαφορετικά από τα γνωστά τροπάρια. Με το τᾸ-

43 Ρωμ. 5, 12-21.
44 Ιωάν. 5, 17-24.
45 Α΄ Κορ. 15, 1-11.
46 Ιωάν. 6, 35-40.
47 Α΄ Κορ. 15, 20-29.
48 Ιωάν. 6, 40-45.
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

λος του «Δόξα. ΚαῈ νῦν» διαβάζεται το πᾸμπτο Αποστολικό49


και Ευαγγελικό50 Ανάγνωσμα.
ΑκολουθεῈ η ανάγνωση του 50ού Χαλμού και αμᾸσως
ψάλλεται ο Κανόνας σε ήχο πλ. β΄ «΢οῇ τῷ εὐεργέτη». ΢το
τᾸλος της γ΄ ωδής γῈνεται αῈτηση και το Κάθισμα «Ἀληθῶς
ματαιότης τὰ σύμπαντα» με το ΘεοτοκῈο, και συνεχῈζει η
ψαλμωδῈα του δ΄ ωδής του Κανόνα. ΢το τᾸλος της στ΄ ωδής
διαβάζεται το Κοντάκιο «Μετά τῶν Ἁγῇων» και ακολουθούν
24 τροπάρια στο τλᾸλος του καθενός λᾸγεται το «Ἀλληλούι-
α». Με τη συμπλήρωση της ανάγνωσής τους λᾸμε και πάλι το
Κοντάκιο και συνεχῈζουν οι υπόλοιπες ωδᾸς του Κανόνα (ζ΄,
η΄ και θ΄).
Μετά την ΑῈτηση, ψάλλεται το Εξαποστειλάριο «Νῦν ἀ-
νεπαυσάμην», τᾸσσερις φορᾸς, οι τρεις με στῈχους και το Θεο-
τοκῈο «Νῦν ἐξελεξάμην». Ακολουθούν οι ΑῈνοι, σε ήχο πλ. β΄
και ψάλλονται τρῈα στιχηρά προσόμοια (το πρώτο διπλασιά-
ζεται) και «Δόξα. ΚαῈ νῦν» το ΘεοτοκῈον.
Κατόπιν διαβάζεται η Μικρή ΔοξολογῈα και ακολου-
θούν τα ιδιόμελα του ΑγῈου Ιωάννου του Δαμασκηνού. ΢ε κά-
θε ήχο Ᾰχουμε τρῈα ή και τᾸσσερα τροπάρια. ΢το τᾸλος υπάρ-
χει Δοξαστικό σε ήχο πλ. β΄ «Δεῦτε καῈ θεάσασθε» και το Θε-
οτοκῈο «Πρεσβεῖες τ῅ς τεκούσης σε». Ακολουθούν το Σρισά-
γιο, το τροπάριο «Ἀνάπαυσον ΢ωτήρ ἡμῶν», αῈτηση και από-
λυση. Προ του «Δι’ εὐχῶν» ψάλλονται τα τροπάρια «Δεῦτε
τελευταῖον ἀσπασμόν» και το Δοξαστικό «Ὁρῶντες με ἄφω-
νον καῈ ἄπνουν».
Πορευόμενοι προς τον τάφο οι ΙερεῈς ψάλλουν τους ειρ-
μούς από το Μεγάλο Κανόνα «Βοηθός καῈ σκεπαστής» σε
ήχο πλ. β΄.

49 Ρωμ. 14, 6-10.


50 Ιωάν. 6, 48-55.
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

Η ΑκολουθῈα 51 και εδώ εῈναι διαφορετική από αυτή


που καθιερώθηκε και που εῈναι πλᾸον γνωστή.
ΑρχῈζει με τα συνήθη, τρισάγιο κ.λπ. και ευθύς αμᾸσως
διαβάζεται ο Χαλμός «Ὁ κατοικῶν ἐν βοηθεῇᾳ». ΑκολουθεῈ
Κανόνας σε ήχο πλ. δ΄ «Σῶν ζώντων ὑπάρχων Φριστέ ζωή…».
΢το τᾸλος της γ΄ ωδής ο ΙερᾸας μνημονεύει, ψάλλεται το τρο-
πάριο «Ἀληθῶς ματαιότης τὰ σύμπαντα» και συνεχῈζει ο Κα-
νόνας. ΢το τᾸλος της στ΄ ωδής ο ΙερᾸας μνημονεύει και λᾸγο-
νται το Κοντάκιο «Μετά τῶν Ἁγῇων» και ο ΟῈκος «Αὐτός μό-
νος ὑπάρχεις ἀθάνατος», και συνεχῈζει ο Κανόνας μᾸχρι και
το τᾸλος της θ΄ ωδής.
΢τη συνᾸχεια ο ΙερᾸας μνημονεύει και ψάλλονται τρῈα
στιχηρά προσόμοια σε ήχο πλ. β΄ (Ἡ ἀπεγνωσμένη), τα: «Ἀ-
πηγορευμένος τοῖς ἀδελφοῖς μου…», «Βεβορβορωμένος ταῖς
ἁμαρτῇαις…» και «Γένος καῈ πατρῇδα νῦν καταλεῇψας…».
Δόξα. Και νῦν ψάλλεται το «Δεῦτε καῈ θεάσασθε ἅπαντες…»
σε ήχο πλ. β΄.
Έπειτα ο ΙερᾸας μνημονεύει και γῈνεται η απόλυση, ό-
που ψάλλεται το «ΑῊωνῇα ἡ μνήμη» και ακολουθεῈ ο ασπα-
σμός, κατά τη διάρκεια του οποῈου ψάλλονται τα προσόμοια
«Δεῦτε τελευταῖον ἀσπασμόν» κ.λπ. Μετά τον ασπασμό δια-
βάζεται το τρισάγιο και χρῈεται ο κεκοιμημᾸνος από τον ΙερᾸ-
α λᾸγοντας «Ὁ πιστεύων εῊς Πατέρα, ΤΈόν καῈ Ἅγιον Πνεῦ-
μα».

΢το Μεγάλο Ευχολόγιο52 βρῈσκουμε κανόνα αναπαύσι-


μο «εῊς νήπια τελευτήσαντα». ΕῈναι σε ήχο πλ. δ΄ και το

51 Εὐχολόγιο τὸ Μέγα, ibid, p. 471.


ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

πρώτο τροπάριο αρχῈζει «Ὁ σαρκῇ πτωχεύσας Λόγε Θεοῦ, καῈ


βρέφος γενέσθαι…». Σων τροπαρῈων προτάσσεται στῈχος
«Κύριε, ἀνάπαυσον τὸ νήπιον». Αιτήσεις γῈνονται στο τᾸλος
της γ΄ και στ΄ ωδής.
Μετά την στ΄ ωδή διαβάζεται το Κοντάκιο «Μετά τῶν
Ἁγῇων» και ο ΟῈκος «Αὐτός μόνος ὑπάρχεις ἀθάνατος», και
συνεχῈζει ο Κανόνας μᾸχρι και το τᾸλος της θ΄ ωδής. Ακολου-
θεῈ η μικρή συναπτή και η ευχή «Ὁ φυλάσσων τὰ νήπια, Κύρι-
ε…».
Κατόπιν υπάρχει Εξαποστειλάριο «Νῦν ἀνεπαυσά-
μην…» και οι ΑῈνοι σε ήχο πλ. δ΄, «Ὤ τῈς μὴ θρηνήσει τέκνον
μου», «Ὤ τῈς μὴ στενάξει τέκνον μου», «Θάνατος νηπῇοις ἄ-
νεσις». Δόξα σε ήχο πλ. β΄ «Ἄλγος τῷ Ἀδάμ ἐχρημάτισεν».
Και νῦν «Μεταβολή τῶν θλιβομένων».

52 Εὐχολόγιο τὸ Μέγα, ibid, p. 476.


ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

ΚΕΥΑΛΑΙΟ 4ο

Μετά την Νεκρώσιμη ΑκολουθῈα, ο κεκοιμημᾸνος συνο-


δεύεται στην τελευταῈα κατοικῈα του. ΕκεῈ συντελεῈται ο ε-
νταφιασμός, που εῈναι και η τελευταῈα πράξη της επῈγειας
ζωής.
Κατά το παρελθόν αλλά και σήμερα, υπάρχουν και αυ-
τοῈ που Ᾰχουν διαφορετική γνώμη για τον ενταφιασμό, μη
μπορώντας Ὲσως να κατανοήσουν το πραγματικό νόημα της
ζωής και του μυστηρῈου του θανάτου, με αποτᾸλεσμα να τα-
ριχεύουν τα νεκρά σώματα ή να τα καῈνε.
ΕῈναι πολύ ενδιαφᾸροντα τα όσα λᾸει ο ΜᾸγας Αντώνι-
ος σε όσους ταρῈχευαν και φύλαγαν τα νεκρά σώματα, επη-
ρεασμᾸνοι από τις συνήθειες των ΑιγυπτῈων: «ΟΈ ΑῊγύπτιοι
τὰ τῶν τελευτώντων σπουδαῇων σώματα καῈ μάλιστα τῶν ἁ-
γῇων μαρτύρων, φιλούσιν μὲν θάπτειν καῇ περιελῇσσειν ὀθονῇ-
οις, μὴ κρύπτειν δέ ὑπό γ῅ν, ἀλλ’ ἐπῇ σκυμποδῇων τιθέναι καῈ
φυλάττειν ἔνδον παρ’ ἑαυτοῖς, νομῇζοντες ἐν τούτῳ τιμᾶν τους
ἀπελθόντας»53.
Ο ΜᾸγας Αντώνιος, Ᾰκανε μεγάλες προσπάθειες για να
πεισθούν οι ΦριστιανοῈ ότι πρᾸπει να ενταφιάζονται οι νεκροῈ
και συχνά τους επᾸπληττε λᾸγοντάς τους ότι το να κρατούν
τα νεκρά σώματα ούτε νόμιμο εῈναι αλλά ούτε όσιο εῈναι και
συνᾸχιζε: «καῈ γὰρ τὰ τῶν πατριαρχῶν καῈ τὰ τῶν προφητῶν
σώματα μέχρι νῦν σώζεται εῊς μνήματα. ΚαῈ αὐτό δὲ τὸ τοῦ

53 Μεγάλου ΑθανασῈου, Βῇος Ἁγῇου Ἀντωνῇου, P.G. 26, 986-989.


ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

κυρῇου σῶμα εῊς μνημεῇον ἐτέθη λῇθος τε ἐπιτεθεῇς ἔκρυψεν


αὐτό, ἔως ἀνέστη τριήμερον. ΚαῈ ταῦτα λέγων ἐδεῇκνυε
παρανομεῖν τόν μετά θάνατον μή κρύπτοντα τά σώματα τῶν
τελευτώντων, κἄν ἅγια τυγχάνῃ. πολλοῇ οὖν ἀκούσαντες,
ἔκρυψαν ὑπό γ῅ν λοιπόν καῈ ηὐχαρῇστουν τῷ Κυρῇῳ καλῶς
διδαχθέντες»54.
Ο νεκρός κατεβάζεται στο μνήμα βλᾸποντας προς την
ανατολή. ΕῈναι η αποδοχή της «Ἀνατολ῅ς τῶν ἀνατολῶν».
ΓιατῈ εῈναι γνωστό σύμφωνα με τις ΓραφᾸς, ότι ο Κύριος θα
Ᾰλθει από την Ανατολή για να κρῈνει ζωντανούς και νεκρούς.
Επάνω στο νεκρό σώμα περιχᾸεται λάδι σε σχήμα
σταυρού και ρῈχνεται χώμα. Σο λάδι που ρῈχνεται στους νε-
κρούς εῈναι απλό λάδι και δεν Ᾰχει καμῈα σχᾸση με το αφορ-
κιστικό λάδι που χρησιμοποιεῈται πριν το Βάπτισμα, πολύ
περισσότερο δε με το Άγιο Μύρο. Εξάλλου το διευκρινῈζει
αυτό και το Ευχολόγιο55.
Ο Διονύσιος ΑρεοπαγῈτης, σχολιάζοντας τη χρήση του
ελαῈου που ρῈχνεται πάνω στο νεκρό σώμα, αναφᾸρει ότι εῈναι
σύμβολο κατάληξης της κατά του κακού πάλης και όχι Ᾰναρ-
ξης, όπως στην περῈπτωση του ελαῈου του ΒαπτῈσματος 56.
Επάνω στο νεκρό όμως, κατά την εῈσοδό του στον τά-
φο, ρῈχνεται και χώμα τη στιγμή που ο ΙερᾸας λᾸγει το «γ῅ εἶ
καῈ εῊς γ῅ν ἀπελεύσει». Ο συμβολισμός αυτός σημαῈνει τη
διάλυση που θα επᾸλθει στο ενταφιασμᾸνο σώμα. Διότι, κατά
τη διδασκαλῈα της Ορθόδοξης ΕκκλησῈας, το σώμα διαλύεται
στα στοιχεῈα από τα οποῈα το Ᾰπλασε ο Δημιουργός Θεός.
΢ημαῈνει όμως και τη ματαιότητα και την κενότητα των εγκο-
σμῈων και τον άσκοπο, πολλᾸς φορᾸς, αγώνα που κάνει ο άν-
θρωπος στη ζωή αυτή.

54 ibidem
55 Μικρό Ευχολόγιο, Εκδ. Αποστολικής ΔιακονῈας ΕκκλησῈας της Ελλάδος, p.
218.
56 ΔιονυσῈου ΑρεοπαγῈτου, Περῇ Εκκλησιαστικής Ιεραρχῇας, κεφ. 7ο, P.G. 3, 565.
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

Οι πρώτοι ΦριστιανοῈ, ενταφῈαζαν τα σώματα των


Μαρτύρων στις κατακόμβες. Οι κατακόμβες ήταν μεγάλες
υπόγειες στοᾸς, που τις άνοιγαν με ειδικό τρόπο. Ο ρόλος
τους, τους πρώτους αιώνες ήταν διπλός. ΕνταφῈαζαν τους
Μάρτυρες και αθλητᾸς της πῈστεως και εκεῈ, μαζῈ τους τελού-
σαν την λατρεῈα τους προς το Θεό.
Με την ανεξιθρησκῈα όμως που Ᾰδωσε ο ΜᾸγας Κων-
σταντῈνος, και τα κοιμητήρια ήλθαν στην επιφάνεια. Με την
ανοικοδόμηση των μεγαλόπρεπων Ναών, οι ΦριστιανοῈ Ᾰκτι-
ζαν γύρω από αυτόν και διάφορα άλλα κτῈσματα βοηθητικά
όπως κελιά για ανάπαυση, σχολεῈο καθώς και άλλα αναγκαῈα
κτῈσματα. Υρόντιζαν όμως και για τους νεκρούς57.
ΜπαῈνοντας κανεῈς στον αυλόγυρο, συναντούσε τάφους
στολισμᾸνους με το σύμβολο του ΢ταυρού. Ο συνδυασμός
αυτός ήταν πολύ φιλοσοφημᾸνος. ΜπαῈνοντας κανεῈς στο Ναό
εῈχε να διδαχθεῈ πως τα όρια αισθητού και υπεραισθητού στο
Ναό δεν υπάρχουν. Εδώ χρόνος και αιωνιότητα συνυπάρχουν
και ότι εγρήγορση εῈναι το πρώτο σύνθημα του Φριστιανι-
σμού.
΢ε αντῈθεση λοιπόν με την ειδωλολατρῈα, που μετᾸβαλε
τους νεκρούς της σε τᾸφρα, η ΕκκλησῈα του Φριστού, όχι μόνο
αφήνει το σώμα άθικτο, όχι μόνο ψάλλει πάνω σ’ αυτό ειδική
ΑκολουθῈα και τελεῈ Μνημόσυνα, αλλά και σαν Ᾰνα πολύτιμο
θησαυρό το καταθᾸτει σε όποιον ιερό τόπο βρει.
΢τους πρώτους Φριστιανικούς αιώνες, οι βασιλεῈς επι-
θυμούσαν να θάβονται τα σώματά τους μᾸσα στο Ναό. Και
τούτο γιατῈ μᾸσα στους Ναούς Ᾰθαπταν Μάρτυρες και ΟσῈους
και θεωρούσαν μεγάλη τιμή και ευτυχῈα να γειτονεύουν μ’
αυτούς.

57ΑναστασῈου Ιωάννης, Εκκλησιαστική Ιστορῇα, τόμος Α΄, Εκδ. ΕπῈκεντρο, Θεσ-


σαλονῈκη 2007, p. 227-234.
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

Ο ΜᾸγας ΚωνσταντῈνος ενταφιάστηκε στο Ναό των Α-


γῈων Αποστόλων58, στην Κωνσταντινούπολη. Σο παράδειγμά
του ακολουθούν ο Θεοδόσιος και ο Ονώριος που θάβονται
στον Ὲδιο Ναό. Η θυγατᾸρα του Μ. ΚωνσταντῈνου, Κωνστα-
ντῈα, ενταφιάζεται στη Ρώμη κοντά στα λεῈψανα της ΑγῈας
Αγνής, όπου αργότερα ο πατᾸρας της Ᾰκτισε Ναό και μετα-
φᾸρθηκαν τα οστά και των δύο άλλων αδελφών της ΕλᾸνης,
συζύγου του Ιουλιανού, και ΚωνσταντῈνας, συζύγου του Γά-
λιου. Αλλά και η ΕυδοκῈα, η σύζυγος του ΘεοδοσῈου του μι-
κρού, ενταφιάζεται στα Ιεροσόλυμα στο Ναό του ΑγῈου ΢τε-
φάνου, τον οποῈο ανοικοδόμησε η Ὲδια59.
Σο παράδειγμα όμως των αυτοκρατόρων και βασιλᾸων
θᾸλησαν να μιμηθούν και απλοῈ πολῈτες που ζητούσαν να θά-
βονται κι αυτοῈ μᾸσα στους Ναούς. Σο πρόβλημα άρχισε να
γῈνεται οξύτατο διότι εῈναι πρόβλημα καθαρά υγιεινής των
ζώντων πιστών. Γι’ αυτό άρχισε μεγάλη προσπάθεια ενημᾸ-
ρωσης και διαφώτισης των πιστών ώστε να σταματήσει αυτή
η απαῈτησή τους να θάβονται μᾸσα στους Ναούς.
Ο ιερός Φρυσόστομος, αναφᾸρει ότι Ᾰγιναν προσπάθει-
ες και από τους αυτοκράτορες της εποχής του ώστε, όχι μό-
νον οι απλοῈ άνθρωποι να μη θάβονται εντός των Ναών αλλά
και αυτοῈ οι Ὲδιοι Ᾰδιναν το παράδειγμα για τους εαυτούς
τους και τους συγγενεῈς τους θάβοντάς τους στον αυλόγυρο60.
Με τις συντονισμᾸνες προσπάθειες της ΕκκλησῈας και
της ΠολιτεῈας άρχισε να γῈνεται συνεῈδηση στους πιστούς ότι
δεν πρᾸπει να θάβονται οι νεκροῈ τους μᾸσα στους Ναούς.
ΒᾸβαια χρειάστηκε πολύς αγώνας και χρόνος για να γῈνει κα-
τανοητό το πρόβλημα. ΜᾸχρι και το πρώτο μισό του περα-
σμᾸνου αιώνα, η ΕκκλησῈα προσπαθούσε με εγκυκλῈους και

58 ΢ωζομᾸνου ΢αλαμῈνιου, Εκκλησιαστική Ιστορῇα, τόμος Β΄, Εκδ. «Σο Βυζάντι-


ον», ΘεσσαλονῈκη 1995, p. 261-262.
59 Εγκυκλοπαῇδεια ΔΟΜΗ, τόμος 13ος, p. 613-616.
60 Ιωάννου Φρυσοστόμου, Ὁμιλῇα εις τὸ ὄνομα τοῦ Κοιμητηρῇου, P.G. 49, 394.
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

αποφάσεις της να αποθαρρύνει τους πιστούς να πράξουν κάτι


τᾸτοιο.
΢ήμερα ο ενταφιασμός των πιστών γῈνεται, κυρῈως στις
πόλεις, σε κοιμητήρια Ᾰξω απ’ αυτᾸς. ΢ε πολλά όμως χωριά
εξακολουθεῈ η παλιά συνήθεια του να θάπτονται οι κεκοιμη-
μᾸνοι στον αυλόγυρο του ενοριακού ναού.
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

ΚΕΥΑΛΑΙΟ 5ο

Η ΕκκλησῈα Ᾰχει παραλάβει από την Αποστολική παρά-


δοση τα Ιερά Μνημόσυνα για τους πιστούς της που αναπαύο-
νται «ἐν Φριστῷ». Πιστεύει και δᾸχεται ότι όσοι πᾸθαναν πι-
στεύοντας στο Φριστό, πηγαῈνουν και κοντά Σου, σύμφωνα με
τη διδασκαλῈα Σου: «ἐὰν ἑμοῈ διακονῆ τις, ἐμοῈ ἀκολουθεῇτω,
καῈ ὅπου εῊμῈ ἑγώ, ἐκεῖ καῈ ὁ διάκονος ὁ ἐμὸς ἔσται· καῈ ἐάν
τις ἑμοῈ διακονεῖ, τιμήσει αὐτὸν ὁ πατὴρ»61. Δηλαδή, όπου εῈ-
ναι ο Φριστός εκεῈ και αυτός που τον υπηρετεῈ.
ΕπῈσης, η Φριστιανική διδασκαλῈα τονῈζει, ότι όσοι πε-
θαῈνουν δεν διακόπτουν την πνευματική επικοινωνῈα με την
ΕκκλησῈα του Φριστού πάνω στη γη, αλλά εξακολουθούν να
επικοινωνούν μᾸσω της κοινής αγάπης προς το Φριστό. Η α-
γάπη αυτή συνδᾸει κι ενώνει συνεχώς κι αναπόσπαστα όλους
τους πιστούς, κι αυτούς που εῈναι πάνω στη γη αλλά κι αυ-
τούς που Ᾰφυγαν από αυτή την ορατή κοινωνῈα. Ο θάνατος
δεν άλλαξε τις σχᾸσεις των πεθαμᾸνων με τους ζωντανούς
παρά μόνο τον τρόπο των σχᾸσεων μεταβάλλοντας το «κατ’
αἴσθηση» στο «ὑπέρ αἴσθηση»62.

61 ΝεκταρῈου Πενταπόλεως, Μελέτη περῈ Ἱερῶν Μνημοσύνων, επιμᾸλεια Δ. Γε-


ωργαντζή, Έκδ. Υ. Σσιρώνη, Αθήνα 1981, p. 6
62 ibidem
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

Η ΕκκλησῈα εῈναι το σώμα του Φριστού και ο Φριστός,


η κεφαλή του σώματος άρα της ΕκκλησῈας. Οι πιστοῈ χριστια-
νοῈ, αποτελούν τα μᾸλη της ΕκκλησῈας, άρα μᾸλη του σώμα-
τος του Φριστού, όπως λᾸει και ο Απόστολος Παύλος63.
ΕπομᾸνως, από τη στιγμή που η ΕκκλησῈα κάνει δεή-
σεις, προσευχᾸς και αναῈμακτες θυσῈες υπᾸρ υγεῈας των ζω-
ντανών, εῈναι αναπόφευκτο να προσεύχεται «ὑπὲρ τῶν ἐν πῇ-
στει κεκοιμημένων ἀδελφῶν», πιστεύοντας στη φιλανθρωπῈα,
στην ευσπλαχνῈα, στην ελεημοσύνη και φιλοστοργῈα του Θεού,
με την ελπῈδα ότι θα συγχωρήσει αυτούς που Ᾰσφαλαν.
Κάνει δεήσεις για όλους τους «ἀπ’ ἐλπῇδι ἀναστάσεως
κεκοιμημένους», ΑγῈους, Προφήτες, Αποστόλους, Μάρτυρες,
ΟμολογητᾸς κι όλους όσους ευχαρῈστησαν το Θεό. Διότι «πο-
λὺ Ὴσχύει δικαῇου ἐνεργουμένη»64, δηλαδή «έχει μεγάλη δύ-
ναμη η δέηση του δικαῇου και ενεργεῇ ισχυρά και αποτελε-
σματικά, και έχει μεγάλη ωφέλεια».
΢’ αυτών λοιπόν τις παρακλήσεις υποκύπτει ο φιλάν-
θρωπος Θεός, δῈνοντας χάρη, ελεημοσύνη και απολύτρωση
στους πεθαμᾸνους πιστούς χριστιανούς.
Η ΕκκλησῈα, κάνει τα Μνημόσυνα των κεκοιμημᾸνων
χριστιανών, πρώτα – πρώτα γιατῈ Ᾰχει λάβει εντολή και εξου-
σῈα να συγχωρεῈ τις αμαρτῈες των ανθρώπων, κι Ᾰπειτα γιατῈ
σαν φιλόστοργη μητᾸρα, δεῈχνει την προθυμῈα να δεηθεῈ υπᾸρ
τη σωτηρῈα των παιδιών της65.

Η πρώτη αναφορά περῈ μνημοσύνων υπᾸρχει στην Πα-


λαιά Διαθήκη, στο βιβλῈο του Νεεμάν, όπου οι ΙσραηλῈτες πα-
ρεκάλεσαν τον Κύριο να συγχωρήσει της αμαρτῈες των κεκοι-
63 Α΄ Κορ. 6, 15 και 12, 27
64 Ἰακ. 5, 16
65 ΝεκταρῈου Πενταπόλεως, ibid, p. 10
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

μημᾸνων ΠατᾸρων τους: «Σην εικοστή τέταρτη μέρα του ῇδιου


μήνα, άρχισαν οι Ισραηλῇτες νηστεῇα. Υορούσαν πένθιμα ρού-
χα και έριχναν χώμα στο κεφάλι τους. Αυτοῇ εῇχαν χωρισθεῇ
από όλους τους μη Ιουδαῇους που υπήρχαν στην περιοχή τους
και εῇχαν συγκεντρωθεῇ για να εξομολογηθούν τις αμαρτῇες
τις δικές τους και των προγόνων τους. Επῇ τρεις ώρες στέκο-
νταν όρθιοι και άκουγαν την ανάγνωση από το βιβλῇο του Νό-
μου του Κυρῇου, του Θεού τους, για να του ζητήσουν συγχώ-
ρεση»66.
΢το δεύτερο βιβλῈο των ΜακκαβαῈων αναφᾸρεται το
εξής περιστατικό: «΢ε μια μάχη του Ιούδα με το Γοργῇα φά-
νηκε νικητής ο Ιούδας, πλην όμως εῇχε και νεκρούς. Μετά τη
μάχη την επόμενη μέρα ήρθαν επειγόντως οι άνδρες του Ιού-
δα να μεταφέρουν τα πτώματα των σκοτωμένων και να τα
θάψουν μαζῇ με τους συγγενεῇς τους στους τάφους των προ-
γόνων τους. Κάτω όμως από τα ρούχα του κάθε νεκρού, βρέ-
θηκαν μικρά ειδώλια των θεών της Ιάμνειας, πράγμα που α-
παγορεύεται αυστηρά από τον Ιουδαϊκό νόμο. Έτσι έγινε σ’
όλους φανερό ότι αυτοῇ σκοτώθηκαν εξαιτῇας αυτών των α-
ντικειμένων… Ο γενναῇος Ιούδας κάλεσε το λαό να μην αμαρ-
τήσουν πλέον… Κατόπιν συγκέντρωσε συνεισφορές από κάθε
άνδρα και έστειλε στα Ιεροσόλυμα δύο χιλιάδες δραχμές α-
σήμι, για να χρηματοδοτήσει μια θυσῇα για εξιλέωση της α-
μαρτῇας αυτής. Αυτή τη θεάρεστη πράξη την έκανε επειδή πῇ-
στευε ότι υπάρχει ανάσταση νεκρών. Διότι αν δεν πῇστευε ότι
πρόκειται να αναστηθούν και αυτοῇ, θα ήταν περιττό και α-
νόητο να προσεύχεται γι’ αυτούς… Έτσι έκαναν την θυσῇα
για την εξιλέωση των νεκρών, ώστε οι τελευταῇοι να απαλλα-
γούν από την αμαρτῇα που εῇχαν διαπράξει»67.

66 ΝεεμῈας 9, 1-5.
67 Β΄ Μακ. 12, 36-45.
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

΢την Καινή Διαθήκη αναφᾸρει ο Απόστολος Παύλος για


τον Ονήσιμο που εῈναι ήδη νεκρός: «δῲη αὐτῷ ὁ Κύριος
εὐρεῖν ἔλεος παρά Κυρῇου ἐν ἐκεῇνῃ τῆ ἡμέρᾳ»68, δηλαδή «ας
δώσει ο Θεός να βρει έλεος από τον Κύριο την ημέρα εκεῇνη
(της Δευτέρας παρουσῇας)».
Τπάρχουν σαφή χωρῈα της ΑγῈας Γραφής που αναφᾸρο-
νται στην προσευχή υπᾸρ των κεκοιμημᾸνων. Γι’ αυτό και τα
μνημόσυνα συναντώνται από τους πρώτους αιώνες στη ζωή
της ΕκκλησῈας. Και τούτο, διότι όπως γράφει ο Απόστολος
Παύλος, ζωντανοῈ και νεκροῈ, εῈναι «σῶμα Φριστοῦ καῈ μέλη
ἐκ μέρους»69.

Οι Αποστολικές Διαταγές, Ᾰνα από τα αρχαιότερα βι-


βλῈα της ΕκκλησῈας, διδάσκουν ότι πρᾸπει να τελούνται για
τους νεκρούς τρῈτα, Ᾰνατα, τεσσαρακοστά και ενιαύσια μνη-
μόσυνα70.
Ο Ευσέβιος Καισαρεῇας περιγράφοντας την μεγαλο-
πρεπή κηδεῈα του Μεγάλου ΚωνσταντῈνου στο Ναό των ΑγῈ-
ων Αποστόλων, αναφᾸρει ότι το σκήνος της μακαρῈας ψυχής
ήταν «συναγελαζόμενον τῷ τοῦ Θεοῦ λαῷ, θεσμῶν τε θεῇων
καῈ μυστικ῅ς λειτουργῇας ἀξιούμενον»71.
Ο Κύριλλος Ιεροσολύμων στις Κατηχήσεις του, αναφᾸ-
ρει ότι μετά τον Καθαγιασμό των ΣιμῈων Δώρων μνημονεύο-
νται και οι κεκοιμημᾸνοι «πρῶτον Πατριαρχῶν, Ἀποστόλων,

68 Β΄ Σιμ. 1, 18.
69 Α΄ Κορ. 12, 27.
70 Αποστολικαῇ Διαταγαῇ, Βιβλῇον Η΄, 42, P.G. 1, 1145.
71 ΕυσεβῈου ΚαισαρεῈας, Εκκλησιαστική Ιστορῇα 4, P.G. 20, 303-401.
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

Προφητῶν, Μαρτύρων, ὅπως ο Θεός εὐχαῖς αὐτῶν καῈ πρε-


σβεῇαις προσδέξηται ἡμῶν τὴν δέησιν»72.
Ο άγιος Μακάριος ο Αιγύπτιος λᾸγει ότι η ψυχή μετά τη
δεύτερη προσκύνηση του ΚυρῈου την Ᾰνατη ημᾸρα, διατάσσε-
ται να οδηγηθεῈ στην κόλαση. ΕκεῈ η ψυχή βλᾸπει για τριάντα
ημᾸρες τους αμαρτωλούς να βασανῈζονται από την απουσῈα
του Θεού και φοβάται μήπως μεῈνει σ’ αυτόν τον φοβερό τό-
πο υποφᾸροντας τα Ὲδια. Σην τριακοστή ημᾸρα, ύστερα δηλα-
δή από σαράντα ημᾸρες από το χωρισμό της από το σώμα,
ξανανεβαῈνει στον ουρανό να προσκυνήσει τον Κύριο για ΣρῈ-
τη φορά. Αυτή εῈναι η μεγάλη ημᾸρα για την ψυχή, γιατῈ αυ-
τήν την ημᾸρα αποφασῈζει ο Κύριος ποιος τόπος αρμόζει σ’
αυτήν σύμφωνα με τα Ᾰργα της και την κατατάσσει στον τόπο
που της αρμόζει73.
Η τεσσαρακοστή, λοιπόν, ημᾸρα εῈναι πολύ σοβαρή για
τους νεκρούς. ΕῈναι η αποφασιστική ημᾸρα. Γι’ αυτό και στη
ΘεῈα ΛειτουργῈα που γῈνεται εκεῈνη την ημᾸρα για τον κοιμη-
θᾸντα, πρᾸπει να προσεύχονται πολύ θερμά οι παρευρισκόμε-
νοι σ’ αυτήν, για την ανάπαυση της ψυχής του.
Ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός, Ᾰχει κάνει ολόκληρη πραγμα-
τεῈα με τῈτλο «Ὑπέρ τῶν ἐν πῇστει κεκοιμημένων»74. Παρου-
σιάζει όλους τους προηγούμενους απ’ αυτόν ΠατᾸρες που μῈ-
λησαν και Ᾰγραψαν περῈ των ιερών Μνημοσύνων. ΕπῈσης δια-
σώζει και αποσπάσματα των λόγων τους75.
Ο ιερός Φρυσόστομος, αναφᾸρει σχετικά: «Δεν νομοθε-
τήθηκαν αυτά τυχαῇα από τους θεῇους Αποστόλους, το να θυ-
μούμαστε δηλαδή αυτούς που έφυγαν από τη ζωή αυτή, κατά

72 ΚυρῈλλου Ιεροσολύμων, Κατήχηση Μυσταγωγική Ε΄, 9, ΕΠΕ τόμος 2ος, p. 385.


73 ΜακαρῈου ΑιγυπτῈου, Αποφθέγματα, P.G. 34, 309-385.
74 Ιωάννου Δαμασκηνού, Περῇ τῶν ἐν πῇστει κεκοιμημένων, ΕΠΕ τόμος 4, Θεσ-

σαλονῈκη 1990, p.151-201.


75 ΜπουρνᾸλη Αποστόλου, Πατέρων Λόγος 5, Ιερά Μνημόσυνα, Ηράκλειο 2002,

p.17-18.
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

τη διάρκεια των φρικτών Μυστηρῇων. Γνωρῇζουν ότι από αυτό


προκύπτει πολύ κέρδος, μεγάλη ωφέλεια»76.
ΣᾸλος, ο άγιος Νεκτάριος επῇσκοπος Πενταπόλεως, Ᾰχει
γράψει ολόκληρη πραγματεῈα με θᾸμα: «Περῇ ἀθανασῇας τ῅ς
ψυχ῅ς καῈ περῇ Έερῶν μνημοσύνων», όπου με πλήθος πατερι-
κών χωρῈων και περιστατικών από τους βῈους των αγῈων της
ΕκκλησῈας, αποδεικνύει την ωφᾸλεια που προᾸρχεται από τα
μνημόσυνα77.

΢ε όλες τις ΘεῈες ΛειτουργῈες αναφᾸρονται ευχᾸς για


τους κεκοιμημᾸνους.
΢τη ΘεῈα ΛειτουργῈα του Αποστόλου Μάρκου, αναφᾸ-
ρεται η εξής ευχή για τους κεκοιμημᾸνους: «ΚαῈ τούτων (για
τους οποῇους πρόσφερε ο Ιερέας την Θεῇα Λειτουργῇα και
προσευχήθηκε) καῈ πάντων τὰς ψυχὰς ἀνάπαυσον, Δέσποτα
Κύριε ὁ Θεός ἡμῶν, ἐν ταῖς τῶν ἁγῇων σου σκηναῖς… Αὐτάς
μὲν οὖν τὰς ψυχάς ἀνάπαυσον, Κύριε, καῈ βασιλεῇας οὐρανῶν
ἀξῇωσον»78.
΢τη ΘεῈα ΛειτουργῈα του Αγῇου Γρηγορῇου του Θεολό-
γου, αναφᾸρεται η ευχή: «Μνήσθητι, Κύριε, τῶν προκεκοιμη-
μένων ἐν τῆ ὀρθοδόξῳ πῇστει πατέρων ἡμῶν καῈ ἀδελφῶν, καῈ
ἀνάπαυσον τὰς ψυχὰς αὐτῶν μετὰ Ὁσῇων καῈ Δικαῇων. Ἔκ-
θρεψον, σύναξον εῊς τόπον χλόης, ἐπῇ ὕδατος ἀναπαύσεως, ἐν
παραδεῇσῳ τρυφ῅ς, μετά τούτων, ὧν εἴπομεν τὰ ὀνόματα αὐ-
τῶν»79.

76 Ιωάννου Φρυσοστόμου, ΕΈς Υιλιππησῇους λόγος 4, ΕΠΕ τόμος 21ος, p. 440.


77 ΝεκταρῈου Πενταπόλεως, Περῇ ἀθανασῇας τ῅ς ψυχ῅ς καῈ περῇ τῶν Ὴερῶν μνη-
μοσύνων, Έκδ. Β. Ρηγούπουλου, ΘεσσαλονῈκη 1973.
78 ΒενᾸδικτου Ιερομονάχου, Σα Μνημόσυνα και η ωφέλειά τους, Έκδ. ΢υνοδῈα

΢πυρῈδωνος Ιερομονάχου, ΝᾸα ΢κήτη ΑγῈου Όρους 2006, p. 18.


79 Θεῇα Λειτουργῇα Γρηγορῇου του Θεολόγου, Έκδ. Ιεράς Κοινοβιακής Μονής

ΑγῈου Ιωάννου Θεολόγου, Ηράκλειο 2007, p. 35.


ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

΢τη ΘεῈα ΛειτουργῈα του Αγῇου Ιακώβου του Αδελφο-


θέου, μετά την ανάμνηση των Αποστόλων, Προφητῶν κ.λπ.
αναφᾸρονται τα εξής: «Μνήσθητι Κύριε, ὁ Θεός τῶν πνευμά-
των καῈ πάσης σαρκός, ὧν ἐμνήσθημεν καῈ ὧν οὐκ ἐμνήσθημεν
Ὀρθοδόξων, ἐκεῖ αὐτούς ἀνᾶπαυσον… Δὸς γενέσθαι τὴν προ-
σφοράν ἡμῶν εὐπρόσδεκτον, ἡγιασμένην ἐν Πνεύματι ἁγῇῳ,
εῊς ἐξιλασμόν τῶν ἡμετέρων πλημμελημάτων καῈ τῶν τοῦ λα-
οῦ ἀγνοημάτων καῈ εῊς ἀνάπαυσιν τῶν προκεκοιμημένων ψυ-
χῶν»80.
΢τις ΘεῈες ΛειτουργῈες του Μεγάλου Βασιλεῇου και του
ιερού Φρυσοστόμου, γῈνεται λόγος για τους κεκοιμημᾸνους:
«…μνήσθητι πάντων τῶν κεκοιμημένων ἀπ’ ἐλπῇδι ἀναστάσε-
ως ζω῅ς αῊωνῇου, καῈ ἀνάπαυσον αὐτούς ὅπου ἐπισκοπεῖ τὸ
φῶς τοῦ προσώπου ΢ου»81. ΢το σημεῈο αυτό ο ΙερᾸας ανα-
φᾸρει τα ονόματα των κεκοιμημᾸνων τα οποῈα επιθυμεῈ.

Οι ΑποστολικᾸς ΔιαταγᾸς αναφᾸρουν ότι πρᾸπει να τε-


λούνται Ιερά Μνημόσυνα την 3η ημᾸρα, την 9η, την 40ή, και
στο χρόνο (το ενιάυσιο).
΢ύμφωνα με τον άγιο ΙσῈδωρο τον Πηλουσιώτη, την 3η
ημᾸρα τελούνται σε ανάμνηση της τριημᾸρου Αναστάσεως του
ΚυρῈου. Σην 9η, εις τύπον των Αγγελικών δυνάμεων. Σην 40ή,
σύμφωνα με τον παλαιό τύπο, διότι και οι ΙουδαῈοι όταν πᾸ-
θανε ο Μωυσής τον πᾸνθησαν για 40 ημᾸρες82. Σα ενιαύσια
μνημόσυνα, αναφᾸρονται από τον Άγιο Γρηγόριο το Θεολόγο
στον επιτάφιο προς τον αδελφό του Καισάριο: «Σὰ μὲν ἀπο-

80 Θεῇα Λειτουργῇα Ιακώβου του Αδελφοθέου, Έκδ. ΑριστεῈδου Πανώτη, Π. Υά-


ληρο 1992, p. 58.
81 Ιερατικόν, Έκδ. Αποστολικής ΔιακονῈας ΕκκλησῈας Ελλάδος, Αθήνα 2004, p.

134, & p. 174.


82 ΒενᾸδικτου Ιερομονάχου, ibid, p. 29.
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

δεδώκαμεν τὰ δὲ καῈ δώσομεν τὰς δι’ ἔτους προσφέροντες τι-


μάς τε καῈ μνήμας»83.
Ο ΢υμεών ΘεσσαλονῈκης στα μνημόσυνα βλᾸπει άλλον
συμβολισμό: «Σὰ τρῇτα τελοῦνται ὑπέρ τοῦ κεκοιμημένου, δι-
ότι ὁ ἄνθρωπος διὰ τ῅ς Ἁγῇας Σριάδος ἔλαβε τὸ εῑναι καῈ διό-
τι μεταστάς θέλει ἀλλοιωθῆ καῈ θέλει φανῆ εῊς τὸ ἀρχαῖον
καλλώπισμα, εῊς τὸ ὁποῖον ἧτο πρὸ τ῅ς παραβάσεως ἤ καῈ εῊς
καλλῇτερον ἴσως. Σα ἔννατα δια νὰ συνταχθῆ το πνεῦμα του
ὡς ἄϋλον, καῈ τ῅ς Ὴδῇας φύσεως μετά τῶν ἀγγέλων… Σά δέ
τεσσαρακοστά διά τήν τοῦ ΢ωτήρος Ἀνάληψιν, ἤτις ἔγινε μετά
τήν Ἀνάστασιν μετά τόν ἀριθμόν αὐτόν τῶν ἡμερῶν, διά να ἀ-
ναληφθῆ καῇ αὐτός τότε, ὅταν ἀναστηθῆ… καῇ διά να προϋ-
παντήσῃ τον Κριτήν… Σά ἐνιαύσια μνημόσυνα πάλιν τὴν Ἁγῇ-
αν Σριάδα καῈ τὸν τῶν ὄλων Θεόν κηρύττουσι καῈ εῊς δόξαν
αὐτ῅ς τελοῦνται καῈ αὐτά ὑπέρ τοῦ τελευτηκότος, καθότι ἀπ’
αὐτ῅ς τ῅ς Ἁγῇας Σριάδος ἔλαβεν ὁ ἄνθρωπος τὴν σύστασιν
καῈ εῊς αὐτήν πάλιν λυθεῇς ἀπό τοῦ σώματος θέλει πορευθῆ…
Ἤ πρὸς δήλωσιν ὅτι εἶναι ἀθάνατος κατά τήν ψυχήν καῈ ὅτι
πάλιν θέλει ἀνανεωθῆ ὅταν ὁ Πλάστης θελήσῃ να ἀναστήση τό
σῶμά του…»84.
Η Ορθόδοξη ΕκκλησῈα Ᾰχει καθιερώσει ως ημᾸρα μνή-
μης των κεκοιμημᾸνων, τα ΢άββατα όλου του Ᾰτους. Εκτός
όμως από αυτά Ᾰχει καθιερώσει και δύο Χυχοσάββατα στα
οποῈα μνημονεύονται όλοι οι άνθρωποι από αρχής του κό-
σμου μᾸχρις εσχάτων.
Σο πρώτο Χυχοσάββατο το όρισαν οι ΠατᾸρες το ΢άβ-
βατο πριν την Κυριακή της ΚρῈσεως (Απόκρεω). Αυτή την η-
μᾸρα η ΕκκλησῈα τελεῈ μνημόσυνα για τα παιδιά της που πᾸ-
θαναν σε ξᾸνη γη, εῈτε στη θάλασσα, εῈτε στην Ᾰρημο. Γι’ αυ-

83 ΓρηγορῈου Θεολόγου, ΕΈς Καισάριον τὸν ἑαυτοῦ ἀδελφόν ἐπιτάφιος, P.G. 36,
756-789.
84 ΢υμεών Αρχιεπισκόπου ΘεσσαλονῈκης, ibid p. 312.
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

τούς δεν Ᾰχουν γῈνει κανονικά μνημόσυνα και Ᾰχουν στερηθεῈ


την ωφᾸλειά τους. Οι ΠατᾸρες, κινούμενοι από φιλανθρωπῈα,
όρισαν να τελούνται μνημόσυνα υπᾸρ όλων των κεκοιμημᾸνων
για να συμπεριλαμβάνονται και εκεῈνοι που δεν τους Ᾰγιναν
ειδικά μνημόσυνα85.
Οι ΠατᾸρες διάλεξαν εκεῈνη την ημᾸρα, επειδή θα τοπο-
θετούσαν την επόμενη μᾸρα την ΔευτᾸρα ΠαρουσῈα του ΚυρῈ-
ου. Έτσι θᾸλησαν μ’ αυτό τον τρόπο να παρακαλᾸσουν το
φοβερό Κριτή να χρησιμοποιήσει τη φιλανθρωπῈα του και να
κατατάξει τις ψυχᾸς αυτᾸς μετά δικαῈων και αγῈων86.
Σο Δεύτερο Χυχοσάββατο, η ΕκκλησῈα το τελεῈ εννᾸα η-
μᾸρες μετά την Ανάληψη του ΚυρῈου, δηλ. το ΢άββατο προ
της Πεντηκοστής. Σην ημᾸρα αυτή η ΕκκλησῈα μνημονεύει ό-
λους τους ευσεβεῈς κοιμηθᾸντες από Αδάμ μᾸχρι σήμερα.
Προσεύχεται γι’ αυτούς και ζητά από το Φριστό που
αναλήφθηκε στους Ουρανούς και κάθισε στα δεξιά του Πα-
τρός, να τους αξιώσει την ώρα της ΚρῈσεως, να δώσουν καλή
απολογῈα σ’ Αυτόν που θα κρῈνει όλη τη γη.
Να παρασταθούν στα δεξιά του, στη χαρά, στο μᾸρος
των ΔικαῈων και στην φωτεινή τάξη των ΑγῈων. Να γῈνουν ά-
ξιοι κληρονόμοι της ΒασιλεῈας Σου. Και δεν εύχεται μόνο για
τους Φριστιανούς, αλλά για όλους τους ανθρώπους, από Α-
δάμ μᾸχρι σήμερα 87 . ΢το σημεῈο αυτό μπορεῈ να δει κανεῈς
την αγάπη της ΕκκλησῈας για όλο το ανθρώπινο γᾸνος.

85 Tριώδιον, ΢άββατον πρό τ῅ς Ἀπόκρεω, Έκδ. Υως, Αθήνα 1977, p. 22-24.
86 ibidem
87 Πεντηκοστάριον, ΢άββατον τ῅ς Ζ΄ ἑβδομάδοςΈκδ. Υως, Αθήνα 1974, p. 207-

216.
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

ΠολλᾸς φορᾸς παρατηρεῈται το φαινόμενο λαϊκοῈ να δι-


απληκτῈζονται με κληρικούς, γιατῈ θᾸλουν να τελᾸσουν κάποιο
μνημόσυνο σε ημᾸρες που δεν επιτρᾸπεται.

΢ύμφωνα με τους Ιερούς κανόνες και την Ιερά Παρά-


δοση, Ιερά Μνημόσυνα αλλά και Σρισάγια με κόλλυβα δεν
τελούνται:
1. Από το ΢άββατο του Λαζάρου μᾸχρι και την Κυ-
ριακή του Θωμά.
2. Σα Φριστούγεννα (25 ΔεκεμβρῈου).
3. Σην Πρωτοχρονιά (1η ΙανουαρῈου)
4. Σων ΘεοφανεῈων (6 ΙανουαρῈου).
5. Σου Ευαγγελισμού (25 ΜαρτῈου)
6. Σην Κυριακή της Πεντηκοστής
7. Ση ΔευτᾸρα του ΑγῈου Πνεύματος.
8. Σης Μεταμορφώσεως του ΢ωτήρος (6Αυγούστου)
9. Σην Εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου (15 Αυ-
γούστου).
10. Σις ημᾸρες που εορτάζουν οι ΙεροῈ ΝαοῈ.
Σο γιατῈ δεν τελούνται τις ημᾸρες αυτᾸς τα Ιερά Μνη-
μόσυνα, δῈνει την απάντηση οΜᾸγας Υώτιος, στην συλλογή
των Ιερών Κανόνων των Γ. Ράλλη – Μ. Ποτλή: «ΚαῈ ἡμῖν ἐπι-
μελές, μετὰ τὸν ἐν νηστεῇᾳ νοητόν πόλεμον, καῈ τὴν νῇκην τ῅ς
Ἀναστάσεως, τρόπαιον τῆ Πεντηκοστῆ στ῅σαι, καῈ τῷ νικο-
ποιῷ Φριστῷ ᾆσαι τά επινῇκια, καῈ οὕτω τοῖς κειμένοις τὸ
χρέος ἀφοσιοῦν, μετά τὴν συμπλήρωσιν τ῅ς Πεντηκοστ῅ς, καῈ
μεθ’ ἡμέρας ἑπτά τῶν ἁγῇων Πάντων πανήγυριν ἐπιτελεῖν, ὑ-
παρχεῖν ὡσανεῇ ποιουμένους τῶν ἐφεξ῅ς ἑορτῶν τε καῈ μνη-
μοσύνων. Ἀλλ’ οὐδ’ ἐν ἑορταῖς δεσποτικαῖς ἀποιχομένων μνη-
μόσυνα ποιεῖν ὅσιον, ἤ μνήμας μαρτύρων ἐπιτελεῖν εὐπρεπές·
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

βασιλικῶν γάρ τελουμένων ἐπινικῇων, οὔτε τοὺς πεσόντας ἐν


μάχῃ νόμος πενθεῖν, οὔτε δεσποτικοῖς τροπαῇοις δουλικάς ἀ-
ριστεῇας ἀναμιγνύναι· τοῖς μέν γάρ δουλικοῖς ἀναμεμῇχθαι τά
τοῦ δεσπότου, τῶν ἐννομωτάτων τε και δικαιοτάτων, ἀθλοθε-
τοῦντός τε καῇ στεφανοῦντος νικήσαντος· τά δουλικά δὲ τοῖς
δεσποτικοῖς ἐπεισάγειν, τολμηρόν καῇ ἀνόητον, εῊ μήπου τινῶν
ἁγῇων, διά τὸ περιφανές τ῅ς ἀθλήσεως»88.

Κοινή εῈναι η μαρτυρῈα των ΠατᾸρων της ΕκκλησῈας,


αλλά και της Ὲδιας της ΕκκλησῈας για την μεγάλη ωφᾸλεια
που Ᾰχουν τα Ιερά Μνημόσυνα. Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκη-
νός, αναφᾸρει ότι ο Θεός θᾸλει πολύ να ευεργετούνται όλοι
από όλους και ζώντες και μετά θάνατον89.
Μεγάλη σημασῈα δῈνει ο ιερός Φρυσόστομος στην προ-
σφορά της αναῈμακτης θυσῈας που γῈνεται υπᾸρ των κεκοιμη-
μᾸνων. ΑναφᾸρει σχετικά: «Δεν γῇνονται άσκοπα οι προσφο-
ρές για τους απελθόντες, ούτε οι ελεημοσύνες. Όλα αυτά τα
έχει προστάξει το Άγιο Πνεύμα, διότι θέλει να ωφελεῇται ο
ένας από τον άλλον. Δεν υπάρχει αμφιβολῇα ότι ο νεκρός θα
κερδῇσει κάποια ωφέλεια»90.
΢τη συνᾸχεια παρουσιάζει ως μεγάλη τιμή τη μνημό-
νευση του ονόματος κατά τη ΘεῈα ΛειτουργῈα. «Διότι όπως
όταν εορτάζονται τα επινῇκια των βασιλέων, τότε εγκωμιάζο-
νται όσοι βοήθησαν στη νῇκη, και όσοι βρῇσκονται στις φυλα-
κές απελευθερώνονται για την περῇσταση αυτή. Όταν όμως
περάσει ο καιρός αυτός, όποιος δεν πήρε χάρη, δεν την παῇρ-
νει πλέον. Έτσι και εδώ, κατά την προσφορά της θυσῇας· αυ-
88 ΜᾸγα ΥωτῈου, ΢ύνταγμα τῶν θεῇων καῈ Ἱερῶν Κανόνων των Ράλλη Γ. – Ποτλή
Μ., τόμος 6ος, p. 465.
89 Ιωάννου Δαμασκηνού, ibid, p.151-201.
90 Ιωάννου Φρυσοστόμου, ΕΈς Υιλιππησῇους λόγος 3ος, ΕΠΕ τόμος 21ος, p. 388-

417 & ΕῊς Ἐφεσῇους, λόγος 3ος, ΕΠΕ τόμος 20, p. 464-493.
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

τός εῇναι ο καιρός για τα επινῇκια. Δεν νομοθετήθηκαν από


τους Αγῇους Αποστόλους χωρῇς λόγο οι ευχές για τους απελ-
θόντες κατά τη διάρκεια της προσφοράς του φρικτού μυστη-
ρῇου της Θεῇας Λειτουργῇας. Γνώριζαν ότι προκύπτει μεγάλο
κέρδος και πολύ ωφέλεια γι’ αυτούς. Όταν ένας ολόκληρος
λαός υψώνει τα χέρια του σε προσευχή και μαζῇ μ’ όλο το ιε-
ρατεῇο προσφέρουν τη φρικτή θυσῇα, πώς να μην πετύχουμε
με τις ικεσῇες μας τη θεϊκή ευσπλαχνῇα; Αλλά αυτό αφορά
τους απελθόντας πιστούς»91.
Ο ΢υμεών ΘεσσαλονῈκης ακολουθώντας την Αποστολι-
κή Παράδοση γράφει:
«Κανέν ἄλλον δὲν εἶναι τόσον ὠφέλιμον εῊς τὸν κεκοι-
μημένον, μήτε τόσης εὔφροσύνης αἴτιον καῈ φωτισμοῦ καῈ ἑ-
νώσεως πρὸς τὸν Θεὸν, καθώς αὐτό· διότι αὐτό τὸ ἴδιον Αἶμα
τοῦ Κυρῇου εἶναι ἐκεῖνο τὸ ὁποῖον χύνεται ὑπέρ ἡμῶν τῶν
ἀχρεῇων εῊς αὐτήν τήν θυσῇαν, καῈ αὐτό τὸ ἴδιον θεῖον ΢ῶμα
εἶναι ἐκεῖνο τὸ ὁποῖον θυσιάζεται ἐπάνω εῊς τὸ ἅγιον θυσια-
στήριον»92.
Ο Γρηγόριος Νύσσης, χαρακτηρῈζει το να μνημονεύεται
κάποιος την ώρα τᾸλεσης της ΘεῈας ΛειτουργῈας, ως «ἐπωφε-
λές καῈ θεάρεστον»93.
Ο Κύριλλος Ιεροσολύμων χαρακτηρῈζει «μεγῇστην τὴν
ὅνησιν», πάρα πολύ μεγάλη την ωφᾸλεια που προᾸρχεται από
την προσευχή αυτή94. Γι’ αυτό δεν πρᾸπει να παραλεῈπονται
τα Ιερά Μνημόσυνα. ΙδιαῈτερα όμως πρᾸπει να μνημονεύο-
νται τα ονόματα κατά την ώρα της ΘεῈας ΛειτουργῈας, διότι
και για το σκοπό αυτό δόθηκε.

91 ibidem
92 ΢υμεών Αρχιεπισκόπου ΘεσσαλονῈκης, ibid p. 313.
93 ΒενᾸδικτου Ιερομονάχου, ibid, p. 41.
94 ΚυρῈλλου Ιεροσολύμων, Μυσταγωγικαῇ Κατηχήσεις Ε΄, 9, ΕΠΕ τόμος 2ος, p

378-394.
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

Σρισάγιο ονομάζεται μια μικρή επιμνημόσυνη δᾸηση


υπᾸρ αναπαύσεως του κεκοιμημᾸνου. ΕῈναι Ᾰνα σύνολο τρο-
παρῈων, δεήσεων και ευχών υπᾸρ αναπαύσεως95.
Δεν υπάρχει σχετικό διάγραμμα για το πότε μπορεῈ να
διαβαστεῈ Ᾰνα Σρισάγιο. ΢υνήθως διαβάζεται αμᾸσως μόλις
κοιμηθεῈ ο νεκρός κατ’ οῈκον, την ώρα επῈσης που Ᾰρχεται ο
κληρικός να παραλάβει το κεκοιμημᾸνο και επῈσης μια φορά
όταν συνοδεύεται το λεῈψανο στην τελευταῈα του κατοικῈα96.
Όμως καθορισμός του αριθμού των ΣρισαγῈων δεν υ-
πάρχει στην ΕκκλησῈα. Έτσι όποτε το επιθυμούν οι πιστοῈ,
μπορούν να τελᾸσουν Σρισάγια, όσα θᾸλουν και όποτε θᾸ-
λουν.

95 Φριστοδούλου ΘεμιστοκλᾸους Πρωτ., Σα Ιερά Μνημόσυνα, Έκδ. ΟμολογῈα,


Αθήνα 2002, p. 142.
96 ibidem, p. 143.
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

ΜΕΡΟ΢ ΔΕΤΣΕΡΟ
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

ΚΕΥΑΛΑΙΟ 1ο

Σο πρόβλημα της ύπαρξης και της αθανασῈας της ψυ-


χής, απασχόλησε τους ανθρώπους από τα πανάρχαια χρόνια.
Πρώτοι οι αρχαῈοι Έλληνες Υιλόσοφοι εξᾸτασαν φιλοσοφικά
το πρόβλημα αυτό και διατύπωσαν διάφορες γνώμες και θε-
ωρῈες, που διαφᾸρουν μεταξύ τους.
Όλοι παραδᾸχονται την ύπαρξη της ψυχής και τη θεω-
ρούν ζωοποιό δύναμη με θεϊκή προᾸλευση κατά πολλούς. Άλ-
λοι την όρισαν ως αᾸρα (ΑναξιμᾸνης), άλλοι ως πυρ και λόγο
(Ηράκλειτος, ΢τωικοῈ), άλλοι ως νόηση (Πλάτωνας, ΑριστοτᾸ-
λης, ΠλωτῈνος), άλλοι ως λεπτά υλικά άτομα (Δημόκριτος, Ε-
πῈκουρος). ΚανεῈς δεν μπόρεσε να εκφράσει την ουσῈα της,
διότι η ψυχή εῈναι άυλη και δεν εῈναι δυνατόν να διατυπωθεῈ η
ουσῈα της με λᾸξεις97.
Η διδασκαλῈα για την αθανασῈα της ψυχής, κατά την
αρχαῈα Ελληνική φιλοσοφῈα, περικλεῈεται περιληπτικά σε
τρῈα σημεῈα:
α) Ότι η ψυχή εῈναι αγᾸννητη, αφού ανήκει στον κόσμο
των Ιδεών και επομᾸνως εῈναι άκτιστη.
β) Η ψυχή του ανθρώπου Ᾰχει μεγάλη αξῈα συγκριτικά
με το σώμα, το οποῈο θεωρεῈται αποτᾸλεσμα της πτώσεως και
της φθοράς. Σο σώμα κρατά την αθάνατη και αγᾸννητη ψυχή

97Υουντουλάκη ΓεωργῈου, Η ουσῇα και η αθανασῇα της ψυχής, Έκδ. ΓραφικᾸς


ΣᾸχνες, Αθήνα 2006, p. 53-54.
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

στην ύλη και δεν την αφήνει να επιστρᾸψει στον κόσμο από
τον οποῈο προήλθε.
γ) Δεν μπορεῈ να γῈνει λόγος στην αρχαῈα φιλοσοφῈα για
την ανάσταση του σώματος. Γι’ αυτό και, όταν ο Απόστολος
Παύλος επάνω στον Άρειο Πάγο μῈλησε για την ανάσταση των
σωμάτων, τον χλεύασαν. Ακριβώς γιατῈ αυτή η διδασκαλῈα
του Φριστιανισμού, κλόνισε όλα τα θεμᾸλια της μεταφυσι-
κής98.
Οι αρχαῈοι Έλληνες, πῈστευαν ότι οι ψυχᾸς των ενάρε-
των ανθρώπων πηγαῈνουν στον Παράδεισο, στα Ηλύσια ΠεδῈα
και στις Νήσους των Μακάρων, όπως Ᾰλεγαν. Αυτά βρῈσκο-
νται στα Ᾰσχατα της γης, εκεῈ όπου βασιλεύει αιώνια γαλήνη
και ευδαιμονῈα. ΕκεῈ υπάρχει επικοινωνῈα με άλλους ενάρε-
τους ανθρώπους και με τους θεούς 99 . Οι κακοῈ πηγαῈνουν
στην Κόλαση, στον Άδη, στο βάθος του όρους Σάρταρος, ό-
που βᾸβαια υπάρχει σκότος και πύρινη λάβα. Τπάρχουν πολ-
λᾸς παραδόσεις για τον Άδη, τον οποῈο όλοι οι λαοῈ θεωρού-
σαν ως τόπο σκοτεινό, που βρῈσκεται στα Ᾰγκατα της γης,
όπου δικάζονται και τιμωρούνται οι κακοῈ100.
Οι πρώτοι αρχαῈοι Έλληνες φιλόσοφοι ήταν υλοζωι-
στᾸς. ΠαραδᾸχονταν πάντως την ύπαρξη της ψυχής. Ση διδα-
σκαλῈα για την ψυχή την ανᾸπτυξε κυρῈως ο Πλάτωνας και ο
ΑριστοτᾸλης. Ελάχιστοι φιλόσοφοι αμφισβήτησαν την αθανα-
σῈα της ψυχής. ΢το τᾸλος της αρχαῈας Ελληνικής ΥιλοσοφῈας,
με τον ΠλωτῈνο και τους άλλους φιλοσόφους, Ᾰχουμε κάποια
ανάμειξη μυστικιστικών στοιχεῈων101.
Παρ’ όλα αυτά όμως, η πῈστη των αρχαῈων Ελλήνων πε-
ρῈ της αθανασῈας της ψυχής, εῈναι ανάλογη με τη ζωή και τις

98 ΜητροπολῈτου ΙεροθᾸου Βλάχου, Η ζωή μετά το θάνατο, Έκδ. Ιεράς Μονής


ΓενεθλῈου Θεοτόκου, Λειβαδιά 2005, pp. 142-144.
99 Υουντουλάκη ΓεωργῈου, ibid p. 77.

100 ibidem p. 78.

101 ibidem p. 95.


ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

πράξεις του ανθρώπου. Δηλαδή, αμοιβή ή τιμωρῈα μετά το


θάνατο.
Η χριστιανική διδασκαλῈα όμως των Βυζαντινών ΠατᾸ-
ρων περῈ ψυχής, όπως παρουσιάζεται στο επόμενο κεφάλαιο,
βασῈζεται στην ΘεῈα Αποκάλυψη, στη θεοπνευστῈα των Ιερών
Γραφών και στο λόγο του Θεού.
Η επῈσημη ΕκκλησῈα διδάσκει ότι ο Παράδεισος και η
Κόλαση δεν εῈναι τόπος και υλικός χώρος, αλλά τρόπος υ-
πάρξεως κοντά στο Θεό. ΕῈναι πνευματική κατάσταση, αγαθή
ή κακή, ανάλογα με τον τρόπο ζωής των ανθρώπων στη γη102.

102 ΜητροπολῈτου ΙεροθᾸου Βλάχου, ibid pp. 274-280.


ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

ΚΕΥΑΛΑΙΟ 2ο

΢το προηγούμενο κεφάλαιο, παρουσιάστηκαν εν συ-


ντομῈα, οι θᾸσεις της αρχαῈας Ελληνικής φιλοσοφῈας, σχετικά
με την ύπαρξη και την αθανασῈα της ψυχής. ΢το κεφάλιο αυ-
τό, δῈνονται πληροφορῈες μᾸσα από τα βιβλῈα της Παλαιάς
Διαθήκης, για το πώς προφητεύεται η μᾸλλουσα κρῈση κατά
τη ΔευτᾸρα ΠαρουσῈα του ΚυρῈου, που πιστεύει σύσσωμος ο
χριστιανικός κόσμος, αλλά και η ανάσταση των νεκρών σωμά-
των, κάτι που οι αρχαῈοι φιλόσοφοι δεν πῈστευαν.
Ο προφήτης Δανιήλ, σχετικά με τη μᾸλλουσα κρῈση στο
όραμά του λᾸγει: «Κοῇταζα έως ότου τοποθετήθηκαν θρόνοι
και κάθισε ο παλαιός των ημερών (ο Θεός) και το ένδυμά του
ήταν άσπρο σαν το χιόνι και οι τρῇχες της κεφαλής του σαν
μαλλῇ καθαρό, και ο θρόνος του φλόγα πυρός και οι τροχοῇ
του πυρ αναμμένο. Κι ένα ποτάμι φωτιάς πορευόταν μπρο-
στά απ’ αυτόν, χῇλιες χιλιάδες λειτουργούσαν και μύριες χι-
λιάδες του παράστεκαν. Κάθισε στο θρόνο της Κρῇσης και
ανοῇχθηκαν τα βιβλῇα. Άκουγα τότε τα μεγάλα λόγια από τη
φωνή που έβγαινε από το κέρας, έως ότου έφυγε το θηρῇο ε-
κεῇνο και χάθηκε και το σώμα του δόθηκε για να καεῇ…»103.
Και συνεχῈζει ο προφήτης: «Ο λαός σου όλος βρῇσκεται
γραμμένος στο βιβλῇο και πολλοῇ απ’ όσους κοιμούνται στο

103 Δαν. 7, 9-28


ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

χώμα θα σηκωθούν, άλλοι για την αιώνια ζωή, κι άλλοι για την
αιώνια ντροπή»104.
Και στο βιβλῈο των Μακκαβαῇων αναφᾸρονται τα εξής:
«Κι αφού έφυγε αυτός, τον τέταρτο λοιπόν τον ῇδιο τον βασά-
νιζαν πειράζοντάς τον. Κι όταν επρόκειτο να πεθάνει έτσι,
του εῇπαν ότι μπορούν οι άνθρωποι να ελπῇζουν μετά θάνατο
στο Θεό, γιατῇ απ’ Αυτόν θα αναστηθούν. Γι’ αυτόν όμως α-
νάσταση στη ζωή δεν θα υπάρξει»105.
Και παρακάτω: «Αφού ετοῇμασε αργυρά δώρα αξῇας
δραχμών δύο χιλιάδων, τα έστειλε στα Ιεροσόλυμα σαν εξι-
λαστήρια θυσῇα των αμαρτιών τους, πολύ καλά και σωστά
κάνοντας, γιατῇ σκέπτονταν την ανάσταση»106.

104 Δαν. 12, 2


105 Β΄ Μακ. 6, 14
106 ibidem 12, 43
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

ΚΕΥΑΛΑΙΟ 3ο

΢ε αντῈθεση με την αρχαῈα Ελληνική φιλοσοφῈα, στην


χριστιανική διδασκαλῈα, η Ᾰννοια της αθανασῈας της ψυχής
συνδᾸεται με την κατά χάριν αθανασῈα που της Ᾰδωσε ο μόνος
Αθάνατος Θεός. Η ψυχή του ανθρώπου δημιουργήθηκε από
το Θεό, επομᾸνως, Ᾰχει μια συγκεκριμᾸνη αρχή αφού εῈναι
κτῈσμα Σου. ΕπᾸτρεψε την κατά χάριν αθανασῈα στην ψυχή
ώστε να μην Ᾰχει τᾸλος.
ΕπομᾸνως, ενώ με τον θάνατο η ψυχή αποχωρῈζεται
βιαῈως από το σώμα, παραμᾸνει ζωντανή και αναμᾸνει τη
ΔευτᾸρα ΠαρουσῈα του ΚυρῈου για να εισᾸλθει στο αναστημᾸ-
νο σώμα και Ᾰτσι να ζήσει ολόκληρος ο άνθρωπος αιωνῈως 107.
ΕπομᾸνως βγαῈνει το συμπᾸρασμα ότι η ψυχή των ανθρώπων,
δικαῈων και αδῈκων, εῈναι αιωνῈα, και αθάνατη κατά χάριν.
Ο Μάξιμος ο Ομολογητής, αναφᾸρει ότι οι δῈκαιοι θα
ζήσουν το «ἀεῇ εὖ εἶναι» δηλαδή την αιώνια καλή ζωή, ενώ οι
αμαρτωλοῈ θα ζήσουν το «ἀεῇ φεῦ εἶναι», δηλαδή την τραγική
αιώνια ζωή108.
Η χριστιανική φιλοσοφῈα λοιπόν, στηρῈζεται στην ΘεῈα
Αποκάλυψη, που δόθηκε με την Παλαιά και την Καινή Διαθή-

107ΜητροπολῈτου ΙεροθᾸου Βλάχου, ibid pp. 145-147.


108ΜαξῈμου Ομολογητού, Υιλοκαλῇα των Ιερών Νηπτικών, τόμος Β΄, Εκδ. Σο πε-
ριβόλι της ΠαναγῈας, ΘεσσαλονῈκη 1988, σελ. 64.
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

κη. ΢την Παλαιά Διαθήκη και συγκεκριμᾸνα στο βιβλῈο της


«ΓᾸνεσης», αναφᾸρεται ότι ο Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο
«κατ’ εικόνα» Σου και του εμφύσησε πνοή ζωής, δηλαδή του
Ᾰδωσε αθάνατη ψυχή (κατά χάριν).
Ο Φριστός δῈδαξε, ότι η ψυχή κάθε ανθρώπου εῈναι πο-
λύτιμη και αξῈζει περισσότερο από όλα τα αγαθά του κό-
σμου. ΛᾸγει στο ΕυαγγᾸλιο, «ΣῈ γὰρ ὠφελεῖται ἄνθρωπος ἐάν
τὸν κόσμον ὅλον κερδήσῃ, τὴν δὲ ψυχήν αὐτοῦ ζημιωθῆ; ἤ τῈ
δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τ῅ς ψυχ῅ς αὐτοῦ;»109
Ο Φριστός με όλη τη διδασκαλῈα Σου και με τις παρα-
βολᾸς του πλούσιου και του φτωχού Λαζάρου110 και με το λό-
γο Σου για τη ΔευτᾸρα ΠαρουσῈα111, δῈδαξε σαφώς ότι η ψυχή
εῈναι αθάνατη, ζει μετά το θάνατο του σώματος και ότι μια
μᾸρα θα αναστηθεῈ. Σο ανθρώπινο σώμα θα εῈναι αφθαρτο-
ποιημᾸνο.
Η ανάσταση των νεκρών εῈναι βασική αλήθεια της χρι-
στιανικής πῈστης. Ο Απόστολος Παύλος, βεβαιώνει σε πολλά
χωρῈα των Επιστολών του112 για την κοινή ανάσταση. ΛᾸει ότι
χωρῈς τη βεβαιότητα της ανάστασης, η πῈστη των ανθρώπων
δεν Ᾰχει κανᾸνα νόημα και εῈναι μάταιη.
ΛᾸγει λοιπόν «εῊ δὲ ἡ ἀνάστασις νεκρῶν οὐκ ἐστιν, οὐ-
δέ Φριστός ἐγήγερται· εῊ δὲ Φριστός οὐκ ἐγήγερται, κενόν ἄ-
ρα τὸ κήρυγμα ἡμῶν, κενή δὲ καῈ ἡ πῇστις ἡμῶν»113, δηλαδή
αν εῈναι αδύνατη η ανάσταση, τότε λοιπόν ούτε ο Φριστός Α-
ναστήθηκε, αφού κι ΕκεῈνος εῈχε σώμα σαν το δικό μας. Αλ-
λά, αν δεν αναστήθηκε ο Φριστός, εῈναι χωρῈς νόημα και χωρῈς
περιεχόμενο το κήρυγμά μας και κούφια η πῈστη μας, εφόσον

109 Ματθ. 16, 26


110 Λουκ. 20, 31
111 Ματθ. 25, 32

112 Α΄ Θεσ. 4, 14-17 & Α΄ Κορ. 16, 35-53

113 Α΄ Κορ. 15, 13-14


ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

αυτή βασῈζεται και θεμελιώνεται στην Ανάσταση του Φρι-


στού.
Και συνεχῈζει ο Απόστολος Παύλος: «νυνῇ δὲ Φριστὸς
ἐγήγερται ἐκ νεκρῶν, ἀπαρχὴ τῶν κεκοιμημένων ἐγένετο»114,
δηλαδή, δεν εῈναι Ᾰτσι τα πράγματα, διότι ο Φριστός αναστή-
θηκε και όπως οι πρώιμοι καρποῈ που ωριμάζουν πριν από
τους άλλους και μας προαναγγᾸλλουν ότι θα ακολουθήσει και
ολόκληρη συγκομιδή, Ᾰτσι και ο Φριστός αναστήθηκε πρώτος
από τους άλλους και βεβαιώνει με την Ανάστασή Σου, ότι θα
ακολουθήσει η ανάσταση και των άλλων νεκρών.
Ση διδασκαλῈα του Φριστού και των Αποστόλων, ανᾸ-
πτυξαν οι μεγάλοι ΠατᾸρες της ΕκκλησῈας κατά τους πρώ-
τους χριστιανικούς αιώνες. Οι ΠατᾸρες εῈχαν σπουδάσει την
αρχαῈα Ελληνική φιλοσοφῈα και γι’ αυτό ανᾸπτυξαν τα δόγ-
ματα της χριστιανικής θρησκεῈας, χρησιμοποιώντας Ᾰννοιες
και όρους από την Ελληνική φιλοσοφῈα, δῈνοντάς τους όμως
νᾸο περιεχόμενο, νᾸο μεταφυσικό νόημα, σύμφωνα με το Ευ-
αγγᾸλιο και τη διδασκαλῈα του Ιησού Φριστού. Τπήρχαν όμως
και οι αιρᾸσεις της εποχής εκεῈνης, που οι οπαδοῈ τους προ-
σπαθούσαν με τους Ὲδιους όρους και Ᾰννοιες να διδάξουν τις
αιρετικᾸς θᾸσεις τους. Ήταν δηλαδή κατά κάποιο τρόπο ανα-
γκασμᾸνοι οι ΠατᾸρες να το κάνουν αυτό115.
Ο Ιουστῇνος ο φιλόσοφος και μάρτυς (2ος αι.) Ᾰγραψε
ότι οι ψυχᾸς των ανθρώπων αποκτούν αθανασῈα με την πῈστη
στο Φριστό και με τη Φάρη του Θεού. Ακόμη αναπτύσσει τη
διδασκαλῈα του Φριστού για την κοινή ανάσταση των σωμά-
των στη ΔευτᾸρα ΠαρουσῈα και για τη μᾸλλουσα κρῈση και
ανταπόδοση116.

114 Α΄ Κορ. 15, 20


115 ΛῈλη Ιωάννου, Κοσμολογῇα & Ανθρωπολογῇα στη διδασκαλῇα του Ιωάννου
Δαμασκηνού, Εκδ. ΢ταμούλη, ΘεσσαλονῈκη 2009, pp. 29-32
116 ΛογοθᾸτη ΚωνσταντῈνου, Η φιλοσοφῇα των Πατέρων & του Μέσου Αιώνος,

μᾸρος Α΄, Εκδ. Κολλάρος, Αθήνα 1930, pp. 82-83.


ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

Ο Ειρηναῇος επῇσκοπος Λυώνος (2ος αι.) τονῈζει στα Ᾰρ-


γα του ότι ο άνθρωπος αποτελεῈται από σώμα, ψυχή και
πνεύμα, το οποῈο Ᾰχουν μόνο οι πιστοῈ και ενάρετοι. ΣονῈζει
ακόμα ότι το πνεύμα εῈναι αθάνατο. ΠαραθᾸτει δε και απο-
δεῈξεις για την αθανασῈα της ψυχής 117.
Ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς (2ος αι.) συνδυάζει στα Ᾰργα
του την αρχαῈα Ελληνική φιλοσοφῈα και τη χριστιανική διδα-
σκαλῈα. Κι αυτός τονῈζει ότι ο άνθρωπος Ᾰχει υλικό σώμα, και
άυλη και αθάνατη ψυχή. ΔιακρῈνει στην ψυχή δύο μᾸρη:
 το ηγεμονικό και νοητικό
 το άλογο και σωματικό
Η σωματική ψυχή Ᾰχει τη θρεπτική και κινητική δύναμη,
ενώ το ηγεμονικό μᾸρος της Ᾰχει το λογιστικό και το νοερό,
που προᾸρχεται από το Θεό. Αυτό εῈναι το αθάνατο μᾸρος
της ψυχής, το οποῈο μετά το θάνατο του σώματος, πηγαῈνει
στους ουρανούς μαζῈ με τους αγγᾸλους118.
Ο Μέγας Βασῇλειος (4ος αι.) τονῈζει ότι ο άνθρωπος Ᾰχει
αθάνατη ψυχή119. Σην αθανασῈα την αποκτά ο άνθρωπος με
την αρετή και την αγιότητα. Όποιος αγωνισθεῈ για την αρετή
θα κερδῈσει την αιωνιότητα120. Η ψυχή κατά το ΜᾸγα ΒασῈ-
λειο εῈναι λεπτή και νοερά ουσῈα. Σο σώμα δόθηκε στην ψυχή,
ως όχημα για τη ζωή. ΓιατῈ ο άνθρωπος εῈναι νους, πνεύμα
που συνδᾸθηκε με κατάλληλη και ταιριαστή σάρκα. Ο Θεός
Ᾰπλασε τον άνθρωπο, να πράττει το καλό και να ασκεῈ την
αρετή, διότι θα κριθεῈ κάποια μᾸρα από το Θεό121.
Κατά το ΜᾸγα ΒασῈλειο, ψυχή εῈναι δεκτική του κακού
διότι Ᾰχει αυτεξούσιο που αρμόζει στη λογική φύση και Ᾰχει

117 ibidem pp. 84-86.


118 Υουντουλάκη ΓεωργῈου, ibid pp. 100-101.
119 Μεγάλου ΒασιλεῈου, Ὁμιλῇα εῊς τὸ πρόσεχε σεαὐτῷ, 7, P.G. 31, 216C

120 Μεγάλου ΒασιλεῈου, Λόγος Ἀσκητικός 1ος, 8-9, P.G. 31, 648C

121 Μεγάλου ΒασιλεῈου, Περῇ τοῦ μή προσηλώσαι τοῖς βιωτικοῖς, P.G. 31, 548-

549
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

ελευθερῈα βουλήσεως. ΜπορεῈ να πράξει το καλό ή το κακό.


Έχει την εξουσῈα να επιμᾸνει στη θεωρῈα του καλού και στην
απόλαυση των νοητών και να διατηρεῈ τη ζωή. Έχει όμως και
την εξουσῈα να αρνηθεῈ κάποτε το καλό και να παρασυρθεῈ
από τις ηδονᾸς122.
΢το Ᾰργο του «ΕῊς τὴν Ἐξαήμερον» όπου κάνει λόγο
για τη δημιουργῈα του κόσμου και του ανθρώπου από το Θεό
σε Ᾰξι ημᾸρες, τονῈζει ότι ο άνθρωπος πλάστηκε «κατ’ εικό-
να» και «καθ’ ομοῈωσιν» του Θεού, με σκοπό την ηθική και
πνευματική τελειοποῈησή του, ώστε να μοιάσει στο Θεό και
να γῈνει κατά χάριν Θεός. Γι’ αυτό ο άνθρωπος πρᾸπει να
αγωνῈζεται για την απόκτηση της αρετής και της αιώνιας
ζωής123.
Ο Γρηγόριος Νύσσης (4ος αι.) στο Ᾰργο του «Περῇ κα-
τασκευής του ανθρώπου», στηριζόμενος στην ΑγῈα Γραφή,
τονῈζει ότι ο άνθρωπος πλάσθηκε «κατ’ εικόνα» και «καθ’
ομοῈωσιν» του Θεού. Ερμηνεύει τη Γραφή αλληγορικά, με τη
βοήθεια της φιλοσοφῈας. Ο Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο
από αγάπη για να απολαμβάνει τα αγαθά της δημιουργῈας.
Κάνει λόγο για την αθανασῈα της ψυχής χρησιμοποιώντας α-
ποδεῈξεις παρμᾸνες από την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη.
ΑναφᾸρει την ανάσταση του νᾸου της Ναΐν, του Λαζάρου, αλ-
λά και του Φριστού, η οποῈα εῈναι η εγγύηση της αναστάσεως
του ανθρώπου. Ο Θεός Ᾰδωσε στον άνθρωπο αθάνατη ψυχή,
για να τελειοποιηθεῈ ηθικά και πνευματικά και να μοιάσει με
Αυτόν και να κληρονομήσει την αιώνια ζωή124.
΢το Ᾰργο του «Λόγος πρὸς Κεκοιμημένους», ο Γρηγό-
ριος Νύσσης επιχειρεῈ να δεῈξει ότι ο θάνατος δεν Ᾰχει περιε-

122 Μεγάλου ΒασιλεῈου, Ὅτι οὐκ ἔστιν αἴτιος τῶν κακῶν ὁ Θεός, 6, P.G. 31, 344
123 Φαρώνη ΒασιλεῈου, Παιδαγωγική Ανθρωπολογῇα του Μεγάλου Βασιλεῇου, τό-
μος 3ος, Αθήνα 2004, σελ. 646-647.
124 ΓρηγορῈου Νύσσης, Περῇ κατασκευ῅ς τοῦ ἀνθρώπου, P.G. 44, 164AB
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

χόμενο αρνητικό. Δεν πρᾸπει να αποτελεῈ αφορμή πᾸνθους


και λύπης. Ο πιστός δεν πρᾸπει να περιορῈζει τις ελπῈδες του
στην παρούσα ζωή αλλά να πιστεύει στον εγγυητή της ανά-
στασης των νεκρών. ΒᾸβαια η απώλεια του αγαπημᾸνου δεν
μπορεῈ παρά να προκαλᾸσει λύπη στην ψυχή των συγγενών.
Όμως κατά τον Γρηγόριο Νύσσης, ο θάνατος εῈναι Ᾰνα συμ-
βάν που προκαλεῈ τον πόνο της απώλειας, αλλά συγχρόνως
εῈναι και μια πύλη που οδηγεῈ στην αιώνια ζωή, στην πρόγευ-
ση των μελλοντικών αγαθών. Ο θάνατος εῈναι μια απώλεια
αλλά και συγχρόνως μια γᾸννηση, Ᾰνα τᾸλος και μια αρχή, μια
απουσῈα και μια παρουσῈα, μια συνάντηση του Θεού με την
ψυχή125.
Ο Ιωάννης ο Φρυσόστομος (4ος αι.) τονῈζει ότι ο άνθρω-
πος εῈναι ψυχοσωματική οντότητα. Η ψυχή του εῈναι εικόνα
του Θεού126. Η ψυχή του ανθρώπου εῈναι κτιστή, αλλά γῈνεται
αθάνατη με τη ΘεῈα Φάρη. ΕῈναι άυλη, πνευματική και συγγε-
νεύει με το Θεό, με τα πνεύματα και τους αγγᾸλους. Ο άν-
θρωπος διαφᾸρει από τα ζώα, διότι μπορεῈ να διακρῈνει το
καλό από το κακό, Ᾰχει ηθική συνεῈδηση127.
Ο άνθρωπος, κατά τον Ιερό Φρυσόστομο, επικοινωνεῈ
με τον πνευματικό κόσμο και με το Θεό. Η αμαρτῈα των
Πρωτοπλάστων όμως τον απομάκρυνε από το Θεό. Αλλά η
΢ταυρική ΘυσῈα του Ιησού Φριστού τον συμφιλῈωσε πάλι με
το Θεό και του άνοιξε το δρόμο για την αιώνια ζωή. ΢τους
λόγους του τονῈζει την αθανασῈα της ψυχής και προτρᾸπει
τους ανθρώπους να φροντῈσουν για να την εξασφαλῈσουν με
την πῈστη και την αρετή128.

125 ΓρηγορῈου Νύσσης, Λόγοι για το Θάνατο και το Πένθος Παραμυθητικοῇ, επι-
μᾸλεια ΠλεξῈδας Ιωάννης, ΘεσσαλονῈκη 2004, σελ. 146-260.
126 Ιωάννου Φρυσοστόμου, ΕῊς Γένεσιν, Ὁμιλῇα 13η, P.G. 53, 104-117.

127 Ιωάννου Φρυσοστόμου, ΕῊς Γένεσιν, Λόγος 8ος, P.G. 54, 635.
128 Ιωάννου Φρυσοστόμου, ΕῊς τὸν πτωχόν Λάζαρον, Λόγος 5ος, 1, P.G. 48, 1018.
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

Ο Ιερός Φρυσόστομος 129 τονῈζει ότι το θᾸμα της ανά-


στασης των νεκρών εῈναι πολυδιάστατο και από δογματικής
πλευράς αλλά και από ηθικής. ΓιατῈ η προοπτική της ανά-
στασης των νεκρών, Ᾰχει επιπτώσεις στη ζωή του καθενός,
συγχρόνως όμως απαλλάσσει και τη ΘεῈα Πρόνοια από την
κατηγορῈα ότι τάχα δεν φροντῈζει τον άνθρωπο.
Όταν ο άνθρωπος δεν πιστεύει στην ανάσταση των νε-
κρών, αλλάζει η ζωή του, αναστατώνεται και γεμῈζει κακῈες.
Όταν πάλι πιστεύει ότι θα αναστηθεῈ, λειτουργεῈ την αρετή,
αποφεύγει με κάθε τρόπο την κακῈα και ζει μᾸσα στη χαρά
και στη γαλήνη.
Ο ιερός Φρυσόστομος εῈναι κατηγορηματικός στο ότι ο
άνθρωπος που πιστεύει ότι δεν πρόκειται να λογοδοτήσει για
ότι Ᾰχει κάνει στην επῈγεια ζωή του, δεν πρόκειται να απο-
κτήσει την αρετή. Διότι δεν περιμᾸνει καμῈα αμοιβή για τους
κόπους του. Ούτε όμως από την κακῈα θα απομακρυνθεῈ α-
φού θα Ᾰχει την εντύπωση ότι δεν πρόκειται να δώσει λόγο
ότι κακό Ᾰχει κάνει. Θα παραδώσει τον εαυτό του στις παρά-
λογες επιθυμῈες και θα κάνει ότι στραβό και ανάρμοστο. Και
το αποτᾸλεσμα αυτών, εῈναι να θεωρεῈ ο άνθρωπος αυτός, ότι
με το θάνατο, ο νεκρός χάνεται οριστικά.
Όμως, για τα γνήσια τᾸκνα του Θεανθρώπου Φριστού,
ο θάνατος εῈναι μια μεγάλη γιορτή, για την προετοιμασῈα της
οποῈας αγωνῈζονται και κοπιάζουν σε ολόκληρη της ζωή τους.
Ο αγώνας αυτό συδαυλῈζει με το πνεύμα της μετάνοιας και
της ετοιμότητας. Γι’ αυτό και ο σωματικός θάνατος δεν εῈναι
το τᾸλος, αλλά η αρχή. ΕῈναι η γᾸννα σε μια καινούργια ζωή,
την οποῈα χάρισε στους ανθρώπους ο Φριστός, με το ΢ταυρό
και τη δική Σου ΑγῈα Ανάσταση.

129 Ιωάννου Φρυσοστόμου, Περῇ τ῅ς ἀναστάσεως τῶν νεκρῶν, P.G. 50, 417-433
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

Ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός στο Ᾰργο του «περῈ τῶν ἐν πῇ-


στει Κεκοιμημένων»130 δῈνει τον ορισμό της ανάστασης: «Ως
ανάσταση εννοεῇται η αναδημιουργῇα και ανακαῇνιση της ζω-
ντανής ύπαρξης, που εῇχε πριν διαλυθεῇ στα στοιχεῇα που την
αποτελούσαν και αναδημιουργήθηκε». Και διευκρινῈζει ο ιε-
ρός Πατήρ: «Όταν λέμε ανάσταση, εννοούμε την ανάσταση
των σωμάτων. Αν εννοούμε ως θάνατο το χωρισμό της ψυχής
από το σώμα, τότε ανάσταση εῇναι ασφαλώς η επανένωση της
ψυχής και του σώματος».
Ο Κύριλλος Ιεροσολύμων στις Κατηχήσεις 131 του ανα-
φᾸρει ότι εκτός από τα κεῈμενα της ΑγῈας Γραφής που μιλούν
για την ανάσταση των νεκρών, υπάρχουν και πολλά ρητά. Αλ-
λά αναφᾸρει και διάφορα περιστατικά ανάστασης νεκρών
που αναφᾸρονται κυρῈως μᾸσα στα Ιερά ΚεῈμενα. ΑναφᾸρει
την ανάσταση του Λαζάρου που ήταν τᾸσσερις ημᾸρες νεκρός
στο μνήμα, την ανάσταση του γιου της χήρας στη Ναΐν, την
ανάσταση της θυγατᾸρας του Αρχισυνάγωγου, την περῈπτωση
του προφήτη ΗλῈα που ανᾸστησε τον γιο της χήρας, την περῈ-
πτωση του προφήτη ΕλισαῈου, ο οποῈος δύο φορᾸς ανάστησε
νεκρό και όταν ζούσε, αλλά και μετά το θάνατό του. Αλλά
πάνω από όλα, τονῈζει ότι δεν πρᾸπει κανᾸνας άνθρωπος να
ξεχνάει ότι ο Ὲδιος ο Αρχηγός της Ζωής, Ιησούς Φριστός, ανα-
στήθηκε.
Αλλά και οι Απόστολοι ανᾸστησαν νεκρούς. Και ανα-
φᾸρει ο Κύριλλος Ιεροσολύμων, τις περιπτώσεις της Ανάστα-
σης της Σαβιθά από τον Απόστολο ΠᾸτρο στην Ιόππη και την
ανάσταση του Ευτύχου από τον Απόστολο Παύλο στην
Σρωάδα132.

130 Ιωάννου Δαμασκηνού, ΠερῈ τῶν ἐν πῇστει Κεκοιμημένων, P.G. 94, 1219-1228
131 ΚυρῈλλου Ιεροσολύμων, Κατηχήσεις, Έκδ. «ΕτοιμασῈα» Ιεράς Μονής ΣιμῈου
Προδρόμου, ΚαρᾸας 1999, pp. 51-63
132 ΚυρῈλλου Ιεροσολύμων, ibid pp. 63-73
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

ΚΕΥΑΛΑΙΟ 4ο

΢το Ᾰβδομο άρθρο του ΢υμβόλου της ΠῈστεως, οι Ορθό-


δοξοι ΦριστιανοῈ ομολογούν ότι ο Κύριος Ιησούς Φριστός
«πάλιν ἐρχόμενος μετά δόξης κρῖναι ζῶντας καὶ νεκρούς,
οὖ τῆς βασιλείας αὐτοῦ οὐκ ἔσται τέλος»133. Με το άρθρο
αυτό, οι ΦριστιανοῈ ομολογούν τρῈα πράγματα:
α) ΠῈστη στη ΔευτᾸρα ΠαρουσῈα του ΚυρῈου, κατά την
οποῈα θα κρῈνει ζωντανούς και νεκρούς σαν δῈκαιος και ορι-
σμᾸνος από το Θεό Κριτής.
β) Κάθε άνθρωπος θα δώσει λόγο για τα Ᾰργα του στο
Θεό.134 Ο Κύριος θα φωτῈσει τα κρυφά του σκότους και θα
φανερώσει τις επιθυμῈες των καρδιών και τότε ο καθᾸνας
(που το αξῈζει) θα επαινεθεῈ από το Θεό.
γ) Κατά την ημᾸρα της ΚρῈσης, όπως αναφᾸρει το Ιερό
ΕυαγγᾸλιο135, ο ΢ωτήρας θα πει προς μεν τους δικαῈους που
φύλαξαν το νόμο του κι εργάσθηκαν για το καλό: «δεῦτε οΈ
εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου, κληρονομήσατε τὴν ἡτημασμέ-
νην ὑμῖν βασιλεῇαν ἀπὸ καταβολ῅ς κόσμου», δηλαδή «ελάτε
οι ευλογημένοι του Πατέρα μου, κληρονομήστε την ετοιμα-
σμένη για σας βασιλεῇα από καταβολής κόσμου». Προς δε

133 Βλ. Μ. Ψρολόγιο, Έκδ. Αποστολικής ΔιακονῈας της ΕκκλησῈας της Ελλάδος,
Αθήνα 1998, σελ. 14.
134 Ματθ. 12, 36 & 25, 13-51 και Αποκ. 22, 7-20 και Α΄ Κορ. 4, 5 και Β΄ Κορ. 5,

10.
135 Ματθ. 25, 34
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

τους αμαρτωλούς, που καταπάτησαν τη θεῈα Σου εντολή θα


αναγγεῈλει την απόφαση αυτή: «πορεύεσθαι ἀπ’ ἐμοῦ οΈ κα-
τηραμένοι εῊς τὸ πῦρ τὸ αῊώνιον τὸ ἡτοιμασμένον τῷ διαβόλῳ
καῈ τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ»136, δηλαδή «πηγαῇνετε οι καταρα-
μένοι μακριά μου στο πυρ το αιώνιο, το ετοιμασμένο για το
διάβολο και τους αγγέλους του», όπου το σκουλήκι δεν τε-
λειώνει και η φωτιά δεν σβήνεται γι’ αυτούς.
Για τον τρόπο που θα Ᾰλθει η ΔευτᾸρα ΠαρουσῈα, το Ιε-
ρό ΕυαγγᾸλιο λᾸγει: «ὥσπερ ἡ ἀστραπὴ ἐξέρχεται ἀπό ἀνα-
τολῶν καῈ φαῇνεται ἕως δυσμῶν, οὕτως ἔσται καῈ ἡ παρουσῇα
τοῦ ΤΈοῦ τοῦ ἀνθρώπου»137, δηλαδή «όπως η αστραπή βγαῇ-
νει από την ανατολή και φαῇνεται ως τη δύση, έτσι θα εῇναι
και η παρουσῇα του Τιού του ανθρώπου, του Κυρῇου».
΢χετικά όμως με εκεῈνη την ημᾸρα και την ώρα, κανεῈς
δεν γνωρῈζει, ούτε και οι άγγελοι, παρά μόνο ο Θεός138. Γι’
αυτό πρᾸπει ο άνθρωπος, να βρῈσκεται σε συνεχή εγρήγορση.
Ο ΢υμεών Θεσσαλονῇκης αναφερόμενος στο ότι πρᾸπει
οι άνθρωποι να φροντῈζουν για το τᾸλος τους, λᾸγει: «Φρέος
ἔχομεν ἀπαραῇτητον να ἔχωμεν κατὰ νοῦν καῈ να φροντῇζω-
μεν ἀκαταπαύστως καῈ ἐν παντῈ καιρῷ διὰ τὸ φρικτὸν καῈ ἀ-
παραῇτητον τέλος τ῅ς ζω῅ς ἠμῶν. Σόσον εἶναι τοῦτο εῊς ἡμᾶς
χρήσιμον ὄσο καῈ να βλέπωμεν, καθὼς καῈ τὸ να ἐνθυμώμεθα
τὸν Θεόν, εἶναι τόσον ἀναγκαῖον ὅσον καῈ τὸ να ἀναπνέωμεν
τὸν ἀέρα, διότι λέγει σοφός τις· “Μημνῇσκου τὰ ἔσχατα σοῦ
καῈ οὐ μὴ ἁμαρτήσῃς ποτὲ· καῈ ἐτοῇμαζε πρὸς τὴν ἔξοδο τὰ
ἔργα σου”· ὅθεν ὅλη ἡμῶν ἡ φροντῈς καῈ ἔννοια δι’ αὐτὸ τὸ
τέλος ἠμῶν εἶναι. Δι’ αὐτό φεύγομεν τὸν κόσμον, καταφεύγο-
μεν εῊς τάς ἐρημῇας καῈ μονὰς καῈ μετερχόμεθα τὴν ἀσκητικὴν
ζωήν, Ήνα δηλονότι, ὅταν ἔλθει αὐτὸ τὸ τέλος ἠμῶν, εὑρεθῶμεν

136 Ματθ. 25, 41


137 ibidem 24, 27
138 ibidem 24, 36
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

ἕτοιμοι διότι οὕτως μας διδάσκει καῈ ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος ᾖλθε


διὰ νὰ μᾶς σώσῃ καῈ μᾶς ἔσωσε λέγων· “Γῇνεσθε ἕτοιμοι, ὅτι
οὐκ οἴδατε ποῇα ὥρα ὁ Κύριος ὑμῶν ἔρχεται” καῈ τὸ “εῊ ἤδει
ὁ οῊκοδεσπότης ποῇα ὥρα ὁ κλέπτῃς ἔρχεται, ἐγρηγόρησεν ἄν,
καῈ οὐκ ἂν εἴασε διαῤῥαγ῅ναι τὸν οἶκον αὐτοῦ” καῈ “Ὑμεῖς
γῇνεσθε ἕτοιμοι, ὅτι ᾖ ὥρᾳ οὐ δοκεῖτε ὁ ΤΈὸς τοῦ ἀνθρώπου
ἔρχεται”.
Πρέπει λοιπὸν να ἥμεθα πάντοτε ἕτοιμοι εῊς τὴν ἔξοδον
τ῅ς ψυχ῅ς ἡμῖν καῈ να μὴν φροντῇζωμεν μόνον δι’ αὐτὰ τὰ γήι-
να, τὰ ὁποῖα εῊς ἄλλους εἶναι ποθητά, ἀλλὰ καῈ διὰ τὰ ὑψηλό-
τερα καῈ διὰ τὴν ψυχὴν ἠμῶν, μήποτε σήμερον ἀφ’ ἠμῶν τὴν
ψυχὴν ἠμῶν ἀπαιτήσωσι, καῈ τότε ποῇα θέλει εἶναι εῊς ἡμᾶς ἡ
ὠφέλεια ἀπ’ ἐκεῇνων, διὰ τὰ ὁποῖα φροντῇζομεν; Ὅθεν δεν
πρέπει να φροντῇζωμεν δι’ αὐτὰ τὰ παρόντα, ἀλλὰ πρέπει νά
ταπεινωθῶμεν, νά μετανοῶμεν καῈ νά ἐξομολογώμεθα εῊς τὸν
Θεὸν καῈ νά τὸν ἐπικαλώμεθα πρὸς εὐσπλαχνῇαν καῈ νά προ-
θυμώμεθα εῊς τὸ νά μετέχωμεν συνεχῶς τ῅ς μυστικ῅ς κοινωνῇ-
ας μὲ προσοχὴν καῈ ταπεῇνωσιν ψυχ῅ς, διότι αὐτὸ μᾶς ἀξιώ-
νει νά εἶναι ὁ Θεὸς μὲ ἠμᾶς καῈ ἡμεῖς μὲ τὸν Θεόν, διὰ τὸ ὁ-
ποῖον αὐτὸς ἐσαρκώθη»139.

΢υμεών Αρχιεπισκόπου ΘεσσαλονῈκης, Σὰ Ἄπαντα, Έκδ. Ρηγούπολου, Θεσ-


139

σαλονῈκη 2001, σελ. 301.


ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

ΚΕΥΑΛΑΙΟ 5ο

΢ύμφωνα με την ΑγῈα Γραφή αλλά και τις ερμηνεῈες


των ΠατᾸρων της ΕκκλησῈας, οι ψυχᾸς των ΑγῈων και των δι-
καῈων πηγαῈνουν στα χᾸρια του Θεού: «Δικαῇων ψυχαῈ ἐν χει-
ρῈ Θεοῦ καῈ οὐ μὴ ἅψηται αὐτῶν βάσανος»140, δηλαδή «των
δικαῇων οι ψυχές εῇναι στα χέρια του Θεού και δεν θα τις θῇξει
η τιμωρῇα».
Με την Ᾰκφραση αυτή υποδηλώνεται μια μᾸση κατά-
σταση των ψυχών πριν την τελική ΚρῈση αλλά και ο τόπος της
μακαριότητας. Ο τόπος αυτός στην ΑγῈα Γραφή ονομάζεται
Παράδεισος. «Ἀμὴν λέγω σοι, σήμερον μετ’ ἐμοῦ ἔση ἐν τῷ
παραδεῇσῳ»141 εῈπε ο Ιησούς Φριστός στον ληστή επάνω στο
΢ταυρό και λῈγο πριν παραδώσει το Πνεύμα του.
ΛᾸγεται όμως και κόλπος του Αβραάμ: «ἐγένετο δὲ ἀ-
ποθανεῖν τὸν πτωχὸν καῈ ἀπενεχθ῅ναι αὐτὸν ὑπὸ τῶν ἀγγέ-
λων εῊς τὸν κόλπον τοῦ Ἀβραὰμ»142, δηλαδή «πέθανε ο φτω-
χός και οι άγγελοι τον πήγαν στους κόλπους του Αβραάμ»,
αναφᾸρεται στην παραβολή του πλουσῈου και του φτωχού
Λαζάρου.

140 ΢οφ. ΢ολ. 3, 1


141 Λουκ. 23, 43
142 ibidem 16, 22
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

ΛᾸγεται όμως και ΒασιλεῈα των Ουρανών. ΓιατῈ εῈπε ο


Κύριος: «ὅτι πολλοῈ ἀπὸ ἀνατολῶν καῈ δυσμῶν ἥξουσι καῈ ἀ-
νακλιθήσονται μετὰ Ἀβραὰμ καῈ Ἰσαὰκ καῈ Ἰακὼβ ἐν τῆ βα-
σιλεῇᾳ τῶν οὐρανῶν»143, δηλαδή «ότι πολλοῇ από Ανατολή ως
τη Δύση θα έρθουν και θα κληθούν μαζῇ με τον Αβραάμ, τον Ι-
σαάκ και τον Ιακώβ στη Βασιλεῇα των Ουρανών».
ΛᾸγεται όμως και ΟῈκος Θεού γιατῈ ο Ευαγγελιστής
Ιωάννης αναφᾸρει τη διδασκαλῈα του ΚυρῈου, οποῈος παρη-
γορώντας τους ΜαθητᾸς του, τους εῈπε: «ἐν τῆ οῊκῇᾳ τοῦ πα-
τρός μου μοναῈ πολλαῇ εῊσιν»144 δηλαδή «στον οῇκο του πα-
τρός μου, υπάρχουν πολλές Μονές».
Με το λόγο αυτό ο Κύριος υποδηλώνει το βαθμό της
δόξας και μακαριότητας των «ἐν Φριστῷ» νεκρών, ανάλογα
με την αρετή και τελειότητα του καθενός.

Όπως οι ψυχᾸς των δικαῈων αμᾸσως μετά το θάνατο και


τη μερική κρῈση ανεβαῈνουν στον Ουρανό και πηγαῈνουν σε
ευδαιμονῈα και τόπο ανάπαυσης, Ᾰτσι και οι ψυχᾸς των αμαρ-
τωλών πηγαῈνουν στον Άδη, κατοικῈα θλῈψεων και οδυνών.
Όμως, όπως οι πρώτες δεν απολαμβάνουν τᾸλεια την
μακαριότητα μᾸχρι την ημᾸρα της τελικής ΚρῈσης, Ᾰτσι και οι
τελευταῈες, δεν υπομᾸνουν ολόκληρη την κόλαση, δηλαδή την
τιμωρῈα τους.
Οι ψυχᾸς των αμαρτωλών πηγαῈνουν αμᾸσως μετά το
θάνατο και τη μερική κρῈση σε κάποια διαμονή θλῈψης και
οδυνών. Αυτή την αλήθεια την αναφᾸρει ο Ὲδιος ο Κύριος λᾸ-
γοντας: «ὑποδεῇξω δὲ ὑμῖν τῇνα φοβηθ῅τε· φοβήθητε τὸν μετὰ

143 Ματθ. 8, 11
144 Ἰωάν. 14, 2
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

ἀποκτεῇναι ἔχοντα ἐξουσῇαν ἐμβαλεῖν εῊς τὴν γέεναν· ναῇ, λέ-


γω ὑμῖν, τοῦτον φοβήθητε»145, δηλαδή «θα σας υποδεῇξω εγώ
ποιον να φοβηθεῇτε. Να φοβηθεῇτε εκεῇνον, που αφού σας θα-
νατώσει και σας αφαιρέσει την πρόσκαιρη και επῇγεια ζωή,
έχει εξουσῇα να σας ρῇξει και στο αιώνιο πυρ της κολάσεως».
Και το αναφᾸρει επῈσης με σαφήνεια στην παραβολή
του πλούσιου και του φτωχού Λαζάρου146. Αυτήν την αλήθεια
την αποδᾸχεται η Ορθόδοξη ΕκκλησῈα. Σην ομολόγησε πάντα
σε όλους τους αιώνες με τους Επισκόπους της (Γρηγόριο
Νύσσης, Κύριλλο Ιεροσολύμων, ΜᾸγα ΒασῈλειο, Ιερό Φρυσό-
στομο κ.ά.).
Για τα βάσανα που θα υπομᾸνουν οι αμαρτωλοῈ εῈναι
κατατοπιστική η Καινή Διαθήκη σε πολλά σημεῈα της.
΢το κατά ΜατθαῈον ΕυαγγᾸλιο αναφᾸρεται: «καῈ τότε
ὁμολογήσω αὐτοῖς ὅτι οὐδέποτε ἔγνων ὑμᾶς· ἀποχωρεῖτε ἀπ’
ἑμοῦ οΈ ἐργαζόμενοι τὴν ἀνομῇαν»147.
΢την Α΄ ΠᾸτρου Επιστολή αναφᾸρεται ότι «ἐν ᾧ καῈ
τοῖς ἐν φυλακῆ πνεύμασι πορευθεῈς ἐκήρυξεν» 148 δηλαδή,
«κλεισμένοι στη φυλακή των πνευμάτων εῇναι οι αμαρτωλοῇ».
Αλλά αυτή η απομάκρυνση από το Θεό, εῈναι γι’ αυ-
τούς η πιο οδυνηρή τιμωρῈα, γιατῈ στερούνται συμμετοχής στη
ΒασιλεῈα των Ουρανών, στη μακαριότητα των δικαῈων, κι εῈ-
ναι ριγμᾸνοι στο «σκότος τὸ ἐξώτερον»149.
Αισθάνονται τον Ᾰλεγχο της συνεῈδησής τους η οποῈα
Ᾰχει ξυπνήσει και τους βασανῈζει για τις αμαρτῈες τους σαν
ακοῈμητο σκουλήκι 150 . ΒρῈσκονται στην κοινωνῈα των κακών
πνευμάτων, αποδοκιμάζονται και υπομᾸνουν πραγματικά

145 Λουκ. 12, 5


146 ibidem. 16, 22-25
147 Ματθ. 7, 23
148 Α΄ ΠᾸτρ. 3, 19
149 Ματθ. 22, 13
150 Μάρκ. 9, 44
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

βάσανα σαν τον πλούσιο του ΕυαγγελῈου151, τον «μὴ ἔχοντα


ἔνδυμα γάμου»152.
Σελικά πρᾸπει να αναφερθεῈ, ότι τα βάσανα των αμαρ-
τωλών στον Άδη δεν εῈναι βᾸβαια τα Ὲδια για όλους, αλλά
σύμφωνα με τη δῈκαιη ΚρῈση του Θεού. ΕῈναι ανάλογα με τα
αμαρτήματα του καθενός, όπως σαφώς δηλώνεται στο Ιερό
ΕυαγγᾸλιο και υποστηρῈζουν ερμηνεύοντας αυτό, οι ΠατᾸρες
της ΕκκλησῈας.
ΛᾸγει ο Ευαγγελιστής: «Ἐκεῖνος δὲ ὁ δοῦλος, ὁ γνοῦς
τὸ θέλημα τοῦ Κυρῇου ἑαυτοῦ καῈ μὴ ἐτοιμάσας μηδὲ ποιήσας
πρὸς τὸ θέλημα αὐτοῦ, δαρήσεται πολλάς· ὁ δὲ μὴ γνούς, ποι-
ήσας δὲ ἄξια πληγῶν, δαρήσεται ὀλῇγας. ΠαντῈ δὲ ᾧ ἐδόθη
πολὺ πολὺ ζητηθήσεται παρ’ αὐτοῦ, καῈ ᾧ παρένθετο πολύ,
περισσότερον αῊτήσουσιν αὐτὸν»153, δηλαδή «εκεῇνος ο δού-
λος του Θεού, που γνωρῇζει το θέλημα του Κυρῇου και δεν έχει
ετοιμάσει ή έκανε αντῇθετα έργα προς αυτό, θα τιμωρηθεῇ
πολύ. Εκεῇνος όμως που δεν γνώρισε (το θέλημα του Κυρῇου)
και έκανε έργα κακά, θα τιμωρηθεῇ λῇγο. ΢ε καθένα δε που ε-
δόθησαν πολλά, θα ζητηθούν απ’ αυτόν πολλά, περισσότερα
από εκεῇνους, οι οποῇοι έλαβαν λιγότερα».
ΕπομᾸνως, ανάλογα με τα χαρῈσματα, τη γνώση και το
αξῈωμα που Ᾰχει ο καθᾸνας από τους ανθρώπους εν ζωή, εῈναι
και η ευθύνη του154. Όπως διδάσκει ο θεῈος λόγος, η οριστική
ανταμοιβή των αμαρτωλών θα γῈνει στο τᾸλος του κόσμου,
όπου ο Τιός του Ανθρώπου θα στεῈλει τους αγγᾸλους Σου, να
μαζᾸψουν από τη βασιλεῈα Σου, όλα τα σκάνδαλα και όσους
διαπράττουν άνομα Ᾰργα και θα τους βάλλουν στην κάμινο
του πυρός, όπου εκεῈ εῈναι ο κλαυθμός και ο τριγμός των ο-

151 Λουκ. 16, 23-25


152 Ματθ. 22, 13
153 Λουκ. 12, 47-48
154 ΣρεμπᾸλα Παναγιώτου, Ερμηνεῇα στο κατά Λουκάν Ευαγγέλιο, Έκδ. «΢ω-

τήρ», Αθήνα 2002, pp. 298-299.


ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

δόντων. Σότε οι δῈκαιοι θα λάμψουν σαν ήλιοι στη βασιλεῈα


του Θεού155.
ΕπῈσης, ο Απ. Παύλος, αναφᾸρει ότι, όλοι οι άνθρωποι
θα βρεθούν μπροστά στο Βήμα του Φριστού, ώστε ο καθᾸνας
να κριθεῈ, ανάλογα με όσα καλά ή κακά Ᾰπραξε με το σώμα
του.

155 Ματθ. 13, 4-43


ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

ΜΕΡΟ΢ ΣΡΙΣΟ
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1ο

Σο θάνατο ως ευεργεσῈα και ως αρχή της αιώνιας ζωής,


δᾸχτηκαν αμᾸσως οι πρώτοι χριστιανοῈ, γι’ αυτό εμφανῈστη-
καν οι Μάρτυρες, οι οποῈοι τον θεωρούσαν ως το μεγαλύτερο
κᾸρδος, διότι θα εῈναι «σὺν Φριστῷ»156. ΕῈναι οι πρώτοι άν-
θρωποι που αντιμετώπισαν το θάνατο κοιτάζοντάς τον κατά-
ματα και οι πρώτοι που τον νῈκησαν βεβαιώνοντας Ᾰτσι την
ύπαρξη της ζωής μετά το θάνατο.
Σο παράδειγμά τους ακολούθησαν κατόπιν οι Άγιοι και
οι ΑσκητᾸς, οι οποῈοι εῈναι οι άνθρωποι που όχι μόνο δεν φο-
βήθηκαν και δεν φοβούνται το θάνατο αλλά και τον λαχτα-
ρούν, διότι Ᾰτσι θα βρεθούν κοντά στο Θεό. Αποτελούν μια
πραγματικότητα που αποδεικνύει ότι πραγματικά μπορεῈ ο
άνθρωπος να συμφιλιωθεῈ με το θάνατο.
Ο άνθρωπος όμως, βλᾸποντας το θάνατο να Ᾰρχεται, να
παῈρνει αγαπημᾸνα του πρόσωπα και να μη μπορεῈ να τον
εμποδῈσει, αλλά κυρῈως, γνωρῈζοντας ότι αποτελεῈ και δικό
του τᾸλος, φοβάται.
Ο φόβος δημιουργεῈται κυρῈως στους ανθρώπους που
δεν Ᾰχουν σχᾸση με το Θεό, διότι επηρεάζονται εῈτε από την
Ᾰλλειψη των ηθικών αξιών, η οποῈα Ᾰχει δημιουργήσει Ᾰνα κε-
νό στη ζωή, οπότε αποδυναμώνει τον άνθρωπο Ᾰναντι του θα-

156 Υιλιπ. 1, 21-23


ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

νάτου, εῈτε από τον υλισμό και τη θετική φιλοσοφῈα, που α-


ποδῈδουν την υπᾸρτατη αξῈα στην επῈγεια ζωή, εῈτε από βιο-
λογικοποῈηση, η οποῈα θεωρεῈ τον άνθρωπο μόνο ως βιολογι-
κή υπόσταση και η οποῈα εῈναι αποτᾸλεσμα της εξᾸλιξης της
επιστήμης157.
Όλα αυτά Ᾰχουν ως αποτᾸλεσμα, την αποδυνάμωση του
ανθρώπου Ᾰναντι του θανάτου και την απώθησή του απ’ αυ-
τόν.

Μαρεντάκη Παναγιώτου, Σο ταξῇδι της ψυχής κατά την Πατερική & Ασκητική
157

Παράδοση, Εκδ. «ΑυτογνωσῈα», Φανιά 2007, p. 36-37.


ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

ΚΕΥΑΛΑΙΟ 2ο

Ο άνθρωπος πλάστηκε από το Θεό με τη δυνατότητα να


ζει πάντα μᾸσα στη χαρά και την αθανασῈα. Όμως με το προ-
πατορικό αμάρτημα, την παρακοή και την Ᾰξωση από τον
Παράδεισο και μᾸχρι τη ΔευτᾸρα ΠαρουσῈα του ΚυρῈου, η ζωή
του ανθρώπου, ήταν, εῈναι και θα εῈναι συνυφασμᾸνη με τις
θλῈψεις, τη φθορά και το θάνατο.
Σο φυσικό και το ηθικό κακό που μπήκαν στη ζωή του
ανθρώπου με την παρακοή, εῈναι η πηγή κάθε εῈδους θλῈψης,
και φυσικά η αιτῈα του θανάτου.
Σις θλῈψεις και το θάνατο δοκιμάζουν όλοι οι άνθρω-
ποι, όλων των εποχών. Ο Ὲδιος ο Κύριος, κατά την ανθρώπινη
φύση Σου, πᾸρασε θλῈψεις, με κορύφωση τη ΢ταύρωση, την
Σαφή και την Σριήμερη παραμονή Σου στον Άδη.
ΕπομᾸνως, εῈναι γεγονός ότι εῈναι μια ανθρώπινη
πραγματικότητα η θλῈψη για τον θάνατο κάποιου προσφιλούς
και αγαπημᾸνου προσώπου. ΕῈτε αυτό το πρόσωπο ανήκει
στο οικογενειακό, εῈτε στο ευρύτερα κοινωνικό περιβάλλον.
Ακόμη και ο Ὲδιος ο Κύριος, μπροστά στο θάνατο του αγαπη-
μᾸνου φῈλου του Λαζάρου, λυπήθηκε και δάκρυσε. Και ενώ
βάδιζε προς το μνημεῈο για να τον αναστήσει, ήταν τόση η
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

συγκῈνησή Σου, που για να την συγκρατήσει, την επᾸπληττε


μᾸσα Σου και κατᾸβαλε μεγάλη εσωτερική προσπάθεια158.
Όμως γνωρῈζοντας ο Κύριος τις ανθρώπινες αδυναμῈες
και στηρῈζοντας από όλες τις πλευρᾸς αυτή τη φυσική ανθρώ-
πινη αδυναμῈα, όρισε τα μᾸτρα και τα όρια στα οποῈα μπο-
ρούν και επιτρᾸπεται να φθάσουν τα ανθρώπινα παθήματα,
οι λύπες και οι αντιδράσεις.
Δεν αποδᾸχτηκε την ψυχρότητα μπροστά στο θάνατο
και ο Ὲδιος Ᾰδειξε να αποστρᾸφεται την ασυμπάθεια, σαν κάτι
απάνθρωπο και σκληρό. Σην Ὲδια στιγμή όμως, με την όλη
Σου συμπεριφορά, Ᾰδειξε ότι εῈναι ανάρμοστη η τάση για υ-
περβολική λύπη, πολλά κλάματα και σπαραγμούς.
Ο Μ. ΒασῈλειος τονῈζει ότι πρᾸπει κάθε άνθρωπος να
επισκᾸπτεται μεν όσους πενθούν και να τους παρηγορεῈ, αλλά
δεν πρᾸπει να κυριεύεται από τη θλῈψη, ούτε να μιμεῈται τους
θρήνους και τις φωνᾸς εκεῈνων που δεν πενθούν με τρόπο που
αρμόζει προς το Θεό159.
Ο Απόστολος Παύλος, αναφᾸρει ότι δεν πρᾸπει να λυ-
πούμαστε όπως οι άπιστοι, που δεν Ᾰχουν ελπῈδα για την α-
νάσταση και την αιώνια ζωή160.
Ο πόνος, η θλῈψη, δεν εῈναι μια απλή ατομική και ευ-
καιριακή δοκιμασῈα. ΕῈναι μυστήριο, που αποκαλύπτει άλλες
πλευρᾸς της ζωής. ΕῈναι μια κλῈση για να βιώσει κάποιος το
λυτρωτικό πόνο του Φριστού, το μυστήριο του ΢ταυρού και
της Αναστάσεως. ΛᾸει ο Μ. ΒασῈλειος ότι, όπως οι αθλητᾸς
κερδῈζουν τα στεφάνια της νῈκης με πολλούς αγώνες, κόπους
και θλῈψεις, Ᾰτσι και οι ΦριστιανοῈ οδηγούνται στην τελεῈωση
μᾸσα από δοκιμασῈες και θλῈψεις, αρκεῈ με την πρᾸπουσα υ-

158 Ἰωάν. 11, 35-38.


159 Μεγάλου ΒασιλεῈου, ΕῊς μάρτυρα Ἰουλῇτταν, P.G. 31, 256C-257A,D
160 Α΄ Θεσ. 4, 13.
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

πομονή να δεχτούν όσα ο Θεός επιτρᾸπει να αντιμετωπῈ-


σουν161.
Ο αποχωρισμός από προσφιλή πρόσωπα, εῈναι σῈγουρα
Ᾰνα πολύ δυσάρεστο γεγονός για κάθε άνθρωπο. Οι Φριστια-
νοῈ της ΕφᾸσου, θρηνούσαν απαρηγόρητα, όταν αποχωρῈζο-
νταν από τον Απόστολο Παύλο 162 . ΚανᾸνας δεν μπορεῈ να
αποφύγει τον πόνο του αποχωρισμού, όσο άγιος και αν εῈναι.
Κι αν ο πρόσκαιρος αποχωρισμός στοιχῈζει τόσο πολύ, πόσο
μάλλον ο μόνιμος, που γῈνεται με τον θάνατο. Λύπη και πό-
νος σ’ αυτή την περῈπτωση εῈναι αναπόφευκτα. Πολύ περισ-
σότερο στο θάνατο συγγενικού προσώπου.
Ο χωρισμός και η στᾸρηση των συγγενών, εῈναι δυσβά-
στακτο γεγονός λόγω της συνήθειας λᾸγει ο Μ. ΒασῈλειος 163.
ΠαρατηρεῈ όμως ότι αυτό συμβαῈνει και στα άλογα ζώα, α-
ναφᾸροντας Ᾰνα χαρακτηριστικό παράδειγμα με Ᾰνα βόδι, το
οποῈο εῈχε δακρύσει από το θάνατο του συντρόφου του.
Ο λογικός άνθρωπος όμως, και προπάντων ο πιστός
Φριστιανός, πρᾸπει να κυριαρχεῈ τον εαυτό του και να μην
λυπάται πᾸραν του μᾸτρου 164 . ΒεβαῈως οι άνθρωποι που Ᾰ-
χουν αφοσιωθεῈ εξ’ ολοκλήρου στο Θεό, δηλαδή οι μοναχοῈ,
προπᾸμπουν τους μοναχούς που κοιμήθηκαν, με ύμνους και
ευχαριστῈες προς το Θεό. Μάλιστα μόλις πληροφορηθούν ότι
ο τάδε αδελφός «κοιμήθηκε», τότε «πολλὴ ἡ εὐφροσύνη,
πολλὴ ἡ ἡδονὴ»165.
Διότι όπως λᾸγει και ο Γρηγόριος ο Θεολόγος, σε μια
μοναστική κοινότητα της οποῈας κοιμήθηκε Ᾰνας αδελφός, αυ-
τό το γεγονός εῈναι αφορμή χαράς και ευφροσύνης γι’ αυτούς
που αγωνῈζονται να ζουν σύμφωνα με την Ευαγγελική αλή-

161 Μεγάλου ΒασιλεῈου, Περῇ Ευχαριστῇας 5, P.G. 31, 228.


162 Πράξ. 20, 32-38.
163 Μεγάλου ΒασιλεῈου, ibid, p. 248Β.
164 Ἰωάννου Φρυσοστόμου, ΢τουδῇῳ ἐπάρχῳ πόλεως Ἐπιστολή 197, P.G. 52,

721.
165 Ἰωάννου Φρυσοστόμου, ΕῊς Α΄ Σιμόθεον Ἐπιστολή, P.G. 62, 577.
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

θεια. ΠροτρᾸπει μάλιστα τους άλλους μοναχούς να μιμηθούν


το άγιο παράδειγμα του εκλιπόντος, και όχι να σκυθρωπά-
ζουν και να λυπούνται166.
Σο πράγμα όμως διαφᾸρει, όταν εκεῈνος που φεύγει
απ’ αυτή τη ζωή δεν εῈναι μοναχός, αλλά ζει μᾸσα στον κό-
σμο, Ᾰχει οικογᾸνεια, παιδιά και συγγενεῈς. Και εάν τα άλογα
ζώα, όπως εκεῈνο που ανᾸφερε ο Μ. ΒασῈλειος, δακρύζουν
και πονούν επειδή στερούνται το ταῈρι τους, εῈναι φυσικό να
λυπάται πολύ περισσότερο το λογικό δημιούργημα, το οποῈο
δεν Ᾰχει απλώς συνηθῈσει, αλλά Ᾰχει συνδεθεῈ με την παρουσῈα
της συζύγου ή του συζύγου, των γονᾸων ή των παιδιών του.
Όμως επειδή εῈναι λογικό πλάσμα πρᾸπει να υπερνική-
σει τη θλῈψη αυτή, όπως Ᾰκανε και ο Φριστός στην περῈπτωση
του Λαζάρου. Αυτόν πρᾸπει να μιμηθεῈ, όπως τονῈζει χαρα-
κτηριστικά ο ιερός Φρυσόστομος: «ὡς ὁ Φριστὸς τὸν Λαζαρον
ἔκλαυσεν, οὔτω κλαύσωμεν»167, και συνεχῈζει: «τὸ τ῅ς φύσε-
ως συμπαθὲς ἐνδειξώμεθα, καῈ τὴν τῶν ἀπῇστων μῇμησιν ἀπο-
κρουσώμεθα»168.
Οι άνθρωποι που βρῈσκονται μακριά από το Θεό, Ᾰχουν
κάθε λόγο να θρηνούν και να ολοφύρονται. Οι ΦριστιανοῈ
όμως, εκτός της ελπῈδας για την αιώνια ζωή, η οποῈα τους δῈ-
νει μεγάλη παρηγοριά, πρᾸπει να σκεφτούν τα λόγια του ιε-
ρού Φρυσοστόμου 169 , ο οποῈος αναφᾸρει ότι: «Κλαῇμε και
θρηνούμε διότι εκεῇνος που φεύγει από τη ζωή εῇναι κακός;
Πρέπει να ευχαριστούμε το Θεό, διότι ο θάνατός του διέκοψε
την πρόοδό του στην κακῇα. Κλαῇμε διότι ήταν καλός και επι-
εικής; Μα και τότε πρέπει να χαιρόμαστε διότι κλήθηκε από
το Θεό, προτού τον προσβάλλει η κακῇα. Σώρα πήγε σε ασφα-

166 ΓρηγορῈου Θεολόγου, Ἐπιστολή 238, P.G. 37, 380C-381B.


167 Ἰωάννου Φρυσοστόμου, Περῇ ὑπομον῅ς και τοῦ μὴ πικρῶς κλαῇειν τοὺς τε-
λευτῶτας, P.G. 60, 729.
168 ibidem
169 Ἰωάννου Φρυσοστόμου, ΕΈς τὸν τετραήμερον Λάζαρον Ὁμιλῇα, P.G. 48, 779-

784.
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

λή τόπο όπου δεν υπάρχει ο κῇνδυνος να μεταβληθεῇ ο χαρα-


κτήρας του. Θρηνούμε επειδή ήταν νέος; Αλλά και γι’ αυτό
πρέπει να δοξάζουμε το Θεό, ο οποῇος τον προσκάλεσε νωρῇς
σε μια καλύτερη ζωή. Δεν ήταν νέος αλλά σε προχωρημένη η-
λικῇα; Και γι’ αυτό πρέπει να δοξολογούμε το Θεό που τον
πήρε δῇπλα του»170.
Εάν ο άνθρωπος Ᾰμενε για πάντα στη γη, τότε θα εῈχε
κάθε λόγο να κλαῈει και να θρηνεῈ γι’ αυτούς που πεθαῈνουν,
τονῈζουν χαρακτηριστικά οι ΠατᾸρες της ΕκκλησῈας. Εφόσον
όμως όλοι βαδῈζουν προς την άλλη ζωή, ο άνθρωπος δεν πρᾸ-
πει να οδύρεται γι’ αυτούς που φεύγουν πιο πρώτα απ’ αυ-
τόν.

Βασιλειάδη Νικολάου, Σο μυστήριον του θανάτου, Έκδ. Αδελφότης Θεολό-


170

γων «΢ωτήρ», Αθήνα 1999, p. 280.


ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

ΚΕΥΑΛΑΙΟ 3ο

Όλοι οι ΠατᾸρες της ΕκκλησῈας, μᾸσα από τα Ᾰργα τους


αναφᾸρουν πολλά για την παρηγοριά του θανάτου των προ-
σφιλών προσώπων. ΕῈναι χαρακτηριστικό, ότι απαντούν σε
όλα τα ερωτήματα που Ᾰχει ο πατᾸρας ή η μητᾸρα, ο σύζυγος
ή η σύζυγος ή τα παιδιά, οι οποῈοι επλήγησαν από το πᾸνθος
αγαπημᾸνων τους προσώπων171.

Η στᾸρηση του ενός εκ των δύο συζύγων, ομολογουμᾸ-


νως εῈναι πολύ αισθητή σ’ εκεῈνον που μᾸνει σ’ αυτή τη ζωή.
Σο πλήγμα από το θάνατο του συντρόφου ή της συντρόφου
δημιουργεῈ συνήθως μεγάλο ψυχικό τραύμα στο άλλο μᾸλος
της οικογᾸνειας.
Σο να θρηνεῈ όμως ο άνθρωπος για τον χωρισμό αυτό
εῈναι εξ’ ολοκλήρου παράλογο, τονῈζει ο Μ. ΒασῈλειος. Και
συμβουλεύει: «Μη θέλεις να συμφωνούν οι νόμοι των ψυχών
με τις επιθυμῇες σου. Όσοι έχουν συνενωθεῇ κατά τη διάρκεια
της παρούσας ζωής και έπειτα χωρῇζονται με το θάνατο,
μοιάζουν με οδοιπόρους οι οποῇοι βαδῇζουν ένα δρόμο. Και

171 Βασιλειάδη Νικολάου, ibid p. 281.


ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

επειδή συνήθισαν να προχωρούν μαζῇ, έχουν συνδεθεῇ στενά


μεταξύ τους. Όταν όμως φθάσουν στο σημεῇο που πρέπει να
χωρῇσουν, κι ο καθένας τους εῇναι αναγκασμένος να τραβήξει
το δρόμο του, δεν αναχαιτῇζονται από τη συνήθεια. Φωρῇζο-
νται και ο καθένας τους κατευθύνεται προς το δικό του τέρ-
μα. Έτσι και οι σύζυγοι βαδῇζουν μαζῇ αλλά έρχεται εκεῇνη η
ώρα που οι δρόμοι τους χωρῇζουν. Όμως ο Θεός έπλασε τους
ανθρώπους ορῇζοντας στον καθένα «Ὴδῇαν βῇου διαγωγήν». ΢’
άλλους έθεσε διαφορετικούς όρους εξόδου από τη παρούσα
ζωή. Έτσι ο καθένας έχει και το «ἴδιον τ῅ς ζω῅ς πέρας», δηλ.
το ιδιαῇτερον τέλος της επῇγειας ζωής του»172.
Ο ιερός Φρυσόστομος λᾸγει ότι η αιτῈα του πᾸνθους και
του θρήνου μεταξύ των συζύγων, εῈναι η ολιγοπιστῈα, η οποῈα
παροργῈζει το Θεό. Γι’ αυτό και καλεῈ τους ανθρώπους αυ-
τούς κοντά του γρηγορότερα, για να μην υπάρχει το δᾸσιμο
αυτό.
Οι ελπῈδες των ανθρώπων πρᾸπει να στρᾸφονται προς
το Θεό. Δεν πρᾸπει κανᾸνας από τους ανθρώπους να αγαπάει
το σύντροφό του περισσότερο από το Δημιουργό Θεό του.
Μόνο Ᾰτσι δεν θα αισθανθεῈ κάποιος από τους συζύγους τη
χηρεῈα όταν αυτή αναπόφευκτα θα Ᾰρθει. Διότι Ᾰτσι θα Ᾰχει
προστάτη το Θεό, ο οποῈος σῈγουρα αγαπάει τους ανθρώπους
περισσότερο από ότι αγαπιούνται οι άνθρωποι μεταξύ
τους173.
΢’ άλλη πάλι ομιλῈα του, ο Ιερός Φρυσόστομος, απευ-
θυνόμενος σε μια νεαρή χήρα και θᾸλοντας να την παρηγορή-
σει για τον πόνο της, μεταξύ των άλλων, της λᾸγει: «άφησε
τους θρήνους. ΢υνέχισε τη ζωή σου από δω και πέρα προσε-
κτικά. Έτσι θα μπορέσεις κάποια μέρα να συγκατοικήσεις

172 Μεγάλου ΒασιλεῈου, ΕῊς τὴν μάρτυρα Ἱουλῇτταν 4,5, P.G. 31, 248B, D &
249A-C.
173 Ιωάννου Φρυσοστόμου, ΕῊς Α΄ Θεσ. Ἐπιστολή, ὉμιλῈα 6η, 2-3, P.G. 62, 431-

432.
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

και να ενωθεῇς πάλι μαζῇ του «εῊς τοὺς ἀθανάτους αῊῶνας».


Όχι βέβαια μ’ αυτήν εδώ «τὴν τοῦ κόσμου συνάφειαν», αλλά
με «ἑτέραν πολλῷ βελτῇονα». Εδώ υπάρχει μόνο σύνδεσμος
σωμάτων, ενώ τότε θα πραγματοποιηθεῇ ένωση ψυχής προς
ψυχή. Ένωση σαφώς τελειότερη, γλυκύτερη και ανώτερη της
εδώ σωματικής και σαρκικής ένωσης»174.

Κατά τους ΠατᾸρες της Ορθόδοξης ΕκκλησῈας, ο θάνα-


τος των νηπῈων και των μικρών παιδιών δεν οφεῈλεται στις
αμαρτῈες των γονᾸων, όπως πῈστευαν οι ΙουδαῈοι. Γι’ αυτό
και ο ΜᾸγας Αθανάσιος λᾸγει χαρακτηριστικά «μὴ γένοιτο,
δεν εῇναι τοῦτο ἔτσι»175.
Πολύ περισσότερο όμως, δεν εῈναι αῈτιος ο Θεός, ο ο-
ποῈος εῈναι αναῈτιος του θανάτου, γι’ αυτό άλλωστε συμβου-
λεύει «γρηγορεῖτε… Ήνα μὴ εῊσέλθητε εῊς πειρασμόν» 176 και
«ὅταν διώκωσιν ὑμᾶς ἐν τῆ πόλει ταύτη, φεύγετε εῊς τὴν ἄλ-
λην»177.
ΑιτῈα του θανάτου των νηπῈων και των μικρών παιδιών
εῈναι η ανθρώπινη φύση, η οποῈα ως θνητή Ᾰχει πάθη και α-
σθᾸνειες. Ο Μ. ΒασῈλειος λᾸγει ότι «ἡ φύση τὰ πάντα κά-
νει» 178 και ο Μ. Αθανάσιος επαναλαμβάνει «αῊτῇα εἶναι ἡ
φύσις»179 που σημαῈνει ότι όπως ακριβώς για την ατεκνῈα ή
τη γᾸννηση μη αρτιμελών παιδιών αιτῈα εῈναι η φύση, Ᾰτσι και
για το θάνατό τους. Μάλιστα ο Μ. Αθανάσιος, ερμηνεύοντας

174 Ιωάννου Φρυσοστόμου, ΕῊς νεωτέραν χηρεύσασαν, 3,4,7, P.G. 48, 599-608.
175 Μεγάλου ΑθανασῈου, Πρός Ἀντῇοχον, P.G. 28, 636.
176 Ματθ. 26, 41
177 Ματθ. 10, 23
178 Μεγάλου ΒασιλεῈου, Λόγος Α΄, P.G. 30, 28.
179 Μεγάλου ΑθανασῈου, ibid, p. 1005.
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

την απάντηση του Ιησού προς τους μαθητᾸς του για τον τυ-
φλό εκ γενετής «οὔτε οὗτος ἡμάρτησε οὔτε οΈ γονεῖς του» λᾸ-
γει: «τουτέστιν ἡ παρούσα αὐτοῦ τύφλωσις δέν εἶναι ἁμαρτι-
ῶν ἀποτέλεσμα ἀλλά φύσεως σφάλμα»180.
Η ευθύνη για την προστασῈα της ζωής ανήκει εξ’ ολο-
κλήρου στον άνθρωπο, γι’ αυτό και υπογραμμῈζει την ανάγκη
προστασῈας της από μᾸρους των ανθρώπων: «όποιος ακούσει
τη φωνή της σάλπιγγας και δεν φυλαχθεῇ… το αῇμα αυτού επῇ
της κεφαλής αυτού…»181.
΢την περῈπτωση για τη ζωή των νηπῈων και των μικρών
παιδιών, η ευθύνη ανήκει αποκλειστικά στους γονεῈς, γι’ αυτό
και αμᾸλεια δεν πρᾸπει να υπάρχει. ΑντῈθετα, η ευθύνη για το
θάνατο των νᾸων βαρύνει εξ’ ολοκλήρου αυτούς, διότι υπάρ-
χει η απαραῈτητη σύνεση και φρόνηση σε αυτούς για να αντι-
ληφθούν και το σεβασμό που πρᾸπει να Ᾰχουν προς τη ζωή
αλλά και την ανάγκη διαφύλαξής της για να ζήσουν την επῈ-
γεια διάστασή της182.
΢τη σημερινή εποχή, ο τρόπος ζωής του ανθρώπου, που
του προτεῈνει αλλά και που του επιβάλλει ο τεχνολογικός πο-
λιτισμός, που εῈναι η απόκτηση και η απόλαυση υλικών αγα-
θών, δημιουργεῈ τις προϋποθᾸσεις της εμφάνισης τόσων ασθε-
νειών και του θανάτου στα νεογνά, όπως μαρτυρεῈ η αύξηση
της θνησιμότητάς τους, όσο και του βῈαιου θανάτου στους νᾸ-
ους με την αλόγιστη χρήση των μηχανών εξαιτῈας Ᾰλλειψης
σεβασμού ή αμᾸλειας προς τη ζωή.
Οι ευθύνες δεν βαραῈνουν το Θεό, όπως πολλοῈ νομῈ-
ζουν μᾸσα στον αφόρητο πόνο τους για τον πρόωρο θάνατο
του παιδιού τους. Η ευθύνη βαραῈνει στις περισσότερες περι-
πτώσεις τους ανθρώπους. ΛᾸγει ο άγιος Μακάριος χαρακτη-

180 Μεγάλου ΑθανασῈου, ΕῊς τὸν ἐκ γενετ῅ς τυφλόν, P.G. 28 1005.


181 Ἰεζ. 33, 3-5
182 Μαρεντάκη Παναγιώτου, ibid, p. 45.
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

ριστικά: «Ὴδῇῳ θελήματι ὁ ἄνθρωπος πολλές φορές πεθαῇνει,


ἐξ αῊτῇας τ῅ς ἀγάπης του πρὸς τὰ πράγματα τοῦ κόσμου τοῦ-
του»183.
Ο Κύριλλος ΑλεξανδρεῈας λᾸγει ότι ο Θεός άφησε μετά
την πτώση τον κάθε άνθρωπο ανάλογα με τον οργανισμό του
να πραγματοποιεῈ τη ζωή του, γι’ αυτό άλλοι μεν αργότερα
και άλλοι γρηγορότερα πεθαῈνουν ανάλογα με τη σύσταση
του σώματος184.
Σα μικρά παιδιά απολαμβάνουν τη ΒασιλεῈα του θεού
λόγω της αθωότητάς τους, όπως και ο Ὲδιος ο Φριστός εῈπε:
«τῶν γὰρ τοιούτων ἐστῇν ἡ Βασιλεῇα τοῦ Θεοῦ»185 και «ἐὰν
μὴ στραφ῅τε καῈ γένησθε ὡς τὰ παιδῇα, οὐ μὴ εῊσέλθητε εῊς
τὴν βασιλεῇαν τῶν οὐρανῶν»186.
Ο Απόστολος Παύλος χαρακτηρῈζει την παιδική ηλικῈα
ως νηπιακή πνευματικώς, διότι, όπως ακριβώς τα νήπια δεν
μπορούν να λάβουν στερεά τροφή αλλά μόνο γάλα, Ᾰτσι και
τα μικρά παιδιά αδυνατούν να καταλάβουν τις αλήθειες που
οδηγούν στη δικαιοσύνη και την ενάρετη ζωή. Γι’ αυτό δᾸχο-
νται τη στοιχειώδη διδασκαλῈα, με αποτᾸλεσμα να μην Ᾰχουν
πεῈρα και να μην εῈναι σε θᾸση να διακρῈνουν το καλό από το
κακό. ΛᾸγει χαρακτηριστικά: «πᾶς γὰρ ὁ μετέχων γάλακτος
ἄπειρος λόγου δικαιοσύνης· νήπιος γὰρ ἐστι»187.
Η Πατερική ΘεολογῈα, αποδῈδει ευθύνες στην αμᾸλεια
των γονᾸων για τη σωστή ανατροφή των μικρών παιδιών, διό-
τι εξαιτῈας αυτής τα παιδιά από την ηλικῈα των πᾸντε ετών
και άνω μπορούν να πᾸσουν σε πλημμᾸλημα και να αποκλει-

183 ibidem.
184 ibidem.
185 Μάρκ. 10, 14.
186 Ματθ. 18, 2-3.
187 Εβρ. 5, 13.
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

στούν της ΒασιλεῈας του Θεού όπως χαρακτηριστικά λᾸγει ο


άγιος Γρηγόριος ο Διάλογος188.
Ο Κλήμης ΑλεξανδρεῈας, θᾸλοντας να εξηγήσει γιατῈ
χρειάζεται προσοχή από τους γονεῈς στην ηλικῈα αυτή των πᾸ-
ντε ετών και μετά, λᾸγει ότι ο ανθρώπινος νους σ’ αυτή την
ηλικῈα ανοῈγει τους οφθαλμούς του και αρχῈζει να καταλαβαῈ-
νει189.
Ο Μ. Αθανάσιος, αναφερόμενος στο θάνατο των μικρών
παιδιών λᾸγει ότι ο Θεός παραχωρεῈ οικονομικώς να πεθά-
νουν για τον πολύ πονηρό βῈο που επρόκειτο να ζήσουν, και
Ᾰτσι να ευεργετηθούν με τη βασιλεῈα του, ενώ οι γονεῈς γῈνο-
νται σωφρονᾸστεροι190.
Ο ιερός Φρυσόστομος, θᾸλοντας να παρηγορήσει τους
πονεμᾸνους γονεῈς τους συνδᾸει με το Θεό και λᾸγει: «παῇδα
έδωσες; Ευχαρῇστησε, ύμνησε, προσκύνησε Αυτόν ο Οποῇος
δέχθηκε άφθορο τον καρπό της κοιλῇας σου… Νήπιο έδωσες;
Ευχαρῇστησε Αυτόν διότι για σένα έγινε νήπιος στη φάτνη…
Μονογενή υιό έθαψες; Δόξασε, προσκύνησε και θυμήσου ότι
τον Μονογενή Αυτού παρέδωσε εις θάνατο»191.
Ο Ιωάννης ο Δαμασκηνός, συνδᾸει την παρηγοριά των
πονεμᾸνων γονᾸων με την τᾸλεση ΘεῈων Λειτουργιών και με
τη βοήθεια προς τους πτωχούς γι’ αυτό και τονῈζει: «οΈ πρὸ
ὥρας ἀποθνήσκοντες καῈ ἔχοντες ἀγαθή συνεῇδηση, οΈ ὀποῖοι
δὲν ἐπρόλαβαν νὰ ἐφαρμόσουν τὰ τοῦ Θεοῦ, θὰ ὠφεληθοῦν
τὰ μέγιστα μὲ τὰ ὑπέρ αὐτῶν γενόμενα, διότι τὰ προσφερό-
μενα ἀπό τοὺς οῊκεῇους λογαριάζονται ὡς ἔργα καῈ πράξεις
αὐτῶν»192.

188 Μαρεντάκη Παναγιώτου, ibid, pp. 56-57.


189 ibidem.
190 Μεγάλου ΑθανασῈου, Πρός Ἀντῇοχον, P.G. 28, 636.
191 Ιωάννου Φρυσοστόμου, Περῇ ὑπομον῅ς, P.G. 60, 726.
192 Ιωάννου Δαμασκηνού, ΠερῈ τῶν ἐν πῇστει Κεκοιμημένων, P.G. 95, 268.
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

Ο θάνατος των μικρών παιδιών θα πρᾸπει να αποτελεῈ


την αφορμή προβληματισμού γι’ άλλους γονεῈς, ώστε να μην
αμελούν για τις ψυχᾸς των παιδιών τους, ενώ για τους πονε-
μᾸνους, θα πρᾸπει να τους παρηγορεῈ το γεγονός ότι οι ψυχᾸς
των παιδιών τους απολαμβάνουν την ΒασιλεῈα του Θεού.

Οι υποχρεώσεις και τα καθήκοντα των ζώντων δεν στα-


ματούν με τον ενταφιασμό του νεκρού. Δεν εῈναι άλλωστε δυ-
νατόν η ανθρώπινη καρδιά να σπάσει τους δεσμούς με τον
«πρὸ μικροῦ μεθ’ ἡμῶν»193.
Για τους «μὴ ἔχοντας ἐλπῇδα»194 μετά τον ενταφιασμό
του προσφιλούς προσώπου, όπως αναφᾸρεται και σε προη-
γούμενο κεφάλαιο, ακολουθεῈ η οδύνη, η απελπισῈα και το
βαρύ πᾸνθος. Αφήνουν τα μαλλιά, συσκοτῈζουν το σπῈτι, δεν
το περιποιούνται ούτε φυσικά τον εαυτό τους, δεν εκκλησιά-
ζονται και γενικά κάνουν ότι μπορούν για να μην ξεχάσουν
τον απελθόντα.
Για τους πραγματικούς όμως Φριστιανούς δεν Ᾰχουν
κανᾸνα νόημα εκδηλώσεις αυτού του εῈδους. ΠαραμερῈζουν,
όσο μπορούν, τον πόνο τους και τιμούν τους προσφιλεῈς τους
νεκρούς με τιμᾸς χριστιανοπρεπεῈς. Με προσευχᾸς, με Σρισά-
για και Μνημόσυνα, αλλά και με ελεημοσύνες και αγαθοερ-
γῈες.
Από τους πρώτους κιόλας αιώνες, δεσπόζουσα θᾸση
μεταξύ των Φριστιανών κατᾸχει η ελεημοσύνη υπᾸρ αναπαύ-
σεως των νεκρών.

193 Προσόμοιο β΄ ήχου, κατά τον ασπασμό του νεκρού.


194 Α΄ Θεσ. 4, 13.
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

Σην πράξη αυτή τη συναντούμε και στην Παλαιά Διαθή-


κη. ΒλᾸπουμε τον ΣωβῈτ να συμβουλᾸυει τον ΣωβῈα λᾸγοντας:
«ἔκχεον τοὺς ἄρτους σου ἐπῇ τῶν τάφων τῶν δικαῇων»195.
Αυτό συμβουλεύουν και οι ΔιαταγᾸς των Αποστόλων
«διδόσθω ἐκ τῶν ὑπαρχόντων αὐτοῦ (δηλαδή του νεκρού) πέ-
νησιν εῊς ἀνάμνησιν αὐτοῦ»196.
Ο ιερός Φρυσόστομος συμβουλεύει: «Βούλει τιμ῅σαι
τὸν ἀπελθόντα; Ἑτέρως τῇμησον, ἐλεημοσύνας ποιῶν, εὐεργε-
σῇας… ΕῊ γὰρ βάρβαροι συγκατακαῇουσι τοῖς ἀπελθοῦσι τὰ
ὄντα, πολλῷ μᾶλλον σε συναποστεῖλαι τῷ τελευτηκότι δῇκαιον
τὰ αὐτοῦ· οὐχ Ήνα τέφρα γένηται καθάπερ ἐκεῖνα, ἀλλ’ Ήνα
πλεῇονα τούτων περιβάλη δόξαν· καῈ εῊ μέν ἁμαρτωλός ἀπ῅λ-
θεν, Ήνα τὰ ἁμαρτήματα λύσῃ· εῊ δέ δῇκαιος, Ήνα προσθήκη γέ-
νηται του μισθοῦ καῊ ἀντιδόσεως»197.
ΠολλοῈ ακόμη ΠατᾸρες της ΕκκλησῈας των πρώτων αιώ-
νων αναφᾸρονται στο θᾸμα αυτό και προτρᾸπουν τους πι-
στους να κάνουν Ᾰργα αγάπης υπᾸρ των νεκρών.
΢την κατηγορῈα της ελεημοσύνης, οι πρώτοι ΦριστιανοῈ
εῈχαν και τα νεκρικά δεῈπνα, τις σημερινᾸς λεγόμενες «μακα-
ρῈες».
Αυτά γῈνονταν ευθύς μετά την ταφή και σε όλα τα μνη-
μόσυνα υπᾸρ του κεκοιμημᾸνου. ΢’ αυτά Ᾰπαιρναν μᾸρος οι
συγγενεῈς και οι γνωστοῈ του κεκοιμημᾸνου, όπως δηλαδή γῈ-
νεται και σήμερα.
ΣᾸτοια δεῈπνα συναντούμε τόσο στους αρχαῈους Έλλη-
νες όσο και στους ΕβραῈους. Κι εκεῈνοι μετά την ταφή Ᾰτρω-
γαν τον «ἄρτον τ῅ς θλῇψεως» και Ᾰπιναν την «κύλικα της πα-

195 ΣωβῈτ 4, 17.


196 ἈποστολικαῈ ΔιαταγαῈ Η΄, 42, P.G. 1, 1145-1148.
197 Ιωάννου Φρυσοστόμου, Ὁμιλῇα 61 η εῊς Ἰωάννη, 5, ΕΠΕ, p. 150-175 & Ὁμιλῇα

31η εῊς Ματθαῖον, 4, ΕΠΕ, p. 356-365.


ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

ρηγορῇας». ΕξᾸλιξη αυτών των δεῈπνων και των μακαριών


θεωρούνται τα κόλλυβα που κάνουν σήμερα198.

198 ΚωνσταντῈνου ΚαλλῈνικου, ibid, p. 566.


ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

Ο θάνατος εῈναι το πλᾸον βᾸβαιο γεγονός που ο καθᾸ-


νας γνωρῈζει πως αργά ή γρήγορα θα επᾸλθει και στον Ὲδιο.
Εντούτοις όμως, το τᾸλος αυτής της ζωής παραμᾸνει για τους
περισσότερους ανθρώπους, Ᾰνα απόλυτα ανεπιθύμητο γεγο-
νός.
Κι αυτό, διότι ο άνθρωπος δεν Ᾰχει θρᾸψει κατά τη
διάρκεια της επῈγειας ζωής του, την προσδοκῈα της αιώνιας
ζωής. Και καθώς βλᾸπει το σώμα κάποιου αγαπημᾸνου του
να κεῈτεται χωρῈς πνοή, τότε σαβανώνει μαζῈ μ’ αυτό και τη
δική του ελπῈδα.
ΙδιαῈτερα ο σημερινός άνθρωπος εῈναι παραδομᾸνος
στα φαινόμενα και όσα μπορεῈ να αποδεῈξει εργαστηριακά ή
να καταθᾸσει ως αναμφισβήτητα και δεδομᾸνα. Γι’ αυτό Ᾰχει
χάσει το ενδιαφᾸρον του για κάθε μεταθανάτια προοπτική
και πολύ περισσότερο Ᾰχει νεκρώσει μᾸσα του κάθε ελπῈδα
για ανάσταση και αθανασῈα. Έχει γῈνει τόσο επῈπεδος ο άν-
θρωπος «τοῦ αῊῶνος τοῦτου», ώστε συνήθισε να οριοθετεῈ το
καθετῈ με βάση τους φυσικούς νόμους.
Σούτο το δράμα της ανθρωπότητας, που παῈρνει κατά
καιρούς τόσες εναλλακτικᾸς μορφᾸς, Ᾰχει την αρχή του στην
πτώση των Πρωτοπλάστων, που με την παρακοή τους διᾸκο-
ψαν την σχᾸση τους με την Πηγή της Ζωής, και ήρθαν οριστικά
αντιμᾸτωποι με την οσμή του θανάτου.
Η ΑγῈα Γραφή μας αποκαλύπτει τον εφευρᾸτη του θα-
νάτου και της φθοράς, που εῈναι ο διάβολος. Οι άνθρωποι
όμως δυσπιστούν στο λόγο του Θεού και εμφανῈζονται «ὡς
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

ἀνόητοι καῇ βραδεῖς τῆ καρδῇᾳ» 199 . Δεν δᾸχονται την Ανά-


σταση του Φριστού, και Ᾰτσι, το «ἠγέρθη, οὐκ έστιν ᾧδε»200
του ΑγγᾸλου, δεν τους πληροφορεῈ και δεν τους βεβαιώνει
και για την δική τους ανάσταση.
Η δυσπιστῈα του σύγχρονου ανθρώπου αφορά κυρῈως
στην ανάσταση των νεκρών σωμάτων. Κι αυτό, διότι αγνοεῈ
ότι ο θάνατος, εῈχε δύναμη και καταλυτική ισχύ μᾸχρι εκεῈνη
την ημᾸρα, «τ῅ς μιᾶς τῶν σαββάτων», που οι γυναῈκες βρή-
καν κενό τον τάφο του Φριστού201. ΓιατῈ ο ΑναστημᾸνος Φρι-
στός κατᾸλυσε το θάνατο και «ἤνοιξε πάλι παραδεῇσου τάς
πύλας»202.
Σο πάθος και η Ανάσταση του Φριστού εῈναι αλληλᾸν-
δετα και αλληλοσυμπληρούμενα γεγονότα, με τα οποῈα κο-
ρυφώνεται το κοσμοσωτήριο Ᾰργο της επῈ γης παρουσῈας
Σου. Όπως η Ανάσταση του Φριστού εῈναι επακόλουθο του
΢ταυρικού Θανάτου Σου, Ᾰτσι και το πᾸρασμα του ανθρώπου
από την επῈγεια ζωή προς την αιωνιότητα, δεν εῈναι αφανι-
σμός, αλλά υπᾸρβαση της επῈγειας φθοράς και «ἔνδυση τ῅ς
ἀφθαρσῇας»203.
Η ανάσταση των νεκρών εῈναι βασική αλήθεια της πῈ-
στης μας. Ο Απόστολος Παύλος λᾸει ότι χωρῈς τη βεβαιότητα
της ανάστασης, η πῈστη των ανθρώπων δεν Ᾰχει κανᾸνα νόημα
και εῈναι μάταιη.
Ο θάνατος λοιπόν, Ᾰχει νικηθεῈ οριστικά και η ανάσταση
των κεκοιμημᾸνων εῈναι δεδομᾸνη. Γι’ αυτό και οι ΠατᾸρες
της ΕκκλησῈας, μιλούν με «βεβαῇα πῇστη» για την «άνοιξη»
που πρόκειται να διαδεχθεῈ το «χειμωνιάτικο σάπισμα», τη

199 Λουκ. 24, 25


200 Μαρκ. 16, 6
201 Μάρκ. 16, 2

202 Τροπάριο του Κανόνα της Αναστάσεως

203 Ἰωάννου Χρυσοστόμου, «γιά νά μή λυπᾶσθε», P.G. 48, 1018-1026


ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

φθορά και την αποσύνθεση την οποῈα θα επιφᾸρει ο σωματι-


κός θάνατος.
Σο σῈγουρο εῈναι ότι όλοι οι άνθρωποι, θα ξαναζήσουν
«ἐν σώματι» αλλά «ἐν ἑτέρᾳ μορφῆ»204. Θα αναστηθούν και
κανεῈς πια δεν θα υποκύπτει στο νόμο της φθοράς και του
αφανισμού. Πάνω σ’ αυτό το θᾸμα εῈναι χαρακτηριστικός ο
διάλογος του Θεού με τον προφήτη ΙερεμῈα, όταν του Ᾰδωσε
εντολή να μεταβεῈ στο εργαστήριο του αγγειοπλάστη. Σου εῈ-
πε κατηγορηματικά ο Θεός ότι όλοι οι απόγονοι του Ισραήλ
ανήκουν στα χᾸρια Σου, όπως και ο πηλός στα χᾸρια του αγ-
γειοπλάστη που εύκολα μεταπλάσσεται απ’ αυτόν205.
Η ανάσταση λοιπόν των νεκρών εξάπαντος θα συντελε-
στεῈ. Η σάλπιγγα του ΑγγᾸλου οπωσδήποτε θα ηχήσει206. Ε-
κεῈνο όμως που Ᾰχει σημασῈα για όλους τους ανθρώπους, εῈ-
ναι, να Ᾰχουν εργασθεῈ κατά την επῈγεια ζωή τους, για τον α-
γιασμό της ψυχής και του σώματος, ώστε η ανάστασή τους να
μη γῈνει «εῊς κατάκριμα» αλλά «εῊς ζωήν αῊώνιον»207.
΢την προετοιμασῈα αυτή θα συμβάλλει ιδιαῈτερα η μνή-
μη του θανάτου, και η διαρκής ετοιμότητα για την επικεῈμενη
αναχώρηση «ἐκ τῶν ἐπιγεῇων πρὸς τὰ ἐπουράνια». ΓιατῈ η
συνεχής μνήμη του θανάτου, όπως αναφᾸρουν όλοι σχεδόν οι
ΠατᾸρες της ΕκκλησῈας, ζωογονεῈ την ψυχή και προεκτεῈνει
την ύπαρξη του ανθρώπου, ωθώντας την προς την ατελεύτητη
πορεῈα της «ἀπό δόξης εῊς δόξαν»208. Η μνήμη του θανάτου,
επῈσης, εντάσσει τους ανθρώπους στην προσδοκῈα ολόκληρης
της κτῈσης, η οποῈα δεν παύει να τρᾸφεται με την ελπῈδα και

204 Μάρκ. 16, 12


205 Ἱερ. 18, 1-6
206 Ἀποκ. 11, 15-18

207 Ματθ. 25, 46

208 Β΄ Κορ. 3, 18
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

να περιμᾸνει τη δική της απελευθᾸρωση, τη δική της αιωνιότη-


τα.
Η αναμονή της μετοῈκησης στην αληθινή, αιώνια και ου-
ράνια ΠατρῈδα, ωθεῈ τον άνθρωπο στο να συνάψει στενότερες
σχᾸσεις με τους πολῈτες του ουρανού, τους αγῈους ΑγγᾸλους,
καθώς και με τους ήδη δοξασμᾸνους αδελφούς του, οι οποῈοι
Ᾰζησαν «ἐν Κυρῇῳ» και «ἀπ῅λθον ἐπ’ ἐλπῇδι ζω῅ς αῊωνῇου».
ΓιατῈ τόσο οι Άγγελοι, όσο και οι προαπελθόντες πατᾸρες και
αδελφοῈ, επιβλᾸπουν τον αγώνα των ανθρώπων που βρῈσκο-
νται ακόμα στη ζωή και συντρᾸχουν αγαπητικά, με τις άγιες
πρεσβεῈες τους προς τον Φορηγό της ζωής, τον Ιησού Φριστό.
Όλοι οι ΠατᾸρες της ΕκκλησῈας, τονῈζουν ότι, η μνήμη
του θανάτου η εργασῈα των εντολών, η σχᾸση των ανθρώπων
με τον αγγελικό κόσμο και τους μεταστάντες πατᾸρες και α-
δελφούς, οδηγούν τους ανθρώπους στη διαρκή αποδυνάμωση
του «εγώ». Βοηθούν επιπλᾸον στην εκκοπή του «Ὴδῇου θελή-
ματος» και στην παράδοση ολόκληρης της ύπαρξης και της
ζωής των ανθρώπων στο θᾸλημα του Θεού. Ενισχύουν στην
αποδοχή του γεγονότος της κοιμήσεως των αγαπημᾸνων προ-
σώπων, και παράλληλα, προτρᾸπει τους ανθρώπους να ασχο-
ληθούν και να προετοιμασθούν σοβαρότερα με το θᾸμα της
δικής τους εκδημῈας.
ΒᾸβαια, εῈναι απαραῈτητο για τον άνθρωπο, να δεχτεῈ
ότι, ο θάνατος εῈναι αναπόσπαστο μᾸρος της Ὲδιας του της
ζωής. Όταν κατανοήσει τη διάσταση αυτή, μπορεῈ να προσεγ-
γῈσει καλύτερα την αντιμετώπιση της θλῈψης, που προκαλεῈ ο
θάνατος ενός αγαπητού προσώπου, μᾸσω του πᾸνθους, που
εῈναι ο αυθεντικότερος τρόπος Ᾰκφρασης.
Με τη Νεκρώσιμη ΑκολουθῈα, τα Μνημόσυνα, και τις
ευχᾸς υπᾸρ των κεκοιμημᾸνων, η ΕκκλησῈα μεριμνά για την
Ᾰξοδο όλων των ανθρώπων από αυτό τον κόσμο. Οι συγγε-
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

νεῈς, πλημμυρισμᾸνοι από θλῈψη, προσφᾸρουν στους νεκρούς


αδελφούς τους τις τελευταῈες φροντῈδες πριν από τον ενταφι-
ασμό τους. ΥροντῈδες στενά συνδεδεμᾸνες με τις ψυχικᾸς α-
νάγκες των ανθρώπων, οι οποῈες φανερώνουν μια μακρά εκ-
κλησιαστική παράδοση, αλλά τον σεβασμό και την τιμή προς
την ιερότητα του σώματος, το οποῈο υπήρξε ναός του ΑγῈου
Πνεύματος.
H άλειψη του νεκρού σώματος με αρώματα και η Ᾰνδυ-
σή του με καθαρά, περιποιημᾸνα ρούχα φανερώνουν την ανά-
γκη των ανθρώπων να δεῈξουν στοργή προς τους νεκρούς, α-
νακουφῈζοντας τον πόνο τους και κατευνάζοντας πιθανᾸς τύ-
ψεις τους για μη σωστή φροντῈδα και εκδήλωση αγάπης όταν
εκεῈνοι βρῈσκονταν ακόμη στη ζωή.
Όλοι οι άνθρωποι αισθάνονται τον πόνο της απώλειας.
Σο ζητούμενο εῈναι πως αυτός θα εκφραστεῈ. Αυτό προκύπτει
διότι υπάρχει προσπάθεια επιβολής από το περιβάλλον, από-
κρυψης των συναισθημάτων που προκαλεῈ ο θάνατος. Δεν
πρᾸπει όμως να αποκλεῈουμε στους θλιμμᾸνους τη δυνατότη-
τα να θρηνήσουν, εῈναι μια φυσική ανάγκη. Σα γνήσια τᾸκνα
όμως του Θεού, αντιμετωπῈζουν και πρᾸπει να τον αντιμετω-
πῈζουν το θάνατο, ως μια μεγάλη γιορτή.
Με την Ανάσταση του Φριστού, ο πιστός δεν λυπάται
πια γι’ αυτούς που Ᾰχουν ήδη φύγει από αυτή τη ζωή, ούτε
αγωνιά για το τι θα συμβεῈ με τη δική του Ᾰξοδο από τα εφή-
μερα, αλλά μόνο ζει και αγιάζεται. Και όπως λᾸει ο Ιωάννης
ο Δαμασκηνός, ο Θεός εῈναι δῈκαιος και θα δώσει το μισθό
που αξῈζουν σε όσους κάνουν υπομονή και τηρούν το άγιο θᾸ-
λημά Σου209.

209 Ιωάννου Δαμασκηνού, Περί των Κεκοιμημένων, P.G. 94, 1219-1228


ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

΢την Νεκρώσιμη ΑκολουθῈα, όπως Ᾰχουμε καταγράψει


στο πρώτο μᾸρος της παρούσας εργασῈας, υπάρχουν τα Ιδιό-
μελα Σροπάρια που ψάλλονται και στους οκτώ ήχους και εῈ-
ναι ποιήματα του ΑγῈου Ιωάννου του Δαμασκηνού.
Σα τροπάρια αυτά αποκαλύπτουν με τον πιο εκπληκτι-
κό τρόπο το μυστήριο του θανάτου. ΛᾸγει το Ιδιόμελο του δ΄
ήχου: «Ὄντως φοβερότατον τὸ τοῦ θανάτου μυστήριον…».
Μυστήριο, διότι συμβαῈνουν την ώρα εκεῈνη πράγματα
παράξενα και θαυμαστά, τα οποῈα η ανθρώπινη διάνοια αδυ-
νατεῈ να τα συλλάβει και να τα ερμηνεύσει.
Γι’ αυτό και ο ιερός υμνωδός απορεῈ λᾸγοντας: «Πῶς
ψυχή ἐκ τοῦ σώματος βιαῇως χωρῇζεται ἐκ τ῅ς ἀρμονῇας…».
ΒῈαια χωρῈζεται η ψυχή από το σώμα και διαλύεται ο ιερότα-
τος δεσμός της συνύπαρξης της ψυχής και του σώματος.
Οι ΠατᾸρες της ΕκκλησῈας, αναφᾸρουν ότι ο άνθρωπος
εῈναι ψυχοσωματικό ον. Αυτό σημαῈνει ότι ούτε μόνον η ψυχή
ούτε μόνον το σώμα, συνιστά το ολοκληρωμᾸνο ανθρώπινο
ον. Η ψυχή δεν ζούσε πριν τη δημιουργῈα του σώματος, γι’
αυτό και δεν θᾸλει να ζήσει χωρῈς αυτό. Η Ᾰξοδος της ψυχής
από το σώμα γῈνεται βῈαια, και αυτό αποτελεῈ το μυστήριο
του θανάτου.
Η ώρα του θανάτου εῈναι φοβερή για τον κάθε άνθρω-
πο. Παρουσιάζεται σε κλάσματα δευτερολᾸπτου ολόκληρη η
ζωή του σαν κάποια κινηματογραφική ταινῈα. Σο μυαλό χάνει
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

τη διαύγειά του και η καρδιά αισθάνεται εῈτε βῈαιους πόνους


εῈτε μια μεγάλη κατάπτωση. Όλες οι θεωρητικᾸς γνώσεις θα
χαθούν. ΑρχῈζει Ᾰτσι μια καινούργια ζωή για τον άνθρωπο,
που αποτελεῈ την αιώνια κατάσταση της ψυχής και του σώμα-
τος.
΢τη συνᾸχεια, Ᾰκρινα σκόπιμο να παρουσιάσω σε μου-
σική γραφή, δύο τροπάρια από την Νεκρώσιμη ΑκολουθῈα, σε
διασκευή δική μου. Σο ιδιόμελο του δ΄ ήχου «Ὄντως φοβερό-
τατον τὸ τοῦ θανάτου μυστήριον…» καθώς επῈσης και το Κο-
ντάκιο Μετά τῶν Ἁγῇων…» σε ήχο πλάγιο του τετάρτου.

Ἦχος Ѓ”ẀЃ Βου„Ѓ (λέγετος)

ũŠсу™чччéчöятЌ⅝éтссéсяч
Ων τως φο βε ρω τα τον το του θα να του

тéЁöттÚũŠф₤ссØтс™Ёö тéтÚюũŠчéчХ°
μυ στη ρι ον πως ψυ χη εκ του σω μα τος βι αι αι

тсЁöŅттÚūţŞтсЦЌсØ⅝тÚáũŠЦтņс™с
ως χω ρι ζε ται εκ της αρ μο νι ας και της συμ φι

чхчччччö т тссØ ū ţ Ş æ с я ч тé
ι ι ας ο φυ σι κω τα τος δε σμος θει ω βου

сö тттссчö тéтũŠ çèя чéП тччЦ


λη η μα τι α πο τε μνε ται δι ο σε ι κε τευ

тЌ⅝ тссéс я ч тéЁö ※ т тÚ ũ Š ч чЂх


ο μεν τον με τα σταν τα α να παυ σον εν σκη ναι αις

чтЦтчØūţŞтссöтттЁöт₤тòçèЃЃũŠ
των δι και ων σου Ζω ο δο ο τα φι λαν θρω πε
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

ἮχοςЃЃỲ”ЃΝη‘ЃЃźż

ŧŞч齋сМ¿ÜфсЛтÚч½ЁöØтÚтÚЙ¿Ňтņ
Με τα α των Α γι ων α να παυ σον Φρι ι

сØ ũ Š ч чтņ Х ´ тЌØ с › х цö Ù т¡ ç чØ ℓ ш ˉ с ° ø т
στε την ψυ χη η ην του δου ου ου ου λου ου ου ου

чØŧŞПâõ›т¡цтт¡чØŨşси½ℓтÚтãт¡ЁöĠш˘т®сØũыЂ½
σου ε ε ε ε εν θα ουκ ε στι ι πο ο ο νος ου

çтė ч ° á ч д¿ т т¡ ч си ½ ℮ М ‼ Á ч п Л ‽ ° Ň тт® ç суà


λυ υ υ υ υ υ πη ου στε ε να α αγ μο

ч°чØäŧŮŢЃЄéĭцтц›Й¿÷çттð¡çчт¡М¿÷ фÚч
ο ος αλ λα ζω η η η η α α α τε λε

хцÙö‹т¡çчØшˉс°øтчñäçèŧţŞ
ε ε ευ τη η η η τος

Ψαλῷ τῷ Θεῷ μου ἕως ὑπάρχω


ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

ΑΘΑΝΑ΢ΙΟΤ ΜΕΓΑΛΟΤ -ΒῈος τοῦ ἉγῈου ἈντωνῈου P.G. 26 (986-


989)
-Πρός ἈντῈοχον, P.G. 28, 636-1004
-ΕΉς τὸν Άκ γενετῆς τυφλόν, P.G.28, 1005

ΒΑ΢ΙΛΕΙΟΤ ΜΕΓΑΛΟΤ -ΕΉς τὸ πρόσεχε σεαὐτῷ, 7, P.G.31


-Λόγος Ἀσκητικός Α΄, 8-9, P.G.31, 625-
648
-ΠερῈ τοῦ μὴ προσηλώσαι τοῖς βιωτικοῖς,
P.G.31, 540-564
-Ὅτι οὐκ ιστιν αἴτιος τῶν κακῶν ὁ Θεός
P.G.31
-ΕΉς μάρτυρα ἸουλῈτταν, P.G.31,237-262
-ΠερῈ ΕὐχαριστῈας 5, P.G.31, 217-237

ΓΡΗΓΟΡΙΟΤ ΘΕΟΛΟΓΟΤ -ΘεῈα ΛειτουργῈα, Έκδοση Ιεράς Κοινο-


βιακής Μονής ΑγῈου Ιωάννου Θεολόγου,
Ηράκλειο 2007
-ΕΉς Καισάριον τὸν Ὰαυτοῦ ἀδελφόν Ά-
πιτάφιος, P.G.36, 756-789
-Ἐπιστολή 238, P.G.37, 380C-381B

ΓΡΗΓΟΡΙΟΤ ΝΤ΢΢Η΢ -ΒῈος ὉσῈας ΜακρῈνης, P.G.46, 960-999


& ΕΠΕ τόμος 9, 334-391
-ΠερῈ κατασκευής τοῦ ἀνθρώπου,
P.G.44, 125-256
-Λόγοι γιὰ τὸ θάνατο καΈ τὸ πᾸνθος πα-
ραμυθητικοῈ, επιμᾸλεια ΠλεξῈδα Ιωάννη,
Εκδόσεις Ζήτρος, ΘεσσαλονῈκη 2004

ΔΙΑΣΑΓΑΙ ΑΠΟ΢ΣΟΛΨΝ βιβλῈον Η΄, P.G.1, 1061-1149

ΔΙΟΝΤ΢ΙΟΤ ΑΡΕΟΠΑΓΙΣΟΤ ΠερῈ Ἐκκλησιαστικῆς ἹεραρχῈας Κε-


φάλαια, ΕΠΕ τόμος 3ος, 336-472

ΕΤ΢ΕΒΙΟΤ ΚΑΙ΢ΑΡΕΙΑ΢ -Ἐκκλησιαστική ἸστορῈα, ΕΠΕ τόμος


3ος ΘεσσαλονῈκη 1983
-Ἐκκλησιαστική ἸστορῈα 4, P.G.20,
303-401

ΕΤΦΟΛΟΓΙΟ ΜΕΓΑ Εκδόσεις ΠαπαδημητρῈου, Αθήνα


1980
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

ΕΤΦΟΛΟΓΙΟ ΜΙΚΡΟ Εκδόσεις Αποστολικής ΔιακονῈας Εκ-


κλησῈας της Ελλάδος, Αθήνα 1999

ΙΑΚΨΒΟΤ ΑΔΕΛΥΟΘΕΟΤ ΘεῈα ΛειτουργῈα, Εκδόσεις ΑριστεῈ-


δου Πανώτη, Παλαιό Υάληρο 1992

ΙΕΡΑΣΙΚΟΝ Εκδόσεις Αποστολικής ΔιακονῈας Εκ-


κλησῈας της Ελλάδος, 2004

ΙΨΑΝΝΟΤ ΔΑΜΑ΢ΚΗΝΟΤ ΠερῈ τῶν Άν πῈστει κεκοιμημᾸνων,


ΕΠΕ τόμος 4ος, 151-201 & P.G.94,
1219-1228

ΙΨΑΝΝΟΤ ΦΡΤ΢Ο΢ΣΟΜΟΤ -ΕΉς Ἰωάννην ὉμιλῈα 85, ΕΠΕ τόμος


14, 662-695
-ἙρμηνεῈα εΉς τὴν πρὸς ἙβραῈους Ἐ-
πιστολήν ὉμιλῈα 4, P.G.63
-ΕΉς τὸ ὄνομα τοῦ κοιμητηρῈου, P.G.49,
393-398
-Ὑπόμνημα εΉς τὴν πρὸς ΥιλιππησῈους
Ἐπιστολήν Λόγος 3, ΕΠΕ τόμος 21ος,
338-417
-Ὑπόμνημα εΉς τὴν πρὸς ΥιλιππησῈους
Ἐπιστολήν Λόγος 4, ΕΠΕ τόμος 21ος,
418-442
-Ὑπόμνημα εΉς τὴν πρὸς ἘφεσῈους
Ἐπιστολήν Λόγος 3, ΕΠΕ τόμος 20ος,
464-493
-ΕΉς ΓᾸνεσιν Ὁμιλ. 13, P.G.53,105-110
-ΕΉς ΓᾸνεσιν Λόγος 8, P.G.54, 616-690
-ΕΉς τὸν πτωχόν Λάζαρον, Λόγος 5,
P.G.48, 1027-1044
-ΠερΈ τῆς ἀναστάσεως τῶν νεκρῶν,
P.G.50, 417-433
-΢τουδΈῳ Άπάρχω πόλεως Ἐπιστολή
197, P.G.52, 719-731
-Ὑπόμνημα εΉς τὴν πρὸς Σιμόθεον
Πρώτην Ἐπιστολήν ὉμιλῈα 14, P.G.62,
571-580
-ΕΉς τὸν τετραήμερον Λάζαρον, P.G.48,
779-784
-ΠερΈ ὑπομονῆς καΈ τοῦ μὴ κλαῈειν
πικρῶς τοὺς τελευτῶτας, P.G.60, 725-
729
-Ὑπόμνημα εΉς τὴν πρὸς Θεσσαλονικεῖς
Πρώτην Ἐπιστολήν ¨ΟμιλῈα 6, P.G.62,
429-434

-ΕΉς τήν νεωτᾸραν χηρεύσασαν P.G.48,


599-608
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

-Διά νὰ μὴ λυπᾶσθε, P.G.48, 1018-1026


-ΕΉς τὸν Ἰωάννην, ὉμιλῈα 61, ΕΠΕ τό-
μος 14ος, 116-175
-ΕΉς τὸν Ματθαῖον, ΟμιλῈα 67, ΕΠΕ
τόμος 11Α, 356-365

ΚΛΗΜΕΝΣΟ΢ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ΢ Παιδαγωγός Β΄, P.G.8, 468

ΚΤΡΙΛΛΟΤ ΙΕΡΟ΢ΟΛΤΜΨΝ Κατήχηση Μυσταγωγική Ε΄, 9, ΕΠΕ


τόμος 2ος, 378-394 & Εκδόσεις «Ε-
τοιμασῈα» Ιεράς Μονής ΣιμῈου Προ-
δρόμου, ΚαρᾸας 1999

ΜΑΚΑΡΙΟΤ ΑΙΓΤΠΣΙΟΤ ἈποφθᾸγματα, P.G.34, 309-385

ΜΑΓΙΜΟΤ ΟΜΟΛΟΓΗΣΟΤ ΥιλοκαλῈα των Ιερών νηπτικών, τόμος


Β΄, Εκδόσεις το περιβόλι της ΠαναγῈ-
ας, ΘεσσαλονῈκη 1988

ΝΕΚΣΑΡΙΟΤ ΠΕΝΣΑΠΟΛΕΨ΢ ΜελᾸτη περῈ τῆς ἀθανασῈας τῆς


ψυχῆς καΈ περῈ τῶν Ὴερῶν μνημοσύ-
νων, Εκδόσεις Β. Ρηγοπούλου,
ΘεσσαλονῈκη 1973 & μετάφραση –
επιμᾸλεια Δ. Γεωργαντζή, Εκδόσεις
Υ. Σσιρώνη, Αθήνα 1981

ΝΕΚΡΨ΢ΙΜΟΙ ΚΑΙ ΕΠΙΜΝΗΜΟ΢ΤΝΟΙ ΑΚΟΛΟΤΘΙΑΙ Εκδόσεις της


Αποστολικής ΔιακονῈας της ΕκκλησῈ-
ας της Ελλάδος, Αθήνα 2004

΢ΤΜΕΨΝ ΘΕ΢΢ΑΛΟΝΙΚΗ΢ ΠερῈ τοῦ τᾸλους ἡμῶν καΈ τῆς Ὴερᾶς


τάξεως τῆς κηδεῈας, «Σὰ Ἄπαντα»,
Εκδόσεις Β. Ρηγοπούλου, 301-315

΢ΨΖΟΜΕΝΟΤ ΢ΑΛΑΜΙΝΙΟΤ Ἐκκλησιαστική ἸστορῈα τόμος Β΄.


Εκδόσεις «Σο Βυζάντιον» Θεσσαλο-
νῈκη 1995

ΠΕΝΣΗΚΟ΢ΣΑΡΙΟΝ Εκδόσεις Υως, Αθήνα 1974

ΣΡΙΨΔΙΟΝ Εκδόσεις Υως, Αθήνα 1977

ΣΤΠΙΚΟΝ ΣΗ΢ ΜΕΓΑΛΗ΢ ΣΟΤ ΦΡΙ΢ΣΟΤ ΕΚΚΛΗ΢ΙΑ΢ Βιολάκη


ΓεωργῈου, Εκδόσεις ΢αλιβάρος, Αθή-
να

ΨΡΟΛΟΓΙΟΝ ΜΕΓΑ Εκδόσεις Αποστολικής ΔιακονῈας της


ΕκκλησῈας της Ελλάδος, Αθήνα 1998
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

ΧΕΤΔΟΕΠΙΥΑΝΙΟΤ Λόγος Β΄ τῷ ἁγῈῳ καΈ Μεγάλῳ ΢αβ-


βάτῳ, P.G.43, 448-449

ΑΝΑ΢ΣΑ΢ΙΟΤ ΙΨΑΝΝΟΤ Εκκλησιαστική ΙστορῈα τόμος Α΄, Εκ-


δόσεις ΕπῈκεντρο, ΘεσσαλονῈκη 2007

ΒΑ΢ΙΛΕΙΑΔΗ ΝΙΚΟΛΑΟΤ Σο μυστήριον του θανάτου, Εκδόσεις


Αδελφότης Θεολόγων «΢ωτήρ», Αθή-
να 1999

ΒΕΝΕΔΙΚΣΟΤ ΙΕΡΟΜΟΝ. Σα μνημόσυνα και η ωφᾸλειά τους,


Εκδόσεις ΢υνοδεῈα ΢πυρῈδωνος Ιε-
ρομονάχου, ΝᾸα ΢κήτη ΑγῈου Όρους
2006

ΒΛΑΦΟΤ ΙΕΡΟΘΕΟΤ ΜΗΣΡΟΠΟΛΙΣΟΤ Η ζωή μετά το θάνατο,


Εκδόσεις Ιεράς μονής ΓενεθλῈου Θεο-
τόκου, Λειβαδιά 2005

ΕΓΚΤΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ ΔΟΜΗ τόμος 13ος

ΚΑΛΛΙΝΙΚΟΤ ΚΨΝ/ΝΟΤ Ὁ Φριστιανικός Ναός καΈ τὰ τελού-


μενα Άν αὐτῷ, Ἀθήνα 1961

ΛΙΛΗ ΙΨΑΝΝΟΤ ΚοσμολογῈα και ανθρωπολογῈα του


Ιωάννου Δαμασκηνού, Εκδόσεις ΢τα-
μούλη, ΘεσσαλονῈκη 2009

ΛΟΓΟΘΕΣΗ ΚΨΝ/ΝΟΤ Η φιλοσοφῈα των ΠατᾸρων και του


ΜᾸσου αιώνος, μᾸρος Α΄, Εκδόσεις
Κολλιάρος, Αθήνα 1930

ΜΑΡΕΝΣΑΚΗ ΠΑΝΑΓΙΨΣ. Σο ταξῈδι της ψυχής κατά την Πατερι-


κή και Ασκητική Παράδοση, Εκδόσεις
«ΑυτογνωσῈα», Φανιά 2007

ΜΠΟΤΡΝΕΛΗ ΑΠΟ΢ΣΟΛΟΤ ΠατᾸρων Λόγος 5, Ιερά Μνημόσυνα,


Ηράκλειο 2002

ΞΤΔΗ ΘΕΟΔΨΡΟΤ Ιδιόμελα του Εξοδιαστικού, Αθήνα


1950

ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗ ΚΨΝ/ΝΟΤ ΠρωτοπρεσβυτᾸρου, Λειτουργική – Σελε-


τουργική, Αθήνα 1973
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

ΣΡΕΜΠΕΛΑ ΠΑΝΑΓΙΨΣΟΤ ΕρμηνεῈα στο κατά Λουκάν ΕυαγγᾸ-


λιον, Εκδόσεις Αδελφότης Θεολόγων
«΢ωτήρ», Αθήνα 2002

ΥΑΡΟΤ ΥΙΛΟΘΕΟΤ Σο ΠᾸνθος, Ορθόδοξη, Λαογραφική


και Χυχολογική Θεώρηση, Εκδόσεις
«ΑκρῈτας», Ν. ΢μύρνη 1988

ΥΟΤΝΣΟΤΛΑΚΗ ΓΕΨΡΓ. Η ουσῈα και η ΑθανασῈα της ψυχής,


Εκδόσεις ΓραφικᾸς ΣᾸχνες, Αθήνα
2006

ΦΑΡΨΝΗ ΒΑ΢ΙΛΕΙΟΤ Παιδαγωγική ΑνθρωπολογῈα του Με-


γάλου ΒασιλεῈου, τόμος 3ος, Αθήνα
2004

ΦΑΣΖΗΝΙΚΟΛΑΟΤ Α΢ΣΕΡΙΟ ΑρχιμανδρῈτου, ΜᾸλλουσα ΚρῈση και


Αιωνιότητα, Εκδόσεις Αδελφότης Θε-
ολόγων «΢ωτήρ», Αθήνα 2009

ΦΡΙ΢ΣΟΔΟΤΛΟΤ ΘΕΜΙ΢ΣΟΚΛΕΟΤ΢ ΠρωτοπρεσβυτᾸρου, ΠερῈ της


ΚηδεῈας, Εκδόσεις ΟμολογῈα, Αθήνα
2004
-Σα Ιερά μνημόσυνα, Εκδόσεις Ομο-
λογῈα, Αθήνα 2002

You might also like